Τρία χρόνια από την εκλογή του Αρχιεπισκόπου Ιερωνύμου

ImageΈνα «ραντεβού» με τον αρχιεπισκοπικό θρόνο που άργησε δέκα χρόνια

Πριν από τρία χρόνια, στις 7 Ιανουαρίου 2008, ημέρα κατά την οποία η Εκκλησία τιμά τη μνήμη των Ισιδώρου Πηλουσιώτου, Αβραμίου ιερομονάχου και Ιωσήφ Χαλεπλή νεομάρτυρος, ο Μητροπολίτης Θηβών Ιερώνυμος Λιάπης εκλεγόταν Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος έπειτα από μια εύκολη, όπως αποδείχθηκε, εκλογική μάχη στην Ιεραρχία.

Ήταν μια εκλογή που άργησε δέκα χρόνια. Στα τέλη Απριλίου του 1998 ο σημερινός Αρχιεπίσκοπος ήταν και πάλι υποψήφιος για το θρόνο του προκαθημένου της Εκκλησίας της Ελλάδος.

Όμως έχασε τη μάχη από το μεγάλο αντίπαλό του Χριστόδουλο Παρασκευαΐδη.

Πολλοί τότε απέδωσαν την ήττα του Ιερώνυμου στο βρόμικο πόλεμο που δέχθηκε και στην προσπάθειά να εμπλακεί το όνομά του σε σκάνδαλα στη διαχείριση των οικονομικών της Εκκλησίας που, όπως αποδείχθηκε, δεν ήταν τίποτε άλλο από συκοφαντίες και χτυπήματα κάτω από τη μέση.

Xωρίς προσβάσεις στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, σε ισχυρούς πολιτικούς και επιχειρηματικούς κύκλους (παρά το ότι κορυφαία στελέχη της τότε κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ θα προτιμούσαν την εκλογή του) και με την καχυποψία των μελών της Ιεραρχίας που γίνονται αποδέκτες διάφορων «ψιθύρων», ο Ιερώνυμος χάνει τη μάχη από τον εξαιρετικά δραστήριο Μητροπολίτη Δημητριάδος Χριστόδουλο, ο οποίος μετά την άνοδό του στον αρχιεπισκοπικό θρόνο εισέβαλε ορμητικά στο προσκήνιο όχι μόνο της εκκλησιαστικής ζωής, αλλά και της πολιτικής, με τις γνωστές σε όλους συνέπειες (και… αντιδράσεις).

Όμως μια προσεκτικότερη εκτίμηση των τότε γεγονότων από αυτούς που γνωρίζουν καλά και από μέσα τα εκκλησιαστικά πράγματα οδηγεί στο συμπέρασμα πως ο Ιερώνυμος Λιάπης έχασε το 1998 τον αρχιεπισκοπικό θρόνο «πληρώνοντας» την άρνησή του να ενταχθεί στην πανίσχυρη τότε «Χρυσοπηγή», που διοικούσε η γνωστή εκκλησιαστική «τρόικα» (ο Μητροπολίτης πρώην Πειραιώς σήμερα Καλλίνικος Καρούσος, ο Χριστόδουλος Παρασκευαΐδης και ο Μητροπολίτης Καλαβρύτων και Αιγιαλείας Αμβρόσιος Λενής).

Και για να στηρίξουν την άποψή τους παραπέμπουν στην παράλληλη ιστορία των δύο πρωταγωνιστών εκείνης της εκλογικής μάχης.

Ιερώνυμος-Χριστόδουλος: βίοι παράλληλοι

Στα τέλη της δεκαετίας του ’50 στους ομίλους της Χριστιανικής Φοιτητικής Ενώσεως της φοιτητικής κίνησης της εκκλησιαστικής οργάνωσης ΖΩΗ ξεχωρίζουν δύο σχεδόν συνομήλικοι φοιτητές και φίλοι.

Ο ένας ήταν ο Χρήστος Παρασκευαΐδης. Γεννημένος το 1939 σε προσφυγική οικογένεια της Ξάνθης. Ο πατέρας του ήταν έμπορος. Απόφοιτος του Λεοντείου Λυκείου Πατησίων, σπούδαζε στη Νομική Σχολή, όπως ήταν η επιθυμία του πατέρα του που ήθελε να τον δει δικηγόρο.

Όμως εκείνος, στραμμένος από νωρίς στην Εκκλησία μετά τη Νομική (όπου θα είναι συμφοιτητής του Θεόδωρου Πάγκαλου), και αφού προηγουμένως θα γίνει μοναχός, θα γραφτεί στη Θεολογική Σχολή.

Συμφοιτητές του τον περιγράφουν ως παρορμητικό, εξωστρεφή με ικανότητες στη ρητορική που κάνουν πολλούς να λένε πως θα έχει μια επιτυχημένη πολιτική σταδιοδρομία…

Ο δεύτερος ήταν ο Γιάννης Λιάπης, ένα χρόνο μεγαλύτερος από τον Χρήστο. Γεννήθηκε στα Οινόφυτα της Βοιωτίας από γονείς αγρότες-κτηνοτρόφους.

Ακόμη και σήμερα πολλοί κληρικοί αναφερόμενοι στην επιμονή στους στόχους που βάζει θυμίζουν την αρβανίτικη καταγωγή του. Ο Γιάννης Λιάπης μετά το Γυμνάσιο εγγράφεται στο Τμήμα Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Όπως και στην περίπτωση του Χρήστου Παρασκευαΐδη και ο Γιάννης Λιάπης γράφτηκε στη Θεολογική Σχολή μετά τις άλλες σπουδές του.

Όμως, σε αντίθεση με τον τότε φίλο του, είναι συγκρατημένος, εσωστρεφής και προτιμά να ασχολείται με την αρχαιολογική έρευνα και να ονειρεύεται μια ζωή αφιερωμένη στα βιβλία και την έρευνα.

Ο Χρήστος Παρασκευαΐδης, που ψέλνει στην εκκλησία της Αγίας Ζώνης στην Κυψέλη, γνωρίζεται με το δραστήριο αρχιμανδρίτη Καλλίνικο Καρούσο ο οποίος εκείνη την εποχή βάζει τα θεμέλια της «μοναστικής αδελφότητας» της «Χρυσοπηγής».

Δένεται μαζί του, και μαζί με μια μικρή ομάδα στην οποία ξεχωρίζει ένας νέος από την Πάτρα, ο Αμβρόσιος (κατά κόσμον Θανάσης) Λενής, εγκαθίστανται στη Μονή Βαρλαάμ, όπου κείρεται μοναχός και παίρνει το όνομα Χριστόδουλος. Σύντομα όμως η μικρή ομάδα έρχεται σε σύγκρουση με τον επιχώριο μητροπολίτη και μεταφέρει τη δράση της στην Αθήνα.

Τον ίδιο καιρό ο Γιάννης Λιάπης συνεχίζει τις σπουδές του. Παρά το ότι από μικρός και από τα κατηχητικά σχολεία έχει συνδεθεί με τον τότε Αρχιμανδρίτη Νικόδημο Γραικό, δεν έχει αποφασίσει αν θα γίνει κληρικός.

Ωστόσο, διατηρεί την επαφή με τον Χριστόδουλο και με τους άλλους της «Χρυσοπηγής». Μετά το πτυχίο του Πανεπιστημίου εργάζεται ως φιλόλογος στο Λεόντειο Λύκειο της Νέας Σμύρνης και στο 9ο Νυχτερινό Γυμνάσιο.

Το 1967 ο Νικόδημος Γραικός γίνεται Μητροπολίτης Θηβών και Λεβαδείας. Με δική του προτροπή ο Γιάννης Λιάπης εγκαταλείπει την καριέρα του καθηγητή και χειροτονείται διάκονος.

Ο Νικόδημος θα επιμείνει να λάβει το εκκλησιαστικό όνομα Ιερώνυμος προς τιμήν του τότε Αρχιεπισκόπου Ιερώνυμου Κοτσώνη.

«Casus belli» η άρνηση ένταξης στη «Χρυσοπηγή»

Μέχρι το 1978 ο Ιερώνυμος θα υπηρετήσει στη Μητρόπολη Θηβών και Λεβαδείας με διακοπές για συνέχιση των μεταπτυχιακών σπουδών του στη Βυζαντινή Αρχαιολογία στη Γερμανία (Μόναχο, Ρέγκενσμπουργκ) και την Αυστρία (Γκρατς).

Κατά την επιστροφή του Ιερώνυμου από τη Γερμανία ο Καλλίνικος, ο Χριστόδουλος και ο Αμβρόσιος περίμεναν ότι ο Ιερώνυμος θα εντασσόταν στη «Χρυσοπηγή».

Μάλιστα την ημέρα της άφιξής του στην πρωτεύουσα είχαν ετοιμάσει και το δωμάτιο του στην έδρα της Αδελφότητας στην οδό Στέντορος στο Παγκράτι. Όμως ο Ιερώνυμος και οι βαλίτσες του πηγαίνουν αλλού.

Η άρνηση αυτή, όπως λένε πολλοί που γνωρίζουν τα πράγματα της εποχής, χαρακτηρίζεται ως «casus belli» από τη «Χρυσοπηγή».

Από τότε οι σχέσεις του Ιερώνυμου με την «τρόικα» ψυχράνθηκαν. Την αρχική προτίμησή του στον Ιερώνυμο επιβεβαίωσε και ο Καλλίνικος σε μεταγενέστερη συνέντευξή του (δημοσιεύθηκε στο «Βήμα» σε συνέχειες).

Εκεί είπε πως «είχε άριστες σχέσεις» με τον Ιερώνυμο και από πολλά χρόνια μέσα του υπήρχε μάλλον η ιδέα να γίνει Αρχιεπίσκοπος». Αλλά πρόσθεσε πως «όταν εξεδηλώθη ο Χριστόδουλος, εγώ έπρεπε να ταχθώ με το παιδί μου».

Πάντως παρά την «ψύχρα» στις σχέσεις υπήρξαν προσπάθειες επαναπροσέγγισης-«καλής θέλησης».

Το 1978 με πρόταση του νεοεκλεγέντος Μητροπολίτη Καλαβρύτων Αμβρόσιου Λενή, που ήταν στενός συνεργάτης του Αρχιεπισκόπου Σεραφέιμ, ο Ιερώνυμος διορίζεται γραμματέας της Ιεράς Συνόδου.

Τρία χρόνια μετά θα εκλεγεί Μητροπολίτης Θηβών με τη βοήθεια του Νικόδημου που παραιτείται για να πάρει το μητροπολιτικό θρόνο το πνευματικό του παιδί.

Το 1987-1988 ο Χριστόδουλος και ο Ιερώνυμος μαζί με το σημερινό Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Άνθιμο (τότε Αλεξανδρουπόλεως) εκπροσωπούν την Εκκλησία στις συζητήσεις με την Πολιτεία για την μοναστική περιουσία. Προς «τα έξω» περίσσευαν οι εκδηλώσεις «σύμπνοιας», «ομόνοιας» και «ταυτότητας» απόψεων. Όμως όσοι γνώριζαν εκ των ένδον τα πράγματα ήξεραν πως ο κοινός αγώνας κατά της Πολιτείας δεν ήρε και τις διαφωνίες τους.

Φτάνουμε έτσι στο 1994, οπότε αρχίζει ουσιαστικά ο αγώνας για τη διαδοχή του γηραιού και άρρωστου Σεραφείμ.

Ο αγώνας αυτός που κυριαρχεί σε μια Εκκλησία ουσιαστικά ακυβέρνητη λόγω της κατάστασης της υγείας του Σεραφείμ κορυφώνεται τις μέρες της νοσηλείας του.

Από αυτό τον αγώνα δεν λείπουν οι πολιτικού τύπου καταγγελίες και τα χτυπήματα κάτω από τη μέση με κύριο αποδέκτη τον Ιερώνυμο που είδε, όπως αναφέρουμε και παραπάνω, το όνομά του να εμπλέκεται σε οικονομικά σκάνδαλα.

Όλα αυτά δύσκολα μπορούσαν να αποκρυφτούν πίσω από τις προσπάθειες να φανεί μια εικόνα σύμπνοιας.

Ποιος δεν θυμάται την περίφημη και πρωτοφανή τότε για τα εκκλησιαστικά δεδομένα φωτογραφία στο Α’ Νεκροταφείο λίγο μετά την κηδεία του Σεραφείμ με τους τρεις κύριους υποψηφίους (Χριστόδουλο, Ιερώνυμο, Άνθιμο) να δίνουν τα χέρια.

Μετά την εκλογή του Χριστόδουλου οι πάλαι ποτέ φίλοι αποτέλεσαν τους δύο κυριότερους πόλους στους κόλπους της Ιεραρχίας.

Ο ένας ο Χριστόδουλος ξεχώριζε για τις εθναρχικές φιλοδοξίες του.

Ο Ιερώνυμος, παράλληλα με τον επίμονο αγώνα του να δικαιωθεί για τη λάσπη που έφαγε, κινήθηκε σε αυστηρά εκκλησιαστικά πλαίσια, απέφυγε να χρισθεί αρχηγός της «εκκλησιαστικής αντιπολίτευσης», αλλά παράλληλα φρόντισε να ξεχωρίσει τη θέση του στα μεγάλα ζητήματα με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα το θέμα των ταυτοτήτων και τις σχέσεις με το Φανάρι.

Προτίμησε να παίξει το ρόλο της «συνείδησης της Εκκλησίας» που αντιδρά στις «κοσμικές» και πολιτικού χαρακτήρα κινήσεις του Χριστόδουλου, στηριζόμενος σε μια συμπαγή ομάδα 20 έως 25 μελών της Ιεραρχίας, μεταξύ των οποίων ξεχώριζαν ισχυροί μητροπολίτες, όπως οι Ναυπάκτου Ιερόθεος, Μαντινείας Αλέξανδρος, Περιστερίου Χρυσόστομος, Τρίκκης Αλέξιος, Νικαίας Αλέξιος και Μυτιλήνης Ιάκωβος.

Στην πορεία και ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια της Αρχιεπισκοπίας Χριστόδουλου σ’ αυτούς προστέθηκαν και οι ισχυροί Μητροπολίτες Ιωαννίνων Θεόκλητος και Φιλίππων Προκόπιος.

Έτσι μετά τις 28 Ιανουαρίου, ημέρα θανάτου του Χριστόδουλου, ο ίδιος προέβαλε, γι’ αυτούς που γνώριζαν τους συσχετισμούς στην Ιεραρχία από μέσα, ως ο σημαντικότερος διεκδικητής του αρχιεπισκοπικού θρόνου.

Και αυτό παρά την ύπαρξη ενός ισχυρού και με μεγάλο κύρος αντιπάλου, όπως ήταν ο Μητροπολίτης Σπάρτης Ευστάθιος. Στον πρώτο γύρο ο Ιερώνυμος έλαβε 33 ψήφους, ο Ευστάθιος 26 και ο Άνθιμος 7.

Στο δεύτερο γύρο οι υποστηρικτές του Άνθιμου ψήφισαν Ιερώνυμο που πήρε 45 ψήφους και ο Ευστάθιος 27.

Έτσι, έστω και με καθυστέρηση δέκα χρόνων, ο Ιερώνυμος ανέβηκε στον αρχιεπισκοπικό θρόνο της Εκκλησίας της Ελλάδος.

Εμφανίσεις: 73229
Γίνετε ενεργά η πηγή του Romfea.gr! Στείλτε ειδήσεις και φωτογραφίες που πιστεύετε πως ενδιαφέρουν τους αναγνώστες στο [email protected]
FOLLOW ROMFEA:
top
Has no content to show!