Άρθρα - Απόψεις

20 χρόνια από την οσιακή κοίμηση του Μαντινείας Θεοκλήτου Β΄ (Φιλιππαίου)

mant-3

Του Σεβ. Μητροπολίτου Πατρών κ. Χρυσοστόμου

Ἦταν ἀπόγευμα τῆς 8ης Ἰανουαρίου 1995, πρὶν εἴκοσι ἀκριβῶς χρόνια, ὅταν ἐνώπιον τῆς Ἁγίας Τραπέζης, τοῦ Καθολικοῦ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίου Νικολάου Καλτεζῶν, ἔγειρε ἡ ἱερὰ καί σεβασμία κεφαλὴ τοῦ ἀειμνήστου Μητροπολίτου Μαντινείας καὶ Κυνουρίας Θεοκλήτου καὶ ἡ ἁγιασμένη ψυχὴ του ἔφυγε γιὰ τὴν οὐράνια πατρίδα, ἔνθα ἦχος καθαρὸς ἑορταζόντων καὶ βοώντων ἀπαύστως, τὸ «Κύριε Δόξα σοι».

Ἔγινε ὅπως τὸ εἶχε προείπει. Πραγματοποιήθηκε ἡ ἐπιθυμία τοῦ σεμνοῦ, ταπεινοῦ, πεπαιδευμένου, εὐγενοῦς καί ἀρχοντικοῦ ἃμα, Ἱεράρχου, ὁ ὁποῖος «ἐν ἀναβάσει θυσιαστηρίου ἁγίου ἐδόξασε περιβολήν ἀγιάσματος...,ὡς ἥλιος ἐκλάμπων ἐπί Ναόν Ὑψίστου» (Σειρ, ν΄, 11,7).

« Παρακαλῶ τὸν Θεὸ» ἒλεγε, «νὰ φύγω ὄρθιος καὶ μέσα σὲ ἕνα Ναὸ τοῦ Ἁγίου Νικολάου». Στὸ ἐρώτημά μας « γιατί Σεβασμιώτατε, ἐπιθυμεῖτε νὰ φύγετε ἀπὸ τὸν κόσμο αὐτὸ μέσα σὲ ἕνα Ναὸ τοῦ Ἁγίου Νικολάου;», ἡ ἀπάντηση ἦταν αὐθόρμητη, ἁπλῆ καὶ ἀπέπνεε βεβαιότητα.

«Ἔχω αὐτὴ τὴν ἐπιθυμία διότι εὐλαβοῦμαι ἰδιαιτέρως τὸν Ἅγιο Νικόλαο, ἔφερα κατὰ κόσμον τὸ ὄνομά του καὶ χειροτονήθηκα στὸν Ναὸ τοῦ Ἁγίου Νικολάου. Ἐπιθυμῶ δὲ νὰ φύγω ὄρθιος, ἵνά μή στενοχωρήσω κάποιους ἢ ἀπασχολήσω ἐξ' ἄλλων ἐργασιῶν, ἀφοῦ θὰ εἶναι ὑποχρεωμένοι νὰ μὲ περιθάλπουν. Πάντως ἂς γίνῃ τὸ θέλημα τοῦ Κυρίου...»

Ἀναμνημισκόμενος ἐκείνων τῶν γεγονότων θὰ προσπαθήσω ἐν συγκινήσει βαθυτάτη καὶ κατὰ χρέος ἱερὸ καὶ καθῆκον ἅγιο πρὸς τὴν μνήμη τοῦ ἀοιδίμου Ἱεράρχου τοῦ χειροτονήσαντος με Διάκονον καὶ Πρεσβύτερον, μικράν νά ποιήσω ἀναφορὰν καὶ βέβαια πρὸς διδαχὴν καὶ ὄφελος πάντων ἡμῶν.

Κυριακὴ 8 Ἰανουαρίου 1995. Ὁ καιρὸς στὴν Τρίπολη πολὺ ψυχρὸς καὶ ἤδη ἀπὸ τὸ πρωὶ ἄρχισε νὰ χιονίζῃ. Μετὰ τὴν Θεία Λειτουργία στὸ Καθολικό τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τοῦ Ἁγίου Νικολάου τῶν Βαρσῶν, ἐδέχθην τηλεφώνημα ἀπό τόν μακαριστό Ἱεράρχη, ὁ ὁποῖος μὲ τὴν χαρακτηριστικὴ γεμάτη ἀγάπη καὶ στοργὴ φωνὴ του, μοῦ εἶπε: «Χρυσόστομε, τὸ ἀπόγευμα θέλω νὰ ἔρθω στὸ Μοναστήρι νὰ προσκυνήσω τὸν Ἅγιο Νικόλαο. Πές μου τί συνθῆκες ἐπικρατοῦν;».

Ἀπαντῶ. « Σεβασμιώτατε, ἔχομε χιόνι καὶ εἶναι δύσκολη ἡ ἀνάβαση στὴ Μονή. Θὰ δῶ μὲ ποιὸ τρόπο θὰ κατέβῳ, προκειμένου νὰ φύγῳ γιὰ τὴν Ἀθήνα μὲ τὴν εὐχὴ σας.

(ὑπηρετοῦσα ἤδη στὴν Ἱερὰ Σύνοδο μὲ τὴν εὐχὴ καὶ τὴν εὐλογία του).» Ἐπιτρέψατέ μου ὅμως Σεβασμιώτατε, ἑσυνέχισα, νὰ παρακαλέσω νὰ μή ἐξέλθετε σήμερα, λόγῳ τῶν κακῶν καιρικῶν συνθηκῶν». Ἀπαντᾶ ὁ μακαριστὸς Ἱεράρχης.« Καλὰ παιδί μου, εὔχομαι σὲ ὅλους σας νὰ εἶστε καλὰ καὶ καλὸ ταξίδι νὰ ἔχῃς γιὰ τὴν Ἀθήνα».

Στὶς 7 τὸ ἀπόγευμα ἔφυγα γιὰ τὴν Ἀθήνα, ὅμως στὰ διόδια πρὶν φθάσωμε στὴν Κόρινθο, μᾶς μετέφεραν τὴν εἴδηση ὅτι θὰ ἔπρεπε νὰ ἐπιστρέψωμε στήν Τρίπολη γιὰ σοβαρὸ λόγο.

( Δέν εἴχαμε τότε κινητό τηλέφωνο).

Σὰν ἀστραπὴ πέρασε ἀπὸ τὸν νοῦ μου ἡ σκέψη, ὅτι ἐκοιμήθη ὁ Δεσπότης. « Μὰ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ συμβαίνῃ κάτι τέτοιο» ἀντέτεινε ὁ π. Θεόκλητος, Πρωτοσύγκελλος, τώρα τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μαντινείας καὶ Κυνουρίας, ὁ ὁποῖος ὁδηγοῦσε τὸ αὐτοκίνητο.

Καὶ ὅμως δὲν διεψεύσθην. « Ὁ Μητροπολίτης Θεόκλητος εἶχε κοιμηθῆ». Συγκλονιστικὸς ὁ τρόπος τῆς μεταστάσεώς του καὶ ἀποκαλυπτικός τῆς ἐναρέτου βιοτῆς καὶ πολιτείας του.

Παραθέτομε τὰ γεγονότα ποὺ θυμίζουν πρόσωπα μιᾶς «ἀλλοτινῆς» φωτοφόρου ἁγίας περιόδου, ποὺ ὅμως κατ' οἰκονομίαν τοῦ Θεοῦ ζοῦν καὶ στὴν δική μας, ἀλλά καί σέ κάθε ἐποχή.

Τὸ ἀπόγευμα τῆς ἡμέρας ἐκείνης ὁ ἀοίδιμος Θεόκλητος, ἀφοῦ δὲν ἠδύνατο νὰ ἀνέλθῃ στὶς χιονισμένες Βάρσες, ἐπέμενε καὶ μετέβη μὲ τὸν Ὁδηγὸ καὶ τόν Γραμματέα τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως στὴν Ἱερὰ Μονὴ Ἁγίου Νικολάου Καλτεζῶν,

( Μοναστήρι ἱστορικό, ὅπου συνῆλθε ἡ πρώτη Ἐθνοσυνέλευση μετά τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1821) προκειμένου νὰ ἐκπληρώσῃ τὸ χρέος του ἐνώπιον τοῦ Ἁγίου Νικολάου.

Ἔφθασε στὴν Ἱερὰ Μονή, εἰσῆλθε στὸ Καθολικὸ καὶ ὅπως συνήθιζε, πῆρε ἕνα κερὶ, τὸ ἄναψε καὶ κρατώντας το, ἠσπάσθη τὶς ἱερὲς εἰκόνες, εἰσῆλθε στὸ Ἅγιο Βῆμα καὶ ἀφοῦ ἐποίησε

«μετανοίας τρεῖς» ἠσπάσθη γιὰ τελευταία φορὰ τὸ Ἱερὸ Εὐαγγέλιο, ἀφοῦ ὅταν ἐπλησίασαν τὰ χείλη του τήν Βίβλο τῆς ἀποκεκαλυμμένης Ἀληθείας, ἐξῆλθε ἡ ἁγία ψυχή του, ἐνῶ τὸ σῶμα του ἔμεινε κεκλιμένο σέ στάση δεήσεως μέ γερμένη τὴν ἱερὰ κεφαλὴ ἐπὶ τῆς φρικτῆς καὶ ἁγίας Τραπέζης, τὴν ὁποία ἠράσθη ἐκ νεότητος αὐτοῦ καὶ ἐνώπιόν τῆς ὁποίας ἔζη ὡς ἐπίγειος Ἄγγελος, ἐπὶ ἥμισυ καὶ πλέον αἰῶνα, προσφέρων τὴν ἀναίμακτη Μυσταγωγία, ὑπὲρ σωτηρίας τοῦ ἐμπεπιστευμένου αὐτῷ ποιμνίου.

Ἡ ἐπιθυμία τοῦ ἀοιδίμου Γέροντος ἐξεπληρώθη. Σύμπας ὁ Ἱερὸς Κλῆρος, οἱ μοναστικές Ἀδελφότητες καὶ ὁ φιλόθεος Ἀρκαδικὸς Λαός, τὴν Τετάρτη 11 Ἰανουαρίου τοῦ ἰδίου ἔτους, μὲ πρωτοφανεῖς ἐκδηλώσεις τιμῆς, ἐκήδευσε ἀπό τόν Ἱερό Μητροπολιτκό Ναό Ἁγίου Βασιλείου Τριπόλεως τὸν, ἐπί τριάντα χρόνια (1965-1995), Ποιμενάρχη του, προπέμποντας αὐτόν ἐν δάκρυσιν εὐγνωμοσύνης καὶ μὲ τὴν βεβαιότητα τῆς Ἀναστάσεως στὴν αἰωνιότητα, ὅπου ἤδη συναγάλλεται μετὰ τῶν Ἁγίων τῶν ἀπ' αἰῶνος Θεῷ εὐαρεστησάντων.

Μὲ δέος ἐνθυμοῦμαι τὶς ὧρες ἐκεῖνες καὶ ἰδιαιτέρως τὴν ἱερὰ ἀγρυπνία τῆς ὁποίας προέστη ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης τότε Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου καὶ νῦν Μαντινείας καὶ Κυνουρίας κ. Ἀλέξανδρος, (χειροτονία εἰς Διάκονον καί Πρεσβύτερον τοῦ ἀοιδίμου Ἱεράρχου) ὁ ὁποῖος καὶ διεδέχθη, πρὸς χαρὰν καί παραμυθίαν ὅλων ἡμῶν, τὸν μεταστάντα Γέροντά μας.

Τὸν πλαισιώσαμε στὴν Θεία Λειτουργία, ἡ ἐλαχιστότητά μου, ὁ νῦν Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ἱερισσοῦ, Ἁγίου Ὅρους καὶ Ἀρδαμερίου κ. Θεόκλητος,(εἴμασταν τότε ἱεροκήρυκές τοῦ μακαριστοῦ Θεοκλήτου) καὶ ἄλλοι Κληρικοί.

Μὲ δέος ἱερὸ, ἐπίσης, σημειώνω ὅτι ἡ εὐχὴ τοῦ ἀοιδίμου Γέροντός μας πρὸς τοὺς τρεῖς Ἱεροκήρυκές του καὶ ἡ ὁλόθερμη προσευχὴ πρὸς τὸν Θεὸ, ἐξεπληρώθη.

Πρῶτος προήχθη ὁ νῦν Μητροπολίτης Μαντινείας καὶ Κυνουρίας κ. Ἀλέξανδρος, ἐν συνεχείᾳ ἡ ταπεινότης μου, μέ τήν εὐχή τοῦ Γέροντός μας καί τήν ἀγάπη καί ἀμέριστη συμπαράσταση τοῦ Σεβασμιωτάτου κ. Ἀλεξάνδρου καὶ μετὰ ταῦτα ὁ ἃγιος Ἱερισσοῦ, μέ τήν ἀπό τόν οὐρανό πρεσβεία, ἐπίσης, τοῦ μακαριστοῦ Θεοκλήτου, τήν συγκινητική ὑποστήριξη τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Μαντινείας καί Κυνουρίας κ. Ἀλεξάνδρου καί τήν ἐν ἀγάπῃ συνεπικουρία τῆς ἐλαχιστότητός μου.

Πιστεύω ἀκράδαντα ὅτι μᾶς ἐβοήθησε ἡ εὐχή του καὶ ἡ ἀγάπη του ὅσο ζοῦσε καὶ μετὰ τὴν ἔξοδό του ἐκ τοῦ κόσμου τούτου, μᾶς ἐστήριξε καί μᾶς στηρίζει ἡ δέησή του καὶ ἡ παρρησία του στόν οὐράνιο Πατέρα μας.

Ὁ τόπος ὅπου ἀναπαύεται τό σκήνωμά του, πίσω ἀπὸ τὸ ἅγιο Βῆμα τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος Τριπόλεως, ὁ κοινὸς δηλ. τάφος τῶν Ἀρχιερέων, δέχεται καθ' ἡμέραν τὴν εὐγνωμοσύνη καὶ τὸ προσκύνημα τῶν εὐλαβῶν Τριπολιτῶν.

Τότε πού ἒφυγε γιά τόν οὐρανό ὁ Γέροντάς μας, ἐγράψαμε κάποιους στίχους, ἔκφραση πηγαίας εὐγνωμοσύνης πρὸς τὸ σεπτὸ καὶ ἡγιασμένο πρόσωπό του, τούς ὁποίους ἐπαναλαμβάνομε καί τώρα καί τούς παραθέτομε εἰς μνημόσυνον αὐτοῦ, ὑποκλινόμενοι ,εὐλαβῶς, ἐνώπιον τῆς σεβασμίας μορφῆς του.

«Ροδόσταμα τῆς καρδιᾶς μας, τὰ δάκρυα ποὺ ραίνουν τὸν τάφο σου, Πατέρα μας,

Λουλούδια οἱ στεναγμοί μας, ἂς γίνουν στὴν Ἱερά σου μνήμη, Ἄγγελέ μας,

Ἡ θύμησή σου νωπὴ πάντα, θὰ κατακαίῃ τὰ σωθικά μας, Ποιμενάρχη μας,

Ἡλιαχτίδα τὸ χαμόγελό σου, θὰ φωτίζῃ τὴν πορεία μας,

Βάλσαμο παρηγοριᾶς ὁ γλυκύς σου λόγος, θα'ρχεται νά ἁπαλύνῃ τὶς ὧρες τοῦ πόνου μας,

Ἡ ἀγάπη σου Γέροντά μας, θὰ μᾶς συντροφεύῃ κατά τὶς ὧρες τῆς φοβερῆς μοναξιᾶς μας,

Κάθε χτύπημα τῆς καμπάνας, καθημερινὴ καὶ σὲ γιορτὴ ἐσένα θὰ χαιρετάῃ Δάσκαλέ μας, μεγάλε φίλε καὶ ἀδελφέ μας.

Κι ὅσο θὰ ζοῦμε ἐπάνω στὴ γῆ, χρυσὴ ἡ μορφή σου στὴν ψυχή μας, θὰ νοηματίζῃ τὴν πορεία μας καὶ θὰ ὁδηγῇ τὰ βήματά μας.

Νοσταγλία ἡ κάθε στιγμή μας, γιὰ τὴ γλυκειὰ συνάντησή σου, στὸν Οὐρανό, λατρευτέ μας Ἱεράρχη.

Θὰ σ' ἀγαποῦμε γιὰ πάντα.

Ἀναπαύου ἐν εἰρήνῃ καὶ εὔχου ὑπὲρ ἡμῶν τῶν πνευματικῶν σου τέκνων.

Καλὴ Ἀνάσταση Δεσπότη μας.»

 

''ΤΟΙΟΥΤΟΣ ΗΜΙΝ ΕΠΡΕΠΕ ΑΡΧΙΕΡΕΥΣ''

Kyrillos

*Του Βαγγέλη Σαμαρά

Τον πολιό ιεράρχη με τα σπουδαία πνευματικά χαρίσματα που ο Πανάγαθος Θεός αξίωσε να ποιμάνει θεοφιλώς εννέα συναπτά έτη, την Ιερά Μητρόπολη Θεσσαλιώτιδος και Φαναριοφερσάλων κ. Κύριλλο τον Β', ευλόγησε ο Ύψιστος να γνωρίσω από μικρό παιδί, όταν εκείνος ήταν Πρωτοσύγκελος της Ιεράς Μητρόπολης, στην οποία και υπηρέτησε.

Παρατηρούσα τον π. Κύριλλο να βάζει συνήθως “ευλογητός” σε Εσπερινούς και μου προξενούσε μεγάλη και θετική εντύπωση το απλούν του χαρακτήρος του, το μειλίχειον του ιερέως και η πραότητα που εξέπεμπε το πρόσωπο του λειτουργού στο Θυσιαστήριο.

Αποτελούσε το πρότυπο του ιερέως και αυτό ήταν που κράτησα μέσα μου ως μια εικόνα ανεξίτηλη.

Έκτοτε πέρασαν πολλά χρόνια, ο π. Κύριλλος εξελέγη Μητροπολίτης Κυθήρων και εν συνεχεία καταστάθηκε στην Ιερά Μητρόπολη Θεσσαλιώτιδος.

Μετά από πολλά χρόνια βρέθηκα ως προσκυνητής σε κάποιο Ναό της Καρδίτσας και ο Θεός με έφερε ξανά κοντά στον Ποιμενάρχη με την πραότητα και την αγάπη.

Η αλήθεια είναι ότι εθλίβην όταν πληροφορήθηκα την περιπέτεια της υγείας του, αλλά συνάμα χάρηκα με την ψυχική του δύναμη και την πίστη του στο Θεό να εξακολουθεί να λειτουργεί στο Θυσιαστήριό Του με μια ανεξήγητη δύναμη την οποία αντλεί από Εκείνον και αυτό είναι που προξενεί και προκαλεί θετική σε όλους εντύπωση.

Τόσο ως ιερέας, όσο και ως επίσκοπος αλλά και ως άνθρωπος, έδωσε «την καλή μαρτυρία Ιησού Χριστού» και εξακολουθεί να τη δίδει προς το ποίμνιο της Μητροπόλεως Θεσσαλιώτιδος το οποίο τον αγαπά και τον τιμά, μολονότι έχει πλέον αποσυρθεί από την ενεργό υπηρεσία.

Ως αντικαταστάτη του ο Θεός ευδόκησε να αποστείλει έναν άξιο Ποιμενάρχη ταπεινό, εργατικό και φιλακόλουθο, τον νυν Σεβ. Μητροπολίτη Θεσσαλιώτιδος κ. Τιμόθεο ο οποίος τιμά και σέβεται τον Πολιό γέροντα στεκόμενος δίπλα του όπως ο υιός στον πατέρα.

Τούτες οι ταπεινές σκέψεις ενός ανθρώπου που μπορεί να έζησε για λίγο τον Σεβάσμιο Μητροπολίτη πρ. Θεσσαλιώτιδος κ. Κύριλλο, και όχι όπως οι συνεργάτες και το ποίμνιο της Ιεράς Μητροπόλεως Θεσσαλιώτιδος, ωστόσο διδάχθηκε πολλά από εκείνον, θα κλείσουν με τη Φήμη του ιεράρχη: “Κυρίλλου του Σεβασμιωτάτου και Θεοπροβλήτου Μητροπολίτου πολλά τα έτη”.

* Θεολόγος ΑΠΘ – μεταπτυχιακός φοιτητής στο Ελληνικό Ανοιχτό Πανεπιστήμιο (σπουδές στην Ορθόδοξη Θεολογία), δημοσιογράφος Πρακτορείου Εκκλησιαστικών Ειδήσεων «Romfea.gr»

Κασσανδρείας Συνέσιος: Ο Επίσκοπος που δεν υπήρξε Δεσπότης

sinesios5

Μέχρι σήμερα το περιοδικό «Πολύγυρος» παρουσίασε όλους σχεδόν τους επισκόπους της Ιεράς Μητροπόλεως Κασσανδρείας από του σωτηρίου έτους 1791 και εντεύθεν(1).

Ο μακροβιότερος όλων υπήρξε ο μακαριστός Συνέσιος Βισβίνης, αφού ποίμανε τη μητρόπολη Κασσανδρείας επί 40 συναπτά έτη (1960-2000) με τόση σύνεση και σωφροσύνη, ώστε να μη δημιουργηθεί κανένα πρόβλημα στη μακρόχρονη θητεία του.

Ο Συνέσιος, κατά κόσμον Κωνσταντίνος Βισβίνης(2), πατρός Σπυρίδωνος και μητρός Τριανταφυλλιάς, (3ο από τα 6 παιδιά της οικογένειας) γεννήθηκε το 1912 στην ιστορική κωμόπολη Βαθύ της Αυλίδος. Τα πρώτα γράμματα τα έμαθε στη γενέτειρά του, ενώ τις γυμνασιακές του σπουδές στη Χαλκίδα. Υπήρξε αριστούχος της Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής και της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, απ’ όπου αποφοίτησε το 1936 με λαμπρές επιδόσεις ιδιαίτερα στον τομέα του Κανονικού Δικαίου.

Το 1940 εκάρη μοναχός στην Ιερά Μονή Ιερουσαλήμ-Δαυλείας της Μητροπόλεως Θηβών & Λεβαδείας και έλαβε το όνομα Συνέσιος προς τιμήν του Αγίου Συνεσίου επισκόπου Καρπασίας της Κύπρου και του Μητροπολίτη Θηβών & Λεβαδείας Συνεσίου Φιλιππίδη, από τον οποίο χειροτονήθηκε διάκονος και ορίστηκε ιεροκήρυκας στην ίδια Μητρόπολη. Το 1941 χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και συγχρόνως έλαβε το οφίκιο του αρχιμανδρίτη.

Το ίδιο έτος διορίστηκε ιεροκήρυκας στην Ι.Μ. Παραμυθίας, εμποδίστηκε όμως από τον στρατό κατοχής, γι’ αυτό μετετέθη στην Ι.Μ. Θηβών & Λεβαδείας, απ’ όπου αποσπάσθηκε στην γειτονική Ι.Μ. Χαλκίδος. Εκεί, υπηρέτησε ως ιεροκήρυκας και προϊστάμενος του Μητροπολιτικού Ναού Χαλκίδος μέχρι το 1960. Ενδιάμεσα υπηρέτησε ως στρατιωτικός ιερέας σε διάφορες μονάδες και στη Σ. Σ. Ευελπίδων και όταν αποστρατεύτηκε επανήλθε στο Μητροπολιτικό Ναό Χαλκίδος. Τέλος, το 1957 διορίστηκε Πρωτοσύγκελος της Ι. Μ. Χαλκίδος.

Κατά την περίοδο της κατοχής, ενημέρωσε το στρατηγείο της Μ. Ανατολής για την ύπαρξη μεγάλης βάσης ανεφοδιασμού γερμανικών υποβρυχίων ανατολικά της Εύβοιας και επιτεύχθηκε η καταστροφή της. Η συμμετοχή του στην επιχείρηση αυτή, είχε ως αποτέλεσμα οι Γερμανοί να τον καταδικάσουν τρις εις θάνατον.

Για τη συμμετοχή του στην Αντίσταση παρασημοφορήθηκε από τη μητέρα πατρίδα. Κατά τη διάρκεια του εμφυλίου συνελήφθη από αντάρτες, καταδικάσθηκε εις θάνατον και οδηγήθηκε στο δάσος για εκτέλεση. Όμως η πρόνοια του Θεού τον έσωσε: ο εκτελεστής φάνηκε πονόψυχος, πυροβόλησε στον αέρα και άφησε τον Συνέσιο να φύγει.

Τον Μάιο του 1960 ο Συνέσιος εξελέγη από την Ιεραρχία της Εκκλησίας, Μητροπολίτης Κασσανδρείας. Η ενθρόνισή του έγινε το απόγευμα της Κυριακής 10 Ιουλίου με κάθε επισημότητα. Η «Φωνή της Χαλκιδικής» της 17ης Ιουλ.1960, έγραφε: «…αφίκετο εις την πόλιν μας ο προ τινος εκλεγείς … Μητροπολίτης Κασσανδρείας κ. κ. Συνέσιος, συνοδευόμενος υπό των … Παντελεήμονος Θεσ/νίκης, Κυπριανού Σπάρτης, Παύλου Ιερισσού & Αγ. Όρους, ως και των κ. κ. Νομάρχου, Εισαγγελέως… Τον νέον μητροπολίτην μας υπεδέχθησαν εις τα πρόθυρα της πόλεως… αι Αρχαί …και όλοι σχεδόν οι κάτοικοι…, προσεφώνησε δε αυτόν ο Δήμαρχός μας, όστις τω «προσέφερεν εγκόλπιον», όπερ προορίζετο δια τον αείμνηστον Ειρηναίον… Μετά ταύτα εν πομπή συνοδεύθη …εις τον Ι. Ν. Αγ. Νικολάου, ένθα εγένετο η ενθρόνησίς του, υπό τας ζωηράς εκδηλώσεις χαράς … του εκκλησιάσματος!..»

Έκτοτε, ο Συνέσιος ποίμανε την επαρχία μας επί 40 χρόνια και με την εν γένει παρουσία του κέρδισε το σεβασμό της ιεραρχίας και όλων των κατοίκων της Χαλκιδικής. Κατά γενική εκτίμηση υπήρξε συντηρητικός, πλην δίκαιος, σώφρων και μαχητής ιεράρχης.

Η γνώμη του στην Ιερά Σύνοδο ήταν βαρύνουσα και οι απόψεις του ήταν σεβαστές απ’ όλους τους ιεράρχες (3).

Χαρακτηριστικό ήταν το ενδιαφέρον του για τη νεολαία, γι’ αυτό και πραγματοποιούσε πολλές επισκέψεις στα σχολεία συμβουλεύοντας τους μαθητές. Δημιούργησε Εκκλησιαστικό Οικοτροφείο στον Πολύγυρο, και στην Κασσανδρεία καθώς και Γηροκομείο στα Ν. Μουδανιά. Αξιοσημείωτη ήταν επίσης η προσφορά του στον ενδεή άνθρωπο με τη λειτουργία του Φιλόπτωχου Ταμείου της Μητροπόλεως.

Ιδιαίτερη θεωρείται η συμβολή του στην ανέγερση Ιερών Ναών, στην οικοδόμηση του Μητροπολιτικού Μεγάρου, στην ίδρυση Κατηχητικών Σχολείων καθώς και στη δημιουργία Ιδρύματος Προστασίας Άγαμων Μητέρων στη Θέρμη. Σημαντική και η συνεισφορά του στο Μοναχισμό, καθώς διευκόλυνε την ίδρυση πέντε Μοναστηριών, θεωρώντας τα ως προπύργια του χριστιανισμού (Ιωάννου Θεολόγου Σουρωτής (4), Ευαγγελισμού της Θεοτόκου Ορμυλίας, Τιμίου Προδρόμου Μεταμορφώσεως, Οσίου Αρσενίου Βατοπαιδίου, Οσίου Ιωάννου του Ρώσσου Πευκοχωρίου).

Οι κατά καιρούς βιογράφοι του τον χαρακτήρισαν βιβλική μορφή, Νέστορα της Εκκλησίας5, μεγάλο πατριώτη, επίσκοπο που δεν υπήρξε δεσπότης. Χαρακτήρισαν επίσης το λόγο του γλυκύ, παρηγορητικό, στέρεο, απολαυστικό.

Είπαν επίσης πως τον κοσμούσαν η πραότητα, η νηφαλιότητα, η φιλανθρωπία, η φλογερή πίστη κλπ. κλπ… Εμείς, δεν θα εξαντλήσουμε την παρουσίασή του σε πομπώδεις χαρακτηρισμούς, παρά μόνο θα αναφερθούμε σε δυο-τρία περιστατικά που φανερώνουν την αγάπη και την σύνεση που ποίμανε το ποίμνιο της επαρχίας του.

Όταν μετέβαινε στο ναό για να λειτουργήσει, έβαζε πρώτα χρήματα στο παγκάρι, έπαιρνε κερί, το άναβε και ασπαζόταν τις εικόνες. Στη συνέχεια περνούσε από το φιλόπτωχο ταμείο, έβαζε ένα όχι ευκαταφρόνητο ποσόν κι ύστερα διά της Ωραίας Πύλης έμπαινε στο ιερό, απ’ όπου συνήθως συμπροσευχόταν.

Όταν δεν λειτουργούσε, συνήθως παρέμενε στο ιερό και έβγαινε στο δεσποτικό μόνο για την είσοδο του Ευαγγελίου και για το κήρυγμα την ώρα του κοινωνικού.

Δεν συνήθιζε να χοροστατεί, ουδέποτε τον θυμηθήκαμε με μανδύα επάνω στο θρόνο.

Ως λειτουργός ήταν απλός και μεγαλοπρεπής. Του άρεσε ο πλάγιος του πρώτου και σ’ αυτόν εκφωνούσε, «Ὅπως ὑπό τοῦ κράτους σου πάντοτε φυλαττόμενοι…» για να δώσει στους ψάλτες τον ήχο του χερουβικού. Ήθελε ακόμη την ώρα του κοινωνικού να ακούγεται κάποιο χαρούμενο μέλος με προτίμηση στον κλασικό πολυέλεο του Πέτρου Λαμπαδαρίου «Δοῦλοι Κύριον».

Απέφευγε να κάνει παρατηρήσεις, όταν συνέβαιναν λάθη στην ακολουθία. Έλεγε χαμηλοφώνως στους παρισταμένους ιερείς, που αισθάνονταν την ανάγκη να επέμβουν και να διορθώσουν: «Αφήστε το, λίγοι θα το καταλάβουν» και συνέχιζε την ακολουθία. Κάποτε, νεοχειροτόνητος διάκος έκανε λάθος στη φήμη του: «Συνεσίου τοῦ Σεβασμιωτάτου…». Ούτε και τότε επενέβη, μόνο χαμογελώντας ψιθύρισε: «Γρηγόριε, τη φήμη μου!»

Προσερχόταν στην εκκλησία του Αγ. Νικολάου στους εσπερινούς του Σαββάτου και τις παραμονές μεγάλων εορτών, καθώς και στις Παρακλήσεις του Δεκαπενταυγούστου. Παρών σ’ όλα τα εξωκκλήσια, όταν γιόρταζαν. Απηύθυνε εκεί λόγο επίκαιρο για τον εορταζόμενο Άγιο ή την εορτή, αλλά και ευχαριστήριο και επαινετικό προς τους οικονόμους του εξωκκλησιού για την φροντίδα και τον προσωπικό τους μόχθο στην πανήγυρη.

Ήταν άνθρωπος ευχαριστίας προς όλους. Έστελνε μικρά ευχαριστήρια σημειώματα σε όσους του πρόσφεραν κάτι, όσο μικρής αξίας κι αν ήταν αυτό.

Ευχαριστούσε ακόμη και τις παριστάμενες στο ναό πολιτικές και στρατιωτικές Αρχές, καθώς και όλους τους επισήμους, τους ιεροψάλτες, τους ιερείς άλλων χωριών, που έρχονταν στην γιορτή του Αγ. Νικολάου (Μητροπολιτικός ναός), τους επιτρόπους και το εκκλησίασμα.

Ο αείμνηστος Συνέσιος απέφευγε σκόπιμα να μιλά εκτενώς για τον εαυτό του και το έργο του. Δεν ήθελε ακόμη να δίνει το όνομά του σε αγάμους κληρικούς, που χειροτονούσε ο ίδιος.

Μόνη εξαίρεση στα σαράντα χρόνια της ποιμαντορίας του ήταν όταν στις 18.3.1995 ετέλεσε μοναχική κουρά στο Ησυχαστήριο του Οσίου Αρσενίου και έδωσε με πολλή συγκίνηση και πατρική αγάπη για πρώτη και τελευταία φορά το όνομά του στον μοναχό, που έκειρε.

Κάποτε, νεαρός κληρικός της Μητροπόλεως τον πλησίασε προσπαθώντας με κατάλληλες ερωτήσεις να εκμαιεύσει πληροφορίες σχετικά με τη ζωή του, προκειμένου να συντάξει βιογραφικό του σημείωμα.

Εκείνος όμως το κατάλαβε αμέσως και τον σταμάτησε εξ αρχής, λέγοντάς του το λακωνικό ρητό «λάθε βιώσας», που το είχε σ’ όλη του τη ζωή απαράβατο κανόνα και γνώμονα.

Επιζητούσε την κρυφή πνευματική εργασία και την αφάνεια. Την ονομαστική του εορτή (23 Μαΐου) τη γιόρταζε με απλή λειτουργία στην εκκλησία του Αγ. Νικολάου και στο τέλος πρόσφερε μικρό κέρασμα στον κόσμο, που περνούσε να του ευχηθεί.

Δεν θυμηθήκαμε –εμείς που τον ζήσαμε – να ερχόταν άλλος επίσκοπος στα ονομαστήριά του, αλλά και ο ίδιος ουδέποτε μετέβαινε σε εορτές συνεπισκόπων του.

Αρκούνταν σε ευχετήριο τηλεγράφημα ή τηλεφώνημα. Πάντα διακριτικός, δεν ήθελε με την παρουσία του να βάζει τους ανθρώπους σε φροντίδες για την περιποίησή του.

Αυτή τη στάση κρατούσε και στην επικοινωνία με τα μοναστήρια της Επαρχίας του. Αγάπη και διάκριση. Απλή, σύντομη επίσκεψη, χωρίς τραπέζια και δεξιώσεις.

Κάθε απόγευμα, όταν δεν είχε ποιμαντικές ή άλλες υποχρεώσεις, έβγαινε προς τα “Πλάια” κάνοντας περίπατο, μεγάλο τα πρώτα χρόνια, μικρότερο καθώς εγήρασκε, συνοδευόμενος πάντα από κάποιον κληρικό ή ευλαβή νέο του Πολυγύρου.

Στον περίπατο αυτό ανέπτυσσε συνήθως θέματα επί παντός επιστητού. Έτσι ο συνοδός του άκουγε κάθε φορά και μία διάλεξη γύρω από τη θεολογία, την ιστορία, τη φιλοσοφία, το δίκαιο κ.ά. Ήταν αστείρευτη πηγή γνώσεων και νους κριτικός από τους σπάνιους. Και στα βαθειά γεράματά του ακόμη διάβαζε βιβλία βαθυστόχαστα, κυρίως θεολογικά, εντρυφώντας σ’ αυτά με πολλή επιμέλεια. Κατείχε οπωσδήποτε το «γνῶθι σαὐτόν» και το «γηράσκω ἀεί διδασκόμενος».

Ο Συνέσιος, όπως προείπαμε ήταν συντηρητικός ιεράρχης και ήταν γνωστές οι θέσεις του περί την “αριστερά” στη χώρα μας. Παρ’ όλα αυτά δεν ξεχώριζε τους ανθρώπους με κριτήριο την ιδεολογία τους (6).

Χαρακτηριστική είναι η αναφορά του Γ. Παπαδόπουλου, πρώην προέδρου Ν. Τρίγλιας και πολιτικού κρατούμενου στην περίοδο της χούντας, στην εφημερίδα «Γνώμη της Χαλκιδικής» της 18ης/11/2000: «…21 Απριλίου 1967…Με συνέλαβαν την ίδια μέρα. Τελικά βρέθηκα στα κρατητήρια της Αστυνομικής Διεύθυνσης Πολυγύρου με πολλούς άλλους… Μέσα στην αγωνία μας … άνοιξε η πόρτα του κρατητηρίου και βρέθηκε μπροστά μας σεπτή η μορφή του Δεσπότη μας Συνεσίου… Με λόγια παρήγορα …, μας έδωσε κουράγιο και θάρρος να ξεπεράσουμε τη μεγάλη μας δοκιμασία… Έστειλε δε και οικονομική βοήθεια σε όσους είχαν οικογένειες. Τότε είδα στα βουρκωμένα μάτια του το πέλαγος της Χριστιανικής αγάπης για τον δοκιμαζόμενο άνθρωπο…».

Ο π. Ευάγγελος Παχυγιαννάκης έγραψε επίσης στη «Χειραψία» του 2009: «Ένα βράδυ, όταν έμενα … στο Οικοτροφείο της Αγ. Μαγδαληνής, μου λέει ο π. Ιωακείμ: “Έλα… να κάνομε μια βόλτα, να γνωρίσεις και τον Πολύγυρο.”… Πήραμε τα σοκάκια και χτύπησε μια πόρτα. Άνοιξε χαμογελαστή η νοικοκυρά…, μας κέρασε γλυκό, ευχαριστήσαμε και φύγαμε. Πήγαμε πιο πάνω… τα ίδια. “Πάμε πιο πέρα, σ’ ένα άλλο σπίτι”, μου λέει. Και τότε εξέφρασα την απορία μου. “Αυτή τη δουλειά θα κάνομε απόψε;…”. “Έλα ευλογημένε… σε καναδυό θα πάμε ακόμη”. Τότε άρχισα να υποψιάζομαι κάτι. Αντιλαμβάνομαι πως, την ώρα που χαιρετούσε ο π. Ιωακείμ τους ανθρώπους, κάτι τους έβαζε στο χέρι. Τι ήταν;

Ο Παππούς, έτσι λέγαμε τον Δεσπότη, εκείνη τη μέρα είχε πληρωθεί. Ο διαχειριστής, Β. Πεγιάς, … όταν έπαιρνε το μισθό του Παππού, ξεχρέωνε τα ψώνια και όσα χρήματα έμεναν, τα έβαζε σε φακελάκια, τα οποία μοίραζε ο πάτερ Ιωακείμ σε άπορες οικογένειες…».

Ο Συνέσιος εκτός των άλλων, ανέπτυξε και σημαντική συγγραφική δράση (7). Με την άφιξή του σχεδόν στον Πολύγυρο, δημοσίευσε τους λόγους του στη «Φωνή της Χαλκιδικής». Οι δημοσιεύσεις αυτές ήσαν πρωτοσέλιδες και έφεραν τον τίτλο «Το κήρυγμα της Κυριακής»8 από τον Αύγ. του 1960 μέχρι τον Ιαν. του 1965 και «Από τον αγρό του Κυρίου» μέχρι το Δεκ. του 1977, οπότε η Φ.τ.Χ. έκλεισε. Τις ομιλίες αυτές, ο Αρχιμανδρίτης Θεοφύλακτος Μαρινάκης, περιέλαβε στο βιβλίο «Από τον αγρό του Κυρίου», έκδοση της Μορφωτικής Αδελφότητος Θέρμης, 1988.

Το δεύτερο βιβλίο του Συνεσίου, είναι τα «Κρίνα του αγρού» (2 τόμοι), 1992, έκδοση της Αδελφότητος «Ο Μέγας Βασίλειος». Πρόκειται για ένα κλασικό Κυριακοδρόμιο, που σκοπό έχει “την στήριξιν της ευαγγελικής Αληθείας και της πίστεως εις Χριστόν …”.

Το τρίτο και πιο ενδιαφέρον βιβλίο είναι το «Συνοδικαί Αναμνήσεις», Πολύγυρος 1994, το οποίο έγραψε, όπως ο ίδιος αναφέρει στον πρόλογο, «δια να δικαιολογήσω διατί μετέσχον της Αριστίνδην Συνόδου του 1967 και δια να υποστηρίξω ότι η συμμετοχή μου δεν έβλαψε κανέναν…». Το βιβλίο περιλαμβάνει τις θέσεις του Συνεσίου σε ζητήματα που απασχόλησαν και ενίοτε δίχασαν την Ιερά Σύνοδο, μεταξύ των οποίων «Το αυτόματο διαζύγιο», «Σχέσεις Εκκλησίας-πολιτείας», «Πολιτικός γάμος», «Πρότασις προς συμφιλίωσιν κομμάτων» κλπ.

Δεν θα πρέπει να παραλείψουμε βέβαια το μικρό εγκόλπιο που εξέδωσε με τίτλο «Ορθόδοξε χριστιανέ, μάθε επιτέλους την αλήθεια», που αναφέρεται στους χιλιαστές και κυκλοφόρησε ευρέως σε όλη τη μητροπολιτική περιφέρεια.

Τέλος, μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει το ανέκδοτο χειρόγραφο ημερολόγιό του, που συνέταξε ως Στρατιωτικός Ιερεύς από τον Μάιο του 1948 μέχρι τον Ιούνιο του 1950, σε περιοχές της Δ. Μακεδονίας και στη Σ. Σ. Ευελπίδων.

Σε εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε προς τιμήν του στα Ν. Μουδανιά, λίγους μήνες πριν το θάνατό του, στην οποία δεν παρέστη, έγραψε μεταξύ άλλων στον χαιρετισμό που απέστειλε: «Παρά πάσαν δυσκολίαν, επιθυμία μου ήτο και είναι να υπηρετήσω την Εκκλησίαν του Χριστού, ώστε να συντελέσω πολλά από τα τέκνα μου να εύρουν ανοιχτήν την οδόν προς την σωτηρίαν. Τι επέτυχα; Ο Θεός γνωρίζει. Πάντως η πρόθεσίς μου ήτο και είναι αγνή…»

Ο μακαριστός Συνέσιος Βισβίνης, νοσηλεύτηκε επί μακρόν σε νοσοκομείο της Θεσσαλονίκης, και την Πέμπτη 9 Νοεμβρίου 2000 μετεφέρθη στην Μητρόπολη Κασσανδρείας, όπου εκοιμήθη το απόγευμα της ίδια μέρας. Την επομένη μετεφέρθη στον Μητροπολιτικό Ναό, όπου πλήθος κόσμου συνέρρευσε και ασπάστηκε για τελευταία φορά το χέρι του. Την 12η του μηνός ακολούθησε η εξόδιος ακολουθία, προεξάρχοντος του Αρχιεπισκόπου Αθηνών Χριστοδούλου και η ταφή του στο προαύλιο του Μητροπολιτικού Ναού, δίπλα στον τάφο του αείμνηστου Μητροπολίτη Ειρηναίου.

Σημειώσεις:

Ο «Πολύγυρος» ασχολήθηκε πολλές φορές στο παρελθόν με τους μητροπολίτες Κασσανδρείας και παρουσίασε τη ζωή και το έργο πολλών εξ αυτών, όπως του Ιγνατίου (τ. 3/2001), Ειρηναίου (ειδικό αφιέρωμα τ. 23ο/2004), Ιωάννη (τ.38&39/2007), και τέλος παρουσίασε τους επισκόπους από το 1791 έως το 1907 (τ.70 & 71/2012). Για τον Συνέσιο, ο π. Αθ. Τσαούσης έγραψε στο τ. 19ο /2003 το «Τριετές ή Ατελεύτητο Μνημόσυνο Κυρού Συνεσίου».

Συγγενείς του μακαριστού Συνεσίου σήμερα στον Πολύγυρο είναι οι οικογένειες της ανεψιάς του Αντωνίας Σερδάρη-Ανδρίτσου και του ανεψιού του, αείμνηστου Γεωργίου Σερδάρη. Ιδιαίτερες ευχαριστίες στη σύζυγο του Ασημίνα Βερροιώτη Σερδάρη για τις πολύτιμες πληροφορίες που μας παρέθεσε στην εκπόνηση της μελέτης αυτής.
Ο νυν Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Ιερώνυμος Β΄ υπήρξε πνευματικό παιδί του Συνεσίου και αμφότεροι Αρβανίτες. Ο δε μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Αθηνών, Σεραφείμ, όταν απηύθυνε το λόγο στον Συνέσιο στην Ιερά Σύνοδο συνήθιζε να του λέει: «Λέγε και συ, ωρέ Αρβανίτη, τη γνώμη σου!»

Το ησυχαστήριο της Σουρωτής κτίστηκε με τη συνεργασία του γέροντος Παϊσίου και του π. Αγαθάγγελου Παρλάντζα, μετά την ευλογία που έλαβε ο τελευταίος από τον Μητροπολίτη Συνέσιο. Τα σχέδια της αρχικής πτέρυγας του Ησυχαστηρίου εκπόνησε ο Σωτήριος Σέφερ. Κατά τη διάρκεια της συνεργασίας αυτής ο γέροντας Παΐσιος επισκέφτηκε αρκετές φορές τον Πολύγυρο και τον π. Αγαθάγγελο, γνώριμό του απ’ το 1950.

Ο π. Αγαθάγγελος, όταν τον ρωτήσαμε για την διαποίμανση της επαρχίας επί Συνεσίου, την χαρακτήρισε ευφυώς ως «εποχή του Περικλέους».
Η ευαισθησία αυτή του Συνεσίου ίσως να οφείλεται στο γεγονός ότι ο αδελφός του Μενέλαος (Μινέλης για τους συντρόφους του), υπήρξε ιδεολόγος αριστερός και πέρασε πολλά χρόνια της ζωής του στην εξορία.

Ο Συνέσιος εθεωρείτο «κινητή εγκυκλοπαίδεια» και γνώριζε άριστα την Αγγλική και Γαλλική γλώσσα. Μπορούσε ακόμη να συνεννοείται στα αρβανίτικα και στα τουρκικά.
Η στήλη υπό τον τίτλο «Το κήρυγμα της Κυριακής», προϋπήρχε, στη «Φ. τ.Χ.», από το Μάρτιο του 1959, την οποία υπέγραφε στην αρχή ο «Σπορεύς» και μέχρι τον Ιούνιο του 1960 ο Σπύρος Ζωδιάτης. Πιθανότατα Σπορεύς και Σπ. Ζωδιάτης να είναι το ίδιο πρόσωπο.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:

Εφημερίδες: Πανευβοϊκόν Βήμα, Αλλαγή της Χαλκιδικής, Γνώμη της Χαλκιδικής, Η Χαλκιδική Σήμερα, Κασσάνδρα, Μακεδονία, Φωνή της Χαλκιδικής.

Περιοδικά: «Χριστιανικοί Παλμοί» τ. 235/2000, «Χειραψία», τ. 6/2009.

Αρχεία: Αντωνίας Ανδρίτσου, Ασημίνας Βερροιώτη-Σερδάρη, Ι.Μ. Αγ. Αρσενίου. Ι.Μητροπόλεως Κασσανδρείας.

''Οικονομία''

theofania

Σε μία ομιλία του, αδελφοί μου αγαπητοί και φιλέορτοι, ο Άγιος Πρόκλος, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως και μαθητής του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, μιλώντας για την μεγάλη εορτή των Θεοφανείων, την οποία γιορτάζουμε και πανηγυρίζουμε σήμερα, λέγει τα εξής :

«Φάνηκε ο Χριστός στον κόσμο, και τον άχαρο κόσμο στόλισε με απέραντη ευφροσύνη. Σήκωσε πάνω Του την αμαρτία του κόσμου, και καταπάτησε για πάντα τον εχθρό του κόσμου. Αγίασε τις πηγές των υδάτων και φώτισε τις ψυχές των ανθρώπων ...

Η σημερινή γιορτή αποκαλύπτει μεγαλύτερα θαύματα από εκείνη της χριστουγεννιάτικης νύκτας. Γιατί εκείνη την νυχτιά που μας πέρασε χαιρότανε μονάχα η γη, καθώς βάστάζε πάνω της, στην αγκαλιά της φάτνης, τον Παντοκράτορα Θεό.

Σήμερα όμως, που γιορτάζουμε τα Θεοφάνεια, ευφραίνεται μαζί της και η θάλασσα. Καί ευφραίνεται, γιατί διά μέσου του Ιορδάνη λαμβάνει μέρος και αυτή στην ευλογία του αγιασμού ...

Ο Ήλιος της δικαιοσύνης λούζεται στού Ιορδάνη τα νερά. Η φωτιά βουτά και σμίγει με τα νερά. Καί ο Θεός από άνθρωπο αγιάζεται. Σήμερα ολόκληρη η κτίση βροντοφωνάζει και ανυμνεί: “Ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου!”»1.

Αυτήν την επιφανή ημέρα της πίστεώς μας, που ο Χριστός ο «πάσης επέκεινα καθαρότητος» βαπτίζεται στα νερά του Ιορδάνου «ίνα ημάς ελευθερώση εκ της δουλείας του εχθρού»·

Σήμερα που γιορτάζουμε την φανέρωση του μυστηρίου της ασυγχήτου και αδιαρέτου Παναγίας Τριάδος και χαίρεται η γη και η θάλασσα·

Σήμερα που ο κόσμος ολόκληρος γεμίζει από πνευματική ευφροσύνη, επιτρέψτε μου να μεταφέρω στην αγάπη σας λόγους οικοδομής και παρακλήσεως, δανεισμένους από την θεόπνευστη διδασκαλία των θεοφόρων Πατέρων της Αγίας μας Εκκλησίας.

Καί, πρώτον. Γιατί βαπτίζεται ο Δεσπότης πάντων, ο Χριστός; ερωτά ο Άγιος Πρόκλος.

Καί απαντά : «Όχι γιατί είχε ανάγκη από ψυχικό καθαρισμό, αλλά για να οικονομήσει με δυό τρόπους το συμφέρον των ψυχών μας. Με το νερό να μας δωρίσει την αγιαστική χάρη και να προτρέψει τον καθένα μας στο μυστήριο του βαπτίσματος». Αυτήν την αλήθεια διατυπώνει στην περίφημη υμνογραφία της Εκκλησίας μας και ο Άγιος Κοσμάς ο ποιητής ψάλλοντας:

«Αλλ’ ημίν εν εαυτώ οικονομών την αναγέννησιν»2.

Δεν βαπτίσθηκε επειδή είχε ανάγκη καθάρσεως, αλλά για να γίνει τύπος και υπογραμμός του δικού μας Βαπτίσματος, που είναι τέλειο και γίνεται με ύδωρ και Πνεύμα Άγιο.

Έτσι, αυτό το μυστήριο, που Εκείνος το συνέστησε λέγοντας «ο πιστεύσας και βαπτισθείς σωθήσεται»3, αποτελεί την θύρα που μας εισάγει στο Μυστήριο της Εκκλησίας.

Δεν πρόκειται για ένα κοσμικό γεγονός, όπως δυστυχώς γίνεται στις ημέρες μας, ούτε απλώς για μία τελετή με έναν ξένο προς την παράδοση της Εκκλησίας μας χαρακτήρα.

Αλλά, αποτελεί την πολιτογράφησή μας στην Βασιλεία των Ουρανών. Είναι το μυστήριο της υιοθεσίας. Με αυτό γινόμαστε υιοί του Θεού κατά χάρη.

Είναι το «όχημα προς ουρανόν, βασιλείας πρόξενον, υιοθεσίας χάρισμα», κατά τον θαυμαστό Ιεράρχη της Καισαρείας Μέγα Βασίλειο4.

«Καί σε εσένα κατέρχεται το Άγιο Πνεύμα, και σε εσένα ακούγεται από τον ουρανό η πατρική φωνή ... ότι τώρα έγινες υιός μου», θα βεβαιώσει ο κατηχητής των Ιεροσολύμων, Άγιος Κύριλλος5.

Καί «γιατί ανεώχθηκαν οι ουρανοί; Γιά να μάθεις ότι και όταν εσύ βαπτίζεσαι, γίνεται το ίδιο, ... το Άγιον Πνεύμα έρχεται και σε σένα»6.

«Αλλ’ ημίν εν εαυτώ οικονομών την αναγέννησιν».

Εξηγώντας οι Πατέρες της Εκκλησίας, γιατί ο Χριστός όρισε το νερό ως απαραίτητο στοιχείο του βαπτίσματος, μας υπογραμμίζουν ότι αυτό είναι το πιο πρόχειρο και γνώριμο στοιχείο του καθαρισμού.

Επομένως, συμβολίζει τον καθαρισμό της ψυχής, αλλά και την παρουσία σπερμάτων που βλαστάνουν και καρποφορούν. Χωρίς αυτό, δεν θα υπήρχε καμία μορφή ζωής.

Έτσι μας καθαρίζει από το προπατορικό αμάρτημα και κάθε άλλη αμαρτία και μας οδηγεί σε μία καινούργια και καρποφόρα αγιοπνευματική ζωή.

Καί όπως επί της εποχής του Νώε, «δι’ ύδατος κατέκλυσε και κατέπνιξε την αμαρτία του κόσμου, και διά θαλάσσης ελευθέρωσε από την δουλεία του Φαραώ το γένος των Εβραίων, έτσι δι’ ύδατος και Πνεύματος μας χαρίζει την σωτηρία και ανακαινίζει την παλαιωθείσα φύση από την αμαρτία»7. Άλλωστε, «επίγειον το φαινόμενον, και υπέρ τους ουρανούς το νοούμενον», αφού «διά καταδύσεως, η προς Θεόν άνοδος γίνεται»8.

Κατά την ώρα της Βαπτίσεως γίνεται ένας μυστηριώδης τοκετός, του οποίου γεννήτωρ είναι το Άγιον Πνεύμα. Με την ενέργεια του Παναγίου Πνεύματος ο βαπτιζόμενος γίνεται καινούργια κτίση, αποκτά καινούργιες δυνάμεις για μία καινούργια ζωή.

Γίνεται ζωντανό κύτταρο του σώματος της Εκκλησίας. «Τέτοια είναι η χάρις του Ιερού Μυστηρίου, ώστε και τελώνες και μάγους και αυτούς που είναι χειρότεροι απ΄ όλους και έχουν υποστεί απέραντη ατίμωση, τους κατατάσσει στην χορεία των τέκνων του Θεού . . . Καί από χωμάτινους το Βάπτισμα τους κάνει χρυσούς, αυτούς που λούσθηκαν το Άγιον Πνεύμα σαν φωτιά»9.

«Ελάτε να δείτε πρωτόγνωρο κατακλυσμό», μας καλεί ο Άγιος Πρόκλος, «πολύ μεγαλύτερον και δυνατότερον από εκείνον που γίνηκε την εποχή του Νώε.

Εκεί το νερό έπνιξε τους ανθρώπους και εδώ το νερό του βαπτίσματος, κείνους που είχαν πεθάνει πνευματικά ξαναζωντάνεψε, με τη δύναμη του Θεού που σήμερα βαπτίσθηκε.

Εκεί ο Νώε έφτιαξε κιβωτό στέρεα από ξύλα και εδώ ο Χριστός, ο νοητός Νώε, προσέλαβε από την άφθορο Παρθένο Μαρία την κιβωτό του σώματος.

Εκεί ο Νώε άλειψε την κιβωτό εξωτερικά με άσφαλτο πίσσα. Εδώ ο Χριστός δυνάμωσε και περιφρούρησε την κιβωτό του σώματος με το χρίσμα της πίστεως. Εκεί περιστερά που βάσταζε κλαδί ελιάς προμήνυσε την ευωδία του Δεσπότου Χριστού. Εδώ το Πνεύμα το Άγιον με τη μορφή ολόασπρης περιστεράς παρουσιάσθηκε και σε όλους φανέρωσε τον ελεήμονα Κύριο»10

Αδελφοί μου,

Θεοφάνεια και Επιφάνεια η σημερινή μεγάλη εορτή της πίστεώς μας. «Επεφάνη ο Σωτήρ τω γένει των ανθρώπων», «Επεφάνης σήμερον τη οικουμένη, και το φως σου Κύριε, εσημειώθη εφ’ ημάς» ψάλλει ο ιερός υμνογράφος. Πρόσκληση, συγχρόνως, για τον καθένα μας. Όχι μόνο να δούμε τον Δεσπότη Χριστό, αλλά και να έχουμε στον χώρο της καρδιάς μας την ζωντανή παρουσία Του.

Να ζεί μέσα μας ο Χριστός, σύμφωνα με το παράγγελμα του Αποστόλου : «Ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός»11. Δεν αποτελεί προνόμιο μόνο του Αποστόλου, αλλά συγχρόνως πρέπει να γίνει και υπέροχη πνευματική κατάσταση δική μας. «Τον Χριστόν και το πανάγιον Πνεύμα, ούχ ως ιμάτιον έξωθεν περικείμενον περιβαλλόμεθα, αλλ’ ως την καρδίαν και τους λογισμούς πληρούμενοί τε φωτός και το πρόσωπον χάριτος», μας προτρέπει ο Μέγας Φώτιος12.

Έτσι θα ζούμε πάντοτε μέσα στην ατμόσφαιρα των Θεοφανείων και θα επαναλαμβάνουμε και συγχρόνως θα ομολογούμε μαζί με ολόκληρη την Εκκλησία του Χριστού, μαζί με τους Αγγέλους και τους Αγίους το «Είδομεν το φως το αληθινόν, ελάβομεν Πνεύμα επουράνιον, εύρομεν Πίστιν αληθή, αδιαίρετον Τριάδα προσκυνούντες».

Μαζί με τις θερμότατες και εγκάρδιες ευχές μου και την αγάπη μου για τον καθένα σας ξεχωριστά, κατακλείω αυτήν την επικοινωνία μαζί σας σήμερα με την αποστολική ευλογία: «Η χάρις του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και η αγάπη του Θεού και Πατρός και η κοινωνία του Αγίου Πνεύματος είη μετά πάντων ημών». ΑΜΗΝ.

Ευχέτης προς τον επιφανέντα Κύριον

Ο ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ  ΣΑΣ

Ο ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ


1 Αγίου Πρόκλου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, Λόγος Ζ΄ Εις τα Άγια Θεοφάνεια, PG 65,757Α.

2 Τροπάριον Λιτής Θεοφανείων.

3 Μαρκ. 16,16

4 Μεγάλου Βασιλείου, Ομιλία ΙΓ΄ Προτρεπτική εις το άγιον βάπτισμα, PG 31,423.

5 Αγίου Κυρίλλου Πατριάρχου Ιεροσολύμων, Κατήχησις Γ΄ κεφ. 14. PG 33,445Α

6 Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Υπόμνημα εις τον Άγιον Ματθαίον τον Ευαγγελιστήν, Ομιλία ΙΒ΄ PG 57,205Α.

7 Ευχή του Μεγάλου Αγιασμού.

8 Τροπάριον Αίνων εορτής Θεοφανείων.

9 Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Υπόμνημα εις τον άγιον Ιωάννην τον Απόστολον και Ευαγγελιστήν, Ομιλία Ι΄, PG 59,75-76.

10 Αγίου Πρόκλου, ενθ΄ ανωτ. PG 65,760C.

11 Γαλ. 2,20

12 Μεγάλου Φωτίου Πατριάρχου Κων/λεως, Αμφιλόχια Β΄, Ερώτησις ρκζ΄ «Πως οι εις Χριστόν βαπτιζόμενοι Χριστόν ενδύονται;» ΕΠΕ 2,400.

Μικρός ή Μέγας αγιασμός;

agiamsos

Του Αρχιμ. Πορφυρίου | Romfea.gr


Κάθε χρόνο τέτοιες ημέρες, η συζήτηση γίνεται γιά τον Μέγα Αγιασμό. Μιλούν διάφοροι. Απόψεις ποικίλες. Και ανάμεσα στα πολλά γραφόμενα, αναφέρουν ότι έτσι γίνεται και στο Άγιο Όρος.

Βλέπεις η άποψη του ιερού Άθωνα πιάνει, μετράει παραπάνω, γιατί το Άγιο Όρος θεωρείται θεματοφύλακας της Παραδόσεως και των Τυπικών.

Σήμερα, 5-1-2015, στο Διαδίκτυο και το Facebook υπάρχουν αναρτήσεις σε αρκετές σελίδες με ένα-το ίδιο-άρθρο γιά τον Μικρό και Μεγάλο Αγιασμό, χωρίς να αναφέρουν ποιός το συνέταξε.

Έψαξα όμως και βρήκα σε μία σελίδα τον συντάκτη. Δεν θα αναφέρω όνομα, μην μπλέξουμε κιόλας, αλλά θα αναφέρω ένα απόσπασμα και μία σκέψη.

Τό κομμάτι που αντιγράφω: «῾Η σύγχρονη πράξη τῶν Μονῶν τοῦ ῾Αγίου ῞Ορους, πού κρατοῦν μέ πολλή προσοχή τίς παραδόσεις, ἔχει τήν ἑξῆς σειρά• Θεία Κοινωνία, ᾿Αντίδωρον, ῾Αγιασμός, κόλυβο. ᾿Ακόμη καί γιά λόγους πρακτικούς σήμερα συνιστᾶται πρῶτα νά παίρνουμε τό ἀντίδωρο ἀπό τό χέρι τοῦ Λειτουργοῦ ἱερέα καί στή συνέχεια νά μεταβαίνουμε στόν τόπο πού ὑπάρχει τό ἁγίασμα γιά νά μεταλάβουμε ἀπ’αὐτό καί νά πάρουμε καί γιά τό σπίτι μας.»

1.«῾Η σύγχρονη πράξη τῶν Μονῶν τοῦ ῾Αγίου ῞Ορους, πού κρατοῦν μέ πολλή προσοχή τίς παραδόσεις, ἔχει τήν ἑξῆς σειρά• Θεία Κοινωνία, ᾿Αντίδωρον, ῾Αγιασμός, κόλυβο...»

Πρώτα θα καταγράψω την αγιορειτική παράδοση, που την έζησα περισσότερα από τριάντα χρόνια. Ουδέποτε είδα ή έκανα αυτό που λέει.

Αλλά ας γράψω τί είδα να κάνει ένα χαριτωμένο γεροντάκι, ο γλυκύτατος, πανέξυπνος και σοφότατος, ο παπαΣίμων Σιμωνοπετρίτης – να έχουμε την αγία του ευχή.

Να σημειώσουμε ακόμα το ότι ο παπαΣίμων ήταν πάνω από σαράντα χρόνια τυπικάρης. Μάλιστα θυμάμαι σταυρονικητιανούς και γρηγοριάτες πατέρες που ερχόταν να τον συμβουλευτούν γιά διάφορα τυπικά, διάφορες δηλαδή απορίες στην τέλεση της λατρείας.

Η παλαιά τάξη της Μονής ήταν οι πατέρες να κοινωνούν κάθε είκοσι ημέρες, αφού πρώτα ερχόταν ο πνευματικός –εξομολόγος, στον οποίο προσερχόταν όλη η αδελφότης. Και, ως γνωστόν, κοινωνούσαν κάθε Σάββατο.

Την προηγούμενη από το Σάββατο της Θείας Μεταλήψεως Παρασκευή, στο πρώτο Ψαλτήρι, κατά την ανάγνωση δηλαδή του 19ου Καθίσματος, έβγαινε στην βορεινή πύλη του καθολικού ο εφημέριος, κρατώντας στό αριστερό μία μικρή φιάλη-μπουκάλι δηλαδή, και στο δεξί ένα ποτηράκι ή φλυτζανάκι.

Ήταν ασκεπής και φορούσε πετραχήλι. Με την σειρά της καλογερικής του ο καθένας μας, προσερχόμασταν, βάζαμε μία όρθια πρόσγεια μετάνοια, δηλαδή σκύβαμε ώστε να ακουμπήσουμε με το χέρι μέχρι το δάπεδο του ναού, σχηματίζαμε επιστήθιο σταυρό, λέγαμε το Κοντάκιο των Φώτων, ησύχως, το «Επεφάνης σήμερον», παίρναμε το φλυτζάνι γεμάτο πλέον, πίναμε τον Μέγα Αγιασμό, φιλούσαμε το δεξί χέρι του ιερέα και απερχόμασταν στο στασίδι μας. Να προσθέσω ότι προσκυνούσαμε και τα άγια εικονίσματα, στο προσκυνητάρι και στο τέμπλο. 

Αυτή η τάξη εφαρμοζόταν γιά αρκετά χρόνια και με την νέα συνοδεία. Εδώ σας μεταφέρω εικόνα του 1977 κ.ε. , τότε πήγα στο μοναστήρι.

Σαν εφημέριο θυμάμαι τον παπαΓερμανό, που πρόσφατα μας άφησε-ο θεός να τον αναπαύσει.

Τώρα ας έρθουμε στην περίοδο του Αγίου Δωδεκαημέρου.

Να πούμε εξ αρχής ότι ο Μέγας Αγιασμός τελείται από τον Προεστώτα, ο οποίος είναι ενδεδυμένος άπασαν την (αρχ)ιερατική του στολή.

Γιά τον Μέγα Αγιασμό της παραμονής δεν υπάρχει θέμα, γιατί γινόταν στο τέλος της Θείας Λειτουργίας και ήδη είχαμε κοινωνήσει.

Τότε ένας ιερέας μάς φώτιζε και πίναμε τον αγιασμό και άλλος ιερέας παραδίπλα μάς μοίραζε το αντίδωρο. Αυτός μπορούσε να φοράει και μόνον επιτραχήλιο.

Πρώτα ο Μέγας Αγιασμός, λοιπόν.

Με αυτό το ηγιασμένον ύδωρ ραντίζαμε όλο το μοναστήρι, κελλιά, κήπους, κτήματα, όλα γενικώς.

Λέγαν οι παπούδες πως αυτός ο αγιασμός «και πίνεται και χύνεται», όλες τις ημέρες.

Κατά την κυριώνυμη όμως;; Ο αγιασμός γινόταν στην βρύση, φιάλη δεν είχαμε. Μπαίναμε στην συνέχεια στο καθολικό γιά να τελεστεί η Θεία Λειτουργία.

Στο πρώτο αριστερά στασίδι, στρωνόταν ένα επίσημο ύφασμα, τοποθετούνταν κηροπήγιο με κερί και ο κόλυμβος με τον αγιασμό με κλειστό το καπάκι. Αλλού, τοποθετούν τραπεζάκι και βάζουν την μικρή κολυμβήθρα.

Όταν ερχόταν η ώρα να χαιρετήσουμε, πριν την θεία κοινωνία, ο εκκλησιαστικός άνοιγε το καπάκι από την μικρή κολυμβήθρα, και άναβε το κερί.

Αφού παίρναμε ευχή από τον Γέροντα, προσκυνούσαμε στο προσκυνητάρι, και όποιος δεν θα κοινωνούσε, στο κεντρικό προσκύνημα, έστριβε αριστερά, αποκαλυπτόταν, δηλαδή έβγαζε το κουκούλι και το σκουφί του, προσερχόταν μπροστά στο πρώτο αριστερά στασίδι, έκαμνε την μικρή μετάνοια, έλεγε από στήθους ή νοερώς το κοντάκιο «Επεφάνης σήμερον», και με το φλυτζανάκι, με μεγάλη προσοχή να μην χυθεί σταγόνα στο δάπεδο, έπινε τον Μέγα Αγιασμό.

Ο αρχάγγελος της αθωνικής ερήμου, ο παπαΕφραίμ Κατουνακιώτης, έχω ακούσει ότι έβαζε κανόνα τριαντατρείς μετάνοιες αν έπεφτε σταγόνα από τον Μέγα Αγιασμό στο δάπεδο.

Ο Μέγας Αγιασμός μόνον την πρώτη ημέρα και χύνεται και πίνεται, έλεγαν οι πατέρες. Τις άλλες ημέρες, μόνον πίνεται.

Όποιος κοινωνούσε, έτσι ασκεπής που ήταν μετά την μεταλαβιά, συνέχιζε και έκαμνε το ίδιο. Το αντίδωρο ύστερα.

Αυτό γινόταν μέχρι την απόδοση της εορτής των Θεοφανείων, στο τέλος της Θείας Λειτουργίας, κάθε πρωΐ.

Στην συνέχεια, και γιά όλον τον χρόνο, ο Μέγας Αγιασμός φυλασσόταν μέσα στο ιερό βήμα.

Αυτή η τάξη επικρατούσε γιά τον Μέγα Αγιασμό. Λέτε να άλλαξε; Δεν το ξέρω, αλλά δεν νομίζω να άλλαξε αυτή η τάξη.

2. «᾿Ακόμη καί γιά λόγους πρακτικούς σήμερα συνιστᾶται πρῶτα νά παίρνουμε τό ἀντίδωρο ἀπό τό χέρι τοῦ Λειτουργοῦ ἱερέα καί στή συνέχεια νά μεταβαίνουμε στόν τόπο πού ὑπάρχει τό ἁγίασμα γιά νά μεταλάβουμε ἀπ’αὐτό καί νά πάρουμε καί γιά τό σπίτι μας.»

Μπράααβο τυπικάρης;;;!!!

Το πρώτο σκέλος του αποφθέγματος αυτού ήδη απαντήθηκε.

Μπορούμε όμως να φυλάγουμε τον Μέγα Αγιασμό στο σπίτι μας; Κατηγορηματικά, ΟΧΙ.

Στο άρθρο που αναφερόμαστε, γίνεται αναφορά στον Άγιο Χρυσόστομο, ότι δηλαδή τόοοοτε, 4ος -5ος αιώνας, παίρνανε οι πιστοί Μέγα Αγιασμό στο σπίτι τους. Μα, αν είναι δυνατό;, τότε διατηρούσαν και σώμα Χριστού στα σπίτια τους οι Χριστιανοί και ακόμα κοινωνούσαν σε κάθε θεία λειτουργία.

Εξάλλου αυτό είναι ιστορικό παράθεμα, δεν είναι η παράδοση της Εκκλησίας. Παράδοση είναι αυτό που παραλαμβάνουμε από τους παλαιότερους πατέρες μας οι νεότεροι, γιά να το μεταδώσουμε στην επόμενη γεννιά.

Αλλά τό τί είναι παράδοση, χωράει πολλή και μεγάλη συζήτηση.

Άλλο αν υπάρχει κάτι παράδοξο και θέλει διόρθωση και άλλο συνέχιση της Παραδόσεως.

Τις προάλλες, είδαμε στο διαδίκτυο, ο πατριάρχης μεγάλης τοπικής εκκλησίας, με συνοδική Πράξη, να εντάσσει στο αγιολόγιό τους δύο αγίους που πρόσφατα το σεπτό Πατριαρχείο της Κωνσταντινουπόλεως ενέταξε στο Αγιολόγιο.

Το αναφέρω αυτό με την εξής σκέψη. Μήπως, δηλαδή, θα έπρεπε ή θα άξιζε να υπάρξει μία γραμμή της Εκκλησίας της Ελλάδος, αφού μελετηθεί σοβαρά το θέμα και αφού ερευνηθεί η ορθή πράξη και η τάξη του Αγίου Όρους και των Άλλων Μοναστηρίων, ακόμα και των κατά τόπους εκκλησιών, να χαραχθεί κοινή, ορθή και σωστή, τάξη από την τοπική μας Εκκλησία, ή ακόμα και τους κατά τόπους αγίους αρχιερείς μας;

Πάντως, το να «ορθοτομεί» και να προτείνει λύσεις ο καθένας από εμάς, και μάλιστα τους λαϊκούς αδελφούς μας, χρειάζεται πολύ σκέψη και πολλή προσοχή και προσευχή. Από αυτό το ζευγάρι, προτιμώ την προσοχή.

Καλή και ευλογημένη η αυριανή, αδελφοί μου.

* Ο Αρχιμανδρίτης Πορφύριος είναι Ηγούμενος της Ιεράς Μονής Τιμίου Προδρόμου Βέροιας

top
Has no content to show!