Άρθρα - Απόψεις

Δέκα χρόνια από την κοίμηση του Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Παντελεήμονος Β΄

pat1

Του Αγγέλου N. Πάκλαρα - Θεολόγου | Romfea.gr

Υπάρχουν κάποιοι ιεράρχες εις την σύγχρονον εκκλησιαστικήν ιστορίαν, οι οποίοι εάν και απέρχονται από αυτόν τον κόσμον, η καθ’ όλη βιοτή τους, το έργον τους, αλλά και η φήμη την οποίαν αφήνουν ύστερον, μένουν ανέπαφα και αναλλοίωτα από τον πανδαμάτορα χρόνον, ο οποίος τα πάντα αναλώνει.

Ένας από αυτούς τους ιεράρχες ήταν αναμφισβητήτως και ο Μακαριστός Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης κυρός Παντελεήμων ο Β΄,  Χρυσοφάκης. Εμείς βεβαίως είμεθα πολύ μικροί και ασήμαντοι διά να τολμήσωμεν να σκιαγραφήσωμεν έναν αρχιερέαν τοιούτου βεληνεκούς με τοσαύτην ενθικοθρησκευτικήν προσφοράν και θυσίαν.

Ας θεωρηθεί απλώς η όλη προσπάθεια ως ένα μικρόν μνημόσυνον εις την μακαρίαν μνήμην του, επί τη συμπληρώσει δεκαετίας από της κοιμήσεως του, 2003-2013 και ως εναπόθεσις ενός μικρού άνθους εις τον τάφον του μεγάλου αυτού Ιεράρχου.

Εγεννήθην εν Αθήναις το έτος 1925 και ήτο το έκτον τέκνον του Μιχαήλ Χρυσοφάκη και της Ασημίνας Αδάμη. Μετά τας εγκυκλίους σπουδάς του, εισήλθεν το έτος 1942 εις ηλικίαν 17 ετών εις την Θεολογικήν Σχολήν Αθηνών, από την οποίαν απεφοίτησεν αριστούχος.

Το έτος 1947 μετά την εκπλήρωσιν των στρατιωτικών υποχρεώσεών του, υπηρέτησεν επί τριετίαν ως έφεδρος ανθυπολοχαγός του πεζικού, αρχικώς εις την Γενικήν διεύθυνσιν της Θρησκευτικής υπηρεσίας του Γενικού Επιτελείου Στρατού και κατόπιν εις την ΒΙΟ της 42η Ταξιαρχίας και εις το τέλος της θητείας του εις την ΒΙΟ του Α΄ Σώματος Στρατού.

Ετιμήθη δύο φοράς με το μετάλλιον εξαιρέτων πράξεων, κατόπιν προτάσεως του τότε Γενικού Διευθυντού της Θρησκευτικής Υπηρεσίας του Γενικού Επιτελείου Στρατού, αρχιμανδρίτου Κυπριανού Πουλάκου, του μετέπειτα Ιερισσού και είτα Μονεβασίας και Σπάρτης.

Εις τας αρχάς του έτους 1950 εκάρη μοναχός εις την Ι. Μονήν Τιμίου Σταυρού υπό του Γέροντός του, Μητροπολίτου Εδέσσης και Πέλλης Παντελεήμονος Παπαγεωργίου και έλαβεν το όνομα Παντελεήμων προς τιμήν του.

Εχειροτονήθη διάκονος εις τας 23 Ιουλίου του 1950 υπό του Εδέσσης Παντελεήμονος πάλιν, ενώ το έτος 1951 προσβύτερος και αρχιμανδρίτης με εντολήν του Αρχιεπισκόπου Αθηνών Σπυρίδωνος Βλάχου, εις τον Ι. Ναόν Αγίου Παύλου, οδού Ψαρρών, υπό του τότε βοηθού Επισκόπου Ευρίπου, του μετέπειτα Μητροπολίτου Ζακύνθου Αλεξίου Ιγγλέση. Ο τότε Εδέσσης Παντελεήμων τον διορίζει ως τακτικόν ιεροκήρυκαν της Ι. Μητροπόλεως Εδέσσης, με έδραν τα Γιαννιτσά.

Μετά την μετάθεσιν του Εδέσσης Παντελεήμονος Παπαγεωργίου εις την Ι. Μητρόπολιν Θεσσαλονίκης, τον ακολουθεί εν Θεσσαλονίκη, όπου διορίζεται και πάλιν τακτικός ιεροκήρυξ της επαρχίας Λαγκαδά το 1951-1953, ενώ λειτουργεί παραλλήλως εις το ναύδριον του Σανατορίου Θεσ/νίκης.

Με υποτροφίαν της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Γαλλικής Ακαδημίας ακολούθησεν επί διετίαν, ευρυτέρας σπουδάς εις το Ψυχολογικόν Ινστιτούτον του Παρισίου, εις την Σχολήν Ανωτάτων Σπουδών, όπου εσπούδασεν Χριστιανικήν και Βυζαντινήν Αρχαιολογίαν και Γαλλικόν πολιτισμόν.

Μετά την ολοκλήρωσιν των μεταπτυχιακών του σπουδών, επανήλθεν εν Αθήναις το 1955, όπου διορίζεται εφημέριος του Πανεπιστημιακού Ναού των Εισοδίων της Θεοτόκου Καπνικαρέας, καθώς και ιερατικώς προϊστάμενος του Ιερού Ναού Αγίου Βασιλείου, οδού Μετσόβου Αθηνών.

Τον Νοέμβριον του 1957 κατόπιν προτάσεως του Αρχιεπισκόπου Αθηνών Θεοκλήτου του Β΄, εδιορίσθη υποδιευθυντής και πνευματικός του Θεολογικού Οικοτροφείου, της Αποστολικής Διακονίας, ενώ παραλλήλως υπηρέτησεν επί διετίαν ως γραμματεύς του γραφείου τύπου της Ι. Αρχιεπισκοπής Αθηνών.

Εδίδαξεν εις το ανώτερον φροντιστήριον Ριζαρείου και το πνευματικόν φροντιστήριον της Ι. Μονής Πεντέλης τα μαθήματα Λειτουργικής, Τελετουργικής, Εξομολογητικής, Ποιμαντικής και Ερμηνείας Ιερών Κανόνων, ενώ το 1960 διορίζεται γραμματεύς των Συνοδικών Δικαστηρίων.

Τον Νοέμβριον του έτους 1965 η Ι. Σύνοδος της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος τον εξέλεξεν Μητροπολίτην Σάμου και Ικαρίας εις διαδοχήν του Σάμου Ειρηναίου, τελεσθείσης της χειροτονίας του εις τον Ι. Ν. Αγ. Βασιλείου Αθηνών, προεξάρχοντος του τοποτηρητού της Ι. Μητροπόλεως Σάμου, Μητροπολίτου Παροναξίας Επιφανίου Καλαφάτη και συλλειτουργούντων των αρχιερέων Φωκίδος Χρυσοστόμου Βενετόπουλου και Λήμνου Παντελεήμονος Μερτύρη.

Κατά την αρχιερατικήν διακονίαν του εν Σάμω ανεκαίνισεν και ίδρυσεν νέους Ι. Ναούς, Ι. Μονάς, Φιλανθρωπικά ιδρύματα και Γηροκομείον, ενώ ετιμήθη με πλείστα παράσημα και τιμητικάς διακρίσεις.

Εις την 13ην Ιουλίου του έτους 1974 με ομόφωνον απόφασιν της νομίμου και κανονικής Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος "όχι μόνον ψήφοις κανονικαίς, αλλά και διά βοής των Αγίων Αρχιερέων", όπως ανέφερεν ο τοποτηρητής της Ι. Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης, Νεαπόλεως Διονύσιος, εξελέγην διά καταστάσεως Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης. Η ενθρόνισίς του έγινεν  εις τας 3 Αυγούστου του 1974 εις τον Ι. Καθεδρικόν Ναόν της του Θεού Σοφίας.

Το έτος 1978 ο ακαδημαϊκός Ορλάντο παρουσιάζει την επιστημονικώς τεκμηριωμένην εισήγησιν της αειμνήστου αρχαιολόγου Μαρίας Θεοχάρη περί της ευρέσεως και της γνησιότητος των Ι. Λειψάνων του Αγίου Δημητρίου, του Μυροβλύτου.

Μετά την άλωσιν της Κωνσταντινουπόλεως από τους σταυροφόρους το 1204, ο Βονιφάτιος Μονφερατικός εισήλθεν εις την Θεσσαλονίκην, εσύλησεν τους Ι. Ναούς Αγ. Δημητρίου και της του Θεού Σοφίας και μετέφερεν τα Ι. Λείψανα του Αγίου Δημητρίου του Μεγαλομάρτυρος εις την Ιταλίαν.

Η αείμνηστος Μαρία Θεοχάρη μετά από επτά αιώνας ανεκάλυψεν τα Ι. Λείψανα του Αγίου Δημητρίου, του Θεσσαλονικέως, εις το Σαν Λορέντζο ιν Κάμπο της Ιταλίας, βάσει της αποκαλύψεως μίας μικράς ψηφιδωτής εικόνος του 12ου αιώνος, του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου, του Μυροβλύτου.

Η ψηφιδωτή αυτή εικών, η οποία ευρίσκεται τώρα εις το μουσείον του Σασσοφεράτο της Ιταλίας, επαρουσίαζεν τον Άγιον Δημήτριον τον Μεγαλομάρτυρα ως στρατιωτικόν Άγιον, περιείχεν μικράν στάμνον (μικρόν φιαλίδιον) με μύρον του Αγίου Δημητρίου επάνω αυτής και εις τα δεξιάν της είχεν εγχαράκτους επιγραφάς διά τον Άγιον Δημήτριον και το Μύρον του, ήτο δε τοποθετημένη επάνω εις τα Ι. Λείψανα του Αγίου Δημητρίου του Μεγαλομάρτυρος, του Θεσσαλονικέως.

Το θέρος του έτους 1978, αμέσως μετά τον φοβερόν σεισμόν της συμπρωτευούσης, με την ευλογίαν του Θεσσαλονίκης Παντελεήμονος του Β΄, ο δραστήριος Μέγας Αρχιμανδρίτης και Πρωτοσύγκελλος του, π. Παντελεήμων Καλπακίδης, νυν Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας, μεταβαίνει εν Μιλάνω και από εκεί εις το Σαν Λορέντζο ιν Κάμπο της Ιταλίας, διά να πείσει τον Ρωμαιοκαθολικόν επίσκοπον Κωνστάντιο Φάνο του αββαείου του Αγίου Λαυρεντίου, (San Lorenzo) να παραδώσουν τα Ιερά Λείψανα του Αγίου Δημητρίου.

Ο τότε Πρωτοσύγκελλος π. Παντελεήμων με την γλυκύτητα των λόγων του, την έμφυτον διάκρισιν, αλλά και την ασύγκριτον ευγένειαν της ψυχής του κατορθώνει το ακατόρθωτον, δηλαδή να τους πείσει να δώσουν κατά πρώτον ένα μικρόν τεμάχιον από τα Ι. Λείψανα του Αγίου, το οποίον και προσκομίζει ο π. Παντελεήμων μετά πολλών κόπων και αγώνων εις τον Μητροπολίτην Θεσσαλονίκης Παντελεήμονα.

Τον Σεπτέμβριον του ιδίου έτους ο π. Παντελεήμων Καλπακίδης μεταβαίνει πάλιν ο ίδιος προσωπικώς διά μία εισέτι φοράν, διαμένων επί έναν μήναν και πείθει εκ νέου τον Ρωμαιοκαθολικόν επίσκοπον και τον Ιταλόν προϊστάμενον του Αββαείου να δωρήσει την τιμίαν Κάραν του Αγίου Δημητρίου.

Μετά την απόφασιν αυτήν έρχεται εις το Σαν Λορέντζο ο Παναγιώτατος Θεσσαλονίκης Παντελεήμων διά να ευχαριστήσει και να παραλάβει την τιμίαν Κάραν του Αγίου και επιστρέφουν μαζί με τον Άγιον Πρωτοσύγκελλόν του, π. Παντελεήμονα εν Θεσσαλονίκη.

Τοιουτοτρόπως μετά από τόσους αιώνας, επανέρχεται πανηγυρικώς η χαριτόβρυτος τιμία Κάρα του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου, του Πολιούχου εις τας 23-10-1978, λιτανευομένη εν αφάτω συγκινήσει εις τας οδούς της γενέτειρας πόλεως του Αγίου.

Τον δε Απρίλιον του έτους 1980 ο π. Παντελεήμων με τον Μακαριστόν Ιεράρχην μεταβαίνουν εκ νέου εις το Σαν Λορέντζο από όπου μεταφέρουν και τα υπόλοιπα Ι. Λείψανα του Αγίου, τελείται δε Μέγας Αρχιερατικός Εσπερινός, επί τη μετακομιδή των Ι. Λειψάνων, το Σάββατον της Διακαινησίμου του ιδίου έτους, ενώ την Κυριακήν του Θωμά, πανηγυρική αρχιερατική Θ. Λειτουργία.

Επί των ημερών επίσης του Μακαριστού Θεσσαλονίκης Παντελεήμονος μετεφέρθη εκ Βιέννης τμήμα του Αποστόλου των Εθνών Παύλου, το οποίον είχεν εις την κατοχήν του ο μακαριστός Μητροπολίτης Αυστρίας Χρυσόστομος Τσίτερ, κατά σάρκαν ανεψιός του Αγίου Χρυσοστόμου Σμύρνης εις τας 4 Μαΐου 1991, του Αγίου Νεομάρτυρος Γεωργίου του εξ Ιωαννίνων, το έτος 1978, του Οσίου Δαυίδ του Αμυγδαλίτου εκ Μιλάνου προερχομένου, του Αγίου Μεθοδίου, προσκομισθέν υπό του Βοηθού Επισκόπου Αυστρίας, Χριστουπόλεως Μιχαήλ τον Μάιο του 1988, αλλά και του αυταδέλφου  του, Αγίου Κυρίλλου μεταφερόμενον υπό του εκπροσώπου του Οικουμενικού Πατριαρχείου Γέροντος Χαλκηδόνος, Μελίτωνος Χατζή.

Ακόμη ανεκαλύφθησαν επί  αρχιερατείας του, τα Ι. Λείψανα του Αγίου Βασιλείου του Ομολογητού, αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης, της Αγίας Θεοδώρας της Μυροβλύτιδος και της Αγίας μάρτυρος Ανυσίας της εν Θεσσαλονίκη, τα Ιερά Λείψανα της οποίας ανευρέθησαν το θέρος του έτους 1980 κατά την διάνοιξιν της νέας λεωφόρου Γ΄ Σεπτεμβρίου, εντός Παλαιοχριστιανικού Ναού, επαναπαυόμενα νυν εις τον Ι. Ναόν του Αγίου Μαγαλομάρτυρος Δημητρίου.

Ωσαύτως, κατά την εύρεσιν των Ι. Λειψάνων του Αγίου Ευθυμίου του Νέου εις την Περιστεράν, αυτά παρεδόθησαν υπό των αρχαιολόγων εις τον Μακαριστόν Παντελεήμονα, λόγω της υπάρξεως βυζαντινού παρεκκλησίου του Αγίου Ευθυμίου του Νέου, εντός του Ι. Ναού του Αγ. Δημητρίου.

Όταν δε ενεθρονίσθη ο νέος Μητροπολίτης Ιερισσού Νικόδημος και εζήτησεν τα Ι. Λείψανα του Οσίου Ευθυμίου να επιστραφούν εις τον τόπον ευρέσεως των, ο Μακαριστός Θεσσαλονίκης, ευθύς αμέσως τα παρέδωσεν το έτος 1983, αφού ήτο τοπικός Άγιος της Μητροπόλεως Ιερισσού.

Επίσης εσυνόδευσεν και παρέστη εις την υποδοχήν των Ι. Λειψάνων του Αγίου Αχιλλείου, αρχιεπισκόπου Λαρίσης, εις τας 14 Μαΐου 1981, εις την πόλιν της Λαρίσης, τα οποία Ι. Λείψανα ευρέθησαν εις την βασιλικήν του Αγίου Αχιλλείου Πρεσπών υπό του καθηγητού Μουτσόπουλου.

Καθιέρωσεν να εορτάζεται η Σύναξις πάντων των εν Θεσσαλονίκη Αγίων κατά την Κυριακήν των Μυροφόρων, ενώ με πρωτοβουλίαν του ανεβίωσεν την τέλεσιν των Θείων Λειτουργιών του Αγίου Ιακώβου του Αδελφοθέου και Γρηγορίου του Θεολόγου.

Ενεργείαις του επανήλθεν η αρχαιοπρεπής τέλεσις των Ιερών Ακολουθιών της Μεγάλης Εβδομάδος του Αγίου Δημητρίου, κατά το αρχαιοτυπικόν των πρώτων χριστιανικών αιώνων, ήτοι τον συνεορτασμόν της Υπεραγίας Θεοτόκου μετά του Μεγαλομάρτυρος Αγίου Δημητρίου, του Μυροβλύτου.

Μετέφερεν δε επί τούτου, πλήθος θαυματουργών ιερών εικόνων, αρχικώς γενομένης της εφεστίου εικόνος του "Άξιον Εστίν" εκ του πρωτάτου των Καρυών του Αγίου Όρους, κατά τον Οκτώβριον του έτους 1985, χιλιάδων δε προσκυνητών προσερχομένων ημέρας και νυκτός.

Προνοία του η πόλις της Θεσσαλονίκης απέκτησεν πάμπολλους νέους Ι. Ναούς, όπως ο περικαλλής Ι. Ναός των Αγίων Κυρίλλου και Μεθοδίου, Μεταμορφώσεως και Γεννήσεως του Σωτήρος Δελφών, Αγίας Μαρίνης Άνω Τούμπας, Αγίου Παντελεήμονος Πανοράματος, Απ. Παύλου Άνω Πόλεως, Οσίας Ξένης Χαριλάου, Αγίου Νεκταρίου Χαρισείου Γηροκομείου, Κοιμήσεως της Θεοτόκου 40 Εκκλησιών, Μεγάλου Φωτίου Ποσειδωνίου, Αγίου Χριστοφόρου Άνω Τούμπας, Αγίου Σπυρίδωνος Τριανδρίας, Αγίας Κυριακής Χαριλάου, Τριών Ιεραρχών Βούλγαρη και Αγίου Βασιλείου Χαριλάου.

Ανεκαίνισεν τας Ιεράς Μονάς Κοιμήσεως Θεοτόκου Πανοράματος με την ίδρυσιν του Καθολικού της Παναγίας της Ελευθερωτρίας και της Αγίας Θεοδώρας εις το κέντρον της πόλεως.

Ενεργείαις του κατετάχθησαν εις το Αγιολόγιον της Ορθοδόξου Εκκλησίας πολλοί Άγιοι, μεταξύ των οποίων οι Άγιοι Συμεών και Ευστάθιος, αρχιεπίσκοποι Θεσσαλονίκης, ο Αγ. Νικόλαος Καβάσιλας ο Χαμαετός και τελευταίος κατά την αρχιερατείαν του, το έτος 2003 ο Άγιος Γρηγόριος Καλλίδης, Μητροπολίτης Ηρακλείας και Ραιδεστού, ο από Θεσσαλονίκης.

Εις τας 20 Οκτωβρίου του έτους 1979 ο Παναγιώτατος Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης κυρός Παντελεήμων ο Β΄ έκανεν την ανακομιδήν των Ι. Λειψάνων του Αγίου Γρηγορίου, από το κοιμητήριον Ευαγγελιστρίας, τα οποία ευρέθησαν να ευωδιάζουν και να επιτελούν πλήθος θαυμάτων.

Μετά από ενεργείας του Μακαριστού Θεσσαλονίκης κυρού Παντελεήμονος έγινεν με Πατραρχικήν και Συνοδικήν Πράξιν εις τας 22-5-2003 η επίσημος κατάταξις του Αγ. Γρηγορίου εις το Αγιολόγιον της κατά Ανατολάς Ορθοδόξου Εκκλησίας και ορίστηκεν ως ημέρα μνήμης του η 25η Ιουλίου, ημέρα της κοιμήσεως του.

Την Πατριαρχικήν και Συνοδικήν Πράξιν εκόμισεν ο ίδιος ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος ο Α΄, με πατριαρχικήν συνοδείαν, ο οποίος και προέστη εις την Ακολουθίαν και Δοξολογίαν της κατατάξεως του Αγίου Γρηγορίου Καλλίδη, εις τον Ι. Ναόν Αγ. Δημητρίου εις τας 29 Μαΐου 2003.

Διοργάνωνεν καθ’  έκαστον Νοέμβριον πλήθος θεολογικών συνεδρίων, αφιερωμένων κατ’ έτος προς τιμήν πολλών Αγίων, ενώ έγινεν ενεργείαις του η ανασύστασις και επαναλειτουργία της Ανωτέρας Εκκλησιαστικής Σχολής Θεσσαλονίκης.

Κατά τον φοβερόν σεισμόν της 20ης Ιουνίου 1978, κατά τον οποίον ο Άγιος Δημήτριος έσωσεν θαυματουργικώς διά μία εισέτι φοράν την αγαπημένην του πόλιν Θεσσαλονίκην, η προσφορά του αειμνήστου Παντελεήμονος προς το ποίμνιόν του ήτο υποδειγματική. Με εντολήν του οργανώθησαν από τας κατά τόπους ενορίας καταυλισμοί με διανομές σκηνών και τροφίμων.

Τον Νοέμβριον του έτους 1996 ανηγορεύθη επίτιμος Διδάκτωρ του Τμήματος Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας του Α.Π.Θ., ενώ ετιμήθη μετά πλλών παρασήμων από τα πατριαρχεία Σερβίας, Βουλγαρίας, Ρουμανίας και Ρωσίας.

Δεινός συγγραφεύς πολλών Θεολογικών βιβλίων, Ιερών Ακολουθιών Αγίων, αλλά και πλήθους ποιμαντορικών εγκυκλίων, εκήρυττεν από στήθους και πάντοτε εις την αρχαΐζουσαν καθαρεύουσαν.

Ήτο φιλακόλουθος και φιλάγιος, μεγαλοπρεπέστατος δε κατά τας αρχιερατικάς χοροστασίας και Ι. Λειτουργίας του, επροξενούσεν με την επιβλητικήν του παρουσίαν, δέος και θαυμασμόν, ενώ ρίγη συγκινήσεως επροκαλούσεν εις το εκκλησίασμα, όταν έψαλλεν με την βροντεράν φωνήν του τον Εθνικόν Ύμνον.

Παρά το αυστηρόν του χαρακτήρος του, που κάποιοι λανθασμένως του προσέαπτον, η ψυχή του ήτο απλή, ταπεινή και άδολος, απόδειξις δε τούτου ότι ουδέναν ετιμώρησεν και ουδέναν έβλαψεν κατά την μακράν αρχιερατείαν του.

Η πατριωτική του καρδία επάλλετο διαρκώς κάθε φοράν που διοργάνωνεν συλλαλητήρια εν Θεσσαλονίκη, με πρώτον την άνοιξιν του έτους 1987, εις τας εγκαταστάσεις της Χριστιανικής Καταφυγής Νέων, "ο Άγιος Δημήτριος" διά την εκκλησιαστικήν περιουσίαν και το τότε νομοσχέδιον του Υπουργού Παιδείας Α. Τρίτση.

Ως άλλος εθνάρχης – ιεράρχης και παραδειγματικός Έλλην πατριώτης υπερασπίστηκεν μετά υποδειγματικού σθένους και ακλονήτου ψυχικής δυνάμεως τα δικαιώματα της Ελληνικοτάτης Μακεδονίας με την διοργάνωσιν δύο μεγάλων συλλαλητηρίων διά την Μακεδονίαν, τη αγαστή και πολυτίμω συνεργασία του Πρωτοσυγκέλλου του, Μ. Αρχιμανδρίτου π. Παντελεήμονος Καλπακίδη, του πρώτου γενομένου εις τας 14 Φεβρουαρίου 1992, παρουσία πολλών αρχιερέων και πλήθους πιστού λαού.

Αποκορύφωμα δε όλων ήτο το ογκώδες συλλαλητήριον εις την πλατείαν Αριστοτέλους, εξαιτίας της απαλείψεως του θρησκεύματος από των ταυτοτήτων, το έτος 2000, παρουσία του τότε Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος Χριστοδούλου και παρούσης της μισής Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος.

Υπεδέχθην εις την έδραν του, πολλούς προκαθημένους Αυτοκεφάλων Εκκλησιών, Πατριάρχας αλλά και Αρχιεπισκόπους, ιδιαιτέρως δε, τον Οικουμενικόν Πατριάρχην κ. Βαρθολομαίον κατά την διάρκειαν λαμπρών εκδηλώσεων διά την Θεσσαλονίκην, ως πολιτιστικήν πρωτεύουσαν της Ευρώπης το έτος 1999.

Το ίδιον έτος ετελέσθησαν λαμπραί εορταστικαί εκδηλώσεις εις τον Ι. Ναόν Αγίου Δημητρίου επί τη συμπληρώσει 25ετίας του εις τον Αποστολικόν Θρόνον της Θεσσαλονίκης, παρουσία αρχιερέων και πιστού λαού.

Η φιλάνθρωπος προσφορά του ως προέδρου του Χαρισείου Γηροκομείου, αλλά και του Παπαφείου Ορφανοτροφείου Θεσσαλονίκης ήτο σημαντική και μέγιστη, ενώ άκρως συγκινητική ήτο και η πρωτοβουλία του διά την συλλογήν πολλών τόνων τροφίμων, από όλας τας ενορίας της Μητροπόλεως του, ως άμεσον βοήθειαν και ενίσχυσιν των εμπολέμων αδελφών μας Σέρβων, το έτος 2000.

Αγαπούσεν τον ιερόν κλήρον του και ενίσχυεν αυτόν ηθικώς αλλά και υλικώς, ιδιαιτέρως δε τους έχοντας ανάγκην οικονομικής βοηθείας.

Εχειροτονήθησαν υπό των τιμίων χειρών του δεκάδες ιερείς, ενώ τρεις άμεσοι συνεργάτες του εξελέγησαν Μητροπολίτες της Εκκλησίας της Ελλάδος (Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων, Ελασσώνος κ. Βασίλειος και Λαγκαδά, Λητής και Ρεντίνης κ. Ιωάννης), με πρώτον τον Πρωτοσύγκελλόν του, αγαπημένον του πνευματικόν τέκνον και συνοδοιπόρον του εις το δύσκολον έργον της  αρχιερωσύνης του, τον άξιον κατά πάντα Σεβασμιώτατον  Μητροπολίτην Βεροίας κ. Παντελεήμονα, τον οποίον εζήτησεν ο ίδιος να μεταβεί εκ Λονδίνου διά να αναλάβει πρώτον μεν, ως Γενικός Αρχιερατικός Επίτροπος, ύστερον δε, ως πρωτοσύγκελλος της Ι.Μ. Θεσσαλονίκης και ιερατικός προϊστάμενος του Ι.Ν. Αγίου Δημητρίου, πολιούχου.

Τοιουτοτρόπως εχειροτόνησεν ιδίαις χερσίν τον Σεβ. Μητροπολίτην Βεροίας κ. Παντελεήμονα εις τον Ι. Ναόν Αγίου Δημητρίου, της χειροτονίας τελεσθείσης ενώπιον πρωτοφανούς πυκνού εκκλησιάσματος, την Κυριακήν της Σαμαρείτιδος, 29 Μαΐου 1994.

Ο πύρινος λόγος που εξεφώνησεν ο Παναγιώτατος Θεσσαλονίκης Παντελεήμων ενώπιον του εψηφισμένου Μητροπολίτου πατρός Παντελεήμονος διά την πολύτιμον και ασύγκριτον προσφοράν και δράσιν του, εις την Ι. Μητρόπολιν Θεσσαλονίκης, εσυγκλόνισεν όλον το εκκλησίασμα.

Όταν δε, είπεν επί λέξει ότι "εκλήθης άξιος διά τον Αποστολικόν θρόνον των Βεροιέων ένεκεν της αγιότητός σου, του ανεπιλήπτου ήθους σου και του λαμπροφόρου και ακτινοβόλου έργου σου", το παριστάμενον πλήθος ανελύθη εις δάκρυα συγκινήσεως, ενώ ασταμάτητα χειροκροτήματα διέκοπταν το κήρυγμά του, επιβραβεύοντα πανηγυρικώς τα όσα έλεγεν διά τον νεοεκλεγέντα Μητροπολίτην Βεροίας κ. Παντελεήμονα.

Ο λόγος αυτός του Θεσσαλονίκης Παντελεήμονος ήτο μία μεγίστη απόδειξις της πολυσχιδούς διακονίας του Σεβασμιωτάτου Βεροίας κ. Παντελεήμονος προς την Ι. Μητρόπολιν Θεσσαλονίκης και της τελείας υπακοής, υποδειγματικής ταπεινώσεως και πλήρους αφοσιώσεως που επέδειξεν επί 18 συναπτά έτη προς τον Μακαριστόν Ιεράρχην Θεσσαλονίκης Παντελεήμονα.

Επί αρχιερατείας του Μακαριστού Παντελεήμονος και επί προϊσταμενίας και πρωτοβουλίας του Πρωτοσυγκέλλου του, π. Παντελεήμονος, ανεκαινίσθη το Ι. Παρεκκλήσιον του τάφου του Αγ. Δημητρίου, εντός του Ι. Ναού του, ενώ τα χαριτόβρυτα και πάνσεπτα Ι. Λείψανα του Μυροβλύτου Αγ. Δημητρίου, τη φροντίδι του π. Παντελεήμονος, απέκτησαν επιβλητικήν αργυράν λάρνακαν και εν συνεχεία μεγαλοπρεπέστατον μαρμάρινον κιβώριον, πανομοιότυπον του παλαιοτέρου που υπήρχεν εντός του Ι. Ναού.

Μνημειώδεις δε θα μείνουν και οι αγώνες που έδωσεν ο Μακαριστός Ιεράρχης με την αρχαιολογικήν υπηρεσίαν, ομού μετά του Πρωτοσυγκέλλου του π. Παντελεήμονος διά την αγιογράφησιν της Πλατυτέρας των Ουρανών  εις την κόγχην του Ιερού Βήματος του Αγίου Δημητρίου, υπό των διασήμων αγιογράφων Παχωμαίων. Το ίδιον έπραξεν και με τον Ι. Ναόν Αγ. Γεωργίου Ροτόντα, παλαιόν αρχαιολογικόν μνημείον, το οποίον μετά πολλών κόπων και αγώνων κατόρθωσεν να παραδώσει εις την Θείαν Λατρείαν και να τελούνται εντός αυτού Θ. Λειτουργίαι, αφού πρώτον ετέλεσεν την ειδικήν τελετήν επί τη διασαλεύσει της Αγίας Τραπέζης.

Επί αρχιερατείας του εδημιουργήθη η Χριστιανική Καταφυγή Νέων "ο Άγιος Δημήτριος", καθιστών υπεύθυνον τον Πρωτοσύγκελλον του π. Παντελεήμονα, τον και ιδρυτήν του όλου έργου.

Εκεί εδιδάσκοντο δωρεάν φροντιστηριακά μαθήματα από κατηρτισμένους επιστήμονας εις μαθητάς, ενώ παραλλήλως εγένοντο και "ανοικτές συζητήσεις" προς πνευματικόν εφοδιασμόν  των νέων της Θεσσαλονίκης. Καθ’ εκάστην Παρασκευήν εσπέρας, ετελείτο κατανυκτική Θ. Λειτουργία από τον Πρωτοσύγκελλον π. Παντελεήμονα, ο οποίος και εξέδιδεν παραλλήλως και το περιοδικόν "Χριστιανική Καταφυγή Νέων, ο Άγιος Δημήτριος", διανεμηθέν δωρεάν εις 3.000 αντίτυπα μηνιαίως.

Κατά την διάρκειαν της μακράς αρχιερατείας του, σπανίως εγκατέλειπεν την Μητρόπολίν του διά να παρευρεθεί εις έτερα αρχιερατικά συλλείτουργα, κατήρχετο δε μόνον εν Αθήναις διά την εκπλήρωσιν των συνοδικών του καθηκόντων.

Ομοίως, εάν και το Μητροπολιτικόν Μέγαρον ήτο εις το κέντρον της πόλεως, επροτιμούσεν να διαμένει μόνος του, προσευχόμενος και συγγράφων τας πολλάς ποιμαντορικάς εγκυκλίους του, μεστάς θεολογικών νοημάτων.

Όλα αυτά δεν τα έκαμνεν, επειδή ήτο απόμακρος και ιδιόρρυθμος, αλλά διότι είχεν γνήσιον μοναχικόν ιδεώδες και ήτο τηρητής του γνωστού αναβαθμού "τοις ερημικοίς ζωής, μακαρία εστί, θεϊκώ έρωτι πτερουμένοις".

Οι μοναδικοί τόποι επισκέψεως του κατά τα τελευταία έτη της ζωής του, ήσαν οι Άγιοι Τόποι και το πάνσεπτον Οικουμενικόν Πατριαρχείον, το οποίον και ενίσχυεν υλικώς εκάστην φοράν που το επεσκέπτετο.

Αγαπούσεν την ησυχίαν του Αγιωνύμου Όρους ο Μακαριστός Ιεράρχης και δι’ αυτόν τον λόγον τα τελευταία έτη της ζωής του, εσυνήθιζεν να διαμένει, κατά την διάρκειαν του θέρους, εις το κάθισμα της Παναγίας της Πορταϊτίσσης της Ι. Μονής Ιβήρων, συνοδεία κληρικών του.

Εις αυτόν το κάθισμα εκοιμήθη αιφνιδίως το εσπέρας της 9ης Ιουλίου 2003, συνεπεία καρδιακής ανακοπής, εις ηλικίαν 78 ετών, βυθίζων εις βαθύ πένθος την Ι. Μητρόπολιν Θεσσαλονίκης, αλλά και ολόκληρον την Μακεδονίαν.

Εσίγησεν η ανεπανάληπτος και αξέχαστος χροιά της φοβεράς φωνής του, η οποία υμνούσεν ακαταπαύστως τον Θεόν και την πατρίδαν Ελλάδαν.

Η κοίμησίς του δε, εις το περιβόλαιον της Παναγίας, το Άγιον Όρος αποτελεί αδιάσειστον απόδειξιν της αγιότητος του βίου του.

Η σεπτή σορός του ετέθη εις λαϊκόν προσκύνημα εις τον Ι. Ναόν του Αγίου Δημητρίου, ενώ η εξόδιος ακολουθία του ετελέσθη εις τας 12 Ιουλίου, προεξάρχοντος του Αρχιεπισκόπου Αθηνών Χριστοδούλου, πολλών αρχιερέων  και ιερέων, του δε Ι. Ναού του Αγίου Δημητρίου ασφυκτικώς κατακλεισθέντος υπό του ποιμνίου του, που τον υπεραγαπούσεν.

Μετά την λιτάνευσιν του σκηνώματος του εις τας οδούς της πόλεως της Θεσσαλονίκης, εγένετο ο ενταφιασμός του, εις παλαιοχριστιανικόν τάφον εντός του προαυλίου χώρου του Ι. Ναού Αγίου Δημητρίου, κατόπιν δικής του επιθυμίας, ενώ ο Δήμος Θεσσαλονίκης έδωσεν το όνομά του εις κεντρικόν δρόμον της περιοχής Χαριλάου. 

Η ιερά Μητρόπολις Θεσσαλονίκης, αλλά και το χριστεπώνυμον πλήρωμά της, αναμφισβητήτως οφείλει πάρα πολλά εις αυτόν τον μεγάλον Ιεράρχην, ο οποίος επί 29 συναπτά ολόκληρα έτη, ως άλλη καιόμενη λαμπάς εφώτιζεν τον γαλανόν ουρανόν της Αγιοτόκου Θεσσαλονίκης.

Το μεγάλον έργον του, εθνικόν, θρησκευτικόν, λειτουργικόν, κηρυκτικόν και συγγραφικόν θα αποτελεί αδιάσειστον τεκμήριον και μαγίστη απόδειξις της τεραστίας προσφοράς του εις την τοπικήν εκκλησίαν.

Όπως δε είπεν χαρακτηριστικώς ο Μητροπολίτης Βεροίας & Ναούσης κ. Παντελεήμων, την ημέρα της εξοδίου ακολουθίας του, βαθύτατα συγκινημένος, διότι ειλικρινώς  και ανυποκρίτως αγάπησεν τον μακαριστόν Γέροντα του Ιεράρχην, "ο πλάτανος κάτω από τον οποίον πολλοί εύρισκαν παραμυθίαν και δροσιάν, έπεσεν…" .

Δέκα έτη μετά εισερχόμενος κανείς εις τον πάνσεπτον προσκυνηματικόν Ναόν του πολιούχου Αγίου Δημητρίου, του Μεγαλομάρτυρος, νομίζει ότι θα τον ιδεί να ίσταται χοροστατών επί του αρχιερατικού του  θρόνου και με υψωμένην την δεξιάν του, να τον ακούει βροντοφώνως να ψάλλει το απολυτίκιον του αγαπημένου του Αγίου Δημητρίου του Μυροβλύτου…

Του αξιομακαρίστου, αειμνήστου, πολυαγαπητού και αξεχάστου ποιμενάρχου ημών, Παναγιωτάτου Μητροπολίτου Θεσσαλονίκης κυρού Παντελεήμονος του Β΄, αιωνία η μνήμη.

«Μη λησμονείτε ποτέ Θεόν και πατρίδαν Ελλάδαν…»

Αιωνία σου η μνήμη αξιομακάριστε και αοίδιμε Μητροπολίτα.

 

Άγγελος Ν. Πάκλαρας, Θεολόγος

Θεσσαλονίκη 2013

 

 

Εν ενί στόματι και μια καρδία

IMG 6127

Του Αρχιμανδρίτη Δαμασκηνού Λιονάκη, Πρωτοσυγκέλλου Ι.Μ. Κυδωνίας

«Ἐν ἑνὶ στόματι καὶ μιᾷ καρδίᾳ»… Αὐτούς τούς λειτουργικούς λόγους φέρνει στόν νοῦ μου ἡ παμψηφεί ἐκλογή τοῦ Ἱερομονάχου Βαρθολομαίου ὡς Ἡγουμένου τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἐσφιγμένου Ἁγίου Ὄρους!

Μετά τήν τέλεση ἀγρυπνίας οἱ πνευματικοί βλαστοί τοῦ μακαριστοῦ π. Χρυσοστόμου «συνήχθησαν ἐπὶ τὸ αὐτὸ» καί ὁμοφώνως ἐξέλεξαν τόν π. Βαρθολομαῖο νέο ποδηγέτη καί πνευματικό καθοδηγητή τους· «ἦσαν ἅπαντες ὁμοθυμαδὸν ἐπὶ τὸ αὐτό»!

«Τέκνον ὑπακοῆς» ὁ π. Βαρθολομαῖος, «ὃς ποιμανεῖ» τήν εὐλογημένη ἀδελφότητα τῶν Ἐσφιγμενιτῶν, τά «τεκνία» τοῦ π. Χρυσοστόμου!

Ὁ νέος Ἡγούμενος, ἀγαπητός καί πιστός «συνεργὸς ἐν Χριστῷ» τοῦ ἀοιδίμου π. Χρυσοστόμου, στάθηκε μέ ἀγάπη καί ἀφοσίωση δίπλα στόν Γέροντά του καί τόν ἀκολούθησε ὡς «ἰσόψυχος αὐτῷ». Τοῦ συμπαραστάθηκε στόν καιρό τῆς ἀσθενείας του καί μεγάλως τόν ἀνέπαυε στίς μεγάλες δοκιμασίες του.

Ἐπί ὁλόκληρα νυχθήμερα τόν ὑπηρέτησε, «συγκακουχούμενος αὐτῷ». Διαρκής μέριμνά του ἡ «ἀνάπαυσις τῶν σπλάγχνων» τοῦ Γέροντός του, τόν ὁποῖο «σὺν Θεῷ» ἀξιώνεται νά διαδεχθεῖ στήν θέση τοῦ Ἡγουμένου τῆς ἱστορικῆς Μονῆς.

Ἡ «δεξιὰ τοῦ Κυρίου» στόλισε τόν π. Βαρθολομαῖο μέ φυσικά καί πνευματικά χαρίσματα· τοῦ χάρισε ὀξύνοια καί εὐπροσηγορία, ἀγάπη καί διάθεση ὑπακοῆς, τρόπο εὐγενικό καί ἀρχοντικό, εὐρυχωρία καί σύνεση.

Στό πρόσωπο τοῦ νέου Ἡγουμένου ἐμφανῆ πολλά χαρακτηριστικά τοῦ ἀειμνήστου Γέροντος καί προκατόχου του· «καὶ οὐ θαυμαστόν».

Ὅποιος «ἐν ἀφελότητι καρδίας» προσκολληθεῖ στόν Γέροντά του, ἀναδεικνύεται κληρονόμος τῶν χαρισμάτων του· καί ὁ π. Βαρθολομαῖος «χάριτι Θεοῦ» προσκολλήθηκε στόν Γέροντά του, «ἔγγιστα αὐτοῦ» ἔζησε, τόν ἀνέπνευσε καί τόν ὑπηρέτησε.

Ἐκδαπανήθηκε γιά τά δίκαια τῆς Μονῆς, μερίμνησε καί «ὑπὲρ δύναμιν» ἐργάσθηκε  γιά τό κονάκι στίς Καρυές, ὥστε ὅλα νά γίνουν «εὐσχημόνως καὶ κατὰ τάξιν». Πεποίθησή του ἡ ἀγαθή ἔκβαση τοῦ ἀκανθώδους ζητήματος τῆς Μονῆς, ἡ ἀποκατάσταση τῆς εἰρήνης στό Περιβόλι τῆς Παναγίας καί ἡ «μέχρι κεραίας» εὐόδωση τοῦ θείου θελήματος «εὐχαῖς» τοῦ π. Χρυσοστόμου.

Στίς 27 Ὀκτωβρίου ὁ π. Βαρθολομαῖος ἐνθρονίζεται καί ἀναλαμβάνει τήν ποιμαντική καί διοικητική εὐθύνη τῆς Μονῆς Ἐσφιγμένου.

Εὐχή ὅλων νά διαποιμάνει θεοφιλῶς τά «ἀρνία» τῆς Μάνδρας του, τά εὐλογημένα καλογέρια τῆς Μονῆς. Ἡ πρόσφατη ἐκδημία τοῦ π. Χρυσοστόμου εἶναι ἀλήθεια ὅτι προξένησε λύπη στίς τρυφερές καρδιές τῶν Ἐσφιγμενιτῶν. Πιστεύουμε, ὅμως, ὅτι «ἡ λύπη αὐτῶν εἰς χαρὰν γενήσεται»· ὅτι μέ τίς εὐχές τοῦ μακαρίου Γέροντος καί τήν πατρική ἐπιστασία τοῦ π. Βαρθολομαίου οἱ ὑποθέσεις τῆς Μονῆς θά εὐοδωθοῦν, ἡ κανονική τάξη θά θριαμβεύσει, τά προβλήματα θά ἐπιλυθοῦν καί πολλές καρδιές θά ἀναπαυθοῦν!

Οἱ ὑποτακτικοί τοῦ π. Χρυσοστόμου, «οἱ διαμεμενηκότες μετ᾿ αὐτοῦ ἐν τοῖς πειρασμοῖς αὐτοῦ», στηρίζουν καί ἀγαποῦν τόν π. Βαρθολομαῖο. Αὐτό μέ πείθει ὅτι θά τόν βοηθήσουν «ὅση αὐτοῖς δύναμις» στήν ἀνωφερῆ πορεία πρός τήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.

Πάτερ Βαρθολομαῖε, ἄνθρωπε τοῦ Θεοῦ εὐλογημένε, τοῦτο ἄς γνωρίζει ἡ ἀγάπη σου: Ὅσοι τιμοῦν τήν μνήμη τοῦ μακαριστοῦ Γέροντός σου, ὅσοι τόν γνώρισαν καί τόν ἀγάπησαν, στέκονται στό πλευρό σου καί στό πλευρό τῆς Ἡγουμένης Χριστονύμφης τῶν Σερρῶν.

Στηρίζουν τίς ἀγαθές προσπάθειές σας καί εὔχονται θερμῶς ὑπέρ τῆς «θεόθεν ἐνισχύσεως» τῶν Μονῶν Ἐσφιγμένου καί Προφήτου Ἠλιού Ἁγίου Πνεύματος Σερρῶν. Ὁ ἁγιασμός τῶν ψυχῶν σας καί ἡ κατά Θεόν προκοπή τῶν Ἀδελφοτήτων σας εἶναι δόξα δική μας καί ἔπαινος!

«Ἐν ἑνὶ στόματι καὶ μιᾷ καρδίᾳ» παρακαλοῦμε τόν Κύριο νά σᾶς χαρίζει «νοῦν ἡγεμόνα», ὥστε νά ἀνταποκρίνεσθε στά ὑψηλά καθήκοντά σας καί «ἔργῳ καὶ λόγῳ» νά ὁμολογεῖτε «Ἰησοῦν Χριστὸν καὶ τοῦτον ἐσταυρωμένον». Ἀμήν.

Πυρ και ύδωρ

images

Τού Πρωτοσυγκέλλου της Ι. Μ. Κυδωνίας καί Αποκορώνου, Αρχ. Δαμασκηνού Λιονάκη

Τό ζήτημα τοῦ αὐτεξουσίου καί τῶν ἐπιλογῶν τοῦ ἀνθρώπου ἀπασχολεῖ γιά αἰῶνες στοχαστές καί φιλοσόφους. Ὑποστηρίζουν κάποιοι ὅτι ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι παρά ἄβουλος ὑπηρέτης ἑνός πεπρωμένου δυναστικοῦ, ἄθυρμα στά χέρια κάποιας σκληρῆς καί ἀπάνθρωπης μοίρας· ὅτι ἡ ἐπί γῆς πορεία του εἶναι προκαθορισμένη καί ἀνεξάρτητη ἀπό τήν προσωπική του βούληση.

Κάτι τέτοιο, ὅμως, δέν συμφωνεῖ μέ τήν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας. Ὁ «κατ’ εἰκόνα Θεοῦ πλασθεὶς» ἄνθρωπος ἔχει τιμηθεῖ μέ τό αὐτεξούσιο. Τό θεόσδοτο αὐτό χάρισμα δέν αἴρεται οὔτε ἀπό τόν Δημιουργό μας. Ὁ Παντοδύναμος Θεός, ὁ Ὁποῖος μᾶς ἔπλασε χωρίς νά μᾶς ρωτήσει, δέν μᾶς σώζει χωρίς νά μᾶς ρωτήσει!

«Παρέθηκέ σοι πῦρ καὶ ὕδωρ· οὗ ἐὰν θέλῃς, ἐκτενεῖς τὴν χεῖρά σου», διαβάζουμε στήν Παλαιά Διαθήκη (Σοφία Σειράχ 15, 16). Ἐνώπιόν μας, ἀδελφοί μου, τό νερό καί ἡ φωτιά. Μποροῦμε νά ἁπλώσουμε τό χέρι μας ὅπου θέλουμε. «Ἔναντι ἀνθρώπων ἡ ζωὴ καὶ ὁ θάνατος, καὶ ὃ ἐὰν εὐδοκήσῃ, δοθήσεται αὐτῷ», διαβάζουμε στόν ἑπόμενο στίχο.

Ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων ὑπάρχει ἡ ζωή καί ὁ θάνατος· ὅ,τι κανείς θελήσει καί προτιμήσει, αὐτό θά τοῦ δοθεῖ. Ἡ πνευματική μας πορεία ἐξαρτᾶται ἀπό τίς ἐπιλογές μας, ἑπομένως ἀπό τήν ἀγαθή ἤ πονηρή διάθεση τῆς καρδιᾶς μας. Ὅποιος ἁπλώνει τό χέρι του στό νερό, δροσίζεται· ὅποιος τό ἁπλώνει στήν φωτιά, καίγεται.

Εἶναι, ἀδελφοί μου, ἀφελές νά νομίζουμε ὅτι θά ἀξιωθοῦμε νά προοδεύσουμε κατά Θεόν χωρίς τήν προσωπική μας συγκατάθεση στό ἀγαθό θέλημα τοῦ Θεοῦ, χωρίς σύνεση καί ἀγαθή διάθεση. Ἄν δέν ζητήσουμε καί ἐπιλέξουμε «τὰ καλὰ καὶ συμφέροντα ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν», πῶς θά ὠφεληθοῦμε;

Ὁ Θεός ἀναμένει τήν ὀρθή ἀπόκρισή μας στό θέλημά Του, ἡ ὁποία θά Τοῦ ἐπιτρέψει νά ἐνεργήσει στίς καρδιές μας. Στήν Ἐκκλησία ὅλα εἶναι θεανθρώπινα. Γιά τήν ἐπίτευξη τῆς σωτηρίας μας ἀπαραίτητη εἶναι ἡ συνεργασία μας μέ τόν Θεό. Ὁ Θεός, τονίζει σύγχρονος Γέροντας, θέλει νά σώσει τόν ἄνθρωπο τιμώντας τόν ἄνθρωπο, ὄχι καταργώντας τόν ἄνθρωπο!

Εἴθε, ἀδελφοί μου, νά ἀνταποκριθοῦμε στήν μεγάλη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί νά ζητήσουμε μέ θέρμη τό ἔλεός Του, ὥστε Ἐκεῖνος νά λάβει «τὸ ἐξ ἡμῶν» καί νά πραγματοποιήσει στήν ζωή μας τό σωτηριῶδες σχέδιό Του. Ἀμήν.

Αγάπη ανυπόκριτος

ap paylos2

Του Μητροπολίτη Καστορίας κ. Σεραφείμ

Απευθυνόμενος ο Απόστολος Παύλος στους Ρωμαίους της εποχής του, αλλά και στον καθένα μας ξεχωριστά, αφού ο λόγος του Θεού είναι λόγος Αγίου Πνεύματος και άρα διαχρονικός και επίκαιρος, τους προτρέπει στο 12ο κεφάλαιο και μάλιστα στο στίχο 9 να χρησιμοποιήσουν στη ζωή τους ουράνιες παραγγελίες, προκειμένου η διακονία τους μέσα στον κόσμο, να είναι διακονία φωτός για να δούνε οι άνθρωποι, σύμφωνα με το λόγο του Χριστού, τα καλά τους έργα («όπως ίδωσιν υμών τα καλά έργα και δοξάσωσι τον πατέρα υμών τον εν τοις ουρανοίς»)(1).

Και η πρώτη παραγγελία του Αποστόλου Παύλου αναφέρεται στην αγάπη: «η αγάπη ανυπόκριτος». Δηλαδή, η αγάπη πρέπει να είναι ειλικρινής και ελεύθερη από υποκρισία. Την χαρακτηρίζει η Αγία Γραφή ως εντολή του Θεού. 

Το πλήρωμα του Νόμου (2), κατά τον χριστοφόρο Απόστολο. Κορωνίδα και βασίλισσα των αρετών την ονόμασαν οι Πατέρες της Εκκλησίας. Αυτήν την αγάπη τη βιώσαμε στο πρόσωπο του Χριστού που έγινε άνθρωπος, προκειμένου να πάρει τον άνθρωπο από τη γη και να τον μεταφέρει στον ουρανό. Αυτή η αγάπη έκαμε, θα πει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, το Δεσπότη δούλο.

Αυτή έκαμε να παραδωθεί για χάρη των εχθρών ο Αγαπητός, για χάρη των μισούντων ο Υιός, για χάρη των δούλων ο Δεσπότης, για χάρη των ανθρώπων ο Θεός, για χάρη των δούλων ο Ελεύθερος (3).

Την αγάπη αυτή τη συναντούμε στα πρόσωπα των Αποστόλων, τον θεοφόρων Πατέρων, των Αγίων μας αυτών που έζησαν και αυτών που ζουν μέχρι σήμερα.

Γράφει γι’ αυτήν ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, ότι είναι «το πρώτο και εξαίρετο αγαθό, επειδή συνδέει εκείνον που την κατέχει με τον Θεό και με τους ανθρώπους». Η αγάπη είναι το «τέλος όλων των αγαθών, επειδή οδηγεί, πλησιάζει στον Θεό και συνδέει μαζί Του εκείνους που πορεύονται μέσα σ’ αυτήν»(4).

Την υμνεί ο Άγιος Συμεών ο νέος θεολόγος :

"Η αγάπη ουν υπάρχει όντως πάσα ευφροσύνη,
και χαράς και θυμηδίας εμπιπλά τον κεκτημένον…
Πνεύμα θείον η αγάπη, παντουργόν φως και φωτίζον…
..Δράμωμεν πιστοί ευτόνως, σπεύσωμεν νωθροί εμπόνως!
Οκνηροί διεγερθώμεν, όπως εγκρατείς αγάπης,
μέτοχοι δε ταύτης μάλλον
γενησόμεθα και ούτως μεταβώμεν των ενθένδε,
ίνα συν αυτή τω Κτίστη και Δεσπότη παραστώμεν,
έξωθεν των ορωμένων γεγονότες συν εκείνη!(5)

Και σε μετάφραση : «Η αγάπη είναι πραγματικά αληθινή ευφροσύνη, γεμίζει όποιον την έχει με χαρά και αγαλλίαση…Η αγάπη είναι πνεύμα θείο, φως που δημιουργεί και φωτίζει τα πάντα… Ας τρέξουμε πιστοί με δύναμη, ας σπεύσουμε οι νωθροί με κόπο, ας σηκωθούμε επάνω όσοι είμαστε οκνηροί, για να κατακτήσουμε την αγάπη ή μάλλον να γίνουμε μέτοχοί της και έτσι να αναχωρήσουμε απ’ αυτόν τον κόσμο. Έτσι ώστε, μαζί με αυτήν να παρασταθούμε στον Κτίστη και Κύριό μας, αφού έχουμε βγει έξω απ’ όλα τα ορατά με την αγάπη».

Για να φτάσουμε όμως στην αληθινή αγάπη, η οποία δεν περιορίζεται σε φιλόφρονα λόγια, απατηλούς ασπασμούς, που κρύβουν πολλές φορές έχθρα, ευσεβοφάνεια και ιδιοτελείς σκοπούς, θα πρέπει να ελευθερωθούμε από το πάθος του εγωισμού και της φιλαυτίας και στο πρόσωπο του άλλου να μπει το πρόσωπο του Χριστού.

Ο άλλος, γι’ αυτόν που βιώνει την αληθινή αγάπη, δεν είναι «η κόλασή μου», αλλά ο ίδιος ο Χριστός. Στο πρόσωπο του άλλου βλέπω, σύμφωνα με την εμπειρία των Αγίων Πατέρων, «Κύριον τον Θεόν».

Άρα απαιτείται η αλήθεια («αληθεύοντες εν αγάπη και αγαπώντες εν αληθεία») και μαζί με την αλήθεια, συγχρόνως και η μετάνοια. Για να φτάσουμε πραγματικά σ’ αυτήν την αγάπη, την ανυπόκριτο κατά τον Απόστολο Παύλο, θα πρέπει να χρησιμοποιήσουμε ως πλοίο τη μετάνοια. Να πως παρουσιάζει αυτή την εικόνα ο Άγιος Ισαάκ ο Σύρος: «Όπως δεν είναι δυνατόν να περάσει κανείς τη θάλασσα χωρίς πλοίο, έτσι δεν μπορεί να περάσει προς την αγάπη χωρίς φόβο… Η μετάνοια είναι το πλοίο, ο φόβος είναι ο κυβερνήτης του, και η αγάπη είναι το θείο λιμάνι. Μας τοποθετεί λοιπόν ο φόβος στο πλοίο της μετανοίας, μας διαπερνά από τη βρώμικη θάλασσα του βίου και μας οδηγεί στο θείο λιμάνι, που είναι η αγάπη, στο οποίο φθάνουν με την μετάνοια όλοι οι κουρασμένοι και βαρυφορτωμένοι. Όταν πλέον φθάσουμε στην αγάπη, φθάσαμε στον Θεό…»(6).

Αυτή την αγάπη εύχομαι να βιώσουμε τη φετινή χρονιά. Την έχει ανάγκη ο κόσμος μας. Την έχουμε ανάγκη ο καθένας μας ξεχωριστά. Την έχουν ανάγκη οι αδελφοί μας σήμερα.

Είθε να την κερδίσουμε και να την χαρίσουμε πλουσιοπάροχα.

Αυτή θα είναι και η προϋπόθεση της εισόδου μας στη Βασιλεία των Ουρανών. 

_____________________________________

(1) Ματθ. Ε’,16 

(2) Ρωμ. 13,10.

(3) ΕΠΕ 20, 664

(4) Άγιος Μάξιμος Ομολογητής, ΕΠΕΦ 15β, 64 και 15δ, 30.

(5) ΕΠΕΦ 19ε, 180-194.

(6) Ιερομονάχου ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ, ‘Η εν Χριστώ ζωή’, Πρώτη έκδοση, Άγιον Όρος, 2003, σελ.:212.

Ο φίλος ημών κεκοίμηται

images

του Αρχιμ. Δαμασκηνού Λιονάκη, Πρωτοσυγκέλλου Ι.Μ. Κυδωνίας και Αποκορώνου

«Λύπης πρόξενος» ἡ εἴδηση τῆς ἐκδημίας τοῦ π. Χρυσοστόμου Κατσουλιέρη, τοῦ σεμνοῦ Καθηγουμένου τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἐσφιγμένου Ἁγίου Ὄρους… «Ὁ φίλος ἡμῶν κεκοίμηται»· ὁ ἄνθρωπος μέ τήν εὐρύχωρη καρδιά καί τήν ἀρχοντική παρουσία, ὁ γλυκύς καί εὐπροσήγορος, ὁ συνετός καί ὑπομονετικός, ὁ «Ἀβραάμ τοῦ Ἁγίου Ὄρους».

«Τίς ἐκδιηγήσεται» τόν πλοῦτο τῆς «ἀγαπώσης καρδίας» τοῦ π. Χρυσοστόμου, τήν πνευματική του ἀρχοντιά καί ἠπιότητα, τήν ἀνθρωπιά καί τήν ἁπλότητα, τήν γλυκύτητα καί σοφία τῶν λόγων του... Κατά τήν «ἐν σαρκὶ» ζωή του ὁ μακαριστός ὑπῆρξε στήριγμα, βοηθός καί συμπαραστάτης πολλῶν ψυχῶν, ἀλείπτης πνευματικός καί πατέρας σπλαγχνικός. Ἐπιθυμία του νά οἰκοδομήσει, νά μήν πικράνει, προσβάλει καί ἀδικήσει.

«Ἐν σπλάγχνοις Ἰησοῦ Χριστοῦ» ἔσπευδε νά δικαιολογήσει καί νά σκεπάσει. Δέν ἀδυνατοῦσε νά διακρίνει τό ἄδικο, τήν κακία, τόν πόλεμο. Ἔβλεπε, ἀλλά ἀπό ἀγάπη παρέβλεπε. «Πάντα ἔστεγε» καί «πάντα ὑπέμενε». Πολύ πικράθηκε στήν ζωή του, μά δέν θέλησε νά ἀνταποδώσει «κακὸν ἀντὶ κακοῦ». Συγχωροῦσε καί προχωροῦσε. Ἀμνησικακοῦσε, δέν ἀπαντοῦσε. Ὁ ἄριστος γνώστης τῆς λειτουργικής τάξης εἶχε, φαίνεται, ἄλλο τυπικό ἀπό αὐτό «τοῦ κόσμου τούτου»…

Μέ θαυμασμό καταθέτουμε ὅτι ποτέ δέν εἴδαμε τόν μακαριστό π. Χρυσόστομο στενοχωρημένο, σκυθρωπό καί κατηφῆ! Ἡ καρδιά του Παράδεισος… Τεκμήριο τῆς κατά Θεόν βιοτῆς του ἡ «βαθεῖα καὶ ἀναφαίρετος» εἰρήνη τῆς ψυχῆς του. Δέν κατέκρινε καί δέν κακολογοῦσε, μόνο εὐεργετοῦσε καί εὐλογοῦσε! Σέ ὅλους καί γιά ὅλους εἶχε κάτι καλό νά πεῖ. Ἤθελε ὅλοι νά εἶναι καλά καί «ἐν ἐπιγνώσει» τηροῦσε λεπτές ἰσορροπίες. Δέν θά ἀστοχήσουμε, νομίζω, ἄν ποῦμε ὅτι ὅλους τούς ἀγαποῦσε, ὅλους τούς πονοῦσε καί μέ τρόπο μυστικό τούς οἰκονομοῦσε.

Οἱ συμβουλές τοῦ π. Χρυσοστόμου ὠφέλιμες καί σωστικές, πνευματική τροφή καί τρυφή, «ψυχῆς παραμύθιον». Τά ἄμφιά του ὄμορφα καί καθαρά· ἀντανάκλαση, θαρρεῖς, καί αὐτά τῆς ἀρχοντικῆς καί μεγαλειώδους ψυχῆς του… Ἡ παρουσία του οὐράνια καί ἀγγελική, σεμνοπρεπής, ἱεροπρεπής καί ἐπιβλητική. Τό φρόνημά του ἐκκλησιαστικό. Θεμελιώδης ἀρχή τοῦ μακαριστοῦ ἡ ὑπακοή στήν Ἐκκλησία καί ἡ προσήλωση σέ κάθε θεοπαράδοτο θεσμό. Τιμοῦσε ὅλους τούς Ἐπισκόπους τῆς Ἐκκλησίας, σεβόταν τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο καί ἀγαποῦσε τόν Οἰκουμενικό Πατριάρχη, ἀπό ὑπακοή στόν ὁποῖο ἀνέλαβε τά ἡνία τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἐσφιγμένου.

Ὁ μακάριος π. Χρυσόστομος, κατά σάρκα συγγενής τῆς μοναχῆς Θεοξένης, Καθηγουμένης τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Χρυσοπηγῆς Χανίων, πολύ ἀγάπησε τόν λαό τῶν Χανίων, ἀλλά καί πολύ ἀγαπήθηκε ἀπό αὐτόν. Ὁ πνευματικός αὐτός σύνδεσμος πρέπει νά θεωρηθεῖ ὡς θεῖο δῶρο καί οὐράνια εὐλογία.

Ἔχω τόν λογισμό ὅτι ἡ ὁσιακῆς βιοτῆς μοναχή Μυρτιδιώτισσα, ἡ προσφάτως κοιμηθεῖσα μητέρα τῶν Σερρῶν, ζήτησε ἀπό τόν Χριστό νά τῆς χαρίσει τόν σεβαστό Γέροντά της καί ὅτι Ἐκεῖνος «ἐκάμφθη» καί ἱκανοποίησε τό αἴτημα τῆς ἀγαθῆς δούλης Του. Αὐτή ἡ σκέψη εἶναι «χαρᾶς πρόξενος» καί ἱκανή νά ἀντισταθμίσει τήν λύπη ἕνεκα τοῦ προσωρινοῦ ἀποχωρισμοῦ.

Ἡ λατρεία πρός τόν Χριστό καί ἡ τιμή πρός τήν Θεοτόκο, ἡ ἀνεξικακία καί ἡ «πρὸς πάντας» ἀγάπη τοῦ μακαριστοῦ π. Χρυσοστόμου ἀποτελοῦν, πιστεύουμε, ὑποθῆκες ζωῆς γιά τά πνευματικά του τέκνα καί τόν πιστό λαό τοῦ Θεοῦ. Εὔχομαι ὅλοι κάποτε νά συναντήσουμε τόν π. Χρυσόστομο «ὅπου ἦχος καθαρὸς ἑορταζόντων». Ὁ Θεός νά δώσει!

top
Has no content to show!