Ο γιος του χωροφύλακα που έγινε ο διάδοχος του Ευαγγελιστή Μάρκου
- Δημιουργηθηκε στις Τρίτη, 07 Απριλίου 2015
-
Γράφτηκε από τον/την Romfea.gr - 16.40
-
Του Μάκη Αδαμόπουλου
Από την εφημερίδα Ορθόδοξη Αλήθεια – φύλλο Μαρτίου
Ο μικρός Νικόλαος Χορευτάκης ήξερε από νωρίς ότι θα γινόταν κληρικός. Ισως δεν φανταζόταν ότι το θέλημα του Θεού ήταν να γίνει ο 116ος διάδοχος του αποστόλου και ευαγγελιστού Μάρκου, Πατριάρχης Αλεξάνδρειας και πάσης Αφρικής.
Γεννήθηκε στο Κανλί Καστέλι Ηρακλείου Κρήτης την 25η Νοεμβρίου του 1954. Ο πατέρας του, αξιωματικός της Χωροφυλακής, ήλπιζε ότι θα ακολουθήσει τα δικά του βήματα και θα γίνει αστυνομικός. Η μητέρα του ήταν σύμφωνη με την επιθυμία του γιου της.
Η οικογένειά του τον στήριξε και τον άφησε να βαδίσει στον δρόμο που ο ίδιος ήθελε. Φρόντισαν μόνο να διαμορφώσουν έναν χαρακτήρα για τον οποίο θα καμάρωναν με υπερηφάνεια.
Ο πατέρας του Μιχαήλ, με ρίζες στην Κίσσαμο Χανίων, τον προίκισε με τις αρχές και τα ιδανικά της κρητικής γης. Η μητέρα του Κλεοπάτρα, με καταγωγή από την κοσμοπολίτικη Σμύρνη, του εμφύσησε τις αξίες της ιωνικής γης.
Ακολούθησε την οικογένειά του κατά τις μεταθέσεις του πατέρα του σε Τύλισο και Αγιές Παρασκιές, και έζησε τα πρώτα γυμνασιακά χρόνια του στο Αρκαλοχώρι Ηρακλείου.
Εκεί όμως το 1968 συνέβη ένα γεγονός που σημάδεψε τον χαρακτήρα του: Ο πρόωρος και αδόκητος θάνατος του πατέρα του. Η μητέρα του αναδείχθηκε γι΄ αυτόν το αξεπέραστο πρότυπο καρτερίας και υπομονής, καθώς, με βάσανα και στερήσεις, ανέθρεψε τόσο τον ίδιο όσο και την αδελφή του Ρούλα Μαχλά.
Τις Κυριακές
Κανείς δεν θυμάται τον Πατριάρχη ως παιδί να παίζει στις γειτονιές. Τα παιχνίδια που του έκαναν δώρο τα χάριζε με τη σειρά του στους φίλους του. Ετσι μπορούσε και προσέφερε χαρά στους άλλους.
Ο ίδιος ασχολούνταν μόνο με τον εκκλησιαστικό τρόπο υπάρξεως. Συμμετείχε σε όλες τις ιερές ακολουθίες και τις Κυριακές πήγαινε από νωρίς στην εκκλησία.
Πολλές φορές μάλιστα, προτού ακόμη φτάσει ο παπάς του χωριού. Τα απογεύματα, λίγο πριν σουρουπώσει, μάζευε τα υπόλοιπα παιδιά και τους μιλούσε, σαν να ήταν το ποίμνιό του.
Ο μητροπολίτης Λάμπης και Σφακίων πνευματικός του πατέρας
Η οικογένεια του Πατριάρχη εγκαταστάθηκε οριστικά στη Νέα Αλικαρνασσό του Ηρακλείου και εκείνος ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του στο Β΄ Γυμνάσιο Αρρένων Ηρακλείου.
Τον ζήλο και την ευλάβειά του για τη διακονία της Εκκλησίας εγκαίρως διέγνωσε ο τότε γυμνασιακός διδάσκαλός του και μετέπειτα μητροπολίτης Λάμπης και Σφακίων, ο μακαριστός Θεόδωρος Τζεδάκης.
Τον γνώρισε λίγο μετά την απώλεια του πατέρα του και στάθηκε δίπλα του βοηθώντας τον να ολοκληρώσει τις εγκύκλιες και τις θεολογικές σπουδές του.
Ηταν αυτός που πυροδότησε μέσα του τη φλόγα της ιεραποστολής και τον χειροτόνησε διάκονο στο καθολικό της ιστορικής Ι. Μονής Υπεραγίας Θεοτόκου Αγκαράθου την 22α Φεβρουαρίου 1975.
Εκεί ακριβώς είχε καρεί μοναχός, την 15η Αυγούστου 1973, από τον τότε πρωτοσύγκελο της Ι. Αρχιεπισκοπής Κρήτης και μετέπειτα μητροπολίτη Γορτύνης και Αρκαδίας μακαριστό Κύριλλο Κυπριωτάκη, ο οποίος του είχε δώσει το μοναχικό όνομα Διονύσιος.
Ο μοναχός Διονύσιος αποφοίτησε από τη Ριζάρειο Εκκλησιαστική Σχολή Αθηνών το 1974 και εισήχθη στο Τμήμα Ιερατικής Επιμόρφωσης του Πανεπιστημίου Αθηνών και αμέσως μετά στη Θεολογική Σχολή του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Χειροτονήθηκε πρεσβύτερος το 1978 από τον μακαριστό μητροπολίτη Λάμπης και Σφακίων κυρό Θεόδωρο, λαμβάνοντας το όνομα Θεόδωρος και αυθημερόν το οφίκιο του αρχιμανδρίτου.
Διακόνησε ως αρχιδιάκονος, ιεροκήρυκας και αρχιερατικός επίτροπος στην Ιερά Μητρόπολη Λάμπης και Σφακίων, όπου ανέπτυξε σημαντικό ποιμαντικό και φιλανθρωπικό έργο.
Μέχρι σήμερα οι κάτοικοι των Σφακίων, του Αγίου Βασιλείου και του Αμαρίου θυμούνται με λεπτομέρειες τον αεικίνητο πατέρα Θεόδωρο να προσφέρει την αγάπη του και να διατρέχει τα χωριά, τα οποία, φωλιασμένα στις πλαγιές των βουνών, υπερήφανα ατενίζουν το Λιβυκό Πέλαγος.
Ψωμί στους φτωχούς
Η αγάπη του για τον συνάνθρωπο ήταν διάχυτη από τα πρώτα μαθητικά χρόνια. Την ώρα που όλα τα παιδιά πήγαιναν στο σχολείο με το λεωφορείο, ο μικρός Νικόλαος ξυπνούσε νωρίτερα και, αψηφώντας τα καιρικά φαινόμενα, πήγαινε με τα πόδια και μάλιστα χωρίς να το ξέρει κανείς.
Με αυτόν τον τρόπο μάζευε το χαρτζιλίκι του και κάθε Σάββατο πήγαινε στον φούρνο και αγόραζε φρέσκο ζεστό ψωμί, για να το προσφέρει σε μία οικογένεια που στερούνταν ακόμη και τα βασικά.
Ο ίδιος ποτέ δεν διεκδίκησε τα εύσημα γι’ αυτήν την πράξη του. Η ίδια η οικογένεια το γνωστοποίησε στους γονείς του, οι οποίοι με συγκίνηση καμάρωναν τον γιο τους.
Η θητεία στη Ρωσία, η επιστροφή στην Αφρική και η εκλογή στον Θρόνο παμψηφεί
Το 1985 ο πατήρ Θεόδωρος μετακαλείται από τον μακαριστό Πατριάρχη Αλεξανδρείας κυρό Νικόλαο ΣΤ΄ στο παλαίφατο Πατριαρχείο Αλεξανδρείας και του ανατίθεται το νευραλγικό πόστο του πατριαρχικού εξάρχου του Θρόνου στη Ρωσία, με έδρα το μεγαλύτερο λιμάνι της Μαύρης Θάλασσας, την Οδησσό, όπου έμαθε τη ρωσική γλώσσα και σπούδασε Ιστορία της Τέχνης, Λογοτεχνία και Φιλοσοφία.
Εκεί προσέφερε και πολύτιμες υπηρεσίες στο γένος, συνδράμοντας τόσο στη σύσταση του Παραρτήματος του Ιδρύματος Ελληνικού Πολιτισμού στην Οδησσό όσο και στην ίδρυση του Μουσείου Φιλικής Εταιρείας στην οδό Κράσνι Περεουλόκ (Ερυθρά Στενωπός) στον αριθμό 18, στο σπίτι του Ελληνα δημάρχου της Οδησσού Γρηγορίου Ιωανν. Μαρασλή.
Μόλις πληροφορήθηκε ότι αυτό ήταν το κτίριο όπου, τον Σεπτέμβριο του 1814, τρεις Ελληνες έμποροι, ο Νικόλαος Σκουφάς, ο Εμμανουήλ Ξάνθος και ο Αθανάσιος Τσακάλωφ, έδωσαν, μέσα στον γνόφο της σιωπής και της προσευχής, τον ιστορικό όρκο επί του Ιερού Ευαγγελίου και συνέστησαν τη Φιλική Εταιρεία, ένιωσε πραγματικά δέος και αισθάνθηκε ρίγη συγκίνησης.
Μόνη σκέψη του, να μπορέσει να αξιοποιήσει αυτόν τον χώρο. Να καταφέρει να προσφέρει στις επόμενες γενιές τα ιδανικά και τις αξίες που γεννήθηκαν πριν από περίπου δύο αιώνες σε ένα μικρό σπίτι στη Ρωσία. Και τα κατάφερε.
Στις 14 Ιουνίου 1990 εκλέγεται παμψηφεί επίσκοπος από την Αγία και Ιερά Σύνοδο του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής και λαμβάνει από τα χέρια του μακαριστού πνευματικού πατέρα του και Πατριάρχου Αλεξανδρείας κυρού Παρθενίου Γ΄ τον ιστορικό τίτλο του επισκόπου Κυρήνης.
Σε μια χαρακτηριστική αποστροφή του χειροτονητηρίου λόγου του και απευθυνόμενος προς το σεπτό πρόσωπο του τότε Αλεξανδρινού Προκαθημένου, ο θεοφιλέστατος Θεόδωρος είπε: «Στο πρόσωπό σας διδάχθηκα να αγαπώ, να συγχωρώ, να ελπίζω, να ζω ελεύθερος, να είμαι αξιοπρεπής».
Ιεραπόστολος
Με την ανάρρηση στον Αποστολικό Θρόνο του Αγίου Μάρκου του μακαριστού Πατριάρχου κυρού Πέτρου Ζ΄, ο επίσκοπος Κυρήνης Θεόδωρος ορίζεται πατριαρχικός επίτροπος Αλεξάνδρειας και στις 23 Σεπτεμβρίου 1997 εξελέγη παμψηφεί μητροπολίτης Καμερούν, υπέρτιμος και έξαρχος Κεντρικής Αφρικής, ενθρονιζόμενος την 10η Ιανουαρίου 1998 στο Γιαουντέ.
Υπηρετώντας την κατεξοχήν ιεραποστολική Μητρόπολη Καμερούν, ανέπτυξε πλούσιο ποιμαντικό έργο με σκοπό τη διάδοση του ευαγγελικού λόγου και την ανάπτυξη της ορθόδοξης πίστης.
Ακούραστος και χωρίς να σκέφτεται καθόλου τις δυσκολίες, επισκεπτόταν κάθε πιστό σε όλη την περιφέρεια της μητροπόλεως.
Η επιδίωξή του για την εξάπλωση της Ορθοδοξίας στην Αφρική και για την αναβάπτιση στα νάματα της Ορθοδοξίας του αφρικανού αδελφού ως κατ΄ εικόνα Θεού δημιουργήματος, έλαβε σάρκα και οστά πρωτίστως μέσα από την ίδρυση και τη λειτουργία ιερών ναών. Ιδρυσε νέα ιεραποστολικά κέντρα.
Χειροτόνησε ιθαγενείς κληρικούς. Βάπτισε χιλιάδες πιστούς. Δημιούργησε ιατρικά κέντρα, φαρμακεία και σχολεία, και βοηθούσε στην ανάπτυξη του τόπου.
Στις 16 Σεπτεμβρίου 2002 εκλέχθηκε παμψηφεί μητροπολίτης Ζιμπάμπουε, υπέρτιμος και έξαρχος πάσης Νοτιοτέρας Αφρικής, όπου συνέχισε το ιεραποστολικό έργο του. Βασική επιδίωξή του και σε αυτήν την ιεραποστολική προσπάθειά του υπήρξε η ψυχική και η σωματική ανακούφιση του πάσχοντος, ανεξαρτήτως φυλής και θρησκείας, ανθρώπου της Αφρικής, της «ηπείρου του μέλλοντος», όπως επαναλαμβάνει σε κάθε ευκαιρία, και συνηθίζει να υπερασπίζεται ότι «ιεραποστολή, ως διακονία αγάπης, σημαίνει να υπηρετήσεις τον άνθρωπο να πιστέψει στις δικές του δυνάμεις, στα δικαιώματά του και στην ευθύνη του γι΄ αυτό που είναι».
Τα τηλεφωνήματα
Παλιοί συνεργάτες του μακαριστού Πατριάρχη Πέτρου θυμούνται την αγάπη του για τον Θεόδωρο.
«Κάθε φορά που ο Θεόδωρος τηλεφωνούσε στον μακαριστό, σηκωνόταν από το γραφείο του και καθόταν στο σαλόνι για να μιλήσει μαζί του με άνεση και αρκετή ώρα. Ηταν από τα λίγα τηλεφωνήματα που διαρκούσαν τόση ώρα και το πρόσωπό του έλαμπε από χαρά» αποκαλύπτουν στην «ορθόδοξη Αλήθεια».
Μετά το τραγικό δυστύχημα της 11ης Σεπτεμβρίου 2004, με την πτώση του ελικοπτέρου που μετέφερε τον μακαριστό Πατριάρχη και τη συνοδεία του στο Αγιον Ορος, ο μητροπολίτης Ζιμπάμπουε κ. Θεόδωρος προσωποποίησε την ελπίδα για τη συνέχιση της πορείας του αλεξανδρινού Θρόνου στο διηνεκές του χρόνου.
Στις 9 Οκτωβρίου οι μητροπολίτες της Αγίας και Ιεράς Συνόδου τον εξέλεξαν, για πρώτη φορά, παμψηφεί νέο Πατριάρχη του παλαιφάτου Πατριαρχείου Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής.
«Καλωσόρισες, λευκέ πατέρα»
«Καλωσόρισες, λευκέ πατέρα». Ετσι υποδέχονται τον Πατριάρχη σε κάθε χωριό ή πόλη της περιφέρειας του Πατριαρχείου. Παιδιά, νέοι, ηλικιωμένοι, όλοι περιμένουν να δουν τον Πατριάρχη και να πάρουν την ευχή του. Να μιλήσουν μαζί του, να του πουν τα προβλήματα και τις στενοχώριες τους.
Να ζητήσουν τις συμβουλές του. Αλλά και ο ίδιος δείχνει την αγάπη του με κάθε ευκαιρία. Δεν υπάρχει μέρος στην περιφέρεια του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας που να μην έχει επισκεφθεί.
Αγαπά τα παιδιά και φροντίζει για το μέλλον τους. Κάνει τα πάντα για να βελτιώσει τη ζωή τους. Ενημερώνεται καθημερινά για τις μελέτες, τις εργασίες, αλλά και τη λειτουργία των ιδρυμάτων και των εκπαιδευτηρίων.
Η κρητική μουσική
Οι συνεργάτες του τον αγαπούν και τον σέβονται σαν πατέρα. Κάνουν λόγο για έναν χαρακτήρα μοναδικό, που διακρίνεται από απλότητα, ταπεινοφροσύνη και καταδεκτικότητα. «Διατηρεί την καλοσύνη του νεαρού μοναχού» υποστηρίζουν με πάθος.
Είναι δίπλα τους κάθε στιγμή και στηρίζει τις επιλογές τους. «Να επιμένετε σε ό,τι θέλετε να επιτύχετε» τους συμβουλεύει και τους παροτρύνει να μην αφήνουν τίποτε στην τύχη, αλλά διαρκώς να αγωνίζονται.
Αγαπημένη του μουσική, η κρητική, και αγαπημένο φαγητό, τα ζυμαρικά. Διαβάζει πολύ και στην τηλεόραση παρακολουθεί μόνο ειδήσεις και κανένα άλλο πρόγραμμα.
Επισκέπτεται την Ελλάδα και συγκεκριμένα την Κρήτη, όταν οι υποχρεώσεις το επιτρέπουν, για να βρεθεί με αγαπημένα του πρόσωπα, όπως η μητέρα του και η αδελφή του.
Τα καλοκαίρια επισκέπτεται την Ιερά Μονή Αγκαράθου. Εκεί γεμίζει δύναμη. Είναι σαν να μην πέρασε μια μέρα. Στέκεται στην αυλή και γεμίζει αναμνήσεις.
Ξεκουράζεται στο πεζούλι δίπλα στον σταμνοστάτη. Εκεί παλιά υπήρχε ένα σταμνί γεμάτο κρασί κι ένα γεμάτο νερό. Υπήρχε ακόμα κι ένα κοφίνι γεμάτο ψωμί, τυρί κι ελιές.
Μπορούσε λοιπόν ο διαβατάρης να ξαποστάσει, να φάει και να πιει όσο ήθελε. Αυτή την παράδοση της απλόχερης φιλοξενίας μετέφερε από την ιστορική Μονή της Μεγαλονήσου και την άπλωσε σε ολόκληρη την αφρικανική ήπειρο.
- Εμφανίσεις: 23459