Άρθρα - Απόψεις

Ο Άγιος που υπέμεινε τις συκοφαντίες

kallidis

Του Χαραλάμπη Μ. Μπούσια

Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος, ὁ Καλλίδης, εἶναι ὁ γενναιόφρων Ἱεράρχης τοῦ ὁποίου τὸ φρόνημα δὲν ἐκάμπτετο μπροστὰ στοὺς κινδύνους καὶ στὶς μυστικὲς ἀπειλές.

Σήκωνε πάντοτε τὴ σημαία τῆς ἀληθείας τοῦ Εὐαγγελίου τῆς ἀγάπης μὲ παρρησία ἐπαναλαμβάνοντας τὰ λόγια τοῦ σοφοῦ Σειράχ: Γρηγόριε,«ἕως θανάτου ἀγώνισαι περὶ τῆς ἀληθείας καὶ Κύριος, ὁ Θεός, πολεμήσει ὑπὲρ σοῦ» (Σοφ. Σειρ. δ΄ 28).

Ὅπου βρισκόταν μὲ τόλμη καὶ ψυχικὸ σθένος ἀνείπωτο ἐμψύψωνε τὸ ποίμνιό του μὲ συνεχεῖς περιοδεῖες σὲ χωριά, ἰδίως ἐκεῖνα ποὺ δέχονταν τὶς ἐπιθέσεις τῆς προπαγάνδας, μὲ τὸ δυνατὸ προφορικό, ἀλλὰ καὶ τὸ γραπτό του λόγο, ἀλλὰ καὶ ὑπερασπιζόταν τοὺς ἀδυνάτους ἔναντι τῶν κρατούντων ἀνεξαρτήτως κόστους.

Ἡ δυναμική του αὐτὴ μαζὶ μὲ τὴν ἀγάπη καὶ τὸ σεβασμὸ ποὺ ἔτρεφε ὁ λαὸς γιὰ τὸ χριστομίμητο Γρηγόριο, τὸν Ἱεράρχη ποὺ διακρινόταν γιὰ τὶς ἐλεημοσύνες του, τὴν ἀντίληψή του σὲ κάθε χειμαζόμενο καὶ τὴν ἀρωγή του πρὸς κάθε πάσχοντα, τὸν ἔφερε ἀντιμέτωπο μὲ τὶς δυνάμεις τοῦ σκότους καὶ τῆς τυραννίας, γι’ αὐτὸ καὶ σήκωσε τὸ δυσβάστακτο φορτίο τῆς συκοφαντίας δύο φορές, μία στὴ Θεσσαλονίκη καὶ μία στὰ Ἰωάννινα, μέχρι ἐξορίας.

Τὸ Δεκέμβριο τοῦ 1884 ὅταν ὁ Γρηγόριος ἀνέλαβε τὴ διαποίμανση τῆς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης, ἔπεσε σὲ ἐποχὴ κοινοτικῶν συγκρούσεων καὶ διενέξεων μεταξὺ τῶν συντεχνιῶν καὶ τῶν κρατούντων.

Ὁ ἄμεμπτος καὶ δίκαιος Ἱεράρχης, δυστυχῶς, σύντομα συκοφαντήθηκε ὅτι ὑποστήριζε τὶς συντεχνίες ἐναντίον τῶν κρατούντων καὶ ἐξορίσθηκε ἀπὸ τοὺς ἰσχυροὺς γιὰ πρώτη φορά.

Τὸ ποτήρι τῶν συκοφαντιῶν στὰ Ἰωάννινα γιὰ δεύτερη φορὰ ξεχείλισε ὅταν στὶς 9 Ἰουνίου τοῦ 1891 ἔγιναν ἀπὸ αὐτὸν τὰ ἐγκαίνια τοῦ περικαλλεστάτου Ναοῦ τοῦ Ἁγίου Νικολάου τῆς Ζίτσας μὲ μεγάλη συρροὴ κόσμου ἀπὸ ὅλα τὰ γύρω μέρη καὶ ἀπὸ αὐτὰ τὰ Ἰωάννινα.

Ἡ παρουσία τοῦ ἀγωνιστῆ Ἱεράρχη μὲ τὸ γνήσιο Ἐκκλησιαστικὸ λόγο καὶ τὸ πατριωτικὸ φρόνημα ἐμψύχωσε γιὰ μιὰ ἀκόμη φορὰ τὸ ὑπόδουλο Χριστιανικὸ Ἑλληνικὸ γένος, ποὺ προέβαινε συνεχῶς σὲ φρενητιώδεις ζητωκραυγὲς ὑπὲρ τῆς ἐλευθερίας του, ἀφοῦ ἐκεῖνα τὰ χρόνια ἦταν χρόνια σκλαβιᾶς, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ προκαλέσει τοὺς ἐχθροὺς τῆς πίστεως καὶ τῆς πατρίδος μας.

Βρέθηκαν, ὅπως συχνὰ συμβαίνει, ψευτοκατήγοροι ποὺ κατέθεσαν ἐναντίον του καὶ μάλιστα ὅτι κατὰ τὴν τελετὴ τῶν ἐγκαινίων εὐχήθηκε ὑπὲρ τῆς Ἑλλάδος καὶ ἐναντίον τῆς Τουρκικῆς κυβερνήσεως καὶ ὁ Πασᾶς τῶν Ἰωαννίνων πιεζόμενος καὶ ἀπὸ ἄλλες σκοτεινὲς δυνάμεις, γιατὶ ὀπαδός τους ἐκεῖνες τὶς ἡμέρες ἀσπάσθηκε τὸ Χριστιανισμό, πέτυχε τὴν ἄδικη ἀπομάκρυνσή του ἀπὸ τὸ ποίμνιό του.

Τὴν ταπείνωση αὐτὴ ἀπὸ τὴν ἄδικη συκοφαντία του ὁ Γρηγόριος τὴν ὑπέμεινε γιὰ δύο χρόνια ἀγόγγυστα χριστομιμήτως σηκώνοντας τὸ σταυρό του καὶ δοξάζοντας τὸν Κύριο.

Μετὰ διετία, στὶς 20 Μαΐου τοῦ 1894, ἐπέστρεψε θριαμβευτικὰ στὴ Μητρόπολή του, ἀφοῦ διαλευκάνθηκαν οἱ συκοφαντίες καὶ παρέμεινε στὰ Ἰωάννινα μέχρι τὶς Ἀπόκριες τοῦ 1900, ὁπότε ἀπομακρύνθηκε ὁριστικὰ γιὰ νὰ προσφέρει Συνοδικὲς ὑπηρεσίες στὴν Κωνσταντινούπολη.

Ἡ ἁγία ζωή του συγκίνησε καὶ πολλοὺς ἀλλοπίστους ποὺ θέλησαν νὰ ἀσπασθοῦν τὴν Ὀρθοδοξία μας.

Μερίμνησε γιὰ τὴν ἀνοικοδόμηση τῆς Ζωσιμαίας Σχολῆς καὶ κατέκτησε τὶς καρδιὲς ὅλων, ἀκόμη καὶ τῶν ἐγωϊστῶν δημογερόντων ποὺ τοῦ προκαλοῦσαν ὄχι μόνο διοικητικὰ προβλήματα, ἀλλὰ καὶ προβλήματα ὑγείας.

Ἀπὸ τὶς εἰς βάρος του συκοφαντίες ὁ Ἅγιος Γρηγόριος βγῆκε ἐνισχυμένος καὶ στὰ μάτια τῶν ἀνθρώπων, ἀλλὰ καὶ στὰ μάτια τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸς τὸν ἁγίασε καὶ οἱ ἄνθρωποι τὸν τίμησαν καὶ τὸν δόξασαν.

Αὐτὸς δὲν μᾶς εἶπε ὅτι θὰ εἴμαστε μακάριοι ὅταν μᾶς ὀνειδίσουν καὶ μᾶς διώξουν οἱ ἄνθρωποι καὶ «εἴπωσιν πᾶν πονηρὸν ῥῆμα ψευδόμενοι ἕνεκεν ἐμοῦ» (Ματθ. ε΄ 11);

Κάποιος εἶπε ὅτι στὴν ἄκρη  μιᾶς  λίμνης εἶχαν  κατεβεῖ  μερικὰ  περιστέρια. Λίγο  πιὸ  πέρα,  ἀναπηδοῦσαν ἔξω  ἀπὸ  τὸ  νερό,  παίζοντας,  ἕνα – δυὸ βατράχια…

Κάποιο παιδάκι  ἔρριξε  πρὸς  τὰ  ἐκεῖ μιὰ  πέτρα ποὺ ἀμέσως βυθίσθηκε σχηματίζοντας ὁμόκεντρους κύκλους στὰ ἤρεμα νερά.

Τότε τὰ  περιστέρια  πέταξαν  καὶ  ὑψώθηκαν  τρομαγμένα στὸν  οὐρανό, ἐνῶ  τὰ  βατράχια  βούτηξαν  βαθιὰ  μέσα  στὸ  νερὸ  καὶ  δὲν  ξαναφάνηκαν.

Ἡ  συκοφαντία μοιάζει σὰν  μιὰ  πέτρα  ποὺ  πέφτει καὶ μπορεῖ ἡ πτώση της νὰ ἔχει δύο ἀποτελέσματα.

Ὁ συκοφαντούμενος, ἂν ἡ συκοφαντία ἀποδειχθεῖ πραγματικὴ κατηγορία, ἐξ αἰτίας της νὰ βουλιάξει στὰ νερά, στὸ τέλμα τῶν πράξεών του, ὅπως τὰ βατράχια.

Ἄν, ὅμως, εἶναι ἀθῶος καὶ καθαρός, νὰ γίνει ἡ πέτρα ἀφορμὴ νὰ πετάξει πιὸ ψηλά, ὅπως πέταξαν πρὸς τὸν οὐρανὸ τὰ περιστέρια.

Ἀδελφοί μου, πολὺ δύσκολα ὑποφέρεται ἡ συκοφαντία.

Εἶναι λάσπη, ἀλλὰ λάσπη ἰαματική. Χρειάζεται ὑπομονή! Ἀργὰ ἢ γρήγορα θὰ λήξει ἡ δοκιμασία καὶ ὁ Γιατρός τῶν ψυχῶν μας, ὁ Χριστός μας, θὰ μᾶς πλύνει ἀπὸ τὸ λασπῶδες, τὸ βρωμερὸ συκοφαντικὸ κατάπλασμα.

Μήπως Ἐκεῖνος δὲν συκοφαντήθηκε; Δὲν ἄκουσε νὰ λένε: «Ἰδοὺ ἄνθρωπος φάγος καὶ οἰνοπότης, τελωνῶν φίλος καὶ ἁμαρτωλῶν» (Ματθ. ια΄ 19) ἢ «Δαιμόνιον ἔχει καὶ μαίνεται» (Ἰωάν. ι΄ 20).

Τί μεγάλη δόξα, νὰ μετέχουμε ἐμεῖς συκοφαντούμενοι στὰ παθήματα τοῦ Χριστοῦ μας!

Σηκῶστε, ἀδελφοί μου, ταπεινὰ καὶ ἀγόγγυστα τὸ σταυρό σας. Μὴ λιποψυχεῖτε, ὅπως δὲν λιποψύχησε ὁ Ἅγιος Γρηγόριος, ὁ Καλλίδης.

Ἂν ἡ συνείδησή σας δὲν σᾶς κατακρίνει, μπορεῖτε νὰ ὑψώνετε πάντα μὲ θάρρος τὸ βλέμμα σας στὸ Θεὸ καὶ νὰ στέκεστε μὲ παρρησία μπροστά Του. Τί πιὸ σπουδαῖο ἀπ’ αὐτό;

Ἡ συκοφαντία εἶναι ψευδὴς κατηγορία. Εἶναι διαβολή. Καὶ εἶναι βέβαιο ὅτι ὁ διάβολος εἶναι ὁ ἐφευρέτης της, ἀφοῦ εἶναι ὁ πατέρας τοῦ ψεύδους καὶ ὁ συκοφάντης κατεξοχὴν ψεύδεται.

Τὸ νὰ σηκώσει ὁ ἄνθρωπος τὴ συκοφαντία εἶναι μεγάλος ἄθλος. Δὲν ὑπάρχει τίποτε πιὸ ἀφόρητο γιὰ ὅσους ὑφίστανται τὴν ὀδύνη τῆς συκοφαντίας, γιατὶ αὐτὴ δαγκώνει τὴν ψυχή.

Δὲν εἶναι τυχαῖο ὅτι ὁ προφήτης Δαβὶδ ἔλεγε πρὸς τὸν Κύριο, καὶ αὐτὸ τὸ ψαλμικὸ χωρίο ἐπαναλάμβανε καθημερινὰ καὶ ὁ ἁπλοῦς Ἱερέας τῶν Ἀθηνῶν, ὁ Ἅγιος Νικόλαος, ὁ Πλανᾶς, καθὼς ὁ Ἅγιος τῆς Βίτσας τοῦ Ζαγορίου Ἰάκωβος: «Κύριε, λύτρωσέ με ἀπὸ συκοφαντίας ἀνθρώπων καὶ φυλάξω τὰς ἐντολάς σου» (Ψαλμ. 118, 134).

Τί εἶναι, ὅμως, ἐκεῖνο ποὺ κινεῖ τὸν ἄνθρωπο στὸ νὰ συκοφαντεῖ τὸν πλησίον του καὶ νὰ λέει ψέματα ἐναντίον του;

Ἡ ἐμπειρία μᾶς ἔχει ὑποδείξει ὅτι τὰ κίνητρα τοῦ συκοφάντη συνήθως εἶναι ἡ ζήλεια, ὁ φθόνος, ἠ μνησικακία, ἡ ὑπερηφάνεια καὶ τὰ σαρκικὰ πάθη.

Γι' αὐτὸ δὲν ὑπάρχει ἀμφιβολία ὅτι ἡ κατάκριση καὶ πολὺ περισσότερο ἡ συκοφαντία εἶναι ἐπισφράγισμα τῆς ἐνεργοποιήσεως ἄλλων παθῶν, τὰ ὁποῖα λερώνουν τὴν ψυχὴ καὶ τῆς προκαλοῦν ἀνεπανόρθωτη βλάβη.

Γιὰ τὴ συκοφαντία διαβάζουμε στὰ Γεροντικὰ καὶ στὰ Συναξάρια τῶν Ἁγίων τὰ ἑξῆς ἀξιοπρόσεκτα:

Στὸν Ἀββᾶ Ἀντώνιο ἦλθε κάποτε ἕνας ἀδελφὸς ἀπὸ κάποιο κοινόβιο, ὁ ὁποῖος συκοφαντήθηκε γιὰ πορνεία.

Ἦλθαν καὶ οἱ ἀδελφοὶ ἀπὸ τὸ κοινόβιο, γιὰ νὰ τὸν θεραπεύσουν καὶ νὰ τὸν πάρουν.

Ἀντί, ὅμως, γιὰ ἀγάπη, τοῦ ἔκαναν ἔλεγχο καὶ ἐκεῖνος προσπαθοῦσε νὰ ἀπολογηθεῖ λέγοντας ὅτι δὲν ἔπεσε σὲ ἐκεῖνο τὸ ἁμάρτημα.

Ὁ Ἀββᾶς Παφνούτιος ποὺ βρισκόταν ἐκεῖ ἄκουγε τὴ συνομιλία καὶ θλιβόταν, γιὰ τὸν τρόπο ἀντιμετωπίσεως τῶν ἄλλων ἀδελφῶν.

Ἔτσι, βρῆκε τὴν εὐκαιρία καὶ τοὺς εἶπε:

- Εἶδα στὴν ὄχθη τοῦ ποταμοῦ ἕναν ἄνθρωπο, ποὺ εἶχε χωθεῖ στὸ βόρβορο ὡς τὰ γόνατά του καὶ καθὼς ἦλθαν μερικοὶ νὰ τοῦ δώσουν χέρι βοηθείας τὸν καταπόντισαν μέχρι τὸ λαιμό.

Τοὺς λέγει τότε ὁ Ἀββᾶς Ἀντώνιος γιὰ τὸν Ἀββᾶ Παφνούτιο:

- Νά, ἄνθρωπος ἀληθινός, ποὺ μπορεῖ νὰ θεραπεύσει καὶ νὰ σώσει ψυχές.

Συγκινήθηκαν τότε ἀπὸ τὰ λόγια τῶν γερόντων καὶ ἔβαλαν μετάνοια στὸν ἀδελφό. Ἠρέμησαν ἔτσι καὶ τὸν πῆραν πάλι πίσω στὸ κοινόβιο.

Κοντὰ στὸν Ἀββᾶ Ἰσίδωρο τὸν Πηλουσιώτη ποὺ ἦταν Πρεσβύτερος βρισκόταν καὶ κάποιος εὐλαβὴς καὶ ἐνάρετος διάκονος.

Ὁ Ἀββᾶς σκόπευε νὰ τὸν κάνει Πρεσβύτερο καὶ διάδοχό του. Ἐκεῖνος, ὅμως, ἀπὸ μεγάλη ταπείνωση δὲν δεχόταν χειροτονία προβάλλοντας ἀναξιότητα.

Αὐτὸ τὸν ἐνάρετο ἀδελφό, τὸν μίσησε τόσο πολὺ κάποιος ἄλλος μοναχὸς στὴ Σκήτη, νικημένος ἀπὸ τὸ πάθος τοῦ φθόνου, καὶ γύρευε μὲ κάθε τρόπο νὰ τὸν βλάψει καὶ νὰ τὸν δυσφημήσει.

Νά, λοιπόν, τί τὸν ἔβαλε ὀ διάβολος νὰ κάνει. Πῆρε μιὰ μέρα ἕνα ἀπὸ τὰ βιβλία του καὶ τὸ ἔβαλε κρυφὰ στὸ κελλὶ τοῦ Διακόνου, χωρὶς ἐκεῖνος νὰ πάρει εἴδηση.

Ὕστερα πῆγε στὸν Ἀββᾶ Ἰσίδωρο καὶ τοῦ παραπονέθηκε πῶς ἔχασε τὸ βιβλίο του καὶ πῶς κάποιος ἀπὸ τοὺς ἀδελφοὺς ἔπρεπε νὰ τὸ εἶχε κλέψει.

Ἀπαιτοῦσε, λοιπόν, νὰ γίνει ἔρευνα σὲ ὅλα τὰ κελλιά.

- Τέτοιο πράγμα, παιδί μου, ἔκανε ἔκπληκτος ὁ Γεροντας, δὲν ἔχει ξαναγίνει στὴ Σκήτη. Ἀλλά, γιὰ νὰ βεβαιωθεῖς, πᾶρε δυὸ ἀδελφοὺς καὶ ψάξε τὰ κελλιά.

Ἔτσι κι’ ἔγινε. Ἀφοῦ ἔψαξαν μερικὰ ἄλλα κελλιά, πῆγαν καὶ στοῦ Διακόνου καὶ φυσικὰ ἐκεῖ βρῆκαν τὸ βιβλίο.

Τὸ πῆραν, λοιπόν, καὶ τὸ ἔφεραν στὴν Ἐκκλησία τὴν ὥρα τοῦ ἐσπερινοῦ, ποὺ ἦσαν συγκεντρωμένοι οἱ ἀδελφοί, καὶ εἶπαν μεγαλοφώνως στὸν Ἀββᾶ Ἰσίδωρο, γιὰ ν’ ἀκουσθεῖ ἀπὸ ὅλους, ποὺ εἶχε βρεθεῖ τὸ βιβλίο.

Ὁ ἀθῶος Διάκονος δὲν διαμαρτυρήθηκε γιὰ τὴ συκοφαντία. Ἔπεσε μὲ ταπείνωση στὰ γόνατα καὶ ζήτησε ἀπὸ ὅλους συγχώρηση, λέγοντας ὅτι ἔσφαλε.

-Συγχωρήσατέ με, ἀδελφοί, γιατὶ εἶμαι κλέφτης.

Σὰν πέρασαν οἱ τρεῖς ἑβδομάδες καὶ ὁ Διάκονος τελείωσε τὸ ἐπιτίμιό του καὶ ἔγινε δεκτὸς στὸ Ἅγιο Βῆμα, ὁ συκοφάντης δαιμονίσθηκε καὶ μὲ γοερὲς κραυγὲς ὁμολόγησε τὴν ἁμαρτία του.

Ἐλευθερώθηκε ὰπὸ τὴν τυραννία τοῦ δαίμονος ὁ συκοφάντης μόνον ὅταν προσευχήθηκε γι’ αὐτὸν ὁ συκοφαντημένος διάκονος.

Ἀκούσατε ἄλλο πάλι παράδειγμα: Ἕνας ἀδελφὸς ἔκανε τὴν ἑξῆς ἐρώτηση σὲ κάποιον πατέρα: «Πῶς ρίχνει ὁ διάβολος τοὺς πειρασμοὺς στοὺς Ἁγίους;».

Τοῦ ἀπάντησε ὁ Γέροντας: «Ἦταν κάποτε στὸ ὄρος Σινᾶ ἕνας μοναχὸς ποὺ ὀνομαζόταν Νίκων. Κάποιος πῆγε στὴ σκηνὴ ἑνὸς Ἄραβα Φαρανίτη, βρῆκε μονάχη τὴν κόρη του, πλάγιασε μαζί της καὶ ὕστερα τῆς λέει: «Νὰ πεῖς ὅτι τὸ πάθημά μου αὐτὸ μοῦ τὸ ἔκαμε ὁ ἀναχωρητής, ὁ Ἀββᾶς Νίκων».

Ὅταν ἦρθε ὁ πατέρας της καὶ πληροφορήθκε τὸ γεγονός, πῆρε τὸ ξίφος του καὶ τράβηξε κατὰ τοῦ Γέροντα.

Σὰν χτύπησε τὴν πόρτα, βγῆκε ἔξω ἐκεῖνος καὶ ὅταν σήκωσε τὸ ξίφος νὰ τὸν σκοτώσει, παράλυσε τὸ χέρι του. Τότε ὁ Φαρανίτης πῆγε στὴν ἐκκλησία καὶ κατάγγειλε τὸ συμβὰν στοὺς πρεσβυτέρους.

Ἔστειλαν ἐκεῖνοι καὶ τὸν κάλεσαν καὶ ὁ Γέροντας παρουσιάστηκε. Τότε τοῦ ἔδωσαν πολὺ ξύλο καὶ σκέφτονταν νὰ τὸν διώξουν, ὅμως ἐκεῖνος τοὺς παρακάλεσε νὰ τὸν ἀφήσουν νὰ ζήσει μὲ μετάνοια κοντά τους.

Ἔτσι τὸν ἀπομόνωσαν γιὰ τρία χρόνια καὶ ἔδωσαν ἐντολὴ κανένας νὰ μὴν τοῦ μιλάει. Πέρασαν τὰ τρία χρόνια καὶ ὁ συνοφαντηθεὶς ἐρχόταν κάθε Κυριακή καὶ μὲ μετάνοια παρακαλοῦσε καὶ ἔλεγε;

«Προσεύχεστε στὸν Κύριο γιὰ μένα»!

Ἀργότερα, ὅμως, ἐκεῖνος ποὺ εἶχε κάμει τὴν ἁμαρτία καὶ εἶχε ρίξει τὸν πειρασμὸ στὸν ἀναχωρητὴ κυριεύθηκε ἀπὸ δαιμόνιο καὶ ὁμολόγησε στὴν ἐκκλησία: «Ἐγὼ ἤμουν ποὺ ἁμάρτησα καὶ μίλησα γιὰ νὰ συκοφαντηθεῖ ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ».

Τότε σηκώθηκε ὅλος ὁ λαὸς καὶ εἶπε μετανιωμένος στὸ Γέροντα: «Ἀββᾶ, συγχώρεσέ μας».

Ἐκεῖνος τοὺς ἀπάντησε: «Ὅσο γιὰ τὴ συγχώρηση, σᾶς ἔχω ἤδη συγχωρήσει, ἀλλὰ νὰ μείνω κοντά σας, δὲν μένω πιὰ μὲ τίποτα. Δὲν βρέθηκε οὔτε ἕνας σας νὰ ἔχει διάκριση καὶ νὰ μὲ συμπονέσει».

Ἂς θυμηθοῦμε πάλι τὴν Ἁγία Θεοδώρα στὸ χωριὸ Βάστα τῆς Ἀρκαδίας, ἡ ὁποία πέφτοντας θύμα μεγάλης συκοφαντίας καὶ μὴ φανερώνοντας τὴν ἀλήθεια, μαρτύρησε. Σὲ ἀνάμνηση της θυσίας της ὑπάρχει ἐκεῖ ἕνα ζωντανὸ θαῦμα.

Ὁ Θεὸς ἀκούγοντας τὴν προσευχή της ἐπέτρεψε νὰ φυτρώσουν, χωρὶς ρίζες, 17 δένδρα στὴν σκεπὴ μιᾶς μικρῆς ἐκκλησίας 12 τετραγωνικῶν μέτρων στὸν τόπο ποὺ μαρτύρησε.

Ἂς θυμηθοῦμε πάλι τὸν πάγκαλο Ἰωσήφ, τὸ γιὸ τοῦ Ἰακώβ, ὁ ὁποῖος ὑπέφερε τόσα ἀπὸ τοὺς ἴδιους τοὺς ἀδελφούς του, οἱ ὁποῖοι τὸν πούλησαν σκλάβο στὴν Αἴγυπτο.

Ἐκεῖ συκοφαντήθηκε ἀδυσώπητα ἀπὸ τὴ σύζυγο τοῦ Πετεφρῆ, ἐπειδὴ δὲν ἐνέδωσε στὶς πονηρὲς διαθέσεις της, καὶ ὅμως ὁ Θεὸς τὸν τοποθέτησε στὰ ὕψη, ὥστε νὰ κυβερνήσει στὸ πλάϊ τοῦ Φαραὼ ὅλη τὴν Αἴγυπτο.

Τέλος ἂς θυμηθοῦμε τὸ χαρακτηριστικὸ παράδειγμα τῆς τιμωρίας τοῦ συκοφάντη τῆς Ἁγίας Εὐγενίας, τὴν ἀμετανόητη Μελανθία, ἀπὸ τὴν ὁποία τόσο ἄδικα συκοφαντήθηκε ἡ Ἁγία.

Ὁ δικαιοκρίτης Θεὸς τὴν τιμώρησε πολὺ παραδειγματικά, ρίπτοντας φωτιὰ ἀπὸ τὸν οὐρανὸ καὶ κατακαίγοντάς την.

Ἡ συκοφαντία, δυστυχῶς, ἔχει γίνει σήμερα διαδεδομένος τρόπος συμπεριφορᾶς πολλῶν ἀνθρώπων, στὴν καθημερινή τους ζωή, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ θεωρεῖται ὡς κάτι τὸ φυσιολογικό.

Συκοφαντοῦμε ὅταν κατηγοροῦμε ἄδικα κάποιο πρόσωπο ἢ δημιουργοῦμε καὶ διαδίδουμε ψευδεῖς εἰδήσεις καὶ πληροφορίες γι’ αυτό, πάντοτε ἠθελημένα μὲ σκοπὸ νὰ βλάψουμε τὴν τιμὴ καὶ τὴν ὑπόληψή του.

Στὶς ἡμέρες μας αὐτὴ ἡ συκοφαντία εἶναι συνήθης καὶ δείχνει ὅτι ἡ ἀντίσταση τῆς συνειδήσεώς μας, ἂν δὲν ἔχει πωρωθεῖ τοὐλάχιστον ἔχει ἀμβλυνθεῖ ἐπικίνδυνα.

Δεχόμαστε ὅτι μᾶς λένε ἀβασάνιστα χωρὶς διασταύρωση τῶν λεγομένων καὶ καταβροχθίζουμε σάρκες, συνήθως ἀνυποψίαστων θυμάτων.

Λησμονοῦμε τὴν ἐντολὴ τοῦ Λευϊτικοῦ «οὐ κλέψετε, οὐ ψεύσεσθε, οὐδὲ συκοφαντήσει ἕκαστος τὸν πλησίον" (Λευϊτ. ιθ΄ 11) καὶ εὔκολα κατηγοροῦμε κάποιον, δημιουργώντας ἢ διαδίδοντας ψευδῆ γεγονότα, φῆμες καὶ πληροφορίες γι’ αὐτόν.

Πολλοί, εἰδικὰ σήμερα, παίρνουν ἀψήφιστα τὸ θέμα. Ἔχουμε δεῖ, ὅμως, νὰ σπιλώνονται προσωπικότητες, ὑπολήψεις, οἰκογενειάρχες μὲ τραγικὰ πολλὲς φορὲς ἀποτελέσματα.

Ἄνθρωποι νὰ χάνουν τὴν ἐργασία τους, νὰ διαλύεται ἡ οἰκογένειά τους, νὰ ἔχουν χάσει τὴν ὑγεία τους ἀκόμη, δυστυχῶς, καὶ νὰ ἀφαιροῦν τὴν ἴδια τους τὴ ζωὴ πάνω στὴν ἀπελπισία γιὰ τὴν ἀδικία ποὺ διαπράχθηκε εἰς βάρος τους.

Κλείνουμε μὲ τὰ θαυμαστὰ λόγια τοῦ Ἁγίου Μαξίμου, τοῦ Ὁμολογητῆ, ὅτι «Ὅσο προσεύχεσαι θερμὰ γιὰ χάρη ἐκείνου ποὺ σὲ συκοφάντησε, τόσο καὶ ὁ Θεὸς πείθει γιὰ τὴν ἀθωότητά σου ὅσους σκανδαλίστηκαν λόγω τῆς συκοφαντίας.»

Καὶ μὴ λησμονοῦμε τὰ λόγια μεγάλων ἀνδρῶν. Ὁ Σουΐφτ εἶπε: Ἡ συκοφαντία συνήθως χτυπάει τοὺς ἄξιους ἀνθρώπους, ὅπως τὰ σκουλήκια ρίχνονται πάνω στὰ καλύτερα φροῦτα.

Ὁ Διογένης εἶπε ὅτι, ἀπὸ τὰ ἄγρια θηρία τὸ χειρότερο δάγκωμα τὸ κάνει ὁ συκοφάντης. 

Ὁ Σπαρτιάτης Θεαφίδας ὅταν ἀκόνιζε κάποτε τὸ ξίφος του κάποιος ἄλλος τὸν ρώτησε ἂν εἶναι κοφτερὸ καὶ ἐκεῖνος ἀπάντησε:

Εἶναι πιὸ κοφτερὸ καὶ ἀπὸ τὴ συκοφαντία.

 

Φθιώτιδος: ''H Εκκλησία δεν κλείνει τις πόρτες σε αλλόθρησκους''

fthiotidos

Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Φθιώτιδος κ. Νικολάου

Ὁ θρησκευτικός τουρισμός, τόν ὁποῖο ἰδιαίτερα τά τελευταῖα χρόνια εὐνοεῖ καί προωθεῖ ἡ πολιτεία εἶναι σπουδαῖος παράγων οἰκονομικῆς ἀναπτύξεως καί ἤδη φέρνει στήν πατρίδα μας ἀναρίθμητα σμήνη ἐνδιαφερομένων, οἱ ὁποῖοι δέν παραλείπουν νά ἐπισκέπτονται καί τούς ἱερούς χώρους μας παράλληλα μέ τούς ἄλλους ἀρχαιολογικούς, ἰαματικούς, πε-ριβαλλοντικούς κλπ.

Ἡ Θρησκεία πάντοτε εἶναι στά ἐνδιαφέροντα τῶν ἀνθρώπων καί γι’αὐτό εἶναι στίς πρῶτες προτιμήσεις ὅλων τῶν τουριστῶν οἱ Ἱεροί χῶροι τῆς πίστεώς μας, τά Μοναστήρια, τά προσκυνήματα, οἱ Ἐκκλησίες.

Ὁ Προσκυνηματικός Τουρισμός διαφέρει ἀπό τόν πρῶτο. Ἔχει συμμετοχή, ἐμπεριέχει πνευματικά ὀφέλη καί συνεισφέρει στίς πνευματικές ἀναζητήσεις τοῦ ἀνθρώπου.

Στήν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας μας εὐθύς μετά τήν γαλήνευσή της ἀπό τόν πόλεμο τῶν διωγμῶν ἐνεφανίσθησαν οἱ ἱερές περιηγήσεις στούς Ἁγίους Τόπους καί στούς τόπους τῶν μαρτυρίων, ὅπου οἱ πιστοί προσκυνοῦσαν, προσηύχοντο, ἐξομολογοῦντο, ἀνακαινίζοντο διά τῶν μυστηρίων καί ἀνανέωναν τούς πνευματικούς τους δεσμούς μέ τήν Ἐκκλησία.

Ἀργότερα ἁπλώθηκε αὐτή ἡ συνήθεια σέ ὅλους τούς ἱερούς της πίστεως τόπους καί μέχρι σήμερα οἱ χριστιανοί ὑπό τήν καθοδήγηση Ἐπισκόπων, Ἱερέων, Ἐκκλησιαστικῶν προσώπων διοργανώνουν ἱερά προσκυνήματα, ὅπου ὑπάρχουν, στό ἐσωτερικό καί ἐξωτερικό καί ἐπισκέπτονται ἱερούς χώρους πρός πνευματική ἐνίσχυση καί ὠφέλεια.

Ὁ προσκυνηματικός τουρισμός δέν ἔχει μόνο τήν ἱκανοποίηση τῆς μαθήσεως ἀλλά καί τήν ἀναζήτηση τοῦ Θεοῦ.

Ἐμεῖς ὡς Ἐκκλησία δέν κλείνουμε τίς πόρτες τῶν Ἱερῶν μας στούς ἀλλοθρήσκους Ἀνατολῆς καί Δύσεως, ἀλλά θέλουμε προσκυνηματικό τουρισμό, ὁμοθρήσκους καί ὁμοδόξους ἀδελφούς, οἱ ὁποῖοι καί θά ὠφεληθοῦν καί θά ὠφελήσουν.

Πρός τό μέρος τοῦ προσκυνηματικοῦ τουρισμοῦ χρειάζεται νά ἀνοιχθοῦμε μέ ὀργάνωση, συντονισμό καί πρόγραμμα.

Πρῶτα νά ἐπιδιώξουμε μέ κάθε τρόπο τήν ἐνίσχυση τοῦ ἐσωτερικοῦ προσκυνηματικοῦ τουρισμοῦ.

Ὕστερα νά δεχθοῦμε τούς ὁμοδόξους ἀδελφούς μας, μέ τούς ὁποίους νά ζήσουμε τήν κοινωνία τῆς πίστεως καί τῶν μυστηρίων.

Νά προσελκύσουμε καί τούς ἑτεροδόξους χριστιανούς, οἱ ὁποῖοι ἔχουν πνευματικά ἐνδιαφέροντα στά Ὀρθόδοξα σεβάσματα. Δέν εἶναι ὡσάν τούς Κινέζους, τούς Ἰάπωνες, τούς Κορεάτες.

Ὁ θρησκευτικός τουρισμός χρειάζεται προσοχή, γιατί μπορεῖ νά προκαλέσει μεγάλο θόρυβο, μεγάλο ἐντυπωσιασμό γιά τό τίποτα. Μάλιστα γιά τά Μυστήριά μας θά εἶναι ἐπιζήμιος.

Αληθινά και κάλπικα νοήματα για την κοινωνία και τον άνθρωπο

diafotismos

Μια πρόσφορη πρακτική για να «ξεμπερδεύουν» οι λογίς χριστιανομάχοι εύκολα με την Εκκλησία, είναι να την «τσουβαλιάζουν» με τα άλλα, διάφορα, πτωτικά σχήματα του κόσμου και της κοινωνίας.

Να μην κάνουν διάκριση αυτής της ίδιας της φύσεως και της αποστολής της Εκκλησίας από τα πρόσωπα - φορείς της, οι οποίοι συχνά (κανένας δεν το αρνείται) την εκθέτουν (άκοντες – εκόντες).

Αφορμή για την ανακοίνωσή μας αυτή μας έδωσε άρθρο του κ. Γ. Οικονόμου στην καθημερινή εφημερίδα των Αθηνών «Η ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ» (Φύλλο 9-7-2014), με τίτλο: «Νοήματα με κέντρο την κοινωνία και τον άνθρωπο».

Ο συντάκτης πήρε αφορμή για να γράψει το άρθρο του από το γεγονός ότι: «Ένα από τα μεγάλα προβλήματα του νεοελληνικού πολιτικού, κοινωνικού και πολιτιστικού βίου είναι η έλλειψη κοινωνιοκεντρικών και ανθρωποκεντρικών νοημάτων».

Διότι «τα νοήματα που κυριαρχούν επί πολλές δεκαετίες είναι εθνικιστικά, θρησκευτικά, κομματικά, ατομικιστικά, προσωπικά, λαιφ στάιλ, καταναλωτικά, ποδοσφαιρικά και τηλεοπτικά.

Η ισοπεδωτική κυριαρχία αυτών των νοημάτων («κοινωνικών φανταστικών σημάτων» κατά τον Καστοριάδη) επέβαλε έναν τρόπο ζωής πλήρως αποπολιτικοποιημένο, αλλά σφόδρα κομματικοποιημένο, υποταγμένο στις κομματικές ιδεολογίες, στην οικονομική ολιγαρχία, στα Μ.Μ.Ε και στην Εκκλησία, με αποτέλεσμα την απουσία πολιτικής κοινωνίας και τη σημερινή γενικευμένη χρεοκοπία».

Στη συνέχεια επιχειρεί να αναλύσει τι εστί κοινωνιοκεντρικά και ανθρωποκεντρικά νοήματα.

Στεκόμαστε στην ανάλυση των ανθρωποκεντρικών νοημάτων, για να το σχολιάσουμε στη συνέχεια.

«Ανθρωποκεντρικά νοήματα είναι αυτά που αντιπαρατίθενται στα θρησκειολογικά νοήματα, τα οποία είναι η δεύτερη νεοελληνική μάστιγα (Χριστόδουλος, Άνθιμος, Σεραφείμ Πειραιώς, η Εκκλησία ως ιδεολογικός και κρατικός θεσμός, βυζαντινισμός, νέο-ορθόδοξοι).

Ανθρωποκεντρικά νοήματα είναι αυτά που έχουν κέντρο τον άνθρωπο και όχι τον «θεό», ούτε τη μεταφυσική και την ανύπαρκτη «μετά θάνατον ζωή».

Είναι τα νοήματα που έχουν κέντρο τον άνθρωπο, όχι ως πιστό κάποιας θρησκείας, ως μέλος κάποιας εθνότητας η ως οπαδό μιας ιδεολογίας, Διαπνέονται, δηλαδή, από ισότητα και καθολικότητα».

Σε άλλο σημείο ορίζει ότι «κοινωνιοκεντρικά και ανθρωποκεντρικά νοήματα είναι η ελευθερία παντός είδους, ατομική και πολιτική».

Δεν είναι δύσκολο να καταλάβει ο οιοσδήποτε ότι ο αρθρογράφος είναι βαθύτατα επηρεασμένος από τον πνεύμα του άθεου ευρωπαϊκού ουμανισμού, το οποίο βλέπει αγεφύρωτη διάσταση μεταξύ κοινωνίας και θρησκείας, μεταξύ Εκκλησίας και Κράτους, μεταξύ ελευθερίας και θρησκευτικής πίστεως.

Δεν είναι δύσκολο να εννοηθεί το μεγάλο άλμα τριών αιώνων, το οποίο επιχειρεί να κάνει, προς τα πίσω, για να εκφράσει τις πεπαλαιωμένες πια αντιλήψεις του «ευρωπαϊκού διαφωτισμού», οι οποίες διαπνέονταν από το, δικαιολογημένο στην εποχή τους, αντιεκκλησιαστικό πνεύμα.

Δε θα διαφωνήσουμε, με τον ισχυρισμό του, ότι κυριαρχούν νοήματα «εθνικιστικά, θρησκευτικά, κομματικά, ατομικιστικά, προσωπικά, λαιφ στάιλ, καταναλωτικά, ποδοσφαιρικά και τηλεοπτικά», τα οποία ταλανίζουν όντως τον νεοελληνικό προσωπικό και κοινωνικό μας βίο εδώ και δεκαετίες.

Ότι υπάρχει ένα αντιανθρώπινο και αντικοινωνικό σύστημα, το οποίο τρέφεται από αυτά τα εκφυλιστικά φαινόμενα. Θεωρούμε όμως ότι δεν έψαξε να βρει τις καταβολές τους.

Να διαπιστώσει ότι αυτά τα φαινόμενα δεν έχουν σχέση με την ελληνορθόδοξη παράδοσή μας, ότι είναι γεννήματα του πνευματικά αποπροσανατολισμένου ευρωπαϊκού πνεύματος.

Ότι η αληθινή Εκκλησία του Χριστού, η Ορθοδοξία μας, δεν έχει την παραμικρή σχέση με αυτά. Ότι αυτά τα φαινόμενα εμφανίστηκαν, ανδρώθηκαν και επικράτησαν στον αιρετικό ευρωπαϊκό χώρο και εισήχθησαν στην πατρίδα μας, μαζί με όλο τον υπόλοιπο συρφετό της ευρωπαϊκής διανόησης και πρακτικής, στο νεώτερο σύγχρονο πολιτικό και κοινωνικό μας βίο.

Δεν έψαξε στην ιστορία μας και την ελληνορθόδοξη παράδοσή μας να διαπιστώσει ότι δεν υπήρξε ποτέ ρατσισμός, εθνικισμός, αποθέωση του σεξισμού (όπως συμβαίνει στις μέρες μας), θρησκευτικός φανατισμός (με την έννοια των θρησκευτικών πολέμων), της βίας και της τρομοκρατίας.

Δεν έκανε επίσης τον κόπο να εξετάσει πως η Εκκλησία μας δεν είναι ούτε θρησκεία, ούτε θρησκευτική πίστη, όπως την αντιλαμβάνεται ο ίδιος και η ευρωπαϊκή αντίληψη.

Δε μπορεί, ή δε θέλει, να ξεχωρίσει, την παραφθαρμένη και εκφυλισμένη μορφή της Εκκλησίας στον Παπισμό και τον Προτεσταντισμό, όπου όντως μεταβλήθηκε η Εκκλησία σε μια από τις θρησκείες του κόσμου, διαθέτοντας και καλλιεργώντας μάλιστα αντικοινωνικά και αντιανθρώπινα στοιχεία.

Είναι άλλωστε πολύ βολικό στους εκκλησιομάχους να ταυτίζουν την Εκκλησία στο πρόσωπο του αιρετικού παπισμού και προτεσταντισμού, προβάλλοντας τις, καταγραμμένες από την ιστορία, αρνητικές τους πλευρές και καταλογίζοντάς τες στην αληθινή και γνήσια Εκκλησία.

Η αλήθεια είναι εντελώς διαφορετική από τα ανιστόρητα «πυροτεχνήματα» του σύγχρονου αθέου ουμανισμού. Ο Χριστιανισμός υπήρξε η μεγαλύτερη επανάσταση όλων των εποχών.

Σείστηκαν και γκρεμίστηκαν συθέμελα οι αντικοινωνικοί και οι απάνθρωποι θεσμοί του αρχαίου προχριστιανικού κόσμου από το σωτήριο λόγο του Χριστού.

Το Ευαγγέλιο απευθύνθηκε σε όλη την ανθρωπότητα, ανεξάρτητα από έθνη, φύλα, και κοινωνικές τάξεις. Η Εκκλησία αγκάλιασε όλους τους ανθρώπους.

Αφού τους απελευθέρωσε από τα δεσμά της αμαρτίας, τους κατέστησε πρόσωπα ισότιμα μέσα στο εκκλησιαστικό σώμα, στο Σώμα του Χριστού.

Ο πρώην δούλος έγινε αγαπητός αδελφός του πρώην κυρίου του και συνδαιτυμόνας του στα κοινά τραπέζια, τις «αγάπες». Η πλούσιοι άνοιξαν τις επαύλεις τους στους φτωχούς και άσημους εν Χριστώ αδελφούς τους. Διέθεσαν τα πλούτη τους για την ανακούφιση των ενδεών.

Ο πρώην Ιουδαίος συναδελφώθηκε με τον πρώην Εθνικό. Το ίδιο και ο βαρβαρικής καταγωγής Χριστιανός αδελφοποιήθηκε με τον ελληνικής καταγωγής Χριστιανό.

Στο πρόσωπο του κάθε ανθρώπου εικονίζεται ο Χριστός και γι’ αυτό γίνεται υποχρέωση του κάθε πιστού η αλλήλων διακονία.

Όταν η έννοια της κοινωνικής ευποιίας στον αρχαίο κόσμο ήταν άγνωστη, η Εκκλησία θεμελίωσε την κοινωνική μέριμνα και διακονία του ανθρώπου, η οποία συνεχίζεται εδώ και δύο χιλιάδες χρόνια, έχοντας σαφέστατο χριστιανικό χαρακτήρα.

Όταν λ. χ. κατά τον φοβερό λοιμό του 250 μ. Χ. οι ειδωλολάτρες και οι Ιουδαίοι εγκατέλειπαν τους ασθενείς οικείους τους, για να γλυτώσουν από την μετάδοση της πανώλης, την περίθαλψη είχαν αναλάβει, με κίνδυνο της ζωής τους οι Χριστιανοί.

Οι πρώην πόρνες μεταβάλλονται σε αγαπητές εν Χριστώ αδελφές, οι οποίες χαίρονται και απολαμβάνουν τον άδολο σεβασμό και την τιμή των πρώην εραστών τους.

Οι απόβλητοι της κοινωνίας βρίσκουν θέση και απάγκιο στην αγαπητική χριστιανική κοινότητα. Κανένας δεν τίθεται στο περιθώριο, όλοι είναι καλεσμένοι στο Δείπνο της Βασιλείας, τη σωτηρία και τη θέωση.

Στο Βυζάντιο συνεχίστηκε και ανδρώθηκε η νέα αυτή πνευματική και κοινωνική επανάσταση του Χριστιανισμού.

Εκχριστιανίστηκαν, δηλαδή εξανθρωπίστηκαν όλοι οι κοινωνικοί θεσμοί (κατάργηση δια νόμου της δουλείας, θεσμοθέτηση της δικαιοσύνης για όλους, αργία της Κυριακής, περιορισμός της παγανιστικής δεισιδαιμονίας, σεβασμός της ανθρώπινης ζωής και αξιοπρέπειας, περιορισμός της εξουσίας και του πλούτου, μέριμνα για τους φτωχούς και αδυνάτους, κ.α.).

Οι πολυπληθείς εθνότητες και λαοί, που αποτελούσαν το βυζαντινό κράτος συνυπήρχαν με θαυμαστή αρμονία, διότι τους ένωνε η κοινή πίστη στο Χριστό.

Εμφύλιες και κοινωνικές συγκρούσεις είναι σπάνια φαινόμενα στο χιλιόχρονο Βυζάντιο, διότι είχε σύνταγμα το Ευαγγέλιο του Χριστού και εφάρμοζε την κοινωνική διδασκαλία και πρακτική της Εκκλησίας μας.

Δεν είναι τυχαίο ότι και αυτός ο Ιουλιανός ο Παραβάτης (361-363) αποπειράθηκε να στηρίξει το ουτοπικό του θρησκευτικό παγανιστικό σύστημα στην κοινωνική διδασκαλία της Εκκλησίας.

Το ίδιο και στην μαύρη περίοδο της τουρκοκρατίας. Η Εκκλησία μας έγινε ο συνδετικός δεσμός του Έθνους και τροφός του Γένους μας.

Υπήρξε ο μόνος θεσμός, ο οποίος στήριξε και διέσωσε το Γένος μας από τον αφανισμό, κάτι που δεν είναι σε θέσει να δουν οι κοντόφθαλμοι χριστιανομάχοι. Όσο και αν φαίνεται παράδοξο, οι έννοιες του εθνικισμού και του ρατσισμού ήταν σχεδόν άγνωστες, τουλάχιστον τα πρώτα διακόσια χρόνια της δουλείας.

Το πρόβλημα για τους Ορθοδόξους Έλληνες και για τους άλλους υπόδουλους Ορθοδόξους λαούς, δεν ήταν τα πρόσωπα, που τους καταπίεζαν τους, αλλά η Οθωμανική εξουσία.

Απόδειξη ότι όσοι τούρκοι μουσουλμάνοι ασπάζονταν την Ορθοδοξία, εντάσσονταν στην οικογένεια των υπόδουλων Ρωμιών, π. χ. οι Νεομάρτυρες οι εξ Αγαρηνών.

Δεν είναι επίσης τυχαίο ότι βρήκαν ασφαλές καταφύγιο στον ελληνικό χώρο οι αγρίως καταδιωκόμενοι Εβραίοι από τους Ισπανούς και τους άλλους Ευρωπαίους, τον 16ο και 17ο αιώνα, όπου έζησαν εν ηρεμία, μεγαλούργησαν και συνεχίζουν να μεγαλουργούν.

Οι έννοιες του ρατσισμού και του εθνικισμού, άγνωστες στον ορθόδοξο λαό μας, ήρθαν στον τόπο μας από τους «διαβασμένους» της Εσπερίας στα τέλη του 18ου αιώνα.

Οι αγωνιστές του 21 πολέμησαν για το «Ρωμαίικο», όπου θα συμπεριλάμβανε όλους τους λαούς της βαλκανικής και της Μ. Ασίας και όχι τη δημιουργία «εθνικής εστίας», όπως διατείνονταν ο μικροεθνικισμούς του Κοραή και των συν αυτώ, (βλέπε Θούριο του Ρήγα).

Ο μεγάλος Ιερομάρτυρας και Εθνομάρτυρας άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός (1714-1779) προωθούσε την απελευθέρωση όλων των υπόδουλων Ορθοδόξων λαών και μιλούσε συχνά για το «Ρωμαίικο», ήτοι την ανασύσταση του πολυεθνικού βυζαντινού κράτους, της Ρωμανίας.

Ο ρατσισμός, ο εθνικισμός και ο θρησκευτικός φανατισμός είναι δημιουργήματα αποκλειστικά της αιρετικής Ευρώπης. Εκεί εμφανίστηκαν και ανδρώθηκαν αυτά τα εκφυλιστικά φαινόμενα.

Ο διαβόητος και μισέλληνας Καρλομάγνος (9ος αιώνας), το καύχημα των σύγχρονων ευρωπαίων, θα εγείρει πρώτος θέμα ρατσισμού κατά των «αιρετικών» Ελλήνων και θα μπολιάσει τους ευρωπαίους με μίσος κατά ημών των Ελλήνων και γενικότερα κατά των Ορθοδόξων.

Ο Παπισμός, μετά το σχίσμα (1054), θα γίνει εγκόσμια υπερεξουσία. Θα υποτάξει τους πάντες κάτω από την παντόφλα του Πάπα και θα εγείρει φρικτές γενοκτονίες κατά εκείνων που αμφισβητούσαν την εξουσία του.

Οι σταυροφορίες, οι ευρωπαϊκοί θρησκευτικοί πόλεμοι, η «Ιερά Εξέταση» και οι διωγμοί κατά των «αιρετικών», η νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου, η γενοκτονία των 800.000 ορθοδόξων Σέρβων από τους παπικούς Ουστάσι, κατά τον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο, είναι το θλιβερό πρόσωπο της δυτικής χριστιανοσύνης.

Το ίδιο και η αποικιοκρατία, όπου ο Παπισμός, με το απόπαιδό του, τον Προτεσταντισμό, πρωτοστάτησαν στην κατάκτηση του κόσμου, με σφαγές, γενοκτονίες και δηώσεις, μεταβάλλοντας τον «νέο κόσμο» σε απέραντες δουλοπαροικίες, ως τα σήμερα.

Αλλά και η σύγχρονη δυτική ετεροδοξία συνεχίζει την ίδια τακτική, επιβεβαιώνοντας με τον πλέον σαφή τρόπο την απόλυτη διάσταση και αποξένωσή της από την αληθινή Εκκλησία του Χριστού, την Ορθοδοξία μας.

Τα σύγχρονα ανυπέρβλητα προβλήματά μας δεν είναι άμοιρα ευθυνών των ετεροδόξων δυτικών «εταίρων» μας.

Κάνει λόγο ο αρθρογράφος για ανθρωποκεντρισμό χωρίς Θεό. Αν εννοεί το «θεό» της δυτικής χριστιανοσύνης δε θα διαφωνήσουμε μαζί του, διότι αυτός ο «θεός» είναι όχι μόνο νεκρός, όπως διακήρυξε δικαίως ο Νίτσε, αλλά και απάνθρωπος.

Είναι το ανύπαρκτο και θνησιγενές είδωλο του σχολαστικισμού, το οποίο δημιουργήθηκε κατ’ εικόνα και ομοίωση του αιρετικού δυτικού ανθρώπου.

Αν όμως εννοεί τον αληθινό Τριαδικό Θεό, της πατρότητας, της αγάπης και του ελέους, όπως δοξάζει η Ορθοδοξία μας, τότε βρίσκεται σε οικτρή πλάνη, διότι απογυμνώνει τον άνθρωπο από το Θεό, την πηγή της ζωής και του δίνει ιδιότητες απολυτότητας, τις οποίες δεν έχει.

Το σχήμα του ανθρωποκεντρισμού χωρίς το Θεό έχει αποτύχει παταγωδώς εδώ και αιώνες και αυτό το αποτυχημένο σχήμα συνεχίζει να προτείνει δυστυχώς ο άθεος ευρωπαϊκός ουμανισμός.

Εγκλωβισμένος και ο αρθογράφος στα στεγανά αυτά, δε μπορεί προφανώς να αντιληφτεί ότι τα κοινωνιοκεντρικά και ανθρωποκεντρικά νοήματα που προτείνει, για την «αλλαγή» της κοινωνίας, είναι καταδικασμένα να αποτύχουν.

Τρανό παράδειγμα η παταγώδεις κατάρρευση των κοινωνιοκεντρικών και ανθρωποκεντρικών κοινωνιών της Δύσεως.

Για μας του Ορθοδόξους, αληθινός τύπος ανθρώπου, είναι ο ένσαρκος Λόγος του Θεού, ο Θεάνθρωπος Κύριός μας Ιησούς Χριστός και αληθινός άνθρωπος ο ενωμένος οργανικά και οντολογικά με Εκείνον.

Στην αντίθετη περίπτωση, ο αυτονομημένος από το Θεό άνθρωπος, τραυματισμένος από την αμαρτία και αποδυναμωμένος από τη φθορά και την φορά του θανάτου, στερείται της γνησιότητας.

Αληθινή κοινωνία είναι η θεανθρώπινη κοινωνία, δηλαδή η Εκκλησία, όπου τα ανθρώπινα πρόσωπα μπολιάζονται με την άκτιστη χάρη του Θεού και μεταμορφώνεται σε θεανθρώπινα κύτταρα του Σώματος του Χριστού.

Αληθινή ελευθερία και σεβασμό στα ανθρώπινα πρόσωπα παρέχει μόνον η Εκκλησία, η οποία καταξιώνει την ανθρώπινη οντότητα, μεταβάλλοντάς την σε εικόνα Θεού και ανάγοντάς την σε θεοειδή ύπαρξη, η οποία βρίσκεται εν πορεία για την σωτηρία και την κατά χάριν θέωση.

Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών της Ι.Μ. Πειραιώς

Θα υπερβείτε, Άγιοι Αρχιερείς, τα ανθρώπινα και τα μικρά;

metewra1

Του Αιμίλιου Πολυγένη

Ολοκληρώνει, εντός ολίγου, τον κύκλο της η Διαρκής Ιερά Σύνοδος με την παρούσα της σύνθεση.

Η επόμενη Δ.Ι.Σ., υπό τη νέα της σύνθεση, έχει μία ιδιαιτερότητα.

Για πρώτη φορά θα μετέχουν στο διοικητικό όργανο της Εκκλησίας οι Μητροπολίτες Τρίκκης και Σταγών Αλέξιος και Σταγών και Μετεώρων Σεραφείμ.

Οι δύο Μητροπολίτες, σε μία από τις επόμενες συνεδριάσεις, μαζί με τον Αρχιεπίσκοπο και τους δέκα αρχιερείς που συνθέτουν την Δ.Ι.Σ., θα κληθούν να αποφασίσουν: πρέπει να παραμείνει προσωποπαγής η Μητρόπολη Σταγών και Μετεώρων ή να γίνει μόνιμη;

Οι τοπικοί άρχοντες επιμένουν πως πρέπει να αποκτήσει μόνιμη υπόσταση η Μητρόπολη Σταγών και Μετεώρων.

Πολλοί υποστηρίζουν πως η Πρόνοια του Θεού έχει φέρει στην ίδια Σύνοδο τους δύο Μητροπολίτες, τον Αλέξιο και τον Σεραφείμ για να δοθεί μία οριστική λύση στο ζήτημα.

Είναι μία πρώτης τάξης ευκαιρία, υπογραμμίζουν, να δείξει ο Μητροπολίτης Τρίκκης τη μεγαλοθυμία και την αγάπη του για τον όμορο αδελφό του.

Να δείξουν, στην πράξη, το παράδειγμα, πως πρέπει να υπερβαίνουμε τα μικρά και τα ανθρώπινα και οι αρχιερείς να φροντίσουν για το καλώς νοούμενο συμφέρον της Εκκλησίας.

Άγιοι Αρχιερείς υπερβείτε τα ανθρώπινα, τα μικρά και προσωπικά. Δώστε και σ' εμάς τους υπόλοιπους το παράδειγμα...

Δάκρυον συμπαθείας

kastorias

Διαβάστε τον επικήδειο λόγο που εκφώνησε ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Καστορίας κ. Σεραφείμ, που πραγματοποίησε στην Εξόδιο Ακολουθία του μακαριστού Μητροπολίτου Γρεβενών κυρού Σεργίου, ως Εκπρόσωπος της Α.Θ.Π. του Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου και Τοποτηρητής της χηρευούσης Ιεράς Μητροπόλεως Γρεβενών:

«Πού το ασφαλές των ψυχών ημών πηδάλιον;

Πού η αμετάθετος της γνώμη ς άγκυρα;

Πού ο καλός κυβερνήτης, ο προς τον άνω σκοπόν διευθύνων το σκάφος;»

Χρήσατε ημίν, αδελφοί, χρήσατε το εκ συμπαθείας δάκρυον».

Τούς λόγους αυτούς του μεγάλου θεολόγου της Εκκλησίας μας Αγίου Γρηγορίου Επισκόπου Νύσσης, ερανισμένους από τον Επιτάφιο Λόγο του εις τον Άγιον Μελέτιον Επίσκοπον Αντιοχείας, δανείζομαι την ώρα αυτή,

Μακαριώτατε πάτερ και δέσποτα,
Σεβασμία των Αγίων Ιεραρχών χορεία,
Εντιμώτατοι Άρχοντες της Πολιτείας, του Στρατού και των Σωμάτων Ασφαλείας,
Εκπρόσωποι των Δικαστικών, Πανεπιστημιακών και λοιπών Αρχών,
Αδελφοί μου συμπρεσβύτεροι και συνδιάκονοι,
Πενθηφόρε λαέ του Θεού,

προκειμένου, ως εκπρόσωπος της Α.Θ.Π. του Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου, αλλά και Τοποτηρητής της χηρευσάσης «μυριοφόρου ολκάδος», να αποτήσω φόρο τιμής και ευγνωμοσύνης στον εν Κυρίω κοιμηθέντα Μητροπολίτη Γρεβενών κυρό Σέργιο.

Επιτρέψτε μου, Μακαριώτατε, αφού προηγουμένως εκφράσω στο σεπτό πρόσωπό Σας, καθώς και στα πρόσωπα των Σεβασμιωτάτων αγίων Αρχιερέων, τις ευχαριστίες και την ευγνωμοσύνη των τοπικών αρχόντων, του Ιερού Κλήρου και του ευσεβούς λαού για την εδώ παρουσία Σας και την συμμετοχή Σας στην Εξόδιο Ακολουθία του μακαριστού Μητροπολίτου Γρεβενών κυρού Σεργίου, να μεταφέρω «δάκρυον συμπαθείας» εκ μέρους της Α.Θ.Π. του Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου προς το απορφανισθέν ποίμνιο, αλλά και τις εγκάρδιες ευχές και προσευχές του για την εν Κυρίω ανάπαυση του μακαριστού Ιεράρχου εν χώρα ζώντων και σκηναίς Δικαίων.

Δάκρυον συμπαθείας,

από την κλεινή καθέδρα του Μεγάλου Κωνσταντίνου,

από τον πρώτο θρόνο, τον περιβεβλημμένο με την λαμπρότητα και το κύρος της Αγίων Οικουμενικών Συνόδων,

από την Εκκλησία των του Χριστού πενήτων,

προς την παροικούσα εν Γρεβενοίς Εκκλησία διά την μετάθεσιν εκ του επιγείου Θυσιαστηρίου προς το επουράνιον του Επισκόπου αυτής, ο οποίος επί 38 συναπτά έτη εποίμανε το ποίμνιο αυτής μη αναγκαστώς αλλ΄ εκουσίως, μηδέ αισχροκερδώς αλλά προθύμως («επισκοπών μη αναγκαστώς αλλ΄ εκουσίως, μηδέ αισχροκερδώς αλλά προθύμως, μηδ΄ ως κατακυριεύων των κλήρων αλλά τύπος γενόμενος του ποιμνίου» πρβλ. Α΄ Πετρ. 5,2-3.).

Με την εγνωσμένη αγάπη του προς πάντας, την ακακία της καρδίας του, την σύνεση και την διάκριση, τους καθοδηγούσε εις νομάς σωτηρίους νουθετών, διδάσκων, στηρίζων, επιδιώκων δε δικαιοσύνην, πίστιν, αγάπην, ειρήνην μετά των επικαλουμένων τον Κύριον εκ καθαράς καρδίας (Β΄ Τιμ. 3,32).

Δάκρυον συμπαθείας για τον μακαριστό Γρεβενών Σέργιο, που υπήρξε υπόδειγμα σεμνότητος, παράδειγμα ανιδιοτελείας, ψυχικής μεγαλωσύνης και πνευματικής ευτολμίας.

Είχε πάντοτε προ οφθαλμών του ότι ως Επίσκοπος της Εκκλησίας όφειλε να διδάσκει όχι μόνο διά του λόγου, αλλά κυρίως διά του ζωντανού παραδείγματος, και με την ζωή του «όσα εστίν αληθή, όσα σεμνά, όσα δίκαια, όσα αγνά, όσα προσφιλή, όσα εύφημα» κατά την έκφραση του Αποστόλου Παύλου (Φιλ. 4,8).

Δάκρυον συμπαθείας από την σεπτή κορυφή της Εκκλησίας, τον Οικουμενικό μας Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίο, ο οποίος πρόσφατα επισκέ-φθηκε τα Γρεβενά και προέστη των εορταστικών εκδηλώσεων για τον Εθνομάρτυρα Αιμιλιανό Λαζαρίδη Μητροπολίτη Γρεβενών.

Δάκρυον συμπαθείας προς τον ευαγή Ιερό Κλήρο και τον χριστώνυμο λαό του Θεού για τον Επίσκοπο εκείνον, που ετίμησε την Εκκλησία και εδόξασε το όνομα του Θεού με την ιεροπρεπή πολιτεία του.

Εκοπίασε για το Ευαγγέλιο του Χριστού. Εργάσθηκε ως πιστός και φρόνιμος οικονόμος στον Αμπελώνα του Κυρίου. Αύξησε τα τάλαντα, τα οποία του χάρισε ο Θεός.

Χαρακτηριστικά γνωρίσματα της προσωπικότητός του και του ακεραίου της πολιτείας του ήταν η συνέπεια και η αφοσίωση προς την Αγία μας Εκκλησία, την αλήθεια και τον παράγοντα άνθρωπο. Πάντα τα ανωτέρω θα αποτελούν πρέσβεις ικανούς ενώπιον του Θρόνου της Θείας Μεγαλωσύνης.

Πρέσβεις ικανούς, ακόμη, θα έχει τον Όσιο Νικάνωρα τον Θαυμα-τουργό, του οποίου την κατεστραμμένη υπό καταστροφικού σεισμού Ιερά Μονή εκ βάθρων ανήγειρε, καθώς και τους τοπικούς Αγίους Νεομαρτύρες Γεώργιο τον εν Ιωαννίνοις αθλήσαντα και Δημήτριο τον εκ Σαμαρίνης.

Θα έχει πρέσβεις ικανούς τας προσευχάς των Κληρικών που εισήγαγε στην Ιερωσύνη και την ευγνωμοσύνη των Χριστιανών της επαρχίας αυτής.

Θα έχει εισηγητή ενώπιον του Δικαιοκρίτου Κυρίου αυτήν την πατρώαν ευσέβεια της μητέρας του, όπως έλεγε, με την οποία έζησε και στην οποία έμεινε πιστός «άχρι θανάτου».

Ο μακαριστός Ιεράρχης Σέργιος απέθετο πλέον, για να χρησιμοποιήσω πάλι τον Άγιο Γρηγόριο Νύσσης, τους δερματίνους χιτώνας.

Πορεύεται προς τον Θρόνο του Αγίου Θεού ενδεδυμένος «φορέματα υφασμένα για τον ίδιο του τον εαυτό από τον ίδιο με την καθαρότητα του βίου του.

Εγκατέλειψε την Αίγυπτο - τον ιλυώδη βίο. Πέρασε ουχί την Ερυθρά εκείνην, αλλά την μέλαινα ταύτην και ζοφώδη του βίου θάλασσαν της παρούσης ζωής.

Εισήλθε στη γη της Επαγγελίας και συνομιλεί πνευματικα μαζί με τον Θεό. Έλυσε το υπόδημα της ψυχής του για να περπατήσει με καθαρό βηματισμό της διανοίας την αγία γη, όπου βλέπεται ο Θεός».

Να μας θυμάσαι, Γέροντα στο Ουράνιο Θυσιαστήριο.

Να μας θυμάσαι και να προσεύχεσαι για όλους.

Να θυμάσαι και να προσεύχεσαι για τα ηρωικά και μαρτυρικά Γρεβενά, τα οποία με πιστότητα και συνέπεια υπηρέτησες.

Να προσεύχεσαι, Γέροντα, για την ελληνικότατη και αιματοβαμμένη Μακεδονία μας, την οποία πάλι με συνέπεια υπηρέτησες.

Καλή Ανάσταση, Γέροντα!

Καλή αντάμωση στη Βασιλεία των Ουρανών!

Τού μακαριστού και αοιδίμου Ποιμενάρχου Σεργίου, αιωνία η μνήμη. Αμήν.

top
Has no content to show!