- Δημιουργηθηκε στις Τρίτη, 10 Δεκεμβρίου 2013 12:42
- Εμφανίσεις: 107476
Ο Σεβ. Μητροπολίτης Πειραιώς κ. Σεραφείμ απέστειλε νέα επιστολή προς τον Εξοχώτατο κ. Ευάγγελο Βενιζέλο Αντιπρόεδρο της Ελληνικής Κυβερνήσεων και Υπουργό Εξωτερικών.
Η επιστολή του Μητροπολίτη Πειραιώς έχει ως εξής:
Πρός
Τόν Ἐξοχώτατον Κύριον
Εὐάγγελον Βενιζέλον
Ἀντιπρόεδρον Ἑλληνικῆς Κυβερνήσεως
Ὑπουργόν Ἐξωτερικῶν καί
Πρόεδρον ΠΑ.ΣΟ.Κ.
Ἀκαδημίας 1
ΑΘΗΝΑΙ
Ἐξοχώτατε καί φίλτατε Κύριε Πρόεδρε,
Ἔλαβον τήν ὑπ’ ἀριθμ. Πρωτ. ἀπό 938/5.12.2013 ἀπάντησή Σας στό διαβιβασθέν αἴτημά μου διά τῆς ἀπό 3/12/2013 ἐπιστολῆς μου νά μήν ἐμμείνετε σέ πρόταση νομοθετικῆς θεσμοθέτησης μέ πρόσχημα τήν ἐπέκταση τοῦ συμφώνου συμβίωσης στά λεγόμενα «ὁμόφυλα» ζευγάρια τοῦ κακουργήματος τῆς παρά φύσιν ἀσέλγειας πού ἀνατρέπει τήν ἀνθρώπινη φυσιολογία καί τήν ὀρθόδοξη χριστιανική ὀντολογία καθώς καί τόν νομικό μας πολιτισμό καί ἐγκαθιδρύει ὡς θεσμό δικαίου τήν ἀντιαισθητική καί ἄτεχνη καί ἀφύσικη καί φθοροποιό διά τήν σωματική καί ψυχική ἀκεραιότητα τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου ἀπόπειρα μιμήσεως τοῦ ἑτέρου φίλου πού ἀποτελεῖ τό σαπρό κοσμοείδωλο καί τήν πρακτική τῆς κατεγνωσμένης ἀπό τόν Θεῖο Νόμο (Γεν. ιγ΄ 13, Λευϊτικό κ΄13, Ρωμ. α΄26-27, Α΄Κορ. ς΄ 6-9) καί τό Κανονικό μας δίκαιο (Ἱ. Κανόνες Ζ΄ καί ΞΒ΄ τοῦ Μ. Βασιλείου ἐπικυρωθέντων ὡρισμένως ἀπό τόν Β΄ Κανόνα τῆς ἁγίας ς΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, Δ΄ Γρηγορίου Νύσσης ἐπικυρωθέντες ὡσαύτως ἀπό τόν μνημονευόμενο Κανόνα τῆς ς΄ Οἰκουμ. Συνόδου καί ιη΄ ἁγ. Ἰωάννου Νηστευτοῦ) ὁμοφυλοφιλίας καί ἐκφράζω εἰλικρινῶς θερμάς εὐχαριστίας διά τόν κόπον τῆς ἀπαντήσεως.
Τά προσωπικά μου αἰσθήματα ἀγάπης, τιμῆς καί φιλίας πρός τό σεβαστό προσωπό Σας εἶναι ἀδιαπτώτως πηγαία καί εἰλικρινῆ, ἀλλά ἀγαπητέ κ. Πρόεδρε «φίλος μέν Πλάτων, φιλτάτη ἡ ἀλήθεια» πού δέν ἀποτελεῖ ἰδεοληψία ἤ ὑποκειμενική προσέγγιση τῶν πραγμάτων καί τῶν ἐννοιῶν, ἀλλά ἐνυπόστατη καί ζῶσα πραγματικότητα, εἶναι Ἐκεῖνος ὁ Ὁποῖος μέσα στήν παγκόσμια ἱστορία καί σκέψη μέ τήν ἀπολυτότητα τῆς αὐτοσυνειδησίας Του εἶπε: «Ἐγώ εἰμί ἡ ὁδός καί ἡ ἀλήθεια καί ἡ ζωή» (Ἰω. ιδ΄6). Ἐξ αὐτοῦ λοιπόν τοῦ χρέους πρός τήν Ἀλήθεια-Πρόσωπο ἐπάγομαι τά κάτωθι:
1. Τά ὅσα ἀναφέρετε διά τήν πρότριτα ἐκδοθεῖσα ἀπόφαση τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Δικαστηρίου Δικαιωμάτων τοῦ ἀνθρώπου (ΕΔΔΑ) καί τήν σχέση της μέ τήν ΕΣΔΑ ἐπιτρέψατέ μου νά παρατηρήσω ὅτι κατά τρόπο ἀνεξήγητο γιά ἕναν ἐξαιρέτου ἐπιστημονικοῦ διαμετρήματος νομομαθῆ ὅπως Ἐσεῖς παρουσιάζονται ὡς δῆθεν τελεσίδικα καί ἀμετάκλητα ἀποφασισθέντα, ἐνῶ γνωρίζετε καλῶς ὅτι ἀποτελοῦν πρωτοβάθμια κρίση ἐναντίον τῆς ὁποία χωρεῖ ἔφεσις ἐνώπιον διευρημένης συνθέσεως τοῦ ΕΔΔΑ καί αὐτή τήν ἁρμοδιότητα τήν ἔχετε Ἐσεῖς ὡς Ὑπουργός τῶν Ἐξωτερικῶν ἀγαπητέ κ. Πρόεδρε διότι ἡ ὑπόθεση εἶναι ἁρμοδιότητος τοῦ Ὑπουργείου Σας διά τῆς εἰδικῆς νομικῆς Ὑπηρεσίας καί τοῦ τμήματος Δικαίου Εὐρωπαϊκῆς Ἑνώσεως καί σέ Ἐσᾶς ἀνήκει ἡ νομική τεκμηρίωση τῶν ἐπιχειρημάτων τῆς Ἑλληνικῆς Δημοκρατίας ἀλλά καί ἡ παρακολούθηση ἐφαρμογῆς τῶν ἀποφάσεων τοῦ ΕΔΔΑ.
Τό σχετικά πρόσφατο παράδειγμα τῆς ὑπoθέσεως Lautsi κατά Ἰταλίας γιά τήν διατήρηση τοῦ θρησκευτικοῦ συμβόλου τοῦ Ἐσταυρωμένου στίς σχολικές αἴθουσες δέν Σᾶς προβληματίζει κ. Πρόεδρε;
Διότι ἀνετράπη πλήρως ἡ Πρωτοβάθμια κρίση ἀπό τό τμῆμα εὑρείας συνθέσεως τοῦ ΕΔΔΑ μέ τήν ἀπόφαση τῆς 18/3/2011. Γνωρίζετε ἀσφαλῶς ὅτι οἱ ἀποφάσεις τῶν Εὐρωπαϊκῶν Δικαστηρίων δέν βασίζονται μόνο σέ νομικά κριτήρια ἀλλά καί σέ πολιτικές ἰσορροπίες καί ὀφείλουμε νά δείξουμε σεβασμό στήν χριστιανική κληρονομιά μας ἀλλά καί στήν βούληση τῆς πλειονότητος τοῦ λαοῦ πού δέν εἶναι ἀσφαλῶς τό λεκανοπέδιο τῆς Ἀττικῆς μέ τήν τάση ὁμογενοποιήσεως.
Ἐν τέλει ἡ Ἑλληνική Πολιτεία θά πρέπει νά ἐφεσιβάλει αὐτή τήν ἀπόφαση παρουσιάζοντας ἰσχυρή νομική καί εὑρύτερη ἐπιστημονική τεκμηρίωση διότι στό ἀγγλικό κείμενο πού ἀνέγνωσα καταγράφεται ἡ ἔλλειψη πειστικῶν ἐπιχειρημάτων ἀπό τούς ἐκπροσώπους τῆς Ἑλληνικῆς Πολιτείας.
Ὅσον ἀφορᾶ στό ζήτημα τῆς μή ἐκτελέσεως προηγουμένων ἀποφάσεων τοῦ ΕΔΔΑ τήν ἀπάντηση τήν ἔχετε δώσει Ἐσεῖς ἀγαπητέ κ. Πρόεδρε κατά τήν διαδικασία τοῦ Κοινοβουλευτικοῦ ἐλέγχου σέ ἐρώτηση πού εἶχε καταθέσει ὁ Βουλευτής τῆς ΝΔ κ. Εὐ. Μπασιάκος.
Σύμφωνα μέ ἔγγραφό Σας: «Οἱ παραβάσεις πού ἐκκρεμοῦν στό πλαίσιο τοῦ ἄρθρου 260 ΣΛΕΕ τό ὁποῖο ἀφορᾶ τήν ἀπειλή προστίμων λόγῳ μή ἐκτέλεσης προηγουμένης ἀπόφασης Δικαστηρίου τῆς ΕΕ εἶναι 12 ἁρμοδιότητος διαφόρων Ὑπουργείων» καί συνολικά ἔχουν ἐκδοθεῖ 480 ἀποφάσεις τοῦ ΕΔΔΑ εἰς βάρος τῆς Ἑλληνικῆς Πολιτείας.
Ἑπομένως δέν νομίζετε ὅτι εἶναι καθαρή ὑποκρισία νά χρησιμοποιεῖται ὡς ἄλλοθι ἡ πρωτόδικος ἀπόφαση τοῦ συγκεκριμένου Δικαστηρίου γιά τήν ἐγκαθιδρυση ὡς θεσμοῦ «δικαίου» μιᾶς ἀνατροπῆς τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου καί ἀσφαλῶς τῆς Ὀρθόδοξης ὀντολογίας.
Διερωτῶμαι δέν Σᾶς προβληματίζει ἡ ἐξαίρετος θέσις τοῦ ΚΚΕ ἐπί τοῦ θέματος πού παρά τόν ἀθεϊστικό του χαρακτῆρα καί τόν ἐνδοκοσμικό του ἐγκλεισμό, στήν συγκεκριμένη αὐτή ὑπόθεση ὁμιλεῖ μέ ἀπόλυτη ὀρθοκρισία λέγοντας: «Ὁ καθένας μπορεῖ νά ἔχει διαφορετικές σεξουαλικές ἐπιλογές ὅμως ἡ ἀναγνώριση αὐτῆς τῆς σχέσης εἶναι προσωπική ὑπόθεση πού μπορεῖ ἰδιωτικά νά ρυθμιστεῖ... Εἴμαστε ἀρνητικοί αὐτή ἡ προσωπική ὑπόθεση νά μετατρέπεται σέ δημόσια καί νά θεσμοθετεῖται γιατί τότε παίρνει ἄλλο χαρακτῆρα» (Καθημερινή Κυριακῆς 8/12/2013).
2. Ἀσφαλῶς ὁ χριστιανισμός δέν εἶναι ἠθικισμός καί εὐσεβισμός ἀλλά ὅπως λέτε «μήνυμα καί ἐλπίδα σωτηρίας μέσα ἀπό τήν προσδοκία τῆς Ἀναστάσεως» ὅμως δέν εἶναι δυνατόν νά ἀποχωριστεῖ τῆς ἠθικῆς διαστάσεως ὅλων τῶν θεμάτων διότι ἡ ἀνηθικότης ἀποτελεῖ τήν ἔμπρακτη ἄρνηση τοῦ μηνύματος τῆς Ἀναστάσεως.
Ἀσφαλῶς ἡ Ὀρθόδοξος Καθολική Ἐκκλησία πού ἀποτελεῖ τήν μόνη ἱστορική συνέχεια τῆς Μιᾶς Ἁγίας Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας τῶν 10 πρώτων αἰώνων δέν εἶναι οὔτε ὅμιλος καθαρῶν οὔτε elite ἁγίων ἀλλά «χώρα» μεταποιουμένων ἁμαρτωλῶν πού διά τῆς μετανοίας ἀναλαμβάνουν τό «ἀρχέτυπον κάλλος τῆς εἰκόνος» καί μορφώνουν ἐντός των τόν τέλειον ἄνθρωπον «εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ».
Γνωρίζετε βεβαίως ὅτι «τό σφάλλειν ἀνθρώπινον, τό μετανοεῖν θεῖον καί τό ἐμμένειν στήν ἁμαρτία σατανικόν». Ἄλλωστε καί ἡ ἁγιωτάτη Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καί τό Κανονικό Της Δίκαιο δέν ἔχουν δικανικό χαρακτήρα ὅπως οἱ στρεβλώσεις καί οἱ σχάσεις τοῦ Ρωμαιοκαθολικισμοῦ καί τοῦ Προτεσταντισμοῦ, ἀλλά σωτηριολογικό καί βεβαίως τό ἀνθρώπινο πρόσωπο ὅσο κατάστικτο ἀπό γεώδη πάθη καί ἄν εἶναι ἀποτελεῖ εἰκόνα τοῦ αἰωνίου Θεοῦ καί δέν ὑπάρχει ἁμαρτία πού νά μήν θεραπεύεται ἀπό τήν ἄπειρη καί ἄφατη ἀγάπη τοῦ Δημιουργοῦ τοῦ ἀνθρώπου.
Ἑπομένως ἡ ἀληθής Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ δέν στηλιτεύει ποτέ τόν ἁμαρτωλό τόν ὁποῖον καλεῖ διηνεκῶς εἰς μετάνοια ἀλλά τήν γενεσιουργό αἰτία τῆς τραγικότητός του πού εἶναι ἡ ἁμαρτία ἀπό τήν ὁποία ἀπορρέει ἡ φθορά καί ὁ θάνατος.
Γι’ αὐτόν ἀκριβῶς τόν λόγο καί ἡ δική μας ἔνσταση κ. Πρόεδρε γιά νά μήν καταστῆ θεσμός «Δικαίου» τῆς Ἑλληνορθόδοξης Πολιτείας μας, τήν ὁποίαν πολλοί δυστυχῶς ἐπιβουλεύονται ἡ βύθιος ἁμαρτία τῆς ἀνατροπῆς τῆς ἀνθρώπινης φυσιολογίας καί ὀντολογίας καί τῆς παραχρήσεως τῶν σωματικῶν ὀργάνων.
Ἐνῷ ὅλοι ἀναφέρονται εὐφήμως στόν λεγόμενο πατέρα τῆς σύγχρονης ψυχανάλυσης Σίγκμουντ Φρόϋντ ὁ ὁποῖος στό βιβλίο του «Εἰσαγωγή στήν ψυχανάλυση» ἀναφέρει: «Ὑπάρχουν κατηγορίες ἀνθρωπίνων ὑπάρξεων πού ἡ ζωή τους παρεκκλίνει ἀπό τήν συνηθισμένη σεξουαλική ζωή κατά τον πιό κτυπητό τρόπο. Μία ὁμάδα ἀπό αὐτούς τούς «διεστραμμένους» ἔχει ἐξοστρακίσει τήν διαφορά τῶν φύλων ἀπό τή ζωή τους… Σ᾽αὐτούς μονάχα τό δικό τους φῦλο προκαλεῖ πόθο.
Τά πρόσωπα αὐτά παραιτοῦνται ἀπό κάθε συμμετοχή στήν ἀναπαραγωγή. Οἱ ἄνθρωποι αὐτοί λέγονται ὁμοφυλόφιλοι… Ἀνήκουν ἐκεῖνοι πού παραιτήθηκαν ἀπό τήν ἕνωση σεξουαλικῶν ὀργάνων ἤ μέρη τοῦ σώματος… ξεπερνώντας τίς ἀνατομικές δυσκολίες καί κατανικώντας τή σχετική ἀποστροφή… Τώρα ποιά πρέπει νἆναι ἡ στάση μας σ᾽ αὐτές τίς ἀσυνήθεις μορφές ἱκανοποίησης; Ἡ ἀγανάκτηση καί ἡ ἔκφραση τῆς προσωπικῆς μας ἀποστροφῆς. Παραμένει νά ἐξηγήσουμε τήν ὕπαρξη τῶν διαστροφῶν καί νά τίς συσχετίσουμε μέ τήν ὁμαλή σεξουαλικότητα… Πάντως τίς ἀποκαλοῦμε διεστραμμένες ἀνάγκες».
Ποιός τό περίμενε, καί ὅμως. Καταπέλτης κατά τοῦ πάθους (Σίγκμουντ Φρόϋντ, Εἰσαγωγή στήν ψυχανάλυση, ἐκδ. «Γκοβόστη», Ἀθήνα, σσ. 260-263, 270) παρασιωποῦν ἐντέχνως τήν ἐπιστημονική του θέση. Δέν θά διαλανθάνει ἀσφαλῶς τῆς ἐπιστημονικῆς Σας συγκοτήσεως ὁ περιώνυμος ὁρισμός τοῦ μεγάλου Ἰταλοῦ ἐγκληματολόγου Τσέζαρε Λομπρόζο (1~835-1909) «ὁ ἀρρενοθήλυς κέκτηται τόν δυναμισμόν τοῦ ἄρρενος καί τήν μοχθηρία τοῦ θήλεως, δέν ἔχει οὐδεμία ἠθικήν ἀναστολήν καί οὐδέν μεταφυσικόν ἰδεῶδες» πού δεικνύει ἐναργῶς τά τραγικά ἀποτελέσματα αὐτῆς τῆς συμπεριφορᾶς.
3. Ἐντύπωση προκαλεῖ ἀγαπητέ κ. Πρόεδρε ἡ ἑρμηνεία πού δίδετε στό ἄρθρο 3 τοῦ ἰσχύοντος Συντάγματος διότι παρορᾶται ἡ ἀναγνώριση ἐπικρατούσης θρησκείας καθώς καί ἡ πλήρης παρασιώπησις τῶν σχέσεων συναλληλίας μεταξύ Πολιτείας καί Ἐκκλησίας στήν Ἑλλάδα πού καθιερώνει ὁ Καταστατικός Χάρτης τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, τόν ὁποῖον ψήφισε ἡ Βουλή τῶν Ἑλλήνων καί εἶναι νόμος τοῦ Κράτους ἐν ἰσχύϊ καί εἶναι κωμική ἡ προσπάθεια γνωστοῦ Καθηγητοῦ πού ἔγραψε πρόσφατα ὅτι τό ἄρθρο 2 τοῦ συγκεκριμένου νόμου πού προβλέπει ὅτι ἡ «Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος συνεργάζεται μετά τῆς Πολιτείας προκειμένου περί θεμάτων κοινοῦ ἐνδιαφέροντος ... ὡς τῆς ἐξυψώσεως τοῦ θεσμοῦ τοῦ γάμου καί τῆς οἰκογένειας» (καί κατ’ ἐπέκταση τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου) δέν σημαίνει ὑποχρέωση τῆς Πολιτείας νά μή νομοθετεῖ γιά τά συγκεκριμένα θέματα καταστρατηγόντας πλήρως καί ἀνατρέποντας, τό δόγμα, τήν πίστη καί τό ἦθος τῆς Ἐκκλησίας.
Βέβαια ὁ κ. Καθηγητής δέν διασαφηνίζει τί εἶδους σχέσεις συναλληλίας εἶναι αὐτές. Ἑπομένως νομίζω ὅτι διά τῶν συγκεκριμένων νομικῶν διατάξεων ἀπαντᾶται καί τό θέμα πού θέτετε γιά τό ζήτημα τῆς θεοκρατίας πού ἐμφανίζεται κατά βάσιν στό Ἰσλάμ πού ἀποτελεῖ πολιτικοστρατιωτικοθρησκευτικό μόρφωμα καί οὐδέποτε ἐμφιλοχώρησε στήν Ἁγιωτάτη μας Ἐκκλησία διότι κατά τόν Γραφικό λόγο, τό Κανονικό μας Δίκαιο καί τό ἐν ἰσχύϊ Συνταγμά μας εἶναι σαφεῖς καί διακριτοί οἱ ρόλοι Ἐκκλησίας καί Πολιτείας.
Ὑπομιμνήσκω τόν Ζ΄ Κανόνα τῆς ἁγίας Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου πού διαλαμβάνει: «Τούς ἅπαξ ἐν Κλήρῳ τεταγμένους καί μοναστάς, ὡρίσαμεν μήτε ἐπί στρατείαν, μήτε ἐπί ἀξίαν κοσμικήν ἔρχεσθαι. Ἤ τοῦτο τολμῶντας καί μή μεταμελουμένους ... ἀναθεματίζεσθαι» καθώς καί τόν ἱερό Κανόνα ΠΓ΄ τῶν ἁγίων Ἀποστόλων πού διακελεύει: «Ἐπίσκοπος ἤ πρεσβύτερος ἤ διάκονος βουλόμενος ἀμφότερα κατέχειν Ρωμαϊκήν καί ἱερατικήν διοίκησιν καθαιρεῖσθω. Τά γάρ Καίσαρος Καίσαρι καί τά τοῦ Θεοῦ τῷ Θεῷ».
4. Συμφωνῶ ἀπολύτως μέ τήν ἐξαίρετη ἐπισήμανσή Σας πού ἐμάθατε ἀπό τόν μακαριστό ἐξαίρετο ἱερέα πάππο Σας ὅτι ἡ σχέση μας μέ τό Θεό εἶναι «προσωπική, ἀδιαμεσολάβητη, διαρκής καί ἀδιάκοπη», ἀλλά ἴσως Σᾶς διαλανθάνει ὅτι στήν Ἐκκλησία σωζόμεθα καί ἁγιαζόμεθα ὄχι ὡς ἄτομα ἀλλά ὡς μέλη τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ καί ὅτι ἡ κοινωνία μέ τό Θεό δέν εἶναι ἀπροϋπόθετη καί ὅτι ὅπως σέ ἕναν ὀργανισμό ὑπάρχει τό ἀνοσιοποιητικό σύστημα γιά τήν ἀποφυγή τῶν λοιμώξεων, ἔτσι καί στόν ὀργανισμό τῆς Ἐκκλησίας ὑπάρχει ὁ θεσμός τῆς εἰδικῆς Ἱερωσύνης πέραν τῆς Γενικῆς τῶν πιστῶν, πού ἔχει ἀκριβῶς αὐτό τό ἔργο γιά τήν διασφάλιση τῆς ὁλοκληρίας τοῦ ἱεροῦ σώματος.
Γι’ αὐτόν ἀκριβῶς τό λόγο ἐδόθη ὑπό τοῦ Χριστοῦ στούς Ἀποστόλους καί τούς διαδόχους τους Ἐπισκόπους τό «δεσμεῖν καί λύειν» διά τῶν συστατικῶν λόγων τοῦ ἱ. μυστηρίου τῆς Μετανοίας: «λάβετε Πνεῦμα Ἅγιον, ἄν τινων ἀφῆτε τάς ἁμαρτίας ἀφίενται αὐτοῖς ἄν τινῶν κρατῆτε κεκράτηνται» (Ἰω. κ΄20-22).
Ἑπομένως ἡ ἀποστέρησις de facto τῆς θείας χάριτος δέν ἀφορᾶ στόν Θεό ἤ τίς προθέσεις Αὐτοῦ ἀλλά ἀποτελεῖ συνάρτηση τῶν ἐπιλογῶν τοῦ ἁμαρτάνοντος ἀμετανοήτως ἀνθρώπου καί ἐκείνου ὁ ὁποῖος ἀπενοχοποιεῖ τήν ἁμαρτία καί τήν καθιστᾶ θεσμόν «δικαίου».
Γνωρίζοντας τόν χαρακτήρα Σας ἀσφαλῶς πιστεύω ὅτι δέν θεωρεῖτε εὐπρεπές ἀλλά ἐξαιρέτως ὑποκριτικό ἀπό τήν μία νά καταστρατηγοῦμε τήν ἀνθρωπολογία καί τήν ὀντολογία τῆς Ἐκκλησίας, νά ἀπενοχοποιοῦμε τήν ἁμαρτία πού ὁδηγεῖ στόν θάνατο, νά ἐμφανίζουμε τόν αἰώνιο καί ἄφθιτο νόμο τοῦ Θεοῦ ὡς δῆθεν παρελθοντολογία καί τήν ἰδία στιγμή γιά ψηφοθηρικούς λόγους νά ἐπιδιώκουμε πρωτοκαθεδρίες ἐντός τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ σώματος γιά νά ἑρμηνεύσω καί τήν ἔννοια τοῦ «ἀφορισμοῦ» πού ἐξήγγειλα.
5. Τέλος ἀπευθύνθην στόν ἀγαπητό φίλο καί Πρόεδρο καί Ὑπουργό τῆς Κυβερνήσεως ὡς φίλος καί διαποιμαίνων Ἱεράρχης τῆς Ἐκκλησίας ὑποβάλων παράκληση καταθέτοντας τήν διαχρονική πίστη τῆς Ἐκκλησίας καί κατά ταῦτα δέν θεωρῶ ὅτι παρεβίασα τήν Κανονική τάξι.
Εὐχόμενος καλές ἑορτές καί καλή ἐπιτυχία στό πολυεύθυνο καί πολύμοχθο ἔργο Σας διατελῶ,
Μετά τιμῆς καί εὐχῶν
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
+ ὁ Πειραιῶς ΣΕΡΑΦΕΙΜ