Άρθρα - Απόψεις

"Η ευπρεπεστάτη λύση"

eyprepestati

Του Πρωτοσυγκέλλου της Ι.Μ. Καστορίας Αρχιμ. Αθανασίου Γιαννουσά

Η μεγάλη γιορτή των Χριστουγέννων, «η μητρόπολις» κατά τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο, μία φράση την οποία ακούμε συχνά πυκνά από το στόμα του Επισκόπου μας εδώ στην Βυζαντινή Καστοριά τις ημέρες αυτές, είναι η απάντηση του Ουρανού στην τραγωδία του ανθρώπου και στο αίτημά του να λυτρωθεί από την αμαρτία και ν’ αποκτήσει και πάλι την αληθινή κοινωνία που είχε με τον Θεό πριν από την πτώση.

Την ημέρα εκείνη, που ο Αδάμ έχασε αυτή την επικοινωνία, έπεσε από το ύψος του, «εξεβλήθη του Παραδείσου» και ντύθηκε τους δερμάτινους χιτώνες και οι θλίψεις και τα δάκρυα ήταν πλέον ο μόνιμος σύντροφος στην ζωή του, φάνηκε προς στιγμή ότι ο Θεός απέτυχε του σχεδίου Του.

Έμοιασε να θριάμβευσε, προς στιγμήν, ο εισηγητής της κακίας, ο διάβολος. Φάνηκε να είναι ο νικητής στην υπόθεση της ζωής.

Ο Θεός, όμως, θα γράψει ο μεγάλος δογματολόγος της Εκκλησίας μας ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, βρήκε λύση.

«Λύσιν ευπρεπεστάτην»1.

Εκεί που ο άνθρωπος σταματά και φαίνονται παντού τα αδιέξοδα, η απάντηση του Θεού είναι συγκλονιστική. 

Απορούν οι Άγγελοι στον Ουρανό.

Συγκλονίζεται ο ανθρώπινος νούς.

Ο Θεός «ων τέλειος, άνθρωπος τέλειος γίνεται»2 γίνεται άνθρωπος, «ίνα Θεόν τον Αδάμ απεργάσηται»3.

Γι’ αυτό θα βροντοφωνάξει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος: «Εκείνος, λοιπόν, το θέλησε. Καί το έκανε. Κατέβηκε στη γη και έσωσε τον άνθρωπο . . .

Σήμερα γεννιέται Αυτός που υπάρχει αιώνια και γίνεται αυτό που ποτέ δεν υπήρξε . . . Γίνεται άνθρωπος και πάλι Θεός μένει»4.

Έτσι, ο Θεός ευδοκεί να μπεί μέσα στο δράμα του ανθρώπου, να ντυθεί το ανθρώπινο φύραμα, να λάβει την ανθρώπινη σάρκα για να μας μεταδώσει τον πλούτο της Θεότητός Του, για να μας απαλλάξει από την αμαρτία, για να μας ελευθερώσει από τα δεσμά του θανάτου και του διαβόλου, για να μας χαρίσει την υιοθεσία - «ίνα την υιοθεσίαν απολάβωμεν»5.

Πόσο συγκλονιστικός είναι αυτός ο λόγος του Αποστόλου Παύλου! Πόσο συγκλονίζει τις καρδιές μας και μας φωτίζει στα αδιέξοδα της ζωής μας!

Η υιοθεσία.

Ο Ουρανός.

Το φως του Χριστού.

Η αιώνια πατρίδα.

Κλειδιά για να απαντήσουμε στο φάσμα του θανάτου.

Η ενανθρώπιση του Χριστού μας φανερώνει πως ο άνθρωπος δεν επανέρχεται απλώς στην κατάσταση προ της πτώσεως, αλλά ανεβαίνει σε ύψος δυσθεώρητο: «Την καταβάσαν φύσιν του Αδάμ . . . υπεράνω πάσης αρχής και εξουσίας ανήγαγες»6.

Μπροστά σ΄ αυτήν την ευπρεπέστατη λύση ανάλογη θα πρέπει να είναι και η δική μας ανταπόκριση.

Εάν θέλουμε να ξεπεράσουμε τα εμπόδια και να ευτυχήσουμε, οφείλουμε να ενστερνισθούμε, να βιώσουμε και να εμβαθύνουμε σ’ αυτό που μας διδάσκουν οι ιεροί υμνογράφοι της Εκκλησίας μας: Η προσκύνηση και η λατρεία του Σαρκωμένου Λόγου του Θεού.

«Προσκυνούμεν Σου την Γένναν, Χριστέ.

Δείξον ημίν και τα Θεία Σου Θεοφάνεια»7.


1 Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού, Έκδοσις ακριβής της ορθοδόξου πίστεως, Περί της θείς οικονομίας και περί της δι’ ημάς κηδεμονίας και της ημών σωτηρίας, ΕΠΕ 1,280. (πρβλ. και PG 94,984Α).

2 Αυτόθι.

3 Δοξαστικό των Αίνων της εορτής του Ευαγγελισμού της Υπεραγίας Θεοτόκου.

4 Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Εις το Γενέθλιον του Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, Φωνή των Πατέρων (αρ. 15) Χριστός Γεννάται, εκδ. Ιεράς Μονής Παρακλήτου Ωρωπός Αττικής, 1995, σελ. 5. Πρβλ. PG 56,385.

5 Γαλ. 4,5.

6 Tροπάριο της Λιτής της εορτής της Αναλήψεως του Σωτήρος Χριστού.

7 Δοξαστικό της Θ΄ Ώρας των Χριστουγέννων.

 

«Το Γράμμα…» - Θαύμα του Αγίου Γερασίμου

images

Αρχιμανδρίτου Φωτίου Γαβριελάτου | Ιεροκήρυκος Ι. Μ. Κεφαλληνίας

ΑΤΛΑΝΤΙΚΟΣ και ώρα 2 πρωινή του 1960.
Έξω βρέχει απόψε πολύ! Η θάλασσα είναι θηρίο ανήμερο, τα κύματα κτυπούν με μανία τα πλευρά του πλοίου. Δεν ξέρω αν θα αντέξει το σκαρί του, είναι καλό καράβι, σκέτο παλικάρι.

Έξαλλου είναι μαθημένο να δίνει μάχες, μάχες που μέχρι σήμερα πάντα κερδίζει.

Εγώ μετά την βάρδια μου βρίσκομαι στην καμπίνα μου, που να κλείσω μάτι, ούτε καν όρθιος δεν μπορώ να σταθώ, τα πόδια μου δεν με κρατούν, βρίσκομαι και εγώ στην δίνη του καιρού, ευκαιρία να γράψω ένα γράμμα, γράμμα για Εκείνον που πάντα είναι δίπλα μου.

Ειδικά απόψε, το έχω μεγάλη ανάγκη, δεν ξέρω αν η ανατολή θα φωτίσει και πάλι το σκοτεινό δωμάτιο μου.

Πρώτη φορά νιώθω τον φόβο να με κυριεύει, φόβο που δεν μπορώ να συγκρατήσω, η καρδιά μου δεν σταματά να χτύπα, κάνει και εκείνη τα δικά της παιχνίδια.

Απόψε το μυαλό μου βάλθηκε να με τρελάνει, η ζωή μου ολόκληρη περνά σαν ταινία μπροστά στα ματιά μου, δεν ξέρω πως να το εξηγήσω, γι’ αυτό πήρα την απόφαση να γράψω ένα γράμμα, μπας και βρω γαλήνη και ηρεμία.

Ευτυχώς που έχω Εσένα, Εσένα που πάντα είσαι δίπλα μου, ειδικά απόψε σε έχω ανάγκη, σε νιώθω κοντά μου, είσαι για μένα ότι πολυτιμότερο έχω, ο θησαυρός μου, η απαντοχή μου. ΦΙΛΕ ΜΟΥ !

Κάθε φορά Εσύ, βρίσκεις πάντα τον τρόπο να ηρεμείς την ψυχή μου, έχω τόσα να σου πω, τόσα πολλά, φοβάμαι μήπως δεν προλάβω, σε κοιτώ στα μάτια, ξέρω ότι με βλέπεις, ξέρω, ξέρω.

Θυμάσαι τότε που ήμουν μικρό παιδί και έπαιζα στην αυλή Σου, ποτέ δεν σε φοβήθηκα, ήξερα ότι με αγαπάς, ότι νοιάζεσαι για μένα, αυτό μου έμαθες, αυτό έκανες πάντα.

Τι να πρωτοθυμηθώ, είναι τόσα πολλά! ΦΙΛΕ ΜΟΥ!

Η ζωή μου για σένα είναι ανοικτό βιβλίο, τα πάντα γνωρίζεις, γνωρίζεις την φαμίλια μου, τα παιδιά μου, αχ! τα παιδιά μου, στα χέρια Σου τ’ αφήνω, να τα προστατεύεις από τις κακοτοπιές, από την αδικία των ανθρώπων, εσύ θα είσαι γι’ αυτά ο φύλακας άγγελός τους.

Σαν έρθω στην Κεφαλονιά ποτέ δεν σε ξεχνώ, πάντα έρχομαι κοντά Σου! Ξέρω ότι και εσύ το θέλεις, το γράμμα τούτο για σένα είναι γραμμένο από τα βάθη της καρδιάς μου είναι αποτυπωμένο και μην ξεχνάς ΦΙΛΕ ΜΟΥ, ότι για σένα το καντήλι μου είναι αναμμένο.

ΦΙΛΕ ΜΟΥ! Σε χαιρετώ…

Τα δάκρυα του έσταξαν πάνω στο χαρτί, δάκρυα της ψυχής του.

Η θάλασσα δεν ήθελε να κοπάσει, το καράβι είχε παραδοθεί στην μανία του καιρού, ρίχνει μια τελευταία ματιά στο γράμμα του, τόσα λίγα είχε γράψει, αλλά ήταν αρκετά γι’ αυτά που ήθελε να πει.

Παίρνει το φάκελο να γράψει τον παραλήπτη :
Προς:
Τα μάτια του δάκρυα στάζουν.

Tο κρατά σαν ευαγγέλιο καθαρά δικό του.
Προς:
ΓΕΡΑΣΙΜΟ ΝΟΤΑΡΑ
ΟΜΑΛΑ ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΣ!

Το γράμμα δεν εστάλει ποτέ. Για μια φορά ακόμα ο παντοτινός ΦΙΛΟΣ ΤΟΥ είχε κάνει το θαύμα Του!

Σαν ήρθε στην Κεφαλονιά τον ΦΙΛΟ ΤΟΥ ΑΝΑΖΗΤΑ. Εκεί στην εκκλησιά Του, τα μάτια του και η ψυχή του πολλά θέλουν να Του πουν. ΜΑ ΠΑΝΩ ΑΠΟ ΟΛΑ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ…

Πορφύριος ο όσιος των μυστικών συχνοτήτων...

images

Του Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου

Ὁ εἰκοστὸς αἰῶνας, αἰῶνας ἀποστασίας καὶ ἐφηρμοσμένης ἀθεΐας σ᾽ Ἀνατολὴ καὶ Δύση, αἰῶνας μηδενισμοῦ, σαρκολατρείας καὶ ἐκκοσμίκευσης, ἀποδεικνύεται καὶ αἰῶνας ἁγιότητας.

Ἡ θεόπνευστη ρήση τοῦ Παύλου, «οὗ ἐπλεόνασεν ἡ ἁμαρτία, ὑπερεπερίσσευσεν ἡ χάρις» (Ῥωμ. 5,20) ἐπαληθεύεται διαχρονικά. Αὐτὸ τὸ ζήσαμε ἔντονα μὲ τὴ διαπίστωση καὶ διακήρυξη τῆς ἁγιότητας τοῦ ἁγίου νέου ἱερομάρτυρος Φιλουμένου τοῦ Κυπρίου τὸ ἔτος 2009 καί, πρόσφατα, στὶς 27.11.2013, μὲ αὐτὴ τοῦ ὁσίου Πορφυρίου τοῦ Καυσοκαλυβίτου.

Ὁ χριστεπώνυμος βεβαίως Ὀρθόδοξος λαὸς ἀκροᾶται τὴν ἁγιότητα καὶ ἄλλων οὐρανοπολιτῶν ἀνθρώπων τοῦ εἰκοστοῦ αἰῶνος, ὅπως τῶν ὁσίας μνήμης πατέρων ἡμῶν Ἰακώβου Τσαλίκη τοῦ ἐν Εὐβοίᾳ, Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου, Βησσαρίωνος τῆς Μονῆς Ἀγάθωνος, κ.ἄ.

Ἐδῶ πρέπει νὰ διασαφηνίσουμε, ὅτι εἶναι ὁ κλῆρος καὶ λαὸς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ὁ ὁποῖος βιώνει καὶ «ψηλαφεῖ» πρῶτος τὴν ἁγιότητα ἑνὸς δούλου τοῦ Θεοῦ καί, ἐν καιρῷ, ὅταν τὸ θέμα ὠριμάσει καὶ κριθεῖ κατάλληλη ἡ στιγμή, παραπέμπεται στὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο, ἡ Σύνοδος τοῦ ὁποίου, ἀφοῦ ἐξετάσει ἐνδελεχῶς τὸν κατηρτισμένο  σχετικὸ φάκελλο, κάνει τὴ διαπίστωση τῆς ἁγιότητας κάποιου Ὀρθοδόξου χριστιανοῦ, τὴν ὁποία στὴ συνέχεια διακηρύττει στὰ πέρατα τῆς Οἰκουμένης, ἐγγράφοντας τὸν διακηρυχθέντα ἅγιο στὸ Ἑορτολόγιο τῆς Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας1.

Δὲν εἶναι εὔκολο νὰ μιλήσει κανεὶς γιὰ τὸν ὅσιο Πορφύριο τὸν Καυσοκαλυβίτη, τὸν διορατικό, τὸν σοφὸ καὶ θεοδίδακτο συμπαντικὸ ἐπιστήμονα, γιατὶ οἱ λέξεις ἀδυνατοῦν νὰ περιγράψουν καὶ νὰ ἀποδώσουν μὲ ἀκρίβεια τὴ σπάνια χαρισματική του προσωπικότητα, τὴν ἁγιότητά του.

Μιὰ ἁγιότητα, ποὺ ἀναπτύχθηκε καὶ ἀνδρώθηκε μέσα στὴν ἐν Χριστῷ ἄσκηση καὶ ἀποτελεῖ ἀδιάσπαστη φυσικὴ συνέχεια τῆς ἀσκητικῆς παράδοσης τῶν  μεγάλων ἀσκητῶν τῆς Ἐκκλησίας μας ἀπὸ τοὺς πρώτους αἰῶνες μέχρι καὶ σήμερα.

Ἄλλωστε, ἡ πανηγυρικὴ ὑποδοχὴ τῆς διακήρυξης τῆς ἁγιότητας τοῦ ὁσίου Πορφυρίου ἀπὸ τὸν λαό μας μαρτυρεῖ τὴν ἁγιοπνευματικὴ παράδοση τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, ποὺ τὴ θέλει νὰ εἶναι συνυφασμένη μὲ τὴ βιωμένη μέσα στοὺς αἰῶνες αὐθεντικὴ κι ἀνόθευτη λαϊκὴ εὐσέβεια, ἡ ὁποία γνωρίζει νὰ ἀναγνωρίζει τὴν ἁγιότητα τῶν χαριτωμένων ἀνθρώπων, πολὺ πρὶν τὴν ἐπίσημη διακήρυξη τῆς ἁγιότητάς τους, ὅπως ἤδη ἀναφέραμε.  

Μέσα σὲ συνθῆκες μιᾶς γενικώτερης πνευματικῆς κρίσης, μὲ ὅλα τὰ τραγικὰ ἐπακόλουθά της σὲ ὅλο τὸν ἑλληνισμὸ καὶ σ᾽ ὁλόκληρο τὸν κόσμο, τὸ σοφὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο μᾶς ἀνήγγειλε, «δεῦτε λάβετε φῶς ἐκ τοῦ ἀνεσπέρου φωτός»· καὶ ἡ λαμπάδα εἶναι ἡ «ἀείποτε καιομένη» τοῦ ὁσίου πατρὸς ἡμῶν Πορφυρίου, τοῦ διορατικοῦ ἀσκητοῦ καὶ συμπαντικοῦ ἐπιστήμονος, ποὺ ἄναψε ἡ πυρσοφεγγὴς τοῦ Πνεύματος ἐνέργεια.

Τὶς δύσκολες τοῦτες μέρες, ἔρχεται ὁ ταπεινὸς Καυσοκαλυβίτης νὰ μᾶς ἀναπαύσει  ἐν Πνεύματι καὶ νὰ μᾶς διδάξει, πῶς πρέπει νὰ ζήσουμε, πῶς νὰ ἀγαπήσουμε, νὰ γνωρίσουμε καὶ νὰ ἐρωτευθοῦμε τὸν Χριστό.

Δὲν ἔχουμε καμμία ἀμφιβολία, ὅτι ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία ἐνέταξε στὸ Ἑορτολόγιό της ἕνα σύγχρονο ἅγιο, «φωστῆρα καὶ θεολόγον τῆς  οἰκουμένης», ἐπάνω στὸν ὁποῖο θὰ στηριχθοῦν πολλοὶ χειμαζόμενοι καὶ ἀδύναμοι ἄνθρωποι τοῦ παρόντος καὶ τοῦ μέλλοντος.

Ὁ ὅσιος Πορφύριος, κατὰ κόσμον Εὐάγγελος Μπαϊρακτάρης, γεννήθηκε τὸ 1906 στὸ χωριὸ Ἅγιος Ἰωάννης Καρυστίας στὴν Εὔβοια. Δύο μόνο χρόνια φοίτησε στὸ σχολεῖο, γιατί, ἕνεκα φτώχειας τῆς οἰκογένειάς του, ρίχθηκε ἀπὸ μικρὸς στὴ βιοπάλη. Ἡ καθαρή του καρδιὰ πόθησε ἀπὸ πολὺ νωρὶς τὸν Χριστό.

Διαβάζοντας τὸν Βίο τοῦ ὁσίου Ἰωάννη τοῦ Καλυβίτη, τοῦ γεννήθηκε ὁ πόθος τῆς μοναχικῆς ζωῆς καὶ σὲ ἡλικία μόλις 14 ἐτῶν, θέλοντας νὰ μιμηθεῖ τὸν ἀγαπημένο του ἅγιο, ἐγκαταλείπει τὸν κόσμο καὶ πάει στὸ 'Αγιον Ὄρος, γιὰ νὰ ἀσκητέψει.

Ἐκεῖ συναντᾶ τοὺς  Γέροντες  Ἰωαννίκιο καὶ Παντελεήμονα καὶ μένει μαζί τους στὰ Καυσοκαλύβια. Ἔτσι γίνεται, ὡς μιμητὴς τοῦ Καλυβίτη, Καυσοκαλυβίτης. Κοντά στοὺς δύο τούτους ἐνάρετους καὶ αὐστηροὺς Γέροντες ἀσκεῖται καθημερινὰ στὴν  ὑπακοὴ καὶ τὴ νέκρωση τοῦ θελήματός του καί, λίγο πρὶν τὰ εἴκοσί του χρόνια, τὸν ἐπισκέπτεται πλούσια ἡ θεία Χάρη.

Ὁ τότε μοναχὸς Νικήτας, ὅπως ὀνομάστηκε στὴ μοναχική του κουρὰ ὁ μικρὸς Εὐάγγελος, περιμένει κάποτε στὸν προνάρθηκα τοῦ Κυριακοῦ (κεντρικοῦ ναοῦ) τῆς Σκήτης τῶν Καυσοκαλυβίων, νὰ ἀρχίσει ἡ ἀγρυπνία. Φθάνει τότε ὁ γέρο Δημᾶς, ἕνας κρυφὸς ἅγιος, ἐνενῆντα ἐτῶν, πρώην ἀξιωματικὸς τοῦ ρωσικοῦ στρατοῦ, ὁ ὁποῖος δὲν ἀντιλαμβάνεται τὴν παρουσία τοῦ π. Νικήτα.

Βέβαιος, ὅτι κανεὶς ἄλλος δὲν βρίσκεται ἐκεῖ, ἀρχίζει νὰ προσεύχεται θερμὰ μπροστὰ στὴν κλειστὴ πόρτα τοῦ ναοῦ μὲ στρωτὲς μετάνοιες. Τότε ἀρχίζει νὰ ξεχειλίζει ἡ Χάρη ἀπὸ τὸν ἀσκητὴ Δημᾶ ὡς φῶς, καὶ νὰ ἁπλώνει παντοῦ, καλύπτοντας καὶ τὸν μοναχὸ Νικήτα (Πορφύριο).

Μὲ ἄλλα λόγια, ὁ Θεὸς χρησιμοποίησε ἕνα κρυφὸ ἅγιο, τὸν πυρφόρο καὶ θεοφόρο Γέροντα Δημᾶ, γιὰ ν᾽ ἀνάψει τὴ φλόγα τοῦ Πνεύματος σ᾽ ἕνα ἄλλο ἅγιο, τὸν μοναχὸ Νικήτα, ποὺ ἦταν ἕτοιμο «εὔφλεκτο ὑλικό», νὰ δεχθεῖ τὴ θεία Χάρη.  

Ἀπὸ τότε ἄνοιξαν  οἱ αἰσθήσεις τοῦ ὁσίου Πορφυρίου καὶ ἡ προσευχή του ἔγινε διαπεραστική. Τὸ διορατικὸ χάρισμα, ποὺ ἔλαβε ἀπὸ τὸν Θεό, δὲν ἦταν περιορισμένης κλίμακας, ἀλλὰ πολὺ μεγάλης. Ἄκουε, ὀσφραινόταν καὶ ἔβλεπε τὰ πάντα ἀπὸ χιλιόμετρα μακριά.

Μιλοῦσε γιὰ ὅλα μὲ λεπτότητα καὶ ἁπαλότητα, γιὰ τὸ σύμπαν, τοὺς οὐρανούς, τοὺς πλανῆτες, τὴν ἐπιστήμη, τὰ λουλούδια, τὰ πουλιά, τὴ φύση, τὴν ψυχή, τὴν καρδιά, τὸν νοῦ καὶ τὴ συμπεριφορὰ τῶν ἀνθρώπων, τὴ θεία Λειτουργία, τοὺς ὕμνους.

Καί, δὲν τοῦ δόθηκε ἄνωθεν ἡ γνώση ἁπλῶς τῶν ὄντων, ἀλλὰ καὶ ἡ γνώση τῶν λόγων τῶν ὄντων, δηλαδὴ ἡ ἀποκάλυψη τῆς γνώσης τοῦ γιατὶ πλάσθηκε τὸ κάθε δημιούργημα καὶ ποιὸ σκοπὸ ἔχει.

Προκαλοῦσε βεβαίως ἔκπληξη καὶ θαυμασμὸ στοὺς ἀνθρώπους μὲ τὰ χαρίσματά του, ἀλλ᾽ αὐτὸ δὲν γινόταν γιὰ νὰ θαυμάζουν τὸν ἴδιο, ἀλλὰ γιὰ νὰ τοὺς ὁδηγεῖ στὴ μετάνοια, ὥστε νὰ δημιουργηθεῖ  μέσα τους  ἕνα ὡραῖο κλίμα, γιὰ νὰ εἶναι σὲ θέση νὰ ποῦν· «Ἔλα, Χριστέ μου, γιατὶ χωρὶς  Ἐσένα, ὅσο ὡραῖο κι ἂν εἶναι τὸ κλίμα αὐτό, ἡ ὀμορφιὰ εἶναι λειψή,  ἐπειδὴ Ἐσὺ εἶσαι ἡ μόνη πηγὴ τῆς ὡραιότητας. 

Ὁ μόνος  Ὡραῖος, ὁ ἀείποτε Ὡραῖος, ὁ Ὡραῖος κάλλει παρὰ πάντας βροτούς!» Τὸν ἐνδιέφερε οἱ ἄνθρωποι νὰ γνωρίζουν τὸν Χριστὸ χωρὶς βία. Νὰ ἐμπνέονται ἀπὸ τὰ δημιουργήματά Του, τὴν ὀμορφιὰ τῆς φύσης, ἀπὸ μιὰ καλὴ ψυχή, μιὰ ὡραία εἰκόνα, μιὰ ὡραία μουσική, νὰ θαυμάζουν, νὰ ἐκπλήσσονται καὶ νὰ χαίρονται ἔτσι τὸν Δημιουργὸ τοῦ σύμπαντος κόσμου καὶ τὴ δημιουργία Του. 

Πολλὲς φορές, ἀκούγοντάς τον νὰ ἐκφράζεται ἔτσι, αἰσθάνθηκα αὐτό, ποὺ γράφει στὸ πρῶτο κεφάλαιο τῆς Γένεσης :«καὶ εἶδεν ὁ Θεὸς τὰ πάντα, ὅσα ἐποίησεν, καὶ ἰδοὺ καλὰ λίαν» (Γεν.1,31).

Ὁ μοναχὸς Νικήτας, λόγῳ σοβαρῆς ἀσθένειάς του, μεταβαίνει ἀργότερα ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὄρος στὴ Μονὴ Ἁγίου Χαραλάμπους Εὐβοίας, ὅπου ὁ ἀρχιεπίσκοπος Σινᾶ Πορφύριος, διαπιστώνοντας τὴ χαρισματική του προσωπικότητα, τὸν χειροτονεῖ ἱερέα σὲ ἡλικία μόλις 20 ἐτῶν, δίνοντάς του μάλιστα καὶ τὸ ὄνομά του.

Τὸ 1940 ὁ π. Πορφύριος διορίζεται ἐφημέριος στὴν Πολυκλινικὴ Ἀθηνῶν, στὴν «ἔρημο τῆς Ὁμόνοιας», ὅπως ἔλεγε ὁ ἴδιος. Στὴ θέση τούτη  παραμένει γιὰ 33 χρόνια, ἐξομολογώντας, προσευχόμενος, συμβουλεύοντας καὶ πολλὲς φορὲς θεραπεύοντας μὲ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ ἀσθενεῖς.

Εἶναι ἀξιοσημείωτο ὅτι, κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ἱερατικῆς του διακονίας στὴν Πολυκλινικὴ Ἀθηνῶν, τὴν ἐποχὴ τῆς κατοχῆς, συνδέθηκε πολὺ στενὰ μὲ τὸν Κύπρου Μακάριο Γ´, τότε διάκονο τοῦ ναοῦ Ἁγίας Εἰρήνης Αἰόλου. Ἔλεγε χαρακτηριστικὰ ὁ ὅσιος: «Τὴν κατοχὴ τὴν περάσαμε μαζί.»

Τὸ 1950 ἐνοικιάζει τὸ ἐγκαταλελειμμένο Μονύδριο τοῦ Ἁγίου Νικολάου στὰ Καλλίσια Πεντέλης, ὅπου συχνάζει προσευχόμενος καὶ καλλιεργώντας τὰ ἐκεῖ κτήματα, ἐνῶ τὸ 1979 ἐγκαθίσταται στὸ Μήλεσι Ἀττικῆς, κοντὰ στὸν Ὠρωπό, ὅπου ἀνεγείρει σταδιακὰ τὸ μεγάλο Ἡσυχαστήριο τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος.

Τελικά, τὸν Ἰούνιο τοῦ 1991, προαισθανόμενος τὸ ἐπερχόμενο τέλος, ζήτησε καὶ τὸν μετέφεραν, τυφλὸ πλέον καὶ ἀσθενῆ, στὸν τόπο τῆς μετανοίας του, τὸ καλύβι τοῦ Ἁγίου Γεωργίου στὰ Καυσοκαλύβια τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ὅπου καὶ παρέδωσε τὴν ἁγία του ψυχὴ εἰς χεῖρας Θεοῦ τὸ πρωὶ τῆς 2ας Δεκεμβρίου 1991.

Γιὰ τὸν ὅσιο Πορφύριο ἀσφαλῶς γράφτηκαν καὶ θὰ γραφοῦν πολλά. Θὰ ἤθελα ὅμως ἐδῶ νὰ καταθέσω τὴν προσωπική μου μαρτυρία γιὰ τὸν μεγάλο τοῦτο σύγχρονο ἅγιο, μέσα ἀπὸ τὶς συναντήσεις καὶ τὴ γνωριμία, ποὺ μὲ ἀξίωσε ὁ Κύριος νὰ ἔχω μαζί του ὡς φοιτητὴς στὴν Ἀθῆνα.

Προσωπικά,  μοῦ εἶχε πεῖ ὅτι θὰ γίνω ἱερέας, γιατὶ εἶχα ἕνα πρόπαππο ἱερέα, ποὺ προσευχόταν καὶ ἔλεγε· «Θεέ μου, βγάλε ἕναν παπᾶ ἀπὸ τὴ γενιά μας, νὰ μᾶς μνημονεύει!» Καί, ὅταν ἀργότερα εἶχα πάρει τὴν ἀπόφαση νὰ ἀκολουθήσω τὸν μοναχικὸ βίο καὶ τὸν ἐπισκέφτηκα, γιὰ νὰ τοῦ πῶ ὅτι ἤθελα νὰ διακόψω τὶς σπουδές μου στὴ Νομική, αὐτὸς ἐπέμενε νὰ πάρω τὸ πτυχίο, λέγοντάς μου: «Αὐτὸ τὸ πτυχίο θὰ τὸ πάρεις! Θὰ τὸ καθυστερήσεις ἕνα χρόνο, γιατὶ θὰ πηγαίνεις ἀπὸ μοναστήρι σὲ μοναστήρι, ἀλλὰ πρέπει νὰ τὸ πάρεις. Δὲν σοῦ μιλῶ ἐγώ, ἀλλὰ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Τὸ πτυχίο αὐτὸ θὰ σοῦ τὸ ζητήσει κάποτε ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Κύπρου.»

Ὅπως καὶ ἔγινε! Τὸ 1998 χειροτονοῦμαι καὶ ἐνθρονίζομαι Μητροπολίτης Μόρφου καί, στὴν πρώτη συνεδρία τῆς Συνόδου ποὺ παρακάθησα, ὁ τότε Ἀρχιεπίσκοπος  Κύπρου Χρυσόστομος Α´ μὲ διορίζει, λόγῳ τοῦ πτυχίου τῆς Νομικῆς, σὲ ἀνακριτικὴ ἐπιτροπή, πρὸς διερεύνηση κάποιων οἰκονομικῆς φύσεως τότε προβλημάτων. Ὁ ὅσιος Πορφύριος εἶχε ἰδεῖ αὐτὴ τὴ στιγμὴ χρόνια πρίν!

Θυμᾶμαι μιὰ φορά, ποὺ μᾶς διηγεῖτο μιὰ ἐπίσκεψή του σὲ ναὸ Μονῆς στὴν Ἄμφισσα. Τὴν ὥρα ποὺ θαύμαζε τὸ ὡραῖο ἀρχαῖο εἰκονοστάσι τοῦ ναοῦ, σκέφτηκε· «Τί Λειτουργίες θὰ εἶδε τὸ εἰκονοστάσι αὐτό!». Καί, ἀμέσως, «ἄνοιξε» ἡ ὅρασή του καὶ ἔβλεπε παλαιὲς Λειτουργίες, ποὺ τελέστηκαν ἐκεῖ. Εἶδε μιὰ Λειτουργία, ποὺ ἔγινε τὴν ἐποχὴ τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπανάστασης, ὁπόταν ἦρθαν ἐκεῖ οἱ Τοῦρκοι καὶ ἔσφαξαν τοὺς μοναχούς.

Ἔβλεπε τὴν ἀγωνία, ποὺ εἶχαν οἱ μοναχοὶ ἐκεῖνοι στὴν προσευχή τους, καθὼς καὶ τὸ αἱματοβαμμένο ἀπὸ τὰ αἵματά τους εἰκονοστάσι. Κι ὅλα τοῦτα ἔγιναν μὲ ἀφορμὴ ἕνα καλὸ λογισμὸ τοῦ π. Πορφυρίου, ἕνα θαυμασμὸ στὴν ὀμορφιὰ τοῦ εἰκονοστασίου.

Ἐπέμενε πολὺ στὸ Μυστήριο τῆς θείας Ἐξομολόγησης καὶ ἔλεγε κάτι πολὺ σημαντικό, ποὺ δὲν τοῦ δίνουμε σημασία, γιατὶ δὲν τὸ γνωρίζουμε. «Δὲν εὐθύνεται μονάχα ὁ ἄνθρωπος γιὰ τὰ παραπτώματά του...Ὁ κάθε ἄνθρωπος ἔχει πάρει μέσα του καὶ τὰ βιώματα τῶν γονέων του καὶ εἰδικὰ τῆς μητέρας...δημιουργεῖται μία κατάστασις στὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου ἐξαιτίας τῶν γονέων του, ποὺ τὴν παίρνει μαζί του σ᾽ ὅλη του τὴ ζωή, ἀφήνει ἴχνη μέσα του...Ὑπάρχει, ὅμως, ἕνα μυστικό. Ὑπάρχει κάποιος τρόπος ν᾽ ἀπαλλαγεῖ ὁ ἄνθρωπος ἀπ᾽ αὐτὸ τὸ κακό.

Ὁ τρόπος αὐτὸς εἶναι ἡ γενικὴ Ἐξομολόγηση, ποὺ γίνεται μὲ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ...Πολλὲς φορὲς ἔχω μεταχειρισθεῖ αὐτὴ τὴ γενικὴ Ἐξομολόγηση καὶ εἶδα θαύματα πάνω σ᾽ αὐτό. Τὴν ὥρα ποὺ τὰ λές στὸν ἐξομολόγο, ἔρχεται ἡ θεία Χάρη καὶ σὲ ἀπαλλάσσει ἀπ᾽ ὅλα τὰ ἄσχημα βιώματα καὶ τὶς πληγὲς καὶ τὰ ψυχικὰ τραύματα καὶ τὶς ἐνοχές· διότι, τὴν ὥρα ποὺ τὰ λές, ὁ ἐξομολόγος εὔχεται θερμὰ στὸν Κύριο γιὰ τὴν ἀπαλλαγή σου.»2 Γι᾽ αὐτὸ καὶ ὁ ἄνθρωπος, ἂν δὲν καταλλαγεῖ, δὲν ἑνωθεῖ μὲ τὸν Θεό, μέσῳ τοῦ Μυστηρίου τῆς Ἐξομολόγησης, ὅλο καὶ περισσότερες ἐπιπλοκὲς θὰ παθαίνει στὴ ψυχή του.

Ἐδῶ, θὰ ἀναφερθῶ σύντομα σὲ ἕνα σχετικὸ προσωπικό μου βίωμα μὲ τὸν ὅσιο Πορφύριο. Ὅταν κάποτε τὸν ἐπισκέφθηκα, τοῦ λέω· «Ξέρεις, Γέροντα, μοῦ λένε ὅτι πρέπει νὰ γίνω καὶ παπᾶς, κι ὄχι μόνο μοναχός, ἀλλὰ ἐγώ, ξέρεις, ἔχω ἀδυναμία στὰ χέρια! Πῶς θὰ γίνω παπᾶς; Ἄσε, ποὺ ἔχω καὶ ἄλλα προβλήματα, π.χ. θυμώνω εὔκολα καὶ εἶμαι ἀπότομος. Δὲν ἔχω καὶ τὴν καλύτερη κληρονομικότητα!»

Μόλις τοῦ εἶπα τὴ λέξη κληρονομικότητα, ἔπιασε τὸ χέρι μου, κρατώντας το, ὅπως παίρνουμε τὸν σφυγμὸ κάποιου, καὶ μοῦ λέει· «Γιὰ νὰ δοῦμε! Μὰ δὲν εἶναι μόνο αὐτό, ποὺ ἔχεις!» Κι ἐγώ, ὡς ὁρμητικὸς Ζωδιάτης ποὺ εἶμαι, τοῦ λέω· «Καὶ τί ἄλλο ἔχω;»

Ὁμολογῶ, ὅτι ἐπὶ μισὴ ὥρα περίπου κατέβαινε ἀπὸ ὑπόγειο σὲ ὑπόγειο τῆς ψυχῆς μου καὶ εἶδε ὅλα τὰ χάλια μου! Προσωπικά, κληρονομικά, ἐπίκτητα! Κι ἀφοῦ μοῦ ἔκανε αὐτὴ τὴν ἁγία ψυχανάλυση, μοῦ εἶπε· «Αὐτὸς εἶσαι καὶ μὴ ψάχνεσαι ἀπ᾽ ἐδῶ κι ἀπ᾽ ἐκεῖ. Οὔτε καὶ περισσότερος, ἀλλ᾽ οὔτε καὶ λιγότερος.

Μὲ αὐτὰ θὰ ἀγωνιστεῖς, ποὺ ἄντεξες μαζί μου καὶ ἄντεξα κι ἐγὼ νὰ βλέπω, αὐτὰ ποὺ κληρονόμησες κι αὐτὰ ποὺ ἔχεις. Καὶ τώρα ποὺ θὰ βγεῖς ἔξω, ὄχι νὰ λὲς ἀπὸ ᾽δῶ κι ἀπὸ ᾽κεῖ, ὅτι εὐωδιάζω!» Κι αὐτὸ τὸ εἶπε, γιατὶ ἐκείνη τὴν ὥρα γέμισε ὅλο τὸ δωμάτιο εὐωδία, ἀρώματα, ἔγινε σὰν μυροπωλεῖο!

«Ξέρεις», μοῦ λέει, «ἔχω κάτι λείψανα ἁγίων ἐδῶ, καὶ ὅταν γίνεται καθαρὴ Ἐξομολόγηση, γενικὴ Ἐξομολόγηση, χαίρονται αὐτά! Ἀλλὰ χαίρομαι κι ἐγώ, ποὺ εἶχες τὴν τόλμη νὰ κατέβουμε μαζὶ στὸν ἅδη τῆς ψυχῆς σου.»

Τὸ ἐκπληκτικό, ὅμως,  μὲ τὸν ὅσιο Πορφύριο, δὲν εἶναι ὅτι ἀπὸ μικρὸς ἔλαβε τὸ διορατικὸ χάρισμα σὲ βαθμό, ποὺ νὰ βλέπει ὅλο τὸ σύμπαν καὶ τὸν κόσμο, ἀλλὰ τὸ πῶς κράτησε τὸ χάρισμα αὐτό.

Γιατὶ ὁ Θεός, ὡς «χουβαρντᾶς»,  μπορεῖ νὰ δώσει πολλὰ χαρίσματα, ἀλλὰ τὸ ζήτημα εἶναι πῶς τὰ διαχειρίζεσαι καὶ πῶς τὰ κρατᾶς, νὰ μὴν τὰ χάσεις. Καὶ ὁ ὅσιος κράτησε τὰ χαρίσματα αὐτά, ἀφενὸς γιατὶ ποτέ του δὲν διαμαρτυρήθηκε γιὰ τὶς πολλὲς καὶ μεγάλες ἀσθένειές του -σκεφτεῖτε, ὅτι αὐτὸς ποὺ ἔβλεπε τὸ σύμπαν καὶ τοὺς ἀστέρες, τὰ ἔγκατα τῆς γῆς, τὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων καὶ ἔβγαζε δαιμόνια, ἐπέτρεψε ὁ Κύριος νὰ πάσχει ἀπὸ μικρός, καὶ τέλος νὰ προσβληθεῖ ἀπὸ καρκῖνο καὶ νὰ τυφλωθεῖ- καί, ἀφετέρου, γιατὶ  εἶχε ἐπιμελημένη μετάνοια μέχρι τὴν ὁσιακὴ κοίμησή του.

Μάλιστα, ἡ μετάνοιά του ἦταν τόσο μεγάλη, ποὺ λέπτυνε σὲ μεγάλο βαθμὸ τὴ συνείδησή του, τὴν ἐπίγνωση τοῦ ἑαυτοῦ του, ὥστε στὴν πνευματική του διαθήκη, ποὺ μᾶς ἄφησε λίγους μῆνες πρὶν κοιμηθεῖ, λέει ὅτι ἔκανε πολλὲς ἁμαρτίες ἀπὸ μικρός, τὶς ὁποῖες βεβαίως ἐξομολογήθηκε, ἀλλὰ αἰσθανόταν ὅτι οἱ πνευματικές του ἁμαρτίες ἦταν πάρα πολλές, καὶ ζητοῦσε ἀπὸ τὰ πνευματικά του τέκνα νὰ προσεύχονται γι᾽ αὐτόν. Διότι, ὅπως ἔχουμε σαρκικὲς καὶ ψυχικὲς ἁμαρτίες, ἔχουμε καὶ πνευματικές.

Καὶ ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς τοῦ Θεοῦ χρησιμοποιοῦσε τὸ διορατικό του χάρισμα,  ὄχι μόνο γιὰ νὰ βλέπει μέσα στὴν καρδιὰ τοῦ καθενός, ἀλλὰ γιὰ νὰ βλέπει καὶ τὰ δικά του λάθη καὶ πάθη καὶ νὰ μετανοεῖ γι᾽ αὐτά.  

Ἕνα ἄλλο χαρακτηριστικὸ γνώρισμα τῆς προσωπικότητας τοῦ ὁσίου Πορφυρίου ἦταν ἡ μεγάλη ἀγάπη ποὺ εἶχε γιὰ τὶς Ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὴν ἐκκλησιαστικὴ ὑμνωδία. Ἔμαθε νὰ ψέλνει τοὺς διάφορους Κανόνες, πρᾶγμα ὄχι εὔκολο, ἀποστήθισε ὅλο τὸ Ψαλτήριο τοῦ Δαβίδ, ὅπως συνηθιζόταν στὴν ἀρχαία μοναστικὴ πράξη, καθὼς καὶ τὴν Καινὴ Διαθήκη, εἰδικώτερα μάλιστα τὸ κατὰ Ἰωάννην Εὐαγγέλιο, πού, ὅταν μποροῦσε, τὸ ἀπήγγελλε ὄρθιος.

Ὅταν τὰ πνευματικά του τέκνα τοῦ ζητοῦσαν νὰ κάνουν κομποσχοίνι στὴ θέση τῶν Ἀκολουθιῶν, τοὺς ἔλεγε: «Καλὸ εἶναι καὶ τοῦτο, ἀλλὰ ἀνώτερο εἶναι νὰ διαβάζεις τὰ ὑμνογραφικὰ κείμενα ποὺ ἔγραψε ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, ὁ ἅγιος Θεοφάνης ὁ Γραπτὸς κ.ἄ., γιατὶ  κάθε λέξη εἶναι γραμμένη ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα.

Καὶ μόνο νὰ δεῖ αὐτὰ τὰ κείμενα τὸ μάτι σου, νὰ τὰ ἀκούσει τὸ αὐτί σου, νὰ τὰ ψάλλει ἡ γλῶσσα σου, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα σὲ ἁγιάζει, καὶ μετὰ εὔκολα ἐρωτεύεσαι τὸν Χριστὸ καὶ ὅλα τὰ κακὰ ἀντέχονται.» Ἐδῶ νὰ τονίσουμε καὶ τὸ πόσο ἰδιαίτερα ἐπέμενε ὁ ὅσιος στὴν ἀπόκτηση τοῦ θείου ἔρωτα. Γι᾽ αὐτὸ καί, ἐπαναλαμβάνοντας στίχο ἑνὸς ὡραιότατου ὁσιακοῦ Δοξαστικοῦ, συμβούλευε συχνά: «ἀγαπήσατε τὸν Χριστόν· μηδὲν προτιμήσητε τῆς ἀγάπης αὐτοῦ!»

Θεωρῶ ἐπίσης πολὺ σημαντικὴ τὴ διδαχή του περὶ μετανοίας. Ἔλεγε χαρακτηριστικά, ὅτι ὑπάρχουν δύο τρόποι μετανοίας. Ὁ ἕνας ἔχει νὰ κάνει μὲ τὴ μνήμη τοῦ θανάτου, τὴ μνήμη τῆς κολάσεως, τὴ μνήμη τῆς Δευτέρας Παρουσίας, ποὺ σὲ βοηθοῦν νὰ βρίσκεσαι συνέχεια σὲ πνευματικὴ ἐγρήγορση, πολεμώντας τὰ πάθη σου.

Ὁ ἄλλος εἶναι ὁ «ἀναίμακτος», ὅπως τὸν ὀνόμαζε, δηλ. τὸ νὰ μὴ μπεῖς σὲ ἀνοιχτὴ αἱματηρὴ πάλη μὲ τὸν ἐχθρὸ διάβολο, ὁπόταν μπορεῖ νὰ πληγωθεῖς. «Σοῦ ἔρχεται ἕνας λογισμός, μιὰ ἐπιθυμία; Μὴν πανικοβάλλεσαι! Γύρισε ἀμέσως κάπου τὴν προσοχή σου.  Μὴν προσέχεις συνεχῶς τὸ μαράζι ποὺ ἔχεις, τὸ παράπονο ἐναντίον κάποιου. Ἂν σᾶς θέτει ἐμπόδια ὁ πονηρός, νὰ τὸν περιφρονεῖτε», συμβούλευε. Δηλαδή, ἔδινε μεγάλη σημασία στὸν προσανατολισμὸ τοῦ νοῦ. 

Δὲν ἀκύρωνε τὸν πρῶτο τρόπο μετανοίας καὶ πνευματικῆς ἀντίστασης στὶς πειρασμικὲς προσβολές, ἀλλὰ προέκρινε τὸν δέυτερο, τὸν «ἀναίμακτο τρόπο».

Κύριο καὶ καίριο χαρακτηριστικὸ τῆς ἀσκητικῆς ζωῆς τοῦ ὁσίου Πορφυρίου ἦταν ὅτι καταγινόταν στὴν πνευματικὴ ἐργασία ἀθόρυβα, μὲ ταπείνωση καὶ ἀφάνεια. Ταπείνωνε τὸ σῶμα καὶ τὴν ψυχή του μὲ ὑπακοή, ὑπομονὴ καὶ μετάνοια, ἀλλὰ μυστικά. «Ἡ ἐσωτερικὴ ἐργασία,  ἔλεγε, νὰ εἶναι μυστική.

Ὄχι μόνο νὰ μὴν γνωρίζουν οἱ ἄλλοι, πῶς ἐμεῖς ἐργαζόμαστε στὴ μετάνοια, στὴ δοξολογία, στὴν εὐχαριστία μας. Ὄχι μόνο νὰ μὴ γνωρίζει ‘‘ἡ ἀριστερὰ τί ποιεῖ ἡ δεξιά’’, ἀλλά, κατὰ κάποιο τρόπο, νὰ μὴ γνωρίζουμε οὔτε οἱ ἴδιοι πῶς ἐργαζόμαστε. Κρυφά, ἀθόρυβα, ἀπαλά, ἁπλᾶ.»

Ὅταν ρώτησα πρὶν ἀπὸ καιρὸ ἕνα πολιὸ ἱερέα τῆς Μητροπόλεώς μας, 80 ἐτῶν, τί εἶναι αὐτό, ποὺ ἔφεραν στὴν ἐποχή μας καὶ ἐπισφράγισαν μὲ τὴ ζωή τους οἱ σύγχρονοι Γέροντες, μοῦ ἀπάντησε: «Αὐτοί, Δεσπότη μου, ἔφεραν πίσω τὴν ἄσκηση, τὸ παραδοσιακὸ ἀσκητικὸ  φρόνημα καὶ τὴν αὐθεντικὴ εὐσέβεια, καὶ ἔδιωξαν τὸν εὐσεβισμό.» Αὐτὸ τὸ λέει ἕνας ἱερέας, ποὺ ἔζησε ὅλη αὐτὴ τὴν περίοδο, ποὺ περιγράφουμε. Ὁ δὲ ὅσιος Πορφύριος ἦταν ἡ πλήρης ἀναίρεση τοῦ διαστρεβλωμένου καὶ ἀντορθόδοξου θρησκευτικοῦ πνεύματος, ποὺ θέλει μὲ τὸ ζόρι νὰ διορθώσει καὶ νὰ σώσει τὸν κόσμο, ὑπερτονίζοντας τὴν ἀξία τῶν «καλῶν ἔργων». Τὸ μέγα ἔλεος τοῦ Χριστοῦ θὰ μᾶς σώσει, κι ὄχι τὰ ἔργα μας.

Τέλος, νὰ τονίσουμε, ὅτι, ὁ μεγάλος τοῦτος νεοφανὴς ὅσιος, ὅπως καὶ οἱ ἄλλοι σύγχρονοι καὶ ὁμότροποί του ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ Γέροντες Ἰάκωβος Τσαλίκης, Παΐσιος Ἁγιορείτης, Εὐμένιος Σαριδάκης, Βησσαρίων τῆς Μονῆς Ἀγάθωνος κ.ἄ. , οὐδέποτε καλλιέργησαν τὸν «Γεροντισμὸ» καὶ τὴν ὁπαδοποίηση. Αὐτὸ εἶναι φαινόμενο, ποὺ κυρίως ἀκολούθησε μετὰ τὴν ἐκδημία τους, καὶ καλλιεργήθηκε ἀπὸ ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι θέλησαν νὰ τοὺς μιμηθοῦν, χωρὶς ὅμως νὰ ἔχουν τὶς ἁρμόζουσες πνευματικὲς προϋποθέσεις.

Αὐτὸς ἦταν περίπου ὁ τρόπος, μὲ τὸν ὁποῖο ἔζησε τὸν Θεὸ καὶ ἁγίασε ὁ ὡραῖος αὐτὸς ἄνθρωπος, ὁ θεόμορφος, ποὺ ἔγινε δηλαδή, ἀποκαθαίροντας τὸ κατ᾽ εἰκόνα, καθ᾽ ὁμοίωσιν Θεοῦ· ποὺ «τὸν ἔστειλε ὁ Χριστὸς στὰ ὕστερα τοῦ εἰκοστοῦ αἰώνα, γιὰ νὰ δοῦμε πῶς εἶναι ὁ Χριστός», ὅπως μοῦ εἶπε χαρακτηριστικὰ ἕνας συμπατριώτης μας.

Καὶ συμπληρώνω, ὅτι ἕνας τόπος ποὺ γεννᾶ ἁγίους ἔχει μεγάλη εὐλογία, ἔχει ἐλπίδες. Καὶ ἡ Ἑλλάδα καὶ ἡ Κύπρος μας, χῶροι ἁγιότοκοι, θὰ ἐξέλθουν ἀπὸ τὴ σύγχρονη πολυποίκιλη κρίση, εὐχαῖς τῶν ἁγίων μας· φθάνει νὰ ἔχουμε μετάνοια, ἀληθινὴ μετάνοια, ὅπως μᾶς τὴ δίδαξε ὁ Κύριος, οἱ ἀπ᾽ αἰῶνος ἅγιοι, ἀλλὰ καὶ οἱ σύγχρονοι ὅσιοι, ποὺ προαναφέραμε, ὅπως τὴν κήρυξε, ἔργῳ καὶ λόγῳ, ὁ μέγας νεοφανὴς ἀστὴρ τῆς Ἐκκλησίας, ὅσιος καὶ θεοφόρος πατὴρ ἡμῶν Πορφύριος ὁ Καυσοκαλυβίτης.

Ἐπισφραγίζουμε τὸ μικρό μας τοῦτο κείμενο, ἱκέσιο δέηση στὸν ὅσιο, μὲ ἀναφορὰ στὴν εὐχή, ποὺ ἐπισφράγισε τὴν ἐπίγεια εὐλογημένη βιοτή του.

Ἡ τελευταία προσευχὴ τοῦ Γέροντος, ἐνῶ ξεψυχοῦσε, παρμένη ἀπὸ τὴν ἀρχιερατικὴ Προσευχὴ τοῦ Χριστοῦ πρὶν τὸ σωτήριο Πάθος, εἶναι καὶ ἡ βαρύτιμη πνευματική του παρακαταθήκη καὶ εὐλογία πρὸς ἐμᾶς τοὺς χριστιανοὺς τῶν ἐσχάτων τούτων χρόνων: Εὐχήθηκε γιὰ τοὺς ἁπανταχοῦ τῆς οἰκουμένης πιστούς, «ἵνα ὦσιν ἕν»!

Ταῖς τοῦ σοῦ ὁσίου Πορφυρίου πρεσβείαις, ὁ Θεός, ἐλέησον καὶ σῶσον ἡμᾶς. Ἀμήν!

Το κελλάκι του Γέροντος

images

Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας,
Μέγας Ὑμνογράφος τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἐκκλησίας

Τὸ κελλάκι τοῦ Γέροντος Γαβριὴλ στὸ Κυκκώτικο Μετόχι τοῦ Ἁγίου Προκοπίου, στὴ Λευκωσία τῆς Κύπρου μας, ὅσο εὑρύχωρο καὶ ἂν ἦταν φαινόταν πολύ μικρὸ νὰ φιλοξενεῖ καθημερινὰ τὸ πλῆθος τῶν πνευματικῶν του παιδιῶν.

Ἦταν εὐρύχωρο σὰν τὴν ἀγκαλιὰ τοῦ Γέροντος, ποὺ χωροῦσε ὅλους, μικρούς, μεγάλους, ἄνδρες, γυναῖκες, παιδιά, πλούσιους καὶ φτωχούς, ἐπισκόπους, ὑπουργούς, βιοπαλαιστές. Ἡ πόρτα του  ἦταν μόνιμα ἀνοιχτή, γιὰ νὰ δέχεται τὸν κάθε ἐμπερίστατο τὸν κάθε κατατρεγμένο καὶ πονεμένο, τοὺς ὁποίους καὶ  βοηθοῦσε ὑλικὰ καὶ πνευματικά, ἐλαφρύνοντάς τους τὸ βαρὺ φορτίο τῶν καθημερινῶν ἀνομημάτων καὶ βιοτικῶν προβλημάτων.

Ὁ Γέροντας, πάντοτε προσηνής, πάντοτε χαρούμενος, πάντοτε πνευματοκαθοδηγούμενος, ἄκουγε, νουθετοῦσε, ἔδινε λύσεις, προσευχόταν. Ἦταν ὁ πατέρας, ποὺ γνώριζε τὰ λογικά του πρόβατα μὲ τὰ ὀνόματά τους, τὰ προβλήματα καὶ τὶς ἐπιδιώξεις τους, καὶ μὲ ἀσφάλεια κατεύθυνε κάθε θαλασσομαχοῦντα στὸ γαλήνιο λιμάνι τοῦ Χριστοῦ μας.

Τὸ κελλάκι τοῦ Γέροντος Γαβριὴλ ἦταν τὸ ἀναψυκτήριο ὅλων τῶν κοπιόντων, τὸ καθαρτήριο ὅλων τῶν σπιλωμένων ἀπὸ συγγνωστὰ καὶ θανάσιμα ἁμαρτήματα, τὸ ὑποχρεωτικὸ πέρασμα ὅλων μας, τῶν ἀποδημητικῶν πτηνῶν τῆς παρούσης ζωῆς πρὸς τὶς σκηνὲς τοῦ οὐρανοῦ. Καὶ τί δὲν εἶδε, καὶ τί δὲν ἄκουσε τὸ κελλάκι αὐτό!

Τὴν προσευχὴ τοῦ Γέροντος, νὰ ἀνεβαίνει ὡς θυμίαμα στὸν οὐρανό· τὴν ἐπικοινωνία τοῦ Γέροντος μὲ Ἁγίους Ἀγγέλους· τὶς οὐράνιες ψαλμωδίες, ποὺ συνόδευαν τὶς εὐχαριστίες καὶ δεήσεις του· τοὺς στεναγμοὺς καὶ τὰ δάκρυά του γιὰ ὅσους τὸν παρακαλοῦσαν νὰ προσεύχεται γι’ αὐτούς, γιὰ τοὺς ἐνδεεῖς, γιὰ τὴν κατεχόμενη πατρίδα καὶ  γιὰ τὸ Μοναστήρι του, τοῦ Ἀποστόλου Βαρνάβα, ἀπὸ τοῦ ὁποίου τὰ ἁγιασμένα χώματα οἱ τούρκικες ὀρδὲς κρατοῦν  μακριὰ τοὺς μοναχούς, ποὺ ἀδυνατοῦν νὰ ἀναπέμψουν τὶς καθημερινὲς δοξολογικὲς καὶ ἱκετευτικὲς ὑμνωδίες στὸν ἐλευθερωτή μας, τὸ φιλάνθρωπο Κύριο Ἰησοῦ.

Τὸ κελλάκι τοῦ Γέροντος θύμιζε τὶς συνάξεις τῶν πρωτοχριστιανικῶν χρόνων, θύμιζε τὶς «ἀγάπες» τῶν Ἁγίων τῶν Ἱεροσολύμων. Ὅλοι ἐκεῖ μέσα προσκαρτεροῦσαν στὴν προσευχή, στὴν ἀνάγνωση ἐποικοδομητικῶν γραφῶν, στὴν προετοιμασία γιὰ τὴ συμμετοχή στὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας καὶ στὴν κοινωνία τῶν προσώπων.

Ἐκεῖ μέσα σφυρηλατήθηκε ἡ διαπροσωπικὴ σχέση ὅλων μας μὲ τὸ Σωτήρα μας Χριστὸ καὶ ἡ μεταξύ μας ἀδελφικὴ ἐν Χριστῷ ἀγάπη, ἀφοῦ νοιώθαμε παιδιὰ τοῦ ἴδιου πνευματικοῦ πατέρα.

Ἀτέλειωτες συζητήσεις χωρὶς ἀδολεσχίες ἢ μωρολογίες, τὶς ὁποῖες ἐπιμελῶς ὁ Γέροντας ἀπέφευγε, θεωρώντας ὅτι ἡ ἀδολεσχία συχνὰ συνδέεται μὲ  εὐτραπέλεια καὶ ἀστειότητα, ποὺ ἐπιφέρει διάχυση καὶ διασκόρπιση τῆς ψυχῆς καὶ ἀποτελεῖ πάθος, ποὺ πηγάζει ἀπὸ τὴν κρυφὴ ἢ φανερὴ ὑπερηφάνειά μας.

Ἀδολεσχία μόνον  φιλόθεη ἐπιθυμοῦσε ὁ Γέροντας, ἀφοῦ ἡ ζωή του ἦταν καθαρὰ χριστοκεντρικὴ καὶ ἐπιθυμοῦσε ὅλων μας ἡ ζωὴ νὰ στρέφεται γύρω ἀπὸ Αὐτὸν καὶ νὰ ἔχει θεμέλιο τὸν ἴδιο τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ λέγοντας ὅτι ἐκτὸς ἀπὸ Αὐτὸν «θεμέλιον ἄλλον οὐδεὶς δύναται θεῖναι» (Α΄ Κορ. γ΄ 11) στὸ κτίσιμο τοῦ πνευματικοῦ μας σπιτιοῦ.

Μιμούμενος τὸν Ἀπόστολο Βαρνάβα, τὸν ἔφορο τοῦ Μοναστηριοῦ του, ποὺ ἐπώλησε τὰ κτήματά του γιὰ τὶς ἀποστολικὲς ἀνάγκες, ὁ Γέροντας Γαβριὴλ ἐδαπάνησε ὅλο τὸν πλοῦτο τῆς καρδιᾶς του, ἀφοῦ πλοῦτο ὑλικὸ δὲν εἶχε, στὴν ἐσωτερικὴ καὶ ἐξωτερικὴ ἱεραποστολή.

Τὸ κελλάκι του ὑπῆρξε τὸ κέντρο τῆς ἱεραποστολικῆς του δράσεως. Δὲν μπορῶ νὰ ἡσυχάζω, μᾶς ἔλεγε, ὅταν ξέρω ὅτι κάπου στὴ γῆς μας, κοντὰ ἢ μακριά μας, ὑπάρχουν ἄνθρωποι ποὺ ὑποφέρουν, ποὺ λιμοκτονοῦν, ποὺ στεροῦνται καὶ αὐτοῦ τοῦ ἀγαθοῦ τοῦ πόσιμου νεροῦ.

Ἡ ἀγάπη τοῦ Γέροντα σὲ ὅλους μας ἔμοιαζε μὲ ἕνα ποτάμι, ἀπὸ τὸ ὁποῖο ὅλοι ἀντλούσαμε καὶ πίναμε καὶ ξεδιψούσαμε καὶ ἡ ροὴ τοῦ ποταμοῦ ὄχι μόνο δὲν στέρευε, ἀλλὰ οὔτε κἂν μειωνόταν.

Καὶ ὅλοι νοιώθαμε τὴν ἴδια ἔκφραση ἀγάπης τοῦ Γέροντος, χωρὶς διακρίσεις. Ἂν ἔδειχνε λίγη ἀγάπη ὁ Γέροντας στὸν καθένα μας, τότε θὰ ὑπῆρχε περιθώριο συγκρίσεως ἀγάπης. Ἐπειδὴ ὅμως ἡ ἀγάπη τοῦ Γέροντος ἦταν σὲ ὑπεραφθονία, ὅλοι αἰσθανόμαστε κορεσμὸ ἀγάπης χωρὶς μέτρο συγκρίσεως.

Νοιώθαμε τὸ Γέροντα προσωπικὰ δικό μας, ὅπως δικό μας νοιώθουμε καὶ τὸν Χριστό μας, τὸν Θεὸ τῆς κενωτικῆς καὶ ἀστείρευτης πρὸς τὸν καθένα μας ἀγάπης.

Μὲ τὴν κοίμηση τοῦ Γέροντος τὸ κελλάκι του ἔκλεισε. Τὸ τυπικὸ τοῦ Μοναστηριοῦ ἐπέβαλε τὸ σφράγισμά του μέχρι τὸ τεσσαρακονθήμερο μνημόσυνό του. Γιὰ τὰ πνευματικά του παιδιά, ἀλλὰ καὶ γιὰ κάθε πιστὸ ποὺ κατέφευγε στὸ Γέροντα, αὐτὸ τὸ κλείσιμο βάρυνε τὸ πένθος τους. Ὅλοι ἔχουν τὴ χριστιανικὴ  πεποίθηση ὅτι ὁ Γέροντας μεταβέβηκεν «ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τὴν ζωήν» (Ἰωάν. ε΄ 24).

Ὅμως δὲν παύουν νὰ νοιώθουν ὅτι εἶναι «οἱ ζῶντες, οἱ περιλειπόμενοι» (Α΄ Θεσ. δ΄ 15) καὶ ἡ σωματικὴ ἔλλειψη τοῦ Γέροντος τοὺς ἐπηρεάζει. Πνευματικὰ ὁ Γέροντας εἶναι συνεχῶς κοντά τους. Τὴ σωματική, ὅμως, ἔλλειψη πῶς μποροῦν νὰ τὴν ἀναπληρώσουν; Ἀσφαλῶς μόνο μὲ τὴν πίστη καὶ τὴν ἐφευρετικότητα τῆς ἀγάπης ποὺ τοὺς ὠθεῖ σὲ καθημερινὴ ἐπίσκεψη στὴν κλειστὴ πόρτα τοῦ κελλιοῦ του καὶ στὴν ἀπόθεση σ’ αὐτὴν λίγων λουλουδιῶν, αὐτῶν ποὺ τόσο ἀγαποῦσε ὁ Γέροντας, τὸ ἄνθος τῆς ἀρετῆς καὶ τῆς «ἐν Χριστῶ καινῆς ζωῆς».

Ἐντυπωσιάζει πῶς ὅλοι στέκονται μπροστὰ στὴ κλειστὴ πόρτα, προσεύχονται, κάνουν κομβοσχοίνια, ψάλλουν  κατανυκτικὰ  «Ζωοδότα Κύριε, τὴν ψυχὴν ἀνάπαυσον, Γαβριὴλ τοῦ Γέροντος» καὶ ἀποθέτουν σὲ αὐτὴν λίγα λουλούδια ἐπικαλούμενοι τὶς εὐχές του.

Τὸ κελλάκι ἔκλεισε! Δὲν ἔκλεισαν, ὅμως, οἱ οὐρανοί, οἱ ὁποῖοι μὲ τὴν παρρησία τοῦ Γέροντος μᾶς στέλνουν πλούσια τὴν εἰρήνη τῆς ψυχῆς καὶ τὴ δύναμη νὰ πορευθοῦμε στὸ δρόμο τῆς ζωῆς σωστά, σύμφωνα μὲ τὶς παρακαταθῆκες ποὺ αὐτὸς μᾶς ἄφησε καὶ κάτω ἀπὸ τὴ σκέπη τῶν θεοπειθῶν εὐχῶν του πρὸς τὸν Κύριο τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς, τὸ φιλάνθρωπο Ἰησοῦ μας.

Γόρτυνος: ''Συνεχίστε τον διάλογο και μη τον εγκαταλείπετε''

gortinos-katholikos

Νέα επιστολή προς τον Καθολικό Αρχιεπίσκοπο Νικόλαο, απέστειλε ο Σεβ. Μητροπολίτης Γόρτυνος κ. Ιερεμίας.

Ἐντιμότατε κ. Νικόλαε,

Καθολικέ Ἀρχιεπίσκοπε Νάξου, Τήνου, Ἄνδρου καί Μυκόνου,
Χαίρετε καί ὑγιαίνετε!

1. Κατά τίς τελευταῖες Σας δύο σύντομες ἐπιστολές δέν ἐπιθυμεῖτε τόν διάλογο μαζί μου. Ὑποχρεοῦμαι ὅμως νά ἐξηγηθῶ πρός Σᾶς, διότι στήν τελευταία Σας ἐπιστολή ὁμιλεῖτε μέ περιφρόνηση γιά κάποιους ἀναγνῶστες μας, οἱ ὁποῖοι ἐξεφράσθησαν ἐναντίον Σας.

Περί τούτου, Ἐντιμότατε, Σᾶς λέγω ὅτι ἐγώ εὐθύνομαι γιά ὅσα προσωπικῶς λέγω ἤ γράφω καί δέν ἔχω τήν εὐθύνη γιά τούς λόγους τῶν ἄλλων.

Στό κήρυγμά μου καί στίς κατ᾽ ἰδίαν συμβουλές λέγω ὅτι πρέπει νά εἴμαστε εὐπρεπεῖς στούς λόγους μας καί νά ἀντιμετωπίζουμε μέ ὑπομονή καί μέ εὐγένεια τήν διαφωνία, ἀκόμη δέ καί τήν πολεμική τοῦ ἄλλου. Ἔτσι μᾶς θέλει ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Θεός μας.

2. Ἀλλά ἔχω νά Σᾶς πῶ, Ἐντιμότατε, ὅτι γενικά ὁ ὀρθόδοξος Ἑλληνικός λαός ἔχει στήν φλέβα του τό ὁρμητικό καί τό μαχητικό. Μάλιστα δέ σέ θέματα πού συνδέονται μέ τήν πίστη του δέν βάζει φραγμό μήτε στούς λόγους του μήτε στίς πράξεις του.

Ἄν διαβάσουμε τήν Ἐκκλησιαστική Ἱστορία θά χαροῦμε, ἀλλά συγχρόνως καί θά τρομάξουμε ἀπό πολλά τοιαῦτα φαινόμενα.

Γιά τό θέμα αὐτό ἔχει νά μᾶς πεῖ πολλά μία παλαιά σχετική μελέτη τοῦ μακαριστοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν Ἱερωνύμου Α´, ἡ ὁποία παρουσιάζει ἐρευνητικά τό ἐνθουσιαστικό στοιχεῖο τῶν πρώτων χριστιανῶν.

Ἀλλά καί σ᾽αὐτήν τήν Ἁγία Γραφή θά βροῦμε τοιαῦτα φαινόμενα. Γιά παράδειγμα: Ὅλοι ἐσεῖς οἱ Παπικοί τιμᾶτε ἰδιαίτερα τόν ἀπόστολο Πέτρο.

Τί σᾶς λέγει ἡ ὁρμητική του ἐνέργεια νά σύρει τήν μάχαιρά του καί νά κόψει τό αὐτί τοῦ Μάλχου (Ματθ. 26,51); Δέν ἔπρεπε βεβαίως νά ἐνεργήσει ἔτσι ὁ ζηλωτής μαθητής, ἀλλά Σᾶς ἐρωτῶ: Ἀπό τήν τολμηρή αὐτή ἐνέργεια τοῦ Πέτρου νά κόψει τό αὐτί ἑνός ἐκ τῶν ὑπηρετῶν τοῦ ἀρχιερέως, θά ἔπρεπε ὁ ἀρχιερεύς νά στραφεῖ περιφρονητικῶς στόν Ἰησοῦ Χριστοῦ καί νά τοῦ πεῖ νά «χαίρεται τούς μαθητές Του», ὅπως ἐκάματε Σεῖς εἰς ἐμέ;

3. Θά παρακαλοῦσα ὅμως, Κύριε Νικόλαε, νά ἐμβαθύνετε στό βάθος τῶν ἐναντίον Σας ἀντιδράσεων ἐκ μέρους τῶν ἀναγνωστῶν μας.

Καί τό βάθος καί ἡ αἰτία εἶναι – ὅπως καθαρά Σᾶς τό γράφουν – ὅτι δέν εἶδαν ἐκ μέρους Σας ἰσχυρά ἐπιχειρήματα στόν μεταξύ μας θεολογικό διάλογο.

Ἐσεῖς τί νομίζετε,Ἐντιμότατε; Ἐάν μοῦ ἐγράφατε μία ἐπιστολή μέ θεολογικές βάσεις, μέ βιβλικές καί πατερικές μαρτυρίες, θά ἐκφράζονταν οἱ ἀναγνῶστες μας ὅπως ἐκφράστηκαν ἐναντίον Σας; Ἐγώ νομίζω ὄχι!

Γιατί λοιπόν δέν βλέπετε μέ ταπείνωση αὐτό πού καθαρά Σᾶς γράφουν οἱ ἀναγνῶστες μας, ὅτι δηλαδή ὁ λόγος Σας ἦταν πτωχός θεολογικά καί ἔλεγε μόνο γιά «ἀγαπητισμούς», ἀλλά τούς διαγράψατε περιφρονητικά μέ τόν πρός ἐμέ λόγο σας, «νά τούς χαίρεσθε»;

Ναί, Ἐντιμότατε! Στά δικά μου ἐπιχειρήματα, πού Σᾶς ἔγραφα μέ θεολογική βάση περί τοῦ «ἀδελφός», περί τοῦ «Καθολικός» καί περί τοῦ ὅρου «Ἐκκλησία» ἤ καί περί τοῦ Filioque, δέν ἦταν σοβαρή ἀπάντηση ἐκ μέρους Σας τό πτωχό ἐπιχείρημα, τό πῶς Σᾶς προσφωνοῦν ἄλλοι Ἀρχιερεῖς.

Τῷ ὄντι, πολύ πτωχό καί πολύ ἀδύναμο τό ἐπιχείρημά Σας! Καί οἱ ἀναγνῶστες μας καί ἐγώ περιμέναμε ἀπό Σᾶς τόν «Ἀρχιεπίσκοπο» μιά δυναμική ἀπάντηση, πού νά «σπάει κόκκαλα», πού λέμε, μέ τό δυνατό σφυρί τῆς θεολογίας.

Σεῖς, λοιπόν, μέ τίς πτωχές θεολογικά ἐπιστολές Σας πρός ἐμέ ἐκάματε τούς ἀναγνῶστες μας νά ἐκφραστοῦν, ὅπως ἐκφράστηκαν.

Ἐάν τά κείμενά Σας ἦταν ἰσχυρά στήν θεολογία, θά ἐθαύμαζαν ὅλοι τόν συγγραφέα τους γιά τήν δύναμη τοῦ λόγου του καί τήν σιδηρά λογική του, ἔστω καί ἄν αὐτός δέν ἦταν ὁμοφρονῶν πρός αὐτούς.

4. Ἐπειδή ὅμως, Ἐντιμότατε Κύριε Νικόλαε, μοῦ γράφετε γι᾽ αὐτούς πού Σᾶς ἐκφράστηκαν ὑποτιμητικά καί τούς κακοχαρακτηρίσατε γι᾽ αὐτό, Σᾶς παραθέτω καί ἐγώ ἕνα παλαιότερο «εὐπρεπές» (!...) κείμενο κάποιου ἰδικοῦ Σας, τοῦ Ἰησουΐτη Δυφούρ, πεφιλημένου τότε προσώπου τοῦ Βατικανοῦ.

Τό κείμενο αὐτό, τό ὁποῖο ἀποτελεῖ μνημεῖο ἀναιδείας καί θρασύτητος, ὑβρίζει μέ πολλή ἰταμότητα τήν πίστη τῶν Ὀρθοδόξων, παριστώντας τήν μουσουλμανική θρησκεία κατά πολύ ἀνώτερη ἀπό αὐτήν.

Ἀκόμη δέ ὑβρίζει ἡμᾶς τούς Ἕλληνες καί μᾶς ἀποκαλεῖ «αἰσχρούς ληστάς» καί «σαρκοβόρα» καί «ἀηδεῖς σκώληκες», τήν δέ φιλοσοφία τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων ἀποκαλεῖ «καταγώγιον αἰσχροτήτων» καί αὐτόν τόν μέγα Ἀριστοτέλη τόν χαρακτηρίζει ὡς μικρόν, ὡς εἰπόντα μόνον «μίαν ὀρθήν γνώμην», ἀλλά περιφρονημένον τώρα στήν Εὐρώπη.

Καί τέλος λέγει ὅτι στούς Τούρκους ἁρμόζει «τό σύμβολον τῆς ὑπεροχῆς», γιατί ὁ Ὀθωμανός εἶναι «ὑπερήφανος καί εὐγενής», ἐνῶ σέ μᾶς τούς Ἕλληνες ἁρμόζει «τό στίγμα τῆς αἰωνίας δουλείας».

Τό κείμενο αὐτό, τό ὁποῖο, ὡς λέγει ὁ Ἐπίσκοπος Ροδοστόλου Χρυσόστομος (βλ. βιβλίον του Ἰδού ὁ Παπισμός, σελ. 22.23), εἶναι «ἄκρως ἀποκαλυπτικόν τῶν ἔναντι τῆς Ὀρθοδοξίας καί τῶν Ἑλληνορθοδόξων αἰσθημάτων τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν», δύνασθε νά τό εὕρητε εἰς τό ἔργον τοῦ ἱστορικοῦ Π. Κορολίδου, Σύγχρονος Ἱστορία τῶν Ἑλλήνων καί τῶν λοιπῶν λαῶν τῆς Ἀνατολῆς ἀπό τοῦ 1821 μέχρι τοῦ 1921, Ἀθῆναι 1922-1929, τόμος 4ος, σελ. 473.

Σᾶς τό παραθέτω, Ἐντιμότατε, τό κείμενο καί ἀπολαῦστε το! Εἶναι γραμμένο ἀπό παπικόν. Ἀπολαῦστε το γιά τήν «εὐγένεια» καί τήν «εὐπρέπεια» τῶν ἐκφράσεών του, ὅπως Σεῖς ζητᾶτε νά Σᾶς ἐκφράζονται οἱ ἀναγνῶστες μας.

Ἄς σημειωθεῖ δέ ὅτι τό κείμενο κυκλοφόρησε εὐρέως στήν Εὐρώπη καί στήν Τουρκία, τότε πού ἐμεῖς ἤμασταν ἀκόμη ταλαιπωρημένοι ἀπό τήν ταλαιπωρία τῆς δουλείας καί τῶν ἀγώνων μας.

Λέγει λοιπόν τό φυλλάδιο: «Ἡ μουσουλμανική θρησκεία εἶναι πολλῷ ἀνωτέρα τῆς θρησκείας τῶν ὀρθοδόξων, καθ᾽ ὅσον, ἡ τῶν μουσουλμάνων θρησκεία πλησιάζει πολλῷ περισσότερον πρός τήν ἀληθῆ θρησκείαν, τήν καθολικήν, παρά ἡ ἀσεβής Ὀρθοδοξία, τό σύμβολον τοῦτο τοῦ δεσποτισμοῦ.

Μετ᾽ οὐ πολύ ὁ βάρβαρος Κοζᾶκος θέλει ἀποκρουσθῆ διά παντός εἰς τούς πάγους αὐτοῦ, τότε δέ θά στρέψωμεν ἐναντίον τῶν αὐθαδῶν Ἑλλήνων οὐχί πλέον τά ὅπλα, ἀλλά τήν μάστιγα ἡμῶν.

Ἐδιδάχθημεν ἀρκούντως πόσον ἡ ἐλευθέρωσις τῶν αἰσχρῶν τούτων ληστῶν ἦν ἔργον ἀσύμφορον. Ὤ, ἐάν οἱ Τοῦρκοι μή εἶχον τήν φιλάνθρωπον μέν, ἀλλά πολιτικῶς πλημμελῆ ἀρχήν τῆς ἀνεξιθρησκείας!

Σήμερον ἤθελε ὑπάρχει ὁμογένεια μείζων ἐν τῷ Ὀθωμανικῷ κράτει, καί ἤθελεν ἐκλείψει ἡ ἐνοχλητική αὕτη φυλή τῶν Ἑλλήνων, ὧν ἡ ὕπαρξις εἶναι ὁμοία πρός τήν τῶν σαρκοβόρων καί ἀηδῶν σκωλήκων.

Τί σημαίνει Ἑλλάς; Οἱ μωρολογιώτατοι μόνον θαμβοῦνται εἰς τό ὄνομα τοῦτο. Τί ἦσαν οἱ Ἕλληνες τό πάλαι; Λησταί.

Τί εἶναι ἡ ἀσεβής φιλολογία τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων; Καταγώγιον αἰσχροτήτων. Ἀφῶμεν πλέον τάς ἀνάνδρους συμπαθείας καί ἐμβλέψωμεν εἰς τά ἀληθῆ συμφέροντα τοῦ πολιτισμοῦ.

Ὁ εὐρωπαϊκός πολιτισμός ὀφείλει τήν ἀναγέννησιν τῶν γραμμάτων εἰς τούς Ἄραβας, κλάδον ἔνδοξον τοῦ ἀθανάτου γένους τῶν Ὀσμανλί.

Μίαν ὀρθήν γνώμην ἀπεφήνατο ὁ Ἀριστοτέλης, οὗτινος τά βιβλία δέν ἀναγινώσκονται πλέον ἐν Εὐρώπῃ· τήν περί φύσει ἐλευθέρων καί δούλων.

Καί ἡ γνώμη αὕτη εἶναι ὀρθή οὐχί μέν ἀπολύτως, ἀλλά πάντως ἐν τῇ Ἀνατολῇ. Τίς ἀμφιβάλλει ὅτι ὁ ὑπερήφανος καί εὐγενής Ὀθωμανός φέρει ἐπί τοῦ προσώπου αὐτοῦ ἐγκεχαραγμένον τό σύμβολον τῆς ὑπεροχῆς, ὁ δέ Ἕλλην ραγιᾶς τό στίγμα τῆς αἰωνίας δουλείας;».

5. «Αἶσχος», λέγουμε ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι Ἕλληνες γιά τόν παπικό συγγραφέα τοῦ κειμένου αὐτοῦ καί καταπτύομε τό γραπτό του!...

Αὐτά καί τά τοιαῦτα, Κύριε Νικόλαε, Ἀρχιεπίσκοπε τῶν Καθολικῶν, Νάξου, Τήνου, Ἄνδρου καί Μυκόνου. Ἀφοῦ πιστεύετε τήν ἀλήθεια τῶν δογμάτων Σας, Σᾶς παρακαλῶ δεχθεῖτε νά συνεχίσετε τόν διάλογο μαζί μου στίς μεταξύ μας δογματικές διαφορές καί μή τόν ἐγκαταλίπετε.

Ἔχουμε πολλά νά ποῦμε. Ἄν ἀρνεῖστε τόν διάλογο καί τόν διακόπτετε, ὑποθέτω ὅτι θά κατηγορηθεῖτε ἀκόμη καί ἀπό τούς ἰδικούς Σας ὡς ἀδύναμος στήν ὑπεράσπιση τῶν δογμάτων Σας.

Ἐάν πιστεύετε ὡς σωστά τά δόγματα τοῦ Παπισμοῦ καί λανθασμένα τά ἰδικά μας, τῶν Ὀρθοδόξων, ἐλᾶτε ἐπί τέλους νά μᾶς τό ἀποδείξετε στόν μεταξύ μας διάλογο.

Σᾶς ὑπενθυμίζω καί τό ἑλληνικό λόγιο πού λέγει, «Ἰδού ἡ Ρόδος ἰδού καί τό πήδημα»!

Καλά Χριστούγεννα καί Εὐλογημένον
ἀπό τόν Θεόν τό νέον ἔτος 2014!

Μέ τιμή καί ἀγάπη Χριστοῦ
† Ὁ Μητροπολίτης Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως Ἰερεμίας

top
Has no content to show!