Πνευματικά μηνύματα του Γέροντος Γαβριήλ
- Δημιουργηθηκε στις Πέμπτη, 04 Δεκεμβρίου 2014
-
Γράφτηκε από τον/την Romfea.gr - 14.30
-
Του Δρ Χαραλάμπη Μ. Μπούσια | Romfea.gr
Ὁ Γέροντας Γαβριὴλ ὡς ἁγιοπνευματικός, χριστοκεντρικὸς καὶ εὐαγγελόβιος ἦταν πάντοτε χαρούμενος καὶ διδακτικός.
Ὄχι μόνο δὲν ἔβγαινε «λόγος σαπρὸς» (Ἐφεσ. δ΄ 29) ἀπὸ τὸ στόμα του, ἀλλὰ ὅ,τι ἔβγαινε ἦταν ἀπόσταγμα σοφίας καὶ χάριτος.
Ἀπὸ προφορικοὺς ἢ γραπτοὺς χαιρετισμούς του σὲ διάφορες ἐκδηλώσεις ἢ σὲ περιοδικὰ σταχυολογοῦμε μερικὰ μηνύματά του, μέσα ἀπὸ τὰ ὁποῖα φαίνεται τὸ πνευματικὸ ὕψος τοῦ ἀνδρός.
Πάντοτε χαίρετε!
Τὸ τρίπτυχο τῆς πορείας τῆς ζωῆς μας, τὸ φωτεινὸ ἔμβλημα στὴν καθημερινότητά μας βρίσκεται τὰ λόγια τοῦ οὐρανοβάμονος Ἀποστόλου Παύλου: «Πάντοτε, χαίρετε, ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε, ἐν παντὶ εὐχαριστεῖτε» (Α΄ Θεσ. ε΄ 16-18).
Δηλαδή, πάντοτε νὰ παρουσιαζόμαστε χαρούμενοι μὲ ἐσωτερικὴ χαρά, ἀνείπωτη ἀπὸ τὴν ζωντανὴ παρουσία τοῦ Χριστοῦ στὴ ζωή μας.
Συνεχῶς νὰ προσευχόμαστε, γιὰ νὰ μᾶς ἐπισκιάζει ἡ χάρη τοῦ Κυρίου μας καὶ νὰ καθοδηγεῖ τὰ βήματά μας πρὸς ἔργα σωτηριώδη, καὶ γιὰ κάθε δωρεὰ τοῦ δωρεοδότη Χριστοῦ μας, ποὺ μᾶς ξημερώνει ζωντανούς, μᾶς δίνει τὸν ἄρτο τὸν ἐπιούσιο, μᾶς χαρίζει ὑγεία καὶ δύναμη καὶ μᾶς ἐπιτρέπει νὰ ἀπολαμβάνουμε τὰ ἀγαθὰ τῆς δημιουργίας Του, νὰ Τὸν εὐχαριστοῦμε ἀκατάπαυστα.
Ἡ πανταχοῦ παρουσία τοῦ Θεοῦ μας καὶ τὸ ἔλεός Του ποὺ τρέχει ὀπίσω μας, γιὰ νὰ μᾶς σώσει, πλημμυρίζει τὶς καρδιές μας ἀπὸ χαρὰ μοναδική, ἀφοῦ εἴμαστε σίγουροι ὅτι δὲν εἴμαστε μόνοι σὲ αὐτὴ τὴ ζωή.
Ὑπάρχει ὁ ἀκοίμητος συνοδοιπόρος μας, ὁ Θεός μας, ἕτοιμος, νὰ μᾶς βοηθήσει σὲ κάθε μας πτώση, σὲ κάθε μας ἀνάγκη, σὲ κάθε μας δυσκολία.
Αὐτὴ ἡ χαρά μας ὅμως δὲν πρέπει νὰ μᾶς ἀδρανοποιεῖ, νὰ μᾶς κάνει νὰ καθεύδουμε. Πρέπει νὰ συνοδεύεται ἀπὸ προσευχὴ καὶ ἀπὸ δοξολογία.
Προσευχή, γιὰ νὰ νοιώθουμε τὴν ἐλαχιστότητά μας καὶ σὰν καλὰ παιδιὰ νὰ ζητοῦμε νὰ μᾶς ἐπισκιάσει ἡ Θεία Χάρις τοῦ Οὐράνιου Πατέρα μας, πρὸς τὸν ὁποῖον καταφεύγουμε ὁμολογώντας «Πάτερ ἡμῶν, ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς» (Ματθ. στ΄ 9), ἀλλὰ καὶ δοξολογία τοῦ παναγίου ὀνόματός Του γιὰ ὅλα τὰ καλὰ ποὺ πλουσιοπάροχα μᾶς δίνει, ὥστε νὰ διαβοῦμε τὸ πέλαγος τῆς ἐφήμερης αὐτῆς ζωῆς ἄφοβα καὶ γαλήνια.
Ἐδῶ θὰ πρέπει νὰ τονίσουμε καὶ τὴν ἄλλη προτροπὴ τοῦ θεηγόρου Παύλου: «Ὁ ἥλιος μὴ ἐπιδυέτω ἐπὶ τῷ παροργισμῷ ὑμῶν». ( Ἐφεσ. δ΄ 26).
Δηλαδὴ νὰ μὴ νυκτώνει καὶ μᾶς βρίσκει ἡ ἑσπέρα μαλωμένους μὲ κάποιους ἀπὸ τοὺς συνανθρώπους μας. Δὲν πρέπει νὰ βαστᾶμε τὴν ὀργὴ καὶ τὸ θυμό μας γιὰ χρόνο πολύ.
Ἡ ἁγία Συγκλητικὴ μᾶς διδάσκει γι' αὐτό: «Τί μισεῖς τὸν λυπήσαντά σε ἄνθρωπον; Οὐκ αὐτός ἐστιν ὁ ἀδικήσας, ἀλλ' ὁ διάβολος. Μίσησον τὴν νόσον, καὶ μὴ τὸν νοσοῦντα».
Δηλαδή, Νὰ μὴ μισοῦμε τοὺς συνανθρώπους μας, ὅσο καὶ ἄν μᾶς ἀδικοῦν, γιατὶ πίσω ἀπὸ αὐτοὺς κρύβεται ὁ μισόκαλος διάβολος. Νὰ μισοῦμε τὴν ἁμαρτία, ἀλλὰ νὰ ἀγαποῦμε τοὺς ἁμαρτωλούς.
Ὀφείλουμε νὰ ἐπισημάνουμε ὅτι τώρα καὶ πάντοτε, ἀφοῦ «ἰδοὺ νῦν καιρὸς εὐπρόσδεκτος, ἰδοὺ νῦν ἡμέρα σωτηρίας» (Β΄ Κορ. στ΄ 2), ἔχοντες παράδειγμα φιλεργατικότητος τὰ μυρμήγκια καὶ τὶς μέλισσες, θὰ πρέπει νὰ ἐργαζόμαστε στὴ ζωὴ αὐτή, ὅπως λένε οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, σὰν νὰ μὴ πεθάνουμε ποτέ, ἀλλὰ καὶ νὰ προετοιμαζόμαστε γιὰ τὸ θάνατο σὰν νὰ πεθάνουμε αὐτὴ τὴ στιγμή.
Ἔτσι θὰ εὐαρεστήσουμε τὸν ἄχρονο Θεό μας καὶ θὰ κληρονομήσουμε τὴν οὐράνια Βασιλεία, «τὴν ἡτοιμασμένην ἀπὸ καταβολῆς κόσμου» (Ματθ. κε΄ 34).
Γολγοθᾶς καὶ Ἀνάσταση
Ὁ Χριστός μας γιὰ νὰ φθάσει στὴ λαμπροφόρο Ἀνάσταση πέρασε ἀπὸ τὸν πολυώδυνο Γολγοθᾶ. Πέρασε ἑκουσίως τὰ ἄχραντα πάθη Του, γιὰ νὰ μᾶς διδάξει ὅτι δὲν ὑπάρχει ἀνάσταση χωρὶς σταύρωση.
Δὲν μπορεῖ κανεὶς νὰ φθάσει στὴ χαρὰ τῆς ἀναστάσεως ἂν προηγουμένως δὲν περάσει μέσα ἀπὸ τὸ καμίνι τῶν θλίψεων, τῶν δυσκολιῶν, τῶν ἀπογοητεύσεων, τῶν ἀσθενειῶν, τῆς ἀπορρίψεως.
Μάλιστα τόσο πιὸ πολὺ λαμπρὴ φαίνεται ἡ Ἀνάσταση ὅσο πιὸ βαρὺς εἶναι ὁ Γολγοθᾶς τῶν θλίψεων καὶ τῶν στεναχωριῶν ποὺ περνοῦμε.
Μὴν ἀπογοητεύομαστε, λοιπόν, καὶ μὴν ἀποκάμνουμε ἀπὸ τὰ προβλήματα τῆς ζωῆς. Τὰ ἐπιτρέπει ὁ «δι’ ἄφατον φιλανθρωπίαν παθὼν Κύριος», γιὰ νὰ μᾶς τονώσει τὸ αἴσθημα τῆς χαρᾶς τῆς Ἀναστάσεώς μας.
Ἱεραποστολὴ καὶ Φιλανθρωπία
Δύο τομεῖς προσφορᾶς πρὸς τὸν πλησίον ἀποτελοῦσαν ἀνέκαθεν τὴν πυξίδα τῆς ζωῆς μου· ἡ ἱεραποστολὴ καὶ ἡ φιλανθρωπία.
Ὁ πόνος τῶν γύρω μου ἦταν καὶ δικός μου πόνος, ἡ θλίψη τους γινόταν δάκρυ μου, ὁ στεναγμός τους δίστομη ρομφαία, ποὺ ἔσχιζε τὰ σωθικά μου καὶ τὸ σκοτάδι τους λίθος βαρύτατος, ποὺ πλάκωνε τὴν ψυχή μου.
Ἔβλεπα μπροστά μου τὸ Χριστό μας γυμνό, πεινασμένο, διψασμένο, στὴ φυλακή, στὸ κρεββάτι τοῦ πόνου καὶ δὲν ἤθελα νὰ ἀκούσω πικραμένη τὴ φωνή Του νὰ μοῦ λέει: «Ἐπείνασα καὶ οὐκ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα καὶ οὐκ ἐποτίσατέ με, ξένος ἤμην καὶ οὐ συνηγάγετέ με, ἀσθενὴς καὶ ἐν φυλακῇ καὶ οὐκ ἐπεσκέψασθέ με» (Ματθ. κε΄ 42-43).
Τὸν ἔβλεπα ἐπίσης νὰ μὲ παροτρύνει νὰ μαθητεύσω «πάντα τὰ ἔθνη» (Ματθ. κη΄ 19) καὶ νὰ μοῦ δείχνει τοὺς ἀγρούς, ποὺ εἶναι ἕτοιμοι γιὰ θερισμό, λέγοντάς μου νὰ σηκώσω τοὺς ὀφθαλμούς μου καὶ νὰ δῶ τὶς χῶρες ὥριμες, «ὅτι λευκαί εἰσι πρὸς θερισμὸν ἤδη» (Ἰωάν. δ΄ 35).
Καὶ τοῦτο γιατὶ αὐτὸς ποὺ θερίζει στὸν πνευματικὸ ἀγρὸ ἑλκύει στὴ σωτηρία ἀθάνατες ψυχὲς καὶ συναθροίζει καρπὸ γιὰ τὴν αἰώνια ζωή.
Ὁ χρόνος στὴ ζωή μας
Τὸ ποτάμι τοῦ χρόνου κυλάει ἀσταμάτητα καὶ παρασύρει στὸ ρεῦμα του χαρὲς καὶ λύπες, σχόλες καὶ καθημερινές. Ἀδυσώπητος ὁ χρόνος μᾶς ἀφήνει μόνο τὰ σημάδια του καὶ ἐκεῖνος φεύγει.
Καὶ ἐμεῖς σημαδεμένοι παραμένουμε νὰ καρτεροῦμε ἄλλα κι’ ἄλλα σημάδια νὰ μᾶς στιγματίσουν μέχρις ὅτου ὁ Κύριος τοῦ χρόνου, ὁ Σωτήρας μας Χριστός, μᾶς καλέσει κοντά Του.
Καὶ ὑπάρχουν ὄμορφα καὶ ἄσχημα σημάδια. Ὅλα ὅμως εἶνα σημάδια Θεοῦ. Τὰ ὄμορφα πρὸς πνευματική μας τέρψη καὶ ἀγαλλίαση, τὰ ἄσχημα πρὸς παιδαγωγία μας, ἀφοῦ τίποτα ἄσχημο δὲν ἔχει φτιάξει ὁ Κύριος, ὁ ὁποῖος τὰ πάντα ἐποίησε «καλὰ λίαν» (Γεν. 1, 31).
Μιμητὲς τῆς Μαγδαληνῆς
Εἴδατε τί ἔγινε κατὰ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μας; Ἡ Μαγδαληνὴ μὲ τὶς λοιπὲς Μυροφόρες γιὰ ἄλλο σκοπὸ πῆγαν στὸν Τάφο τοῦ Κυρίου καὶ ἄλλα εἶδαν τὰ μάτια τους!
Ἄκουσαν ἀπὸ τὸ λαμπροφορεμένο Ἄγγελο ὅτι ὁ Χριστὸς Ἀναστήθηκε. Ἔντρομες, ἀλλὰ καὶ μὲ χαρὰ ποὺ ξεχύλιζε στὴν ψυχή τους ἔτρεξαν νὰ βροῦν τοὺς Ἀποστόλους, νὰ τοὺς ἀναγγείλουν τὸ κοσμοϊστορικὸ γεγονός.
Ἔκπληκτοι οἱ Ἀπόστολοι στὸ ἄκουσμα αὐτὸ ἔτρεξαν πρὸς τὸν Πανάγιο Τάφο. Πρῶτος ὁ Πέτρος ἀκολουθούμενος ἀπὸ τὸν Ἰωάννη καὶ τὶς Μυροφόρες ἔφθασαν στὸ Μνημεῖο, ἔκαναν μιὰ βεβιασμένη ἔρευνα καὶ ἀποχώρησαν τρομαγμένοι. Ἔμεινε ἡ Μαγδαληνὴ μόνη· βεβαίως ἦταν ἀκόμη χωρὶς τὴ θεία Χάρη.
Κανεὶς μέχρι τότε δὲν εἶχε λάβει σοβαρὰ ὑπόψη του τὴν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου. Ἦταν σκλαβωμένοι μὲ τὴ σκέψη ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ Λυτρωτὴς τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ. Καὶ ἡ Μαγδαληνὴ ποῦ νὰ πήγαινε;
Καθόταν ἐπάνω στὸ Μνημεῖο καὶ ἔκλαιγε. Καὶ λένε οἱ Πατέρες ποῦ νὰ πήγαινε αὐτὴ τὴν ὥρα μὲ τόση θλίψη; Νὰ πήγαινε στοὺς Ἀποστόλους; Ἆρα γε θὰ τὴν παρηγοροῦσαν;
Ὄχι. Γι’ αὐτὸ προτίμησε νὰ καθήσει ἐκεῖ στὸν Τάφο τοῦ Κυρίου καὶ ἀπὸ ἀγάπη νὰ κλάψει γι’ Αὐτόν.
Μιμούμενοι καὶ ἐμεῖς, ἀγαπητοί μου, τὴ Μαγδαληνὴ ἀπαρηγόρητοι ἀπὸ τὴν κρίση τοῦ τόπου μας, κρίση ὀλιγοπιστίας, πρέπει νὰ μένουμε στοὺς τόπους τοὺς Ἁγίους, ποὺ μᾶς παρηγοροῦν.
Νὰ μένουμε κοντὰ στοὺς πνευματικούς μας, κοντὰ στὴν Ἁγία μας Ἐκκλησία, κοντὰ στὶς ἐνορίες καὶ στὰ Μοναστήρια μας, κοντὰ στοὺς ἀνθρώπους τοῦ Θεοῦ. Νὰ μένουμε κοντὰ στὸ λόγο τοῦ Θεοῦ.
Αὐτοὶ εἶναι οἱ τόποι ποὺ εἶναι ὁ Χριστός, ποὺ μᾶς τὸ τόνισε, ὅτι «Οὗ εἰσι δύο ἢ τρεῖς συνηγμένοι εἰς τὸ ἐμὸν ὄνομα ἐκεῖ εἰμι ἐν μέσῳ αὐτῶν» (Ματθ. ιη΄ 20).
Καὶ μὴ λησμονοῦμε ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ νὰ τρέχουμε μὲ λαχτάρα στοὺς Ναούς, στὶς ἱερὲς ἀκολουθίες.
Τὴν προσευχή μας νὰ θεωροῦμε πρῶτο ἀπὸ κάθε ἄλλο ἔργο μας, ἀφοῦ μὲ αὐτὴν καταθέτουμε τὰ αἰτήματά μας στὸν Κύριό μας, ἀλλὰ καὶ νὰ Τὸν δοξολογοῦμε γιὰ τὶς καθημερινές Του εὐεργεσίες πρὸς ὅλους μας.
Μετὰ τὴν προσευχὴ δεύτερο καθῆκον μας νὰ θεωροῦμε τὴν ἐλεημοσύνη, τὴν ἐκδήλωση τῆς ἀγάπης μας πρὸς αὐτοὺς ποὺ ἔχουν ἀνάγκη. Καὶ ὄλοι μας ἔχουμε ἀνάγκη ἀγάπης.
Ὅλοι μας εἴμαστε ἐμπερίστατοι. Καὶ νὰ ἐνθυμούμαστε ὅτι αὐτὸς ποὺ ἀγαπᾶ τὴν προσευχή, ἀγαπᾶ τὸ Θεό· καὶ αὐτὸς ποὺ ἀγαπᾶ τὸ Θεό, πρέπει νὰ ἔχη ὑπόψη του ὅτι πρέπει νὰ ἀγαπᾶ καὶ τὸν ἀδελφό του. Τότε ἀποδεικνύει ὅτι ἀγαπᾶ πραγματικὰ τὸ Θεό.
Λέει ὁ Κύριος στὸ κατὰ Λουκᾶ Εὐαγγέλιο: «Εἰ ἀγαπᾶτε τοὺς ἀγαπῶντας ὑμᾶς, ποία ὑμῖν χάρις ἐστίν;...Καὶ γὰρ οἱ ἁμαρτωλοὶ τὸ αὐτὸ ποιοῦσι» (Λουκ. στ΄ 32-33). Ἀγάπη λοιπὸν πρὸς πάντας καὶ δὴ πρὸς τοὺς ἐχθρούς.
Νὰ ἀγαπᾶμε ὅλο τὸν κόσμο. Ἡ καρδιά μας νὰ φλέγεται ἀπὸ ἀγάπη, διότι ὅπου ἀγάπη ἐκεῖ καὶ ὁ Θεός.
«Ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστὶ καὶ ὁ μένων ἐν τῇ ἀγάπῃ ἐν τῷ Θεῷ μένει καὶ ὁ Θεὸς ἐν αὐτῷ» (Α΄ Ἰωάν. δ΄ 10).
- Εμφανίσεις: 65238