Άρθρα - Απόψεις

"Η Μάνα μας"

images

Του Σεβ. Μητροπολίτου Καστορίας κ. Σεραφείμ

Και πάλι βρισκόμαστε από σήμερα στο μήνα Αύγουστο. Ο τελευταίος μήνας του εκκλησιαστικού μας έτους, αφού από την 1η Σεπτεμβρίου, αρχή της Ινδίκτου, αρχίζει η καινούργια εκκλησιαστική χρονιά. 


Αφιερωμένος ο μήνας αυτός κατά τα ένδοξα βυζαντινά χρόνια στον Τίμιο Σταυρό, εξ ου και την 1η Αυγούστου γιορτάζουμε την Πρόοδο του Τιμίου Σταυρού.

Εξήρχετο, δηλαδή, ο Τίμιος Σταυρός, το Τίμιο Ξύλο, πού φυλασσόταν στο Ιερό Παλάτι, έφθανε στη Μεγάλη Εκκλησία και επί δεκαπέντε συνεχείς ημέρες περιήρχετο ολόκληρη την Πόλη προς αγιασμό των πιστών.

Όλες αυτές τις ημέρες τελούνταν διάφορες Ιερές Ακολουθίες και Αγρυπνίες, καθώς και η Ακολουθία του Αγιασμού, «βαπτιζόταν το Τίμιο Ξύλο μέσα σε αγιασμένο νερό», προκειμένου να φυλαχθούν οι άνθρωποι από τις μολυσματικές ασθένειες και επιδημίες τις οποίες ευνοούσε ο καύσωνας του Αυγούστου.
Και η νηστεία, ακόμη, αφιερωμένη στον Τίμιο Σταυρό.

Συνδεδεμένη μαζί με την προσευχή στην Ορθόδοξη Εκκλησία μας, γίνεται σκάλα συνομιλίας με τον Θεό και εκζητήσεως του θείου ελέους.

«Νηστεία, αγρυπνία, προσευχή, ουράνια χαρίσματα λαβών». Μέθοδοι τις οποίες χρησιμοποιούσε πάντοτε η Εκκλησία μας και πρέπει ιδιαιτέρως να χρησιμοποιούμε μέχρι σήμερα για να φυλάξουμε τον εαυτό μας από τη δαιμονική επήρεια, αλλά και ως ένα μέτρο για να ελκύσουμε τη χάρη του Θεού.


Το Τίμιο Ξύλο όμως κλάπηκε από τους Σταυροφόρους, όπως και τόσα άλλα κειμήλια, και μεταφέρθηκε στη Δύση.

Έτσι σταμάτησε η λιτανεία του Τιμίου Σταυρού και αφιερώθηκε εν συνεχεία ο μήνας αυτός στο πρόσωπο της Παναγίας, από την 1η Αυγούστου σχεδόν μέχρι και την 31η, αφού γιορτάζουμε την κατ΄ εξοχήν θεομητορική εορτή της Κοιμήσεως στις 15 του αυτού μηνός.


Το πρόσωπο, λοιπόν, της Παναγίας μονοπωλεί τη σκέψη όλων των Ορθοδόξων που βρίσκονται σ΄ όλα τα μήκη και πλάτη της γης το μήνα αυτό.


Γιορτάζει η μάνα του κόσμου.
Η μάνα που καταλαβαίνει, που ακούει και υπακούει γοργά, ως Γοργοϋπήκοος όπως ονόμασε τον εαυτό της στη Μονή Δοχειαρίου στο Άγιον Όρος.


Η μάνα που σκεπάζει τα παιδιά της, που τους σκουπίζει τα δάκρυα στις συμφορές και στις δοκιμασίες.


Η μάνα που γαληνεύει τις καρδιές από τις τρικυμίες του βίου, που ειρηνεύει το νου, όπως θά γράψει και θα ψάλλει ο Άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης.


Η μάνα που μόλις αντικρύσει κανείς την εικόνα της γεμίζει από χαρά, γι΄ αυτό και ψάλλει μαζί με τον ιερό υμνογράφο: «Εν ύμνοις ευχαρίστοις δοξολογώ και γεραίρω το άμετρον έλεος και την πολλήν δύναμίν σου πάσιν ομολογώ».


Η μάνα η προστάτης όλων των Χριστιανών. «Χριστιανών η προστάτις Παρθένε μήτηρ Κυρίου».
Στη μάνα μας.


Στη μάνα του κόσμου αφήνουμε την ελπίδα μας και την απαντοχή μας πάντοτε και ιδιαίτερα τις δύσκολες αυτές ημέρες που διέρχεται η πατρίδα μας.


Στην Παναγία μας ανοίγουμε την καρδιά μας, όπως έλεγε η Οσία Σοφία της Κλεισούρας.


Την Παναγία παρακαλούμε με τα ιερά τροπάρια της Εκκλησίας μας, όπως συμβούλευε ο Γέροντας Παΐσιος προκειμένου να μας οδηγήσει στο Υιό και Θεό της.


Την Παναγία παρακαλούν και σήμερα πρόσωπα που εμείς δεν τους δίνουμε καμμία σημασία επαναλαμβάνοντας καθημερινά χιλιάδες φορές τον αρχαγγελικό χαιρετισμό, τό «Θεοτόκε Παρθένε».


Μαζί με όλη τη χορεία των Αγίων στη Βασιλεία των Ουρανών, μαζί με αυτούς που ζουν και σήμερα στο σκάμμα της ζωής και με τις προσευχές τους στηρίζουν τον κόσμο, την παρακαλούμε κι εμείς:
Για την Εκκλησία μας,
Για την πατρίδα μας,
Για τους ασθενείς που υποφέρουν.

Για τους αναγκεμένους αδελφούς μας,
Για τους χτυπημένους από τις μάστιγες της εποχής μας,
Για το αίμα που χύνεται στη Συρία, στην Αίγυπτο και σ΄ άλλες χώρες,
Για κάθε ανθρώπινη ψυχή που βρίσκεται σε κάθε ανάγκη.


Ας μιλήσει η Παναγία στις καρδιές των ισχυρών της γης.
Ας μιλήσει στις καρδιές όλων μας.
Ας μας διδάξει την ταπείνωση για να βρούμε τον χαμένο μας εαυτό.


Ας μας βοηθήσει να αποκτήσουμε και πάλι αυτό το οποίο χάσαμε, δηλαδή, την τροφή μας με την ζωοτρόφο και ζωογόνο Παράδοσή μας.


Παναγία μου, χαρά μου, παρηγορία μου, ελπίδα μου, αναπνοή μου, σώσον ημάς εκ πάσης περιστάσεως.

 

Δικαιοσύνη και Δικαιοσύνη

images

Του Γιώργου Κάκκουρα, Δρ. Θεολογίας

Υπάρχει δικαιοσύνη; Τι είδους δικαιοσύνη είναι, αν υπάρχει τελικά.

Πού τη βρίσκομαι; Ποιος την αποδίδει και πως; Αυτά και παρόμοια ερωτήματα αναφύονται, τον τελευταίο καιρό εντονότερα στον τόπο μας, μάλιστα μετά την οικονομική - στην κυριολεξία - καταστροφή που μας επέφεραν ντόπιοι και ξένοι, αλλά και τη δίκη για τη φονική έκρηξη στο Μαρί.

Επιπρόσθετα  τα καλοκαίρια στην Κύπρο σε οδηγούν χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια σε  πολλούς παρόμοιους ή και ίδιους συνειρμούς…

Κυπριακή εθνική τραγωδία (καλοκαίρι 1974), αεροπορική τραγωδία της ''Ήλιος''(Αύγουστος 2005), τραγωδία του Μαρί και όχι μόνο, (Ιούλιος 2011).

«Θρήνος και κλαυθμός και οδυρμός πολύς…»( Ματθ.2,18). Αδικία... πίκρα και θυμός…

Γενικότερα όμως μιλώντας θα λέγαμε πως αν εξετάσουμε όχι μόνο την κυπριακή κοινωνία αλλά αν ρίξουμε και μια ματιά  και σε παγκόσμια κλίμακα, ακόμα και στις διεθνείς σχέσεις των λαών, θα δούμε πως η δικαιοσύνη είναι ''λειψή'', για να μην αναφέρω πως ουσιαστικά δεν υπάρχει, δηλ. δεν αποδίδεται σε απόλυτο βαθμό (ο γράφων είναι παθών).

Εγκλήματα παντός είδους γίνονται καθημερινά παντού… μάλιστα κάποια χαρακτηρίζονται «ως τέλεια». Και οι εγκληματίες; Και οι ένοχοι;

Τις περισσότερες φορές - βλέπε απλά τις πιο πάνω τραγωδίες στην Κύπρο - δεν καταδικάζονται καθόλου.

Ή καταδικάζονται μερικοί μερικώς, χωρίς καν να ικανοποιείται στοιχειωδώς το περί δικαίου αίσθημα του λαού.

Κατά κοινή ομολογία και κατά κύριον λόγον, οι ένοχοι μένουν ασύλληπτοι, περιγελούν και περιπαίζουν τις αρχές και την κοινωνία και πολύ περισσότερο τα οποιαδήποτε θύματα και παθόντες.

Οι δράστες περιφέρονται ασύλληπτοι και καμιά φορά ανερυθρίαστα τιμώνται κιόλας. Και έτσι λοιπόν η δικαιοσύνη αναπάντεχα αποδεικνύεται ανίσχυρη…

Λένε πως η δικαιοσύνη μοιάζει με ένα αραχνόπανο που πιάνει μυγάκια αλλά οι σφήγκες το σχίζουν και περνούν…

Η απονομή δικαιοσύνης, από τα εντεταλμένα από τη νόμιμη πολιτεία όργανα, τη δικαστική αρχή π.χ. είναι κάτι το πολύ σημαντικό για την εύρυθμη λειτουργία των ανθρωπίνων κοινωνιών.

Η απόδοση ανθρώπινης δικαιοσύνης με νόμιμα μέσα είναι απαραίτητη. Και είναι δύσκολο και υπεύθυνο έργο.

Γι αυτό  και θα πρέπει να γίνεται με σοβαρότητα και προσοχή, για να αποφεύγονται μεγάλα και σοβαρά λάθη. (θα’ λεγα με «φόβο Θεού» καλύτερα, κατά τη βιβλική έννοια).

Ιδιαίτερα μάλιστα όταν αποδεχόμαστε πως η ανθρώπινη ζωή είναι δώρο Θεού και κανείς δεν έχει το δικαίωμα να την καταστρέφει με την ανευθυνότητα και τα λάθη του αφού ούτε και να την επαναφέρει οποιοσδήποτε είναι δυνατόν.

Ζώντας λοιπόν, σ αυτό που θεολογικά ονομάζομαι μεταπτωτική κοινωνία, πρέπει να επιδιώκεται η επικράτηση του δικαίου, ως απονομή της δικαιοσύνης και απαλλαγή της αδικίας αλλά και προστασίας όλων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Οι δικαστές, άνθρωποι και αυτοί πρέπει να τιμώνται αλλά και οι  ίδιοι πρέπει να τιμούν τη θέση τους και γιατί όχι να είναι κάτοχοι αυτού που οι Πατέρες της Εκκλησίας ονομάζουν αρετή της Διάκρισης.

Να σημειώσω λοιπόν και να υπενθυμίσω εδώ πως, ο Προφητικός λόγος, υπερακοντίζοντας τα οποιαδήποτε χρονικά και τοπικά  πλαίσια - γι' αυτό είναι πάντα διαχρονικός και επίκαιρος - απευθύνεται προς όλους: «δικαιοσύνην μάθετε οι ενοικούντες επί της γης».

Ελεγκτικός και ταυτόχρονα παρακλητικός ο λόγος  του Προφήτη ικανός να μιλήσει σ όλους τους ανθρώπους της γης, ασφαλώς και στους ανθρώπους αυτού του δύσμοιρου τόπου με τις πολλές τραγωδίες του και καταστροφές: «ἡ γὰρ ὁδὸς Κυρίου κρίσις· ἠλπίσαμεν ἐπὶ τῷ ὀνόματί σου καὶ ἐπὶ τῇ μνείᾳ, ᾗ ἐπιθυμεῖ ἡ ψυχὴ ἡμῶν. ἐκ νυκτὸς ὀρθρίζει τὸ πνεῦμα μου πρός σε, ὁ Θεός, διότι φῶς τὰ προστάγματά σου ἐπὶ τῆς γῆς. δικαιοσύνην μάθετε, οἱ ἐνοικοῦντες ἐπὶ τῆς γῆς»( Ησαΐας 26, 8-9).

Δε θα ήθελα βέβαια να νομισθεί πως εισηγούμαι σήμερα μια «δικαστική» ή και «ηθική δικαιοσύνη» στα πλαίσια της Αγίας Γραφής ειδικά και γενικά του Χριστιανισμού. Ασφαλώς και είναι αδύνατο.

Και δε θα διέφερε καθόλου από μια «ταλιμπανική» επιβολή μιας «χριστιανικής σαρίας». Όμως θα υποστήριζα πως, ο λόγος της Αγίας Γραφής και της χριστιανικής παράδοσης, περιλαμβάνει και κανόνες της ανθρώπινης δικαιοσύνης αλλά και ταυτόχρονα κείται και εκτός αυτής.

Και πολύ περισσότερο αναφέρεται στον βιβλικό - θεολογικό όρο δικαιοσύνη του Θεού. Ο όρος αυτός μάλιστα αντικρίζεται με μια διπλή ερμηνευτική δυναμική.

Και πρώτα πρώτα, το απλοϊκό αντίκρισμά της: οι ένοχοι και οι εγκληματίες που αποφεύγουν το νόμο και την απόδοση της ανθρώπινης δικαιοσύνης θα μείνουν ατιμώρητοι αιωνίως;

Η ανθρώπινη συνείδηση, το ένστικτο του δικαίου, δώρο Θεού που υπάρχει μέσα στον κάθε άνθρωπο, διαμαρτύρεται και αναμένει ότι, οπωσδήποτε θα έρθει μέρα πού οι κάθε είδους ένοχοι θα συλληφθούν στα δίχτυα της αδέκαστης  δικαιοσύνης.

Αυτή είναι η μια ερμηνευτική διάσταση  από του τι αναμένει ο άνθρωπος από τη θεία δικαιοσύνη. Από τη δίκαιη και αλάνθαστη κρίση του Θεού.

Η άλλη ερμηνευτική, όσο μπορούμε να την αναπτύξουμε στα πλαίσια ενός σύντομου άρθρου, θα λέγαμε πως συνοπτικά βρίσκεται στην επί του όρους ομιλία του Θεανθρώπου Χριστού (που ορισμένοι αρέσκονται να ονομάζουν ως τον Καταστατικό Χάρτη(!) του Χριστιανισμού).

Βρίσκεται πιο συγκεκριμένα στον τέταρτο μακαρισμό του Κυρίου: «μακάριοι οἱ πεινῶντες καὶ διψῶντες τὴν δικαιοσύνην, ὅτι αὐτοὶ χορτασθήσονται» (Ματθ.5,6).

Ο Χριστός μακαρίζει, δηλ. υπόσχεται αιώνια ευτυχία, πάντα με τη δική του θεία και πνευματική έννοια,  σ’ εκείνους που με σφοδρό εσωτερικό πόθο, σαν πεινασμένοι και διψασμένοι, επιθυμούν τη Δικαιοσύνη του Θεού, που σύμφωνα με την ορθόδοξη παράδοση ταυτίζεται με την τελειότητα, την απόκτηση των θείων αρετών.

Αυτοί είναι μακάριοι και που κατά Θεόν, αλλά και όσο κατά άνθρωπον δύνανται, θα χορτασθούν και θα ικανοποιήσουν τον πνευματικό τους πόθο.

Και βεβαίως, ενώ οι μακάριοι του Χριστού καλώς επιδιώκουν να καταστούν μακάριοι εδώ και τώρα, σίγουρα προσδοκούν αυτό πέρα από οποιαδήποτε προσωρινότητα, ατενίζοντας τα Έσχατα, τη Βασιλεία του Θεού, που είναι ασφαλώς και παρούσα και μέλλουσα, που είναι και ''εντός  ημών''  και προσδοκώμενη.


‘Έτσι λοιπόν, η απόδοση της ανθρώπινης δικαιοσύνης σύμφωνα και μ αυτή την ερμηνευτική, είναι ταυτόχρονα και θεία προτροπή με κοινωνική και παροντική διάσταση.

Τουλάχιστον το λιγότερο υποδεικνύει το καθήκον όλων για να μη καταστεί η κοινωνία μια ζούγκλα που κατατρύχεται ο αδύνατος και ποντιοπιλατικά αθωώνεται ο αιώνιος εγκληματικός τύπος του Βαρραβά.

Kαταληκτικά λοιπόν θα ‘λεγα πως, σύμφωνα με το θείο λόγο και τη θεία δικαιοσύνη, από το Βήμα της θεϊκής κρίσης θα αποδοθεί «πάσα δικαιοσύνη».

Έτσι θα χορτασθούν όλοι όσοι στον παρόντα ατελή κόσμο της ανθρώπινης αδικίας πείνασαν και δίψασαν τη δικαιοσύνη δηλ. κατεπέκταση τον Ίδιο τον Θεό. θα δουν τη ''Δικαία Κρίση'' χωρίς προσωποληψία και με δικαιοκρισία να αποδίδει  ότι ανήκει στον καθένα σύμφωνα «κατά τα έργα αυτού».

Η υπερένδοξη Μεταμόρφωση – Του Κυρίου Ιησού Χριστού και η σημασία της

images

Του Σεβ. Μητροπολίτου Καισαριανής κ. Δανιήλ

“ Τίνι γαρ ἑορτή καί πανήγυρις ; τίνι θυμηδία και ἀγαλλίασις, ἀλλ’ ἤ τοῖς φοβουμένοις τόν Κύριον…

Ἡμῖν εὐφροσύνη καί χαρά πᾶσα ἑόρτιος. Ἡμῖν ὁ Χριστός τάς ἑορτάς ἐκτετέλεκεν. οὐ γάρ ἐστίν χαίρειν τοῖς ἀσεβέσιν ” (PG 96, 545)

Ὁ Πρύτανης τῶν θεολόγων Πατέρων Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός μ’ αὐτούς τούς λόγους του στό προοίμιο τῆς ὁμιλίας του στήν θεία Μεταμόρφωσι τοῦ Σωτῆρος καλεῖ τούς πιστούς νά ἑορτάσουν πνευματικῶς τήν ὑπερένδοξη Μεταμόρφωσι τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ.

Στίς Δεσποτικές ἑορτές καί γενικῶς στίς ἑορτές τῆς Ἐκκλησίας μας χαίρονται “ οἱ φοβούμενοι τόν Κύριον, οἱ πορευόμενοι ἐν ταῖς ὁδοῖς αὐτοῦ  ” (Ψαλ. 127,1). Οἱ εὐσεβεῖς καί πιστοί ἄνθρωποι, ἀναγνωρίζουμε τίς γενόμενες ἀπό τόν Σωτῆρα μας εὐργεσίες γι’ αὐτό τιμοῦμε καί γεραίρουμε τούς λυτρωτικούς σταθμούς, τά ὁρόσημα, τῆς ἐπιγείου ζωῆς Του γιά τήν σημασία τήν ὁποία ἔχουν καί στήν προσωπική ζωή μας.

Ἀπαραίτητες ὅμως προϋποθέσεις γιά νά ἑορτάσουμε κατά τόν θεοφόρον Πατέρα εἶναι:

α) Νά ἀποθέσουμε ὅλο τό νέφος τῆς λύπης ἐκ τῶν γηίνων, τό ὁποῖο ἐπισκοτίζει τόν νοῦ μας καί δέν μᾶς ἀφήνει νά ὑψωθοῦμε στά αἰώνια καί ἐπουράνια.

β) Νά περιφρoνήσουμε τά ἐπίγεια, διότι τό πολίτευμα μας δέν εὑρίσκεται στήν γῆ.

Γράφει ὁ ἅγιος Πατέρας καί Διδάσκαλος τῆς εὐσεβοῦς πίστεως μας στό προοίμιο τοῦ ὡς ἄνω λόγου : “ Ἀποθώμεθα λύπης ἁπάσης νέφος ἐπισκοτούσης ἡμῖν τόν νοῦν, καί τοῦτον οὐκ ἐώσης πρός ὕψος ἐπαίρεσθαι. Πάντων τῶν γηίνων περιφρονήσωμεν, οὐκ ἐν γῇ γάρ ἡμῶν τό πολίτευμα. Πρός οὐρανόν τόν νοῦν ἐναποτείνωμεν, ὅθεν καί Σωτῆρα Χριστόν ἀπεκδεχόμεθα Κύριον ” (ἔνθ’ ἀνωτέρω).

Στήν ε΄ ἑορταστική Ἐπιστολή του ὁ Θεοδώρητος Κύρου θεωρεῖ, ὅτι οἱ Δεσποτικές ἑορτές εἶναι ὑποθέσεις εὐεργεσιῶν καί δωρεῶν καί δίδει σωτηριολογική διάστασι στίς ἑορτές τῆς Ἐκκλησίας μας : “ Φροντίσιν ἡμᾶς καί λύπαις μετά τήν ἁμαρτίαν συζεύξας ὁ δημιουργήσας Θεός παρέσχεν ἡμῖν παραμυθίας ψυχάς ἀφορμάς τάς θείας ἐν μέσῳ τεθεικώς ἑορτάς. Αἱ γάρ τούτων ὑποθέσεις καί τῶν θεοσδότων ἡμᾶς ἀναμιμνήσκουσιν δωρεῶν καί τήν παντελῆ τῶν ἀνιαρῶν προμηνύουσι λύσιν ” (Θεοδώρητος Κύρου, Ἐπιστολή Ἑορταστική Ε ΄, PG 83, 1180).

    α. Σταυρός καί Μεταμόρφωσι.

Ἀναζητοῦμε τήν πρώτη σημασία τοῦ γεγονότος τούτου στή θεανθρώπινη ζωή τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καί στό μυστήριο τῆς πίστεως καί τῆς σωτηρίας μας. Εἶναι ὁ διά τοῦ πάθους δοξασμός τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.

Ἡ μεταμόρφωσι τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἔγινε σέ μία ἀποφασιστική στιγμή τῆς ζωῆς καί τῆς σωτηρίου ἀποστολῆς Του. Ἀφοῦ ἀνεγνωρίσθη ἀπό τούς μαθητές Του ὡς Μεσσίας μέ τήν ὁμολογία τοῦ Πέτρου “ Σύ εἶ ὁ Χριστός, ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος ” (Ματθαίου ιστ΄ 16) ἀποκαλύπτει σ’ αὐτούς τόν τρόπο ἐκπληρώσεως τοῦ ἔργου Του : Ὁ δοξασμός Του θά εἶναι ἡ ἀνάστασι, γεγονός ὅμως τό ὁποῖο προϋποθέτει ἀπαραιτήτως νά διαβεῖ μέσα ἀπό τόν πόνο τοῦ σωτηρίου πάθους καί τόν ζωοποιό θάνατο Του.

Αὐτή ἡ συνάφεια δίδει στό γεγονός τήν σημασία, τήν ὁποία ἔχει μέσα στήν ζωή τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ (Χριστολογική σημασία) καί στήν καρποφορία του στή ζωή τοῦ χριστιανοῦ (σωτηριολογική σημασία). Νοηματοδεῖ τόν πνευματικό ἀγῶνα τῶν πιστῶν, οἱ ὁποῖοι ὑποχρεοῦνται νά αἴρουν τόν σταυρό καί νά ἀκολουθοῦν τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό,  ὁ Ὁποῖος εἶπε : “ Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ καί ἀκολουθήτω μοι” (Ματθ. ιστ΄ 24).

Ὁ μαθητής τοῦ Χριστοῦ ὀφείλει νά μιμεῖται τόν δάσκαλο του, κατά τόν σαφῆ λόγο Του “ οὐκ ἔστι δοῦλος μείζων τοῦ Κυρίου αὐτοῦ οὐδέ ἀπόστολος μείζων τοῦ πέμψαντος αὐτόν ” (Ἰωάννου ιγ΄ 16). Ὑποχρεοῦται νά θανατώνει τήν ἁμαρτία καί τά πάθη  “ εἰς τοῦτο γάρ ἐκλήθητε ὅτι καί Χριστός ἔπαθεν ὑπέρ ὑμῶν ὑμῖν ὑπολιμπάνων ὑπογραμμόν, ἵνα ἐπακολουθήσητε τοῖς ἴχνεσιν αὐτοῦ ” (Α΄ Πέτρου β΄ 21).

Αὐτό ἀκριβῶς τόν συσχετισμό ἐξέφρασε μέ τό βίωμά του ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ὅταν ἔγραψε στούς Ρωμαίους “Λογίζομαι γάρ ὅτι οὐκ ἄξια τά παθήματα τοῦ νῦν καιροῦ πρός τήν μέλλουσαν δόξαν ἀποκαλυφθῆναι εἰς ἡμᾶς ” (Ρωμαίους η΄ 18).

Κατά τήν ἔννοια αὐτή συνιστᾶται ἀπό τήν Γραφή ἡ ὑπομονή καί ἡ καρτερία στόν πνευματικό ἀγῶνα καί στίς θλίψεις τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς.

β. Οἱ μάρτυρες τοῦ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ μυστηρίου.

Ὁ Κύριος διαλέγει ὡς μάρτυρες τοῦ γεγονότος τούς μαθητές ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι θά γίνουν μάρτυρες τῆς ἀγωνίας Του στήν Γεθσημανῆ, τόν Πέτρο, τόν Ἰάκωβο καί τόν Ἰωάννη. Ὁ λόγος αὐτῆς τῆς ἐπιλογῆς ἑρμηνεύται στό κοντάκιο τῆς ἑορτῆς :

“Ἐπί τοῦ ὄρους μετεμορφώθης, καί ὡς ἐχώρουν οἱ μαθηταί σου τήν δόξαν σου, Χριστέ ὁ Θεός, ἐθεάσαντο˙ ἵνα, ὅταν σέ ἴδωσι σταυρούμενον, τό μέν πάθος νοήσωσιν ἑκούσιον, τῷ δέ κόσμῳ κηρύξωσιν ὅτι σύ ὑπάρχεις ἀληθῶς τοῦ Πατρός τό ἀπαύγασμα  ”.
Ὁ Κύριος ἐπέλεξε ἐπίσης ὡς μάρτυρες τοῦ γεγονότος ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι ἦσαν ἕτοιμοι νά δεχθοῦν τήν ἀποκάλυψι τῆς ἀληθείας, αὐτῆς δηλαδή τῆς θεότητος Του, τήν ὁποία ἐπίστευον καί ὡμολόγησαν.

Οἱ Ἀπόστολοι κατέγραψαν στά ἱερά κείμενα τους τήν μαρτυρία τους γιά τόν Ἰησοῦ Χριστό καί μᾶς τήν παρέδωσαν. Ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης ὁ θεολόγος γράφει περί τοῦ ἐνδόξου Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ "ἐθεασάμεθα τήν δόξαν αὐτοῦ, δόξαν ὡς Μονογενοῦς παρά πατρός πλήρης χάριτος καί ἀληθείας ” (Ἰωάννου α΄ 14). Καί εἰς τήν πρώτην καθολικήν Ἐπιστολήν γράφει : “ Ὁ ἦν ἀπ’ ἀρχῆς, ὅ ἀκηκόαμεν, ὅ ἑωράκαμεν τοῖς ὀφθαλμοῖς ἡμῶν, ὅ ἐθεσάμεθα καί αἱ χεῖρες ἡμῶν ἐψηλάφησαν περί τοῦ λόγου τῆς ζωῆς ” (Α΄ Ἰωάννου α΄ 1-2).

Ὁ κορυφαῖος τῶν Ἀποστόλων Ἀπόστολος Πέτρος βεβαιοῖ “ Οὐ γάρ σεσοφισμένοις μύθοις ἐξακολουθήσαντες ἐγνωρίσαμεν ὑμῖν τήν τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ δύναμιν καί παρουσίαν, ἀλλ’ ἐπόπται γενηθέντες τῆς ἐκείνου μεγαλειότητος. Λαβών γάρ  παρά Θεοῦ πατρός τιμήν καί δόξαν φωνῆς ἐνεχθείσης αὐτῷ τοιᾶσδε ὑπό τῆς μεγαλοπρεποῦς δόξης, οὗτος ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, εἰς ὅν ἐγώ εὐδόκησα ” (Β΄ Πέτρου α΄ 16-18).
Σ’ αὐτή τήν μαρτυρία θεμελιώθηκε ἡ Ἐκκλησία καί στηρίζεται ἡ σωτηρία μας.

γ. Οἱ θεοφάνειες στό Σινᾶ τῆς μεταμορφώσεως καί στό Χωρήβ.

Τά συμβαίνοντα στό ὄρος θυμίζουν τίς θεοφάνεις, τίς ὁποῖες εἶδαν μέ τά μάτια τους ὁ Μωυσῆς στό ὄρος Σινᾶ καί περιγράφεται στήν Ἔξοδο στό εἰκοστό τέταρτο κεφάλαιο στούς στίχους 15-19 : “ εἶπε δέ Κύριος πρός Μωυσῆν. Ἰδού ἐγώ παραγίνομαι πρός σέ ἐν στύλῳ νεφέλης, ἵνα ἀκούσῃ ὁ λαός λαλοῦντος μου πρός σέ καί σοί πιστεύσωσιν εἰς τόν αἰῶνα. ἀνήγγειλε δέ Μωυσῆς τά ρήματα τοῦ λαοῦ πρός Κύριον. εἶπε δέ Κύριος πρός Μωυσῆν.

Καταβάς διαμάρτυραι τῷ λαῷ καί ἅγνισον αὐτούς σήμερον καί αὔριον, καί πλυνάτωσαν τά ἱμάτια. καί ἔστωσαν ἕτοιμοι εἰς τήν ἡμέραν τήν τρίτην. τῇ γάρ ἡμέρᾳ τῇ τρίτῃ καταβήσεται Κύριος ἐπί τό ὄρος τό Σινά ἐναντίον παντός τοῦ λαοῦ ” (Ἔξοδος ιθ΄, 9 κ.ἕξ.) καί “ καί ἀνέβη Μωυσῆς καί Ἰησοῦς εἰς τό ὄρος, καί ἐκάλυψεν αὐτό  ἡ νεφέλη ἕξ ἡμέρας. καί ἐκάλεσε Κύριος τόν Μωυσῆν τῇ ἡμέρᾳ τῇ ἑβδόμῃ ἐκ μέσου τῆς νεφέλης. τό δέ εἶδος τῆς δόξης Κυρίου ὡσεί πῦρ φλέγον ἐπί τῆς κορυφῆς τοῦ ὄρους ἐναντίον τῶν υἱῶν Ἰσραήλ. καί εἰσῆλθε Μωυσῆς εἰς τό μέσον τῆς νεφέλης καί ἀνέβη εἰς τό ὄρος καί ἦν ἐκεῖ ἐν τῷ ὄρει τεσσαράκοντα ἡμέρας καί τεσσαράκοντα νύκτας ”.

Καί ὁ Ἠλίας στό ὄρος τοῦ Θεοῦ, τό Χωρήβ καί ἀναφέρεται στό Τρίτο Βιβλίο τῶν Βασιλειῶν στό κεφάλαιο 19 στούς στίχους 7-18 : “ καί ἐπέστρεψεν ὁ ἄγγελος κυρίου ἐκ δευτέρου καί ἥψατο αὐτοῦ καί εἶπεν αὐτῷ˙ ἀνάστα φάγε, ὅτι πολλή ἀπό σοῦ ἡ ὁδός.  Καί ἀνέστη καί ἔφαγε καί ἔπιε καί ἐπορεύθη ἐν τῇ ἰσχύϊ τῆς βρώσεως ἐκείνης τεσσαράκοντα ἡμέρας καί τεσσαράκοντα νύκτας ἕως ὄρους Χωρήβ καί εἰσῆλθεν ἐκεῖ εἰς τό σπήλαιον καί κατέλυσεν ἐκεῖ ˙ καί ἰδού ρῆμα Κυρίου πρός αὐτόν καί εἶπε τί σύ ἐνταῦθα Ἠλιού ; καί εἶπεν Ἠλιού ˙ ζηλῶν ἐζήλωκα τῷ Κυρίῳ παντοκράτορι, ὅτι ἐγκατέλιπόν σε οἱ υἱοί Ἰσραήλ˙ τά θυσιαστήριά σου κατέσκαψαν καί τούς προφήτας σου ἀπέκτειναν ἐν ρομφαίᾳ, καί ὑπολέλειμμαι ἐγώ μονώτατος, καί ζητοῦσι τήν ψυχήν μου λαβεῖν αὐτήν. καί εἶπεν ἐξελεύσῃ αὔριον καί στήσῃ ἐνώπιον Κυρίου ἐν τῷ ὄρει˙ ἰδού παρελεύσεται Κύριος καί ἰδού πνεῦμα μέγα κραταιόν διαλῦον ὄρη καί συντρίβον πέτρας ἐνώπιον Κυρίου, οὐκ ἐν τῷ πνεύματι Κύριος καί μετά τό πνεῦμα συσσεισμός οὐκ ἐν τῷ συσσεισμῷ Κύριος καί μετά τόν συσσεισμόν πῦρ οὐκ ἐν τῷ πυρί κύριος˙ καί μετά τό πῦρ φωνή αὔρας λεπτῆς κἀκεῖ Κύριος.

Καί ἐγένετο ὡς ἤκουσεν Ἠλιού, καί ἀπεκάλυψεν τό πρόσωπο αὐτοῦ ἐν τῆ μηλωτῇ ἑαυτοῦ καί ἐξῆλθε καί ἔστη ὑπό τό σπήλαιον˙ καί ἰδού πρός αὐτόν φωνή καί εἶπεν˙ τί σύ ἐνταῦθα Ἠλιού ; καί εἶπεν Ἠλιού ζηλῶν ἐζήλωκα  τῷ κυρίῳ παντοκράτορι ὅτι ἐγκατέλιπον τήν διαθήκην σου οἱ υἱοί Ἰσραήλ˙ τά θυσιαστηριά σου καθεῖλαν καί τούς προφήτας σου ἀπέκτειναν ἐν ρομφαίᾳ, καί ὑπολέλειμμαι ἐγώ μονώτατος, καί ζητοῦσι τήν ψυχήν μου λαβεῖν αὐτήν.

Καί εἶπεν Κύριος πρός αὐτόν˙ πορεύου, ἀνάστρεφε εἰς τήν ὁδόν σου καί ἥξεις εἰς τήν ὁδόν ἐρήμου Δαμασκοῦ καί χρίσεις τόν Ἀζαήλ εἰς βασιλέα τῆς Συρίας. Καί τόν Ἰού υἱόν Ναμεσί χρίσεις εἰς βασιλέα ἐπί Ἰσραήλ καί τόν Ἑλισαιέ υἱόν Σαφάτ χρίσεις εἰς προφήτην ἀντί σοῦ. καί ἔσται τόν σῳζόμενον ἐκ ρομαφαίας Ἀζαήλ θανατώσει Ἰού καί τόν σῳζόμενον ἐκ ρομφαίας Ἰού θανατώσει Ἑλισαιέ καί καταλείψεις ἐν Ἰσραήλ ἑπτά χιλιάδας ἀνδρῶν, πάντα γόνατα, ἅ οὐκ ὤκλασαν γόνυ τῷ Βάαλ καί πᾶν στόμα, ὅ οὐ προσεκύνησεν αὐτῷ  ”

Ὁ Θεός στίς θεοφάνειες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης κάνει αἰσθητή τήν παρουσία Του μιλώντας “ ἐκ μέσου τοῦ πυρός καί τῆς νεφέλης ” (Δευτερονόμιον ε΄ 2-5). Στήν μεταμόρφωσι ὁ Κύριος ἐμφανίζεται ἐπί παρουσίᾳ τοῦ Μωυσῆ καί τοῦ Ἠλία ἐνώπιον τῶν μαθητῶν Του ἀκτινοβολώντας τήν ἀπαστράπτουσα δόξα τῆς θεότητός Του.

Σταδιακῶς καί κατά τήν πρόθεσιν καί τήν δεκτικότητα τῶν ἀνθρώπων γίνεται ἡ ἀποκάλυψις τοῦ Θεοῦ ὥστόσο κατά τήν παροῦσα ζωήν “ βλέπομεν γάρ ἄρτι ἐν ἐσόπτρῳ καί αἰνίγματι, τότε δέ πρόσωπον πρός πρόσωπον ” (Α΄ Κορινθίους γ΄ 12).

δ. Τό δέος καί ἡ χαρά.

Ἡ θεαυγής δόξα προκαλεῖ τρόμο στούς μαθητές δηλαδή θρησκευτικό δέος ἀπό τήν παρουσία τοῦ θείου. Τό ἴδιο συναίσθημα ἐδημιουργεῖτο καί στίς ἄλλες περιπτώσεις, τίς ὁποῖες ἀναφέρει ἡ Ἁγία Γραφή καί κατά τίς ὁποῖες ὁ Θεός παρεμβαίνει μέ τήν παρουσία Του ἤ τούς ἀπεσταλμένους Του ἤ τίς ἐνέργειές Του στή ζωή καί στήν ἱστορία. Ἀναφέρεται λ.χ. στόν Εὐαγγελισμό τῆς Παρθένου Μαρίας “ ἡ δέ ἰδοῦσα διεταράχθη ἐπί τῷ λόγῳ αὐτοῦ καί διελογίζεται ποταπός εἴη ὁ ἀσπασμός οὗτος ” (Λουκᾶ α΄ 29). Ἔτσι καί οἱ μαθητές, ὅταν εἶδον μεταμορφωμένο καί ὑπερλάμποντα τόν Κύριο καί ἤκουσαν τήν φωνή ἐξ οὐρανοῦ “ ἔπεσαν ἐπί πρόσωπον αὐτῶν καί ἐφοβήθησαν σφόδρα ” (Ματθαίου ιζ΄ 6).

Ὁ Κύριος δέν ἐγκατέλειψεν τούς μαθητές Του νά βασανίζονται ἀπό τόν φόβο, γι’ αὐτό τούς ἐπλησίασε “ ἥψατο αὐτῶν καί εἶπεν. ἐγέρθητε καί μή φοβεῖσθε ” (Ματθαίου ιζ΄ 7).

Αὐτό συνήθως συμβαίνει σ’ ὅλες τίς ἔκτακτες καί θαυμαστές ἐπεμβάσεις καί ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ. Καί στόν Εὐαγγελισμό ὁ Ἀρχάγγελος καθησυχάζει τήν Παρθένο Μαρία καί διαλύει τούς φόβους καί τούς δισταγμούς Της λεγοντάς Της “ μή φοβοῦ Μαριάμ. εὗρες γαρ χάριν παρά τῷ Θεῷ ” (Λουκᾶ α΄ 30).

Διαπιστώνουμε, ὅτι ὁ Κύριος μας γνωρίζοντας τίς ὑπαρξιακές ἀδυναμίες μας δέν μᾶς συντρίβει μέ τό βάρος τῆς δυνάμεως Του, ἀλλά συγκαταβαίνει στήν ἀσθένεια τῆς φύσεως μας καί μᾶς ἐνισχύει γιά νά βιώσουμε τό γεγονός τῆς κοινωνίας μας μετ’ Αὐτοῦ. Μᾶς καθιστᾶ ἱκανούς γιά νά γίνουμε “ κοινωνοί θείας φύσεως ” (Β΄ Πέτρου α΄ 4).

Τά  συναισθήματα τῶν μαθητῶν ἀπό ὅσα συμβαίνουν καί βιώνουν εἶναι ἀνάμεικτα. Τό δέος διαδέχεται ἡ χαρά καί ὁ πόθος. Αὐτά ἐξέφρασε ἡ ἐπιθυμία τοῦ Πέτρου, ὅταν παρεκάλεσε τόν Κύριο “ Κύριε καλόν ἐστιν ἡμᾶς ᾧδε εἶναι ” (Ματθαίου ιζ΄ 4).

Οἱ Προφῆτες ἀνήγγειλαν, ὅτι αὐτό θά συνέβαινε στούς μεσσιανικούς καιρούς, ὅτι ὁ Θεός θά κατοικήσει μέ τούς δικούς Του κατά τόν λόγο τῆς Ἁγίας Γραφῆς “ Καθώς εἶπεν ὁ Θεός, ὅτι ἐνοικήσω ἐν αὐτοῖς καί ἐμπεριπατήσω καί ἔσομαι αὐτῶν Θεός καί αὐτού ἔσονταί μοι λαός ” (Β΄ Κορινθίους στ΄ 16). Κι αὐτό ζητοῦσε ὁ Πέτρος, ὁ ὁποῖος ὡμολόγησε τήν μεσσιανικότητα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀπό τόν Μεσσία Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, νά μείνουν μαζί Του.

Αὐτή τήν ὑπόσχεσι ἔδωσε ὁ Κύριος στούς μαθητές Του λίγο πρίν ἀποχωρισθεῖ ἀπ’ αὐτούς ἀποχαιρετώντας τους “ ἔρχομαι καί παραλήψομαι ὑμᾶς πρός ἐμαυτόν, ἵνα ὅπου εἰμί ἐγώ καί ὑμεῖς ἦτε. καί ὅπου ἐγώ ὑπάγω οἴδατε, καί τήν ὁδόν οἴδατε ” (Ἰωάννην ιδ΄ 4).

Μ’ αὐτή τήν προσδοκία ζοῦν οἱ πιστοί καί ἀγωνίζονται τόν καλόν ἀγῶνα τῆς κλήσεως καί τῆς πίστεως τους, ἵνα κατά τόν ἀποστολικό λόγο “ οὕτω πάντοτε σύν Κυρίῳ ἐσόμεθα ” (Α΄ Θεσσαλονικεῖς δ΄ 17). 

ε. Μεταμόρφωσι καί Δευτέρα Παρουσία.

Ἡ μεταμόρφωσι εἶναι μία εἰκόνα τῆς Δευτέρας Παρουσίας, ὅταν ὁ Χριστός θά φανερωθεῖ. Σ’ αὐτή τήν φανέρωσι ἀναφέρεται ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γράφων “ ὅταν ὁ Χριστός φανερωθεῖ, ἡ ζωή ἡμῶν, τότε καί ὑμεῖς σύν αὐτῷ φανερωθήσεσθε ἐν δόξῃ ” (Κολοσσαεῖς γ΄ 4).

Σ’ αὐτή τήν ἔνδοξη κατάστασι τῶν δικαίων ἀνεφέρθη προφητικῶς ὁ Κύριος εἰπών “ τότε οἱ δίκαιοι ἐκλάμψουσιν ὡς ὁ ἥλιος ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ πατρός αὐτῶν ” (Ματθαίου ιγ΄ 43).

Αὐτό τό ἐσχατολογικό νόημα δίδει ἡ πατερική ἑρμηνευτική στό ψαλμικό “ ὁ Θεός ἔστι ἐν συναγωγῇ θεῶν. ἐν μέσῳ δέ Θεούς διακρινεῖ” (Ψαλμ. 81 (82) 1).

Ἡ μεταμόρφωσι στήν Ἐκκλησία προδηλώνει τόν μελλοντικό αἰῶνα, τό μυστήριο τῆς ὀγδόης ἡμέρας, γιατί τότε ὅλοι οἱ ἅγιοι θά μετέχουν στήν δόξα τοῦ Θεοῦ αἰωνίως, ὅπως τήν εἶδαν “καθώς ἠδύναντο” δι’ ὀλίγον οἱ Ἀπόστολοι στό Θαβώρ.

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός ἐξηγῶν στήν ὁμιλία του στήν Μεταμόρφωσι τόν λόγο γιά τόν ὁποῖο ἔγινε ἡ Μεταμόρφωσι μετά ὀκτώ ἡμέρας ἀπό τούς λόγους τοῦ Κυρίου, ὅπως γράφει ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς (θ΄ 28-36), διδάσκει ὅτι : “ Ἑπτά αἰῶσιν ὁ παρών συμπεραίνεται βίος, ὀγδόη δέ ἡ μέλλουσα βιοτή ἀνηγόρευται, ὡς ὁ μέγας θεολόγος Γρηγόριος ἔφησε (Λόγος εἰς τήν Πεντηκοστήν PG 36,432), τό Σολομώντειον ρητόν (Ἐκκλησιαστής ια΄ 2) ἐξηγούμενος, δοῦναι μερίδα τοῖς ἑπτά τῷ παρόντι βίῳ, φάσκων, καί γε τοῖς ὀκτώ τῷ μέλλοντι˙ ἔδει δέ ἐν τῇ ὀγδόῃ τά τῆς ὀγδόης ἀποκαλύπτεσθαι τοῖς τελείοις˙ ὡς γάρ ὁ θεῖος ὄντως καί θεηγόρος Διονύσιος ἔλεξεν˙ οὕτως ὁ Δεσπότης ὀφθήσεται τοῖς ἑαυτοῦ τελείοις θεράπουσιν, ὅν τρόπον ἐν ὄρει Θαβώρ τοῖς  Ἀποστόλοις τεθέαται ” (PG 96, 530).

Πανηγυρίζει δέ καί ὁ θεῖος Γρηγόριος Παλαμᾶς στήν ὁμιλία του στήν Μεταμόρφωσι “ Διά τί γάρ ὁ μέν (ἤτοι ὁ Ματθαῖος) μετά ἕξ ἡμέρας εἶπεν, ὁ δέ (ἤτοι ὁ Λουκᾶς) ὑπερέβη καί τήν ἑβδόμην τῆς ὀγδόης μνησθείς ; Διότι τό μέγα θέαμα τοῦ φωτός τῆς τοῦ Κυρίου Μεταμορφώσεως τῆς ὀγδόης (ἤτοι τοῦ μέλλοντος αἰῶνος) ἐστί μυστήριον ˙ κατά τήν ὀγδόην γάρ δυνάμει κράτος ἐνεργείας ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἀναφαίνεται ” (Ε.Π.Ε. τ. 10, § 6, σ. 362).

Ἡ Ἐκκλησία ὑπενθυμίζει καθημερινῶς τήν μελλοντική δόξα στούς ἀγωνιζομένους πιστούς γιά νά ἐγκαρτεροῦν στούς πειρασμούς, δεικνύουσα εἰς ποίαν κατάστασιν θά ἔλθουν ἐπιβεβαιώνουσα, ὅτι “ οἱ τῷ ὕψει τῶν ἀρετῶν διαλάμψαντες, καί τῆς ἐνθέου δόξης ἀξιωθήσονται” (τρίτο ἑσπέριο στιχηρό τροπάριο τῆς ἑορτῆς).

Πάντως ἡ δόξα τῆς Μεταμορφώσεως δέν εἶναι ἡ δόξα τῆς ἐσχάτης Ἡμέρας. Ἡ ἀκτινοβολία της περιορίζεται μόνο στά ἐνδύματα καί στό πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ, ὅπως στήν Παλαιά Διαθήκη ἔδινε λάμψι στό πρόσωπο τοῦ Μωυσῆ (Ἑξόδου λδ΄ 29 ἑξῆς καί 35). Εἶναι ἡ δόξα τοῦ Χριστοῦ (Λουκᾶ θ΄ 32), τοῦ ἀγαπημένου Υἱοῦ, ὅπως τό ἐδήλωσε ἡ φωνή “ ἐκ τῆς νεφέλης”.

στ. Ἡ πατρική φωνή “ Αὐτοῦ ἀκούετε ” (Ματθαίου ιζ΄ 5).

Ἡ ἐνηχηθεῖσα, ἡ ἀκουσθεῖσα ἀπό τούς Ἀποστόλους, φωνή ἐπικυρώνει τήν ἀποκαλυψι, τήν ὁποία ἔκανε ὁ Ἰησοῦς Χριστός στούς μαθητές Του, ἡ ὁποία εἶναι καί τό ἀντικείμενο τῆς συνομιλίας Του μέ τούς προκρίτους τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, τόν Μωυσῆ καί τόν Ἠλία. Πρόκειται γιά τήν  “ ἔξοδον αὐτοῦ, ἥν ἔμελλεν πληροῦν ἐν Ἰερουσαλήμ ” (Λουκᾶ θ΄ 31).

Ἡ θεία φωνή προστάζει νά ἀκοῦμε Αὐτόν, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ Υἱός, ὁ Ἐκλεκτός τοῦ Θεοῦ (Λουκᾶ θ΄ 35).

Ἡ φωνή, ἡ ὁποία ἀντήχησε στό “ ὄρος τό ὑψηλόν ” (Ματθαίου ιζ΄ 1) στό νέο Σινᾶ, ἀποκαλύπτει, ὅτι ἕνας νέος Νόμος θά ἀντικαταστήσει τό Νόμο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Εἶναι ὁ “ Νόμος τῆς πίστεως ”, τόν ὁποῖο ἀναλύει θεολογικῶς ὁ οὐρανοβάμων Ἀπόστολος Παῦλος στίς ἐπιστολές του, ἰδιαιτέρως δέ στά κεφάλαια γ΄ 21 καί ἑξῆς, δ΄ καί ε΄. Κατά τόν Νόμο αὐτό “ πάντες γάρ ἥμαρτον καί ὑστεροῦνται τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ, δικαιούμενοι δωρεάν τῇ αὐτοῦ χάριτι διά τῆς ἀπολυτρώσεως τῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ...ἐπείπερ εἷς ὁ Θεός , ὅς δικαιώσει περιτομήν ἐκ πίστεως καί ἀκροβυστίαν διά τῆς πίστεως. Νόμον οὖν καταργοῦμεν διά τῆς πίστεως ; μή γένοιτο, ἀλλά νόμον ἱστῶμεν ” (Ρωμαίους γ΄ 23, 30-31).

Ἡ φωνή αὐτή ἀκόμη ὑπενθυμίζει τρεῖς προφητεῖες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης :

Ἡ πρώτη ἀφορᾶ στό Μεσσία καί τήν θεία υἱοθεσία Του : “ Κύριος εἶπεν πρός μέ Υἱός μου εἶ σύ, ἐγώ σήμερον γεγέννηκά σέ ” (Ψαλμός β΄ 7).

Ἡ δεύτερη ἀναφέρεται στό Δοῦλο τοῦ Θεοῦ τόν Ἐκλεκτό Του : “Ἰακώβ ὁ παῖς μου, ἀντιλήψομαι αὐτοῦ. Ἰσραήλ ὁ ἐκλεκτός μου, προσεδέξατο αὐτόν ἡ ψυχήν μου. Ἔδωκα τό πνεῦμα μου ἐπ’ αὐτόν, κρίσιν τοῖς ἔθνεσιν ἐξοίσει ” (Ἡσαΐου μβ΄ 1).

Ἡ τρίτη ἀναγγέλλει τόν νέο Μωϋσῆ :  “Προφήτην…ὡς ἐμέ ἀναστήση σοι Κύριος ὁ Θεός σου αὐτοῦ ἀκούεσθε ” (Δευτερονόμιον ιη΄ 15).

Ἡ προφητεία αὐτή σχετίζεται μέ τό λόγο τοῦ εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου α΄ 17 : “ὅτι ὁ νόμος διά Μωϋσέως ἐδόθη, ἡ χάρις καί ἡ ἀλήθεια διά Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐγένετο ”.

Νά ἀκούει ὁ ἄνθρωπος τόν Προφήτην σημαίνει νά ἀκούει τόν σαρκωμένο Λόγο, στό πρόσωπο τοῦ Ὁποίου ὁ πιστός ἀτενίζει τήν δόξα τοῦ Θεοῦ (Ἰωάννου α΄ 14)

ζ. Χριστολογική σημασία τοῦ γεγονότος.

Ἡ μεταμόρφωσι ἐπιβεβαιώνει τήν ὁμολογία τῆς Καισαρείας (Μάρκου η΄ 29) καί καθιερώνει τήν ἀποκάλυψι τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου, ὁ Ὁποῖος πάσχει καί δοξάζεται καί τοῦ Ὁποίου ὁ θάνατος καί ἡ ἀνάστασι θά εἶναι ἡ ἐκπλήρωσι τῶν Γραφῶν.

Ἡ μεταμόρφωσι ἀποκαλύπτει τό πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ, τοῦ ἀγαπημένου καί ὑπερβατικοῦ Υἱοῦ, ὁ Ὁποῖος κατέχει τήν ἴδια τήν δόξα τοῦ Θεοῦ.

Ἡ μεταμόρφωσι φανερώνει τόν Ἰησοῦ καί τόν λόγο Του ὡς νέο Νόμο.

Προπορεύεται καί εἰκονίζει τό γεγονός τοῦ Πάσχα, τό ὁποῖο διά τῆς ὁδοῦ τοῦ σταυροῦ, θά ὁδηγήσει τό Χριστό στό ἀποκορύφωμα τῆς δόξης Του καί τοῦ υἱικοῦ ἀξιώματός Του.

Αὐτή ἡ προκαταβολική ἐμπειρία τῆς δόξης τοῦ Χριστοῦ ἔχει σκοπό νά στηρίξει τούς μαθητές γιά νά συμμετάσχουν στό μυστήριο τῆς ἄρσεως τοῦ σταυροῦ.   

η.Κλῆσις καί πορεία μεταμορφώσεως.

“ Ἡμεῖς δέ πάντες ἀνακεκαλυμένῳ προσώπῳ τήν δόξαν Κυρίου κατοπτριζόμενοι τήν αὐτήν, εἰκόνα μεταμορφούμεθα ἀπό δόξης εἰς δόξαν, καθάπερ ἀπό Κυρίου Πνεύματος ” (Β΄ Κορινθίους γ΄ 18).

Οἱ πιστοί ἀφοῦ διά τοῦ βαπτίσματος ἐγενόμεθα μέτοχοι στό μυστήριο τοῦ θανάτου καί τῆς ἀναστάσεως, τό ὁποῖο προεικονίζει ἡ μεταμόρφωσι, καλούμεθα ἤδη ἀπό τώρα νά μεταμορφωνόμεθα συνεχῶς ὁλοέν καί περισσότερο μέ τήν χάρι τοῦ Κυρίου, ἕως ὅτου νά μεταμορφωθοῦμε ἐντελῶς καί πνευματικῶς στή δευτέρα Παρουσία τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ κατά τό Φιλιππησίους γ΄ 21 : “ ἡμῶν γάρ τό πολίτευμα ἐν οὐρανοῖς ὑπάρχει, ἐξ οὗ καί σωτῆρα ἀπεκδεχόμεθα Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, ὅς μετασχηματίσει τό σῶμα τῆς ταπεινώσεως ἡμῶν εἰς τό γενέσθαι αὐτό σύμμορφον τῷ σώματι τῆς δόξης αὐτοῦ κατά τήν ἐνέργειαν τοῦ δύνασθαι αὐτόν καί ὑποτάξαι αὐτῷ τά πάντα ”.

Μέσα στήν ἐπίγεια συμμετοχή τους στά πάθη τοῦ Χριστοῦ, κάθε αὐθεντική συνάντησι μέ τόν Κύριο  Ἰησοῦ διαδραματίζει τόν ἴδιο ρόλο στηρίζει τήν πίστι μας, ὅπως ἡ Μεταμόρφωσις ἐστήριξε τήν πίστι τῶν μαθητῶν.

θ. Ὁ θεῖος ἔρως.

Ἡ δόξα  τῆς Μεταμορφώσεως γεννᾶ στή ψυχή τῶν πιστῶν τόν θεῖον ἔρωτα, ὁ ὁποῖος ἀναφέρεται στό τελευταῖο τροπάριο τῆς θ΄ ᾠδῆς τοῦ δευτέρου κανόνα τῆς ἑορτῆς τῆ Μεταμορφώσεως “ Ἔθελξας πόθῳ με, Χριστέ, καί ἠλλοίωσας τῷ θείῳ Σου ἔρωτι, ἀλλά κατάφλεξον πυρί ἀΰλῳ τάς ἁμαρτίας μου, καί ἐμπλησθῆναι τῆς ἐν Σοί τρυφῆς καταξίωσον, ἵνα τά δύο σκιρτῶν μεγαλύνῳ, ἀγαθέ, παρουσίας Σου ”.

Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός ἀναφερόμενος στόν ἐνθουσιασμό τοῦ Πέτρου ἀπό τήν ἐμπειρία τῆς μεταμορφώσεως τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ γράφει στό λόγο  του στήν Μεταμόρφωσι τά ἑξῆς πανηγυρικότατα καί γλυκύτατα : “Καλόν ἡμᾶς ᾦδε εἶναι τῷ Κυρίῳ ἔφησε˙ τίς γάρ ζόφον φωτός ἀνταλάσσεται ;  ὁρᾶτε τόν ἥλιον τοῦτον, ὡς καλός, ὡς ὡραῖος, ὡς ἡδύς, ὡς ποθεινός ἐξαστράπτων καί ἔκλαμπρος, καί τήν ζωήν, ὡς γλυκεῖα τε  καί ἀπέραστος, ἧς πάντες ἀντέχονται, καί πάντα δρῶσιν, ὡς ἄν ταύτης μή ἀστοχήσαιεν ; πόσῳ μᾶλλον δοκεῖτε τό αὐτοφῶς, ἐξ οὗ φῶς ἅπαν φωτίζεται, ποθεινότερον ; καί πόσῳ γλυκυτέρα ἡ αὐτοζωή, ἐξ ἧς ἅπασα ζωή ζωοῦται καί μεταδίδοται, ἐν ᾖ πάντες ζῶμεν καί κινούμεθα καί ἐσμέν ; οὐχ ὅλος γλυκασμός (ὁ Χριστός) ; οὐχ ὅλος ἐπιθυμία ; οὐκ ἔστι λόγος, οὐκ ἔννοια τῆς ὑπεροχῆς τό μέτρον εἰκάζουσα˙ τοῦτο τό φῶς κατά πάσης τῆς φύσεως ἔχει τά νικητήρια˙ αὕτη ἡ ζωή ἡ τόν Κόσμον νικήσασα  ” (PG 96, 569B).

Λέγει δέ καί τά ἑξῆς ἐρωτοληπτικά ὁ Μακάριος Χρυσοκέφαλος, Ἀρχιεπίσκοπος Φιλαδελφείας στόν λόγο του στήν θεία Μεταμόρφωσι : “ Τί δέ ποθεινότερον τῆς θεϊκῆς αὐτοῦ δόξης ; οὐδέν τοῦ φωτός ἐκείνου γλυκύτερον, ἐξ οὗ φωτίζεται φωτιστική πᾶσα Ἀγγέλων τε καί ἀνθρώπων ταξιαρχία˙ οὐδέν τῆς ζωῆς ἐκείνης ἐρασμιώτερον, ἐν ᾗ πάντες ζῶμεν καί κινούμεθα καί ἐσμέν˙ οὐδέν ἡδύτερον τῆς ἀειζώου καλλονῆς˙ οὐδέν τερπνότερον τῆς ἀλήκτου εὐφροσύνης˙ οὐδέν ποθεινότερον τῆς ἀϊδίου χαρᾶς, τῆς πανευπρεποῦς εὐπρέπειας, καί τῆς ἀπεράντου μακαριότητος ” (Μακαρίου Χρυσοκεφάλου, Ἀρχιεπισκόπου Φιλαδελφείας, Λόγοι Πανηγυρικοί 14, ἔκδοσις Β. Ρηγοπούλου, Θεσσαλονίκη 1989, σ. 416 ).

ι. Τό καθῆκον τῶν πιστῶν.

Διά τό καθῆκον τῶν πιστῶν παραθέτουμε τούς λόγους τοῦ Μακαρίου Χρυσοκεφάλου Ἀρχιεπισκόπου Φιλαδελφείας εἰς τήν ἑορτήν :

“ Πίστεως οὖν ἡμῖν χρεία˙ πίστεως εἰλικρινοῦς, καί βίου λάμποντος, καί φαιδροῦ ˙ καί διά τοῦτο φωτίσωμεν ἑαυτοῖς φῶς γνώσεως ὡς ἔτι καιρός κατά τόν ἱερόν Ὠσηέ˙ καί περιπατήσωμεν ὡς τέκνα φωτός κατά τόν θεῖον Ἀπόστολον ˙ εὐαρεστήσωμεν ἐναντίον Κυρίου, ἐν φωτί ζώντων, καί ἐργασίᾳ τῶν αὐτοῦ προσταγμάτων, τηλαυγής γάρ ἡ ἐντολή Κυρίου˙ ἀνακαύσωμεν τήν φλόγα τῆς πρός Θεόν ἀγάπης, ἀναρριπίζοντος τοῦ ἀγαθοῦ Πνεύματος˙ καί ἀνάψωμεν τό πῦρ, ὅ ὁ Χριστός ἦλθε βαλεῖν ἐπί τῆς γῆς ˙ ἵνα τήν ἀειφανῆ, καί ἄδυτον αὐτοῦ λαμπρότητα κατοπτεύσωμεν ”.

“ Γενώμεθα τοιγαροῦν ὅλοι τῆς πανηγύρεως ˙ καί τιμήσωμεν ˙ τήν Χριστoῦ Μεταμόρφωσιν, ἔργοις, καί λόγοις, τήν καλήν ἀλλοίωσιν ἀλλοιούμενοι ˙ ἥν ἡ δεξιά τοῦ ὑψίστου χαρίζεται, καί ἀπό δόξης τῆς τῶν ὕμνων προσαγωγῆς εἰς δόξαν μεταμορφούμενοι τῆς ἀρίστης πολιτείας ˙ καρποφορήσωμεν τῇ ἑορτῇ  τήν τοῦ βίου εὐπρέπειαν. ρίψωμεν τά φαινόμενα, ὅτι  πρόσκαιρα ˙ βλέψωμεν πρός τά νοούμενα, ὅτι αἰώνια˙ ἁψώμεθα τῆς πρός ταῦτα φερούσης ˙ καί τό περί τόν δεσπότην πυρσεύοντες φίλτρον διά πασῶν μέν ὁδεύσωμεν τῶν αὐτοῦ παιδεύσεων ˙ ἅς δή ποιῶν τε, καί διδάσκων ἐξέθετο ˙ διά πασῶν δέ ὑμνήσωμεν τῶν μεγαλουργιῶν αὐτοῦ ˙ ἅς δή καί ἀθετούμενος ἐξειργάσατο ˙ ἀπονεκρώσωμεν τάς φθοροποιούς τῶν ἡδονῶν ἐπιθυμίας, καί τάς ἀπρεπεῖς τοῦ θυμοῦ κατευνάσωμεν ὑλακάς ˙ καταφρονήσωμεν τῶν παρόντων, ὡς ρεόντων ˙ ἐπιθυμήσωμεν τῶν μελλόντων, ὡς μενόντων ˙ τά μή σαλευόμενα τῶν κινουμένων, τά ἑστῶτα τῶν φευγόντων προτιμήσωμεν ˙ καί ἵνα ἐκεῖνα κτησώμεθα, ταῦτα ἀποκτησώμεθα ˙ βραχύς ὁ βίος ˙ μακρά ἡ ἀντίδοσις ˙ πραγματευσώμεθα τόν καιρόν ˙ ἐκ τῆς παροικίας εἰς τήν κατοικίαν μετασκευασώμεθα ˙ ὠνησώμεθα τοῖς φθειρομένοις, τά ἄφθαρτα ˙ τοῖς διαρρέουσι, τά ἀΐδια ˙ θησαυρίσωμεν ἑαυτοῖς τήν ἐκεῖθεν λαμπρότητα ˙ δῶμεν τι μικρόν ἐνταῦθα, ἵν’ ἐκεῖ τό μεῖζον λάβωμεν ˙ μᾶλλον δέ καί πάντα δῶμεν ὑπέρ τοῦ πάντα χαρισαμένου, καί ἑαυτόν ὑπέρ πάντων δεδωκότος ˙ πάντα δῶμεν Θεῷ, παρ’ οὗ τά πάντα, ἵνα Θεόν ἀντί πάντων κερδήσωμεν ˙ συγχωρήσωμεν, ἵνα συγχωρηθῶμεν ˙ ἀφήσωμεν, ἵνα τύχωμεν ἀφέσεως ˙ μηδέν ἔμπροσθεν θήσωμεν Θεοῦ, καί τῆς ἐκ Θεοῦ λαμπρότητος. ἀλλά σπουδῇ πάσῃ γενώμεθα καθαροί τῇ καρδίᾳ, καί εἰς ὄρος ἀπαθείας ἀναδράμωμεν, ὑψωθέντες ὡς ἐνόν κάτωθεν, ἵνα Χριστόν δοξαζόμενον προσβλέψωμεν, τόν κατελθόντα δι’ ἡμᾶς ἄνωθεν ˙ ἐκκαθάρωμεν τῆς ψυχῆς τό ὀπτικόν, ἵνα τῆς ὑπέρ νοῦν θεοπτίας ἀξιωθῶμεν ” (ἔνθ’ ἀνωτέρω σελ. 423-424).

Μισθοί κληρικών – εκκλησιαστική περιουσία – μερικές αλήθειες

images

Υπό Αντωνίου Κασιμάτη, Δικηγόρου
Νομικού Συμβούλου Ι. Μητροπόλεως Πειραιώς

Κάθε φορά που θέλει η εξουσία να αποπροσανατολίσει από τα καυτά και υπαρκτά προβλήματα που η ίδια δημιούργησε, επανέρχεται στην επικαιρότητα η εκκλησιαστική περιουσία και η από το κράτος μισθοδοσία των Ιερέων.

Κραυγές λαϊκισμού ακούγονται για το πως είναι δυνατόν η Εκκλησία να διαθέτει τεράστια ακίνητη περιουσία, πώς ανέχεται η Πολιτεία να αμείβει αυτή τους Ιερείς και ως επιστέγασμα των κραυγών έρχεται η επωδός περί χωρισμού Εκκλησίας και κράτους.

Ας εξετάσουμε μέσα από την πορεία του χρόνου πώς έχουν τα πράγματα αναφορικά προς την μισθοδοσία του Κλήρου :

1.- ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ

Μετά την απελευθέρωση και τη δημιουργία του ελληνικού κράτους (1828), με διάφορα νομοθετήματα επιβάλλεται κατά καιρούς η αναγκαστική απαλλοτρίωση τμημάτων της εκκλησιαστικής περιουσίας.

1α.- Στις 18 Ιανουαρίου 1833 η αντιβασιλεία του Όθωνα έφθασε στην Ελλάδα και με βασιλικά διατάγματα του 1833 και 1834 απεφάσισε τη διάλυση 400 περίπου Μοναστηριών. Η περιουσία τους περιήλθε στο δημόσιο και τα διατηρούμενα (μοναστήρια) φορολογήθηκαν. Ομοίως η περιουσία των ενοριακών ναών περιήλθε στους Δήμους. Αναφέρουν τα πρακτικά της Επιτροπής : «Εκρίθησαν επάναγκες, οι μεν επίσκοποι να μισθοδοτώνται αυτάρκως και αναλόγως του χαρακτήρος των κατ’ ευθείαν παρά της Κυβερνήσεως.., οι δε πρεσβύτεροι διάκονοι και λοιποί υπηρέται των Εκκλησιών, κυρίως μεν παρά των Κοινοτήτων. όταν δε οι πόροι της Κοινότητος δεν εξαρκούν, η Κυβέρνησις να αναπληροί το ελλείπον από των προειρημένων πόρων». (Πρακτικά 26 Απριλίου 1833). Το μόνο αποτέλεσμα ήταν η αρπαγή της εκκλησιαστικής περιουσίας και η πώληση ιερών σκευών και κειμηλίων στα παζάρια.

1β.- Στις 13 Οκτωβρίου 1834 δημοσιεύθηκε το Διάταγμα «περί συστάσεως Εκκλησιαστικού Ταμείου». Σύντομα το Εκκλησιαστικό Ταμείο είχε ξεφύγει από τον αρχικό σκοπό χωρίς ΚΑΜΙΑ οικονομική συμπαράσταση του κλήρου. Η Πολιτεία για να καλύψει τα ακάλυπτα προέβη σε δήθεν μεταρρύθμιση και

1γ.- Στις 13 Ιανουαρίου 1838 εξέδωσε διάταγμα «Περί διαλύσεως της Επιτροπής του Εκκλησιαστικού Ταμείου». Με το διάταγμα αυτό για λόγους οικονομίας οι αρμοδιότητες της προηγουμένης Ειδικής Επιτροπής περιέχονται «εις την επί των εκκλησιαστικών Γραμματείαν».

1δ.- Ενδιάμεσα, με το Βασιλικό Διάταγμα της 20.5/1.6.1836 «περί εκκλησιαστικών κτημάτων» έγινε αναγκαστική απαλλοτρίωση (χωρίς καταβολή αντιτίμου) και άλλων τεραστίων σε έκταση κτημάτων και των σε λειτουργία Μονών, δήθεν «χάριν θεαρέστων έργων και προς οικοδομήν ιερών και αγαθοεργών καταστημάτων» (βλέπε Κων. Μ. Ράλλη, Το αναπαλλοτρίωτον της εκκλησ. περιουσίας, 1903, σσ. 28-30, 51-52). Στην περιουσία που απέμεινε επιβλήθηκε βαρύτατη έμμεση φορολογία, που όταν αυτή δεν ήταν δυνατόν να καταβληθεί, οδηγούσε σε δημόσιους πλειστηριασμούς!

1ε.- Στις 29 Απριλίου 1843 με άλλο Διάταγμα η όλη κινητή και ακίνητη εκκλησιαστική περιουσία περιέρχεται στο Δημόσιο του οποίου η επί των οικονομικών Γραμματεία αναλαμβάνει όλες τις οικονομικές υποχρεώσεις «αποκλειστικώς εις την βελτίωσιν του κλήρου… καθόσον, η της υπηρεσίας ταύτης ειδικότης εγγυάται πληρεστέραν εις αυτήν επιτυχίαν».

Δεν συμπληρώθηκαν 10 χρόνια ζωής του Εκκλησιαστικού Ταμείου και μία τεράστια Εκκλησιαστική περιουσία ενθυλακώθηκε από το Κράτος (πάντοτε αφερέγγυο) και σπαταλήθηκε χωρίς να ανταποκριθεί το κράτος ούτε κατ’ελάχιστον στις βασικές υποχρεώσεις του απέναντι στον εφημεριακό κλήρο.

2.- 20ος ΑΙΩΝΑΣ ΚΑΙ ΕΩΣ ΤΟΥ 1945

Στον 20ο αιώνα η απαλλοτριωτική «μανία» εξακολούθησε σε βάρος της εκκλησιαστικής περιουσίας. Έτσι, με τους Νόμους 1072/1917 και 2050/1920 (γνωστό ως «αγροτικό νόμο»), αλλά και άλλους που ακολούθησαν (π.χ. 2189), επιβλήθηκε η αναγκαστική απαλλοτρίωση μοναστηριακών κτημάτων, άλλοτε για την αποκατάσταση προσφύγων ή ακτημόνων και άλλοτε –αόριστα– για λόγους «προφανούς ανάγκης και δημοσίας ωφελείας».

Σημειώνουμε όσα αποκαλυπτικά αναφέρονται στο υπ’ αρ. 976/780/18.4.1947 έγγραφο του Ο.Δ.Ε.Π. προς τη Γεν. Διεύθυνση Δημόσιου Λογιστικού του υπουργείου Οικονομικών, για το μέγεθος της απαλλοτριωτικής επιβολής του Κράτους: Από το 1917 ως το 1930 απαλλοτριώθηκαν εκκλησιαστικές εκτάσεις αξίας άνω του 1.000.000.000 προπολεμικών δραχμών. Το Κράτος καθόρισε αυτό το αντίτιμο, κατέβαλε στο Γενικό Εκκλ. Ταμείο τα 40 εκατομμύρια και οφείλει ακόμα τα 960 !

Τα περισσότερα μοναστήρια καταδικάστηκαν με τον τρόπο αυτό σε μαρασμό και λειψανδρία ! Να σημειωθεί ότι σύμφωνα με υπολογισμούς κατά την πρώτη φάση μόνο, το 50% της γεωργικής γης της εκκλησίας δόθηκε σε ακτήμονες. Μάλιστα τα έτη 1919-1920 ο Μητροπολίτης Αθηνών και Πρόεδρος της Ιεράς Συνόδου Μελέτιος Μεταξάκης θα εκφράσει την απορία του για την κατασπατάληση αυτή και θα ζητήσει εξηγήσεις για την περιουσία.

Πρότεινε εφ’όσον το Κράτος δεν δύναται να ανταποκριθεί στις αναληφθείσες υποχρεώσεις του «να επιστραφή η περιουσία αυτή στην Εκκλησία».

Ο ίδιος θα γράψει ότι η απάντησις του Υπουργείου επί του τεθέντος θέματος ήταν: «… τα βιβλία του Γενικού Εκκλησιαστικού Ταμείου, τα κτηματολόγια και τα λογιστικά της περιουσίας ταύτης δεν υφίστανται πλέον, καέντα εις πρόσφατον εν τοις γραφείοις του Υπουργείου Πυρκαϊάν»!

Με τον νόμο 4684/1931, το Κράτος επέβαλε ουσιαστικά την εκποίηση («ρευστοποίηση») ενός ακόμα μεγάλου τμήματος της εκκλησιαστικής περιουσίας, παρά τις αντιρρήσεις της Εκκλησίας.

Ό,τι εισπράχθηκε, τοποθετήθηκε σε «εθνικά χρεώγραφα και χρηματόγραφα» (μας θυμίζουν μήπως τα σύγχρονα ομόλογα ;), αλλά η αξία τους εξανεμίστηκε, σχεδόν στο σύνολό της, όταν η εθνική μας οικονομία καταποντίστηκε στη διάρκεια του Β΄ παγκόσμιου πολέμου, της ξενικής Κατοχής και του εμφυλίου που ακολούθησε.

Γενικά ως προς την περίοδο προ του 1945 πρέπει  να αναφέρουμε ότι επί χρόνια την μισθοδοσία των Ιερέων είχαν αναλάβει οι πιστοί της κάθε ενορίας, οι οποίοι έριχναν τον οβολόν τους για τον Ιερέα όταν προσέρχονταν στην Θεία Λειτουργία ή κανόνιζαν κάποια τιμή με τον Ιερέα όταν επρόκειτο να τελεστεί κάποιο μυστήριο Γάμος, Βάπτιση κ.λ.π.

Υπήρχαν βέβαια και Ιερείς – συνήθως σε αγροτικές περιοχές – οι οποίοι αμείβονταν σε είδος δηλαδή από τα προϊόντα που τους έφερναν οι πιστοί. Κατάλοιπο λοιπόν του παραπάνω τρόπου αμοιβής των Ιερέων είναι να δίνεται και σήμερα από τον πιστό ένα Χ ποσό στον Ιερέα όταν τελεί κάποια ιεροπραξία π.χ. τρισάγιο στους τάφους των κοιμητηρίων.

Από το επίσημο δελτίο της Εκκλησίας της Ελλάδας «Εκκλησία», αριθμός φύλλου 44 – 45, Σάββατο 11 Νοεμβρίου 1939 διαβάζουμε (με τον τίτλο «Τυχηρά και δικαιώματα» από τον Ταλαντίου Προκόπιο) : « Ουδείς δύναται να αμφισβητήση ότι ο Ιερός Κλήρος δικαιούται της εκ μέρους των πιστών συντηρήσεως αυτού και ότι η συντήρησις του Ι. Κλήρου είναι καθήκον των πιστών έναντι της Εκκλησίας …» Και λίγο πιο κάτω ομοίως: « Η συντήρησις του Ι. Κλήρου είναι καθήκον γενικόν των πιστών. Πάντες υποχρεούνται, όπως εισφέρωσι…»

3.- 1945-1952

Το 1945 εκδόθηκε ο Α.Ν. 536/1945 «Περί ρυθμίσεως των αποδοχών του Ορθοδόξου Εφημεριακού Κλήρου της Ελλάδος, του τρόπου πληρωμής αυτών και περί καλύψεως της σχετικής δαπάνης».

Από την 1 Οκτωβρίου 1945 οι ενοριακοί Ναοί απαλλάσσονται από την υποχρέωση της καταβολής της μισθοδοσίας των Ιερέων γιατί αναλαμβάνει πλέον η Πολιτεία την μισθοδοσία αυτών, κατόπιν συμφωνίας που επήλθε μεταξύ αυτής και της Εκκλησίας.

Πλην όμως τα κονδύλια για την μισθοδοσία των Ιερέων, τα αναλαμβάνει πάλι η Εκκλησία – μέσω του οβολού των πιστών τέκνων της βέβαια – διότι υποχρεούται ο κάθε ενοριακός Ναός να καταβάλει εισφορά 25% επί των ακαθαρίστων εισπράξεων στην οικεία Οικονομική Εφορία.

Έτσι τα Εκκλησιαστικά Συμβούλια ήταν υποχρεωμένα ανά τρίμηνο να καταβάλουν στο Δημόσιο Ταμείο την εισφορά του 25% επί των ακαθαρίστων εισπράξεων, αλλιώς υπήρχε ο κίνδυνος να μην πληρωθούν ούτε οι μισθοί ούτε οι συντάξεις όσων Ιερέων δεν κατέβαλαν ή απέκρυπταν την αντίστοιχη εισφορά.

Και βέβαια να μην ξεχνάμε ότι όταν το Κράτος πήρε το 1949 για ΤΡΙΤΗ ΦΟΡΑ την Εκκλησιαστική Περιουσία ΣΥΜΦΩΝΗΣΕ ΝΑ ΕΠΙΒΑΡΥΝΘΕΙ ΑΥΤΟ ΤΟΥΣ ΜΙΣΘΟΥΣ ΤΩΝ ΙΕΡΕΩΝ.

Η Δ΄ Αναθεωρητική Βουλή (1946-50) και η ειδική Επιτροπή για τη σύνταξη Σχεδίου Συντάγματος, στο άρθρο 143 προέβλεπε την πλήρη απαλλοτρίωση όλης της εκκλησιαστικής περιουσίας, χωρίς αντάλλαγμα! Πρόσχημα; Η αποκατάσταση ακτημόνων καλλιεργητών και γεωργοκτηνοτρόφων.

Η Ιεραρχία αντέδρασε, η απόπειρα ματαιώθηκε, αλλά το Κράτος με το Ν.Δ. 327/1947 και αυτό της 29.10.1949 επέφερε νέα πλήγματα. Η κυβέρνηση Πλαστήρα, ενώ το Σύνταγμα και του 1952 όριζε ότι «επικρατούσα θρησκεία εν Ελλάδι είναι η Ανατολική Ορθόδοξος», προέβαλε την απαίτηση να παραχωρηθεί η εκκλησιαστική περιουσία στο Κράτος.

Οι αφόρητες πιέσεις του Κράτους είχαν ως αναπόφευκτο αποτέλεσμα την υπογραφή της από 18.9.1952 «Συμβάσεως περί εξαγοράς υπό του Δημοσίου κτημάτων της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ελλάδος προς αποκατάστασιν ακτημόνων καλλιεργητών και ακτημόνων γεωργικών κτηνοτρόφων», που κυρώθηκε με το Β.Δ. της 26.9/8.10.1952 (ΦΕΚ 299 Α΄).

Η Σύμβαση αυτή ήταν επαχθής για την Εκκλησία, αφού υποχρεώθηκε να παραχωρήσει στο Κράτος τα 4/5 (80%) της καλλιεργούμενης ή καλλιεργήσιμης αγροτικής περιουσίας της και τα 2/3 των βοσκοτόπων.

Το αντάλλαγμα; Μόλις το 1/3 της πραγματικής αξίας και κάποια αστικά ακίνητα/οικόπεδα. Στη σύμβαση του 1952 περιέχεται η διακύρηξη του κράτους ότι η απαλλοτρίωση αυτή είναι η τελευταία και δεν πρόκειται να υπάρξει νεότερη στο μέλλον, ενώ υπάρχει και η δέσμευση ότι η Πολιτεία θα παρέχει κάθε αναγκαία υποστήριξη (υλική και τεχνική), ώστε η Εκκλησία να μπορέσει να αξιοποιήσει την εναπομείνουσα περιουσία της.

Στην ίδια σύμβαση καθιερώθηκε και η "μισθοδοσία" των κληρικών από τον Κρατικό Προϋπολογισμό - του δε Αρχιεπισκόπου και των Μητροπολιτών από το έτος 1980- ως υποχρέωση του Κράτους έναντι των μεγάλων παραχωρήσεων γης στις οποίες είχε προβεί η Εκκλησία της Ελλάδος κατά την δεκαετία 1922-32.

Δηλαδή, επειδή το Κράτος αδυνατούσε να καταβάλει οποιοδήποτε αντίτιμο -όπως προέβλεπε ο νόμος του 1932- συνεφωνήθη να μισθοδοτούνται επ' άπειρον οι κληρικοί και το Κράτος δεσμεύθηκε επ' αυτού. Διευκρινίζουμε ότι η μισθοδοσία του κλήρου καλύπτει μόνο τους ιερείς και όχι τους μοναχούς ή μοναχές.

Πού λοιπόν τα αναφερόμενα για –δήθεν- «δημόσιους υπαλλήλους" ; Μόνο οι τόκοι από την δημευθείσα εκκλησιαστική περιουσία φθάνουν για να θρέψουν γενιές κληρικών.

Δυστυχώς, το Κράτος με νέα διοικητικά μέτρα όχι μόνο δεν υποστήριξε, αλλά δεν επέτρεψε στην Εκκλησία να αξιοποιήσει ό,τι της απέμεινε.

Οι κρατικές Υπηρεσίες, άλλοτε αμφισβητώντας την κυριότητα, με το να ζητούν τίτλους κυριότητας από εποχές που το Κράτος μας δεν υπήρχε, άλλοτε μη δεχόμενο την εγκυρότητα ή την ισχύ αυτοκρατορικών εγγράφων ή πατριαρχικών σιγιλίων και σουλτανικών φιρμανίων, ή χαρακτηρίζοντας ως δασικές ή «διακατεχόμενες» τις μοναστηριακές εκτάσεις, στην πράξη εμπόδισαν και εμποδίζουν την Εκκλησία να αξιοποιήσει την λίγη περιουσία της.

4.- ΝΕΩΤΕΡΕΣ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΕΣ

Από το 1975 και μετά εντείνονται οι πιέσεις για τον λεγόμενο «χωρισμό Εκκλησίας και Κράτους», ενώ το 1976 ο τότε υπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων (Γεώργ. Ράλλης) κατάρτισε σχέδιο για την παραχώρηση στο Κράτος των 3/4 (75%) της περιουσίας και η Εκκλησία να κρατούσε το υπόλοιπο 1/4 (25%).

Η προσπάθειά του ναυάγησε. Ο διάδοχός του στον υπουργικό θώκο (Ιωάν. Βαρβιτσιώτης) πρότεινε πιο σκληρό σχέδιο : Το Κράτος να πάρει τα 4/5 (80%) και στην Εκκλησία να μείνει το 1/5 (20%). Κι αυτό δεν υλοποιήθηκε.

Το 1985 ο υπουργός Παιδείας (Απ. Κακλαμάνης) κατάρτισε νομοσχέδιο με θέμα «Ρύθμιση θεμάτων μοναστηριακής περιουσίας» και το επόμενο έτος ο νέος υπουργός (Αντ. Τρίτσης) εμφάνισε σχέδιο Συμφωνίας διάρκειας 100 χρόνων για ανάπτυξη της εκκλησιαστικής περιουσίας και αξιοποίησή της από τους αγροτικούς συνεταιρισμούς, που θα απέδιδαν 10% στην Εκκλησία και 5% στο Κράτος. Ευτυχώς που και το σχέδιο αυτό δεν υλοποιήθηκε, αν ληφθεί υπόψη ο βίος και η πολιτεία του συνόλου σχεδόν των καταχρεωμένων Συνεταιρισμών (εκτός εξαιρέσεων…).

Αλλά ο τότε υπουργός Τρίτσης επέμεινε. Κατάρτισε και έφερε στη Βουλή νομοσχέδιο, που ψηφίστηκε ως Νόμος 1700/1987 και υπήρξε το αποκορύφωμα της κρατικής επιβολής σε βάρος της εκκλησιαστικής περιουσίας που είχε απομείνει. Παρά τις αντιδράσεις, η πλειοψηφία της Βουλής ψήφισε το Νόμο, με τις διατάξεις του οποίου θα άλλαζαν οι κανόνες διοίκησης, διαχείρισης και εκπροσώπησης της μοναστηριακής περιουσίας, το Κράτος θα διόριζε το Διοικ. Συμβούλιο του Ο.Δ.Ε.Π., για να διοικεί την εκκλησιαστική περιουσία, ενώ γινόταν επέμβαση και στον τρόπο διοίκησης και διαχείρισης των ενοριακών ναών κ.λπ.

Η τύχη του Νόμου αυτού είναι γνωστή : Το Συμβούλιο της Επικρατείας ακύρωσε την Πράξη συγκρότησης του Συμβουλίου του Ο.Δ.Ε.Π. (απόφαση 5057/1987), το Κράτος δεν τόλμησε να εφαρμόσει τους Νόμους 1700/1987 και 1811/1988, κάποιες Μονές προσέφυγαν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για παραβίαση με τους Νόμους αυτούς άρθρων της Διεθνούς Συμβάσεως της Ρώμης και του Πρώτου Πρωτοκόλλου της.

Και δικαιώθηκαν, διότι το Δικαστήριο με την απόφασή του 10/1993/405/483/484/9.12.1994 : (α) Διαπίστωσε ότι ο Νόμος 1700 παραβίασε θεμελιώδη δικαιώματα των ιερών Μονών για τα περιουσιακά τους δικαιώματα – (β) Ανέτρεψε τη μέχρι τότε υπέρ του Κράτους νομολογία των ελληνικών Δικαστηρίων και επέβαλε σ’ αυτά πλήρη συμμόρφωση προς τη Σύμβαση της Ρώμης – (γ) Διακήρυξε ότι οι Μονές –και άρα η Εκκλησία της Ελλάδος– δεν είναι κρατικοί οργανισμοί, έστω κι αν χαρακτηρίζονται νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου – (δ) Διασαφήνισε ότι οι Μονές μπορούν να επικαλούνται κάθε τρόπο κτήσεως της κυριότητας της περιουσίας τους (και με χρησικτησία), αφού «δεν υπάρχει κτηματολόγιο στην Ελλάδα», και διότι ήταν αδύνατη η μεταγραφή τίτλων προ του 1856 και η μεταγραφή κληροδοσιών και κληρονομιών προ του 1846, και (ε) Επέλυσε την αμφισβήτηση, υπέρ των ιερών Μονών, του θέματος των «διακατεχομένων» (κτημάτων χωρίς νόμιμους τίτλους) τα οποία νέμεται η Εκκλησία, με το τεκμήριο της τακτικής ή έκτακτης χρησικτησίας.

Παρά το «πάγωμα» των δύο αυτών Νόμων (1700 και 1811), το 1998 επιχειρήθηκε από τη Γεν. Γραμματεία Δασών η ενεργοποίηση της Σύμβασης που προέβλεπε ο δεύτερος Νόμος, χωρίς όμως αποτέλεσμα.

Αλλά δεν έπαψε η αναμόχλευση του θέματος «εκκλησιαστική περιουσία», όπως συνέβη το έτος 2000, όταν το Πανελλήνιο βρισκόταν σε ανησυχία και αναστάτωση για το ζήτημα της μη αναγραφής του θρησκεύματος στα νέου τύπου δελτία ταυτότητος, ή μετά το 2009, όταν ξέσπασε η οικονομική κρίση, ήρθε στην Ελλάδα το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (Τρόικα) και υπογράφτηκε το «Μνημόνιο…».

5.- ΟΡΙΣΜΕΝΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝΤΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

Όταν το 1987 ψηφίστηκε από τη Βουλή ο νόμος 1700/87 (νόμος Τρίτση) που αποτελεί μία ακόμη προσπάθεια για την οριστική αποψίλωση της εκκλησιαστικής περιουσίας, δόθηκε αφορμή να δημοσιευθούν σημαντικά κείμενα. Μεταξύ αυτών και ένα υπό τον τίτλο "ιδιοκτησιακό καθεστώς και αξιοποίηση της αγροτικής γης στην Ελλάδα" (περιοδικό "Εκκλησία" 1-15/4/1987, σελίδες 254-55).

Με αναμφισβήτητα στοιχεία, στηριγμένο σε μελέτη των Θ. Τσούμα και Δ. Τασιούλα που εκδόθηκε επίσημως από την Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος λίγο αργότερα, το 1988, αποδεικνύεται ότι στο σύνολο της αγροτικής γης της Ελλάδος ανήκουν.

Γιατί άραγε ομιλούμε –και ποια συμφέροντα υπηρετούνται- μόνο για τα ελάχιστα που απέμειναν στην Εκκλησία και δεν ομιλούμε για τα 60.443.500 στρέμματα του Δημοσίου, της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και των Συνεταιρισμών ;

Δεν πρέπει δε να ξεχνάμε ότι η εναπομείνασα περιουσία δεν ανήκει στην Κεντρική Διοίκηση (Ιερά Σύνοδο), αλλά σε περισσότερα από 10.000 εκκλησιαστικά νομικά πρόσωπα (Μητροπόλεις, Ναούς, Μονές, Προσκυνήματα, Ιδρύματα, Κληροδοτήματα και άλλα) το καθένα από τα οποία αγωνίζεται -μέσα από τον κυκεώνα των νομικών και διοικητικών δεσμέυσεων - να διαφυλάξει την κυριότητα και να αξιοποιήσει τα όσα του ανήκουν περιουσιακά στοιχεία, για το καλό του πληρώματος και της εκκλησίας.

Αξιοσημείωτα είναι τα στοιχεία ΜΟΝΟ για την Ιερά Μονή Ασωμάτων Πετράκη, η οποία έχοντας στην κατοχή της σημαντική περιουσία που την απέκτησε κατά τον 17ο και 18ο αιώνα με αγορές των ηγουμένων της (σώζονται στο αρχείο της τα σχετικά έγγραφα), δώρισε τα ακίνητα επί των οποίων έχουν ανεγερθεί η Ριζάρειος Σχολή, η Ακαδημία Αθνών, το Αιγινήτειο Νοσοκομείο, το Μετσόβειο Πολυτεχνείο, το Σκοπευτήριο, το Πτωχοκομείο, η Μαράσλειος Ακαδημία, το Θεραπευτήριο "Ευαγγελισμός", το Αρεταίειο νοσοκομείο, η Αγγλική Αρχαιολογική Σχολή, οι Αστυνομικές Σχολές στην οδό Μεσογείων, το Νοσοκομείο Παίδων, το Νοσοκομείο Συγγρού, το Λαικό Νοσοκομείο "Σωτηρία", το Ασκληπείο Βούλας, η Γεννάδειος Βιβλιοθήκη, το Ορφανοτροφείο Βουλιαγμένης, το ΠΙΠΚΑ Βούλας, το Ιπποκράτειο Νοσοκομείο, το Γηροκομείο, η Εθνική Βιβλιοθήκη, το Πανεπιστήμιο Αθηνών, 142 Δημοτικά, Γυμνάσια και Λύκεια της Αττικής και πολλά άλλα.

Το δε Δημόσιο έχει γίνει πολλές φορές αποδέκτης εκτάσεων μεγάλης αξίας, τις οποίες παραχώρησε η Εκκλησία προκειμένου να λειτουργήσουν κατασκηνώσεις, να ανεγερθούν σχολεία, ιδρύματα, γυμναστήρια, στρατόπεδα ή να δημιουργηθούν κοινόχρηστοι χώροι για την αναψυχή του λαού.

6.- ΕΝ ΚΑΤΑΚΛΕΙΔΙ

Απαλλοτρίωσε το Κράτος επανειλημμένως και μέσα σε δύο σχεδόν αιώνες ολόκληρη σχεδόν την εκκλησιαστική περιουσία, χωρίς να αποζημιώσει την Εκκλησία.

Ανέλαβε επανειλημμένως –σε ελάχιστη ανταπόδοση- να αμείβει τους Κληρικούς. Τώρα –αφού πρώτα διαπομπεύει την Εκκλησία και τον Κλήρο, ώστε να καταστούν ευκολότεροι στόχοι- προσπαθεί να αποφύγει αυτό το ελάχιστο αντάλλαγμα.

Μήπως θα πρέπει η Εκκλησία να αρχίσει να σκέπτεται ότι η μη τήρηση των συμφωνηθέντων, κατά νόμον επιφέρει κυρώσεις ;

Μήπως, αν επέλθει χωρισμός Εκκλησίας – Κράτους, τότε το Κράτος είναι υποχρεωμένο να αποδώσει πίσω την δημευθείσα υπ’ αυτού Εκκλησιαστική Περιουσία ;

Ίσως βέβαια αυτή να ήταν η λύση για να σωθεί η ελληνική γη από τα νύχια της Τρόικα και των δανειστών, αφού αν εξακολουθήσει να ανήκει στην εξουσία, είναι μαθηματικά βέβαιο ότι θα δοθεί ως λάφυρο στους οικονομικούς κατακτητές.

Αίτια διαζυγίου...

images

Γράφει ο Αρχιμ. Πορφύριος, Ηγούμενος Ι.Μ. Τιμ. Προδρόμου Βέροιας | Romfea.gr

Η χαρά του πνευματικού είναι όταν κάποιο πνευματικό του παιδί κατανοεί τον λόγο της ευαγγελικής ζωής. Αυτό βέβαια δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση.

Μας είπε ένα παιδί μας: «Γέροντα, αποφασίζω από σήμερα να εφαρμόζω απόλυτα την αλάδωτη νηστεία Τετάρτης και Παρασκευής. Αν μου το ζητούσες πριν ένα χρόνο, θα γυρνούσα στην κοσμική μου ζωή, γιατί δεν μπορούσα να το καταλάβω.

Σήμερα, λοιπόν, ένα άλλο παιδί του Χριστού μας είπε: «Κοντεύουμε, Γέροντα, είκοσι χρόνια παντρεμένοι, και μόλις εφέτος κατάλαβα ότι πρέπει με τον άντρα μου να κανονίζουμε την ζωή μας. Μέχρι τώρα άκουγα τον πατέρα μου.»

Όπως καταλαβαίνετε, αρχίζουμε να μιλάμε γιά το εξαιρετικά σοβαρό θέμα του γάμου, όσον αφορά την υπερβολική αύξηση των διαζυγίων.

Το θέμα αυτό ποιόν δεν απασχολεί; Από πολλές πλευρές μπορούμε να το δούμε. Πολλοί λεν ότι δεν χωρίζω γιά τα παιδιά. Είναι η μόνη άποψη που δεν μας βρίσκει σύμφωνους.

Τα προβλήματα στα παιδιά, από μία οικογένεια που ουσιαστικά έχει διαλυθεί αλλά παραμένει ενωμένη στα χαρτιά, είναι πολύ περισσότερα από τα παιδιά οικογένειας διαζυγίου.

Είναι σαν να βρίσκεται η οικογένεια σε μία βάρκα που συνεχώς βρίσκεται σε κλύδωνα. Και αν κάποιος προς στιγμήν αντέχει το σφοδρό κύμα, στο τέλος και αυτός θα ζαλιστεί. Αίτια διαζυγίου ακούγονται πάρα πολλά.

Και αυτήν την εβδομάδα που μας πέρασε και αυτήν που διανύουμε, πολλές φορές ζητήσαμε την βοήθεια των πολλών αγίων των ημερών.

Λέει ο Άγιος ΠατροΚοσμάς πως είναι προτιμότερο να γκρεμιστεί ένα σπίτι παρά νά χαλάσει μία οικογένεια.

Αυτή η φράση είναι καίρια και αγωνιζόμαστε πολύ να σωθεί η οικογένεια. Ασυμφωνία χαρακτήρος, περιουσιακά, πρότερος άτακτος βίος αδιόρθωτος, περιουσιακά, τα λεφφφτά, καί … και … και. Καλά όλα αυτά.

Αλλά υπάρχει κάποιο πιο δυνατό ράπισμα, που ξεθεμελιώνει το ιερό μυστήριο του γάμου. Λέει, ήδη από τον Παράδεισο, ο Θεός Πατέρας: «διά τούτο, καταλήψει άνθρωπος τον πατέρα αυτού και την μητέρα και προσκοληθήσεται τη γυναικί αυτού». Ίσως στην περίπτωση των γυναικών να ήταν πιο διαλακτικός ο Θεός, λόγῳ του λεγόμενου ασθενούς φύλλου.

Εκείνο το «καταλήψει» και το άλλο το «προσκολληθήσεται» είναι το βασικότερο και το μεγαλύτερο αίτιο, σε αυτές τις αποψινές μας σκέψεις πόνου και ωδίνος πατρικής. Φυσικά, σκέψεις και προτάσεις προτείνουμε.

Οι λύσεις, πολύ συχνά, αργούν και δεν είναι εύκολες και ανώδυνες. Δυστυχώς και ο ομφάλιος λώρος και ο απογαλακτισμός δεν εξαρτώνται από την ηλικιακή αύξηση. Αλλά αυτά τα δύο ρήματα, σε χρόνο μέλλοντα, είναι ανελέητα.

Σε χρόνο μέλλοντα σημαίνει ότι, οπωσδήποτε, κάποια στιγμή πρέπει να εφαρμοστούν. Όσο και αν αυτή η εφαρμογή είναι διαφορετική από άνθρωπο σε άνθρωπο, είναι αναγκαία συνθήκη, γιά να επιτύχει ο γάμος. Ειδάλλως, ο γάμος κλυδωνίζεται.

Και το χειρότερο, το πρόβλημα διαιωνίζεται, και επί πλέον, συχνότατα, τα παιδιά μερίζονται ανάμεσα στους παπούδες, οι οποίοι ψάχνουν οπαδούς, γιά να στηρίξουν τα δικαιώματά τους, μέσα στην οικογένεια του παιδιού τους.

Όμως ο λόγος του Θεού είναι καταπέλτης – δηλαδή τσεκούρι – και δεν χωράει καμία υποχώρηση. Βέβαια, δικαιολογίες γιά να συνεχίζεται το μπέρδεμα, υπάρχουν άπειρες.

Αλλά όσο υπάρχει το μπέρδεμα, τόσο χορεύει ο διά-βολος, δηλαδή αυτός που μπαίνει ανάμεσα στους δύο, χρησιμοποιώντας ένα πρόσωπο, γιά να διαλύεται η ειρήνη και η θαλπωρή.

Παραδείγματα:

1. Η μαμά κρατάει κλειδί του σπιτιού, και όποτε θέλει μπαινοβγαίνει με άπειρες αφορμές. Ο καϋμένος ο πνευματικός, ύστερα από άπειρες φορές που άκουσε και είπε τα ίδια και τα ίδια, μαθαίνει το θέμα του κλειδιού, και ζητάει από τον σύζυγο να πάρει το κλειδί από την μητέρα του. Αποτέλεσμα; Αλλάζουν την πόρτα του σπιτιού, γιά να μην πληγωθεί η μαμά. Βέβαια η υπομονή της συζύγου είχε φθάσει στο απροχώρητο. Τελικά η «διάκριση» βρήκε την πιο ταιριαστή λύση.

2. Η μαμά θεωρεί ότι ο γαμπρός δεν βοηθάει την κόρη της στις εργασίες του σπιτιού, και ευκαίρως - ακαίρως, και μάλιστα σε επίσημα τραπέζια, φροντίζει να υπενθυμίζει το λάθος του γαμπρού της. Ο γαμπρός αναγκάζεται να δείξει ενώπιον όλων την ποδιά που φορούσε στην ετοιμασία του τραπεζιού, μήπως και πείσει την πεθερά του.

3. Ο γιός καθημερινά, ανά δεκάλεπτο, ενημερώνει την μαμά για τα τεκταινόμενα, και η μαμά αμέσως, ή σχεδόν αμέσως, ενημερώνει την θυγατέρα της, με την οποία και σχολιάζουν τα γεγονότα και αποφασίζουν τις επόμενες στρατηγικές τους κινήσεις δράσεως. Η σύζυγος του γιού έφτασε να επικαλεστεί τον εισαγγελέα, μήπως και σταματήσουν τα επεισόδια. Μπροστά στον κίνδυνο δημόσιου διασυρμού, τα κύματα κοπάζουν, μέχρι να περάσει λίγος καιρός. Την επόμενη φορά, το τηλεφώνημα στην εισαγγελική αρχή δεν αποφεύχθηκε.

Αυτά φτάνουν. Σκοπός μας είναι η στήριξη της ορθόδοξης ελληνικής οικογένειας και όχι ο διασυρμός της.

Όμως χρειάζεται μεγάλη παιδεία και αφάνταστη διάκριση γιά να κατανοήσουμε την παραδείσεια κρίση και την μωσαϊκή εντολή.

Την διάκριση ανάμεσα στο καταλήψει άνθρωπος και στο τίμα τον πατέρα σου και την μητέρα σου.

Και δυστυχώς η διάκριση, ίσως επειδή είναι και η μεγαλύτερη αρετή, είναι και η πλέον σπάνια, και μάλιστα όταν υπάρχουν δεσμοί αίματος και ομφάλιου λώρου.

Πάντως στην περίπτωση του καταλείψει δεν χωράει καμία υπομονή. Η απόφαση οφείλει να είναι απότομος, δηλαδή κοφτερή.

Αλλοιώς το προσκολληθήσεται έχει πολλές χαραμάδες, όπου εύκολα εισχωρεί ο διάβολος.

Και στο τέλος επέρχεται η ρήξη. Και ο ιερός θεσμός - δεσμός του γάμου διαλύεται από τον επίσης ιερό θεσμό της οικογένειας.

Όντως, τότε χρειάζεται μεγάλη διάκριση.

top
Has no content to show!