Άρθρα - Απόψεις

Σάμου: ''Ζούμε σ' έναν κόσμο που τον διακρίνει μια επίπεδη σκέψη''

eusebios

Βρισκόμαστε στήν ἀρχή τοῦ νέου ἔτους. Αὐτή ἡ χρονική στιγμή εἶναι κατάλληλη νά φέρουμε στό νοῦ μας σκέψεις καί ἀλήθειες πού ἔχουν σχέση μέ τή σωτηρία μας.

Κυρίαρχο τόν θέλει ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος τόν χρόνο. Τόν ἔβαλε ρυθμιστή σέ κάθε ἐκδήλωση τῆς ζωῆς του. Ὑποδουλώθηκε σ’ αὐτόν.

Ἀντί νά εἶναι ὁ ἰδιος κύριος, ἔδωσε στό χρόνο κυριαρχικά δικαιώματα. Τόν ἀξιολογεῖ μονάχα σέ χρῆμα καί ἀποδοτικότητα.

Δέν τόν ἱεραρχεῖ. Τόν χάνει τήν ὥρα, πού νομίζει πῶς τόν κερδίζει.

Καί εἶναι ἀληθινό χάσιμο, ὅταν αὐτός γεμίζει τά χέρια, ἐνῶ ἀφήνει ἄδεια τήν καρδιά. Ὁ χρόνος ὁπωσδήποτε θά φύγει. Τό ζήτημα εἶναι τί ἀφήνει.

Ἄν μᾶς «πλουτίζῃ εἰς Θεόν», σέ ἀγάπη πρός τούς ἀδελφούς, σέ πρόοδο πνευματική, σέ ἀναβάσεις καρδιᾶς, εἶναι χρόνος κερδισμένος.

Δέν φεύγει. Δέν χάνεται. Θησαυρίζεται καί ἀποταμιεύεται κοντά σ’ Ἐκεῖνον πού «τά ἔτη του οὐκ ἐκλείψουσι» (Ψαλμ. 101, 28).

Ναί, ὁ χρόνος φεύγει καί θά φεύγει καί κανένας δέ μπορεῖ νά τόν συγκρατήσει. Σήμερα ζοῦμε τό 2014. Αὔριο θά φύγει καί αὐτό.

Ὁ χρόνος ἀμείλικτος θά φθείρει τά πρόσωπα, θά ὑποσκάψει τήν ὑγεία. Τά ἴχνη τῆς διαβάσεώς του θά εἶναι ἴχνη συνεχοῦς φθορᾶς.

Ναί, ὅλα περνοῦν, ὅλα γερνοῦν. Ἕνας μένει ἀναλλοίωτος. Μονάχα ὁ Θεός δέν ἐπηρεάζεται ἀπό τόν χρόνο καί τήν φθορά.

Ἄφθαρτος ὁ Θεός, ἀναλλοίωτος καί ἀμετάβλητος εἰς τόν αἰῶνα. Ἐξουσιαστής τοῦ χρόνου.

Καί ὄχι μόνο ὁ Θεός μένει ἄφθαρτος καί ἀναλλοίωτος. Ἄφθαρτοι καί ἀναλλοίωτοι μένουν καί θά μένουν ὅσοι εἶναι στενά συνδεδεμένοι μαζί Του.

«Ὁ ποιῶν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, μένει εἰς τόν αἰῶνα» (Α΄Ἰωάν. β΄17). Αὐτός δέν γερνᾶ. Ἡ καρδιά του μένει πάντα νέα. Οἱ ρυτίδες τοῦ χρόνου δέν τήν ἀγγίζουν. Γιατί ἡ ἀγάπη ἔχει μέσα της τό στοιχεῖο τῆς αἰωνιότητας. Εἶναι αἰώνια. Ἡ φθορά δέν τήν προσβάλλει.

Ὁ χρόνος γι’ αὐτούς πού δέν πιστεύουν στό Θεό, εἶναι σκληρός, εἶναι ἕνας ἀμείλικτος ἐχθρός. Μετρᾶ τό διάστημα ἀπό τήν γέννηση ὡς τόν θάνατο, τήν πορεία ἀπό τό ἕνα σκοτάδι στό ἄλλο σκοτάδι.

Γι’ αὐτούς ὅμως πού ζοῦν μέσα στήν Ἐκκλησία καί ἔχουν ἀποκτήσει μέ τό Βάπτισμα τή νέα γέννηση, τά πράγματα εἶναι διαφορετικά.

Ὁ χρόνος παίρνει ἄλλο νόημα. Γίνεται ὅλος μιά ἐντατική προπαρασκευή, ὄχι γιά τόν θάνατο, ἀλλά γιά τή ζωή. Για τό πῶς θά γίνουμε δεκτικοί τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ, πού σώζει τόν ἄνθρωπο

Ζοῦμε σ’ ἕνα κόσμο πού τόν διακρίνει μιά ἐπίπεδη σκέψη. Οἱ βασικοί στόχοι καί τά ἐνδιαφέροντα εἶναι ἐνδοκοσμικά. Βιώνεται ἕνας πρακτικός ὑλισμός.

Ἡ ζωή πολλῶν ἀνθρώπων δέν ἐμπνεέται πλέον ἀπό τήν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ «οἰκονομία τοῦ χρήματος» καταπολεμεῖ τίς συνειδήσεις πολλῶν ἀνθρώπων, καταπολεμεῖ τήν «οἰκονομία τῆς σωτηρίας» καί, ὅπως φαίνεται, κερδίζει σέ ἀρκετούς τά νικητήρια.

Ἔτσι, ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος στενεύει πολύ τόν ἐαυτό του καί ἐλαττώνει ὑπερβολικά τήν ὅρασή του, ὥστε νά μή χωρεῖ μέσα του ἔστω καί τόν ἐλάχιστο λόγο τῆς ἀλήθειας καί νά μή βλέπει πέρα ἀπό τίς ἰδιοτελεῖς ἐπιδιώξεις του.

Μέσα ὅμως σ’ αὐτό τόν κόσμο ζεῖ καί «πολιτεύεται» ἡ Ἒκκλησία, ἡ σκηνή τοῦ Θεοῦ μετά τῶν ἀνθρώπων» (Ἀποκ. κα΄,3), τό «μικρόν ποίμνιον» στό ὁποῖο «εὐδόκησεν ὁ Πατήρ» νά τοῦ δοθεῖ ἡ «Βασιλεία» (Λουκ. ιβ΄,32), δηλαδή «ἡ χάρη τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ.

Αὐτό τό «μικρόν ποίμνιον» τῆς Ἐκκλησίας εἶναι τό «ἁλάτι» τῆς οἰκουμένης, γιατί μέσα στό σῶμα της διατηρεῖ τήν αὐθεντικότητα τῆς ζωῆς καί τό θεολογικό νόημα τοῦ κόσμου.

Ἀγαπητά μου παιδιά,

Ἀνήκουμε στήν Ἐκκλησία. Ἀνήκουμε σ’ Ἐκεῖνον, πού διακήρυξε: «Ἰδού καινά ποιῶ πάντα» (Ἀποκ. κα΄,5). Εἶναι ὁ αἰώνιος Κύριος, ὁ Νεοποιός, «νεοποιεῖ τούς γηγενεῖς».

Κοντά του δέν ὑπάρχουν ἡλικίες. Δέν ὑπάρχουν χιονοσκέπαστα γηρατειά. Δέν ὑπάρχουν χρόνος καί καιροί πού προκαλοῦν φθορά. Ὑπάρχει αἰώνια νεότητα.

Ὑπάρχουν ἄνθρωποι πλασμένοι γιά τήν αἰωνιότητα. Ἄνθρωποι, πού ὄχι μόνο προσδοκοῦν τήν αἰωνιότητα. Ζοῦν μέσα τους καί προαπολαμβάνουν τήν χαρά τῆς αἰωνιότητας, γιατί πιστεύουν στόν Αἰὠνιο. Σ’ Αὐτόν πού μᾶς διαβεβαίωσε, ὅτι «ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ ἔχει ζωήν αἰώνιον» (Ἰωαν. ε΄, 24).

Ἕνας καινούργιος χρόνος, λοιπόν, ἄρχισε. Μᾶς τόν προσφέρει ἡ ἀγάπη τοῦ οὐράνιου Πατέρα. Μᾶς τόν προσφέρει ὄχι γιά νά τόν ξοδεύσουμε ἄσκοπα.

Οὔτε κἄν νά τόν κερδίσουμε γιά τήν γῆ. Μᾶς τόν προσφέρει γιά νά τόν χρησιμοποιήσουμε στή γῆ, γιά νά κατακτήσουμε τόν οὐρανό. Αὐτός ὁ χρόνος οὔτε φθείρεται οὔτε φθείρει.

Δέν περνάει καί δέν γερνάει. Προχωρεῖ καί καταλήγει στήν αἰωνιότητα. Προσεγγίζει τήν ὥρα τοῦ θριαμβευτικοῦ ἐρχομοῦ Του.

Θά ἀντιμετωπίσουμε ἔτσι τόν χρόνο πού ἦρθε;

Καλή χρονιά, εὐτυχισμένη καί ἰδιαίτερα εὐλογημένη!

Μέ ὅλη μου τήν ἀγάπη

Ὁ Ἐπίσκοπός σας

+ Ὁ Σάμου καί Ἰκαρίας Εὐσέβιος

 

Επιστολή Κυθήρων Σεραφείμ προς τον Υπουργό Ναυτιλίας

kithir

Επιστολή προς τον Υπουργό Ναυτιλίας και Αιγαίου κ. Μιλτιάδη Βαρβιτσιώτη απέστειλε ο Σεβ. Μητροπολίτης Κυθήρων κ. Σεραφείμ, κάνοντας εκκληση για να μην διακοπεί η ακτοπλοϊκή γραμμή ''Κυθήρων-Αντικυθήρων-Κισσάμου''.

''Κυριολεκτικά είναι ανάστατα τα νησιά μας Κύθηρα και Αντικύθηρα εν όψει ενός τέτοιου ενδεχόμενου'', ανέφερε μεταξύ άλλων ο Σεβασμιώτατος.

Ακολουθεί το κείμενο του Σεβ. Μητροπολίτη Κυθήρων κ. Σεραφείμ:

Κύριε Ὑπουργέ,

Καί πάλιν σᾶς εὔχομαι καλές ἑορτές καί καλή χρονιά!

Σᾶς ἐνοχλῶ μέσα στίς ἅγιες αὐτές ἡμέρες τῶν ἑορτῶν τοῦ Ἁγίου Δωδεκαημέρου, διότι ἔφθασαν καί στά νησιά μας ἀνησυχητικές πληροφορίες, θεωρούμενες ἔγκυρες, «ὅτι ἔχει ἐπέλθει συμφωνία μεταξύ τῆς διαχειρίστριας ἑταιρείας τοῦ «Βιτσέντζος Κορνάρος» Λ.Α.Ν.Ε καί τῆς ἁρμόδιας ὑπηρεσίας τοῦ Υ.Ν.Α. γιά λύση τῆς σύμβασης του ἀπό τό ἐπιδοτούμενο δρομολόγιο τῶν Κυθήρων-Ἀντικυθήρων-Κισσάμου» καί ὅτι «ἡ ἀναγγελία τῆς διακοπῆς τῆς σύμβασης ἀναμένεται νά ἀνακοινωθεῖ ἐπίσημα στίς 7 Ἰανουαρίου 2014».

Εἰλικρινά εὔχομαι, κ.Ὑπουργέ, νά μήν εἶναι ἀληθινή αὐτή ἡ πληροφορία, οὔτε καί νά ἐπαληθευθῆ. Κυριολεκτικά εἶναι ἀνάστατα τά νησιά μας Κύθηρα καί Ἀντικύθηρα ἐν ὄψει ἑνός τέτοιου ἐνδεχόμενου.

Γιατί μέ πολλούς τρόπους ἔχουν ἐκφρασθῆ γιά τήν διατήρησι αὐτῆς τῆς ἀκτοπλοϊκῆς γραμμῆς.

Αὐτό ἄλλωστε θά διετράνωνε τόσο ἡ ἐκ μέρους τοῦ Δημοτικοῦ Συμβουλίου Κυθήρων καί Ἀντικυθήρων ὁρισθεῖσα ἐπιτροπή, καί μή γενομένη ἀκόμη δεκτή ἀπό σᾶς, ὅσο καί ἡ ἄλλη ἐπιτροπή ἀπό τά Κυθηραϊκά Σωματεῖα Ἀθηνῶν-Πειραιῶς, πού κι΄ἐκεῖνα ἀκόμη δέν τά ἔχετε δεχθῆ.

Ἔπειτα ἀπό αὐτά, ἐκφράζοντας καί τήν μεγάλη καί ἀσίγαστη ἀγωνία τοῦ Ποιμνίου μου, σᾶς κάνουμε τήν ὕστατη αὐτή στιγμή θερμότατη ἔκκλησι νά ἀποτραπῆ ἡ διάλυσις τῆς σύμβασης αὐτῆς.

Νά δοθῆ παράτασις μέχρι τόν προσεχῆ Ὀκτώβριο γιά νά γίνη ἡ διαπραγμάτευσις μέ κάποια ἄλλη ἑταιρεία, ἐφ΄ὅσον ἡ Λ.Α.Ν.Ε θά δηλώση ἀδυναμία συνεχίσεως τῆς προσφορᾶς τῶν ὑπηρεσιῶν της.

Καί αὐτό ὑπό τόν ἀπαραίτητο ὅρο τῆς μή διακοπῆς τῆς ἐπιδοτήσεως.

Πολύ σᾶς παρακαλοῦμε νά ληφθῆ ὑπ΄ὄψιν ἡ παροῦσα ἔκκλησίς μας γιά τό καλό τῶν ἀκριτικῶν μας νησιῶν Κυθήρων καί Ἀντικυθήρων.

Μέ τιμή καί ἑόρτιες εὐχές

Ὁ Μητροπολίτης

† Ὁ Κυθήρων Σεραφείμ

Η λατρεία της κτίσεως

da

Του Μητροπολίτου Καισαριανής, Βύρωνος και Υμηττού Δανιήλ

Ἡ Πρωτοχρονιά μέ τά ἔθιμά της καί τίς συνήθειες τῶν ἀνθρώπων καθιστᾶ ἀναγκαῖο νά ἐπισημάνουμε μερικές βασικές ἀρχές καί ἀπόψεις τῆς δογματικῆς διδασκαλίας τῆς Ἐκκλησίας μας πού εἶναι «στῦλος καί ἑδραίωμα τῆς ἀληθείας» (Α΄ Πρός Τιμόθεον γ΄ 15) καί ὀρθοτομεῖ τόν λόγο τῆς ζωῆς περί τοῦ κόσμου καί τῶν σχέσεων τοῦ Θεοῦ πρός αὐτόν, ὅπως καί τῶν ἀνθρώπων πρός τόν Θεόν καί τόν κόσμον.

******

1. Συνέπειες τῆς παραβάσεως τῆς ἐντολῆς.

Ὁ ἀπόστολος Παῦλος γράφοντας στούς Ρωμαίους (α΄ 25) ἐπισημαίνει τά ἀποτελέσματα τῆς διακοπῆς τῆς κοινωνίας τοῦ ἀνθρώπου μέ τό Θεό, ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἐξέπεσε:

α΄ στήν εἰδωλολατρεία καί τήν θεοποίηση τῶν κτισμάτων παρατηρώντας ὅτι: «ἐσεβάσθησαν καὶ ἐλάτρευσαν (ἐννοεῖται οἱ ἄνθρωποι) τῇ κτίσει παρὰ τὸν κτίσαντα, ὅς ἐστιν εὐλογητὸς εἰς τοὺς αἰῶνας» καί

β΄ στήν δυσέκνιπτη σοδομική ἀνηθικότητα.

2. Κοσμολογικές ἀρχές.

Θεμελιώδεις ὅροι πίστεως κατά τήν δογματική διδασκαλία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας εἶναι ὅτι:

α΄. Ὁ Θεός εἶναι ὁ δημιουργός πάντων, ὁρατῶν καί ἀοράτων. Αὐτός δημιούργησε πάντα τά κτιστά ἐκ μή προϋφεστώσης (δηλ. προϋπαρχούσης) ὕλης. Ὁ Θεός ἐδημιούργησε τήν ὕλη καί τίς μορφές της ἐκ τοῦ μηδενός.

β΄ Ὁ Θεός εἶναι ἀνώτερος πάσης φθορᾶς, παλαιότητος καί μεταβολῆς. Παραμένει ἀναλλοίωτος καί ἀμετάβλητος. Ὁ χῶρος καί ὁ χρόνος δημιουργήθηκαν ἀπ’ Αὐτόν καί Αὐτός παραμένει ἀνεπηρέαστος ἀπό τίς ἐγκόσμιες αὐτές συνθῆκες.

Τίς δύο αὐτές βασικές παραδοχές διακηρύσσει ἡ ἁγία Γραφή μέ τούς λόγους:

«Σὺ κατ' ἀρχάς, Κύριε, τὴν γῆν ἐθεμελίωσας, καὶ ἔργα τῶν χειρῶν σού εἰσιν οἱ οὐρανοί· αὐτοὶ ἀπολοῦνται, σὺ δὲ διαμένεις· καὶ πάντες ὡς ἱμάτιον παλαιωθήσονται, καὶ ὡσεὶ περιβόλαιον ἑλίξεις αὐτούς, καὶ ἀλλαγήσονται· σὺ δὲ ὁ αὐτὸς εἶ, καὶ τὰ ἔτη σου οὐκ ἐκλείψουσι » (Πρός Ἑβραίους α΄ 10-12).

Δηλαδή : «Ἐσύ, Κύριε, ἀρχικά στερέωσες τή γῆ κι ἔργο δικό σου εἶναι οἱ οὐρανοί. Αὐτοί θά ἐξαφανιστοῦν, ἐνῶ ἐσύ παραμένεις. Τά πάντα θά παλιώσουν σάν ροῦχο. Σάν μανδύα θά τούς τυλίξεις, καί θ’ ἀλλάξουν. Ἐσύ ὅμως παραμένεις ὁ ἴδιος, τά χρόνια σου ποτέ δέ θά τελειώσουν».

Ἐνδεικτικῶς ἀναφέρουμε καί ὅσα ὁ ἅγιος Πατέρας μας Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος πολεμώντας μέ τόν φωτισμένο λόγο του τήν εἰδωλολατρία τῶν σύγχρονων του σέ παρόμοια εὐκαιρία (στήν Πρωτοχρονιά) τούς ἀποτρέπει νά θεωροῦν, ὅτι τά διάφορα στοιχεῖα τῆς φύσεως εἶναι Θεός καί νά τά προσκυνοῦν, λέγοντας τά ἑξῆς: 

«Οὐχ ἑορτάζομεν χρόνον τῶν ἀστάτως κινουμένων· οὐχ σεβόμεθα ἐνιαυτόν, τήν τῆς ἀνθρώπων ζωῆς δαπάνην· οὐ προσκυνοῦμεν ἀγῶνα τόν εἰς φθοράν ἡμᾶς ἕλκοντα· οὐ λατρεύομεν τῇ κτίσει· σύνδουλα γάρ τά γεγονότα· οὐ θεραπεύομεν τήν ὕλην· ἐξ οὐκ ὄντων γάρ ὑπέστη· ὡς γάρ ἀρχήν γενέσεως ἔσχε ταῦτα, καί φθορᾶς ὑπόκεινται τέλει. Οὐ σεβόμεθα οὐρανόν· ὡς καπνός γάρ ἐστερεώθη· οὐ σεβόμεθα τό φῶς· λόγῳ γάρ ἐδημιουργήθη· οὐ σεβόμεθα τήν σελήνην· σχήματι γάρ ἐκοσμήθη· οὐ σεβόμεθα τήν γῆν· ἐξ ὕδατος γάρ ἀνειλκύσθη· οὐ σεβόμεθα τό πῦρ. ὑλικόν γάρ τό στοιχεῖον· οὐ προσκυνοῦμεν τό ὕδωρ· ῥέουσα γάρ ἡ φύσις· οὐ λατρεύομεν τῷ χρόνῳ οὐχ ἔστηκε γάρ, ἀλλ’ ἀφίσταται. οὐ σεβόμεθα τήν ἡμέραν· διατάξει γάρ δουλεύει. Πάντα χρόνῳ γηρᾷ καί χρόνος μετά πάντα γηρᾷ· Θεός δέ μόνος παλαιότητος ἀνώτερος· καί δείκνυσιν ἡ τῆς συντελείας ἡμέρα» (Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Εἰς τήν ἀρχήν τῆς Ἰνδίκτου, PG 59, 673).

Ὅλα τά δημιουργήματα ὀφείλει νά τά σέβεται καί νά τά προστατεύει ὁ ἄνθρωπος κατά τήν ἐκλογή τοῦ Δημιουργοῦ : «ἐργάζεσθαι καί φυλάσσειν» (Γενέσεως β΄ 15) τήν Δημιουργία

γ΄. Ἐπίσης ἄλλη θεμελιώδης κοσμολογική ἀρχή εἶναι ὅτι ὁ Θεός ἐξουσιάζει καί κυβερνᾶ τόν κόσμο. Τό σύμπαν δέν πορεύεται ἀκυβέρνητος μέ αὐτοματισμούς, μηχανιστικά καί δέν ἐξελίσσεται νομοτελειακά, ἀλλά μέ τούς νόμους πού ἔχει θέσει ὁ Θεός φυσικούς, ἠθικούς καί πνευματικούς.

Ὁ Θεός κινεῖ τά πάντα. Μέ τό πρόσταγμά Του πορεύεται ἡ γῆ, ἀνατέλλει ὁ ἥλιος, βλασταίνουν τά φυτά, πολλαπλασιάζονται θαλάσσια, ἐναέρια καί χερσαῖα καί οὕτω καθεξῆς.

Ὁ ἴδιος ἅγιος Πατέρας διευκρινίζει, ὅτι οἱ πιστοί δέν τιμοῦν τά στοιχεῖα τῆς φύσεως καί τήν ἐξέλιξή τους, ἀλλά ἑορτάζουν, αὐτά πού ἔχουν σχέση μέ τίς θαυμαστές ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ, τίς παρεμβάσεις Του πού ἀποσκοποῦν στήν σωτηρία τους.

Ἀπευθυνόμενος σέ ἐκείνους πού στρέφονται πρός τά δημιουργήματα καί τά στοιχεῖα τῆς φύσεως ἐπισημαίνει, ὅτι ὅλα αὐτά ὄχι μόνο εἶναι δημιουργήματα τοῦ Δημιουργοῦ Θεοῦ, ἀλλά καί ἐξουσιαζόμενα ἀπ’ Αὐτόν καί ὀφείλουν νά ἐκπληρώσουν τόν σκοπό τῆς δημιουργίας τους:

«Ἡμεῖς δέ ἑορτάζομεν θεῖα καί παράδοξα πράγματα, τῶν μαρτύρων τούς ἄθλους, τῶν ταφέντων τάς νίκας, τῶν μή ὁρωμένων τά δίκτυα, τῶν διαλυθέντων τήν ἰατρείαν· ἐν πρώτοις τοῦ Χριστοῦ καί Θεοῦ μου τά θαύματα, ἅ διά τήν ἐμήν σωτηρίαν ἄνθρωπος γεγονώς ἐξετέλεσεν· εἶθ’ οὕτω τῶν δούλων αὐτοῦ τά πάθη· τοῦ Στεφάνου τόν λιθοκόλλητον στέφανον, τοῦ ἐνδόξου Λαυρεντίου τά κατά θανάτου τρόπαια, τῆς Ἄννης τήν ἀναγαύητον παρθενίαν.

Ὦ τριάς Τριάδος κήρυξ! ὤ λείψανα τῶν ὀδυνωμένων τά φάρμακα! ὤ κόνις πηγή ἰαμάτων! ὤ οἶκος οὐρανοῦ τό κάλλος μιμούμενος !

Ἀλλά καί τό ἄψυχον στοιχεῖον ἡ θάλλασα ἀλαλήτως βοᾷ πρός ὑμᾶς. Ἔλεγξας τούς συνδούλους, κηρύξω κἀγώ τόν Δεσπότην. Οὐ βαρεῖ με τό ἴχνος τοῦ πλάστου, ἁγιάζουσί με οἱ πόδες Χριστοῦ.

Μωϋσῆς ἔσχισεν, ἀλλ’ οὗτος ἡγίασε· τόν Ἰωνᾶν ἐῤῥόφησα, τοῦτον δέ φρίττω· τόν Νῶε ἐκλυδώνυσα, ἀλλ’ οὐ τολμῶ προσβλέψαι τῷ χερσί τόν ἄνθρωπον πλάσαντι. Ποσί τήν θάλασσαν ἡγίασε, τόν οὐρανόν τῷ θρόνῳ ἐδόξασε, τήν γῆν τῇ φάτνῃ ἐλάμπρυνε, τόν ᾃδην διά τοῦ τάφου ἐφώτισεν.

Οὐκ εἰμί ἀγνώμων καί ἄψυχος· ἐπιγιγνώσκω ὡς στοιχεῖον τόν ποιήσαντα· οὐ λέγω μετά τῶν Ἰουδαίων, Οὗτος ὁ ἄνθρωπος οὐκ ἔστι παρά Θεοῦ· ἀλλά κράζω εὐσεβοῦσα, Οὗτος μου Θεός, καί δοξάσω αὐτόν.

Δείξω τά τῆς ἐμῆς φύσεως, ἐλέγξω τῶν μιαιφόνων τάς γνώμας, δημοσιεύσω τοῦ περιπατήσαντός με τό κράτος. Οὗτοι σύνδουλοι, ἐκεῖνος Δεσπότης, οὗ φόβῳ τούτους ταράττω.

Ὁ Δεσπότης ἐν τῇ θαλάττῃ ἀβρόχως ἐβάδιζεν, οἱ δέ πλέοντες ἐθορυβοῦντο· ὁ δέ φόβος τούς κινδυνεύοντας βοᾷν παρεσκεύασεν, ὁ δέ φιλάνθρωπος τό θαῤῥεῖν παρεκελεύετο. Θαρσεῖτε, ἐγώ εἰμί, μή φοβεῖσθε. Θαρσεῖτε τήν τῆς πίστεως ἔχοντες ἄγκυραν· εἰδωλολατρείας γάρ σπιλάς οὐκ ἐβύθισεν ὑμᾶς» (Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Εἰς τήν ἀρχήν τῆς Ἰνδίκτου, PG 59, 674).

*****

3. Ὁ ἄνθρωπος ζεῖ μέ ἐλευθερία καί αὐτεξούσιος.

Ὁ ἄνθρωπος πλάσθηκε ἔλλογος (δηλαδή μέ λογικό) ἐλεύθερος καί αὐτεξούσιος. Γι’ αὐτό καί δέν εἶναι δοῦλος στά στοιχεῖα τῆς φύσεως (Πρός Γαλάτες δ΄3, 9-10), ἀλλά προσκυνητής τοῦ Κτίστου καί Δημιουργοῦ Θεοῦ.

Ἐπειδή στήν ἀρχή τοῦ χρόνου ἐμφανίζονται διάφοροι ἀστρολόγοι πού ἐπιχειροῦν νά μαντέψουν τά γεγονότα πού θά συμβοῦν κατά τήν διάρκεια τοῦ χρόνου ἀκόμη καί νά προκαθορίσουν τήν ἀνθρώπινη συμπεριφορά ἀπό τήν θέση καί τήν κίνηση τῶν ἄστρων στό στερέωμα τοῦ οὐρανοῦ, ὁ πρύτανης τῶν θεολόγων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός μᾶς διδάσκει ὅτι ἀπό τήν κίνηση τῶν οὐρανίων σωμάτων καθορίζονται τά καιρικά φαινόμενα καί δέν ἐπηρεάζεται ἡ ἀνθρώπινη συμπεριφορά, οὔτε τήν χαρά οὔτε τήν εὐτυχία οὔτε τήν ἐπιτυχία οὔτε τήν δυστυχία προκαλοῦν.

Ἡ ἄποψη ὅτι ἡ κίνηση τῶν οὐρανίων ἐπιδρᾶ στήν ἀνθρώπινη συμπεριφορά ἀντιβαίνει στήν περί ἐλευθερίας καί αὐτεξουσίου τοῦ ἀνθρώπου πίστη τῆς Ἐκκλησίας. Ἀντιβαίνει στήν λογική, στήν ἠθική καί στήν ὀντολογία τοῦ ἀνθρώπου:

«Στόν οὐρανό βρίσκονται δώδεκα ζώδια ἀπό τά ἀστέρια, πού ἔχουν ἀντίθετη κίνηση ἀπό τόν ἥλιο καί τή σελήνη καί τούς ἄλλους πέντε πλανῆτες, καί ὅτι οἱ ἑπτά πλανῆτες περνοῦν ἀπό τά δώδεκα ζώδια. Καί ὁ ἥλιος στό κάθε ζώδιο κάνει ἕνα μῆνα καί στούς δώδεκα μῆνες περνᾶ τά δώδεκα ζώδια.

Τά ὀνόματα τῶν δώδεκα ζωδίων εἶναι τά ἀκόλουθα, μαζί μέ τούς μῆνες τους

Κριός κατά τόν μῆνα Μάρτιο 21 δέχεται τόν ἥλιο,

Ταῦρος κατά τόν μῆνα Ἀπρίλιο 23 δέχεται τόν ἥλιο

Δίδυμοι κατά τόν μῆνα Μάϊο 23 δέχεται τόν ἥλιο

Καρκῖνος κατά τόν μῆνα Ἰούνιο 24 δέχεται τόν ἥλιο

Λέων κατά τόν μῆνα Ἰούλιο 25 δέχεται τόν ἥλιο

Παρθένος κατά τόν μῆνα Αὔγουστο 25 δέχεται τόν ἥλιο

Ζυγός κατά τόν μῆνα Σεπτέμβριο 25 δέχεται τόν ἥλιο

Σκορπιός κατά τόν μῆνα Ὀκτώβριο 25 δέχεται τόν ἥλιο

Τοξότης κατά τόν μῆνα Νοέμβριο 25 δέχεται τόν ἥλιο

Αἰγόκερως κατά τόν μῆνα Δεκέμβριο 25 δέχεται τόν ἥλιο

Ὑδροχόος κατά τόν μῆνα Ἰανουάριο 20 δέχεται τόν ἥλιο

Ἰχθύες κατά τόν μῆνα Φεβρουάριο 20 δέχεται τόν ἥλιο»

Ἡ σελήνη ὅμως κάθε μῆνα περνᾶ τά δώδεκα ζώδια, γιατί εἶναι πιό κάτω καί τρέχει διά μέσου αὐτῶν μέ περισσότετη ταχύτητα· ὅπως ἀκριβῶς, ἄν κάμεις μιά σφαίρα μέσα σέ μιά ἄλλη, ἡ μέσα σφαίρα θά γίνει μικρότερη, ἔτσι καί ὁ δρόμος τῆς σελήνης, ἐπειδή αὐτή εἶναι πιό κάτω, εἶναι λιγότερος καί διανύεται ταχύτερα.

Οἱ Ἕλληνες παραδέχονται ὅτι μέ τήν ἀνατολή καί τή δύση καί τή σύγκρουση τῶν ἀστεριῶν αὐτῶν, τοῦ ἡλίου καί τῆς σελήνης καθορίζονται ἡ ζωή καί οἱ πράξεις μας· μέ αὐτά καταγίνεται ἡ ἀστρολογία.

Ἐμεῖς ὅμως παραδεχόμαστε ὅτι ἀπ’ αὐτά διαμορφώνονται καιρικές καταστάσεις, ἡ βροχή καί ἡ ἀνομβρία, τό κρύο καί ἡ ζέστη, ἡ ὑγρασία καί ἡ ξηρασία καί οἱ ἄνεμοι καί τά παρόμοια, ἀλλά μέ κανένα λόγο οἱ πράξεις μας· γιατί ἐμεῖς, ἐπειδή γίναμε αὐτεξούσιοι ἀπό τόν δημιουργό, εἴμαστε κύριοι σ’ αὐτές.

Ἄν λοιπόν ἀπό τήν κίνηση τῶν ἀστεριῶν κάνουμε τά πάντα, κατ’ ἀνάγκη κάνουμε, αὐτό πού κάνουμε· καί αὐτό πού γίνεται κατ’ ἀνάγκη οὔτε ἀρετή οὔτε κακία εἶναι. Καί ἄν οὔτε ἀρετή οὔτε κακία ἔχουμε, δέν εἴμαστε ἄξιοι οὔτε γιά τούς ἐπαίνους καί τά στεφάνια, οὔτε γιά τίς κατηγορίες ἤ τίς τιμωρίες· ἐπιπλέον θά βρεθεῖ καί ὁ Θεός ἄδικος, δίνοντας σέ ἄλλους ἀγαθά καί σέ ἄλλους θλίψεις.

Ἀλλά ἀκόμη οὔτε ὁ Θεός θά κυβερνᾶ οὔτε θά προνοεῖ γιά τά κτίσματά του, ἄν τά πάντα κατ’ ἀνάγκη ἄγονται καί φέρονται.

Ἐπίσης καί ἡ λογική θά μᾶς ἦταν περιττή· ἀφοῦ δέν εἴμαστε κύριοι καμιᾶς πράξεως, σκεφτόμαστε περιττά. Τό λογικό πάντως μᾶς ἔχει δοθεῖ γιά τήν σκέψη· κατά συνέπεια κάθε λογικό ὄν εἶναι καί αὐτεξούσιο.

Ἐμεῖς ὅμως παραδεχόμαστε ὅτι αὐτά δέν εἶναι κανενός ἀπό τά γινόμενα οὔτε τῆς γενέσεως αὐτῶν πού γίνονται οὔτε τῆς φθορᾶς αὐτῶν πού φθείρονται ἀλλά μᾶλλον σημεῖα τῶν βροχῶν καί τῆς μεταβολῆς τοῦ ἀέρα.

Ἴσως θά ἔλεγε κανείς ὅτι οὔτε αἴτια τῶν πολέμων εἶναι, ἀλλά σημεῖα, καί ἡ ποιότητα τοῦ ἀέρα, πού γίνεται ἀπό τόν ἥλιο καί τή σελήνη καί τά ἀστέρια, παγιώνει διάφορες κράσεις καί ἕξεις καί διαθέσεις μέ διαφορετικό τρόπο στόν καθένα.

Οἱ ἕξεις ὅμως βρίσκονται στή δικαιοδοσία μας· γιατί κυριαρχοῦνται ἀπό τόν λόγο καί ὁδηγοῦνται μέ τροπές» (Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, Ἔκδοσις ἀκριβής τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως, κείμενο –μετάφραση – εἰσαγωγή –σχόλια Ν. Ματσούκα, Ἐκδόσεις Π. Πουρναρᾶ, Θεσσαλονίκη 1983, σσ. 123-127).

Παρατηρώντας τά διάφορα δρώμενα αὐτές τίς ἡμέρες σέ διάφορες περιοχές τῆς πατρίδος μας πού χαρακτηρίζονται ὡς παραδοσιακά ἔθιμα τοῦ λαοῦ ἐπισημαίνουμε, ὅτι:

α΄. Πολλά ἀπ’ αὐτά ἔχουν ἀντιχριστιανικό χαρακτῆρα καί ὡς ἐκ τούτου οἱ πιστοί ὀφείλουν νά ἀποφεύγουν καί νά τά πράττουν καί νά τά παρακολουθοῦν.

β΄. Ἄλλα εἶναι ἀσύμβατα πρός τήν χριστιανική εὐπρέπεια καί φωτοφόρα ζωή ἀφοῦ «Ἐπεφάνη γὰρ ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ἡ σωτήριος πᾶσιν ἀνθρώποις, παιδεύουσα ἡμᾶς ἵνα ἀρνησάμενοι τὴν ἀσέβειαν καὶ τὰς κοσμικὰς ἐπιθυμίας σωφρόνως καὶ δικαίως καὶ εὐσεβῶς ζήσωμεν ἐν τῷ νῦν αἰῶνι » (Πρός Τίτον β΄ 11-12).

Δηλαδή : «Γιατί ὁ Θεός φανέρωσε τή χάρη του, γιά νά σώσει ὅλους τούς ἀνθρώπους. Αὐτή μᾶς καθοδηγεῖ νά ἀρνηθοῦμε τήν ἀσέβεια καί τίς ἁμαρτωλές ἐπιθυμίες καί νά ζήσουμε μέ σωφροσύνη, μέ δικαιοσύνη καί μέ εὐσέβεια στόν παρόντα αἰώνα».

γ΄. Ἀλλά ἐξευτελίζουν τήν ἀνθρώπινη ἀξιοπρέπεια, τιμή καί θεοείδεια κατά τό «Καὶ ἄνθρωπος ἐν τιμῇ ὢν οὐ συνῆκε, παρασυνεβλήθη τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις καὶ ὡμοιώθη αὐτοῖς » (Ψαλμοῦ μη΄ (μθ΄)13 )

δ΄. Ἄλλοι πάλι δέν μιμοῦνται εἰκονικῶς καί οὐσιαστικῶς τά ἄγρια θηρία φέροντες τήν μορφή τους, ἀλλά καί αὐτούς τούς δυσειδεῖς δαίμονες πρός καύχηση τῶν πονηρῶν σκοτεινῶν πνευμάτων καί ἀπώλεια τῶν ψυχῶν τῶν ἀνθρώπων.

*****
4. Ὁ αἶνος τῆς κτίσεως

Ὁ Ψαλμωδός καλεῖ ὅλα τά δημιουργήματα νά αἰνέσουν, νά προσκυνήσουν καί νά δοξολογήσουν τόν Κτίστη καί Δημιουργό τους:

«Αἰνεῖτε τὸν Κύριον ἐκ τῶν οὐρανῶν· αἰνεῖτε αὐτὸν ἐν τοῖς ὑψίστοις. αἰνεῖτε αὐτόν, πάντες οἱ ἄγγελοι αὐτοῦ· αἰνεῖτε αὐτόν, πᾶσαι αἱ δυνάμεις αὐτοῦ. αἰνεῖτε αὐτὸν ἥλιος καὶ σελήνη, αἰνεῖτε αὐτὸν πάντα τὰ ἄστρα καὶ τὸ φῶς. αἰνεῖτε αὐτὸν οἱ οὐρανοὶ τῶν οὐρανῶν καὶ τὸ ὕδωρ τὸ ὑπεράνω τῶν οὐρανῶν. αἰνεσάτωσαν τὸ ὄνομα Κυρίου, ὅτι αὐτὸς εἶπε, καὶ ἐγενήθησαν, αὐτὸς ἐνετείλατο, καὶ ἐκτίσθησαν. ἔστησεν αὐτὰ εἰς τὸν αἰῶνα καὶ εἰς τὸν αἰῶνα τοῦ αἰῶνος· πρόσταγμα ἔθετο, καὶ οὐ παρελεύσεται. αἰνεῖτε τὸν Κύριον ἐκ τῆς γῆς, δράκοντες καὶ πᾶσαι ἄβυσσοι· πῦρ, χάλαζα, χιών, κρύσταλλος, πνεῦμα καταιγίδος, τὰ ποιοῦντα τὸν λόγον αὐτοῦ· τὰ ὄρη καὶ πάντες οἱ βουνοί, ξύλα καρποφόρα καὶ πᾶσαι κέδροι· τὰ θηρία καὶ πάντα τὰ κτήνη, ἑρπετὰ καὶ πετεινὰ πτερωτά· βασιλεῖς τῆς γῆς καὶ πάντες λαοί, ἄρχοντες καὶ πάντες κριταὶ γῆς· νεανίσκοι καὶ παρθένοι, πρεσβύτεροι μετὰ νεωτέρων· αἰνεσάτωσαν τὸ ὄνομα Κυρίου, ὅτι ὑψώθη τὸ ὄνομα αὐτοῦ μόνου· ἡ ἐξομολόγησις αὐτοῦ ἐπὶ γῆς καὶ οὐρανοῦ. καὶ ὑψώσει κέρας λαοῦ αὐτοῦ· ὕμνος πᾶσι τοῖς ὁσίοις αὐτοῦ, τοῖς υἱοῖς ᾿Ισραήλ, λαῷ ἐγγίζοντι αὐτῷ » (Ψαλμοῦ ρμη΄ (148)

Δηλαδή : «Αἰνεῖτε τόν Κύριο ἀπ’ τούς οὐρανούς, αἰνεῖτε τον στό ὕψη ! Αὐτόν αἰνεῖτε ὅλοι του οἱ ἄγγελοι, αἰνεῖτε τον ὅλες οἱ οὐράνιες δυνάμεις!

Αὐτόν αἰνεῖτε ὁ ἥλιος καί ἡ σελήνη, αἰνεῖτε τον ὅλα τ’ ἄστρα τά φωτεινά ! Αἰνεῖτε τον οἱ οὐρανοί τῶν οὐρανῶν, καί τά νερά που ‘ναι πιό πάνω ἀπ’ τ’ οὐράνια.

Τήν ὕπαρξη ἄς αἰνοῦνε τοῦ Κυρίου, γιατί αὐτός τό πρόσταξε καί γίνανε. Τά στέριωσε γιά πάντα, γιά αἰώνια, ἔδωσε νόμο καί δέ θά τόν παραβοῦν. Αἰνεῖτε, τόν Κύριο ἀπ’ τήν γῆ, θάλασσα, κήτη κι ὅλοι οἱ βυθοί!

Φωτιά καί χαλάζι, χιόνι κι ὁμίχλη, ἀνεμοθύελλα, ἐσεῖς πού ἐκτελεῖτε τίς προσταγές του! Βουνά κι ὅλα τά ὑψώματα, δέντρα ὀπωροφόρα κι ὅλοι οἱ κέδροι.

Ἄγρια ζῶα κι ὅλα τά ἥμερα, ὅλα ὅσα ἕρπετε κι ὅσα πετᾶτε! Βασιλιάδες τῆς γῆς κι ὅλοι οἱ λαοί, ἄρχοντες, καί τῆς γῆς οἱ κυβερνῆτες ὅλοι!

Κοπέλες, παλικάρια, γέροντες καί παιδιά μαζί! Τ’ ὄνομα τοῦ Κυρίου ἄς αἰνοῦν, γιατί μονάχα ἡ ὕπαρξή του ὑπερέχει ἡ δόξα του κυριαρχεῖ σέ γῆ καί οὐρανό!

Τό κύρος τοῦ λαοῦ του ἐξύψωσε· ὥστε νά τόν ὑμνοῦν ὅλοι οἱ πιστοί του, ὅλος ὁ λαός τοῦ Ἰσραήλ, πού ΄ναί δικός του καί ἀγαπημένος του».

*****

5. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι κύριος καί ὑπεύθυνος τῶν πράξεών του, τῶν λόγων του, τῆς συμπεριφορᾶς του.

Ὁ χρόνος εἶναι σχετικός ρυθμιζόμενος ἀπό ἀνθρώπινες συμφωνίες, οἱ ὁποῖες δέν ἰσχύουν παντοῦ, δηλαδή σέ ὅλους τούς τόπους, σέ ὅλες τίς περιόδους τῆς ἱστορίας καί ἀπ’ ὅλους τούς ἀνθρώπους. Γι’ αὐτό ὑπάρχουν τά διάφορα ἡμερολόγια μέ παροδικό χαρακτήρα πού ἔχουν τοπικό καί χρονικό ὁρίζοντα.

Ἡ σχετικότητα τοῦ χρόνου προκύπτει καί ἀπό τήν διαπίστωση, ὅτι ὁ χρόνος μετρᾶται ὡς πρός τήν γῆ. Γιά τά λοιπά οὐράνια σώματα δέν ἰσχύουν, ὅσα ἰσχύουν στή γῆ.

Τούτων δοθέντων εἶναι ἀνάγκη νά τονίσουμε καί νά συνειδητοποιήσουμε, ὅτι τά δικά μας ἔργα μᾶς κάνουν χαρούμενους, εὐτυχισμένους, ἐπιτυχημένους ἤ δυστυχισμένους καί ἀπελπισμένους μέσα στόν χρόνο καί ὄχι τά οὐράνια σώματα.

Εἶναι ἀνάγκη οἱ πιστοί νά προσέξουμε καί τοῦτο ὅτι ὁ ἐνανθρωπήσας Κύριος Ἰησοῦς Χριστός ἐγκαινίασε τήν νέα περίοδο τῆς ἱστορίας κηρύττοντας τόν Ἐνιαυτόν Κυρίου δεκτόν «καλέσαι ἐνιαυτὸν Κυρίου δεκτὸν» (Ἡσαΐου ξα΄ 2), δηλαδή περίοδο πού ὁ Θεός δέχεται τήν μετάνοια τῶν ἀνθρώπων καί παρέχει ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν τους καί τά ἄλλα δῶρα τῆς χρηστότητος καί ἀγαθότητός Του κατά τό:

«Ἰδοὺ νῦν καιρὸς εὐπρόσδεκτος, ἰδοὺ νῦν ἡμέρα σωτηρίας» (Πρός Κορινθίους Β΄ στ΄ 2)

Γιά νά γίνει αὐτό ζητᾶμε τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ ὥστε ἡ ζωή μας καί ἡ δραστηριότητά μας μέσα στόν χρόνο νά ἀντανακλᾶ τήν θεία δόξα καί εὐπρέπεια.

«Εὐλόγησον Κύριε τόν στέφανον τοῦ ἐνιαυτοῦ τῆς χρηστότητός σου»

Πατρών: "Καθώς εορτάζομε για μια ακόμη φορά την πρωτοχρονιά"

patron.xrysostomos

Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πατρών κ. Χρυσοστόμου

 

Καθώς ἑορτάζομε γιά μιά ἀκόμη φορά τήν Πρωτοχρονιά, μέσα σέ ἕνα κλῖμα ζοφερό, ἔρχονται κάποια γεγονότα νά μᾶς ξυπνήσουν άπό τόν πνευματικό λήθαργο, στόν ὁποῖο βρισκόμαστε ἐν πολλοῖς, ὑπενθυμίζοντάς μας ὅτι ὁ κόσμος προχωρεῖ χωρίς ὅραμα καί βασανίζεται ἀπό ποικίλα καί μεγάλα προβλήματα, καί ὡς ἐκ τούτου πρέπει ὅλοι μας νά ἀναλάβωμε τίς εὐθύνες μας.

Τό 2013 ἦταν ἕνας δύσκολος χρόνος, πού ἄφησε πολλές θλίψεις καί πικρίες ἕνεκα τῆς ἀνέχειας καί τῆς ἔνδειας, τῆς ἀνεργίας, τῆς ἀπανθρωπίας, κυρίως ὅμως ἕνεκα τῆς ἀποστασίας ἀπό τόν Θεό.

Στήν Ἑλλάδα οἱ δυσκολίες ἦταν καί εἶναι μεγάλες σέ ὅλα τά ἐπίπεδα. Ὁ ἀγώνας δύσκολος, ὁ δρόμος τραχύς .

Χωρίς νά θέλωμε νά εἴμαστε ἀπαισιόδοξοι, θεωροῦμε ὅτι ἡ ὅλη ἐικόνα προοιωνίζει σκληρό μέλλον. Μακάρι νά συνειδητοποιήσωμε τήν ἀλήθεια, ἡ ὁποία εἶναι μία.

Χρειάζεται μετάνοια, ἀλλαγή τρόπου ζωῆς καί σκέψεως, ἑνότητα καί ὁμόνοια. Ἀπαιτεῖται πίστη ἀκράδαντη στόν Θεό καί ἀγάπη πρός αὐτόν τόν τόπο πού τόσο ταλαιπωρεῖται, ὡς μή ὤφελεν, ἀπό τά παιδιά του καί ἀπό τούς ξένους.

Τώρα, παρά ποτέ, εἶναι ἀπαραίτητη ἡ συστράτευση τῶν κοινωνικῶν καί πολιτικῶν δυνάμεων, γιά νά κλείσουν οἱ πληγές καί νά προχωρήσωμε πρός τήν ἔξοδο ἀπό τήν πολυεπίπεδη κρίση.

Αὐτό ὅμως τό ἔργο ἀπαιτεῖ θυσίες καί αὐταπάρνηση. Εἴμαστε ἄραγε ἕτοιμοι νά δουλέψωμε ὅλοι μας, κατά τό νέο ἡμερολογιακό ἔτος, γιά τήν ἀνόρθωση τῆς «πεπτωκυίας σκηνῆς»;

Κάθε ἡμέρα γίνεται κατανοητό, ὅτι χωρίς ἀνθρώπους θυσίας, μπροστάρηδες, πού θά ἔχουν ἀρνηθῇ τόν ἑαυτό τους καί θά εἶναι ἕτοιμοι νά θυσιαστοῦν, οὐδεμία πρόοδος θά ὑπάρξῃ.

Μακάρι, μέ τήν χάρη καί τήν οἰκονομία τοῦ Θεοῦ, νά βροῦμε τόν δρόμο μας.

Ὅμως καί γενικώτερα τά πράγματα δέν εἶναι εὐχάριστα. Ἄς ἀναφέρωμε ὡρισμένα συγκλονιστικά στοιχεῖα.

Τό πρόβλημα τῆς Κύπρου, ἐνῷ τά χρόνια περνοῦν, παραμένει ἄλυτο. Ἕνα μεγάλο τμῆμα τῆς Μεγαλονήσου εὑρίσκεται ὑπό τουρκική κατοχή, μέ τόν πληθυσμό ξερριζωμένο καί τίς Ἑλληνικές Ὀρθόδοξες Χριστιανικές ἑστίες ρημαγμένες.

Ἡ ἐπίσκεψή μας στά Κατεχόμενα, πρό ὀλίγου καιροῦ, γέμισε τήν ψυχή μας μέ θλίψη καί ὀδύνη.

Τό νέο ἔτος εὑρίσκει τούς Ὀρθοδόξους Χριστιανούς στήν Συρία, μέσα στόν πόνο, στό δάκρυ, στά αἵματα.

Οἱ ἐκεῖ ἀδελφοί μας, σηκώνουν τόν σταυρό τοῦ μαρτυρίου καί βιώνουν ἡμέρες φρίκης, ἡμέρες διωγμῶν τῶν πρωτοχριστιανικῶν χρόνων.

Ἡ Συρία, στήν ὁποία ἄνθισε ὁ Χριστιανισμός, εἶναι βαμμένη στό αἶμα. Οἱ ἀπαχθέντες Ἀρχιερεῖς, ἄν ζοῦν, βιώνουν τό δικό τους μαρτύριο.

 

Οὐδείς γνωρίζει ἐπίσης τήν τύχη τῶν ἀπαχθεισῶν Μοναχῶν. Οἱ Χριστιανικοί οἰκισμοί ρημάζουν. Οἱ ἄνθρωποι παραδίδονται στήν μάχαιρα τῶν φανατικῶν καί φονταμενταλιστῶν Ἰσλαμιστῶν.

Κανείς δέν λογαριάζει τήν φωνή τῶν ἀδικουμένων, οὔτε τήν φωνή κάποιων πνευματικῶν ἡγετῶν τοῦ κόσμου πού ὑπερασπίζονται τά δικαιώματά τους.

Ἐπίσης, ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀχρίδος Ἰωάννης εἶναι ἀκόμη στήν φρικτή φυλακή τῶν Σκοπίων, μέ ἐπισφαλῆ ὑγεία, μέσα σέ ἕνα κελί πού συνωστίζονται τριάντα ἀκόμα κρατούμενοι. Ὅλες οἱ ἐκκλήσεις γιά τήν ἀπελευθέρωσή του πέφτουν στό κενό.

Οἱ ἰσχυροί τῆς γῆς φαίνεται ὅτι δέν νοιάζονται γιά τήν προάσπιση τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων, τά ὁποῖα βάναυσα παραβιάζονται. Δέν συγκινοῦνται ἀπό τίς σφαγές, τίς οἰμωγές καί τά δάκρυα τῶν ἀθώων θυμάτων.

Ἡ διεθνής κοινότητα παρακολουθεῖ μέ ἀπάθεια τά φρικτά ἐγκλήματα. Τά λόγια τους, στεγνά καί στυγνά, σιδερένια, ὅπως καί οἱ καρδιές τους, προδίδουν τίς σκέψεις τους, οἱ ὁποῖες μόνο σύμφωνες μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι. 

Ὄμως, μέσα ἀπό τόν διωγμό καί τό μαρτύριο λάμπει περισσότερο ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ. Τόν πρῶτο καί τόν τελευταῖο λόγο τόν ἔχει Ἐκεῖνος. «Τά ἀδύνατα παρά ἀνθρώποις, δυνατά παρά τῷ Θεῷ ἐστίν» (Λουκ. ιη’. 27).

Ἀδελφοί μου, πρός Αὐτόν, τόν παντοδύναμο Κύριό μας, σήμερα καί πάντοτε, ὑψώνομε τήν καρδιά μας, τά μάτια μας, τήν ὑπαρξή μας ὁλόκληρη καί τόν παρακαλοῦμε νά λυπηθῇ τόν καθένα ξεχωριστά, τήν Πατρίδα μας, τόν κόσμο ὅλο καί διά πρεσβειῶν τῆς Παναγίας Μητρός Του, τοῦ Οὐρανοφάντορος Μεγάλου Βασιλείου καί πάντων τῶν Ἁγίων, νά φωτίσῃ, νά ὁδηγήσῃ στήν μετάνοια καί νά σώσῃ τόν σύμπαντα κόσμο ἐκ τῶν, συνεχουσῶν αὐτόν, δεινῶν καταστάσεων καί συμφορῶν.

Δός Κύριε τήν εὐλογίαν σου καί τήν δωρεά σου κατά τόν νέον ἐνιαυτόν τῆς χρηστότητός Σου.

Σᾶς εὔχομαι κάθε εὐλογία καί δωρεά παρά τοῦ Θεοῦ κατά τό νέο Ἔτος.

Τά ἔτη σας πολλά καί εὐλογημένα.

Το πρόβλημα του Filioque (και εκ του Υιού) - Διασαφήσεις και διαπιστώσεις

Filioque

 

Γράφει ο  Παναγιώτης  Μπούμης, Ομότ.  Καθηγητής  Πανεπιστημόυ Αθηνών | Romfea.gr

Πρό  καιροῦ  εἴχαμε  προβεῖ  σέ  μία  ἐκτενή  γνωμοδότηση-μελέτη  ἐπί  τῆς  «Διασαφήσεως»  τοῦ  Ποντιφικοῦ  Συμβουλίου  τῆς  Ρωμαιοκα-θολικῆς  Ἐκκλησίας, τήν  ὁποία  δημοσιεύσαμε  στό  περιοδικό  «Ἐκκλη-σία»  (ἔτ. ΠΗ΄  [2011], σελ. 775  ἑξ.)  σέ  ἕξι  συνέχειες.

Ἡ  ἐν  λόγῳ  «Δια-σάφησις»  ἀνατέθηκε  στό  Ποντιφικό  Συμβούλιο  ἀπό  τόν  Πάπα  Ρώ-μης  Ἰωάννη  Παῦλο  τόν  Β΄  τό  ἔτος  1995, γιά  νά  ἐρευνηθεῖ  καί  νά  διασαφηνιστεῖ  «ἡ  περί  τοῦ  Filioque  πατροπαράδοτος  διδασκαλία  ἡ  περιεχομένη  εἰς  τήν  λειτουργικήν  διατύπωσιν  τοῦ  λατινικοῦ  Πιστεύ-ω».

Στή  δική  μας  ἔρευνα-γνωμοδότηση  μεταφέραμε  ἤ  ἀναφέραμε  καί  τίς  ἑξῆς  βασικές  διαπιστώσεις  ἤ  πορίσματα, τά  ὁποῖα  κρίνουμε  χρήσιμο  ἤ  καί  σκόπιμο  νά  παραθέσουμε  καί  κατωτέρω:

1)  Ὅτι  ὁ  ἅγιος  Μᾶρκος  Ἐφέσου  ὁ  Εὐγενικός  στήν  Ἐγκύκλιό  του  «Τοῖς  ἁπανταχοῦ  τῆς  γῆς  καί  τῶν  νήσων  εὑρισκομένοις  Ὀρθο-δόξοις  χριστιανοῖς»  (1440-1)  διακηρύσσει:  «Καί  ἡμεῖς  μέν  μετά  τοῦ  Δαμασκηνοῦ  (PG  94,824)  καί  τῶν  Πατέρων  ἁπάντων, τήν  διαφοράν  γεννήσεως  καί  ἐκπορεύσεως  ἀγνοεῖν  ὁμολογοῦμεν», ὅτι  δηλαδή  με-ταξύ  τῆς  γεννήσεως  τοῦ  Υἱοῦ  ἀπό  τόν  Πατέρα  καί  τῆς  ἐκπορεύσε-ως  τοῦ  Ἁγίου  Πνεύματος  ἀπό  τόν  Πατέρα, δέν  εἶναι  γνωστή  ἡ  δι-αφορά, τήν  ἀγνοοῦμε.

2)  Ὅτι  ὁ  λατινικός  ὅρος  processio  (procedere)  εἶναι  γενικότε-ρος  τοῦ  ἑλληνικοῦ  ἐκπόρευση  (ἐκπορεύεσθαι, πηγάζειν). Τό  processio  σημαίνει  καί  τό  ἐκπόρευση, ἀλλά  σημαίνει  καί  τήν  προέλευση  γενι-κῶς  καί  τήν  ἔξοδο  καί  τόν  ἐρχομό  κ.τ.τ.

Συγκεκριμένως  μάλιστα  ἡ  «Διασάφησις»  (σελ. 11)  σημειώνει:  «Ἐκ  τῶν  ὅρων  τῶν  ἐχόντων  σχέσιν  πρός  οἱανδήποτε  ἀρχήν, ὁ  ὅρος  processio  εἶναι  ὁ  γενικώτερος. Τόν  χρησιμοποιοῦμεν  δι'  οἱανδήποτε  ἀρχήν·  ἐπί  παραδείγματι, λέγομεν  ὅτι  ἡ  γραμμή  προέρχεται  ἀπό  τό  στίγμα  τῆς  τελείας  (ἐμόν·  δέν  λέμε  ὅμως  ἐκπορεύεται), ὅτι  ἡ  ἀκτίς  προέρχεται  ἀπό  τόν  ἥλιον  (ἐδῶ  μποροῦμε  τό  ἐκπορεύεται),  ὁ  ποτα-μός  ἀπό  τήν  πηγήν  του  (ἀπό  τό  βουνό  ἐκπορεύεται, ἀπό  τήν  ἐξωτε-ρική  πηγή  προέρχεται), ὡς  καί  εἰς  πλείστας  ὅσας  ἄλλας  περιπτώ-σεις».

3)  Ὅτι  ἔτσι  ἔχει  γίνει  ἕνα  σημαντικό  βῆμα  διασαφηνίσεως, ἀλ-λά  καί  ἀλληλοκατανοήσεως. Ἡ  ἀποδεκτέα  ἤ  καί  ἀποδεκτή  καί  ἀπό  τίς  δύο  πλευρές, Ἀνατολῆς  καί  Δύσεως, ἀλήθεια  εἶναι:  Ὅτι  τό  pro- cedere, ὅπως  καί  τό  προϊέναι, σημαίνει  γενικότερα  τό  προέρχεθαι  καί  διέρχεσθαι  καί  ἐξέρχεσθαι.

Οὕτως  ἐχόντων  τῶν  πραγμάτων, νομίζουμε  ὅτι  ἀποκτᾶ  ἰδιαίτε-ρη  σημασία  καί  ἡ  ἑξῆς  ὁμολογία  τῆς  «Διασαφήσεως»  (σελ. 10):  «Ὅ-πως  ἡ  λατινική  βίβλος  (Vulgata  καί  αἱ  προηγούμεναι  μεταφράσεις)  εἶχε  μεταφράσει  τό  Ἰωάν. ιε΄, 26  (παρά  τοῦ  Πατρός  ἐκπορεύεται)  μέ  "qui  a  Patre  procedit", οἱ  Λατῖνοι  μετέφρασαν  τό  ἐκ  τοῦ  Πατρός  ἐκ-πορευόμενον  τοῦ  Συμβόλου  τῆς  Νικαίας-Κωνσταντινουπόλεως  μέ  "ex  Patre  procedentem"  (Mansi  VII, 112B). Οὕτως, εἰς  τόν  λόγον  τῆς  αἰωνίας  ἀρχῆς  τοῦ  Ἁγίου  Πνεύματος, ἐξισοῦτο  ἐσφαλμένως  ἀλλ'  ἀκουσί-ως  ἡ  περί  ἐκπορεύσεως  ἀνατολική  θεολογία  καί  ἡ  περί  processio  δυτική». Ἡ  ἔκφραση  ὅτι  «ἐξισοῦτο  ἐσφαλμένως  ἀλλ'  ἀκουσίως  ἡ  πε-ρί  ἐκπορεύσεως  ἀνατολική  θεολογία  καί  ἡ  (μέ  τήν)  περί  processio  δυτική»  ἀναγνωρίζει  καί  δέχεται  τήν  ἐσφαλμένη  ἐξίσωση  ἀπό  ἄ-γνοια  τοῦ  «ἐκπόρευσις»  καί  τοῦ  (μέ  τό)  «processio».

4)  Ὅτι  δέν  εἶναι  παντελῶς  ἀδικαιολόγητα  καί  τά  ἀκόλουθα  φαινόμενα, τά  ὁποῖα  ἀναφέρονται  στήν  ἴδια  «Διασάφησιν»  (σελ. 11-12):  «Ὁμολογοῦντες  τό  Ἅγιον  Πνεῦμα  "ex  Patre  procedentem", οἱ  Λα-τῖνοι  δέν  ἠδύναντο, λοιπόν, παρά  νά  ὑποθέσουν  ἕνα  σιωπηλῶς  ὑπο-νοούμενον  Filioque, τό  ὁποῖον  θά  καθίστατο  βραδύτερον  κατηγορη-ματικῶς  διατυπωμένον  εἰς  τήν  λειτουργικήν  των  ἀπόδοσιν  τοῦ  συμ-βόλου». Καί  θά  λέγαμε  ὅτι  δικαιολογοῦνταν  νά  ὑποθέσουν  αὐτό, ἐ-πειδή  ἀκριβῶς  τό  procedere  ἔχει  καί  τήν  ἔννοια, ὅπως  εἴδαμε, τοῦ  προέρχεσθαι - διέρχεσθαι - ἐξέρχεσθαι, τήν  ὁποία  ὑπονοοῦσαν  οἱ  Δυτι-κοί.

5)  Ὅτι  καί  Πατέρες  τῆς  Ἐκκλησίας  δέχονταν  τό  Filioque  μέ  τό  προϊέναι  (ἤ  ἀντίστοιχο), ἐπειδή  ἀκριβῶς  τό  προϊέναι-procedere  εἶ-ναι  γενικότερο, ἔχει  εὐρύτερη  ἔννοια  ἀπό  τό  ἐκπορεύεσθαι. Ἔτσι  ὁ  Κύριλλος  Ἀλεξανδρείας  λέει:  «Ὅτε  τοίνυν  τό  Πνεῦμα  τό  ἅγιον  ἐν  ἡμῖν  γενόμενον, συμμόρφους  ἀποδεικνύει  Θεοῦ, πρόεισι  δέ  καί  ἐκ  Πατρός  καί  Υἱοῦ»  (Thesaurus, PG  75,585A). Μᾶς  δηλώνει  δηλαδή  ὅ-τι  προέρχεται  καί  ἀπό  τόν  Πατέρα  καί  ἀπό  τόν  Υἱό  καί  ἔρχεται  σέ  μᾶς. Ἐδῶ  ὁ  Κύριλλος  δέν  μιλάει  περί  τῆς  ἀρχῆς  καί  ἐκπορεύσεως  τοῦ  Ἁγίου  Πνεύματος, ἀλλά  περί  τῆς  σέ  μᾶς  ἀφίξεώς  του  («γενόμε-νον»), προερχόμενον  ἐκ  μέρους  τοῦ  Πατρός  καί  τοῦ  Υἱοῦ.

Ἰδιαιτέρως  πρέπει  νά  προσεχθεῖ  καί  νά  τονιστεῖ  ὅτι  χρησιμο-ποιεῖται  ἀπό  τόν  ἅγιο  Κύριλλο  τό  γενικότερο  ρῆμα  «πρόεισι»  καί  ὄχι  τό  «ἐκπορεύεται», πού  εἶναι  εἰδικότερο  καί  κυριολεκτεῖται  γιά  τό  προσωπικό  ἰδίωμα  τοῦ  Ἁγίου  Πνεύματος, τ.ἔ.  τήν  ἐκπόρευσή  Του  ἀπό  τόν  Πατέρα.

Ἐν  πάσῃ  περιπτώσει  φαίνεται  ὅτι  δέν  ἀντιτίθεται  ὁ  Κύριλλος  στό  Filioque, ὅταν  συνοδεύεται  μέ  τό  προϊέναι, τ.ἔ.  μέ  τή  γενικότερη  ἔννοια  τῆς  καί  πρός  ἐμᾶς  ἐλεύσεως  («ἐν  ἡμῖν  γενόμενον»)  καί  ὄχι  μέ  τό  ἐκπορεύεσθαι, τ.ἔ.  μέ  τήν  ἰδιαίτερη  προσωπική  καί  εἰδικότερη  ἔννοια  τῆς  ἀπό  τόν  Πατέρα  μόνο  ἐκπορεύσεως  καί  ἀφετηρίας.

6)  Ὅτι  παρόμοια  τακτική  ἀκολουθεῖ  καί  ὁ  Μέγας  Ἀθανάσιος. Ἔτσι  ἐν  συνεχείᾳ  ἐρχόμαστε  σ'  αὐτό  πού  γράφει  ὁ  Μέγας  Ἀθανά-σιος  καί  μεταφέρει  ἡ  «Διασάφησις»  (σελ. 13, ὑπ. 4)  στήν  Ἐπιστολή  του  πρός  Σεραπίωνα, ΙΙΙ, 1, 33, PG  26,625:  «Καί  τό  παράδοξον, ὥσπερ  ὁ  Υἱός  λέγει, Τά  ἐμά  τοῦ  Πατρός  ἐστιν, οὕτως  τοῦ  Πατρός  ἐστι  τό  Πνεῦμα  τό  ἅγιον, ὅπερ  τοῦ  Υἱοῦ  εἴρηται. Αὐτός  μέν  γάρ  ὁ  Υἱός  λέ-γει·  "Ὅταν  ἔλθῃ  ὁ  Παράκλητος, ὅν  ἐγώ  πέμψω  ὑμῖν  παρά  τοῦ  Πα-τρός, τό  Πνεῦμα  τῆς  ἀληθείας, ὅ  παρά  τοῦ  Πατρός  ἐκπορεύεται, ἐκεῖ-νος  μαρτυρήσει  περί  ἐμοῦ"».

Καί  πιό  κάτω  ὁ  Μέγας  Ἀθανάσιος  προσθέτει  χαρακτηριστι-κῶς:  «Οὐκοῦν  εἰ  ὁ  Υἱός  διά  τήν  πρός  τόν  Πατέρα  ἰδιότητα, καί  διά  τό  εἶναι  αὐτοῦ  τῆς  οὐσίας  ἴδιον  γέννημα, οὐκ  ἔστι  κτίσμα, ἀλλ'  ὁμο-ούσιος  τοῦ  Πατρός ·  οὕτως  οὐκ  ἄν  εἴη  οὐδέ  τό  Πνεῦμα  τό  ἅγιον  κτίσμα, ἀλλά  καί  ἀσεβής  ὁ  λέγων  τοῦτο, διά  τήν  πρός  τόν  Υἱόν  ἰδι-ότητα  αὐτοῦ, καί  ὅτι  ἐξ  αὐτοῦ  δίδοται  πᾶσι, καί  ἅ  ἔχει  τοῦ  Υἱοῦ  ἐ-στίν»  (PG  26,625C – 628A).

Μέ  τήν  ἔκφραση, λοιπόν, «ἐξ  αὐτοῦ  (τοῦ  Υἱοῦ)  δίδοται  (τό  Ἅ-γιον  Πνεῦμα  πᾶσι  (ἀνθρώποις)»  καθίσταται  σαφές  ὅτι  μιλάει  γιά  «μετάδοση»  τοῦ  Ἁγίου  Πνεύματος  μέ  τή  γενική  καί  ἐν  χρόνῳ  ἔν-νοια  («πᾶσι  ἀνθρώποις», ἐφ'  ὅσον  δηλαδή  ὑπάρχουν  ἄνθρωποι)  καί  ὄχι  γιά  τήν  προαιώνιο  καί  πρό  ἀκόμη  τῆς  δημιουργίας  τοῦ  ἀνθρώ-που  ἐκπόρευση  τοῦ  Ἁγίου  Πνεύματος. Τοῦτο  ἄλλωστε  καί  τονίζει  μέ  τό  νά  λέει  πιό  πάνω:  «τό  Πνεῦμα  τῆς  ἀληθείας, ὅ  παρά  τοῦ  Πατρός  ἐκπορεύεται».

Ἔτσι  φαίνεται  ὅτι  οὔτε  ὁ  Μέγας  Ἀθανάσιος  ἀντιτίθεται  στό  Filioque, ὅταν  συνοδεύεται  μέ  τό  δίδοται  ἤ  μέ  τό  ἀντίστοιχο  πρός  αὐτό  ρῆμα, προέρχεται  (procedit), καί  ὄχι  μέ  τό  ἐκπορεύεται.

7)  Ὅτι, ὅταν  ἀπαγγέλλουν  οἱ  Δυτικοί  τό  Σύμβολο  τῆς  Πίστε-ως  στά  λατινικά, ὅταν  δηλ.  χρησιμοποιεῖται  τό  γενικότερο  «προϊέ-ναι»-procedere, ἀντί  τοῦ  εἰδικοῦ  ἐκπορεύεται, τότε, θά  λέγαμε, ἀνα-γκάζονται  νά  προσθέτουν  καί  τό  Filioque, ἐπειδή  πράγματι  τό  Ἅγιο  Πνεῦμα  προέρχεται  (-ἐξέρχεται  πρός  τούς  ἀνθρώπους)  καί  ἀπό  τόν  Πατέρα  καί  ἀπό  τόν  Υἱό, σύμφωνα  μέ  ἐκεῖνα  πού  διαπιστώσαμε  στό  χωρίο  Γαλ. 4,6  (στό  Γ΄  Τμῆμα  τῆς  γνωμοδοτήσεως)  καί  ἀπό  τίς  γνῶμες  τῶν  Πατέρων  (στό  Δ΄), ἐνῶ  ὅταν  τό  ἀπαγγέλλουν  στά  ἑλλη-νικά, τότε  ὀρθῶς  δέν  θέτουν  τό  Filioque.

Πλήν  ὅμως  δέν  μποροῦμε  νά  ἐπαναπαυόμαστε  στήν  ἀνεπιτυχή  ἀντικατάσταση  τοῦ  ὅρου  «ἐκπορευόμενον»  μέ  τό  procedentem  καί  τή  βεβιασμένη  προσθήκη  τοῦ  Filioque  στά  λατινικά. Ὅπως  ἐπίσης  δέν  μποροῦμε  νά  ἀποκλείσουμε  καί  τό  ἐνδεχόμενο  μιᾶς  ὑποκρυπτό-μενης  ἀναζητήσεως  ὡς  πρός  τό  θέμα  τῆς  διατυπώσεως  καί  ὁμολογί-ας  τῆς  προελεύσεως  τοῦ  Ἁγίου  Πνεύματος  καί  ἐκ  (διά)  τοῦ  Υἱοῦ  κατά  τήν  μετά  Χριστόν  ἐποχή.

8)  Ὅτι  ἡ  συνείδηση  τοῦ  πληρώματος, ὅπως  καί  ἡ  συμφωνία  τῶν  Πατέρων  τῆς  Ἐκκλησίας  μᾶς  διαφυλάσσουν  καί  συγκρατοῦν  τήν  ἀλήθεια:  Ἐφ'  ὅσον, ὅταν  ἐκφωνεῖται  τό  Σύμβολο  τῆς  Πίστεως  στά  ἑλληνικά  μέ  τό  «ἐκπορεύεται»  περί  τοῦ  Ἁγίου  Πνεύματος  ἀπο-δίδεται  ἐνσυνειδήτως  στόν  Πατέρα  ἡ  ἐκπόρευσις  καί  ὄχι  καί  στόν  Υἱό, ἐνῶ, ὅταν  ἐκφωνεῖται  στά  Λατινικά  μέ  τό  procedere  (= προϊέ-ναι), τότε  τίθεται  καί  τό  Filioque, γιατί, ὅπως  εἴδαμε, προέρχεται  καί  ἀπό  τόν  Υἱό, τοῦτο  σημαίνει  ὅτι  τό  σύνολο  τῆς  Ἐκκλησίας  δέν  λα-θεύει. Ἤ  ἀλλιῶς, ἀγρυπνεῖ  καί  ἀπαιτεῖ  τήν  ὀρθή  διατύπωση  τῆς  ἀ-λήθειας.

9)  Ὅτι  ἡ  ἀνάθεση  ἐκ  μέρους  τοῦ  Πάπα  Ἰωάννου-Παύλου  τοῦ  Β΄  ἐνώπιον  τοῦ  Πατριάρχου  Βαρθολομαίου  τοῦ  Α΄  τό  1995  στό  Ποντιφικό  Συμβούλιο  συντάξεως  καί  ἐκδόσεως  αὐτῆς  τῆς  «Διασαφή-σεως»  εἶναι  γεγονός  ἀνάλογο  τῆς  ἄρσεως  τῶν  ἀναθεμάτων, πού  ἔλα-βε  χώραν  τό  1965, ἀπό  τούς  Προκαθημένους  Ἀνατολικῆς  καί  Δυτι-κῆς  Ἐκκλησίας, Ἀθηναγόρα  τόν  Α΄  καί  Παῦλον  τόν  ΣΤ΄.

10)  Ὅτι  συνεπές  καί  ἐπάναγκες  εἶναι  νά  δρομολογηθοῦν, νά  γίνουν  οἱ  ἀπαραίτητες  διεργασίες, διορθώσεις  καί  ἐπανορθώσεις, ἄν  θέλουμε . . .

Β΄

Γράψαμε  στό  προηγούμενο  ἄρθρο  ὅτι  πρέπει  νά  γίνουν  οἱ  ἀ-παραίτητες  διορθώσεις, ἄν  θέλουμε . . . Ἐν  συνεχείᾳ  ἐρχόμαστε  στό  ἑ-ξῆς  ζήτημα:  Ἄς  ὑποθέσουμε, λοιπόν, ὅτι  πραγματοποιοῦνται  οἱ  ἀπα-ραίτητες  διορθώσεις  π.χ.  στήν  Καινή  Διαθήκη  τῆς  λατινικῆς  μετα-φράσεως-ἐκδόσεως, ὅπως  καί  τῶν  ἄλλων  μεταφράσεων  στίς  διάφορες  γλῶσσες. Ὡστόσο  τίθεται  σειρά  δικαιολογημένων  ἐρωτημάτων:  Ἀρκεῖ  αὐτό  γιά  μιά  πλήρη  συνεννόηση, προσέγγιση  καί  ἑνότητα  τῶν  χρι-στιανῶν  Ἀνατολῆς  καί  Δύσεως;  Τί  θά  γίνει  μέ  τό  Σύμβολο  τῆς  Πί-στεως, τό  ὁποῖο  πρέπει  νά  εἶναι  ἕνα  ἑνωτικό  στοιχεῖο;  Θά  ἀρκεῖ  καί  ἐκεῖ  μία  ἀντικατάσταση  τοῦ  procedentum  μέ  τό  emanantum  (πηγά-ζειν)  μέ  μία  παράλληλη  ἀπάλειψη  τοῦ  Filioque  ἀπό  τή  λατινική  ἔκ-δοση  καί  τίς  ἀνάλογες  ἀλλόγλωσσες  ἐκδόσεις  ἤ  θά  χρειάζεται  καί  κάτι  ἄλλο;  

Ἐξ  ἄλλου  θά  ἱκανοποιεῖ  καί  θά  ἐπαναπαύει  μία  διόρθωση  τό  πλήρωμα  τῆς  Δυτικῆς  Ἐκκλησίας – χωρίς  νά  ἀποκλείεται  καί  τμήμα-τος  τῆς  Ἀνατολικῆς;  Δέν  θά  φέρει  τοῦτο  μία  τουλάχιστον  ἀναστά-τωση  στό  πλήρωμα  τῆς  Δυτικῆς  Ἐκκλησίας, στίς  συνειδήσεις  καί  τίς  συνήθειες  τῶν  πιστῶν  της;  Μήπως  τό  πλήρωμά  της  ἀπαιτήσει  ἀπό  μέρους  τῆς  ἐκκλησιαστικῆς  ἡγεσίας  πειστικές  ἐξηγήσεις  γιά  τήν  ἀλ-λαγή  τῆς  μέχρι  τοῦδε  πολυχρόνιας  θέσεως  καί  στάσεώς  της  καί  τίς  λειτουργικές  συνήθειές  της  μέ  κίνδυνο  ἀπώλειας  τῆς  ἐμπιστοσύνης  του  πρός  αὐτήν;  Μήπως  ἔχουμε  ἐξεγέρσεις  καί  ἀποσκιρτήσεις  ἀπό  αὐτήν;  Διαβλέπουμε  δηλαδή  καί  πιθανές  ἀδιεξόδους  τῆς  Ρωμαιοκα-θολικῆς  ἡγεσίας, ἀλλά  καί  ἀπαραίτητες  ἀναζητήσεις  μιᾶς  διεξόδου.

Ἀπό  τήν  ἄλλη  πλευρά  δέν  μποροῦμε  ἐπίσης  νά  παραβλέψουμε  καί  προσπάθειες  τῆς  Ἀνατολικῆς  ἐκκλησιαστικῆς  ἡγεσίας  στή  διαφώ-τιση  τοῦ  πληρώματος  τῆς  Ὀρθόδοξης  Ἐκκλησίας  καί  τή  διατήρησή  του  μέσα  στούς  κόλπους  της. Αὐτό  διαφαίνεται  καί  ἀπό  τήν  ἔκδοση  διαφόρων  ὁμολογιακῶν  «Τόμων»  ἤ  ἐγκυκλίων, ὅπως  καί  ἀπό  τή  σύγκληση  σχετικῶν  Συνόδων. Μήν  ἰσχυριστεῖ  κάποιος  ὅτι  ἡ  ἀφειδής  παράθεση  πατερικῶν  γνωμῶν  σ'  αὐτές, ὅπως  ἐπίσης  καί  ἡ  μεγάλη  ἔ-κταση  τῶν  Τόμων  τῶν  ἐν  λόγῳ  Συνόδων  ἤ  τῶν  ἐκκλησιαστικῶν  ἐ-γκυκλίων  δέν  εἶναι  μία  ἐκδήλωση  καί  ἀπό  τήν  πλευρά  της, ἔστω  ἀ-συνειδήτως, ἀναζητήσεως  ἤ  ἐμπεδώσεως  τοῦ  ὀρθοῦ  σχετικά  καί  μέ  τήν  ἐκπόρευση, τήν  ἀποστολή  καί  τόν  ἐρχομό  τοῦ  Ἁγίου  Πνεύματος. Μήν  ἀντιτείνει  κανείς  ὅτι  δέν  διαφαίνεται  μιά  ἔντονη  ποιμαντική  μέριμνα  γιά  τήν  ὀρθή  καί  ἀκριβή  καί  πλήρη  διατύπωση  τῆς  ἀλή-θειας  καί  τή  διαφύλαξη  τῶν  χριστιανῶν  ἀπό  ἐσφαλμένες  διαδόσεις  καί  παρεκκλίσεις  καί  ἀποχωρήσεις  ἤ  ἀπομακρύνσεις  αὐτῶν  ἀπό  τήν  Ὀρθόδοξη  Ἐκκλησία  καί  διδασκαλία.

Δέν  παραβλέπουμε, λοιπόν, καί  τούς  πιθανούς  ἐνδοιασμούς  ἤ  καί  τίς  ἀδιεξόδους  τῆς  Ρωμαιοκαθολικῆς  Ἐκκλησίας, ἀλλά  διαβλέ-πουμε  καί  τή  μέριμνα  τῆς  Ὀρθόδοξης  ἐκκλησιαστικῆς  ἡγεσίας  στήν  προσφορά  τῆς  ἀλήθειας. Πάντως  καί  τά  δύο  μαρτυροῦν  ὄχι  μόνο  μία  ἀναζήτηση, ἀλλά  καί  μία  προετοιμασία  τοῦ  ἐδάφους  καί  τοῦ  κλίματος  γιά  μιά  ἀκόμη  καί  συνοδική  συνεργασία  μεταξύ  Ἀνατο-λῆς-Δύσεως  σχετική  μέ  τήν  ἐκπόρευση, προέλευση  καί  ἔλευση  τοῦ  Ἁ-γίου  Πνεύματος.

Οὕτως  ἐχόντων  τῶν  πραγμάτων  θά  μποροῦσε, λοιπόν, ἡ  Ρωμαι-οκαθολική  Ἐκκλησία  διά  μέσου  τοῦ  Πάπα:

α)  Νά  ζητήσει  καί  ἀπό  (τήν)  ἀντίστοιχη  συνοδική  ἐπιτροπή  τῆς  Ἀνατολικῆς  Ἐκκλησίας  κάτι  ἀνάλογο  μέ  αὐτό  πού  ζήτησε  ἀπό  τό  Ποντιφικό  Συμβούλιο.

β)  Νά  ζητήσει  ἐν  καιρῷ  τή  σύγκληση  μιᾶς  Οἰκουμενικῆς  Συ-νόδου  πρός  συζήτηση  ἤ  καί  διατύπωση  κειμένου, Ὅρου  ἤ  ἄρθρου,  «γιά  τήν  κατά  καί  μετά  τήν  Πεντηκοστή  ἔλευση  δαψιλῶς  τοῦ  Ἁγί-ου  Πνεύματος»  στούς  Ἀποστόλους  καί  τήν  Ἐκκλησία, ἐφ'  ὅσον  ἄλ-λωστε  στό  Σύμβολο  τῆς  Πίστεως  ὑπάρχει  ἔλλειψη  περί  αὐτοῦ, του-λάχιστον  φαινομενικῶς.

γ)  Ἴσως, ἐάν  δέν  εὐοδοῦται  ἤ  καθυστερεῖ  νά  πραγματοποιηθεῖ  τό  αἴτημα  αὐτό, νά  προτείνει  στήν  Ἀνατολή  προηγουμένως  τή  σύγ-κληση  π.χ.  μιᾶς  Πανορθόδοξης  Συνόδου  γιά  τόν  ἐπίσημο  καθορισμό  καί  τήν  ἀντιδιαστολή  μεταξύ  ἐκπορεύεσθαι  καί  προϊέναι-προέρχε-σθαι  (procedere), καθώς  καί  τή  σύνταξη  ἑνός  σχετικοῦ  συντόμου-πε-ριεκτικοῦ  κειμένου-ἄρθρου. 

Ἔτσι  θά  ὑπάρχει  καί  δογματικό  θέμα  νά  ἀσχοληθεῖ  ἡ  Πα-νορθόδοξη  Σύνοδος, καθώς  θά  ἀποκτήσει  καί  βασικό  νόημα  συγ-κλήσεώς  της. Ἴσως  αὐτό  σημαίνει  ἤ  περιμένει  καί  ἡ  συνεχής  ἀναβο-λή  τῆς  συγκλήσεως  τῆς  Πανορθόδοξης  Συνόδου, ἡ  ὁποία  τόσα  χρό-νια  (συ)ζητεῖται  καί  ἀκόμη  δέν  πραγματοποιεῖται.

Βεβαίως  κοντά  σ'  αὐτήν  τήν  αἰτία  τῆς  συνεχοῦς  ἀναβολῆς, καθ'  ἡμᾶς, ὑποκρύπτεται  καί  τό  δίλημμα  ἐκεῖνο  πού  εἴχαμε  γράψει  ἄλλοτε  στά  περιοδικά  «Ἐπίσκεψις»  καί  «Στῦλος  Ὀρθοδοξίας». Ὅτι  δηλ.  ἡ  μή  πραγματοποίηση  ὀφείλεται  καί  στό  ἑξῆς  δίλημμα:  Ἄν  ἡ  Πανορθόδοξη  Σύνοδος  θεωρήσει  ἑαυτήν  Οἰκουμενική, τότε  de  facto  θεωρεῖ  τούς  Ρωμαιοκαθολικούς  ἐκτός  Ἐκκλησίας. Ἐάν  θεωρήσει  ἑαυ-τήν  τοπική, τότε  δέν  μπορεῖ  νά  ἀπαιτήσει  τό  ἀλάθητο. 

δ)  Στή  συνέχεια  μπορεῖ  νά  ἀποδεχτεῖ  καί  ἡ  Ρωμαιοκαθολική  Ἐκκλησία  τίς  σχετικές  ἀποφάσεις  ἤ  προτάσεις  τῆς  Πανορθόδοξης  Συνόδου, ὥστε  νά  καταστοῦν  οἰκουμενικές, κοινό  κτῆμα  τῆς  Ἀνατο-λῆς  καί  τῆς  Δύσεως, καί  βάση  ἑνότητάς  τους.

Σημείωση  1:

Περισσότερα  ἐπ'  αὐτῶν  ἔχουμε  περιλάβει  καί  περιγράψει  σέ  παλαιότερες  μελέτες  μας  μέ  ἀφορμή  τήν  ἄρση  τῶν  ἀναθεμάτων  Ρώ-μης-Κωνσταντινουπόλεως  τό  ἔτος  1965. Πρβλ.  ἰδίως  τή  μελέτη  μας  Διά  μίαν  κανονικήν  πορείαν  ἑνότητος  (βάσει  τῶν  θεμελιωδῶν  ἀρ-χῶν  τοῦ  πολιτεύματος  τῆς  Ἐκκλησίας). Μελέτη  Βιβλική-Κανονική, Ἀθῆναι  1992.

Σημείωση  2:

Πρό  καιροῦ  ἔφτασε  στά  χέρια  μας  ἡ  χριστιανική  ἐφημερίδα  «Ὀρθόδοξος  Τύπος»  (τῆς  2-3-2012), στήν  πρώτη  σελίδα  τῆς  ὁποίας  μέ  κεφαλαῖα  μεγάλα  γράμματα  ἀναφέρεται  τό  ἑξῆς:  «Βατικανόν:  Ὅ-λαι  αἱ  ἐλπίδες  διά  τήν  προώθησιν  τοῦ  Οἰκουμενισμοῦ  εἰς  τήν  Πα-νορθόδοξον  Σύνοδον». Στό  σχετικό  ἄρθρο, ὅπως  ἀναφέρει  ἡ  ἐν  λόγῳ  ἐφημερίδα, «ὁ  ὑπεύθυνος  διά  τήν  Ἑνότητα  τῶν  "Ἐκκλησιῶν"  τοῦ  Βατικανοῦ, Καρδινάλιος  Κούρτ  Κόχ»  παραχώρησε  συνέντευξη  σέ  Ὁλλανδική  ἰστοσελίδα, ἡ  ὁποία  ἀναμεταδόθηκε  καί  ἀπό  τά  Ρωμαιο-καθολικά  Νέα.net  καί  Rkniews.net. Σ'  αὐτά  τά  ἐπικοινωνιακά  μέσα  «ὁμολογεῖ»  ὁ  καρδινάλιος  Κόχ, ὅπως  γράφει  ἡ  ἐφημερίδα, τά  ἑξῆς:  «Ἡ  Διεθνής  Μεικτή  Ἐπιτροπή  τῆς  Καθολικῆς  καί  τῆς  Ὀρθοδόξου  Ἐκκλησίας  ἔφθασε  σέ  ἕνα  πολύ  δύσκολο  σημεῖο. Τοῦτο  εἶπε  ὁ  Ἑλ-βετός  Καρδινάλιος  Kurt  Koch, πρόεδρος  τοῦ  Ποντιφικοῦ  Συμβουλίου  γιά  τήν  Προώθηση  τῆς  Ἑνότητας  τῶν  Χριστιανῶν, σέ  συνέντευξή  του  στό  πρακτορεῖο  εἰδήσεων  SIR. Σύμφωνα  μέ  τόν  καρδινάλιο, ὁ  θεολογικός  διάλογος  μεταξύ  τῶν  δύο  χριστιανικῶν  ὁμολογιῶν, μόνο  μπορεῖ  νά  προωθηθεῖ  ἄν  λάβει  χώρα  μία  Πανορθόδοξος  Σύνοδος». Καί  ἐπανέλαβε:  «Ἡ  Μεικτή  Ἐπιτροπή  δέν  ἔχει  συμφωνήσει  γιά  ἕνα  κοινό  ἔγγραφο  σχετικά  μέ  τό  ρόλο  τοῦ  Πάπα  στήν  κοινωνία  τῆς  Ἐκκλησίας. Ἡ  πρόοδος  στόν  Οἰκουμενισμό  θά  ἐξαρτηθεῖ  ἀπό  τήν  Πανορθόδοξο  Σύνοδο, δήλωσε  ὁ  καρδινάλιος».

Γ΄

Τά  προλεχθέντα, θά  ἔλεγε  κάποιος, εἶναι  καλά  καί  ὡραῖα  ὡς  πρός  τά  διαδικαστικά, ἄν  καί  λίγο  γενικά. Ὡστόσο  τό  φλέγον  ἐρώ-τημα  εἶναι, τί  ἔχουμε  νά  προτείνουμε  πιό  συγκεκριμένα  ὡς  πρός  τό  θέμα  τῆς  οὐσίας, τοῦ  περιεχομένου  καί  τοῦ  ἀντικειμένου  ἤ  καί  τοῦ  σκοποῦ  τῆς  συνοδικῆς  αὐτῆς  διαδικασίας. Θά  εἰσέλθει  ἡ  Σύνοδος  στό  θέμα  ἤ  καί  δόγμα  τῆς  (προ)αιωνίου  ἐκπορεύσεως  τοῦ  Ἁγίου  Πνεύματος  ἤ  ὡσαύτως  καί  τῆς  προελεύσεώς  Του  καί  ἐλεύσεώς  Του  σέ  μᾶς, ἤ  ἐπί  πλέον  θά  διατυπώσει  καί  θά  ἐξαγγείλει  καί  κάποιο, ἔ-στω  περιεκτικό-συμβολικό,  κείμενο  γιά  τό  πλήρωμα  τῆς  Ἐκκλησίας;  Ἐπ'  αὐτοῦ  θά  εἴχαμε  μετά  φόβου  Θεοῦ  καί  ἐκκλησιαστικῆς  πίστεως  καί  ἀγάπης  νά  προσθέσουμε  καί  νά  ὑποβάλουμε  εὐσεβάστως  τίς  ἑ-ξῆς  παρατηρήσεις-προτάσεις:

Ἄν  θά  μελετήσουμε  τό  παραδιδόμενο  Σύμβολο  τῆς  Πίστεως  προσεκτικά, συγκρίνοντες  τά  ἄρθρα  του  τά  σχετικά  μέ  τόν  Υἱό  καί  τό  Ἅγιο  Πνεῦμα, θά  λέγαμε:

1)  Ὅτι  ἡ  ἔκφραση  περί  τοῦ  Υἱοῦ  «τόν  ἐκ  τοῦ  Πατρός  γεννηθέντα  πρό  πάντων  τῶν  αἰώνων»  ἀντιστοιχεῖ  μέ  τήν  ἔκφραση  «τό  ἐκ  τοῦ  Πατρός  ἐκπορευόμενον»  περί  τοῦ  Ἁγίου  Πνεύματος.

2)  Στήν  ἔκφραση  ὅμως  περί  τοῦ  Υἱοῦ  «τόν  δι'  ἡμᾶς  τούς  ἀν-θρώπους  καί  διά  τήν  ἡμετέραν  σωτηρίαν  κατελθόντα  ἐκ  τῶν  οὐρα-νῶν  καί  σαρκωθέντα . . . »  δέν  ἔχουμε  ἀντίστοιχη  ἀναφορά  –τουλάχι-στον  ἐμφανῶς–  περί  τῆς  καθόδου  τοῦ  Ἁγίου  Πνεύματος, μετά  τήν  ἀ-νάληψη  τοῦ  Ἰησοῦ, στούς  Ἀποστόλους  καί  τήν  καθόλου  Ἐκκλησία.

3)  Ἴσως  αὐτήν  τήν  ἀπουσία-ἔλλειψη, ἔστω  ἀσυνειδήτως, θέλει  νά  καλύψει  ἤ  νά  ὑποδείξει  καί  ἡ  ἀνεπιτυχής  προσθήκη  τοῦ  Filioque  (= καί  ἐκ  τοῦ  Υἱοῦ)  μαζί  μέ  τό  procedentem  (= προερχόμενον)  στό  λατινικό  κείμενο. Μήπως  ὑποσημαίνεται  δηλαδή  ὅτι  ἡ  ἔκφραση  αὐτή  περί  τοῦ  Ἁγίου  Πνεύματος  θέλει  νά  ἀντιστοιχήσει  μέ  τό  «τόν  δι'  ἡ-μᾶς  τούς  ἀνθρώπους  καί  διά  τήν  ἡμετέραν  σωτηρίαν  κατελθόντα  ἐκ  τῶν  οὐρανῶν  καί  σαρκωθέντα», τό  ὁποῖο  λέγεται  περί  τοῦ  Υἱοῦ;

4)  Ἀλλ'  ἐκτός  αὐτοῦ  καί  μέ  ἀφορμή  αὐτό  εἰδικότερα  στό  λα-τινικό  κείμενο  τοῦ  Συμβόλου  καθίσταται  ἐμφανές  τό  ἑξῆς:  Ἀπό  τή  μία  πλευρά  λέγεται  ὅτι  τό  Ἅγιο  Πνεῦμα  προέρχεται  καί  ἐκ  τοῦ  Υἱ-οῦ, γεγονός  τό  ὁποῖο  πραγματοποιεῖται, ὅπως  διαπιστώσαμε  στό  Γ΄  Μέρος  («Ἐκκλησία», ἔτ. ΠΘ΄  [2012], σελ. 368-375), μετά  τήν  ἀνάληψη  τοῦ  Χριστοῦ, τ.ἔ.  στή  μετά  Χριστόν  περίοδο. Ἀπό  τήν  ἄλλη  πάλι  πλευρά  ἡ  δραστηριότητα  τοῦ  Ἁγίου  Πνεύματος  περιορίζεται  («στα-ματᾶ»  στό  κείμενο)  μόνο  στό  «λαλῆσαν  διά  τῶν  προφητῶν»  καί  δέν  ἐπεκτείνεται  καί  στούς  Ἀποστόλους  καί  τήν  Ἐκκλησία. Οὔτε  κἄν  λέγεται  τό  λαλοῦν  διά  τῶν  προφητῶν, ἀλλά  τό  λαλῆσαν  (= qui  locutus  est  per  prophetas). Ἔτσι  πράγματι  περιορίζεται  ἡ  δραστηριό-τητά  Του  στήν  πρό  Χριστοῦ  ἐποχή. Καί  ἔτσι  παρουσιάζεται  μία  ἀ-νακολουθία, ἄν  ὄχι  ἀντίφαση. Ἀκόμη:  Ἔτσι  φαίνεται  ὅτι  ἀγνοεῖται  καί  ἡ  μετάδοση  τοῦ  Ἁγίου  Πνεύματος  στούς  Ἀποστόλους  καί  (δι'  αὐτῶν)  σέ  ὁλόκληρη  τήν  Ἐκκλησία  γιά  τή  φανέρωση  καί  τή  γνώση  τῆς  ἀλήθειας.

Ἀσφαλῶς  θά  μποροῦσε  κάποιος  νά  ἀντιτείνει:  Καί  στά  ἑλλη-νικά, ἐνῶ  λέει  τό  Σύμβολο  τῆς  Πίστεως  σέ  ἐνεστῶτα  διαρκείας  «ἐκ-πορευόμενον», ἀντιθέτως  περί  τῆς  δράσεως  αὐτοῦ  σταματάει  μέ  τό  «λαλῆσαν  διά  τῶν  προφητῶν». Σταματάει  μέ  τόν  ἀόριστο, μέ  χρόνο  παρωχημένο, παρελθόντα. Λέει  μόνον  τί  ἔκανε  στό  παρελθόν. Καί  θά  διερωτᾶτο  κανείς:  Γιατί  δέν  ἀναφέρεται  στό  Σύμβολο  τί  κάνει  σήμε-ρα;  Γιατί  ἔχει  παραλειφθεῖ, ἀφοῦ  μάλιστα  εἶναι  πάντοτε  ἐκπορευόμε-νον  (ἐνεστώτας  διαρκείας);  Καί  τό  ἐρώτημα  αὐτό  δέν  θέλει  μιά  ἀ-πάντηση;  Βεβαίως ·  καί  ὑπάρχει. Πλήν  ὅμως  αὐτό  γίνεται  ἀκόμη  πιό  προκλητικό-χτυπητό  στό  λατινικό  κείμενο. Σ'  αὐτό  λέγεται  ὅτι  τό  Ἅγιο  Πνεῦμα  προέρχεται, ἀλλά  δέν  λέει, ἄν  δρᾶ. Καί  τό  ἐρώτημα:  Ἔρχεται, ἀλλά  δέν  δρᾶ, δέν  ἐνεργεῖ  τίποτε;

6)  Ἐν  πάσῃ  περιπτώσει, γιά  νά  γίνουμε  καί  πιό  σαφεῖς, ἐπα-ναλαμβάνουμε:  Τό  λατινικό  κείμενο  ἀπό  τή  μιά  πλευρά  λέει  «προ-ερχόμενον»  τό  Ἅγιο  Πνεῦμα  καί  ἐκ  τοῦ  Υἱοῦ, σέ  ἐνεστῶτα  διαρκεί-ας, τ.ἔ.  καί  σήμερα  καί  τώρα, καί  ἀπό  τήν  ἄλλη  πλευρά  λέει  «τό  λαλῆσαν»  (ἀόριστος), τ.ἔ.  στό  παρελθόν. Ἑπομένως  ἔχουμε  μία  ἀνα-κολουθία, ἕνα  ἐλάττωμα  ἤ  ἀτέλεια  διατυπώσεως. Καί  ἡ  ἀτέλεια  αὐτή  ἐντυπωσιάζει, γιατί  χρησιμοποιεῖται  τό  «προερχόμενον», τό  ὁποῖο, ὅ-πως  εἴδαμε, (περι)λαμβάνει  καί  τήν  τωρινή  πρός  ἐμᾶς  κατεύθυνση, ἐ-νῶ  ἀντιθέτως  τό  «ἐκπορευόμενον», τό  ὁποῖο  εἶναι  ἀντίστοιχο  τοῦ  «γεννώμενον», δέν  προσδιορίζει  χρόνο  καί  κατεύθυνση. Καί  ἄρα·  στήν  περίπτωση  τῆς  χρησιμοποιήσεως  τοῦ  «ἐκπορευόμενον»  ἔχουμε  ἕνα  μόνον  εἰδικό  προσδιορισμό, ἔστω  μερικό, ἀλλά  δέν  ἔχουμε  ἀνα-κολουθία-ἀντίφαση  ἤ  λογικό  ἐλάττωμα-λάθος. Ἡ  διατύπωση  εἶναι  ὀρθή  καί  σαφής.

7)  Ἐφ'  ὅσον  οἱ  Ρωμαιοκαθολικοί  στό  «Πιστεύω»  τους  χρησι-μοποιοῦν  καί  ὁμολογοῦν  «τό  λαλῆσαν  διά  τῶν  προφητῶν»  μόνον  καί  δέν  ἀναφέρουν  «καί  διά  τῶν  ἀποστόλων», ἔτσι  γνωστοποιοῦν  ὅ-τι  τό  Σύμβολό  τους  ἀναφέρεται  μόνο  στήν  Παλαιά  Διαθήκη, στήν  πρό  Χριστοῦ  ἐποχή. Ἀλλά  τότε  κυριολεκτεῖται, καί  ἀναγκαστικῶς  ἰ-σχύει, μόνο  τό  «ἐκπορεύεται  ἐκ  τοῦ  Πατρός», ἰσχύει  ἀσφαλῶς  ἡ  ἀΐ-διος, ἡ  προαιώνιος, ἐκπόρευση  ἀπό  τόν  Πατέρα  καί  ὄχι  καί  ἡ  μετά  Χριστόν  προέλευση  καί  ἀπό  τόν  Υἱό  πρός  ἐμᾶς, ἡ  ὁποία  ἐκφράζεται  μέ  τό  προϊέναι. Διαφορετικά, ἐάν  θέλουν  νά  ἀναφέρεται  καί  ἡ  ἀπο-στολή  τοῦ  Ἁγίου  Πνεύματος  καί  μετά  τό  Χριστό  στούς  ἀποστό-λους, τότε  μήπως  πρέπει  νά  θελήσουν  νά  προστεθεῖ, ἔστω  τώρα, ἐκ  τῶν  ὑστέρων, ὡς  συμπλήρωμα  ἕνα  νέο  σχετικό  ἄρθρο;

Σημείωση:  Στήν  περίπτωση  αὐτή  θά  δικαιολογεῖται  μάλιστα  καί  θά  συνδέεται  ἄριστα  καί  μέ  τό  ἑπόμενο  ἄρθρο  τοῦ  Συμβόλου  πού  μιλάει  γιά  « . . . μίαν . . . ἀποστολικήν  Ἐκκλησίαν».

8)  Γι'  αὐτό  μιλήσαμε  παραπάνω  γιά  τήν  κάλυψη  μιᾶς  «ἐλλεί-ψεως», ἡ  ὁποία  ἔγινε  ὅμως  μέ  μία  ἀνεπιτυχή  μετάφραση  τοῦ  ἐκπο-ρευόμενον  καί  μέ  μία  βεβιασμένη  προσθήκη  τοῦ  Filioque  στό  8ο  ἄρ-θρο  τοῦ  Συμβόλου. Ἔτσι  ἡ  ἐνέργεια-πράξη-ἐπέμβαση  αὐτή  παρουσι-άζει  καί  τό  ἄρθρο  αὐτό  ὡς  ἀτελές  καί  ἐσφαλμένο  καί  συγχρόνως  ἐ-μποδίζει  τήν  κανονική  συμπλήρωση  τοῦ  Συμβόλου  (π.χ.  μέ  ἕνα  νέο-ἔνατο  ἄρθρο  ἤ  κάποιο  extra  ὅρο). Γι'  αὐτούς  τούς  λόγους  δικαίως  οἱ  Πατέρες  τῶν  Οἰκουμενικῶν  Συνόδων  ἀπαγόρευσαν  κάθε  ἐπέμβα-ση  καί  παραχάραξη  τοῦ  κειμένου  τῶν  διαφόρων  ὅρων  καί  κανόνων  τῆς  Ἐκκλησίας. Αὐτές  παρασύρουν, παραπλανοῦν  καί  συγχρόνως  πα-ρακωλύουν  τήν  ἀπαραίτητη  κατανόηση  τῶν  ἀληθειῶν, ἤ  καί  τῶν  ἐλ-λείψεων, καθώς  καί  τήν  κανονική-ὀρθή  συμπλήρωση-προσθήκη  ἀπό  τήν  Ἐκκλησία  σ'  ἐκεῖνα  τά  κείμενα, τά  ὁποῖα  ἔχει  Αὐτή  προηγουμέ-νως  ὁρίσει.

Συνεπῶς  εἶναι  ἀπαραίτητη  μία  πράξη  ἐπανορθωτική  ἤ  καί  συμπληρωματική. Ἐπί  πλέον  ἡ  ἀνωτέρω  προτεινόμενη  διαδικασία, τ.ἔ.  ἡ  ἀνάθεση  τῆς  διακονίας  τῆς  ἀλήθειας  στήν  Ἀνατολή  καί  ἡ  ἐν  συ-νεχείᾳ  συμφωνία  καί  ἀποδοχή  ἐκ  μέρους  τοῦ  Πάπα  καί  τῆς  Ρωμαι-οκαθολικῆς  Ἐκκλησίας, τῆς  σχετικῆς  ἀποφάσεως  θά  εἶναι  μία  de  facto  πράξη  ἑνωτική. Θά  εἶναι  μία  πράξη  ἐπανόδου  στήν  τάξη  ἤ  καί  τακτική  (στήν  κατάσταση)  τῆς  Α΄  Περιόδου  τῆς  Ἐκκλησίας  τῶν  Οἰκουμενικῶν  Συνόδων  τῆς  πρώτης  χιλιετίας.

Ἔτσι  θά  ἔχουμε  καί  τήν  ἔναρξη  τῆς  Γ΄  Περιόδου  τῆς  Ἐκκλησιαστικῆς  Ἱστορίας.

______________________________________________________________

Ἐκδόθηκε  καί  ὡς  ἀνάτυπο  μέ  τόν  τίτλο:  Τό  Πνεῦμα  τοῦ  Πατρός  (καί  τοῦ  Υἱ-οῦ), Ἀθήνα  2013, σελ. 131.

Ἡ  «Διασάφησις»  αὐτή  ἐκδόθηκε  αὐτοτελῶς  σέ  τέσσερεις  γλῶσσες  τό  1996  (ἔκδ.  Typis  Vaticanis)  καί  στήν  ἑλληνική  μέ  τόν  τίτλο  «Τό  "προϊέναι"  τοῦ  Ἁγίου  Πνεύματος  εἰς  τήν  Ἑλληνικήν  καί  τήν  Λατινικήν  παράδοσιν».

Ἰω.  Καρμίρη, Τά  Δογματικά  καί  Συμβολικά  Μνημεῖα  τῆς  Ὀρθοδόξου  Καθολικῆς  Ἐκκλησίας, τόμ. Α΄, Ἐν  Ἀθήναις  19521, σελ. 360  [Ἐν  Ἀθήναις  19602, σελ. 428].

Τό  ἴδιο  μπορεῖ  νά  γίνει  δεκτό  ὅτι  συμβαίνει  καί  μέ  τό  exiene, πού  σημαίνει  ἐ-ξέρχομαι  καί  χρησιμοποιήθηκε  ἤ  χρησιμοποιεῖται  ἀπό  παλαιότερους  καί  ἀπό  νε-ότερες  μεταφράσεις  σέ  ἄλλες  γλῶσσες  γιά  τήν  ἀπόδοση  τοῦ  ἐκπορεύεσθαι.

top
Has no content to show!