Άρθρα - Απόψεις

Ναυπάκτου Ιερόθεος: ''Μαθητές και οπαδοί''

images

Του Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου | Romfea.gr

Ο Χριστός, όταν άρχισε επισήμως το έργο Του, προσεκάλεσε τους πρώτους μαθητές και σχημάτισε την αποστολική Του ομάδα, γιατί πρώτα έπρεπε να μάθουν στην πράξη την νέα ζωή που έφερε στον κόσμο και έπειτα να την διδάξουν στους ανθρώπους, σε όλα τα έθνη.

Τούς ονόμασε δε μαθητές και έτσι τιτλοφορούνται από τον Χριστό και τους Ευαγγελιστές.

Ο ίδιος ο Χριστός είπε: «Ουκ έστι μαθητής υπέρ τον διδάσκαλον» (Ματθ. ι' 24). Είναι γεμάτο το Ευαγγέλιο με αυτήν την προσηγορία, όπως: «προσήλθον αυτώ οι μαθηταί αυτού» (Ματθ. ε' 1)  «ηκολούθησαν αυτώ οι μαθηταί αυτού» (Ματθ. η' 23)  «τότε λέγει τοίς μαθηταίς αυτού» (Ματθ. θ' 37)  «καί εκτείνας την χείρα αυτού επί τους μαθητάς αυτού έφη  ιδού η μήτηρ μου και οι αδελφοί μου» (Ματθ. ιβ' 49) κλπ.

Μετά την Πεντηκοστή και την συγκρότηση της πρώτης Εκκλησίας με το Βάπτισμα, το Χρίσμα και την θεία Ευχαριστία, όλα τα μέλη της Εκκλησίας ονομάσθηκαν μαθητές του Χριστού. Στο βιβλίο των Πράξεων των Αποστόλων συναντά κανείς πολλές τέτοιες εκφράσεις, όπως: «πληθυνόντων των μαθητών» (Πράξ. ς' 1)  «τό πλήθος των μαθητών» (Πράξ. ς' 2)  «εμπνέων απειλής και φόνου εις τους μαθητάς του Κυρίου» (Πράξ. θ' 1)  «επειράτο κολλάσθαι τοίς μαθηταίς  και πάντες εφοβούντο αυτόν, μη πιστεύοντες ότι εστί μαθητής» (Πράξ. θ' 26)  «χρηματίσαι τε πρώτον εν Αντιοχεία τους μαθητάς Χριστιανούς» (Πράξ. ια' 26)  «οι δε μαθηταί επληρούντο χαράς και Πνεύματος Αγίου» (Πράξ. ιγ' 52)  «κυκλωσάντων δε αυτόν των μαθητών» (Πράξ. ιδ' 20)  «επιστηρίζοντες τάς ψυχάς των μαθητών» (Πράξ. ιδ' 22) κλπ.

Η λέξη μαθητής προέρχεται από το ρήμα «μαθητεύω» και δείχνει κάποιον που επιλέγει έναν δάσκαλο, θέτει τον εαυτό του στην υπακοή του για να εκπαιδευθή στην γνώση που εκείνος διαθέτει, ώστε να μεταδοθή και σε αυτόν η εμπειρία του και οι γνώσεις του.

Η μαθητεία συνδέεται με την αγάπη προς το πρόσωπο του διδασκάλου, κυρίως σε ό,τι εκείνος εκφράζει, την επιλογή που γίνεται με την ελευθερία και φυσικά την συστηματική εκπαίδευση για την μύηση των αληθειών.

Στην Αγία Γραφή γίνεται λόγος για το τί είναι μαθητεία. Σε κάποια στιγμή της διδασκαλίας Του ο Χριστός είπε: «διά τούτο πάς γραμματεύς μαθητευθείς εις την βασιλείαν των ουρανών όμοιός εστιν ανθρώπω οικοδεσπότη, όστις εκβάλλει εκ του θησαυρού αυτού καινά και παλαιά» (Ματθ. ιγ' 52).

Το μαθητεύειν στην Βασιλεία του Θεού σημαίνει μαθητεύειν «εις την του Χριστού γνώσιν». Ο Χριστός είναι ο οικοδεσπότης «ως πλούσιος» και σε αυτόν υπάρχουν «οι της σοφίας θησαυροί» (ιερός Θεοφύλακτος). Οπότε, εκείνος που μαθητεύει στον Χριστό, μετέχει στην βασιλεία, δηλαδή στην θεία σοφία, την δόξα του Θεού.

Για τον Ιωσήφ τον από Αριμαθαίας που ζήτησε από τον Πιλάτο το Σώμα του Χριστού, μετά τον θάνατό Του στον Σταυρό, γράφεται: «ός και αυτός εμαθήτευσε τώ Ιησού» (Ματθ. κζ' 57). Αυτό σημαίνει ότι άκουσε την διδασκαλία Του, είδε τα θαύματά Του και μυήθηκε στην γνώση του Χριστού. Και ο Χριστός μετά την Ανάστασή Του είπε στους μαθητές Του: «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη, βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, διδάσκοντες αυτούς τηρείν πάντα όσα ενετειλάμην υμίν» (Ματθ. κη' 19-20).

Η μαθητεία στην Βασιλεία του Θεού γίνεται με τα Μυστήρια (τό Βάπτισμα και τα άλλα Μυστήρια) και την εφαρμογή των εντολών του Χριστού, που προσφέρουν την πραγματική γνώση και την κοινωνία με τον Χριστό.

Ο σημαντικότερος χαρακτηρισμός των Αποστόλων ήταν «μαθητές του Χριστού» και αυτό το έζησαν σε όλη τους την ζωή. Και ο καλύτερος τίτλος των Χριστιανών είναι να κληθούν μαθητές του Χριστού. Και επειδή ο Χριστός δεν βρίσκεται έξω από την Εκκλησία, γι' αυτό η μαθητεία γίνεται στην Εκκλησία, στον θησαυρό της θεολογίας και της εμπειρίας που διαθέτει.

Δεν μπορεί κανείς να είναι μαθητής του Χριστού και να μήν είναι μαθητής της Εκκλησίας με όλο τον ευλογημένο θησαυρό της και την αγία ζωή της.

Όμως, σε αντίθετη κατεύθυνση κινείται ο οπαδός. Έτσι ονομάζεται εκείνος που υποστηρίζει με έντονο τρόπο πρόσωπα, ιδέες, συστήματα, ποδοσφαιρικές ομάδες, κομματικές παραστάσεις, κλπ.

Συνήθως οι οπαδοί επιλέγουν μερικές ιδεολογίες με αδιευκρίνιστες διαδικασίες, γιατί πρέπει κάπου να ενταχθούν, ώστε να κατοχυρώσουν κάπου την ανασφάλειά τους και να συμπεριφέρωνται πάντοτε κάτω από τις αρχές της ομάδος, χωρίς κρίση και ελευθερία.

Οι οπαδοί παρασύρονται από το πλήθος και προβαίνουν σε ενέργειες καταστροφικές.

Τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα των οπαδών είναι ότι βρίσκονται κάτω από την επίδραση ενός εμπαθούς μεσσία, που συνήθως είναι «αυτοδέσποτος», δεν έχουν δική τους βούληση, αλλά παρασύρονται από την νοοτροπία της μάζας, δρούν μέσα στην ατμόσφαιρα του μυστικισμού («ξέρει ο αρχηγός», «έχει δίκαιο ο αρχηγός»), συμπεριφέρονται με συνθήματα, χωρίς να τα εξετάζουν κριτικά, βρίσκονται κάτω από την επιρροή των καθοδηγητών τους, παίρνουν στα χέρια τους μια σημαία που εκφράζει την ιδεολογία, ενεργούν βίαια και καταστροφικά, αφού πάντοτε εκδηλώνονται συγκρουσιακά με το περιβάλλον.

Όταν τους ρωτήση κανείς γιατί ενεργούν κατ' αυτόν τον τρόπο, δεν μπορούν να έχουν συγκροτημένο λόγο, αλλά επαναλαμβάνουν τα επιχειρήματα των εμπαθών καθοδηγητών τους και φυσικά εκφράζονται συνθηματολογικά, αποσπασματικά και επιθετικά.

Συνήθως οι οπαδοί έχουν ιδιότυπο και αρρωστημένο ψυχικό κόσμο, διαταραγμένη σκέψη και διακεκομμένο λόγο, αλλά και συναισθηματική ανωριμότητα.

Το ερώτημα για το αν οι άρρωστοι αρχηγοί αρρωσταίνουν τους ανθρώπους, ή οι άρρωστοι άνθρωποι επιλέγουν αρρώστους αρχηγούς έχει διπλή και αμφίδρομη ανάγνωση και απάντηση. Άλλες φορές γίνεται το πρώτο, δηλαδή ο άρρωστος αρχηγός αρρωσταίνει τους οπαδούς του, και τις περισσότερες φορές οι άρρωστοι άνθρωποι οδηγούνται στον άρρωστο αρχηγό.

Η βάση είναι ότι τόσο οι αρχηγοί όσο και οι οπαδοί τελούν κάτω από την μέγγενη της αλληλεξάρτησης και των ανόμων συμφερόντων.

Έχουν ιδιαίτερη σημασία οι τρόποι με τους οποίους κινούνται οι οπαδοί για την επιβολή της ιδεολογίας και την επικράτησή της.

Συνήθως χρησιμοποιείται το ψέμα, η αποσπασματοποίηση ενός γεγονότος, η απόρριψη της αντίθετης άποψης, χωρίς ιδιαίτερη κριτική σκέψη, η υποκρισία και η αναλγησία, η αντιφατικότητα των ενεργειών, αφού οι οπαδοί κάνουν μια πράξη και μετά την καταδικάζουν ή την χαρακτηρίζουν ως προβοκάτσια, η βιαιότητα των ενεργειών και τελικά ο μη σεβασμός των κανόνων με τους οποίους συγκροτείται μια κοινωνία σε όλες τις εκφράσεις της.

Οι οπαδοί, στην σύγχρονη εποχή, κρατούν στα χέρια τους ένα κινητό τηλέφωνο για να επικοινωνούν άμεσα με τον αρχηγό τους και εφαρμόζουν ως «στρατιωτάκια» τις διατεταγμένες εντολές του.

Εκεί που εκφράζεται περισσότερο η οπαδοποίηση είναι ο χώρος της θρησκείας. Και αυτό γιατί η θρησκεία, όταν λειτουργή ως ιδεολογία, έχει πολλές ψυχοπαθολογικές αρχές και συνέπειες, όπως την μεσσιανικότητα, τον μυστικισμό, την επικράτηση και επιβολή στους άλλους με βίαιους τρόπους.

Οι ψυχοθεραπευτές από την κλινική τους πείρα γνωρίζουν καλά ότι η χειρότερη μορφή σχιζοφρένειας καλύπτεται κάτω από θρησκευτικές ή παραθρησκευτικές πεποιθήσεις.

Έχουν εντοπισθή από τους θρησκειολόγους τέτοια φαινόμενα και τέτοιες «θρησκευτικές κρίσεις». Είναι γνωστοί από την ιστορία οι λεγόμενοι «ιεροί πόλεμοι» για την επικράτηση μιας ιδεολογίας που γίνεται με βιαιότητες και φόνους.

Ο θρησκειολόγος Ρ. Όττο γράφει ότι το θρησκευτικό βίωμα όταν δεν συνδέεται με το «αγαθό» και το «έλλογο», εκφράζεται με «δαιμονικά» και «ανορθολογικά στοιχεία».

Η ψυχοπάθεια συμπλέκεται με τον δαιμονισμό. Ιδιαιτέρως αυτήν την βιαιότητα του θρησκευτικού συναισθήματος την συναντάμαι στις «σέκτες», που αποτελούν «εναλλακτικές θρησκευτικές οργανώσεις», οι οποίες αποσπώνται από τις βασικές θρησκείες, για να διατηρήσουν δήθεν τις παραδοσιακές αξίες της θρησκείας, η οποία δήθεν εκκοσμικεύθηκε.

Εννοείται ότι υπάρχει μεγάλη διαφορά μεταξύ των μαθητών και των οπαδών, όπως την βλέπουμε μέσα στην Εκκλησία. Δυστυχώς, και στην Εκκλησία υπάρχουν και μαθητές του Χριστού και οπαδοί. Ας εντοπισθούν μερικές διαφορές μεταξύ των δύο.

Ο μαθητής αναγνωρίζει την Εκκλησία ως χώρο μαθητείας και γνώσης με την αυθεντική υπακοή, ενώ ο οπαδός ως χώρο συγκρούσεων και αμφισβητήσεως με την ενέργεια των εσωτερικών παθών. Ο μαθητής υπακούει στον Χριστό, όπως βιώνεται μέσα την Εκκλησία, ενώ ο οπαδός προσπαθεί να επιβάλη τις δικές του απόψεις στην διδασκαλία του Χριστού και στην ζωή της  Εκκλησίας.

Ο μαθητής ζή με αγάπη και ελευθερία, ενώ ο οπαδός συμπεριφέρεται με μίσος και κάτω από την επιρροή των εσωτερικών αλόγων ορμών.

Ο μαθητής μετέχει στην καθαρτική, φωτιστική και θεοποιό ενέργεια του Θεού, ενώ ο οπαδός αφήνει ακατέργαστο και αθεράπευτο τον εσωτερικό, ψυχικό του κόσμο.

Ο μαθητής μαθητεύει καθ' όλη την διάρκεια της ζωής του στα μυστήρια της Βασιλείας του Θεού, με ταπείνωση και αυτομεμψία, ενώ ο οπαδός ενεργεί ως ετερόβουλο θύμα αρρωστημένων αρχηγών, ψευδωνύμων διδασκάλων, μέσα στο κλίμα της αυτοδικαίωσης, και προβαίνει σε βίαιες ενέργειες ως κριτής της οικουμένης και ως εισαγγελέας του Θεού.

Ο μαθητής δέχεται την πείρα της Εκκλησίας, όπως εκφράζεται από τους Προφήτες, Αποστόλους και Πατέρες, και μεταμορφώνεται από αυτή, ενώ ο οπαδός σχηματίζει την δική του «σέκτα» μέσα στην Εκκλησία και καταγγέλλει την δήθεν αλλοίωση της εκκλησιαστικής ζωής.

Τελικά, ο μαθητής είναι ταπεινό μέλος της Εκκλησίας που παραμένει μέσα σε αυτήν για να σωθή, ενώ ο οπαδός ενεργεί ως σωτήρας της Εκκλησίας. Όμως ο πραγματικός και μοναδικός Σωτήρας της Εκκλησίας είναι ο Χριστός και η Εκκλησία δεν έχει ανάγκη άλλων σωτήρων.

Η Εκκλησία είναι ένα πνευματικό θεραπευτήριο, που θεραπεύει τον άνθρωπο, αλλά μερικές φορές οι άρρωστοι, που ενεργούν με τις αρχές της οπαδοποίησης, εξεγείρονται εναντίον των ιατρών προβάλλοντας τους εαυτούς τους ως ιατρούς για να σώσουν την Εκκλησία.

Όμως, τέτοιες αναρχικές ενέργειες πολλές φορές είναι ευεργετικές, γιατί αποκαλύπτουν όλο το δυσώδες περιεχόμενο που κρυβόταν πολύ καιρό κάτω από τις ωραίες εκδηλώσεις, τα συνέδρια, τα υποκριτικά κατασκευάσματα, την κοινωνική προσφορά, τις συναισθηματικές λατρείες, τις κτηριακές ανοικοδομήσεις κλπ.

Πρέπει σε όλη μας την ζωή να μαθητεύουμε στην εκκλησιαστική ζωή και την ορθόδοξη παράδοση και να μη συγκαταλεγόμαστε στα «ζαλισμένα κοπάδια», στην καταστροφική μανία μιας «σέκτας», έστω και αν αυτή ονομάζεται χριστιανική.

Οι οπαδοί υπονομεύουν την εκκλησιαστική ζωή, «ασελγούν» στο ευλογημένο σώμα της Εκκλησίας και όπως είναι φυσικό πεθαίνουν από πνευματική ηλεκτροπληξία, αποβάλλονται αργά ή γρήγορα από το Σώμα της Εκκλησίας. Ένας έμπειρος Κληρικός μου είπε: «Άν ο Κληρικός δεν σέβεται το θυσιαστήριο, τότε το ίδιο το θυσιαστήριο κάποια μέρα δεν θα τον ανεχθή και θα τον πετάξη μακριά».

Ο εκκλησιαστικός χώρος είναι άγιος και ευλογημένος, ευαίσθητος και πλημμυρισμένος από το Άγιον Πνεύμα, γι' αυτό και δεν προσφέρεται για οπαδοποιήσεις, αρρωστημένες ανθρώπινες επιδιώξεις και εωσφορικές νοοτροπίες.

Στην Εκκλησία πρέπει να σπουδάζουμε σε όλη μας την ζωή εν μαθητεία την εν Χριστώ ζωή και δεν έχουν οργανική σχέση οι οργισμένοι και αλλόφρονες οπαδοί.

Ο Χριστός θέλει μαθητές και όχι οπαδούς.–

 

Επιστολή Μητροπολίτη Κορίνθου στον Υπουργό Ανάπτυξης

images

Επιστολή προς τον Υπουργό Ανάπτυξη κ. Χατζηδάκη, απέστειλε προ ημερών ο Σεβ. Μητροπολίτης Κορίνθου κ. Διονύσιος σχετικά με την κατάργηση της Κυριακής.

Η επιστολή του Μητροπολίτη Κορίνθου έχει ως εξής:

Εξοχώτατε κύριε Υπουργέ,

με αφορμή το σχέδιον Νόμου, διά του οποίου τα καταστήματα στην Χώρα μας θα παραμείνουν ανοικτά κατά την ημέρα της Κυριακής, καθώς και το υπ᾿ αριθμ. Πρωτ. 8527/13-12-2012 έγραφο της Ομοσπονδίας Εμπορικών Συλλόγων Πελοποννήσου και Νοτιοδυτικής Ελλάδος, διά του οποίου ζητήται η συμπαράστασή μου στον δικαιολογημένο θόρυβο αναφορικά με την παραπάνω Νομοθετική Πρωτοβουλία, διά του παρόντος Σας παρακαλώ να μην προχωρήσετε στην απόφαση της καταργήσεως της θεσπισμένης ήδη από της εποχής του Μεγάλου Κων/νου διά Νόμου αργίας της Κυριακής.

Πρόκειται περί Εντολής του Θεού και μάλιστα εκ των Δέκα,  η εν λόγω απόφασή Σας εναντιώνεται στο Άγιο θέλημά Του, μας προσβάλει ως Χριστιανούς και θεωρείται ως κίνησις στρεφόμενη ευθέως κατά της κατά το Σύνταγμα της χώρας επικρατούσης θρησκείας.

Άλλωστε μία εποχή κατά την οποία η πατρίδα μας δεινώς χειμάζεται και ο λαός μας υποφέρει εμείς οφείλουμε να λειτουργούμε ενωτικά, συμμεριζόμενοι τις ανάγκες του και ιδιαιτέρως αυτές της πλειοψηφίας του, η οποία είναι Ορθόδοξη Χριστιανική!

Μία απόφαση σαν την ανωτέρω θα λειτουργήσει διχαστικά σε καιρούς δύσκολους με ζημιά για την  Πατρίδος γενικώτερα και «χωρίς κέρδος».

«Οι καιροί ου μενετοί», Εξοχώτατε κ. Υπουργέ, και δεν επιτρέπουν πρωτοβουλίες ενάντια στην δικαιολογημένη και αξιοσέβαστη σε όλα επιθυμία των Ελλήνων Ορθοδόξων Χριστιανών Εμπόρων και Εμποροϋπαλλήλων, οι οποίοι δεν είναι μόνο Χριστιανοί Ορθόδοξοι αλλά και ψηφοφόροι Σας και οι οποίοι χρειάζονται και την δικαιολογημένη ανθρώπινη ανάπαυση.

Πιστεύω ότι και τον Τρισάγιο Θεό σέβεσθε και «ευήκοον ούς» θα τείνητε στην Χριστιανική βούληση του Εμποροϋπαλληλικού κόσμου της Χώρας μας για την επικράτηση της πολυπόθητης ειρήνης για το καλό και  την πρόοδο όλων αλλά και για να έχουμε τον Θεό βοηθό στις περιστάσεις, τις οποίες οδυνηρά όλοι βιώνουμε.

Επί δε τούτου ευχόμενος Καλά Χριστούγεννα και ευτυχές το Νέο έτος 2013 διατελώ,

Μετά πλείστης τιμής και εμπόνου αγωνίας

Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ

† Ο ΚΟΡΙΝΘΟΥ  ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ

Πώς παρεμβαίνει η Εκκλησία στην Ελλάδα;

images

Το Βήμα | Μιχάλης Αγραφιώτης


Τις τελευταίες ημέρες εμφανίζονται πολλοί αρχιερείς που τοποθετούνται για τις τρέχουσες εξελίξεις όπως για την οικονομική κρίση ή τη λειτουργία των καταστημάτων τις Κυριακές.

Από την περίοδο του Μακαριστού Αρχιεπισκόπου Σεραφείμ αλλά και επί ημερών του Μακαριστού Χριστοδούλου είχαν γίνει πολλές συζητήσεις για το αν πρέπει αρχιερείς να παρεμβαίνουν στην πολιτική, οικονομική και κοινωνική ζωή του τόπου.

Κατά πόσον έχουν δικαίωμα να εκφράζουν άποψη για όλα αυτά που συμβαίνουν γύρω μας.

Και όμως παρά τις αντιδράσεις ορισμένων «ψευτοκουλτουριάριδων» και διασκεπτιστών παντός καιρού, θεωρώ σωστό οι αρχιερείς να έχουν άποψη και γνώμη σχετικά μ’ αυτά που συμβαίνουν γύρω μας.

Γιατί πολύ απλά άνθρωποι οι οποίοι έχουν εντρυφήσει σε ανθρωπιστικές σπουδές, στην ιστορία και έχουν συνεχόμενη επαφή με το σύνολο της κοινωνίας όπως είναι οι αρχιερείς έχουν και λόγο και σωστή άποψη στις περισσότερες των περιπτώσεων σημαντικότερη από αυτή των πολιτικών που χειραγωγούνται από τις κομματικές ταγές.

Η άποψη που διατυπώνουν οι σοφιστές της εποχής μας ότι οι αρχιερείς δεν έχουν δικαίωμα κατάθεσης άποψης από μόνοι τους λειτουργούν κατά της Ελευθερίας του λόγου και υποβαθμίζουν την λογική αντίληψη των συμπολιτών μας.

Επίσης, όταν υπάρχει η διατύπωση λόγου από έναν εκκλησιαστικό ηγέτη αυτό είναι συνυφασμένο με την θρησκευτική παράδοση.

Όχι ότι η άποψη θα πρέπει να γίνει άμεσα αποδεκτή και να εφαρμοστεί ως Ευαγγέλιο αλλά από την άλλη τουλάχιστον δεν θα πρέπει να γίνεται κατακριτέο επειδή προέρχεται από έναν Αρχιερέα.

Η Εκκλησία θα πρέπει να αναλάβει κάποιες πρωτοβουλίες για την στήριξη της οικονομίας της χώρας. Είναι σεβαστό το γεγονός ότι πολλοί από τους Μητροπολίτες δεν δέχονται κρατικό αυτοκίνητο όμως θα πρέπει να γίνει μια προσπάθεια από την πλευρά των Μητροπολιτών να μειώσουν τις δαπάνες τους και τις αποζημιώσεις τους για να ενισχυθούν οι οικογενειάρχες κληρικοί που αντιμετωπίζουν μεγάλα προβλήματα επιβίωσης λόγω των περικοπών.

Ο απλός ιερέας που καλείται να εκπληρώσει τα καθήκοντά του σε φτωχά χωριά και περιοχές δίνουν καθημερινή μάχη για να στηρίξουν τις τοπικές κοινωνίες.

Η Εκκλησία υπέστη σοβαρές ζημιές από την οικονομική κρίση και την περικοπή των ομολόγων. Αυτό θα πρέπει να λειτουργήσει ως παράγοντας δυναμικής αξιοποίησης της Εκκλησιαστικής περιουσίας.

Το επίκεντρο της θα πρέπει να είναι ανθρωποκεντρικό και μέσα από αυτό θα υπάρξουν σοβαρές δυνατότητες για την Εκκλησία, κοινωνικής απήχησης.

Δυστυχώς, στην Ελλάδα ως προς το θέμα της εκμετάλλευσης της περιουσίας της τα τελευταία χρόνια λειτούργησε άκρως συντηρητικά με αποτέλεσμα σήμερα αυτή η περιουσία να χάνει μέρα με τη μέρα την αξία της.

Επίσης, λάθη από πλευρά της Εκκλησίας έχουν γίνει και σε πολιτικό επίπεδο. Ενίοτε, αρχιερείς έδιναν «γραμμή» για συγκεκριμένους πολιτικούς και πολιτικά κόμματα που έπειτα εκτέθηκαν ανεπανόρθωτα για τις επιλογές τους και τα «καλά» λόγια που είχαν πει για τους συγκεκριμένους ανθρώπους και σχηματισμούς.

Πάντοτε, η Εκκλησία είχε ερείσματα στη Δεξιά, όμως στις τελευταίες εκλογές δεν ήταν λίγοι οι απλοί ιερείς που στράφηκαν στην Αριστερά και τη Χρυσή Αυγή και μάλιστα, δημοσίως.

Σ’ αυτό το σημείο ο κομματικοποιημένος λόγος των κληρικών είναι εγκληματικός.

Δημιουργεί προ τετελεσμένα γεγονότα και ειδικά στις τοπικές κοινωνίες θα μπορούσαν να προκαλέσουν ανυπολόγιστες έριδες και διχόνοιες στους πιστούς.

Τα περιστατικά που έχουν γίνει στην επαρχία είναι πολλά και πολλοί πολιτικοί οφείλουν την υπόσταση τους στην στήριξη των κληρικών.

Οι κληρικοί οφείλουν να είναι πολιτικοποιημένοι και να κάνουν παρεμβάσεις, σε καμία περίπτωση όμως κομματικοποιημένοι.

Όσο περνάνε τα χρόνια φαίνεται ότι τα δεδομένα θα αλλάζουν υπέρ των σχέσεων μεταξύ της κοινωνίας και της Εκκλησίας.

Η κοινωνία έρχεται πιο κοντά στην Εκκλησία και αν η δεύτερη το θελήσει μπορεί να γίνει το απόλυτο στήριγμα της πρώτης σε πολλές μορφές.

Η σημασία της έκκλησης του Αρχιεπισκόπου Αλβανίας

images

Η γειτονική Αλβανία ζει τούτο τον καιρό εκλογικό πυρετό. Η αντιπαράθεση των εκεί πολιτικών δυνάμεων είναι οξύτατη. Το γεγονός μάλιστα ότι η κυβέρνηση Σάλι Μπερίσα δεν σημείωσε πρόοδο στην προσπάθειά της για ένταξη της Αλβανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση κατέστησε την σύγκρουση εντονότερη.

Με αποτέλεσμα η προεκλογική διαπάλη να μετατοπισθεί σε θέματα εθνικού ενδιαφέροντος ή καλύτερα να εκτραπούν προς εθνικιστική κατεύθυνση. Δεν είναι τυχαίες λοιπόν οι πρόσφατες μεγαλοϊδεατικές αναφορές του Σάλι Μπερίσα για την Μεγάλη Αλβανία η οποία εκτείνεται από το Κόσσοβο έως την Πρέβεζα.

Ως συνέχεια αυτής της εθνικιστικής μετατόπισης αντιμετωπίζεται και η προσπάθεια της αλβανικής κυβέρνησης να απομειώσει τις δυνατότητες της Ορθόδοξης Αυτοκέφαλης Εκκλησίας της Αλβανίας.

Προσφάτως, όπως επισήμως δηλώνει η Ορθόδοξος Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Αλβανίας, το 2011 για την ακρίβεια, η αλβανική κυβέρνηση επιχείρησε στο πλαίσιο της γενικής απογραφής του πληθυσμού και καταγραφή του θρησκεύματος των πολιτών της γειτονικής χώρας, με μέθοδο που μόνο επιστημονική δεν ήταν.

Με αποτέλεσμα το πλήθος των ορθοδόξων να εμφανισθεί πρωτοφανώς μειωμένο , μικρότερο ακόμη και από εκείνο των καθολικών.Πράγμα που ουδεμία σχέση έχει με την πραγματικότητα.

Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την αλβανική στατιστική, οι ορθόδοξοι φθάνουν μόλις το 6,75% και οι καθολικοί το 10,03% , όταν στις δύο προηγούμενες απογραφές οι ορθόδοξοι ξεπερνούσαν το 20% και οι καθολικοί περιορίζονταν πάντα στη ζώνη του 10% , όπως συμβαίνει και τώρα.

Η Ορθόδοξος Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Αλβανίας και συγκεκριμένα ο αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος θεωρεί αντιεπιστημονική τη μέθοδο καταγραφής του θρησκεύματος, μιλάει για τεράστια παραποίηση, δεν αναγνωρίζει το αποτέλεσμά της και προειδοποιεί ότι τέτοιοι χειρισμοί είναι ενδεχόμενο να υπονομεύσουν ακόμη και την αρμονική θρησκευτική συνύπαρξη στη γειτονική χώρα. Το όλο θέμα δεν είναι απλό.

Η άνοδος του εθνικισμού στην γειτονική χώρα δεν μπορεί να αφήνει κανένα αδιάφορο και θα ήταν σκόπιμο να προειδοποιηθούν οι αλβανικές αρχές αναλόγως, ώστε να μην υπάρξει ξανά κύμα θρησκευτικών διωγμών στη γειτονική χώρα σε βάρος χριστιανών και κατ' επέκταση εναντίον πολιτών ελληνικής καταγωγής.

Η κυβέρνηση οφείλουν πρόνοιες, διπλωματικές και άλλες. Και μάλιστα το ταχύτερο, πριν άλλα εκδηλωθούν.

Πηγή: ΤΟ ΒΗΜΑ

Η θρησκευτική ελευθερία και η προστασία της

images

Η θρησκευτική ελευθερία αποτελεί ιερό, ανθρώπινο, ουσιαστικό, αδιαπραγμάτευτο και παγκόσμιο δικαίωμα, το οποίο έχει αναγνωρισθεί τόσο από τα ευρωπαϊκά όσο και από τα διεθνή όργανα.

Συγκεκριμένα, η Οικουμενική Διακήρυξη για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, την οποία υιοθέτησε ο Ο.Η.Ε. το 1948 (Άρθρο 2 και 18), η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (Ε.Σ.Δ.Α.), την οποία υιοθέτησε το Συμβούλιο της Ευρώπης το 1950 (Άρθρο 9) και η Ευρωπαϊκή Χάρτα των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, η οποία είναι ενσωματωμένη στην Συνθήκη της Λισσαβόνας (Άρθρο 10) αποτελούν βασικά κείμενα αναφοράς στο δικαίωμα της θρησκευτικής ελευθερίας. Μεταξύ άλλων σημειώνουν ότι η θρησκευτική ελευθερία αποτελεί την κορυφή όλων των υπολοίπων ελευθεριών και έχει άμεση σχέση με όλες τις υπόλοιπες ελευθερίες και τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα.

Οι λαοί και τα έθνη αποτελούνται από πιστούς. Μάλιστα οι στατιστικοί αριθμοί δείχνουν ότι στο μέλλον η αναλογία των πιστών θα αυξηθεί σε σχέση με τον παγκόσμιο πληθυσμό και θα περάσει από το 84,8% (το 2000) στο 86,8% (το 2025) και θα φθάσει το 88,1 % (το 2050). Χωρίς να θέλουμε να αξιολογήσουμε την ποιότητα αυτής της θρησκευτικότητας των απανταχού πιστών, αυτό σημαίνει σε αριθμούς, μεταξύ άλλων, ότι οι πιστοί ανά τον κόσμο θα αυξηθούν από 6,8 δισεκατομμύρια (το 2025) στα 7,8 δισεκατομμύρια (το 2050) (βλ. Περιοδικό Diplomatie, Νο 48, 2011).

Οι πιστοί, οι οποίοι ανήκουν στους Χριστιανούς, θα συνεχίσουν να αυξάνονται, κυρίως στην Αφρική, (περίπου 33,4% του παγκόσμιου πληθυσμού το 2025 και 34,3% το 2050), ακολουθούν οι μουσουλμάνοι (από 22,8% το 2025 θα φθάσουν το 25% το 2050) και οι Ινδουιστές (από 13,4% το 2025 στο 13,2 % το 2050).

Η ιδιαιτερότητα της κοινωνικής ανάπτυξης στην Ευρώπη, όπου σημειώνεται το τελευταίο διάστημα μια ιδιαίτερη αυξητική εχθρική στάση απέναντι στις θρησκείες, σε πολλά κράτη και κοινωνίες της Ευρώπης, θα μπορούσε να διαστρεβλώσει τον πραγματικό ρόλο των θρησκειών εκτός Ευρώπης.

Όπως επισημαίνει ο Καθηγητής José Casanova «οι θρησκείες δεν θα εξαφανισθούν… και είναι σίγουρο ότι θα συνεχίσουν να παίζουν ένα σημαντικό ρόλο στην μετανεωτερική περίοδο που διανύουμε» (Βλ. περισσότερα Κ. Ζορμπάς, Πολιτική και Θρησκείες, εκδ. Παπαζήσης, Αθήνα 2007, σελ. 7-10).

Λαμβάνοντας υπόψη τη νέα γεωπολιτική στάση της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως προς την εξωτερική πολιτική της, είναι προς όφελος της ιδίας, σε ότι αφορά την εξωτερική πολιτική της, να αποφύγει τις τυχών παρεξηγήσεις με την πλειοψηφία άλλων τρίτων Χωρών, όπου οι κοινωνίες είναι άκρως θρησκευόμενες και ευαίσθητες, ώστε να μην θεωρείται ως μια ξένη παρέμβαση πολιτικής φύσης στο εσωτερικό της Χώρας.

Είναι σημαντικό να υπάρχει μια ουσιαστικότερη προσέγγιση της θρησκείας στον κόσμο για την καλύτερη κατανόηση των κοινωνικών, οικονομικών και πολιτικών προβλημάτων ή ακόμη και στην επίλυση των διαφόρων κοινωνικοπολιτών συγκρούσεων. (Βλ. τον Τόμο Αντιπροσωπεία της Εκκλησίας της Ελλάδος, Διαπολιτισμικότητα και Θρησκεία στην Ευρώπη, εκδ. Ίνδικτος, Αθήνα 2012).

Δυστυχώς, σήμερα, η θρησκεία, πολλές φορές, χρησιμοποιείται για να εξυπηρετηθούν κυρίως τα πολιτικά και ηγεμονικά συμφέροντα των διαφόρων ιδεολογιών (εργαλειοποίηση της θρησκείας).

Η πρόσφατη Έκθεση για το Αφγανιστάν (2012), η οποία δημοσιεύθηκε από το Ευρωπαϊκό Γραφείο για το Άσυλο (European Asylum Support Office), υπογραμμίζει την κακή χρήση της θρησκείας από τους Ταλιμπάν ως προς την στρατολόγηση νέων μελών και ειδικά των παιδιών (βλ. αναλυτικά http://www.easo.europa.eu).

Είναι σχετικά εύκολο να αναγνωρίσει κανείς παρόμοιες περιπτώσεις και σε άλλα μέρη του κόσμου, ακόμη και εντός της Ευρώπης, όπου η θρησκεία αποτελεί ένα απλό εργαλείο για να συντηρήσει την πολιτική εξουσία και να εξυπηρετήσει ακραίες πολιτικές.

Πρόσφατα η Εκκλησία της Ελλάδος επεσήμανε ότι «η ευρωπαϊκή ιστορία μάς διδάσκει ότι αι χρηματοοικονομικαί κρίσεις έχουσι πάντοτε μίαν ανθρωπιστικήν και κοινωνικήν διάστασιν, η οποία είναι δυνατόν να οδηγήση εις πολιτικήν κρίσιν.

Από κοινού μετά της Εκκλησίας της Ελλάδος λαμβάνομεν επίσης σοβαρώς υπ’ όψει τας πολιτικάς και κοινωνικάς επιπτώσεις του διογκουμένου ρατσισμού και εξτρεμισμού εν Ελλάδι. Νέφη καταιγίδος συγκεντρώνονται εις τον ορίζοντα και δεν είναι δυνατόν ούτε να αγνοηθούν ούτε να εξορκισθούν…» (Δελτίο Τύπου, 10.12.2012).

Ακόμα και αν αποφεύγουμε να μιλήσουμε για το θέμα των θρησκευτικών διώξεων στη μία ή την άλλη περιοχή, οι πράξεις αυτές θυμίζουν σκοτεινές εποχές του παρελθόντος, που όλοι ελπίζαμε ότι έχουν περάσει ανεπιστρεπτί.

Επίσης, πέρα από τις τρομακτικές κοινωνικές και ψυχολογικές συνέπειες για τις κοινωνίες, όπου διαπράττονται, έχουν και εξαιρετικά αρνητικές επιπτώσεις στην εικόνα των κρατών που τις υποθάλπουν ή τις διαπράττουν, καθώς και στην εικόνα του πολιτισμού και της θρησκείας τους, σε ολόκληρο τον κόσμο.

Η πρόσφατη ευρωπαϊκή βιβλιογραφία επιβεβαιώνει τα παραπάνω. Το βιβλίο «Το Σύνταγμα της Ευρώπης» (La Constitution de l’ Europe, έκδ. Gallimard, Paris 2012) του Juergen Habermas, η πολεμική των Daniel Cohn-Bendit και Guy Verhofstadt, «Ευρώπη στάσου όρθια» (Debout l’ Europe, έκδ. Actes Sud, Brussels 2012) ή το βιβλίο της Sylvie Goulard και του Mario Monti «Η Δημοκρατία στην Ευρώπη» (De la démocratie en Europe. Voir plus loin, έκδ. Flammarion, Paris, 2012), ακόμη και τα βιβλία «Ο αγγελιοφόρος της Ευρώπης» (Le messager de l’ Europe) του Robert  Menasse ή «Η κρίση που έρχεται» (La crise qui vient. La nouvelle fracture territorial, έκδ. Seuil, Ρaris, 2012) του Laurent Davezies και πολλών άλλων πολιτικών, ακαδημαϊκών ή φιλοσόφων κάνουν την ίδια διαπίστωση: η κρίση πρέπει να ερμηνευθεί ως μια ευκαιρία για μια απαραίτητη εκβάθυνση και προβληματισμό της Ευρώπης για τις ανθρώπινες αξίες.

Παρόλα αυτά, οι παραπάνω συγγραφείς δεν παρέχουν καμία θετική απάντηση στο κρίσιμο ερώτημα πώς θα εξηγήσουν συγκεκριμένα στον ευρωπαίο «πολίτη» (που κινδυνεύει να γίνει ο ίδιος το νέο ‘φάντασμα’ στην Ευρώπη) τα επόμενα βήματα προς μια κοινή ευρωπαϊκή φορολογική πολιτική, τον προϋπολογισμό της λιτότητας, το ενδιαφέρον για μια ομοσπονδιακή Ευρώπη κ.ά.

Λαμβάνοντας υπόψη το παρατεινόμενο άγχος των πολιτών και την αποστροφή τους για νέα «οράματα» και «ιδέες» είναι σχεδόν βέβαιο ότι ο φόβος θα επιτρέψει την εμφάνιση ακραίων εθνικιστικών τάσεων με άμεσες επιπτώσεις και στο θέμα της θρησκευτικής ελευθερίας.

Για όλους τους παραπάνω λόγους, είναι αναγκαίο να ξεπεράσουμε την έννοια της θρησκευτικής ανοχής (tolérance religieuse) και να αποδεχθούμε εκείνη της θρησκευτικής ελευθερίας. Δηλαδή να εγκαταλείψουμε μια περιορισμένη και αρνητική προοπτική της θρησκείας και να υιοθετήσουμε την θετική προοπτική της.

Ενώ η θρησκευτική ανοχή δημιουργεί ένα χάσμα ανάμεσα στη θρησκευτική πλειοψηφία και τις μειονότητες και ενθαρρύνει τις θρησκευτικές διακρίσεις ενάντια στις μειοψηφίες, η θρησκευτική ελευθερία ενισχύει το Κράτος του δικαίου και εγγυάται τους κοινούς κανόνες συνύπαρξης των πολιτών, προάγοντας μια ανοικτή κοινωνία με ισότιμα μέλη.

Η ελευθερία της θρησκείας εγγυάται επίσης την ποικιλομορφία και τον πλουραλισμό στην κοινωνία, η οποία αποτελεί ουσιαστικό στοιχείο της Δημοκρατίας, όπως ορθά υποστηρίζεται, εδώ και δεκαετίες, από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

Τα δύο άκρα – θρησκευτικός ή πολιτικός φονταμενταλισμός και ιδεολογικός λαϊκισμός – είναι επιζήμια σε κάθε κοινωνία και υποθηκεύουν τα θεμέλια της Δημοκρατίας.

Ήλθε η ώρα της Ευρώπης, όπως αυτό επισημάνθηκε ποικιλοτρόπως και κατά την απονομή του Βραβείου Nobel στην Ευρωπαϊκή Ένωση (Oslo, 10.12.2012), νε ενεργήσει και να λάβει συγκεκριμένα μέτρα, ιδιαίτερα σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής (European External Action Service), ώστε να ενισχυθεί άμεσα η ελευθερία της θρησκείας.

Όπως έχει δηλώσει επανειλημμένως η Ύπατη Εκπρόσωπος της Ένωσης για θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφαλείας και Αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Catherine Ashton ενώπιον του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου «η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει την ανάγκη για να ενισχύσει την πολιτική της στα θέματα της θρησκευτικής ελευθερίας.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση καταγγέλλει επίσημα κάθε μορφή βίας και προσβολής ενάντια στους πολίτες με διαφορετική θρησκεία ή ομολογία…»  (Strasbourg, Speech 11/32, 19.1.2011).

Πηγή: Pemptousia.gr

top
Has no content to show!