Άρθρα - Απόψεις

Αμφιπόλεως αμφιβολίες

sisois

Του Αρχιμ. Αλεξάνδρου Κανταράκια για την Romfea.gr

Σύμφωνα με την ερίτιμο και ελλογιμοτάτη καθηγήτρια Ελένη Γλυκατζή Αρβελέρ, η πρώτη παγκοσμιοποίηση ήταν Ελληνική, και αυτό επειδή όλοι οι λαοί της Μεσογείου και όχι μόνο, μιλούσαν Ελληνικά.

Το γεγονός αυτό οφείλεται στις νικηφόρες εκστρατείες του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ο οποίος εκουσίως ή ακουσίως έγινε το όργανο του Θεού, στην προετοιμασία της ανθρωπότητας, για να ακούσει αυτή στα Ελληνικά το μήνυμα του Ευαγγελίου.

Επειδή λοιπόν κάθε λαός καμαρώνει και χαίρεται για τους προγόνους του, έτσι και εμείς, μέσα σε πλήρη συναισθηματική φόρτιση, μπορούμε να ισχυριστούμε ότι είμαστε οι πνευματικοί απόγονοι του τροπαιοφόρου Στρατηλάτη.

Τις τελευταίες ημέρες οι Έλληνες και όχι μόνο, έχουμε στρέψει το βλέμμα μας στην Μακεδονία και στην ανασκαφή της Αμφιπόλεως, όπου σιγά -σιγά αποκαλύπτεται ένα ταφικό μνημείο ιδιαίτερης πολιτιστικής αξίας, και αυτό είναι αδιαμφισβήτητο.

Συνάμα δε "διαφημιστικά" αιωρείται ότι ο τάφος αυτός μπορεί να ανήκει στον Μακεδόνα Βασιλιά.

Γνωρίζουμε από την ιστορία ότι ο Μέγας Αλέξανδρος πέθανε τον Ιούνιο του 326 π.χ. στα βάθη της Ανατολής.

Ένα χρόνο αργότερα, οι στρατιώτες του μετέφεραν την σορό του σε άγνωστο για εμάς τόπο, κοντά στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου.

Μελετώντας σήμερα την βιογραφία του οσίου Σισώη του Μεγάλου, (έζησε στην περιοχή της Θηβαϊδος της Αιγύπτου στα τέλη του 4ου αιώνα), αντλούμε την πληροφορία ότι ο όσιος βρέθηκε κάποτε μπροστά στο μαυσωλείο του μεγάλου Αλεξάνδρου και είδε τα οστά του.

(Υπάρχει ωραιοτάτη αγιογραφία του Οσίου Σισώη προ των οστών του Μεγάλου Αλεξάνδρου, στον ναό που υπηρέτησα ως διάκονος, του Αγίου Ελευθερίου Άρεως Αθηνών).

Δύο αιώνες αργότερα παίρνοντας αφορμή από το παραπάνω γεγονός ο μεγάλος Υμνογράφος άγιος Ιωάννης Δαμασκηνός, συνέγραψε ένα περίφημο ύμνο τον οποίο ψάλλουμε σε κάθε νεκρώσιμη ακολουθία (κηδεία) και αναφέρετε στην θεωρία των οστών του Αλεξάνδρου από τον όσιο.

Ο ύμνος αυτός λέγει τα εξής: "καὶ εἶδον τὰ ὀστᾶ τὰ γεγυμνωμένα καὶ εἶπον· Ἄρα τίς ἐστι, ΒΑΣΙΛΕΥΣ ἢ στρατιώτης, πλούσιος ἢ πένης, δίκαιος ἢ ἁμαρτωλός;; ..." Τονίζεται δηλαδή στον ύμνο, η μετά θάνατον ισότητα των ανθρώπων, η ματαιότητα της ανθρώπινης δόξας και το σύντομον του βίου.

Οπότε τρία είναι τα σίγουρα δεδομένα όσον αφορά τα περί του τάφου του Μεγάλου Αλεξάνδρου, α) είναι κοντά στην Αρχαία Θηβαϊδα, β) τον είχε υπόψιν ο άγιος Σισώης (εορτάζει 6 Ιουλίου) και οι σύγχρονοι του και 3) ο άγιος είδε Ο Σ Τ Α, άρα όχι μούμια.

Η Εκκλησία μας πάντοτε αγαπούσε και αγαπά την Αρχαία Κλασική Ελλάδα και διέσωσε με ιδιαίτερη ευαισθησία όλα εκείνα που έφτασαν έως τις ημέρες μας.

Εμείς παρακολουθούντες τα ανασκαπτόμενα ομολογούμε "πάντα ματαιότης τα ανθρώπινα ".

 

''Μέγα θαύμα της οικουμένης''

pan

Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Καστορίας κ.κ. Σεραφείμ

Πανηγυρίζουμε και πάλι, αδελφοί μου, «την πανένδοξον Κοίμησιν και την εις ουρανούς Μετάστασιν» της Θεομήτορος, που που είναι για μας τους Ορθοδόξους Χριστιανούς, το «θεομητορικό Πάσχα» μέσα στην καρδιά του θέρους.

Ακολουθώντας την αληθέστατη παράδοση της Εκκλησίας μας, τιμούμε και μεγαλύνουμε με ύμνους και ωδές πνευματικές την «αειμακάριστον και παναμώμητον και μητέρα του Θεού ημών».

Πανηγυρίζει ο Ουρανός, αφού η Παρθένος, ο έμψυχος όντως ουρανός, «ενοικίζεται στις ουράνιες σκηνές».1

Πανηγυρίζουν οι Άγγελοι και οι Αρχάγγελοι, αφού τα τάγματα των Χερουβίμ και των Σεραφείμ στάθηκαν μπροστά της με αγαλλίαση και χαρά μεγάλη, δοξάζοντας την Μητέρα του Θεού, που είναι το μεθόριο μεταξύ του Ακτίστου και των κτισμάτων.

Πανηγυρίζουν οι Προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης, οι οποίοι Θείω Πνεύματι κινούμενοι, μίλησαν γι' αυτήν και την διακονία της στο μυστήριο της ενανθρωπήσεως του Υιού και Λόγου του Θεού.

Πανηγυρίζουν οι Απόστολοι, αφού «επικαίρως το παρθενικό της προέπεμψαν σώμα και με εφύμνια και επικήδεια άσματα, το ενταφίασαν στο χωρίο της Γεθσημανής».2

Πανηγυρίζουν οι Άγιοι, οι οποίοι την αναγνωρίζουν ως ευεργέτιδα πάσης της φύσεως3 και την προσκυνούν ως Βασίλισσα, Κυρία, Δέσποινα, Θεομήτορα και αληθή Θεοτόκο4.

Πανηγυρίζει η Εκκλησία του Χριστού και καλεί τα πιστά παιδιά της, με προεξάρχοντα τον θεοφόρο Ιωάννη τον Δαμασκηνό, να την υμνήσουν με άσματα ιερά :

«Αυτήν με άσματα ιερά ας υμνήσουμε σήμερα, εμείς που είμαστε ο λαός του Χριστού ... Ας την ευχαριστήσουμε με την αγνότητα της ψυχής και του σώματος, αυτήν που είναι ύστερα από τον Θεό αληθινά αγνή πάνω απ' όλους ... Αυτή έγινε μεσίτρια για όλα μας τα αγαθά. Μέσα της ο Θεός έγινε άνθρωπος και σε Θεό ο άνθρωπος υψώθηκε». 5

Και θα ήθελα, αδελφοί μου, σε αυτόν τον πανηγυρισμό του ουρανού και της γης, να μου χαρίσετε για λίγο την προσοχή σας, προκειμένου να μεταφέρω στην αγάπη σας μία μόνο φράση δανεισμένη από τον φωστήρα της Ορθοδοξίας , τον Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά. Μιλώντας για την Παναγία, την χαρακτηρίζει ως «το μέγα θαύμα της οικουμένης» .

Α. Μέγα θαύμα της οικουμένης η Θεομήτωρ

Καρπός ευλογημένος του Ιωακείμ και της Άννης. Καρπός προσευχής και αρετής των Αγίων γεννητόρων της, οι οποίοι περισσότερο από τους άλλους ανθρώπους ήσαν οικείοι του Θεού.

Ο Δίκαιος Ιωακείμ, όπως τον χαρακτηρίζουν τα ιερά κείμενα, «ζούσε στη θεωρία του λόγου του Θεού και ευφραινόταν με το νερό της αναπαύσεως, που είναι η χάρις του Θεού».6 Αλλά και η Άννα, που το όνομά της ερμηνεύεται ως «χάρις», ήταν πλούσια προικισμένη με αρετές, έχοντας μόνο την ασθένεια της στειρότητας.7

Και θέλοντας ο Θεός να σώσει το πλάσμα των χειρών Του, λύει την ακαρπία της γυναικός και της χαρίζει την θυγατέρα εκείνη, όμοια με την οποία δεν είχε γεννηθεί, αλλά ούτε και θα γεννηθεί ποτέ.

«Για ποιό λόγο γεννήθηκε η Μητροπάρθενος από γυναίκα στείρα;» ρωτά ο θεοφόρος Δαμασκηνός. Και απαντά: «Γιατί έπρεπε, αυτό που είναι το μοναδικό και καινούργιο κάτω από τον ήλιο, το αποκορύφωμα των θαυμάτων, η γέννηση δηλαδή του Χριστού, να ανοίγει τον δρόμο του με θαύματα και από τα πιο ταπεινά να έλθουν τα πιο μεγάλα».8

Β. Μέγα θαύμα της οικουμένης η Θεομήτωρ

Με θαυμαστό τρόπο αρχίζει η δημιουργία του κόσμου : «Ότι αυτός είπε και εγενήθησαν· αυτός ενετείλατο και εκτίσθησαν»9. Με θαυμαστό τρόπο και φρικτότερο ακόμη, η αναδημιουργία του κόσμου.

Και διάκονος αυτού του θαύματος, η ταπεινή κόρη της Ναζαρέτ, η Μαριάμ. Αγιάζεται στα Άγια των Αγίων, σε χώρο άβατο και γι' αυτόν τον αρχιερέα της εποχής εκείνης.

Και αυτός ο χώρος προτύπωνε το πανάγιο πρόσωπό της, το οποίο ουσιαστικά ήταν τα πραγματικά Άγια των Αγίων, αφού δέχτηκε μέσα της, όχι άνθρωπο αρχιερέα, αλλά Αυτόν τον Μέγα Αρχιερέα, τον «διελυληθότα τους ουρανούς»10, τον Κύριο Ιησού Χριστό, όπως θα γράψει ο Άγιος Νικόλαος ο Καβάσιλας : «ο τύπος έπρεπε να συμπέση με την πραγματικότητα και η προτύπωσις να ταιριάζη με το πρόσωπο που προεικόνιζε».11

Γι’ αυτό την ημέρα του Ευαγγελισμού, ο ευγενής επισκέπτης του ουρανού, ο Αρχάγγελος Γαβριήλ, την ονομάζει όχι απλώς χαριτωμένη, αλλά «Κεχαριτωμένη», αφού ήταν στολισμένη και κατάφορτη από όλες τις αρετές, με την παρουσία της θείας χάριτος μέσα στο χώρο της καρδιάς της και με τον νου της προσηλωμένο πάντοτε στα ουράνια και στην θεωρία του Θεού.

Έτσι, δέχεται με την ελεύθερη συγκατάθεσή της να τεθεί στην υπηρεσία του σχεδίου του Θεού για την σωτηρία του ανθρώπου· να υπογράψει εκ μέρους ολοκλήρου του ανθρωπίνου γένους το συμβόλαιο του Θεού με τον άνθρωπο για την ανάπλαση και την ανακαίνιση του βροτείου φυράματος.

Και όπως σε όλα τα θαύματα γίνεται αναστολή των νόμων της φύσεως, έτσι και στην περίπτωση της σαρκώσεως του Υιού του Θεού, «η φύσις εκαινοτόμησε», έγινε δηλαδή κάτι το καινούργιο και μεγάλο, κάτι το ασυνήθιστο και συγχρόνως παράδοξο, «το μόνο καινόν υπό τον ήλιον», όπως το ονομάζει ο Σαββαΐτης Μοναχός Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός.

Χρησιμοποιώντας ο Θεός την πάναγνη σάρκα της σαν υφάδι, ύφανε με το στημόνι της θείας φύσεως, τον άρραφο χιτώνα της θεανθρώπινης υποστάσεώς Του.12

Προσέφερε, έτσι, στον Υιό του Θεού την ωραιότατη ευπρέπεια, δηλαδή, την ωραιότερη ανθρώπινη φύση και «ως ωραία απεκύησε τον Ωραίον»13.

Με αυτόν τον τρόπο, έγινε η απαρχή του μυστικού και πνευματικού γάμου ανάμεσα στον Χριστό και στην ανθρώπινη ύπαρξη, η οποία από τότε ενώνεται μυστικά και μυστηριακά με τον εξ' αυτής Σαρκωθέντα Κύριο, ιδιαιτέρως μέσα στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας.

Μας το είπε ο ίδιος ο Χριστός: «Ο τρώγων μου την σάρκα και πίνων μου το αίμα εν εμοί μένει, καγώ εν αυτώ»14. Να γιατί την ευχαριστούμε αμέσως μετά την Θεία Κοινωνία, λέγοντας : «Ευχαριστώ σοι ότι ηξίωσάς με τον ανάξιον κοινωνόν γενέσθαι του Αχράντου Σώματος και του Τιμίου Αίματος του Υιού σου»15.

Γ. Μέγα θαύμα της οικουμένης η Θεομήτωρ

Θαυμαστή η γέννησή της, θαυμαστή η σύλληψη, η κυοφορία και η ενανθρώπηση του Σωτήρος Χριστού.

Θαυμαστή η διακονία της για τον Μονογενή Υιό του Θεού. Σιωπηλή η παρουσία της κοντά Του. Τρεις λέξεις υπογραμμίζουν την στάση της ζωής Της. «Συνετήρει», «διετήρει», «συμβάλλουσα»16. Δηλαδ: φύλαττε, τηρούσε, σύγκρινε.

Θαυμαστή και παράδοξος η κοίμηση και η εις ουρανούς μετάστασή της : «Γέγονε παράδοξος, ώσπερ η κύησις άχραντε, σου αληθώς, ούτω και η θεία, και σεπτή σου Μετάστασις»17, θα ψάλλει συγκινητικά ο ιερός υμνογράφος.

Παρούσα ολόκληρη η Εκκλησία του ουρανού και της γης, με επικεφαλής τον Σωτήρα Χριστό. Έρχεται ο Ίδιος «προς την οικείαν λοχεύτριαν»18 και με τις δεσποτικές Του παλάμες υποδέχεται την ιεράν αυτής ψυχή και μετά των αγγελικών δυνάμεων την ανεβάζει, όχι απλώς εις τον Ουρανόν, αλλά και έως αυτού του βασιλικού θρόνου Του19, εις τα επουράνια Άγια των Αγίων20.

Αλλά και ο θάνατος της ζωαρχικής Μητρός υπερβαίνει την έννοια του θανάτου. Δεν ονομάζεται ούτε καν θάνατος, αλλά κοίμησις και θεία μετάστασις και εκδημία, η ενδημία προς Κύριον, όπως θα υπογραμμίσει ο Ιερός Δαμασκηνός.

Είναι ζωηφόρος θάνατος και αρχή δευτέρας υπάρξεως, της αιωνίου21. Και αυτό το σώμα της, το οποίο φιλοξένησε το πυρ της Θεότητος, δεν γνωρίζει την φθορά του τάφου («τάφος και νέκρωσις ουκ εκράτησεν»), αλλά μετέστη στον ουρανό, αφού ενώθηκε με την αθάνατη ψυχή της.

Το δέχτηκε για λίγο ο τάφος, το παρέλαβε δε και ο ουρανός· αυτό το πνευματικό σώμα, την καινή γη, τον θησαυρό της δικής μας ζωής, το τιμιώτερο από τους Αγγέλους, το αγιώτερο από τους Αρχαγγέλους.22

Σ' αυτό το μέγα θαύμα της οικουμένης καταφεύγουμε κι εμείς σήμερα, αδελφοί μου. Σ' αυτήν αφήνουμε την ελπίδα μας και την προσδοκία μας και μαζί με τον ιερό υμνογράφο ικετευτικά την παρακαλούμε : «Την πάσαν ελπίδα μου εις σε ανατίθημι, Μήτερ του Θεού, φύλαξόν με υπό την σκέπην σου».

Κι αν πάντοτε πρέπει να την τιμούμε και να την ευλαβούμεθα, ακολουθώντας την σωστική υπόδειξή της «ιδού γαρ από του νυν μακαριούσί με πάσαι αι γενεαί», ιδιαιτέρως αυτό θα πρέπει να γίνεται στην απνευμάτιστη, άχρωμη και αμαρτωλή εποχή μας.

Σήμερα, που η γη κοκκινίζει πάλι από το αίμα των συνανθρώπων μας και ο πλανήτης μας ταράσσεται από την παρουσία του πολέμου·

Σήμερα, που οι άνθρωποι γνωρίζουν και πάλι τον διωγμό, γιατί απλά πιστεύουν στον Χριστό και κρατούν την ομολογία του ονόματός Του·

Σήμερα, που τα δάκρυα και ο πόνος της προσφυγιάς, των ασθενειών, των αναγκών και των προβλημάτων, ως νέφη λυπηρά καλύπτουν την ψυχή και την καρδιά μας·

Η επικοινωνία μας με τον Χριστό, η καταφυγή μας στην Παναγία, η συμμετοχή μας στην ζωή της Εκκλησίας θα πρέπει να χαρακτηρίζουν όλους μας.

Εκείνη, που είναι το πλήρωμα κάθε είδους καλοκαγαθίας·

Εκείνη, που είναι ο έμψυχος πίνακας κάθε αγαθού και αγαθότητος·

Εκείνη, που στέκεται , όχι μόνο πλησίον Του αλλά στα δεξιά Του·

Μπορεί να μεσιτεύσει για μας, να ειρηνεύσει την ζωή μας, να δώσει λύση στα δεινά μας και να μας χαρίσει βοήθεια και θεραπεία. Γι’ αυτό και σήμερα, ταπεινά και ικετευτικά μπροστά στην νεκρική της κλίνη, μαζί με τον θεοφόρο Παλαμά, την παρακαλούμε:

«Μετάδωσε, λοιπόν, πλούσια στον λαό σου, ω Δέσποινα,

Δώρισε πλούσια την χάρη Σου και διαρκή προς όλα, κι αν δεν την χωρούμε, κάνε μας χωρικοτέρους».23

Αυτήν την χάρη και την ευλογία της Παναγίας και την διαρκή πρεσβεία και μεσιτεία της επικαλούμαι για όλους σας, αδελφοί μου. Αμήν.


1. Αγίου Ιωάννου Δαμασκηνού, Ε.Π.Ε. 9, 276 – 278
2. Αγίου Ανδρέου Κρήτης, PG 97,1100
3. Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού, Η Θεοτόκος – Τέσσερις θεομητορικές ομιλίες» –, εκδ. Αποστολικής Διακονίας Αθήνα 1990, σελ. 57.
4. Αυτόθι.
5. ό.π. σελ. 186-188.
6. ό.π. σελ. 115 – 117.
7. Ευθυμίου Στυλίου Επισκόπου (νυν Μητροπολίτου) Αχελώου, Η Πρώτη, εκδ. Σήμαντρο, Αθήνα 1987 - εκδ. Β΄- σελ. 69.
8. ο.π. σελ. 71
9. Ψαλμός 32,9
10. Εβρ, 4,14
11. Ευθυμίου Στυλίου, ένθ' ἀνωτ. σελ. 85
12. ό.π. σελ. 200
13. Μηναίον Μαρτίου, σελ. 201
14. Ιν, 6,56
15. Ευχαριστία μετά την Θεία Μετάληψη.
16. Λουκ, 2,19 / Λουκ, 2,51
17. Όρθρος ΙΔ' Αυγούστου, Ωδή γ'
18. Αγίου Ιωάννου Δαμασκηνού, ό.π. σελ. 170
19. Αυτόθι, σελ. 135.
20. Αυτόθι, σελ. 177.
21. Αυτόθι, σελ. σελ. 215.
22. Επισκόπου Αχελώου Ευθυμίου Κ. Στύλιου, ό.π. σελ. 264.
23. Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, Ομιλία ΛΖ' στην Κοίμηση της Θεοτόκου, Ε.Π.Ε. 70, 463

Ικεσία του Μητροπολίτη Πατρών στην Παναγία

patron xrysostomos

Ἡ Ἁγία μας Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία τιμᾶ τόν Δεκαπενταύγουστο πανευφροσύνως καί πανευβλαβῶς τήν Παναγία Μητέρα τοῦ Κυρίου μας, καί πᾶς ἄνθρωπος κλίνει γόνυ ἐνώπιόν της, ἀσπαζόμενος τά πανάχραντα καί πανακήρατα χέρια της, πάνω στά ὁποῖα ἐβάστασε τόν ἐνανθρωπήσαντα Υἱόν καί Λόγον τοῦ Θεοῦ.

Ἡ ἁγία μορφή της εἶναι ἀπείρως λαμπροτέρα ἀπό τόν ἥλιο. Τό βλέμμα της εἶναι ἀσυγκρίτως καθαρώτερο καί ἀπό τόν ξάστερο οὐρανό. Τά χείλη της καί ὁ λόγος της ὑπέρ μέλι γλυκύτερα.

Ἡ πανσεβάσμια Εἰκόνα της συγκεντρώνει τούς πόθους μας, τίς ἐλπίδες μας, τίς χαρές καί τίς λύπες μας.

Ἐνώπιόν της καταφεύγομε σέ κάθε στιγμή τῆς ζωῆς μας, εἴτε εὐφρόσυνη, εἴτε δυσάρεστη, γιατί γνωρίζομε ὅτι εἶναι ἡ Μεγάλη μας Μάνα. Ποιός μπορεῖ νά μετρήσῃ τά δάκρυα, πού χύθηκαν μπροστά της στό διάβα τῶν αἰώνων; Ποιός δύναται νά κατανοήσῃ τό μέγεθος τῆς πρός ἡμᾶς θαυμαστῆς προστασίας καί εὐεργεσίας της;

Κανένα πρόσωπο στήν ἱστορία δέν ἄκουσε τόσες παρακλήσεις, ὅσες ἡ Θεοτόκος Μαρία. Κανένα πρόσωπο δέν τιμήθηκε περισσότερο ἀπό τήν Παναμώμητο κόρη τῆς Ναζαρέτ, ἀλλ’ οὔτε καί θά τιμηθῇ ποτέ.

Κανένα πρόσωπο δέν ὑμνολογήθηκε ποτέ καί οὔτε θά ὑμνολογηθῇ, ὅσο ἡ Κυρία Θεοτόκος.

   Εἶναι γιά μᾶς,

- ἡ Ἐλεοῦσα Μητέρα μας,

- ἡ Γλυκοφιλοῦσα Παρηγορήτισσά μας,

- ἡ Γοργοεπήκοος ἀπαντοχή καί καταφυγή μας,

- ἡ Σκέπη καί Προστασία μας,

- ἡ πρός τόν Θεό Μεσίτριά μας,

- ἡ Ὑπέρμαχος Στρατηγός τοῦ Γένους μας.

Οἱ Ὀρθόδοξοι Ἕλληνες ὕψωσαν σέ κάθε γωνιά τῆς Χριστωνύμου Ἑλλάδος, Ναούς καί Μοναστήρια στήν μνήμη της.

Ἔκτισαν σέ κάθε χωριό καί κάμπο, σέ κάθε λόφο καί βουνοκορφή, ἐξωκκλήσια καί προσκυνητάρια, γιά νά τήν τιμήσουν καί νά τήν εὐχαριστήσουν γιά τίς θερμές πρός τόν Υἱόν καί Θεόν της παρακλήσεις καί ἱκεσίες της.

Παράλληλα ὅμως μέ τήν τιμή πρός τήν Παναγία Μητέρα τοῦ Κυρίου μας, προκειμένου νά τήν εὐχαριστήσωμε, πρέπει πρό πάντων νά ὑπηρετήσωμε τίς ἀρετές μέ τίς ὁποῖες Ἐκείνη ἦταν κεκοσμημένη.

● Νά ἔχωμε βαθειά πίστη στόν Ἕνα καί Μόνο Ἀληθινό Θεό, ὁ ὁποῖος ἐσαρκώθη διά τῶν ἁγίων αἱμάτων τῆς Ὑπεραγίας καί Ἀειπαρθένου Θεοτόκου, γιά νά λυτρώσῃ τό ἀνθρώπινο γένος.

● Νά ἀσκούμεθα στήν ταπείνωση, ἡ ὁποία εἶναι ἡ βάση τῶν ἀρετῶν, κατά τόν Ἱερό Πατέρα τῆς Ἐκκλησίας μας Ἅγιον Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο.

«Τό ὕψος τῆς ταπεινοφροσύνης τῆς Παρθένου εἶναι θαυμαστό καί ἀπό κάθε τι ἄλλο ἐκπληκτικώτερο», σημειώνει ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης.

● Νά ὑπακούωμε στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὥστε ἡ ζωή μας νά εἶναι ἐφαρμοσμένο τό ἱερό Εὐαγγέλιο. Ἄν ἡ Παναγία μας δέν ἔλεγε ἐλεύθερα τό «Ναί» στό ἔργο τῆς λυτρώσεως καί τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, ἐμεῖς δέν θά ἐσωζώμεθα. Τό «ἰδού ἡ δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά τό ρῆμα σου», πρέπει νά ἠχῇ στά αὐτιά μας κάθε ὥρα καί κάθε στιγμή.

● Νά ὁμολογοῦμε τήν Μαριάμ ὡς ἀληθῆ καί ὄντως Θεοτόκον, εἰς πεῖσμα τῶν δαιμόνων, οἱ ὁποῖοι τροφοδοτοῦν τούς ἀρρωστημένους νόες τῶν αἱρετικῶν, πού βλασφημοῦν καί ἀμφισβητοῦν τήν ἁγνότητα τῆς Παναγίας μας καί τήν Θεότητα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὅπως οἱ θλιβεροί ἀπόγονοι τοῦ Ἀρείου, τοῦ Νεστορίου καί τῶν ἄλλων θεομάχων, παναγιομάχων καί ἁγιομάχων, μέχρι τούς σημερινούς Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ καί τίς ὅποιες ἄλλες αἱρετικές σατανικές κινήσεις, πού δροῦν ἀνά τόν κόσμο παρασύροντας τίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων στόν ὄλεθρο καί τήν κόλαση.

● Νά ζοῦμε μέ σεμνότητα, γιατί Ἐκείνη ἦταν ἡ Πάνσεμνος, γιά τήν ὁποία ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός γράφει χαρακτηριστικά: «Πῶς νά παρουσιάσω τό σεμνότατο βάδισμά σου; Πῶς τό σεμνό ντύσιμό σου; Πῶς τό πρόσωπό σου τό χαριτωμένο; Φρόνηση μεγάλη σέ σῶμα νέας. Ἔνδυμα εὐγενικό καί ὄχι ἐξεζητημένο. Βῆμα συνετό καί συγκρατημένο. Ὕφος σοβαρό, γλυκύ καί ἱλαρότατο...».

● Νά ζοῦμε πνευματική καί Μυστηριακή ζωή, ἔχοντας κοινωνία μέ τόν ἐκ Παρθένου Μαρίας ἐνανθρωπήσαντα Κύριό μας, ἐξομολογούμενοι καί γινόμενοι ὅμαιμοι καί σύσσωμοι Αὐτοῦ μέσα ἀπό τήν συμμετοχή μας στήν Εὐχαριστιακή Τράπεζα.

Ὁ Ἅγιος Νικόλαος ὁ Καβάσιλας, πλέκοντας τῆς Παναγίας μας τό ἐγκώμιο, λέγει:

«Βίος πανάμωμος, ζωή πάναγνη, ἄρνηση κάθε κακίας, ἄσκηση ὅλων τῶν ἀρετῶν, σῶμα λαμπρότερο ἀπό τόν ἥλιο, ἀπό τόν οὐρανό καθαρώτερη, ἀπό τούς χερουβικούς θρόνους ἱερώτερη... Θεῖος ἔρωτας πού ἀπερρόφησε καί ἀφωμοίωσε κάθε ἄλλη ἐπιθυμία τῆς ψυχῆς... Κτῆμα Θεοῦ, ἕνωση μέ τόν Θεό, πού δέν χωρεῖ σέ καμμιά ἀνθρώπινη σκέψη».

● Νά ὑπηρετοῦμε τήν ἀρετή τῆς ἐλεημοσύνης, τήν ὁποία Ἐκείνη, ἡ Παναγία μας δηλαδή, ὑπηρέτησε μέ ὅλη τήν δύναμη τῆς ψυχῆς της. Μιά ἐλεημοσύνη μέ διττήν ἔννοια. Πνευματική, διά τῆς προσευχῆς καί τῆς ἱκεσίας πρός Κύριον, ὥστε νά ἐλεῇ ὅλους τούς ἀνθρώπους, ἀλλά καί μέ τήν ὑλικήν ἔννοια, ἀφοῦ τά ἐλάχιστα, ἁπλᾶ καί ἀπέριττα ἱμάτια πού εἶχε ἡ Παναγία μας, τά ἄφησε, κατά τήν ἁγία Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας, ὡς ἐλεημοσύνη, ὅταν μετέστη πρός τήν Ζωήν.

Γι’ αὐτό καί στήν Ἑορτή της θά μᾶς δοθῇ ἡ εὐκαιρία, ἐμπράκτως νά μιμηθοῦμε τήν Παναγία Μητέρα μας ὡς πρός τήν ἀρετή τῆς ἐλεημοσύνης, ἡ ὁποία ἀνοίγει γιά τόν ἄνθρωπο, μαζί μέ τίς ἄλλες ἀρετές, τίς πύλες τοῦ Παραδείσου.

Ὡρίσαμε καί ἐφέτος, ἡ ἡμέρα τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου νά ἀφιερωθῇ στούς πτωχούς καί πένητες ἀδελφούς μας, οἱ ὁποῖοι ὑποφέρουν ἐξ αἰτίας τῆς πολυεπίπεδης κρίσεως, πού μαστίζει τήν Πατρίδα μας.

Ἄν συμβάλλωμε ὅλοι, μέ ὅ,τι δυνάμεθα, θά βοηθηθοῦν οἱ ἀδελφοί μας, πού στεροῦνται ἀκόμη καί τῶν ἀπαραιτήτων ἀγαθῶν γιά τήν ἐπιβίωσή τους.

Ἀδελφοί μου καί παιδιά μου,

Ὑψώνω κατ' αὐτάς τάς ἡμέρας ἰδιαιτέρως, τά μάτια τοῦ σώματος καί τῆς ψυχῆς μου πρός τήν Παναγία μας, καί τήν παρακαλῶ ἀπό τά βάθη τῆς καρδιᾶς μου, νά πρεσβεύῃ γιά ὅλους σας, γιά τόν ἱερό Κλῆρο, τίς Μοναστικές Ἀδελφότητες, τόν πιστό Λαό τοῦ Θεοῦ.

Δέομαι γιά τούς πατεράδες καί τίς μανάδες, πού ἀγωνίζεσθε νά ἀναστήσετε τά παιδιά σας μέσα σέ ἕνα δύσκολο κόσμο.

Ἱκετεύω γιά τούς νέους καί τίς νέες μας, πού ἀναζητοῦν ἐλπίδα καί χαρά μέσα σέ μιά ἀπέλπιδα καί ὑλοκρατούμενη κοινωνία.

Παρακαλῶ τήν Μητέρα τοῦ Κυρίου μας, νά πρεσβεύῃ ὥστε,

- οἱ ἄνεργοι νά βροῦν ἐργασία,
- οἱ ἀπελπισμένοι τήν οὐράνια ἐλπίδα,
- οἱ λυπημένοι τήν παρηγορία,
- οἱ πλανεμένοι τόν δρόμο τῆς ἀληθείας,
- οἱ πονεμένοι τήν χαρά,
- οἱ ἁμαρτωλοί τόν δρόμο τῆς μετανοίας!

Ἀκόμη, ἐκ βάθους καρδίας τήν ἱκετεύω νά φωτίζῃ τούς νόες τῶν Κυβερνώντων τήν Ἑλλάδα, νά κατανοοῦν ὅτι ἡγοῦνται μιᾶς Ὀρθοδόξου στήν πίστη, θεοφρουρήτου, παναγιοφύλακτης καί ἁγιοτόκου Χώρας, μέ ζωντανή τήν ἁγία καί ἱερά παράδοση καί παρακαταθήκη, καί νά νομοθετοῦν σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, τήν παράδοση καί τίς πνευματικές ρίζες τοῦ Λαοῦ καί πρός ὄφελος τῆς Πατρίδος μας.

Τέλος, ἀδελφοί μου, σᾶς παρακαλῶ νά ὑψώσωμε τά μάτια μας, καί ἀτενίζοντας τήν Πανσεβάσμια μορφή τῆς Παναγίας μας, νά τήν παρακαλέσωμε ὑπέρ τῶν δεινῶς δοκιμαζομένων Χριστιανῶν στήν Μέση Ἀνατολή, οἱ ὁποῖοι πολλάς βασάνους καί μαρτύρια ὑποφέρουν μέ τήν ἀνοχή τῶν μεγάλων τῆς γῆς, οἱ ὁποῖοι τούς ἀνθρώπους ὡς πρόβατα ἐπί σφαγήν λογίζονται. Νά ἀπαλύνῃ ὁ Θεός τόν πόνο τους, νά τούς λυτρώσῃ ἀπό τά μαρτύρια, νά λυπηθῇ τά ὡς ἀμνούς σφαγιαζόμενα παιδιά, ἀλλά καί κάθε ἄνθρωπο ὅποιας ἡλικίας. Νά σπεύσῃ ἐκεῖ ἡ Παναγία μας καί νά παύσῃ τόν πόλεμο, τό αἷμα, τά δάκρυα καί τίς φρικτές ὀδύνες.

Παιδιά μου περιπόθητα καί εὐλογημένα, ἐσεῖς πού μεγαλύνετε τήν Παναγία μας καί τήν τιμᾶτε μέ τήν προσευχή σας καί τό προσκύνημά σας, μέ τά δάκρυά σας καί τό κερί πού κρατᾶτε στά χέρια σας, μέ τήν κατά Θεόν βιοτή καί πολιτεία σας, μέ τήν ὀρθόδοξη ἐν γένει διαγωγή σας, εὔχομαι νά ἔχετε πλούσια τοῦ Θεοῦ τά ἀγαθά διά πρεσβειῶν της.

Νά ἔχετε ὑγεία, οὐράνια χαρά, εὐφροσύνη καί ἀγαλλίαση πνευματική καί τό μέγα ἔλεος τοῦ Κυρίου μας.

Ἰδιαιτέρως εὔχομαι κάθε καλό, κάθε εὐλογία καί ἔτη πολλά καί ἅγια, σέ ὅσους καί ὅσες ἑορτάζετε κατά τήν Ἑορτήν τῆς Παναγίας μας τά ὀνομαστήριά σας.

Σᾶς ἀσπάζομαι ὅλους μέ ἀγάπη πατρική.

Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ

Ο ΠΑΤΡΩΝ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ

 

Η Εκκλησιαστική Παράδοση για την εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου

koimisi-daniil

Του Μητροπολίτου Καισαριανής, Βύρωνος και Υμηττού Δανιήλ | Romfea.gr

Κατά τόν 4ο καί 5ο αἰῶνα μ.Χ. ἔχουν διαμορφωθεῖ δύο παραδόσεις περί τοῦ τόπου τοῦ θανάτου καί τῆς ταφῆς τῆς Θεοτόκου, ἡ ἱεροσολυμιτική (Dormitio hierosolymitiana) καί ἡ ἐφεσιανὴ (Dormitio ephesiana). Ἡ ἱεροσολυμιτική εἶναι ἡ ἀρχαιοτέρα καί ἡ ἱστορική παράδοση.

Ἡ ἐφεσιανή προέκυψε ἀπό τά ἀπόκρυφα πού μόνον αὐτὰ διϊσχυρίζονται, ὅτι ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης ὅταν μετέβη στήν Ἔφεσο ἔφερε μαζί του καί τήν Μητέρα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ. Κατά τήν ἱεροσολυμιτική παράδοση ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης μετέβη στήν Ἔφεσο μετά τόν θάνατο τῆς Θεοτόκου.

Κατά τήν ἱεροσολυμιτική παράδοση «ταύτην γάρ (δηλ. τήν Σιών) εἶχεν ἡ Θεομήτωρ ἐπί γῆς ἐνδιαίτημα» (Ἀνδρέου ἐπίσκοπου Κρήτης, Λόγος εἰς τήν Κοίμησιν Migne Ε.Π. 97, 1064).

Μετά τήν Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ ἡ Θεοτόκος ἔζησε ἀκόμη μερικά ἔτη πάντοτε στόν κύκλο τῶν μαθητῶν τοῦ Ἰησοῦ καί ὑπό τήν ἰδιαίτερη φροντίδα καί προστασία τοῦ εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου. Πόσα ἀκριβῶς ἔτη ἔζησε μετά τήν Ἀνάληψη, δέν δύναται νά λεχθεῖ.

Κατά τινα τῶν ἀποκρύφων ἔζησε μόνον δύο ἔτη. Κατ’ ἄλλα πάλι 22. Ὁ χρονογράφος Ἱππόλυτος ὁ Θηβαῖος (7ος αἰώνας μ.Χ.) λέγει, ὅτι ἡ Θεοτόκος ἔζησε ἀκόμη 11 ἔτη καί ὅτι ἀπέθανε σέ ἡλικία 59 ἐτῶν. (Τεμάχια ἐκ τοῦ χρονολογικοῦ συντάγματος Ἰππολύτου τοῦ Θηβαίου περὶ τοῦ

Χριστοῦ, τῆς γεννήσεως τῆς Θεοτόκου, τῶν Ἀποστόλων κ.τ.λ. Migne Ε.Π. 117, 1029 καὶ ἑξῆς). Ἐξ ὅσων πάλι σχετικῶς λέγει ὁ ἅγιος Ἀνδρέας ὁ Κρήτης, ὅτι «πρός ἔσχατον καταντήσασαν γήρας, μεταστῆναι τῶν τῆδε» φαίνεται ὡς μᾶλλον ὀρθότερη ἡ γνώμη τοῦ Ἱππολύτου τοῦ Θηβαίου.

Κατά πληροφορία ἀπό τό Ἐγκώμιο στήν Κοίμηση τῆς Θεοτόκου (Migne Ε.Π. 99, 742Β΄) τοῦ ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου (826 μ.Χ.), πού προέρχεται ἀπὸ τήν ἴδια ὡς ἄνω παραδόση, ἡ Θεοτόκος προαισθάνθηκε τήν ὥρα τοῦ θανάτου Της καί προσευχήθηκε στόν Υἱό Της Ἰησοῦ καί παρακάλεσε Αὐτόν, νά παρευρεθοῦν κατά τήν ὥρα τοῦ θανάτου Της οἱ στό κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου διασκορπισμένοι Μαθητές τοῦ Ἰησοῦ, «οἱ λειτουργήσοντες τά ἐντάφια» Αὐτῆς.

Δέν εἶχε τελειώσει ἀκόμη ἡ προσευχή καί ἰδού καταφθάνουν ὅλοι «οἱ θεμέλιοι τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ἄρχοντες τῆς οἰκουμένης, οἱ θαυμαστοί ὑπηρέται, τῆς ἐμῆς κηδείας ἐπιβαίνοντες νεφέλης».

Πρός τούς ἐκπλησσομένους γιά αὐτὰ λέγει ὁ ἅγιος Ἀνδρέας ὁ Κρήτης «καί θαυμαστόν οὐδέν, εἰ τό ἐξᾶραν Ἠλίαν πνεῦμα ποτέ καί διφρηλάτην οὐρανοῦ πυρφόρον ἀναλαβόν ἄρτι, τότε κἀκείνους ἐξαπίνης συνήγαγε διά νεφέλης ἐν πνεύματι. Ράστα γάρ τά πάντα τῷ Θεῷ καθώς ἐν τῷ Ἀββακούμ καί τῷ Δανιήλ ἔγνωμεν».

Κατά τόν ἴδιο Πατέρα ἅγιο Ἀνδρέα τόν Κρήτης «παρῆν ἅπας σχεδόν τῶν ἱερῶν Ἀποστόλων ὁ θίασος», «τῶν θεοφόρων ὁ στόλος» καί ὡς ἀλλαχοῦ ὅτι, ἦτο μεταξύ αὐτῶν «…καί αὐτός ὁ Παῦλος σύν Τιμοθέῳ καί Ἱεροθέῳ».

Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός ἀναφέρει στίς τρεῖς ὁμιλίες του στήν Κοίμηση, ὅτι συμπαρέστησαν καί οἱ Πατριάρχαι τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἀκόμη δέ καί αὐτοί οἱ Πρωτόπλαστοι Ἀδάμ καί Εὔα.

Σ’ αὐτές ἐκθέτει τήν ἀρχαιοτέρα παράδοση τῆς Ἐκκλησίας σέ πληρέστατη μορφή (Migne Ε.Π. 96 700 καί ἑξῆς καί Ἁγίου Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ «Η ΘΕΟΤΟΚΟΣ», ἔκδοσις Εὐαγοῦς Ἱδρύματος «Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Ρῶσσος», Ἀθῆναι 1970).

Τά κατά τόν θάνατο τῆς Θεοτόκου θαυμαστά συμβάντα εἶναι κατά τόν πρύτανι τῶν θεολόγων Πατέρων τά ἑξῆς : «Ἡ ἐπί τῶν νεφελῶν συνέλευση τῶν ἀποστόλων, ἡ ἐξύμνηση τῆς θνησκούσης, οἱ ἀποχαιρετιστήριοι λόγοι της, ἡ ὑποδοχή τῆς ψυχῆς Της ἀπό τόν Ἰησοῦ Χριστό, ὁ ἐνταφιασμός τοῦ σώματος ἀπό τούς Ἀποστόλους, τό ἐπεισόδειο μετά τοῦ ἀσεβοῦς Ἰουδαίου πού ἐπιχείρησε νά ἀνατρέψει τό ἱερό σκῆνος, ἡ ἀπαγωγή τοῦ σώματος ἀπό τούς Ἀγγέλους μετά τήν τριήμερη παραμονή στόν τάφο, ἡ ὑποδοχή τοῦ σώματος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ πού ἐμφανίζεται ἀνάμεσα σέ νεφέλες τοῦ οὐρανοῦ».

Ἡ Θεοτόκος, συνεχίζει ἡ παράδοση, ἑτοιμασθεῖσα καθ’ ὅλα «καί σχηματισθεῖσα ἐπί τῆς κλίνης παρέθετο τήν Ἁγίαν Αὐτῆς ψυχήν».

Ὁ ἅγιος Ἀνδρέας ὁ Κρήτης περιγράφει μέ τά ἑξῆς τήν στιγμή τοῦ θανάτου τῆς Θεοτόκου· «προύκειτο γοῦν ἐν μέσῳ τό τρίπηχυ καί φωτοειδές ἐκεῖνο τῆς Θεοτόκου σῶμα, λάμπον εἰς κάλλος καί ὡραιότητα κύκλωθεν δέ ἅπας ὁ τῶν Ἀποστόλων χορός».

Ὁ συγγραφέας τῶν Ἀρεοπαγητικῶν ἔργων συνεχίζει τήν περιγραφή τῆς κηδείας τῆς Θεοτόκου (Περί τῶν θείων ὀνομάτων κεφ. 3 Migne E.Π. 3, 681) λέγοντας ὅτι «…Εἶτα ἐδόκει μετά τήν θέαν τοῦ ζωαρχικοῦ καί θεοδόχου σώματος ὑμνῆσαι τούς ἱεράρχας ἅπαντας ὡς ἱκανός ἦν ἕκαστος, τήν ἀπειροδύναμον ἀγαθότητα τῆς θεαρχικῆς ἀσθενείας» («τήν ἑκούσιον δηλονότι τοῦ Θεοῦ ἄχρι σαρκός χωρίς ἁμαρτίας συγκατάβασιν», ἑρμηνεύει ὁ Παχυμέρης).

Κατά τήν ὑμνωδία διεκρίθη ὁ «Μέγας Ἱερόθεος», ὅστις «ὤν ὥσπερ ἔκδημος ἐκ τοῦ σώματος, ὅλως ἐξιστάμενος ἑαυτοῦ ἐν τοῖς ὕμνοις, καί πάσχων τήν πρός τά ὑμνούμενα κοινωνίαν, παρά πάντων καί τῶν γνωρίμων καί τῶν μή γνωρίμων θεόληπτος ἐκρίνετο».

Ἐνῶ ἀκόμη ὁ χορός τῶν Ἀποστόλων ἔψαλε καί ὑμνοῦσε τήν Θεοτόκο «ἰδού παρεγένετο καί ὁ Κύριος μετά δόξης ἰσχύος αὐτοῦ καί πάσης στρατιᾶς οὐρανοῦ», λέγει ὁ ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης (Migne Ε.Π. 99, 728 Β΄), καί παραλαμβάνει τήν ψυχή τῆς Θεοτόκου, τήν ὁποία καί παραδίδει στόν Ἀρχάγγελο Μιχαήλ.

Μέ τή παράδοση αὐτή τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου συνδέεται στενότατα καί ἀπό τῆς πρώτης ἐμφανίσεώς της καί ἡ περί μεταστάσεως τοῦ σώματος τῆς Θεοτόκου ἄλλη παράδοση, σύμφωνα μέ τήν ὁποία ἡ ταφή τοῦ παναχράντου σώματος τῆς Θεοτόκου ἔγινε τήν ἑπομένη τοῦ θανάτου Της.

Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός γνωρίζει τήν παράδοσι ἐκείνη, κατά τήν ὁποία τήν ὥρα τῆς ἐκφορᾶς ἕνας Ἰουδαῖος ἐπεχείρησε νά ἐπιτεθεῖ κατά τῆς σοροῦ, ἀλλ’ εὐθύς κόπηκαν καί τά δύο χέρια του.

Ἡ πληροφορία αὐτή ἴσως νά ἔχει καί μόνον συμβολικό χαρακτῆρα, θέλουσα νά δηλώσει τήν ἔναντι τοῦ χριστιανισμοῦ ἀσέβεια καί ἐχθρική στάση τῶν Ἰουδαίων καί τήν τιμωρία τους γι’ αὐτά. Τό πανάχραντο σῶμα τῆς Θεομήτορος, λέγει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, ἔμεινε ἐπί τριήμερο στόν τάφο, ἐκεῖ κατῆλθε καί τό παρέλαβε ὁ Ἰησοῦς ἐπί νεφέλης καί τό ἀνεβίβασε στούς οὐρανούς, γιά νά ἑνωθεῖ τοῦτο μέ τήν ψυχή τῆς Παρθένου Μαρίας.

Περί τοῦ τάφου τῆς Θεοτόκου γίνεται κατά τήν 5η μ.Χ. ἑκατονταετηρίδα εὐρύτατος λόγος στήν Παλαιστίνη καί στήν Συρία. Ἀπό ἐπιστολή ἀποδιδομένη στόν ἅγιο Ἱερώνυμο εἴμεθα βέβαιοι, ὅτι κατά τόν 5ο αἰῶνα μ.Χ. ὁ τάφος αὐτός εἶχε γίνει ἀντικείμενο Προσκυνήματος ἀπό τούς Χριστιανούς.

Τά αὐτά μᾶς πληροφορεῖ καί ὁ ἐπίσκοπος Ἱεροσολύμων Μόδεστος σέ λόγο του.

Ἡ θέση τοῦ τάφου εὑρίσκεται στὴν Γεθσημανή ἐπάνω στόν ὁποῖο ἀνεγέρθηκε ἀπό τόν αὐτοκράτορα τῆς Κωνσταντινουπόλεως Μαυρίκιο (582 μ.Χ.) ὁ σωζόμενος μέχρι σήμερα ναός.

Ὁ ἴδιος αὐτοκράτορας μέ διάταγμα ἐπέβαλε σ’ ὁλόκληρη τήν αὐτοκρατορία τόν ὑποχρεωτικό ἑορτασμό τῆς ἑορτῆς τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου τήν 15η Αὐγούστου (Νικηφόρου Καλλίστου, Ἐκκλησιαστικῆς Ἱστορίας ΙΗ’ 28).

Ἡ ἀνωτέρω περί τοῦ θανάτου τῆς Θεοτόκου ἱεροσολυμιτικὴ παράδοση πρέπει νά εἶναι ἀρχαιοτάτη· ἡ πρώτη διασωζόμενη γραπτή ἐμφάνιση της ἀναφέρεται ἀπό τόν ἅγιο Ἀνδρέα τόν Κρήτης (πού γεννήθηκε στήν Δαμασκό τό 660 μ. Χ.) στόν λόγο του στήν Κοίμηση τῆς Θεοτόκου (Migne Ε.Π. 95, 805-1043).

Ἡ ἀρχαιοτάτη αὐτή ἐκκλησιαστική παράδοση ἐπηρέασε καί τούς ὕμνους τῆς Ἐκκλησίας καί διασώθηκε κυρίως στό ὀνομαζόμενο «Ἑλληνικόν Μηνολόγιον» τῆς 15ης Αὐγούστου, Βασιλείου τοῦ Πορφυρογέννητου, (976-1025μ.Χ.) τό ὁποῖο καί ἀξίζει νά παρατεθεῖ.

«Ὅτε ὁ Κύριος ἡμῶν καί Θεός προλαβεῖν εὐδόκησε τήν ἑαυτοῦ Μητέρα, δι’ ἀγγέλου αὐτῇ τήν αὐτῆς μετάστασιν κατεμήνυσεν. Ἡ δέ ἀκούσασα ἐχάρη καί ἀνελθοῦσα εἰς τό ὄρος τῶν Ἐλαιῶν, καί προσευξαμένη, ὑπέστρεψεν εἰς τόν οἶκον αὐτῆς. Καί εὐτρεπίσασα τά πρός τήν ταφήν ἅπαντα, ἐξεδέχετο τόν Υἱόν αὐτῆς. Καί γενομένης βροντῆς μεγάλης, παρεγένοντο οἱ Ἀπόστολοι πάντες ἐκ τῶν περάτων τῆς γῆς διά νεφελῶν πρός τό κηδεῦσαι τό ἄχραντον αὐτῆς σῶμα.

Καί σχηματισθεῖσα ἐπί τῆς κλίνης, παρέθετο τήν ἁγίαν αὐτῆς ψυχήν εἰς χεῖρας τοῦ Υἱοῦ καί Θεοῦ αὐτῆς. Τό δέ πανάχραντον αὐτῆς λείψανον ταφέν ὑπό τῶν ἁγίων Ἀποστόλων, μετά τρίτην ἡμέραν οὐχ εὑρέθη.

Ἀνοίξας γάρ ὁ Θωμᾶς τόν τάφον πρός τό προσκυνῆσαι τό λείψανον (ὕστερον γάρ ἦλθεν), οὐχ’ εὗρεν αὐτό. Μετέθηκε γάρ αὐτό ὁ Θεός ἐν τόπῳ, ᾧ οἶδεν αὐτός.

Εὑρέθησαν δέ μόναι αἱ σινδόνες». (Menologium Graecorum) 15 Αὐγούστου Ἡ κοίμησις τῆς ὑπερενδόξου Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου· (Migne Ε.Π. 117, 585).

Ἡ σκέψη καί ἡ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας γιά τήν μετάσταση δύναται νά διατυπωθεῖ μέ συντομία ὡς ἑξῆς.

Τό πανάχραντο σῶμα τῆς Θεοτόκου, τό ὁποῖο ἐπί ἐννέα μῆνας ἀξιώθηκε νά κρατήσει τόν δημιουργό τοῦ παντός, χωρίς νά ὑποστεῖ οὐδεμία φθορά καί τό ὁποῖο ἔμεινε σέ παρθενία καί τελεία ἁγνότητα, δέν ἦταν δυνατόν νά ὑποστεῖ οὔτε τήν φθορά τοῦ χρόνου.

Ὁ Δημιουργός τοῦ παντός καί Υἱός τῆς Παρθένου παρέλαβε τοῦτο στούς οὐρανούς.

Ἐάν στήν Π.Δ. ἔχουμε τήν μετάσταση τοῦ Ἐνώχ καί τοῦ Ἠλιοῦ, τοῦ Μωϋσέως καί πιθανῶς τοῦ Ἡσαΐου καί τοῦ εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου, κατά μείζονα λόγο ἦταν δυνατή καί ἐπιβεβλημένη ἡ μετάσταση τοῦ παναχράντου καί πανάγνου σώματος τῆς Θεομήτορος.

Ἐξ ἄλλου ὁ ὅρος αὐτός «μετάστασις» χρησιμοποιεῖται γιά νά δηλωθεῖ καί ὁ φυσικός θάνατος κάθε ἀνθρώπου, ὅπως ἀναφέρεται στήν 5η εὐχὴ τῆς γονυκλισίας τῆς Ἁγίας Πεντηκοστῆς «ζωῆς τε καὶ τελευτῆς, τῆς ἐνταῦθα διαγωγῆς καὶ τῆς ἐκεῖθεν μεταστάσεως….» καί στήν 6η εὐχή τῆς ἴδιας Ἱερᾶς Ἀκολουθίας « οὐκ ἔστι……. τοῖς δούλοις σου θάνατος ἐκδημούντων ἡμῶν ἀπὸ τοῦ σώματος καὶ πρὸς σὲ τὸν Θεὸν ἐνδημούντων, ἀλλὰ μετάστασις….».

Οἱ τύποι τῆς μετοχῆς «μεταστάς» χρησιμοποιοῦνται στούς ὕμνους καί στίς εὐχές τῶν Ἀκολουθιῶν τῆς Ἐκκλησίας μας γιά τούς κεκοιμημένους.

Συνηθίζεται ὁ κεκοιμημένος νά ἀποκαλεῖται «ὁ μεταστάς» ἐκφράζοντας τήν πίστη τῆς Ἐκκλησίας στήν μετά θάνατο ζωή.

Μερικοί μάλιστα τῶν Πατέρων ἐζήτησαν νά στηρίξουν τήν ἐνσώματη μετάσταση τῆς Θεοτόκου καί γραφικῶς στά χωρία τῆς Ἀποκαλύψεως τοῦ Ἰωάννου (κεφάλαιο 12, στίχοι 6 καί 14).

Ἀλλ’ ὡς ὀρθότατα δεικνύεται καί ἀπό τόν ἀοίδιμο καθηγητή τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Παναγιώτη Μπρατσιώτη στό ἐκδοθέν ὑπόμνημά του στήν Ἀποκάλυψη τοῦ Ἰωάννου, ὅτι διά τῆς ἀναφερομένης στούς ὡς ἄνω στίχους γυναικός νοεῖται ἡ Ἐκκλησία καθόλου.

Ὁ ἅγιος Ἐφραίμ ὁ Σῦρος διδάσκει, ὅτι μέ τήν Ἀνάληψη τοῦ Ἰησοῦ καί τήν Μετάσταση τῆς Θεοτόκου εἰσῆλθαν πάλιν στόν παράδεισο τά σώματα δύο ἀνθρώπων σε ἀντικατάσταση τῶν Πρωτοπλάστων, Ἀδάμ καί Εὔας πού ἐκδιώχθηκαν ἀπό ἐκεῖ.

Ὅλη αὐτή τήν διδασκαλία περικλείει ἀριστοτεχνικώτατα τό ἀπολυτίκιο τῆς ἑορτῆς τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου.

« Ἐν τῇ γεννήσει τὴν παρθενίαν ἐφύλαξας,
ἐν τῇ κοιμήσει τὸν κόσμον οὐ κατέλιπες Θεοτόκε.
Μετέστης πρὸς τὴν ζωήν,
Μήτηρ ὑπάρχουσα τῆς ζωῆς,
καὶ ταῖς πρεσβείαις ταῖς σαῖς λυτρουμένη,
ἐκ θανάτου τὰς ψυχὰς ἡμῶν»

Αὔγουστος 2014

Η ιστορική εικόνα της Παναγίας της I.Μ. Κοιμήσεως Θεοτόκου Καφτούν

eikona1

Του κ. Dany Mreich, Θεολόγου-Αγιογράφου | Romfea.gr

«ΚΑΙ ΤΑΙΣ ΠΡΕΣΒΕΙΑΙΣ ΤΑΙΣ ΣΑΙΣ ΛΥΤΡΟΥΜΕΝΗ ΕΚ ΘΑΝΑΤΟΥ ΤΑΣ ΨΥΧΑΣ ΗΜΩΝ»

Δεκαπεντάγουστος 2014. Και πάλι δεσπόζει στη ζωή μας η εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου.

Μέσα στις δύσκολες συνθήκες που επικρατούν στη χώρα μου, με την απειλή των φανατικών Ισλαμιστών να είναι ορατή κάθε στιγμή, οι οποίοι προσπαθούν να αφανίσουν ό,τι χριστιανικό απέμεινε στην Μέση Ανατολή, για εμάς τους χριστιανούς, η Παναγία είναι η μόνη μας καταφυγή και ελπίδα στο καθημερινό δράμα που ζούμε.

Εκατοντάδες πιστοί, παρά τους κινδύνους, τις σφαγές, τους ανασκολοπισμούς, τις σταυρώσεις, τους απαγχονισμούς που πολλαπλασιάζονται, θα επισκεφθούν και φέτο την παλαίφατο Ιερά Μονή Κοιμήσεως της Θεοτόκου του Καφτούν για να προσκυνήσουν την εικόνα της Παναγίας, να της εμπιστευθούν τον πόνο, τα προβλήματα, τους αναστεναγμούς της καρδιάς τους, αλλά και τις ευχαριστίες τους που ακόμα απολαμβάνουν το θείο δώρο της ζωής. Πρόκειται διά ένα δημοφιλές προσκύνημα, όπως εδώ στην Ελλάδα είναι η Παναγία της Τήνου, της Πάρου, της Σουμελά.

H λέξη «καφτούν» προέρχεται από την Αραμαϊκη γλώσσα "Καφτούνα" και σημαίνει το κτίσμα που είναι σκεπασμένο από θόλο ή τρούλο ή αλλιώς σημαίνει σπήλαιο ή καταφύγιο.

Η Μονή ευρίσκεται στο Βόρειο Λίβανο, 10 χιλιόμετρα ανατολικά της περιοχής Βότρυος, και οι ιστορικοί αναφέρουν ότι από τον 11ο έως τον 13ο αιώνα είχε μεγάλη πνευματική δραστηριότητα[1].

Η Εθνική Βιβλιοθήκη του Παρισίου και το Βρετανικό Μουσείο του Λονδίνου έχουν λειτουργικά χειρόγραφα από αυτό το μοναστήρι, που χρονολογούνται το 13ο αι.[2]

Ανήκει στην Ιερά Μητρόπολη Βύβλου, Βοτρύων και Όρους Λιβάνου, είναι γυναικείο Μοναστήρι, αποτελούμενο σήμερα από μία ευάριθμη Αδελφότητα[3].

Μέσα στο άρθρο μας αυτό θα αναφερθούμε στην αξιόλογη αμφιπρόσωπη εικόνα της Παναγίας που φυλάσσεται στην Μονή και η οποία αφού συντηρήθηκε στο Παρίσι, επεστράφη το 1998.

Είναι αγιογραφημένη με την τεχνική της αυγοτέμπερας πάνω σε προετοιμασμένο ξύλο με διαστάσεις: 111 πόντους ύψος επί 80 πόντους πλάτος.

Η μια πλευρά της δείχνει την Παρθένο Μαρία με το θείο Βρέφος. Η παράσταση αυτή χρονολογείται περίπου τον 11ο αιώνα.

Ο εικονογραφικός της τύπος είναι ο ίδιος με την Παναγία της Μονής των Οδηγών της Κωνσταντινούπολης, η οποία καταστράφηκε μετά την άλωση[4].

Επίσης φέρει ομοιότητες με την εικόνα της τελευταίας σκηνής του 24ου Οίκου του Ακαθίστου Ύμνου, την οποία συναντάμε σε μια τοιχογραφία που βρίσκεται στο Μοναστήρι Μαρκόβ κοντά στα Σκόπια, και χρονολογείται τον 14ο αι[5].

Η εικόνα της Μονής του Καφτούν μοιάζει επίσης εκπληκτικά με μια μεγαλύτερη ψηφιδωτή φορητή εικόνα με του 1065, η οποία ευρίσκεται στην περίφημη Ιερά Μονή της Παμμακαρίστου Θεοτόκου[6]. (εικ. 1)

Η άλλη όψη της αμφιπρόσωπης αυτής εικόνας, που είναι έργο του 13ου αιώνα, δείχνει τη σκηνή της Βάπτισης του Χριστού, πάνω στην οποία σημειώνονται Αραβικές, Αραμαικές και Ελληνικές επιγραφές, που αποτελούσαν γλώσσες κοινές στις διάφορες Αντιοχειανές χριστιανικές κοινότητες.

Πολλές λεπτομέρειες της αγιογραφικής αυτής σύνθεσης της εικόνας μας προσανατολίζουν στους αρχαίους ανατολικούς εικονογραφικούς τύπους της Βαπτίσεως, που συναντάμε στις Εκκλησίες της Καππαδοκίας ή στις Συριακές μικρογραφίες του 13ου αι. και 14ου αι. (εικ. 2)

Αρχαία Συριακά λειτουργικά κείμενα μας μιλούν για την παρουσία Αγγέλων που συμμετέχουν στη βάπτιση του Χριστού[7].

Άλλα πάλι στοιχεία της παραστάσεως αυτής, όπως οι κορυφογραμμές των όχθεων του ποταμού Ιορδάνη, συναντώνται σε μια τοιχογραφία στο Μοναστήρι Yediler στη Λάτμο (Λάτρο) το 13ο αι. και σε μια μικρογραφία του Λειτουργικού Ευαγγελίου της Σύρο-Ορθόδοξης Επισκοπής της Μειδίας με χρονολογία 1226.

Άλλα επίσης κυρίαρχα στοιχεία στην παράσταση αυτή είναι η Αραβική επιγραφή του 12ου αι. και ο χαρακτήρας της Λειτουργικής Συριακής Επιγραφής[8] Estrangelo[9].

Με βυζαντινίζουσα έκφραση, αυτό το εξαιρετικό έργο πιστοποιεί λαμπερά τα χαρακτηριστικά της μεσαιωνικής τέχνης, της οποίας λίγα ίχνη έχουν επιζήσει.

Η ιστορία αυτής της εικόνας του Kaftoun είναι μάλλον συγκεχυμένη. Η προέλευσή της παραμένει άγνωστη. Αποτελεί πιθανότατα δώρο αυτοκρατορικό, ή κατά άλλη άποψη εικονογραφήθηκε από τοπικούς καλλιτέχνες της εποχής.

Οι αμφιπρόσωπες εικόνες, αυτού του εικονογραφικού τύπου, μεταφέρονταν σε εορταστικές πομπές. Είχαν τη θέση τους στο ιερό βήμα του Ναού, και ήταν τοποθετημένες με τέτοιο τρόπο, ώστε η μία πλευρά που είχε θέμα την Ενσάρκωση, δηλαδή την Παναγία με το Χριστό, να βλέπει προς την είσοδο της εκκλησίας, για να μπορούν να την προσκυνούν οι πιστοί.

Ενώ η άλλη όψη με την παράσταση της Βαπτίσεως (Θεοφάνεια), έβλεπε προς το εσωτερικό του Ιερού Βήματος και ήταν ορατή μόνο από τους τελετουργούς ιερείς[10].

Περιγραφή και ανάλυση

Στην μία όψη λοιπόν εικονίζεται η Παναγία να κρατάει στην αγκαλιά της το θείο Βρέφος. Είναι ο εικονογραφικός τύπος της Οδηγήτριας.

Η μορφή της Παναγίας καταλαμβάνει σχεδόν όλη την επιφάνεια της εικονογραφίας. Με το δεξί της χέρι δείχνει στον θεατή το Χριστό, που είναι η οδός και η αλήθεια και η ζωή (Ιω. 14,6), ενώ με το αριστερό χέρι της κρατάει το Χριστό, επομένως είναι «αριστεροκρατούσα».

Ο Χριστός κρατά μέσα στο αριστερό χέρι Του τον κύλινδρο των γραφών, ενώ με το δεξί του χέρι ευλογεί.

Η όλη παράσταση δίνει την εντύπωση, πως η Παναγία μεσολαβεί στο Χριστό για χάρη του πιστού: από το στόμα του πιστού ως το αυτί της Παναγίας και από το στόμα της Παναγίας ως το αυτί του Χριστού σχηματίζεται έτσι ένα σχήμα «Χ», χιαστί, που γίνεται με την άλλη γραμμή που σχηματίζεται με το δεξί χέρι της Παναγίας και το κεφάλι του Χριστού. (εικ. 3)

Οι δύο άγγελοι πού εικονίζονται μέσα σε μετάλλια στις δεξιές και αριστερές άνω γωνίες της εικόνας έχουν το ίδιο τεχνοτροπικό ύφος με τα πρόσωπα που εικονίζονται στην άλλη πλευρά της εικόνας, όπου εικονογραφείται η Βάπτιση του Ιησού, γεγονός που οδήγησε τους ερευνητές στο συμπέρασμα ότι οι άγγελοι προστέθηκαν στο κύριο θέμα της παράστασης δύο αιώνες αργότερα, δηλ. τον 13ο αι., κατά τον οποίο εικονογραφήθηκε η Βάπτιση του Χριστού[11].

Στην άλλη όψη της εικόνας, εικονογραφήθηκε εξ' ολοκλήρου γυμνός ο Χριστός να λαμβάνει το βάπτισμα.

Στη δεξιά Του πλευρά εικονίζεται ο Ιωάννης ο Πρόδρομος που στρέφει το βλέμμα του προς το περιστέρι, που συμβολίζει το Άγιο Πνεύμα, και κατεβαίνει από το ουράνιο ημικύκλιο.

Ο Πρόδρομος τοποθετεί το ένα χέρι του στο κεφάλι του Χριστού για να τον βαπτίσει, και με το άλλο κάνει τη χειρονομία της δέησης.

Αριστερά του Χριστού βρίσκονται έξι άγγελοι που κλίνουν με σεβασμό τα σώματά τους προς το Δεσπότη Χριστό.

Ο Βασιλιάς Δαυίδ, που τοποθετείται αριστερά, κρατά μια περγαμηνή στην οποία γράφεται στα αραβικά απόσπασμα από το βιβλίο των ψαλμών «η θάλασσα είδε και έφυγε ο Ιορδάνης εστράφη εις τα οπίσω, τα όρη εσκίρτησαν ωσεί κριοί και οι βουνοί ως αρνία προβάτων, τι σοι εστίν θάλασσα ότι έφυγες και σοι Ιορδάνη ότι αναχώρησες εις τα οπίσω» (Ψαλμ,114:3-5), και δεξιά, ο προφήτης Ησαΐας κρατά ένα φυλακτό, όπου γράφεται στα συριακά μια επιγραφή, από το βιβλίο του Ησαΐα «λούσασθε καθαροί γενέσθαι αφέλετε τας πονηρίας από των ψυχών υμών απέναντι των οφθαλμών μου παύσασθε από των πονηριών υμών. και αντλήσετε ύδωρ μετ ευφροσύνης εκ των πηγών του σωτηρίου» (Ησαΐας 1:16 και 12:3).

Κάτω αριστερά, κάθεται οκλαδόν ένας γέρων, που κρατάει έναν αμφορέα. Είναι προσωποποίηση του Ιορδάνη ποταμού, τον οποίο ο καλλιτέχνης παριστά με κυματιστές- καμπυλωτές ελαφρώς γαλάζιες γραμμές.

Ο τίτλος της εικόνας, «Η Βάπτιση», γράφεται στα ελληνικά στο πάνω μέρος της εικόνας. Τα ονόματα των προσώπων γράφονται επίσης στα Ελληνικά.

Η χρονολόγηση της εικόνας του “Kaftoun” έγινε αντικείμενο διαφόρων συζητήσεων. Όλοι οι ερευνητές φαίνεται να συμφωνούν ότι «Η Βάπτιση του Χριστού» χρονολογείται τον 13ο αιώνα, γεγονός που φαίνεται από την παρουσία επιγραφών σε διαφορετικές γλώσσες μέσα στην ίδια εικονογραφία, ένα φαινόμενο πού χαρακτηρίζει τις τοιχογραφίες του 13ου αιώνα της Συρολιβανέζικης περιοχής.

Η χρονολόγηση όμως της όψης με την Παναγία είναι πιο δύσκολη και τούτο διότι κάποια ιδιαίτερα υφολογικά στοιχεία, όπως οι γραμμές και τα χρώματα, συνδέουν την εικόνα με την Βυζαντινή τέχνη που αναπτύχθηκε στην Ανατολική Μεσόγειο την εποχή των σταυροφόρων, και ιδιαίτερα με τις κυπριακές εικόνες.

Μια άλλη ημερομηνία που έχει προταθεί για την εικόνα της Παναγίας με βάση την ανάλυση της ανάγλυφης διακόσμησης του πλαισίου της εικόνας, που αποτελείται από μετάλλια, εντός των οποίων εικονίζονται ομοιώματα φανταστικών ζώων όπως το «senmurv»[12], (εικ. 4) που είναι φτερωτό πλάσμα με κεφάλι ζώου, πόδια με γαμψά νύχια και μια ουρά παγωνιού, περσικής προέλευσης (της Περιόδου της Δυναστείας των Σασσανιδών) και έχει ενσωματωθεί μέσα στην ισλαμική τέχνη.

Αυτά τα σχήματα των ζώων δείχνουν μια επιρροή από τους Σελτζούκους και θα μπορούσαν να μας οδηγήσουν στο συμπέρασμα ότι η εικόνα προέρχεται από τον 11ο ή το 12ο αιώνα.

Μια αναθηματική επιγραφή στα αραβικά, χαραγμένη στην μεταλλική επίστρωση του φωτοστεφάνου, αναφέρει ότι η εικόνα αφιερώθηκε «ως βακούφιον» δηλαδή ως ιερή περιουσία και ιδιοκτησία που ανήκει στο μοναστήρι της Παναγίας “Kaftoun” το 1804.

Πολλά στοιχεία θα μπορούσαμε επίσης να προσθέσουμε για την αμφιπρόσωπη εικόνα του Καφτούν, όμως λόγω του περιορισμένου χώρου επιφυλασσόμαστε για την έκδοση μίας μεταγενέστερης εκτεταμένης μελέτης του θέματος.

Ας προσευχηθούμε η Παναγία μας να ευλογεί και να αγιάζει την ζωή όλων μας, και να σταθεί παρηγορία στους μάρτυρες χριστιανούς της Ανατολής.

Χρόνια πολλά σε όλους.  

top
Has no content to show!