Άρθρα - Απόψεις

Ο γιος του χωροφύλακα που έγινε ο διάδοχος του Ευαγγελιστή Μάρκου

patriarxis.alexandreias-1

Του Μάκη Αδαμόπουλου
Από την εφημερίδα Ορθόδοξη Αλήθεια – φύλλο Μαρτίου


Ο μικρός Νικόλαος Χορευτάκης ήξερε από νωρίς ότι θα γινόταν κληρικός. Ισως δεν φανταζόταν ότι το θέλημα του Θεού ήταν να γίνει ο 116ος διάδοχος του αποστόλου και ευαγγελιστού Μάρκου, Πατριάρχης Αλεξάνδρειας και πάσης Αφρικής.

Γεννήθηκε στο Κανλί Καστέλι Ηρακλείου Κρήτης την 25η Νοεμβρίου του 1954. Ο πατέρας του, αξιωματικός της Χωροφυλακής, ήλπιζε ότι θα ακολουθήσει τα δικά του βήματα και θα γίνει αστυνομικός. Η μητέρα του ήταν σύμφωνη με την επιθυμία του γιου της.

Η οικογένειά του τον στήριξε και τον άφησε να βαδίσει στον δρόμο που ο ίδιος ήθελε. Φρόντισαν μόνο να διαμορφώσουν έναν χαρακτήρα για τον οποίο θα καμάρωναν με υπερηφάνεια.

Ο πατέρας του Μιχαήλ, με ρίζες στην Κίσσαμο Χανίων, τον προίκισε με τις αρχές και τα ιδανικά της κρητικής γης. Η μητέρα του Κλεοπάτρα, με καταγωγή από την κοσμοπολίτικη Σμύρνη, του εμφύσησε τις αξίες της ιωνικής γης.

Ακολούθησε την οικογένειά του κατά τις μεταθέσεις του πατέρα του σε Τύλισο και Αγιές Παρασκιές, και έζησε τα πρώτα γυμνασιακά χρόνια του στο Αρκαλοχώρι Ηρακλείου.

Εκεί όμως το 1968 συνέβη ένα γεγονός που σημάδεψε τον χαρακτήρα του: Ο πρόωρος και αδόκητος θάνατος του πατέρα του. Η μητέρα του αναδείχθηκε γι΄ αυτόν το αξεπέραστο πρότυπο καρτερίας και υπομονής, καθώς, με βάσανα και στερήσεις, ανέθρεψε τόσο τον ίδιο όσο και την αδελφή του Ρούλα Μαχλά.

Τις Κυριακές 

Κανείς δεν θυμάται τον Πατριάρχη ως παιδί να παίζει στις γειτονιές. Τα παιχνίδια που του έκαναν δώρο τα χάριζε με τη σειρά του στους φίλους του. Ετσι μπορούσε και προσέφερε χαρά στους άλλους.

Ο ίδιος ασχολούνταν μόνο με τον εκκλησιαστικό τρόπο υπάρξεως. Συμμετείχε σε όλες τις ιερές ακολουθίες και τις Κυριακές πήγαινε από νωρίς στην εκκλησία.

Πολλές φορές μάλιστα, προτού ακόμη φτάσει ο παπάς του χωριού. Τα απογεύματα, λίγο πριν σουρουπώσει, μάζευε τα υπόλοιπα παιδιά και τους μιλούσε, σαν να ήταν το ποίμνιό του. 

Ο μητροπολίτης Λάμπης και Σφακίων πνευματικός του πατέρας

Η οικογένεια του Πατριάρχη εγκαταστάθηκε οριστικά στη Νέα Αλικαρνασσό του Ηρακλείου και εκείνος ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του στο Β΄ Γυμνάσιο Αρρένων Ηρακλείου.

Τον ζήλο και την ευλάβειά του για τη διακονία της Εκκλησίας εγκαίρως διέγνωσε ο τότε γυμνασιακός διδάσκαλός του και μετέπειτα μητροπολίτης Λάμπης και Σφακίων, ο μακαριστός Θεόδωρος Τζεδάκης.

Τον γνώρισε λίγο μετά την απώλεια του πατέρα του και στάθηκε δίπλα του βοηθώντας τον να ολοκληρώσει τις εγκύκλιες και τις θεολογικές σπουδές του.

Ηταν αυτός που πυροδότησε μέσα του τη φλόγα της ιεραποστολής και τον χειροτόνησε διάκονο στο καθολικό της ιστορικής Ι. Μονής Υπεραγίας Θεοτόκου Αγκαράθου την 22α Φεβρουαρίου 1975.

Εκεί ακριβώς είχε καρεί μοναχός, την 15η Αυγούστου 1973, από τον τότε πρωτοσύγκελο της Ι. Αρχιεπισκοπής Κρήτης και μετέπειτα μητροπολίτη Γορτύνης και Αρκαδίας μακαριστό Κύριλλο Κυπριωτάκη, ο οποίος του είχε δώσει το μοναχικό όνομα Διονύσιος.

Ο μοναχός Διονύσιος αποφοίτησε από τη Ριζάρειο Εκκλησιαστική Σχολή Αθηνών το 1974 και εισήχθη στο Τμήμα Ιερατικής Επιμόρφωσης του Πανεπιστημίου Αθηνών και αμέσως μετά στη Θεολογική Σχολή του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.

Χειροτονήθηκε πρεσβύτερος το 1978 από τον μακαριστό μητροπολίτη Λάμπης και Σφακίων κυρό Θεόδωρο, λαμβάνοντας το όνομα Θεόδωρος και αυθημερόν το οφίκιο του αρχιμανδρίτου.

Διακόνησε ως αρχιδιάκονος, ιεροκήρυκας και αρχιερατικός επίτροπος στην Ιερά Μητρόπολη Λάμπης και Σφακίων, όπου ανέπτυξε σημαντικό ποιμαντικό και φιλανθρωπικό έργο.

Μέχρι σήμερα οι κάτοικοι των Σφακίων, του Αγίου Βασιλείου και του Αμαρίου θυμούνται με λεπτομέρειες τον αεικίνητο πατέρα Θεόδωρο να προσφέρει την αγάπη του και να διατρέχει τα χωριά, τα οποία, φωλιασμένα στις πλαγιές των βουνών, υπερήφανα ατενίζουν το Λιβυκό Πέλαγος. 

Ψωμί στους φτωχούς

Η αγάπη του για τον συνάνθρωπο ήταν διάχυτη από τα πρώτα μαθητικά χρόνια. Την ώρα που όλα τα παιδιά πήγαιναν στο σχολείο με το λεωφορείο, ο μικρός Νικόλαος ξυπνούσε νωρίτερα και, αψηφώντας τα καιρικά φαινόμενα, πήγαινε με τα πόδια και μάλιστα χωρίς να το ξέρει κανείς.

Με αυτόν τον τρόπο μάζευε το χαρτζιλίκι του και κάθε Σάββατο πήγαινε στον φούρνο και αγόραζε φρέσκο ζεστό ψωμί, για να το προσφέρει σε μία οικογένεια που στερούνταν ακόμη και τα βασικά.

Ο ίδιος ποτέ δεν διεκδίκησε τα εύσημα γι’ αυτήν την πράξη του. Η ίδια η οικογένεια το γνωστοποίησε στους γονείς του, οι οποίοι με συγκίνηση καμάρωναν τον γιο τους.

Η θητεία στη Ρωσία, η επιστροφή στην Αφρική και η εκλογή στον Θρόνο παμψηφεί

Το 1985 ο πατήρ Θεόδωρος μετακαλείται από τον μακαριστό Πατριάρχη Αλεξανδρείας κυρό Νικόλαο ΣΤ΄ στο παλαίφατο Πατριαρχείο Αλεξανδρείας και του ανατίθεται το νευραλγικό πόστο του πατριαρχικού εξάρχου του Θρόνου στη Ρωσία, με έδρα το μεγαλύτερο λιμάνι της Μαύρης Θάλασσας, την Οδησσό, όπου έμαθε τη ρωσική γλώσσα και σπούδασε Ιστορία της Τέχνης, Λογοτεχνία και Φιλοσοφία.

Εκεί προσέφερε και πολύτιμες υπηρεσίες στο γένος, συνδράμοντας τόσο στη σύσταση του Παραρτήματος του Ιδρύματος Ελληνικού Πολιτισμού στην Οδησσό όσο και στην ίδρυση του Μουσείου Φιλικής Εταιρείας στην οδό Κράσνι Περεουλόκ (Ερυθρά Στενωπός) στον αριθμό 18, στο σπίτι του Ελληνα δημάρχου της Οδησσού Γρηγορίου Ιωανν. Μαρασλή.

Μόλις πληροφορήθηκε ότι αυτό ήταν το κτίριο όπου, τον Σεπτέμβριο του 1814, τρεις Ελληνες έμποροι, ο Νικόλαος Σκουφάς, ο Εμμανουήλ Ξάνθος και ο Αθανάσιος Τσακάλωφ, έδωσαν, μέσα στον γνόφο της σιωπής και της προσευχής, τον ιστορικό όρκο επί του Ιερού Ευαγγελίου και συνέστησαν τη Φιλική Εταιρεία, ένιωσε πραγματικά δέος και αισθάνθηκε ρίγη συγκίνησης.

Μόνη σκέψη του, να μπορέσει να αξιοποιήσει αυτόν τον χώρο. Να καταφέρει να προσφέρει στις επόμενες γενιές τα ιδανικά και τις αξίες που γεννήθηκαν πριν από περίπου δύο αιώνες σε ένα μικρό σπίτι στη Ρωσία. Και τα κατάφερε.

Στις 14 Ιουνίου 1990 εκλέγεται παμψηφεί επίσκοπος από την Αγία και Ιερά Σύνοδο του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής και λαμβάνει από τα χέρια του μακαριστού πνευματικού πατέρα του και Πατριάρχου Αλεξανδρείας κυρού Παρθενίου Γ΄ τον ιστορικό τίτλο του επισκόπου Κυρήνης.

Σε μια χαρακτηριστική αποστροφή του χειροτονητηρίου λόγου του και απευθυνόμενος προς το σεπτό πρόσωπο του τότε Αλεξανδρινού Προκαθημένου, ο θεοφιλέστατος Θεόδωρος είπε: «Στο πρόσωπό σας διδάχθηκα να αγαπώ, να συγχωρώ, να ελπίζω, να ζω ελεύθερος, να είμαι αξιοπρεπής».

Ιεραπόστολος

Με την ανάρρηση στον Αποστολικό Θρόνο του Αγίου Μάρκου του μακαριστού Πατριάρχου κυρού Πέτρου Ζ΄, ο επίσκοπος Κυρήνης Θεόδωρος ορίζεται πατριαρχικός επίτροπος Αλεξάνδρειας και στις 23 Σεπτεμβρίου 1997 εξελέγη παμψηφεί μητροπολίτης Καμερούν, υπέρτιμος και έξαρχος Κεντρικής Αφρικής, ενθρονιζόμενος την 10η Ιανουαρίου 1998 στο Γιαουντέ.

Υπηρετώντας την κατεξοχήν ιεραποστολική Μητρόπολη Καμερούν, ανέπτυξε πλούσιο ποιμαντικό έργο με σκοπό τη διάδοση του ευαγγελικού λόγου και την ανάπτυξη της ορθόδοξης πίστης.

Ακούραστος και χωρίς να σκέφτεται καθόλου τις δυσκολίες, επισκεπτόταν κάθε πιστό σε όλη την περιφέρεια της μητροπόλεως.

Η επιδίωξή του για την εξάπλωση της Ορθοδοξίας στην Αφρική και για την αναβάπτιση στα νάματα της Ορθοδοξίας του αφρικανού αδελφού ως κατ΄ εικόνα Θεού δημιουργήματος, έλαβε σάρκα και οστά πρωτίστως μέσα από την ίδρυση και τη λειτουργία ιερών ναών. Ιδρυσε νέα ιεραποστολικά κέντρα.

Χειροτόνησε ιθαγενείς κληρικούς. Βάπτισε χιλιάδες πιστούς. Δημιούργησε ιατρικά κέντρα, φαρμακεία και σχολεία, και βοηθούσε στην ανάπτυξη του τόπου.

Στις 16 Σεπτεμβρίου 2002 εκλέχθηκε παμψηφεί μητροπολίτης Ζιμπάμπουε, υπέρτιμος και έξαρχος πάσης Νοτιοτέρας Αφρικής, όπου συνέχισε το ιεραποστολικό έργο του. Βασική επιδίωξή του και σε αυτήν την ιεραποστολική προσπάθειά του υπήρξε η ψυχική και η σωματική ανακούφιση του πάσχοντος, ανεξαρτήτως φυλής και θρησκείας, ανθρώπου της Αφρικής, της «ηπείρου του μέλλοντος», όπως επαναλαμβάνει σε κάθε ευκαιρία, και συνηθίζει να υπερασπίζεται ότι «ιεραποστολή, ως διακονία αγάπης, σημαίνει να υπηρετήσεις τον άνθρωπο να πιστέψει στις δικές του δυνάμεις, στα δικαιώματά του και στην ευθύνη του γι΄ αυτό που είναι».

Τα τηλεφωνήματα

Παλιοί συνεργάτες του μακαριστού Πατριάρχη Πέτρου θυμούνται την αγάπη του για τον Θεόδωρο.

«Κάθε φορά που ο Θεόδωρος τηλεφωνούσε στον μακαριστό, σηκωνόταν από το γραφείο του και καθόταν στο σαλόνι για να μιλήσει μαζί του με άνεση και αρκετή ώρα. Ηταν από τα λίγα τηλεφωνήματα που διαρκούσαν τόση ώρα και το πρόσωπό του έλαμπε από χαρά» αποκαλύπτουν στην «ορθόδοξη Αλήθεια».

Μετά το τραγικό δυστύχημα της 11ης Σεπτεμβρίου 2004, με την πτώση του ελικοπτέρου που μετέφερε τον μακαριστό Πατριάρχη και τη συνοδεία του στο Αγιον Ορος, ο μητροπολίτης Ζιμπάμπουε κ. Θεόδωρος προσωποποίησε την ελπίδα για τη συνέχιση της πορείας του αλεξανδρινού Θρόνου στο διηνεκές του χρόνου.

Στις 9 Οκτωβρίου οι μητροπολίτες της Αγίας και Ιεράς Συνόδου τον εξέλεξαν, για πρώτη φορά, παμψηφεί νέο Πατριάρχη του παλαιφάτου Πατριαρχείου Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής.

«Καλωσόρισες, λευκέ πατέρα»

«Καλωσόρισες, λευκέ πατέρα». Ετσι υποδέχονται τον Πατριάρχη σε κάθε χωριό ή πόλη της περιφέρειας του Πατριαρχείου. Παιδιά, νέοι, ηλικιωμένοι, όλοι περιμένουν να δουν τον Πατριάρχη και να πάρουν την ευχή του. Να μιλήσουν μαζί του, να του πουν τα προβλήματα και τις στενοχώριες τους.

Να ζητήσουν τις συμβουλές του. Αλλά και ο ίδιος δείχνει την αγάπη του με κάθε ευκαιρία. Δεν υπάρχει μέρος στην περιφέρεια του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας που να μην έχει επισκεφθεί.

Αγαπά τα παιδιά και φροντίζει για το μέλλον τους. Κάνει τα πάντα για να βελτιώσει τη ζωή τους. Ενημερώνεται καθημερινά για τις μελέτες, τις εργασίες, αλλά και τη λειτουργία των ιδρυμάτων και των εκπαιδευτηρίων.

Η κρητική μουσική 

Οι συνεργάτες του τον αγαπούν και τον σέβονται σαν πατέρα. Κάνουν λόγο για έναν χαρακτήρα μοναδικό, που διακρίνεται από απλότητα, ταπεινοφροσύνη και καταδεκτικότητα. «Διατηρεί την καλοσύνη του νεαρού μοναχού» υποστηρίζουν με πάθος.

Είναι δίπλα τους κάθε στιγμή και στηρίζει τις επιλογές τους. «Να επιμένετε σε ό,τι θέλετε να επιτύχετε» τους συμβουλεύει και τους παροτρύνει να μην αφήνουν τίποτε στην τύχη, αλλά διαρκώς να αγωνίζονται. 

Αγαπημένη του μουσική, η κρητική, και αγαπημένο φαγητό, τα ζυμαρικά. Διαβάζει πολύ και στην τηλεόραση παρακολουθεί μόνο ειδήσεις και κανένα άλλο πρόγραμμα.

Επισκέπτεται την Ελλάδα και συγκεκριμένα την Κρήτη, όταν οι υποχρεώσεις το επιτρέπουν, για να βρεθεί με αγαπημένα του πρόσωπα, όπως η μητέρα του και η αδελφή του.

Τα καλοκαίρια επισκέπτεται την Ιερά Μονή Αγκαράθου. Εκεί γεμίζει δύναμη. Είναι σαν να μην πέρασε μια μέρα. Στέκεται στην αυλή και γεμίζει αναμνήσεις.

Ξεκουράζεται στο πεζούλι δίπλα στον σταμνοστάτη. Εκεί παλιά υπήρχε ένα σταμνί γεμάτο κρασί κι ένα γεμάτο νερό. Υπήρχε ακόμα κι ένα κοφίνι γεμάτο ψωμί, τυρί κι ελιές.

Μπορούσε λοιπόν ο διαβατάρης να ξαποστάσει, να φάει και να πιει όσο ήθελε. Αυτή την παράδοση της απλόχερης φιλοξενίας μετέφερε από την ιστορική Μονή της Μεγαλονήσου και την άπλωσε σε ολόκληρη την αφρικανική ήπειρο.

 

Μια εβδομάδα Skype με τον "ΠΑΝΩ"!

skayp-moshennik

Του π. Ανδρέα Κονάνου | Romfea.gr


Μου λέει ένας φίλος
κει που μιλάγαμε:
¨Σε αφήνω τώρα,
να κάνω λίγο Skype
με τον Πάνω!¨

Εννοούσε να κάνει προσευχή.
Μου άρεσε που το ένιωθε έτσι.

Η θεία επαφή,
σε επίπεδο Skype!

Είναι ένα βήμα
πάντως.

Διότι
για τους περισσότερους
η επαφή με το Θεό
μοιάζει ακόμα
με σήματα καπνού ή μορς,
ή – στην καλύτερη-
με μηνύματα κινητού.

Μια σχέση,
χωρίς καθόλου φως,
ήχο και χρώμα!!
Ένας Θεός
τυπικός.
Μια γλώσσα
ξύλινη.
Μια καρδιά
πετρωμένη.

Μεγάλη Εβδομάδα:
για να λιώσουν
οι όποιοι πάγοι,
και για να μπει
το χρώμα
της αγάπης Του
στη σκυθρωπή
ψυχή μου.

Οι τρείς Σταυροί

3-crosses-in-clouds

Του Μητροπολίτου Καισαριανής, Βύρωνος και Υμηττού Δανιήλ | Romfea.gr


«Παρέλαβον δὲ τὸν Ἰησοῦν καὶ ἤγαγον· καὶ βαστάζων τὸν σταυρὸν αὐτοῦ ἐξῆλθεν εἰς τὸν λεγόμενον κρανίου τόπον, ὃς λέγεται ἑβραϊστὶ Γολγοθᾶ, ὅπου αὐτὸν ἐσταύρωσαν, καὶ μετ’ αὐτοῦ ἄλλους δύο ἐντεῦθεν καὶ ἐντεῦθεν, μέσον δὲ τόν Ἰησοῦν» (Ἰωάννου ιθ΄ 17-18).

Ὅταν γεννήθηκε ὡς ἄνθρωπος ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός εἶχε συντροφιά τά ἄκακα ζῶα τῆς Φάτνης (Λουκᾶ β΄ 7). ὅταν πέθανε περιβαλλόταν ἀπό τήν κτηνώδη κακία πού ὑποστασιαζόταν στά πρόσωπα τῶν δύο ληστῶν (Ματθαίου κζ΄ 38).

Στήν ἔλευσή Του στόν κόσμο ἡ «δόξα Κυρίου περιέλαμψε» (Λουκᾶ β΄ 9) τούς ἁγνούς βοσκούς τῆς Βηθλεέμ καί τό λαμπερό ἀστέρι ὁδηγοῦσε τούς ἀναζητοῦντες τήν Ἀλήθεια σοφούς (Ματθαίου β΄ 1). Στήν ἔξοδό Του ἀπό τόν κόσμο ὁ ἥλιος σκοτίσθηκε καί ἀπέκρυψε τίς ἀκτίνες του (Λουκᾶ κγ΄ 44), ἐπειδή δέν ἄντεχε νά βλέπει τό στυγερό ἔγκλημα πού διαπραττόταν, νά τιμωρεῖται ὁ ἀθῶος (Ματθαίου κζ΄ 24) ὡς ἔνοχος (Ματθαίου κστ΄ 66), ὁ διελθών τήν ζωήν Του «εὐεργετῶν καὶ ἰώμενος» (Πράξεων ι΄38) ὡς κακοῦργος (Λουκᾶ κβ΄ 37).

Σ’ ὅλη Του τήν ζωή ἀντιμετώπισε τήν κακία τῶν ἀνθρώπων. Πολέμησε τήν ἁμαρτία καί συγχώρησε τούς ἁμαρτωλούς. Οἱ τελῶνες, οἱ πόρνες, οἱ ἁμαρτωλοί ζητοῦσαν τό ἔλεος, τήν λύτρωση ἀπ’ Αὐτόν καί τούς ἔδινε τη θεϊκή ἄφεση.

Οἱ τυφλοί, οἱ χωλοί, οἱ πάσχοντες ζητοῦσαν τη θεραπεία τους καί λάμβαναν τήν ἴαση μέ ἕνα Του λόγο. Ὁ ἰατρός τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων δέν ἀποστράφηκε «τοὺς κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένους» (Ματθαίου ια΄ 28) τῆς ζωῆς.

Ληστές δέν συναναστράφηκε. Μόνο αὐτοί δέν Τόν πλησίασαν. Κι’ αὐτούς τούς συνάντησε στό τέλος τῆς ζωῆς Του. Τούς ἔστησαν δεξιά Του καί ἀριστερά Του οἱ σταυρωτές Του.

Αὐτός, πού ὅταν γεννήθηκε Τόν δοξολογοῦσαν τά οὐράνια, θανατώθηκε ὡς πιό ἐπικίνδυνος καί ἀπό τόν ἐπώνυμο ληστή Βαραββᾶ «τὸν διὰ στάσιν καὶ φόνον βεβλημένον εἰς τὴν φυλακήν» (Λουκᾶ κγ΄ 25). Ὡς κακοῦργος μεταξύ δύο ληστῶν σταυρώθηκε «καὶ ἐπληρώθη ἡ γραφὴἡ λέγουσα•καὶ μετὰ ἀνόμων ἐλογίσθη» (Μάρκου ιε΄ 28).

Οἱ τρεῖς πού κρεμάσθηκαν πάνω στούς σταυρούς τοῦ Γολγοθᾶ κατά τη μαρτυρία τῶν ἱερῶν Εὐαγγελίων διαφέρουν στα ἑξῆς:
α.Ὁ μετανοημένος ληστής

Ἡ ἁμαρτία ἦταν μέσα του• ὄχι ὅμως ἐπάνω του. «Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ ἕτερος ἐπετίμα αὐτῷ λέγων • οὐδὲ φοβῇ σύ τόν Θεόν, ὅτι ἐν τῷ αὐτῷ κρίμα τι εἶ;» (Λουκᾶ κγ΄ 40).

«Καὶ εἶπεν αὐτῶ ὁ Ἰησοῦς •ἀμὴν λέγω σοι, σήμερον μετ’ ἐμοῦ ἔσῃ ἐν τῷ παραδείσῳ» (Λουκᾶ κγ΄ 43).

β. Ὁ Ἰησοῦς Χριστός

Ἡ ἁμαρτία ἦταν ἐπάνω του ὄχι ὅμως μέσα του.

«Καὶ ὅτε ἀπῆλθον ἐπὶ τὸν τόπον τὸν καλούμενον Κρανίον, ἐκεῖ ἐσταύρωσαν αὐτὸν καὶ τοὺς κακούργους, ὃν μὲν ἐκ δεξιῶν ὃν δὲ ἐξ ἀριστερῶν» (Λουκᾶ κγ΄ 33).

«Ὃς (δηλαδή ὁ Ἰησοῦς Χριστός) τάς ἁμαρτίας ἡμῶν αὐτὸς ἀνήνεγκεν ἐν τῷ σώματι αὐτοῦ ἐπὶ τὸ ξύλον, ἵνα ταῖς ἁμαρτίαις ἀπογενόμενοι τῇ δικαιοσύνῃ ζήσωμεν• οὗ τῷ μώλωπι αὐτοῦ ἰάθητε» (Α΄ Πέτρου β΄ 24).

γ.Ὁ ἀμετανόητος ληστής

Ἡ ἁμαρτία ἦταν μέσα του καί ἐπάνωτου.

«Εἷς δὲ τῶν κρεμασθέντων κακούργων ἐβλασφήμει αὐτὸν λέγων •εἰ σύ εἶ ὁ Χριστός, σῶσον σεαυτόν καί ἡμᾶς» (Λουκᾶ κγ΄ 39).
Δύοληστές.

Ἡ ἱστορία καί οἱ Γραφές δέν μᾶς δίνουν πληροφορίες γι’ αὐτούς. Τί νά ποῦν ἄλλωστε! Ληστεῖες, διαρρήξεις, κλοπές, φόνοι κατά συρροήν, τί ἄλλο μπορεῖ νά ὁδήγησε δύο ληστές στήν καταδίκη τους στήν ἐσχάτη τῶν ποινῶν, καί μάλιστα διά σταυρώσεως.

Κοινή ἡ πορεία τους μέχρι τόν σταυρό, ὡς λίγο πρίν τόν θάνατό τους. Ὅταν σταυρώθηκαν ὅμως χώρισαν οἱ δρόμοι τους. Συμπεριφέρονται μέ διαφορετικό τρόπο ὁ καθένας στόν σταυρωμένο δίπλα τους Υἱό τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἕνας ὀνειδίζει, χλευάζει, βλασφημεῖ.

Ὁ ἄλλος μετανοεῖ γιά τη ζωή του, ὑπερασπίζεται τόν Ἀθῶο, ἐλέγχει τόν βλάσφημο. Ὁ ὀνειδίσας χάνεται. Ὁ μετανοήσας σώζεται καί μένει αἰώνιο παράδειγμα σωτηρίας. 

Ὁ ἕνας ὁδηγεῖται στήν πόρωση. Σκληραίνει τό περίβλημα τῆς ψυχῆς του, καί δέν ἐπιτρέπει νά τό διαπεράσουν τά βέλη τῆς θείας Χάριτος πού Τήν βλέπει, Τήν αἰσθάνεται,Τήν νοιώθει δίπλα του.

Ὁ ἄλλος ἀφήνει τήν ψυχή του νά μαλακώσει. Τό παρελθόν του σβήνει, λυώνει σάν τό κερί μπροστά στή φωτιά. Συναισθάνεται, ὅτι ὅλη ἡ ζωή του ὑπῆρξε μάταιη, τιποτένια, χαμένη, ἕνα μηδενικό. Νιώθει ὅτι πνίγεται στή θάλασσα τῶν ἀνομημάτων του καί ζητεῖ ἀπεγνωσμένα σανίδα σωτηρίας.

Ὁ ἐπουράνιος Πατέρας, πού «βρέχει ἐπὶ δικαίους καὶ ἀδίκους» (Ματθαίου ε΄ 25) συνεχῶς, ἔστω κι ἄν αὐτοί δέν τό ἀντιλαμβάνονται καί ἐκχέει τήν χάρη Του κρουνηδόν σέ ὅλους μέ τίς εὐκαιρίες πού δίνει στή ζωή τους, ἔδωσε καί στόν ληστή πολλές εὐκαιρίες γιά νά διορθώσει τη ζωή του, τοῦ δίνει καί τήν τελευταία εὐκαιρία:

Νά πεθάνει δίπλα στόν Υἱό Του.

Κι’ αὐτός σέ μιά ἀναλαμπή συλλαμβάνει τό μήνυμα. Σπάζει τό σκληρό κέλυφος τῆς ἁμαρτίας πού περιβάλλει τήν ψυχή του καί ἐλευθερώνεται ἀφήνοντας τήν ψυχή του νά λουσθεῖ ἀπό τήν θεία Χάρη. Ἔρχεται ἡ πίστη, τήν ἀποδέχεται καί τήν ὁμολογεῖ. Δείχνει τήν μετάνοιά του. Ζητεῖ τό ἔλεος τοῦ Κυρίου «ὅταν ἔλθῃ ἐντῇ βασιλείᾳ Του».

Ὁ ληστής πού σταυρώθηκε στά δεξιά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἄν καί ἡ ζωή του ἦταν γεμάτη ἀπό στυγερές πράξεις, σώθηκε ἐπειδή πίστεψε, ὅτι ὁ συσταυρωμένος μαζί του ἦταν ὁ Χριστός, ὁ Μεσσίας, ὁ ἀναμενόμενος λυτρωτής.

Αὐτή του τήν πίστη τήν ὁμολόγησε δημόσια, ἐπιπλήττοντας τόν βλάσφημο συν-κακοῦργο. Τά λόγια του δείχνουν τήν βαθιά καί εἰλικρινῆ μετάνοιά του.
«Οὐ φοβῇ σὺ τὸν Θεόν, ὅτι ἐν τῷ αὐτῷ κρίματι εἶ, καί ἡμεῖς μὲν δικαίως ἄξια ὧν ἐπράξαμε ἀπολαμβάνομε οὗτος δὲ οὐδὲν ἄτοπον ἔπραξε. Καὶ ἔλεγε τῷ Ἰησοῦ •μνήσθητί μου Κύριε ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου» (Λουκᾶ κγ΄ 40-42).

Στά λίγα λόγια του πάνω στόν σταυρό ἔδειξε α)τόν φόβο Θεοῦ πού γεννήθηκε μέσα του, β)τήν συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητάς του, ὅταν βρέθηκε μπροστά στόν Ἅγιο καί Δίκαιο πού ὑπέφερε ἄδικα, γ)τήν πίστη στόν ἸησοῦΧριστό, δ)τήν ὁμολογία τῆς θεότητός Του, ε)τήν μετάνοια γιά τήν προηγούμενη ζωή του καί στ)τήνκαταφυγή στό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Ἀνάμεσα στούς φρικτούς πόνους τῆς σταυρώσεως βρῆκε τήν δύναμη, ἔστω καί ξεψυχισμένα, ξέπνοα νά τά ψελλίσει.

Κι αὐτά τά λόγια τόν ἔσωσαν «μιᾷ ροπῇ ἐσώθη καί πρῶτος Παραδείσου τάς πύλας ἀνοίξας εἰσῆλθε» (Τροπάριο τοῦ ιδ΄ Ἀντιφώνου τῆς Ἀκολουθίας τῶν ἁγίων Παθῶν).

«Μιᾷ ροπῇ ἐσώθη». Στήν πλάστιγγα τῶν πεπραγμένων τῆς ζωῆς του, πού τό ἕνα μέρος της ἔγερνε ἀπειλητικά πρός τήν ἄβυσσο τῆς ἀπώλειας, τοποθετήθηκε στό ἄλλο μέρος ἕνα φαινομενικά ἀσήμαντο ἀντίβαρο μιά μικρή φωνή, μιά σύντομη φράση τό: «Μνήσθητί μου....». Κι’ αὐτό ἀνέτρεψε τήν ροπή τῆς πλάστιγγας κι ἔσωσε τόν ληστή.

«Κεκλεισμένας ἤνοιξε τῆς Ἐδέμ πύλας•
Βαλὼν ὁ ληστής κλεῖδα τὸ “μνήσθητί μου” »
(Στίχοι στό εὐγνώμονα ληστή τῆς Ἀκολουθίας τῶν ἁγ. Παθῶν).
«Τὸν ληστήν αὐθημερόν,
τοῦ Παραδείσου ἠξίωσας Κύριε•
κἀμέ τῷ ξύλῳ τοῦ Σταυροῦ,
φώτισον καί σῶσόν με»
(Ἐξαποστειλάριον τῆς Ἀκολουθίας τῶν ἁγίων Παθῶν).

Τό προνόμιο νά ὑποφέρει κανείς γιά χάρη τοῦ Χριστοῦ

«Ἀγαπητοί, μὴ ξενίζεσθε τῇ ἐν ὑμῖν πυρώσει πρὸς πειρασμὸν ὑμῖν γινομένῃ, ὡς ξένου ὑμῖν συμβαίνοντος, ἀλλὰ καθὸ κοινωνεῖτε τοῖς τοῦ Χριστοῦ παθήμασι, χαίρετε, ἵνα καὶ ἐν τῇ ἀποκαλύψει τῆς δόξης αὐτοῦ χαρῆτε ἀγαλλιώμενοι. εἰ ὀνειδίζεσθε ἐν ὀνόματι Χριστοῦ, μακάριοι, ὅτι τὸ τῆς δόξης καὶ δυνάμεως καὶ τὸ τοῦ Θεοῦ Πνεῦμα ἐφ’ ὑμᾶς ἀναπαύεται•κατὰ μὲν αὐτοὺς βλασφημεῖται, κατὰ δὲ ὑμᾶς δοξάζεται. μὴ γάρ τις ὑμῶν πασχέτω ὡς φονεὺς ἢ κλέπτης ἢ κακοποιὸς ἢ ὡς ἀλλοτριοεπίσκοπος• εἰ δὲ ὡς Χριστιανός, μὴ αἰσχυνέσθω, δοξαζέτω δὲ τὸν Θεὸν ἐν τῷ μέρει τούτῳ. ὅτι ὁ καιρὸς τοῦ ἄρξασθαι τὸ κρῖμα ἀπὸ τοῦ οἴκου τοῦ Θεοῦ• εἰ δὲ πρῶτον ἀφ’ ἡμῶν, τὶ τὸ τέλος τῶν ἀπειθούντων τῷ τοῦ Θεοῦ εὐαγγελίῳ; καὶ εἰ ὁ δίκαιος μόλις σῴζεται, ὁ ἀσεβὴς καὶ ἀμαρτωλὸς ποῦ φανεῖται; ὥστε καὶ οἱ πάσχοντες κατὰ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὡς πιστῷ κτίστῃ παρατιθέσθωσαν τὰς ψυχὰς αὐτῶν ἐν ἀγαθοποιΐᾳ» (A΄ Πέτρου δ΄ 12-18).

Δηλαδή: «Ἀγαπητοί μου, μήν παραξενεύεστε γιά τη φοβερή δοκιμασία μέ τήν ὁποία δοκιμάζεστε, σάν νά ἦταν κάτι παράξενο. Ἀντίθετα, νά χαίρεστε πού συμμετέχετε στά παθήματα τοῦ Χριστοῦ, γιατί ἔτσι θά γεμίσετε χαρά κι ἀγαλλίαση, ὅταν ἀποκαλυφθεῖ ἡ δόξα του. Μακάριοι εἶστε ἂν σᾶς ντροπιάζουν γιά τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Γιατί τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ σ’ ὅλη του τή μεγαλοπρέπεια καί τη δύναμη ἀναπαύεται πάνω σας• αὐτό τό ὄνομα ἀπ’ αὐτούς βλασφημεῖται, ἀπό σᾶς ὅμως δοξάζεται. Προσέχετε νά μη φτάνει κανένας ἀπό σᾶς νά ὑποφέρει τιμωρίες ἐπειδή σκότωσε ἤ ἔκλεψε ἤ ἔκανε κακό ἢ ἀναμείχθηκε σέ ξένες ὑποθέσεις. Ἄν ὅμως ὑποφέρει ἐπειδὴ εἶναι χριστιανός, νά μήν ντρέπεται ἀλλά νά δοξάζει τό Θεό γι’ αὐτό. Εἶναι καιρός πιά ν’ ἀρχίσει ἡ κρίση ἀπ’ τό λαό τοῦ Θεοῦ. Κι ἄν ἡ κρίση ἀρχίσει πρῶτα ἀπό μᾶς, σκεφτεῖτε τί ἔχει νά γίνει μέ ὅσους δέν δέχονται τό εὐαγγέλιο τοῦ Θεοῦ. Κι ἄν μόλις καί μετά βίας σώζονται οἱ δίκαιοι ἄν θρωποι, τί θά συμβεῖ μέτούς ἁμαρτωλούς καί ἀπίστους»

''Ο έμπορος''

dekparthenes

Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Καστορίας κ. Σεραφείμ

Σε μια περίφημη ομιλία του ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος γράφει τα εξής χαρακτηριστικά και συγκλονιστικά : «Εβουλήθην... γενέσθαι τις μεγαλέμπορος, πάντων ων έχω το τίμιον ωνησάμενος μαργαρίτην και αντιδούς τα ρέοντα και συρόμενα των εστώτων και ουρανίων... Ήπερ δη πραγματειών μεγίστη και βεβαιότατη τοις γε νουν έχουσιν»1.

Δηλαδή, «θέλησα να γίνω μεγαλέμπορος, ν' αγοράσω μ' όλα όσα έχω τον πολύτιμο μαργαρίτη, και να δώσω τα πρόσκαιρα και παρερχόμενα για να κερδίσω τα σταθερά και ουράνια».

Αυτό το εμπόριο είναι το μέγιστο και ασφαλέστερο γι' αυτούς βέβαια που έχουν μυαλό. Ακριβώς αυτήν την εμπορία μάς συνιστά στην αποψινή Ακολουθία και ο θεόπνευστος ιερός υμνογράφος : «Ικανούσθω το κοινωνικόν ψυχής ημών έλαιον εν αγγείοις, όπως επάθλων μη θέντες καιρόν εμπορίας, ψάλλωμεν· ευλογείτε, τα έργα Κυρίου, τον Κύριον»2.

Καιρός εμπορίας

H παρούσα ζωή, αφού η Βασιλεία των Ουρανών «ομοία εστί ανθρώπω εμπόρω ζητούντι καλούς μαργαρίτας»3.

Και για να γίνει και δικό μας κτήμα αυτός ο μαργαρίτης, για να οικοδομήσουμε ένα σπίτι, όπως έλεγε ο Όσιος Παίσιος ο Αγιορείτης, στον ουρανό, χρειάζεται να πουλήσουμε ό,τι έχουμε για να αγοράσουμε αυτόν τον μαργαρίτη με την αιώνια αξία. Δίνεις πρόσκαιρα και αγοράζεις αιώνια.

Προσφέρεις επίγεια και σου χαρίζουν τα ουράνια. Γι’αυτό και ο σοφός Ιεράρχης της Καισαρείας, ο Μέγας Βασίλειος, θα τονίσει χαρακτηριστικά πως: «Πάντες οι την ευαγγελικήν οδόν πορευόμενοι έμποροι εσμέν, δια της εργασίας των εντολών την κτήσιν εαυτοίς των ουρανίων πραγματευόμενοι»4.

Δηλαδή, «όλοι όσοι ακολουθούμε την οδό του Ευαγγελίου είμαστε έμποροι, καθώς με την εργασία των εντολών του Θεού εμπορευόμαστε την απόκτηση των ουρανίων αγαθών».

Καιρός εμπορίας

Η προσφορά μας στον συνάνθρωπο κάνει τον Θεό χρεώστη μας, διότι ο πτωχός είναι εκείνος ο οποίος εκτείνει το χέρι του, ο Χριστός όμως είναι αυτός που λαμβάνει. «Δανείζει Θεώ ο ελεών πτωχόν»5.

Και ένα ποτήρι νερό να δώσει κανείς, και αυτό έχει την αξία του και την ευλογία του από "τον ετάζοντα καρδίας και νεφρούς".

Γι αυτό ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ερμηνεύοντας την ευαγγελική περικοπή των δέκα παρθένων που ακούγεται απόψε στους Ναούς της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας, μιλάει χαρακτηριστικά γι’αυτήν την εμπορία του λαδιού: «Οι φτωχοί, αυτοί που κάθονται μπροστά στην εκκλησία περιμένοντας την ελεημοσύνη μας, είναι οι έμποροι του λαδιού. Και πόσο πρέπει να αγοράσω; Όσο θέλεις. Δεν ορίζω την ποσότητα, για να μην προβάλλεις για δικαιολογία τη φτώχεια. Όσο μπορείς, τόσο αγόρασε. Έχεις οβολό; Αγόρασε τον ουρανό. Όχι γιατί είναι φτηνός ο ουρανός, αλλά επειδή είναι φιλάνθρωπος ο Κύριος. Δεν έχεις οβολό; Δώσε ένα ποτήρι κρύο νερό... Δώσε ψωμί και πάρε παράδεισο. Δώσε μικρά πράγματα και πάρε μεγάλα. Δώσε θνητά και πάρε αθάνατα...Πένθησε μαζί μ' αυτόν που θλίβεται και θα πάρεις μισθό. Γιατί ο μισθός δεν εξαρτάται από την ανάγκη, αλλά από τη διάθεση»6.

Καιρός εμπορίας

Δεν είναι μόνο η παρουσία των φτωχών, αλλά και η φιλοξενία των συνανθρώπων.

Ο Απόστολος Παύλος είναι χαρακτηριστικός: «Η φιλαδελφεία μενέτω. Της φιλοξενίας μη επιλανθάνεσθε· διά ταύτης γαρ έλαθόν τινες ξενίσαντες αγγέλους»7.

Παράδειγμα φιλοξενίας, προσφοράς και αγάπης είναι ο πρωταθλητής της πίστεως, ο Αβραάμ. Είχε πάντοτε σαν γνώμονα στη ζωή του να υπακούει στο Θεό ανιδιοτελώς, ν΄ αναπαύει το Θεό με την αγάπη του και με την τήρηση των εντολών Του και να διακονεί συγχρόνως με πιστότητα και φιλόξενα τον κάθε οδοιπόρο αυτής της ζωής.

Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος μέσα από τα αθάνατα συγγράματά του μας αποκαλύπτει το μέγεθος αυτής της αρετής. «Δος μου τον Ηλία να τον φιλοξενήσω. Τι ζητάς τον Ηλία; Σου δίνω τον Κύριο του Ηλία κι εσύ δεν Τον τρέφεις. Εάν έβρισκες τον Ηλία πως θα τον φιλοξενούσες; ... Εάν ο βασιλιάς», συνεχίζει ο Ιερός Χρυσόστομος, «προσκαλούσε κάποιον στο δείπνο κι ενώ ήταν παρόντες οι υπηρέτες του, τους έλεγε: ευχαριστήστε αυτόν πιο πολύ αντί εμένα, γιατί αυτός, όταν ήμουν φτωχός, με έθρεψε και με φιλοξένησε, αυτός με ευεργέτησε πολλές φορές σε στιγμές θλίψεων· πώς δεν θα ξόδευε ο καθένας όλα τα χρήματα για έκείνον για τον οποίο ο βασιλιάς ένοιωσε τόση ευχαρίστηση;» Και καταλήγει ο Ιερός Πατήρ: Σκέψου λοιπόν την παρρησία μπροστά στους αγγέλους και το καύχημα μπροστά στις ουράνιες δυνάμεις. Σκέψου αυτόν για τον οποίον μιλάει ο ίδιος ο Χριστός»8.

Καιρός εμπορίας

Εμπόριο είναι να συγχωρούμε τον συνάνθρωπό μας και μάλιστα να τον στηρίζουμε σε ώρες δύσκολες, ξεχνώντας τις τυχόν αδικίες που έχουμε εισπράξει.

Εμπόριο είναι να αρνούμαστε τα πρόσκαιρα και επίπεδα με στόχο να κερδίσουμε τα αιώνια και τα άφθαρτα.

Εμπόριο, ακόμη, είναι να φυλάξουμε τον εαυτό μας από την έπαρση και την φιλαυτία, από την μάταιη δόξα των ανθρώπων και να τον στολίσουμε με το ένδυμα της θεότητος που είναι η ταπεινοφροσύνη, γιατί απλούστατα ο Θεός «υπερηφάνοις αντιτάσσεται, ταπεινοίς δίδωσι χάριν»9.

Ας χρησιμοποιήσουμε στην ζωή μας αυτό το εμπόριο και ας γίνουμε έμποροι του καλού μαργαρίτη, προκειμένου να σταθούμε εκ δεξιών Του και να ακούσουμε τις μακαρίας φωνής Του : «είσελθε, δούλε, εις την χαράν του Κυρίου σου»10.


1 Αγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, Λόγος ΙΘ΄, Εις τους λόγους, και εις τον εξισωτήν Ιουλιανόν, PG 35,1045Α.

2 Τροπάριον Η΄ ωδής Κανόνος τοῦ Όρθρου της Μεγ. Τρίτης.

3 Ματθ. 13,45.

4 Μεγ. Βασιλείου, Ομιλία ΙΒ΄, Εις την αρχήν των Παροιμιών, PG 31,420C.

5 Παροιμ. 19,17.

6 Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Περί ελεημοσύνης, και εις τας δέκα παρθένους, ομιλία α΄, PG 49,294, κεφ. β΄.

7 Εβρ. 13,1-2.

8 Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, αυτόθι καί κεφ. γ΄.

9 Ιακ. 4,6.

10 Δοξαστικό Αποστίχων του Όρθρου της Μεγ. Δευτέρας.

Ο Νίκος από την Κάπουρνα

agios.gedeon-2

Του Νίκου Βαραλή
Από την εφημερίδα Ορθόδοξη Αλήθεια - Μαρτίου


Ο νεαρός που τούρκεψε, αλλά, όταν συνάντησε τον Θεό, τα παράτησε όλα και έγινε μοναχός στο Αγιον Ορος με το όνομα Γεδεών.

Ηταν μικρός ακόμη. Εφυγε από την Κάπουρνα, τι ήταν; Ενα χωριό της λάσπης μακριά από τον Βόλο. Τυράννια.

Ο πατέρας του ο Αυγερινός στα χωράφια, πέτρες και χώματα η ζωή τους ολόκληρη.

Ηρθε κι ο φόρος, ο έκτακτος, δεν άντεξε ο πατέρας. «Πάμε, Νικόλα» είπε. «Πάμε σε άλλο χωριό, πιο γόνιμο».

Πήραν στους ώμους τους τη μέχρι τότε ζωή τους, δεν ήταν πολύ βαριά, και φύγαν. Η μάνα του είχε αδελφό στο Βελεστίνο, παντοπώλη.

Τον έστειλαν μπας και κάνει προκοπή. Δούλευε εκεί από το πρωί μέχρι το βράδυ.

Ψείρα, λίγο φαΐ και λέρα πολλή. Μόνο τώρα όλα γίνονταν πιο δύσκολα, γιατί ο Νικόλας έβλεπε.

Εβλεπε τους Τούρκους άρχοντες που αγόραζαν απ’ όλα, που είχαν πλούτη, γυναίκες, εξουσία και δύναμη.

Αυτός, όπως και να 'ρχονταν τα πράγματα και να μεγάλωνε, τη μόνη εξουσία που θα μπορούσε να έχει ήταν στην ψείρα του - και γι' αυτή δεν ήταν σίγουρος.

Ο Τούρκος λέγονταν Αλή, καλός άνθρωπος, τον συμπάθησε. Πήγε στο αφεντικό και τον ζήτησε. «Τον θέλω να έρθει σπίτι μου» είπε.

Δεν συμφωνούσε ο μπακάλης, αλλά ο Αλής ήταν εξουσία και δεν λογάριαζε. Ο Νίκος κρυφά μέσα του ήθελε. Ετσι και πήγε.

Και για πρώτη φορά έφαγε και ήπιε και έβαλε ρούχα καθαρά, κοιμόταν σε κρεβάτια μαλακά και γύρω του όλο γυναίκες.

Πέρασε ένας χρόνος, είχε συνηθίσει πια, ήταν το σπίτι του, όταν ήρθε ο γιος του αφεντικού.

«Τι κάνεις;» λέει του πατέρα του. «Ρωμιό έβαλες μες στο χαρέμι; Είσαι καλά;» «Είναι καλό παιδί», του είπε ο πατέρας, «έναν χρόνο είναι μαζί μου, είναι καλός».

Πήγε ο γιος, τον έπιασε. «Ελα δω, Νικόλα, καλό παιδί είσαι, θα γίνεις μουσουλμάνος, γιατί οι Ρωμιοί είναι κακοί και βρόμικοι... τι δουλειά έχεις μ' αυτούς; Γίνεσαι μουσουλμάνος και έχεις όλη τη γη στα πόδια σου. Μια αυτοκρατορία ολόκληρη. Ως χριστιανός τι θα κάνεις; Επειτα από λίγο καιρό θα σε διώξουμε, θα γυρίσεις στις λάσπες που ήσουν και σε λίγα χρόνια θα γεράσεις, θα σαπίσεις όπως σαπίζουν κι οι άλλοι οι Ρωμιοί εκεί έξω».

Ο Νίκος το σκέφτηκε όλο το βράδυ. Είχε δίκιο. Του πατέρα τον ιδρώτα σκέφτηκε και της μάνας το σκύψιμο. Δέχτηκε.

Του κάνανε την περιτομή, του δώσανε το όνομα Ιμπραήμ και γύριζε κορδωμένος στο παλάτι. Τα είχε όλα.

Μια φορά ένα βράδυ του Δεκεμβρίου ένιωσε στο στήθος του μαύρο πράγμα να τον πατάει, του κοπήκανε τα πόδια, σκιάχτηκε.

Πετάχτηκε και πήγε στον κήπο και κάθισε κάτω από μια μηλιά, στην παγωνιά, μονάχος. Εκεί έγινε κάτι που κανείς δεν ξέρει. Πάντως πριν ξημερώσει έφυγε όπως ήταν. Πήγε στον πατέρα.

«Φύγε», του λέει, «θα μας σφάξουν όλους. Πήγαινε στο Κεραμίδι, είναι από πίσω απ’ το βουνό, μπας και γλιτώσουμε».

Σκαρφάλωσε το βουνό, μέσα στο χιόνι, κινδύνεψε για να χαθεί, έφτασε μια φορά στο Κεραμίδι. Πέρασε ο χειμώνας και ο Νίκος πήγε κοντά σε κάτι χτίστες κι έμαθε τέχνη.

Τον πήραν μετά στην Κρήτη για δουλειά. Μαύρες μέρες απ’ το πρωί ίσαμε το βράδυ. Κουβάλαγε... και να 'ταν μόνον αυτό, οι βρισιές και οι σφαλιάρες ήταν φαΐ της κάθε μέρας.

Δεν μπόραγε. Μια μέρα το 'σκασε και πήγε σε μια εκκλησιά και κάθισε. Τον είδε ο παππάς και τον συμπόνεσε.

Ο Νίκος κάθισε, τον αγάπησε αυτόν τον παππούλη που όλο χαμογελούσε. Κάθισε κοντά του. Υστερα από λίγα χρόνια πέθανε ο παπάς κι έμεινε ο Νίκος πάλι μόνος του.

Τα μάζεψε κι έφυγε για το Ορος. Τα υπόλοιπα είναι γνωστά. Πήγε στην Καρακάλου, έγινε μοναχός, πήρε το όνομα Γεδεών. Μιλιά δεν έβγαζε. Πέρασαν 35 ολόκληρα χρόνια και δεν κατάλαβαν ούτε τη σκιά του.

Μια μέρα πήγε και βρήκε τον πνευματικό του. Τι του είπε δεν ξέρουμε, ξέρουμε πως άδεια του έδωσε κι έφυγε πάλι για το Βελεστίνο.

Τριγυρνούσε αγρίμι στα χωράφια και στους δρόμους, άπλυτος και κουρελής. Τους κορόιδευε τους Τούρκους μπας και τον πιάσουν.

Ηθελε να τον σκοτώσουν. Τον αγνοούσαν. Τον πιάσανε δυο τρεις φορές, τον μαύρισαν στο ξύλο, αλλά τι να σκοτώσουν; Ηταν τρελός.

Πήγε στην Αγριά Μεγάλη Βδομάδα κι εκεί άρχισε να βρίζει τον Μωάμεθ. Τότε τον έπιασαν και τον πήγαν στον Τύρναβο, όπου τον βασάνισαν και τελικά τον σκότωσαν. Ηταν 30 Δεκεμβρίου.

Τι ήταν όμως αυτό που συνέβη εκείνη τη νύχτα και τον έκανε να παρατήσει τα πάντα για να ριχτεί σ’ αυτή την περιπέτεια; Αλλοι λένε ότι Τον συνάντησε κάτω από το δέντρο και του χαμογέλασε.

Δεν του είπε τίποτα, όπως συνήθιζε. Το βλέμμα Του όμως ήταν γεμάτο από συμπόνια που άρχισε να κλαίει. Τότε, λέει, έσπασε κάτι στην καρδιά του κι άρχισε, λέει, να χορεύει σαν τρελός μέσα στα δέντρα.

Να μάθουμε δεν είναι δυνατόν. Πάντως όσοι τον είδαν μετά τον θάνατό του είχε στο πρόσωπο τέτοια χαρά, που δεν μπορεί κανένας άνθρωπος να καταλάβει. Τον είπαν άγιο, αλλά δεν δείχνει να τον νοιάζει.

Περιπλανιέται ακόμα ανάμεσα σε Κάπουρνα και Βελεστίνο, χαρίζοντας το γέλιο του στον ουρανό. Κάποιες φορές τον βλέπουν τα παιδιά να σκάβει με τα μάτια τον ουρανό και τότε αρχίζουν τα κοτσύφια το τραγούδι.

top
Has no content to show!