Άρθρα - Απόψεις

Δημαγωγοί και Δημαγωγούμενοι Σταυρωτές

syrou

Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Σύρου κ. Δωροθέου Β' |  Δημοκρατία

Είναι ιστορικά αποδεκτό και πρακτικά αποδεδειγμένο ότι τα περισσότερα δεινά σε μια χώρα και σε μια κοινωνία τα έχουν προκαλέσει οι δημαγωγοί.

Όπως λένε τα λεξικά, δημαγωγός είναι αυτός ο οποίος καθοδηγεί τον δήμο. Αυτός, δηλαδή, που έχει την ικανότητα δια της πειθούς να κατευθύνει τα πλήθη.

Στην αρχή η λέξη είχε καλή έννοια. Στις δημοκρατικές πόλεις της αρχαίας Ελλάδας, σήμαινε αυτόν ο οποίος με τις ρητορικές του ικανότητες και δια μέσου της δραστηριότητας του, κατόρθωνε να ασκεί μεγάλη επιρροή στον λαό.

Πολύ γρήγορα, όμως, πήρε το σημερινό αρνητικά φορτισμένο εννοιολογικό της περιεχόμενο, ώστε να σημαίνει αυτόν που με δόλο και ψευδολογίες αποπροσανατολίζει το λαό, τον χειραγωγεί και τον ποδηγετεί σε αποφάσεις, επιλογές και πρακτικές, ενισχυντικές και προωθητικές των στόχων του.

Οι κατά καιρούς δημαγωγοί, εκμεταλλευόμενοι την άγνοια, την παρορμητικότητα και ενίοτε τις ευαισθησίες του πλήθους, έγιναν και γίνονται αιτία εξόντωσης ικανών και εντίμων ανδρών, κατασπίλωσης και ηθικής εξόντωσης πολιτικών ή ιδεολογικών τους αντιπάλων, πραγματικών ή φανταστικών, κατευθύνοντας και φανατίζοντας το πλήθος, το οποίο προβαίνει σε ενέργειες, που κάτω από άλλες συνθήκες δεν θα διανοούνταν.

Γιατί, ο φόβος της τιμωρίας αλλά και η λογική εμποδίζουν πολλούς να προπηλακίσουν, να υβρίσουν, να λοιδορήσουν ή και να εγκληματήσουν, όταν είναι και δρουν ως μεμονωμένα άτομα.

Μόλις, όμως, βρεθούν- και χαθούν- στην ανωνυμία του πλήθους, που εξασφαλίζει την ατιμωρησία τους και αίρει τις όποιες αναστολές τους, τότε προβαίνουν σε αήθεις και ακραίες ενέργειες ή λαμβάνουν αποφάσεις, που δεν εμφορούνται από τη λογική, αλλά κυριαρχούνται από το πάθος και την έξαψη, που αυτό δημιουργεί, και γι’ αυτό κατά κανόνα αποβαίνουν επιζήμιες ή και καταστροφικές…

Φωνάζουν, γιατί και ο άλλος φωνάζει, υβρίζουν γιατί και ο άλλος υβρίζει, στασιάζουν, γιατί και ο άλλος στασιάζει, χωρίς να έχουν και την παραμικρή ιδέα για την αιτία, για την οποία φωνασκούν, υβρίζουν και στασιάζουν.

Παγιδευμένοι στα δίχτυα του φανατισμού, ούτε θέλουν, ούτε μπορούν να σκεφτούν λογικά, να κρίνουν ψύχραιμα και να προβληματιστούν…

Τα άτομα αυτά, υπό την επήρεια του φανατισμού δεν μπορούν να σκεφτούν λογικά και δεν ανέχονται τον αντίλογο. Είναι ετεροκίνητα, εύπιστα, ευμετάβλητα, ασταθή, παρορμητικά και μισαλλόδοξα, για τα οποία ισχύει το “ου με πείσεις, καν με πείσης”.

Και χρειάζεται μεγάλη δύναμη και τόλμη για να μπορέσουν οι, πάντα λίγοι, ψύχραιμοι και συνετοί να πάνε αντίθετα στο ρεύμα της γενικευμένης παράνοιας και να σταθούν όρθιοι και μόνοι μες στη φοβερή ερημία του πλήθους, όπως ο Χριστός!

Ο Χριστός, πού μέσα σε μια βδομάδα έζησε την παραφορά και την παραφροσύνη του πλήθους, το οποίο τη μια μέρα έσεισε τον τόπο, από την υποδοχή που του επεφύλαξε, και λίγες μέρες αργότερα, άκουσε το ίδιο πλήθος να φωνάζει «άρον, άρον σταύρωσον αυτόν» και να Τον υψώνει μόνο, κατάμονο πάνω στο Σταυρό, εγκαταλελειμμένο από τους ίδιους τους μαθητές Του.

Από την αρχαιότητα έως και σήμερα, η Ιστορία έχει καταγράψει στις σελίδες της πλήθος αρίστων που κυνηγήθηκαν από δημαγωγούς, όπως ο Αριστείδης ο Δίκαιος, αλλά και πλήθος καταστροφικών αποφάσεων, που λήφθηκαν, υπό την επήρεια της δημαγωγίας, όπως η Σικελική εκστρατεία, που οδήγησε στον όλεθρο τον Αθηναϊκό στρατό .

Ο Δημοσθένης στον τρίτο Ολυνθιακό λόγο του προβαίνει σε μια αποκαλυπτική διαπίστωση για την καταστροφική επίδραση των δημαγωγών και την ευπιστία του λαού, βροντοφωνάζοντας ότι «ἐξ οὗ δ᾽ οἱ διερωτῶντες ὑμᾶς οὗτοι πεφήνασι ῥήτορες «τί βούλεσθε; τί γράψω; τί ὑμῖν χαρίσωμαι;» προπέποται τῆς παραυτίκα χάριτος τὰ τῆς πόλεως πράγματα, καὶ τοιαυτὶ συμβαίνει, καὶ τὰ μὲν τούτων πάντα καλῶς ἔχει, τὰ δ᾽ ὑμέτερ᾽ αἰσχρῶς»!

«Αφότου, δηλαδή, εμφανίστηκαν οι ρήτορες που σας ρωτούν «τι επιθυμείτε; τι να εισηγηθώ; ποια χάρη να σας κάνω;» από εκείνη τη στιγμή θυσιάστηκαν απερίσκεπτα τα συμφέροντα της πόλης με αντάλλαγμα μια πρόσκαιρη δημοτικότητα· γι' αυτό συμβαίνουν τέτοια πράγματα· γι' αυτό όλες οι υποθέσεις αυτών πηγαίνουν καλά, ενώ οι δικές σας είναι για ντροπή».

Το ίδιο θα μπορούσαμε να αναφέρουμε και για τα σύγχρονα δεδομένα της ζοφερής πραγματικότητας, που ως άτομα και ως λαός βιώνουμε.

Η κριτική μας ικανότητα έχει αμβλυνθεί από την κυριαρχία της εικόνας και του συνθήματος.

Οι ηθικές μας αντιστάσεις έχουν κλονισθεί από την ανατροπή της κλίμακας αξιών.

Η ψυχικές μας αντοχές έχουν καμφθεί από την επέλαση της οικονομικής δυσπραγίας.

Η ψυχραιμία και η σύνεση και η λογική, που θα πρέπει να διέπουν λόγους, πράξεις και αποφάσεις μας, έχουν παραχωρήσει τη θέση τους σε μια απέλπιδα εξάρτηση και προσκόλληση σε όποιον χαϊδεύει τ` αυτιά μας, λέει όσα θέλουμε να ακούσουμε, υπόσχεται όσα θα θέλαμε να γίνου ή παρουσιάζοντας ως πραγματικότητα αυτά που φοβόμαστε ότι μπορεί να γίνουν!

Τελικά, το πρόβλημα μπορεί να μη βρίσκεται σε όσουν έχουν ενστερνισθεί τα όσα ο Χίτλερ συμβούλευε, ότι, δηλαδή, «αν θέλετε τη συμπάθεια των μαζών, πρέπει να λέτε τα πιο ηλίθια και τα πιο χοντρά ψέματα», αλλά σ` αυτούς που άκριτα και αβασάνιστα τους πιστεύουν!

 

Εννέα χρόνια δίπλα στον Μητροπολίτη Σύρου Δωρόθεο Β΄

dorotheso

Επιστολή Αλέξανδρου Μαρκουίζου

Κάθε χρόνο, καθώς ο Δεκέβρης περνάει τον κάβο του πρώτου δεκαπενθημέρου του και οδεύει προς την ένταξή του στα αρχεία της ανάμνησης και της ιστορίας, παίρνοντας μαζί του τις χαρές και τις λύπες μιας ολόκληρης χρονιάς, αναβιώνουν έντονες οι μνήμες της εκλογής σε Μητροπολίτη Σύρου και της χειροτονίας σε Επίσκοπο του Σεβασμιωτάτου Ποιμενάρχου μας κ. Δωροθέου Β'.

Πέρασαν 13 χρόνια από εκείνο το μεσημέρι της Παρασκευής, 14 και του Σαββάτου, 15 Δεκεμβρίου του 2001, όταν οι χαρμόσυνες κωδωνοκρουσίες των Ναών της Σύρου και των άλλων ένδεκα νησιών της Ιεράς μας Μητροπόλεως ανήγγειλαν το habemus patrem, αποκτήσαμε Πατέρα!

Εννιά από τα δεκατρία αυτά χρόνια είχα την διακεκριμένη τιμή, το ιδιάζον προνόμιο και την, συχνά δυσανάλογη προς τις δυνάμεις μου, ευθύνη να τον διακονώ ως Γραμματέας του και της Ιεράς Μητροπόλεως, να βρίσκομαι δίπλα του μέρα και νύχτα, να ζω τους κόπους, τις ευθύνες και τις αγωνίες του, τις πίκρες και τις απογοητεύσεις του, τους αγώνες και τις αγωνίες του, αλλά και τις όποιες ευχάριστες στιγμές του πρόσφερε και του προσφέρει η ποιμαντορία του....

Γι` αυτό και τούτες τις μέρες της μνήμης της μεγάλης χαράς αλλά και της βίωσης της μεγάλης πίκρας, κρίνω ότι δεν δικαιούμαι να σιωπήσω, δεν δικαιούμαι να κρατήσω για τον εαυτό μου τα συμπεράσματα και τις εμπειρίες μου, έστω και αν κατηγορηθώ από μερικούς, εξ ιδίων κρίνοντες τα αλλότρια, ως ετεροκίνητος και καθοδηγούμενος!

Εκείνο, που πρωτίστως καταθέτω είναι η, όχι μόνο προσωπική μου, διαπίστωση ότι η Πρόνοια του Θεού μας έδωσε ένα ευλογημένο Επίσκοπο, έναν Επίσκοπο της αγάπης, της ενότητας, της συνδιαλλαγής, της έμπρακτης φιλανθρωπίας, της μακροθυμίας, της ανεξικακίας, της διαρκούς και ανύστακτης φροντίδας για το ποίμνιό του, ένα ακαταπόνητο σπορέα του Λόγου του Θεού, που διασχίζει με κάθε πρόσφορο μέσο στεριά, θάλασσα και ουρανό, αψηφώντας τρικυμίες και κακοκαιρίες, για να βρεθεί κοντά στο λαό και του μικρότερου νησιού και της πλέον ολιγάνθρωπης Ενορίας…Ένα αληθινό Επίσκοπο του Χριστού, ο Οποίος, εν τω προσώπω του «επεσκέψατο τον λαόν αυτού».

Εννέα χρόνια αφουγκράζομαι τόν παλμό τῆς πλημμυρισμένης από αγάπη για το ποίμνιό του και τους Κληρικούς του καρδιάς του, ενωτίζομαι τους συχνά άγνωστους στους πολλούς αγώνες του για τα δίκαια της Εκκλησίας και την προστασία του λαού του, τον παρακολουθώ νά συμπάσχει καί νά δακρύζει μέ τούς κόπους καί τούς πόνους τῶν παιδιῶν του, να υπερασπίζεται τό μόχθο τοῦ καθημερινοῦ τους ἀγῶνα καί νά ἀγωνίζεται γιά τήν δικαίωσή του.....

Αισθάνθηκα, όμως, και αἰσθάνομαι καθημερινά και τούς πλαταγισμούς τῆς ἀμνησικακίας καί τῆς συγχωρητικότητάς του προς όλους αδιακρίτως, πρός Κληρικούς καί λαϊκούς, οἱ ὁποῖοι ἐκόντες ἠ ἄκοντες τον πόνεσαν, τον πίκραναν και τον απογοήτευσαν, τους οποίους αντιμετωπίζει επιλέγοντας τήν ὁδό τῆς φαινομενικῆς ἀδυναμίας τῆς ἀγάπης.

Εννέα ολόκληρα χρόνια ζω τις αγωνιώδεις του προσπάθειες, παραμένοντας αταλάντευτα πιστός στα όρια που οι Πατέρες έθεσαν, να διατηρήσει και να διαφυλάξει την κοινωνική συνοχή και την εν ειρήνη, ομονοία και συνεργασία συμπόρευση Ορθοδόξων και Ρκαθολικών, πρωταγωνιστώντας με τον Σεβασμιώτατο Φραγκίσκο σε εκδηλώσεις αγάπης, καταλλαγής και συναλληλίας, πληρώνοντας σκληρό προσωπικό τίμημα.

Όλοι γνωρίζουν τις επιθέσεις που δέχθηκε και δέχεται από Ορθοδόξους Κληρικούς και λαϊκούς, εντός και εκτὸς Ελλάδος, οποίοι μη γνωρίζοντας την κοινωνική και ιστορική πραγματικότητα της Σύρου και της Τήνου τον κατηγορούν, ούτε λίγο, ούτε πολύ, ως προδότη της Ορθοδοξίας...

Πολλοί πιστεύουν ότι το αρχιερατικό υπούργημα είναι θελκτικό και μεγαλειώδες και θεωρούν ότι ο Σεβασμιώτατος Ποιμενάρχης μας κ. Δωρόθεος Β' ζη σε μια ατελεύτη και αδιατάρακτη μακαριότητα, απολαμβάνοντας τιμές, δόξα και δύναμη.

Αλλά, ως εκ της θέσεώς μου, μπορώ να εγγυηθώ για το αντίθετο. Το επισκοπικό αξίωμα είναι βέβαια «αιδέσιμόν τε και φοβερόν…..», περικλείει, όμως, και αγωνίες και θλίψεις και οδύνες πολλές, που μόνο όσοι βρίσκονται δίπλα του μπορούν απλά να υποπτευθούν…..

Γιατί, κατά τον Θείο Χρυσόστομο «… Ο Επίσκοπος κάν οργισθή, κάν γελάση, κάν ανέσεως όναρ επιθυμήση, πολλοί οι σκώπτοντες, πολλοί οι σκανδαλιζόμενοι, πολλοί οι νομοθετούντες, πολλοί οι των προτέρων μεμνημένοι, πολλοί οι εις μηδέν αρεσκόμενοι και τα πάντα κακίζοντες»….

“Ο Επίσκοπος, είτε οργιστεί, είτε γελάσει, είτε ανάπαυση ονειρευτεί, θα βρεθούν πολλοί να τον κακολογήσουν, πολλοί που θα σκανδαλιστούν, πολλοί που νόμους και κανόνες θα επικαλεστούν, πολλοί που παλιές υποθέσεις θα θυμηθούν, πολλοί, που τίποτα δεν τους αρέσει και τα πάντα κατηγορούν…..”

Και, δυστυχώς, είναι πολλοί αυτοί που αντί του μάννα, του προσφέρουν χολή και ποτίζουν τη δίψα του με το όξος της αχαριστίας και της εύκολης, ανέξοδης και πάντα “κερδοφόρας” επισκοποκατηγορίας....

Άνθρωποι κακόπιστοι και εμπαθείς, νομίζουν ότι θα αποκτήσουν κύρος και υπόσταση υβρίζοντας, χυδαιολογώντας και συκοφαντώντας έναν Επίσκοπο, χάρη στον οποίο εκατοντάδες οικογένειες εφοδιάζονται με τρόφιμα, εκατοντάδες άλλοι ενισχύονται οικονομικά στην αποπληρωμή χρεών, λογαριασμών, φαρμάκων, νοσηλείων και στην κάλυψη άλλων βιωτικών τους αναγκών, δεκάδες φοιτητές ενισχύονται έκτακτα και τακτικά...

Η πόρτα του Γραφείου, του σπιτιού και της καρδιάς του είναι πάντα ανοιχτή, σε σημείο, που να αναρωτιέμαι αν δουλεύω σε Μητρόπολη ή σε Υπουργείο Εργασίας, Υγείας και Κοινωνικών Υπηρεσιών!

Έκρινα, όμως, αναγκαία τη δημοσιοποίηση των εμπειριών και των συμπερασμάτων μου από την εννιάχρονη υπηρεσία μου δίπλα στον Σεβασμιώτατο κ. Δωρόθεο Β' και για ένα ακόμη λόγο:

Την περασμένη Κυριακή, 7 Δεκεμβρίου, παρακολουθήσαμε εμβρόντητοι τις σκηνές που διαδραματίστηκαν έξω από τον ιερώτερο Ναό της Μητροπόλεώς μας, αν όχι της Ελλάδος, της Παναγίας της Τήνου, σκηνές, οι οποίες βεβήλωσαν τον ιερό χώρο, πρόσβαλαν την ευγένεια, την ευσέβεια και τον πολιτισμό των Τηνίων και μας μετέφεραν σε σκοτεινές εποχές....

Μερικοί χάρηκαν βλέποντας τον Επίσκοπο της Αγάπης, της Ανεξικακίας και της Φιλανθρωπίας να υβρίζεται και να προπηλακίζεται από ένα πλήθος παρασυρμένο από ασύστολα ψεύδη και ανυπόστατες φήμες, που έντεχνα ορισμένοι, για τους δικούς τους-όχι βέβαια αθώους-λόγους διέσπειραν, και έσπευσαν να τις αναπαραγάγουν, εντύπως και ηλεκτρονικώς, επικαλούμενοι, μάλιστα, την ανάγκη της ενημέρωσης του Λαού.

Ξεχνώντας, βέβαια, ότι η ενημέρωση πρέπει να είναι όχι μόνο έγκαιρη, αλλά και έγκυρη και αντικειμενική.... Μακάρι να μπορούσαν όλοι να ακούσουν τα γεμάτα οργή τηλεφωνήματα διαμαρτυρίας για τά θλιβερά γεγονότα της γείτονος νήσου και τις δηλώσεις, γραπτές και προφορικές, συμπαράστασης και θαυμασμού προς τον Σεβασμιώτατο κ. Δωρόθεο Β' που καθημερινά, δέχομαι στη Μητρόπολη, από απλούς πιστούς, αλλά και από Μητροπολίτες και Κληρικούς, από όλη την Ελλάδα, αλλά και από δεκάδες προσκυνητές της Μεγαλόχαρης, που μέχρι τώρα πίστευαν ότι το Προσκύνημα ανήκει στην Εκκλησία...

Εκείνο, που θαύμασα, όμως, και που δεν νομίζω ότι έχει κάτι ανάλογο να επιδείξει η σύγχρονη Εκκλησιαστική και Πολιτική ιστορία, είναι η αντίδραση του Σεβασμιωτάτου κ. Δωροθέου Β' προς τους υβριστές και κατ` αυτού βιαιοπραγούντες...

Πόση ψυχική δύναμη χρειάστηκε, άραγε, πόση υπομονή και καρτερία απαιτήθηκε, αλλά και πόσα αποθέματα αγάπης έπρεπε να διαθέτει, για να μπορέσει να διασχίσει το πλήθος ήρεμος και ατάραχος, ως αμνός εναντίον του κείροντος αυτόν, ευλογώντας μόνο;;;

Γι` αυτόν, λοιπόν, τον Επίσκοπο της καρδιάς μας αξίζει να είμαστε περήφανοι, να καυχώμαστε και να υπερηφανευόμαστε και να ευχαριστούμε το Θεό, που μας τον χάρισε, να Τον παρακαλοῦμε να του δίνει υγεία και δύναμη να συνεχίσει και να διευρύνει το πανταχόθεν αναγνωριζόμενο και επαινούμενο έργο του, προς αυτόν τον Επίσκοπο αξίζει να πούμε όλοι, και πρώτος εγώ, το “καν με δέη συν σοι αποθανείν, ου μη σε απαρνήσομαι!”

Ο Χριστιανισμός, φως της ανθρωπότητας

ecclesia

Του Αρχιμ. Χρυσόστομου Κ. Παπαθανασίου

Ὁ Χριστιανισμὸς εἶναι ἀποκάλυψη τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ πρὸς τοὺς ἀνθρώπους. Δὲν εἶναι ἰδεολογικὸ κατασκεύασμα καὶ μία ἀνθρώπινη φιλοσοφία.

Τὸν Θεὸ δὲν τὸν ἀνακαλύψαμε· μᾶς ἀποκαλύφθηκε ὁ Ἴδιος ὅταν ἡ ἄπειρη ἀγάπη Του τὸ θέλησε.

Ἀπὸ τὴν ἐμφάνισή του στὸ ἱστορικῶς γίγνεσθαι ὁ Χριστιανισμὸς εἶναι τὸ φῶς τῆς ἀνθρωπότητος. Τοῦτο ἐρείδεται στὴν ἴδια τὴν διαβεβαίωση τοῦ Χριστοῦ ὅτι Αὐτὸς εἶναι τὸ φῶς τοῦ κόσμου. «Ἐγώ εἰμι τὸ φῶς τοῦ κόσμου· ὁ ἀκολουθῶν ἐμοὶ οὐ μὴ περιπατήσει ἐν τῇ σκοτίᾳ ἀλλ’ ἕξει τὸ φῶς τῆς ζωῆς» (Ἰω. 8, 12).

Πρὸ τοῦ ἁγίου πάθους Του πάλιν εἶπε: «Ἐγὼ φῶς εἰς τὸν κόσμον ἐλήλυθα, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς ἐμὲ ἐν τῇ σκοτίᾳ μὴ μείνῃ» (Ἰω. 12,46).

Ἔπειτα, ἡ ἄλλη γερὴ βάση τοῦ φωτισμοῦ τῆς ἀνθρωπότητος εἶναι ἡ Ἀνάστασή Του. Ἐξ ἄλλου στὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ στηρίζεται ὁλόκληρο τὸ οἰκοδόμημα τῆς Ἐκκλησίας, τὸ κήρυγμα ἀνὰ τὴν οἰκουμένη τῶν Ἀποστόλων καὶ στὴ συνέχεια ὅλων τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας.

Εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς τοποθετούμεθα ὅτι τὸ Εὐαγγέλιον, δηλαδὴ ἡ θεία διδασκαλία καὶ κατ’ ἐπέκταση ὁλόκληρη ἡ Καινὴ Διαθήκη κατέστη τὸ φῶς τῆς ἀνθρωπότητος.

Ἡ γέννηση ἑνὸς χριστιανικοῦ πολιτισμοῦ, τοῦ πολιτισμοῦ τῆς ψυχῆς, βρίσκεται στὸ Ἱερὸ Εὐαγγέλιο, στὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ.

Εἰδικότερα, ἡ ἐπὶ τοῦ Ὄρους ὁμιλία τοῦ Κυρίου καὶ οἱ Παραβολὲς εἶναι οἱ λύχνοι φωτὸς τοῦ Χριστιανισμοῦ.

Στὴ συνέχεια ἡ γραφίδα τοῦ Ἀποστόλου τῶν Ἐθνῶν Παύλου ἔρχεται καὶ μιμεῖται τὸ τοῦ Χριστοῦ θεῖον κήρυγμα.

Ὁ Παῦλος ἑρμηνεύει καὶ φέρει περισσότερον κοντά μας τὴ θεία διδασκαλία. Τὸ ἴδιο καὶ ὁ Ἀπ. Πέτρος, ὁ Ἰωάννης, ὁ Ἰάκωβος καὶ οἱ ἄλλοι μαθητὲς καὶ ἀπόστολοι.

Τὸ ἔργο ἀργότερα τῶν Καππαδοκῶν Πατέρων εἶναι μία ὑπέροχη συνέχεια τῆς διδασκαλίας τῆς πίστεως.

Ἀλλὰ γιὰ νὰ κατανοήσουμε ὅτι ὁ Χριστιανισμὸς εἶναι τὸ φῶς τοῦ κόσμου εἶναι ἀνάγκη νὰ γνωρίζουμε ὅτι, ὅταν πρωτοεμφανίσθηκε ὁ Χριστιανισμὸς στὴν ἱστορία, ἡ ἀνθρωπότητα ἦταν σὲ τραγικὴ κατάσταση.

Ὑπῆρξε ἀρκετὴ παρακμὴ τῆς κοινωνίας. Κυριαρχοῦσε ἡ ὑποδούλωση τῶν ἀνθρώπων στὰ εἴδωλα. Ἀλλὰ καὶ τὸ ἴδιο τὸ δωδεκάθεο ἦταν ὑποδουλωμένο στὰ πάθη. Ἔφθασε ὁ ἄνθρωπος νὰ γίνεται ὑπάνθρωπος καὶ κτηνάνθρωπος.

Ὅταν ἦλθε τὸ φῶς τοῦ Εὐαγγελίου αὐτὸ φώτισε πολλὲς πλευρὲς τοῦ ἀνθρώπινου βίου. Ὁ Χριστιανισμὸς γίνεται παράγων ἀληθοῦς προόδου καὶ ἀνόδου ἐξ ἐπόψεως πνευματικῆς τοῦ ἀνθρώπου καὶ τῆς κοινωνίας γενικότερα.

Ὑπὸ τὸ φῶς τοῦ Χριστιανισμοῦ ἡ ἀνθρώπινη προσωπικότητα καταξιώνεται καὶ καθίσταται σεβαστή. Στὸν Χριστιανισμὸ ὁ ἄνθρωπος εἶναι πρόσωπο, ὄχι ἄτομο.

Εἶναι πλασμένος «κατ’ εἰκόνα Θεοῦ» καὶ «καθ’ ὁμοίωσιν» Αὐτοῦ. Ἡ ζωή του ἔχει νόημα. Ὑπάρχει σκοπὸς τῆς ζωῆς του. Ἔχει χαρίσματα καὶ θεῖες δωρεὲς μέσα του καὶ ὑπάρχει δυναμικὴ πρὸς θέωσίν του.

Εἰδικότερα, ἡ σύζευξη ἀνδρὸς καὶ γυναικός, δηλαδὴ ὁ γάμος εὐλογεῖται καὶ ἁγιάζεται καὶ καθίσταται ἱερὸς θεσμὸ καὶ ἱερὸ Μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας.

Ἔπειτα ἡ δημιουργία οἰκογένειας εἶναι μεγάλη εὐλογία καὶ τὰ τέκνα εἶναι δῶρα τοῦ Θεοῦ. Ἡ γυναῖκα ἀπὸ τὴν κατάσταση τοῦ «πράγματος», τῆς ἐκμετάλευσης καὶ ὑποτέλειας, ἀνυψώνεται καὶ ἐπιτελεῖ τὸ λειτούργημά της σὲ ἰσοτιμία μὲ τὸν ἄνδρα.

Ἡ βρεφοκτονία καταπολεμήθηκε καὶ τὸ παιδὶ δὲν εἶναι πλέον εἰς καταφρόνησιν ἀλλ’ ἔχει τὴν θέσιν του ἀπὸ τότε ποὺ ὁ Χριστὸς δέχθηκε τὰ παιδιὰ καὶ τὰ εὐλόγησε λέγοντας «ἄφετε τὰ παιδία καὶ μὴ κωλύετε αὐτὰ ἐλθεῖν πρός με» (Ματθ. 19, 14).

Ὁ ἄλλος ἄνθρωπος δὲν εἶναι ἐχθρός. Εἶναι ὁ πλησίον. Ὁ δοῦλος δὲν εἶναι σκλάβος πρὸς καταπίεσιν ὑπηρέτης ἀλλὰ συνάνθρωπος. Τὸ ἴδιο καὶ ὁ πρόσφυγας καὶ ὁ ξένος.

Ὁ Χριστιανισμὸς ὑπογραμμίζει καὶ σέβεται τὸν κάθε ἄνθρωπο. Ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὴν κοινωνική του θέση, ἔχει ἀξία σῶμα καὶ ἀθάνατη ψυχή. Ἡ ἀξιολόγησή του δὲν εἶναι συναρτημένη μὲ τὴν θέση του στὸ κράτος ἀλλὰ κάθε ἄνθρωπος, ὡς ἄνθρωπος εἶναι ἄξιος τιμῆς καὶ σεβασμοῦ.

Ἡ μεγάλη καινούργια ἐντολὴ τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἐκείνη τῆς ἀγάπης. Εἶναι τὸ καινούργιο φῶς, τὸ ὁποῖο ἔφερε ὁ Χριστιανισμὸς στὸν κόσμο.

Ἡ θεία ἐντολὴ «ἀγαπᾶτε ἀλλήλους» εἶναι τὸ οὐσιαστικὸ γνὠρισμα τῶν χριστιανῶν. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Χριστιανισμὸς διαφέρει ἀπ’ ὅλες τὶς ἰδεολογίες καὶ τὰ ποικίλα φιλοσοφικὰ καὶ πολιτικὰ συστήματα.

Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος τὸ εἶπε: «Ἐν τούτῳ γνώσονται πάντες ὅτι ἐμοὶ μαθηταί ἐστε, ἐὰν ἀγάπην ἔχητε ἐν ἀλλήλοις» (Ἰω. 13, 35).

Ἡ σπουδαιοτάτη καὶ μεγίστη αὐτὴ ἀρετὴ τῆς ἀγάπης, τὴν ὁποία ὕμνησε ὁ θεῖος Παῦλος, εἶναι ἐκείνη ποὺ ρίχνει τὸ σωστικὸ φῶς στὴν κοινωνία, ποὺ φωτίζει ψυχὲς καὶ θερμαίνει τὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων.

Χωρὶς τὴν χριστιανικὴ ἀγάπη, ἡ κοινωνία θὰ ἦταν ζούγκλα ἀγρίων θηρίων. Αὐτὴ ἡ ἀρετή, ὡς λέγει ὁ Ἱ. Χρυσόστομος, «πληροῖ μὲ ἀνέκφραστη χαρὰ τὴν ταπεινὴ καρδιὰ καὶ τὸ σῶμα παιδεύει καὶ τὸ πνεῦμα θερμαίνει, καὶ τὴν ψυχὴ λευκαίνει καὶ δίνει παρρησία πρὸς τὸν Θεόν». (Ἰω. Χρυσ. Περὶ ἀγάπης, PG 60, 775).

Ἀπ’ αὐτὴ τὴ βασικὴ ἔννοια τῆς ἀγάπης ξεκίνησαν ὅλα τὰ εὐεργετικὰ καὶ φιλανθρωπικὰ ἔργα τοῦ Χριστιανισμοῦ στὴν κοινωνία διὰ μέσου τῶν αἰώνων.

Νοσοκομεῖα, ὀρφανοτροφεῖα, γηροκομεῖα, λεπροκομεῖα, στέγες ἀνιάτων, συσσίτια, στέγες προνοίας καὶ τόσα ἄλλα ἱδρύματα προσφορᾶς καὶ διακονίας πρὸς τὸν συνάνθρωπο.

Ὡς γνωστὸν γίνεται πολὺς λόγος γιὰ τὰ ἀνθρώπινα δικαιώματα, τὰ ἀτομικὰ δικαιώματα. Ὡστόσο ὀφείλουμε νὰ ὑπογραμμίσουμε ὅτι τὸ φῶς τοῦ Εὐαγγελίου καὶ ὁ Χριστιανισμὸς ἀνέδειξαν τὴν ἀξία τῶν δικαιωμάτων αὐτῶν.

Ὁ Χριστιανισμὸς εὐλόγησε τὴν σωματικὴ καὶ πνευματικὴ ἐλευθερία, κήρυξε τὴν ἰσοτιμία τῶν ἀνθρώπων, πολέμησε τὴν δουλεία, τὶς διακρίσεις, τὴν οἰκονομικὴ ἀπληστία καὶ ἐκμετάλλευση τῶν πλουσίων, τὴν τοκογλυφία, τὴν ἀνηθικότητα πάσης μορφῆς.

Ἀξίζει νὰ ὑπενθυμίσουμε ὅτι τὴν Μεγάλη Χάρτα τῶν Ἐλευθεριῶν, τὴν ἔχουμε τὸ 1215.

Τὴν Διακήρυξη τῶν δικαιωμάτων τοῦ ἀνθρώπου καὶ τοῦ πολίτου, τὸ 1789, τὴν «Παγκόσμια Διακήρυξη τῶν Δικαιωμάτων τοῦ ἀνθρώπου» τοῦ ΟΗΕ τὸ 1948, τὴν «Εὐρωπαϊκὴ Συμφωνία γιὰ τὴν διαφύλαξη τῶν δικαιωμάτων τοῦ ἀνθρώπου καὶ τῶν βασικῶν ἐλευθεριῶν τὸ 1950, ἡ ὁποία τέθηκε σὲ ἰσχὺ τὸ 1953, γνωστὴ ὡς Εὐρωπαϊκὴ Σύμβαση τῆς Ρώμης καὶ ἄλλες σχετικὲς Διακηρύξεις τῆς Ἑνωμένης Εὐρώπης.

Τὰ τελευταῖα χρόνια ὣς τὴν Συνθήκη τῆς Λισσαβόνας τὸ ἔτος 2007. Τὰ ὑστερογενῆ αὐτὰ κείμενα εἶναι ἐξαιρετικὰ καλὰ καὶ λίαν χρήσιμα, ἀλλὰ δὲν μποροῦμε νὰ λησμονοῦμε τὴν συμβολὴ τοῦ Χριστιανικοῦ πνεύματος καὶ ἤθους στὴν δημιουργία αὐτῶν τῶν κειμένων.

Τὸ φῶς τοῦ Εὐαγγελίου φώτισε τὰ ἀνθρώπινα δικαιώματα, ἡ κοινωνιολογία τοῦ Εὐαγγελίου ἐξύψωσε τὸν πολιτισμὸ τῶν ἀνθρώπων καὶ τὰ διδάγματα τοῦ Εὐαγγελίου ἔδωσαν ἔμπνευση στοὺς λαούς.

Καὶ αὐτὸ γιατὶ ἡ χριστιανικὴ θεώρηση γιὰ τὸν ἄνθρωπο εἶναι πιὸ πλούσια καὶ βαθειὰ ἀπὸ ἐκείνη ποὺ μπορεῖ νὰ ἔχει ὁ ἄνθρωπος γιὰ τὸν ἑαυτό του μὲ μόνη τὴν δική του λογική.

Ἤδη τὸν πρῶτο αἰῶνα ὁ οὐρανοβάμων Παῦλος εἶχε διακηρύξει: «Οὐκ ἔνι Ἰουδαῖος, οὐδὲ Ἕλλην, οὐκ ἔνι δοῦλος, οὐδὲ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ· πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ (Γαλ. 3, 28).

Τὸ φῶς τοῦ Χριστιανισμοῦ δημιούργησε ἀληθινὸ πολιτισμό. Μὲ τὸ Εὐαγγέλιο ἐξημερώθηκαν λαοὶ καὶ γνώρισαν τὰ γράμματα καὶ γενικότερα τὴν παιδεία.

Συνειδητοὶ χριστιανοὶ πρόσφεραν πολλὰ στὴν ἀνθρωπότητα ὑπὸ τὴν ἐπίδραση τῆς θείας χριστιανικῆς διδασκαλίας. Τὰ ἐπιτεύγματα εἶναι πολλά.

Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας εἶναι οἱ πρωτεργάτες καὶ θεμελιωτὲς ἑνὸς ἀξιοθαύμαστου πολιτισμοῦ. Γνώριζαν ἄριστα τὰ κλασσικὰ γράμματα καὶ ἔφεραν τὴν σπουδαιοτάτη σύζευξη ἑλληνισμοῦ καὶ χριστιανισμοῦ. Τὰ βυζαντινὰ μοναστήρια καλλιέργησαν τὰ γράμματα καὶ τὶς τέχνες.

Πολλὰ ἀρχαῖα κλασσικὰ χειρόγραφα θὰ εἶχαν γιὰ πάντα χαθεῖ ἂν δὲν ὑπῆρχαν οἱ χριστιανοὶ ἐκεῖνοι ποὺ τὰ διαφύλαξαν. Ἀπὸ τὸν Ὅμηρο, τὸν Ἀριστοτέλη καὶ τὸν Πλάτωνα μέχρι τὸν Θουκιδίδη καὶ τὸν Ἀριστοφάνη.

Τὸ ἴδιο καὶ τὴν περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας, οἱ λόγιοι κληρικοὶ καὶ οἱ διδάσκαλοι τοῦ Γένους μετέδωσαν παιδεία καὶ πολιτισμό.

Στὴν παγκόσμια λογοτεχνία τὸ φῶς τοῦ Χριστιανισμοῦ φώτισε πολλὲς πλευρὲς τοῦ ψυχικοῦ - ἐσωτερικοῦ κόσμου τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἔχουμε θαυμάσια δημιουργήματα.

Τὸ ἴδιο καὶ στὸ χῶρο τῆς μουσικῆς, τοῦ θεάτρου, τῆς ζωγραφικῆς, ἀρχιτεκτονικῆς, ξυλογλυπτικῆς, τῆς γλυπτικῆς τέχνης.

Τὸ χριστιανικὸ φῶς δίδει νέες δημιουργίες, νέες προσεγγίσεις τοῦ μυστηρίου ἄνθρωπος, σῶμα καὶ ψυχή, κόσμος.

Εὐεργετικὴ καὶ θετικὴ ὑπῆρξε ἡ συμβολὴ τοῦ Χριστιανισμοῦ καὶ στὸν ἐπιστημονικὸ χῶρο. Κορυφαῖοι ἐρευνητές, ἐφευρέτες καὶ ἐπιστήμονες διαφόρων ἐπιστημονικῶν κλάδων ὁμολογοῦν τὴν βοήθεια τῆς θείας πρόνοιας, τὴν ἠθικὴ ἐνίσχυση ποὺ ἔλαβαν ἀπὸ τὴν μελέτη τῆς Βίβλου καὶ τὴν δύναμη ποὺ ἀπεκόμισαν ἀπὸ τὴν προσευχή τους στὸ Θεό.

Ἂν κατά διαφόρους χρονικὲς περιόδους ἐμφανίστηκαν ἀντιδράσεις καὶ φανατισμοί, τοῦτο τὸ φαινόμενο δὲν ὀφείλεται στὶς ἀρχὲς τοῦ Εὐαγγελίου, οὔτε στὸ ἦθος καὶ τὴν ἀλήθεια τοῦ Χριστιανισμοῦ.

Πρόκειται γιὰ παραφθορά, παρακμὴ καὶ ἀλλοίωση τοῦ φρονήματος τῆς χριστιανικῆς διδασκαλίας. Ἰδιαιτέρως στὴ Δύση καὶ δὴ στὸν Μεσαίωνα ἔχουμε τέτοιες ἐκτροπὲς τὶς ὁποῖες ὁ ὑγιὴς Χριστιανισμὸς ἀπέρριψε.

Μὴ λησμονοῦμε ὅτι καὶ στὸν κύκλο τῶν δώδεκα μαθητῶν τοῦ Ἰησοῦ ἐμφανίσθηκε καὶ ἡ προδοσία τοῦ ἑνός. Μεγίστη ὑπῆρξε ἡ εὐεργετικὴ ἐπίδραση τοῦ Χριστιανισμοῦ καὶ στὸ δίκαιο καὶ τὴν νομοθεσία.

Τὸ ἴδιο σπουδαία ὑπῆρξε ἡ συμβολὴ καὶ ἡ ἔμπνευση ἀπὸ τὸ ἦθος τοῦ Εὐαγγελίου στὴν ἐφαρμογὴ τῆς ἰατρικῆς ἐπιστήμης.

Ὁ Χριστιανισμὸς παραμένει τὸ θεμέλιο καὶ ἡ ρίζα τοῦ ἀληθινοῦ ἀνθρώπινου πολιτισμοῦ καὶ εἶναι τὸ φῶς τῆς πραγματικῆς προόδου τῆς κοινωνίας.

Ὁ Χριστιανισμὸς δὲν εἶναι σκότος καὶ σκοταδισμός. Εἶναι φῶς καὶ ἀνώτερος, ἀναγεννητικὸς πολιτισμός.

Ἰδιαίτερα ἡ Ὀρθοδοξία, τὸ αὐθεντικὸ πρόσωπο τοῦ Χριστιανισμοῦ, εἶναι τὸ ἀριστούργημα ποὺ φωτίζει καὶ χαριτώνει τὴν ἱστορία τοῦ πολιτισμοῦ.

Ο Γέροντας Γαβριήλ πρότυπό μας στην άρση βαρών

gavriil-4

Του Δρ Χαραλάμπη Μ. Μπούσια | Romfea.gr

Ὁ Χριστός μας εἶναι ἡ ἀληθινὴ ἀγάπη, αὐτὴ ποὺ διατηρεῖται ἀναλλοίωτη στὸ χρόνο, αὐτὴ ποὺ βαστάζει τὰ βάρη, τὶς στενοχώριες, τὶς θλίψεις ὅλων μας, ποὺ τοῦ ἀναθέτουμε κάθε μέριμνα τῆς ζωῆς μας κατὰ τὴν προτροπὴ τοῦ λειτουργοῦ τῆς Ἐκκλησίας μας «ἑαυτοὺς καὶ ἀλλήλους καὶ πᾶσαν τὴν ζωὴν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα».

Αὐτὴ ἡ προτροπὴ στηρίζεται στὴν ἄλλη σωτήρια καὶ εἰρηνοποιὸ προστροπὴ τοῦ προφητάνακτος Δαβίδ «ἐπίῤῥιψον ἐπὶ Κύριον τὴν μέριμνάν σου καὶ αὐτός σε διαθρέψει» (Ψαλμ. 54, 23).

Γιὰ νὰ κατανοήσουμε τί σημαίνει νὰ ἀφήνουμε τὸν ἑαυτό μας στὸ Θεό, ἂς δοῦμε τὸ διάλογο ἑνὸς θεολόγου μὲ ἔνα ζητιάνο, τὸν ὁποῖο συνάντησε κουρελιασμένο καὶ μὲ πληγωμένα γόνατα στὴ αὐλὴ μιᾶς Ἐκκλησίας, ὅπως τὸν περιγράφει ὁ σύγχρονος Ἅγιος Ἰωάννης Μαξίμοβιτς:

- «Καλὸ καὶ εὐτυχισμένο πρωϊνό, γέροντα».

- «Ποτὲ δὲν εἶχα κακὸ καὶ δυστυχισμένο πρωϊνό».
(ὁ θεολόγος σὲ ἀμηχανία διορθώνει)

- «Εἴθε νὰ σοῦ στείλει ὁ Θεὸς κάθε ἀγαθό»!

- «Οὐδέποτε μοῦ ἐστάλη κάτι μὴ ἀγαθό»!
(ὁ θεολόγος παραξενεύεται καὶ τοῦ λέει)

- «Τί συμβαίνει μὲ σένα, γέροντα; Ἐγὼ σοῦ εὔχομαι κάθε εὐτυχία».

- «Μὰ ποτὲ δὲν ἔννοιωσα δυστυχής. Ζῶ σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Γιὰ τὸ ζυγὸ ποὺ μοῦ ἔδωσε ὁ Θεὸς ποτὲ δὲν δυσανασχέτησα καὶ εἶμαι πάντοτε εὐχαριστημένος».

- «Ἀπὸ ποὺ ἦλθες ἐσύ, γέροντα, ἐδῶ»;

- «Ἀπὸ τὸν Θεό».

- «Καὶ ποῦ Τὸν βρῆκες»;

«Ἐκεῖ ποὺ Τὸν ἄφησα, στὴν ἀγαθὴ προαίρεση».

- «Ποιός εἶσαι, γέροντα, καὶ σὲ ποιὰ τάξη ἀνήκεις»;

- «Ὅποιος κι ἂν εἶμαι, εἶμαι ἱκανοποιημένος μὲ την κατάστασή μου, γιατί βασιλεὺς εἶναι αὐτὸς ποὺ κυβερνάει καὶ διευθύνει τὸν ἑαυτό του».

Ὁ θεολόγος ἀποδέχθηκε τελικὰ πῶς ὁ δρόμος τοῦ ζητιάνου ἦταν ὁ μόνος σίγουρος γιὰ τὸν Οὐρανό, δηλαδὴ ἡ τελεία παράδοση στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ».

-Τί σημαίνει πιστεύω στὸν Χριστό;

-Ἐμπιστεύομαι τόν Χριστό, δηλαδὴ τὰ λόγια Του, τὶς ὑποσχέσεις Του καὶ τὰ τηρῶ. Τηρῶ τὶς ἐντολές Του ποὺ εἶναι συνταγὲς ζωῆς, εἶναι οἱ προδιαγραφές μας, οἱ προδιαγραφὲς τοῦ κατασκευαστῆ μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὁ Κύριος ποὺ μᾶς ἔπλασε κατ’ εἰκόνα καὶ καθ’ ὁμοίωση Του ὅρισε καὶ τοὺς κανόνες καλῆς λειτουργίας ἀλλὰ καὶ ἀνελίξεως στὴν τελειότητα.

Ὁ Χριστός μας, λοιπόν, ὡς Αὐταγάπη βαστάζει τὰ βάρη ὅλων μας καὶ τὰ βαστάζει διαχρονικά.

Καὶ δὲν βαστάζει μερικά, μᾶς τὰ βαστάζει ὅλα. Γίνεται Κυρηναῖος μας στὸν ἀνηφορικὸ τῆς ζωῆς Γολγοθᾶ.

Βαστάζει τὰ βάρη τῶν ἁμαρτιῶν, τῶν θλίψεων, τῶν προβλημάτων, τῆς ἀνέχειας, τῶν ἀσθενειῶν μας, ἀρκεῖ νὰ τὸν καλέσουμε, νὰ τοῦ ποῦμε «Κύριε, μεῖνον μεθ’ ἡμῶν» (Λουκ. κδ΄ 29) καὶ Ἐκεῖνος ποὺ μᾶς εἶπε ὅτι "Χωρὶς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν" (Ἰωάν. ιε΄ 5), θὰ ἔλθει ταχινὸς ἀρωγός μας.

Μᾶς περιμένει, νὰ μᾶς βοηθήσει σηκώνοντας τὸ σταυρὸ τῶν βιοτικῶν μας μεριμνῶν, ὅπως Ἐκεῖνος περίμενε τὸν Ἅγιο Σίμωνα, τὸν Κυρηναῖο, στὸν κοσμοσωτήριό Του Γολγοθᾶ, γιὰ νὰ μᾶς ὁδηγήσει στὴν ἀνάσταση.

Ζητάει ἀπὸ ἐμᾶς μόνο νὰ βάλουμε τὸ κλειδὶ τῆς μετανοίας, ὅπως ὁ Ληστὴς τὸ «μνήσθητί μου» (Λουκ. κγ΄ 42), γιὰ νὰ μᾶς ἀνοίξουν ἀμέσως οἱ πόρτες τῆς αἰωνιότητος, οἱ πόρτες τοῦ Παραδείσου.

Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ὁ ὁποῖος μιμήθηκε τὰ παθήματα τοῦ Χριστοῦ μας καὶ μᾶς παροτρύνει νὰ τὸν μιμηθοῦμε γράφοντας «Μιμηταί μου γίνεσθε, καθὼς κἀγὼ Χριστοῦ» (Α΄ Κορ. ια΄ 1), μᾶς θέλει ἀνθρώπους τῆς κενωτικῆς ἀγάπης, ἀνθρώπους τῆς τέλειας προσφορᾶς, ἀνθρώπους ὁμόφρονες, συμπαθεῖς, φιλαδέλφους καὶ εὐσπλάγχνους, ἀνθρώπους ποὺ νὰ θέλουμε νὰ βαστάζουμε τὰ βάρη τῶν ἄλλων.

Καὶ νὰ τὰ βαστάζουμε μὲ καλωσύνη, γιατί, ὅπως καὶ ὁ νεοφανὴς Ἅγιος Γεώργιος, ὁ Καρσλίδης, ἔλεγε, ἀπὸ τὸ κακὸ δὲν μπορεῖ νὰ προκύψει καλό, ἐνῶ ἀπὸ τὸ καλὸ προέρχεται πάντοτε καλό.

Μήπως αὐτὸ δὲν ἐννοοῦσε καὶ ὁ Ὅσιος Γέροντας Ἰάκωβος Τσαλίκης ὅταν μᾶς ἔλεγε, ὅτι μὲ τὸ μέλι πιάνεις πιὸ πολλὲς μῦγες παρὰ μὲ τὸ ξύδι!

Ἡ ἄρση τῶν βαρῶν προϋποθέτει ἀγάπη καὶ ἡ ἀγάπη γιὰ τοὺς ἀνθρώπους τοῦ περιβάλλοντός μας, δὲν εἶναι κενωτικὴ ἀγάπη.

Περιορίζεται σὲ ἐλάχιστους, τοὺς ὁποίους ἀγαποῦμε μὲ προϋποθέσεις. Ἔτσι, καὶ μὲ αὐτοὺς οἱ τσακωμοί μας εἶναι ἀσταμάτητοι καὶ τὰ αἰσθήματά μας ψυχραίνονται.

Τὰ βάρη τῶν ἄλλων δὲν εἶναι μόνο οἱ δυστυχίες τῆς ζωῆς, ἀλλὰ καὶ τὸ βαρὺ φορτίο τοῦ προσώπου τοῦ ἄλλου ἀνθρώπου.

Ὅλοι μποροῦμε νὰ σηκώσουμε τὸ βάρος τῆς θλίψεως τοῦ ἄλλου, ὅταν πρόκειται γιὰ μιὰ σύντομη ἀρρώστια, μιὰ πρόσκαιρη διένεξη.

Ἀπελπιζόμαστε, ὅμως, ὅταν βλέπουμε ὅτι ἡ θλίψη διαρκεῖ σὲ χρόνο, ἡ ἀρρώστια παρατείνεται, οἱ στερήσεις δὲν ἔχουν τέλος.

Δὲν περνάει πολὺς καιρὸς εἰλικρινοῦς θλίψεως γιὰ τὸ πρόσωπο τοῦ ἄλλου καὶ ἀνιδιοτελοῦς φροντίδας γιὰ τὶς ἀνάγκες του καὶ ἀπέναντί του ψυχραινόμαστε.

Μεμψιμοιροῦμε λέγοντας: «Μὰ δὲν θὰ τελειώσει ποτὲ ἡ ἀρρώστια του, ἡ ἀνέχειά του, ὁ πόνος του; Εἶναι καιρὸς πιὰ 
ν’ ἀναρρώσει! Εἶναι καιρὸς νὰ κουνηθεῖ κι αὐτὸς λιγάκι, νὰ συνέλθει! Θὰ πρέπει ἐγὼ νὰ τὸν ὑπηρετῶ σ’ ὅλη μου τὴ ζωή»;

Ἔτσι, ὅμως ὁ Κύριος φέρεται σ’ ἐμᾶς; Δὲν ὑπομένει, δὲν περιμένει, δὲν ἐλπίζει ὅσο διαρκῆ ἡ ζωή μας, ὅσες δεκαετίες αὐτὸς ἐπιτρέψει νὰ περάσουμε σὲ αὐτὴ τὴν κοιλάδα τοῦ κλαυθμῶνος, καὶ μοχθεῖ νὰ μᾶς διακονεῖ λέγοντάς μας «οὐκ ἦλθον διακονηθῆναι, ἀλλὰ διακονῆσαι» (Ματθ. κ΄ 28).

Ἡ δυστυχία δὲν ἔγκειται στὸ ὅτι ἀγαπᾶμε μόνο λίγους ἀπὸ τοὺς συνανθρώπους μας, ἀλλὰ στὸ ὅτι εἶναι πολὺ στενὴ ἡ καρδιά μας, γιὰ νὰ ἀγαπήσει πλῆθος ἀπὸ αὐτούς. Νὰ ἔχουμε καρδιὰ στενόχωρη αὐτὸ σημαίνει.

Ὅτι ἀγαπᾶμε λίγους ἀνθρώπους, ὅτι ἡ καρδιά μας δὲν ἔχει πλατειὰ ἀγκαλιὰ νὰ χωρέσει πολλούς, καί, δυστυχῶς, ἰσχύει γιὰ ἐμᾶς ὁ λόγος τοῦ Παύλου: «στενοχωρεῖσθε ἐν τοῖς σπλάγχνοις ὑμῶν», (Β΄ Κορ. στ΄ 12 ).

Δυστυχία εἶναι νὰ βλέπουμε πόσο θλιβερὴ καὶ ἀξιολύπητη εἶναι ἡ ἀγάπη μας γι’ αὐτοὺς ποὺ 
ἰσχυριζόμαστε ὅτι εἶναι τὰ ἀγαπημένα μας πρόσωπα· πόσο κλονισμένη εἶναι ἀπὸ ἀνυπομονησία, πόσο γυμνὴ ἀπὸ στοργὴ καὶ εὐαισθησία, πόσο παράλογη καὶ ἐξωφρενική!

Ὁ Γέροντας Γαβριὴλ δὲν εἶχε στενόχωρη καρδιά. Ἡ ἀγκαλιά της καρδιᾶς του μᾶς χωροῦσε ὅλους, ἦταν οὐρανοῦ ἰσοστάσια.

Γι’ αὐτὸ καὶ μποροῦσε ὁ Γέροντας νὰ βαστάσει τὰ βάρη ὅλων μας· τὰ βάρη τῶν ἐγγὺς καὶ τῶν μακράν, τὰ ἐλαφρὰ καὶ τὰ δυσβάσταχτα, τὰ πνευματικὰ καὶ τὰ ὑλικά, τὰ βραχυχρόνια καὶ τὰ πολυχρόνια.

Βαστοῦσε τὰ βάρη μας ἀγόγγυστα καὶ μάλιστα εἶχε τόση χάρη στὴν ἄρση τους, ἀφοῦ ἦταν πραγματικὰ χαριτωμένος, ὥστε νὰ τὰ νοιώθει ἐλαφριὰ σὰν πούπουλα, σὰν βαμβάκι.

Ἔτσι ποτὲ δὲν τὸν εἴδαμε στεναχωρεμένο ἢ κουρασμένο ἀπὸ τὰ βάρη μας. Ἦταν ὁ ὁρατός, ὁ πανίσχυρος Ἄτλας, ὄχι τῆς μυθολογίας, ἀλλὰ τῆς χριστιανικῆς πίστεως δι’ ἀγάπης ἐνεργουμένης.

Ἡ ἀγάπη του ἦταν δυναμικὴ καὶ λυτρωτικὴ ἔξοδος ἀπὸ τὸν ἑαυτό του καὶ πορεία θυσίας πρὸς τὸν ἄλλο, πρὸς ὅλα τὰ πνευματικά του παιδιά, πρὸς κάθε ἕνα ποὺ τὸν πλησίαζε καὶ ζητοῦσε τὴ βοήθειά του ἢ τὶς προσευχές του.

Καὶ ἐκεῖνος ποὺ πραγματικὰ ἀγαποῦσε δὲν λογάριαζε κόπους, θυσίες, βάρη. Ἀντίθετα χαιρόταν στοὺς κόπους γιὰ τὰ ἀγαπώμενα πρόσωπα καὶ πρόθυμα θυσίαζε κάθε τὶ τὸ δικό του, γιὰ νὰ τὰ ὑπηρετήσει λέγοντας τὸ μνημειῶδες: «Ἡ ἀγάπη ἔξω βάλλει τὸν κόπον».

Προσπαθοῦσε πάντοτε νὰ φέρεται πρὸς τοὺς ἄλλους ὄχι μόνο μὲ τὸν τρόπο ποὺ θὰ ἤθελε νὰ φέρονται οἱ ἄλλοι πρὸς αὐτόν, ἀλλὰ μὲ τὸν τρόπο τῆς ἐσταυρωμένης ἀγάπης, τὸν θυσιαστικὸ τρόπο τοῦ Χριστοῦ μας, τῆς ἀγάπης ποὺ «οὐδέποτε ἐκπίπτει» (Α΄ Κορ. ιγ΄ 8).

Βαστοῦσε ὁ Γέροντας Γαβριὴλ τὰ βάρη τῶν ἁμαρτιῶν μας στὸ ἱερό του πετραχήλι, τὸ ἀσήκωτο γιὰ πολλοὺς ἀπὸ τὰ συγγνωστὰ καὶ θανάσιμα ὅλων μας ἀμπλακήματα.

Τὰ βαστοῦσε στὸ πετραχήλι ποὺ ξεκούραζε τοὺς κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένους, ποὺ δρόσιζε τοὺς διψασμένους, ποὺ ἔπλενε τοὺς «ρερυπωμένους», ποὺ καθάριζε τοὺς «ἐσπιλωμένους», στὸ πετραχήλι κάτω ἀπὸ τὸ ὁποῖο ὅλοι μας ἀλαφρωθήκαμε, νοιώσαμε τὴν πατρικὴ στοργὴ καὶ ἐπιείκια καὶ δεχθήκαμε τὴν οἰκονομία τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀφοῦ μόνο μὲ αὐτὴ ὁ Γέροντας μᾶς ὁδηγοῦσε στὴ συμμετοχὴ τῶν Θείων καὶ Ἀχράντων Μυστηρίων.

Βαστοῦσε ὁ Γέροντας Γαβριὴλ τὰ βάρη τῶν θλίψεών μας στὴν εὐρύχωρη καρδιά του, ποὺ ἦταν μιὰ τράπεζα καταθέσεων λυπηρῶν.

Μιὰ τράπεζα ποὺ εἶχε τὴ δυνατότητα νὰ μεταποιεῖ τὴ λύπη σὲ χαρὰ καὶ μὲ τὸν τόκο τῆς Θείας Χάριτος νὰ μᾶς πλουτίζει ὅλους σὲ ἀγαλλίαση καὶ εὐφροσύνη.

Καὶ ἐνῶ βαστοῦσε ὅλων μας τὶς λύπες ὁ ἴδιος ἔλαμπε ἀπὸ χαρὰ καὶ φαινόταν «εὐχάριστος» σὲ ὅλους κατὰ τὴν προτροπὴ τοῦ θείου Παύλου (Κολοσ. γ΄ 15).

Βαστοῦσε ὁ Γέροντας Γαβριὴλ τὰ βάρη τῆς οἰκονομικῆς ἀνέχειας, τῆς πτωχείας, τῆς ἐλλείψεως τῶν ἀναγκαίων τῆς ζωῆς στὰ χέρια του, στὰ χέρια ποὺ δούλεψαν σκληρὰ ἀπὸ τὰ νεανικά του χρόνια γιὰ τὴν ἐξασφάλιση τῶν πόρων τῆς ζωῆς, γιὰ νὰ μὴν ἐπιβαρύνουν κανένα ἀπὸ τοὺ δικούς του καὶ νὰ περισσεύουν καὶ γιὰ ἐλεημοσύνη.

Στὰ χέρια, ποὺ ἔδωκαν σκόρπισαν, ἔσπειραν ὄχι «φειδομένως», ἀλλ’ «ἐπ’ εὐλογίαις», γι’ αὐτὸ καὶ μποροῦσαν νὰ θερίσουν «ἐπ’ εὐλογίαις» (Β΄ Κορ. θ΄ 6), νὰ θερίσουν πλούσιο καρπὸ χάριτος, εὐλογίας καὶ σωτηρίας.

Τὰ χέρια τοῦ Γέροντος ἦταν χέρια στιβαρά, χέρια ποὺ μοίραζαν εὐλογίες πνευματικὲς καὶ ὑλικές.

Εὐλογοῦσε ὁ Γέροντας καὶ ἐξαφανίζονταν τὰ προβλήματά μας, ἐλλατώνονταν οἱ πόνοι μας, καταστρέφονταν οἱ παγίδες τοῦ μισοκάλου, ἀπομακρύνονταν οἱ κίνδυνοι, οἱ πειρασμοὶ καὶ οἱ θλίψεις. Εὐλογημένα χέρια!

Τί βάρος σήκωναν μέχρι βαθύτατου γήρατος, γιὰ νὰ ἀλαφρύνουν τὴ ζωὴ ὅλων μας, ὅλων ποὺ καταφεύγαμε στὴ στιβαρότητά τους καὶ στὰ νάματα τῆς Θείας ἐνισχύσεως ποὺ ἔρρεαν ἀπὸ αὐτά.

Βαστοῦσε, τέλος, ὁ Γέροντας Γαβριὴλ στὴν ἀγκαλιά του ὅλους ποὺ σὰν μωρὰ παιδιὰ τρέχαμε νὰ χωθοῦμε σ’ αὐτήν, νὰ ζεσταθοῦμε, τὰ νιώσουμε τὴ θαλπωρὴ καὶ τὴ θέρμη της, νὰ γευθοῦμε τὸ γλυκὸ χάδι τῆς ἀγάπης του, τῆς συμπόνοιας του, τῆς συμπαθείας του.

Ἦταν πατέρας εἰς τύπον Χριστοῦ, εἰς τύπον τοῦ οὐρανίου Πατρός μας, ποὺ ἔχει ἀνοικτὴ πάντοτε τὴν ἀγκαλιά του στὴν ἐπστροφὴ τοῦ ἀσώτου παιδιοῦ του.

Μᾶς εἵλκυε ἡ πραότητά του, ἡ ἀγαθοσύνη του, ἡ καθαρότητα τοῦ βλέμματός του, ἡ προσευχητική του διάθεση, ἡ προθυμία του γιὰ διακονία, ἡ φαρμακευτική του ἀγωγή, μὲ τὰ φάρμακα τῆς ἀγάπης καὶ τῆς προσφερόμενης καρδιᾶς του.

Χαρούμενοι καὶ μελαγχολικοί, ἤπιοι καὶ εὐερέθιστοι, τολμηροὶ καὶ διστακτικοί, ὁμιλητικοὶ καὶ λιγόλογοι, κοινωνικοὶ καὶ συγκρατημένοι, ἄνθρωποι διαφόρων χαρακτήρων χωρούσαμε μέσα στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ Γέροντα καὶ ὅλοι ἀναπαυόμαστε, γιατὶ ἡ ζεστασιὰ της ἦταν οὐράνια.

Ὁ Γέροντας Γαβριὴλ μᾶς δεχόταν ὅλους, ὅπως εἴμαστε. Μᾶς δεχόταν, μᾶς ἀνεχόταν, μᾶς ξεκούραζε, μᾶς βαστοῦσε ὅλα τὰ βάρη, μᾶς δίδασκε νὰ δείχνουμε ἀνοχὴ στὶς ἀδυναμίες, τὶς ἰδιορρυθμίες, τὰ ἐλαττώματα, τὶς πτώσεις ἀκόμη στὴν ἁμαρτία τῶν ἄλλων.

Αὐτὰ μήπως δὲν εἶναι τὰ βάρη τῶν ἄλλων, ποὺ μᾶς συμβουλεύει ὁ ἅγιος ἀπόστολος Παῦλος νὰ σηκώνουμε, ὅταν προτρέπει: «Ἀλλήλων τὰ βάρη βαστάζετε, καὶ οὕτως ἀναπληρώσατε τὸν νόμον τοῦ Χριστοῦ» (Γαλ. στ ́ 2);

Τὸ νόμο τοῦ Χριστοῦ, δηλαδὴ τὴν ἐντολὴ τῆς ἀγάπης, τὸν ἐκπληρώνουμε τελείως ὅταν ὑπομένουμε ὁ ἕνας τοῦ ἄλλου τὶς ἐνοχλήσεις, ποὺ προξενοῦνται ἀπὸ τὰ ἐλαττώματα καὶ τὶς ἐλλείψεις μας.

Κανένας δὲν γεννήθηκε τέλειος, δὲν γεννήθηκε Ἅγιος. Οὔτε ζοῦμε σὲ κοινωνία Ἀγγέλων, ἀλλὰ σὲ κοινωνία ἀνθρώπων πού, μακάρι νὰ ἀγωνίζονται καὶ νὰ προσπαθοῦν νὰ βελτιώνονται διαρκῶς, ὥστε νὰ ὁδηγοῦνται στὴν τελείωση.

Ἄλλωστε ὁ Κύριος ἀγωνιστὲς μᾶς θέλει. Καὶ ὁ πνευματικὸς ἀγώνας, ὁ νόμιμος ἀγώνας, εἶναι πάντοτε ὡραῖος καὶ συνεπάγεται κόπο, κόπο εὐλογημένο.

Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος καὶ ὁ Γέροντας Γαβριὴλ ἂς εἶναι πρότυπά μας στὴν ἄρση τῶν βαρῶν μας, Κυρηναῖοι μας, προπονητές μας, ὑποστηριχτές μας καὶ ἀλεῖπτες μας καὶ ἂς μᾶς ἀνεβάσουν στεφανηφόρους στὸ βάθρο τοῦ νικητῆ, σ’ αὐτὸ ποὺ ἀνεβαίνουν μόνο ὅσοι νομίμως ἀθλοῦνται.

Ο θαλασσοδαρμένος Άγιος

ainikolas

Του Αρχιμ. Γρηγορίου Κωνσταντίνου | Romfea.gr

Ο Αϊ-Νικόλας ο θαλασσοδαρμένος, των θαλασσών ο άγιος, ο φιλόλαος και προστάτης των ναυτικών, και όλων των πτωχών και πονεμένων συμπαραστάτης, τιμάται σήμερα όλως ιδιαιτέρως από όλο τον ορθόδοξο λαό και σε ολόκληρη την οικουμένη.

Την ημέρα αυτή του αγίου πανηγυρίζουν όλα τα εξωκλήσια που στέκονται στις διάφορες παραλίες ως άγρυπνοι φρουροί ευλογούντες και συμπλέοντες με τους ναυτικούς μας.

Ο άγιος ως αρχιεπίσκοπος Μύρων της Λυκίας της Μικράς Ασίας, είναι συνεχώς παρών και αναμεσά μας. Ο άγιος ήταν και είναι φιλάνθρωπος και φιλόπτωχος, υπερασπιστής της αλήθειας και του δικαίου.

Οι άγιοι της Εκκλησίας μας καταχωρημένοι στο εορτολόγιο έχουν προνόμιο να μας παρηγορούν.

Η μεγάλη ταραχή που υπάρχει και ζούμε στις ημέρες μας έχουμε την ανάγκη της επισκέψεως αυτών. Η οικονομική, πνευματική και ηθική κρίση των τελευταίων χρόνων, ελπίζει και αναμένει βοήθεια από τον ουρανό.

Ο Άγιος Νικόλαος στην εποχή του υπήρξε προστάτης των πεινασμένων και πονεμένων συνανθρώπων του. Πολλά τα θαύματά του.

Η τότε εποχή μοιάζει και με τη δική μας. Υπήρχε στέρηση, φτώχεια, ανάγκες, δυστυχίες και απογοητεύσεις, αλλά όμως δεν έλειπε η ελεημοσύνη, η παρηγοριά και η πνευματική τόνωση.

Ο Αϊ Νικόλας είναι ένα φωτεινό παράδειγμα. Μια εποχή όπως η σημερινή που προσφέρει κάποιες ευκολίες και ανέσεις, αλλά συγχρόνως σύγχυση και ταραχή, ο άγιος μας καθοδηγεί από ψηλά.

Πολλοί είναι αυτοί που θέλουν να πάρουν τη θέση του Θεού στη ζωή μας. Η πονηρία και η κακία βρίσκει τρόπους να μπει στα βάθη της ψυχής και να μας παγιδεύσει. Ο Άγιος όμως μας ελευθερώνει.

Μερικοί από τους συνανθρώπους μας υποτιμούν τους αγίους ενώ άλλοι τους υπερτιμούν, υποτιμώντας έτσι το πρόσωπο του Χριστού.

Οι άγιοι, όπως γνωρίζουμε, είναι καλοί και έμπιστοι φίλοι, σφοδροί πρεσβευτές, στοργικοί μεσίτες.

Ο Άγιος Νικόλαος διαβαίνει θάλασσες και στεριές για να προστατεύει και να σώζει αυτούς που είναι σε κίνδυνο.

Είναι ένας γνωστός, αγαπητός και σεβαστός άγιος. Στέκεται με θάρρος μπροστά στον Χριστό κι εκείνος τον ακούει πρόθυμα.

Γι’ αυτό είναι τόσο λαοφίλητος. Οι εικόνες του με τα ασημένια «πουκάμισα», με τα πολλά τάματα και τα καντήλια θαυματουργούν σε όσους τις ασπάζονται με θερμή πίστη.

top
Has no content to show!