Άρθρα - Απόψεις

''Ο άλλος..αυτός ο άγνωστος''

images

Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Καστορίας κ. Σεραφείμ

Α. Η εποχή στην οποία ζούμε διακρίνεται για την αποστασία του ανθρώπου από τον Θεό.

Ο άνθρωπος έπαψε να πιστεύει στον Θεό όπως αυτή η πίστη διδάσκεται από την Εκκλησία μας, όπως μας την παρέδωσαν οι πατέρες μας, όπως την έζησαν οι πρόγονοί μας.

Το αίτημα του ανθρώπου της εποχής μας είναι «απόστα απ’εμού, οδούς σου ου βούλομαι ειδέναι» (Ιώβ...).

Αλλά κι εκείνοι οι οποίοι πιστεύουν στο Θεό, πιστεύουν επιδερμικά και αναιμικά. Ίσως κάποιες ημέρες του χρόνου να εκκλησιαστούμε, ίσως κάποιες φορές να κοινωνήσουμε των Αχράντων Μυστηρίων, κάποιοι άλλοι να παρακολουθήσουμε στους δρόμους τη λιτανεία του Επιταφίου, ή την Ανάσταση στους αύλειους χώρους των Ιερών Ναών.

Άλλοι ακόμη θα παρακολουθήσουμε κάποια μυστήρια που, δυστυχώς στις μέρες μας και με την ανοχή την δική μας, έχουν χάσει την ιερότητά τους και έχουν μεταβληθεί σε απλές κοινωνικές τελετές.

Η εποχή μας χαρακτηρίζεται για «την φυλακή της ατομικότητος». Από την άρνηση του ανθρώπου να επικοινωνήσει με τον Θεό και να δεχτεί στην ζωή του την παρουσία Του, φτάνει στο κλείσιμο στο άτομό του και στον εγωισμό του, με αποτέλεσμα να απουσιάζει η κοινωνικότητα και η αδελφοσύνη.

Είναι τέτοια η αμαρτία, που ο άνθρωπος μεταβάλλεται από ελεύθερο πρόσωπο σε άτομο δέσμιο των παθών και κυρίως του εγωισμού του.

Ο άνθρωπος από πρόσωπο γίνεται μονάδα μετρήσεως, γίνεται νούμερο. Παρόμοιες καταστάσεις έζησαν οι συνάνθρωποί μας σε εποχές ολοκληρωτισμού. Συναντούμε τέτοιες περιπτώσεις κατά την εποχή του Αγίου Λουκά στην Ρωσία.

Δεν τον φώναζαν με το όνομά του, αλλά με τον αριθμό που έφερε. Αυτό θα αρχίσει σιγά σιγά να γενικεύεται και στις μέρες μας.

Στα χρόνια πού ζούμε δεν υπάρχει φιλία. Σπανίζει το φαινόμενο αυτό. Ο άνθρωπος δεν μπορεί να εμπιστευτεί τον άλλον άνθρωπο, τον συνάνθρωπο, γιατί δεν βρίσκει ανταπόκριση.

Στο χάος που επικρατεί γύρω μας, επικρατεί μόνο ένας παράγων και ο οποίος ονομάζεται συμφέρον. Αν έχει συμφέρον ο άλλος, μπορεί να μας κοιτάξει, μπορεί να μας δώσει κάποια σημασία.

Αν δεν έχει συμφέρον, τότε αμέσως μας απορρίπτει. Και το πιο τραγικό: το χρήμα είναι αυτό που κινεί τα νήματα της κοινωνίας και ανοίγει όλες τις πόρτες.

Έχεις χρήματα; Μπορείς στη ζωή σου να πετύχεις τα πάντα.

Δεν έχεις; Είσαι καταδικασμένος να πεθάνεις.

Έτσι ο άλλος από βοηθός, από συνάνθρωπος, πάντοτε και ιδιαίτερα στην εποχή μας, γίνεται ανταγωνιστής, εχθρός και αντίπαλος.

Ο άλλος, για τη σύγχρονη φιλοσοφία, είναι η κόλασή μου.

Ο άλλος απωθείται από την ζωή μας ως συμφορά.

Είναι ο σφετεριστής της ευτυχίας μας και η αιτία του θηρίου που ονομάζεται μοναξιά.

Και τελικά ο άνθρωπος καταντάει να είναι μόνος, να μιλάει μόνο με τον εαυτό του, ή μάλλον να παραμιλάει και να ζητά, σαν τον Διογένη τον Αθηναίο, με το φανάρι αναμμένο μέσα στο καταμεσήμερο Άνθρωπο.

Β. Ποιός είναι ο άλλος για την Εκκλησία;

Ο άλλος είναι ο αδελφός μου.

Άρα, αφού είναι αδελφός μου, τότε δεν πρέπει να υπάρχει αντίθεση και φιλονικία, ούτε ακόμη και στην περιοχή της διανοίας.

«Ου μισήσεις τον αδελφόν σου τη διανοία σου» (Λευιτικόν, 19 17)

Και όχι μόνο να μην μισήσεις, αλλά να μην καλλιεργείς ακόμη και το ψέμα εις βάρος του αδελφού σου : «μη αροτρία ψεύδος επ’αδελφώ σου –να μην καλλιεργείς το ψέμα εις βάρος του αδελφού σου» (Σοφία Σειράχ, ζ 12). Απεναντίας θα πρέπει να ανοίξεις το χέρι σου και να σταθείς βοηθός του:

«Ανοίγων ανοίξεις την χείραν σου τω αδελφώ σου τω πένητι και τω επιδεομένω» (Δευτερονόμιον, 15, 11). Δηλαδή να ανοίξεις το χέρι σου και να γίνεις συμπαραστάτης στον αδελφό σου. Σ’αυτόν που είναι πτωχός και έχει την ανάγκη σου.

Ο άλλος είναι ο ίδιος ο Χριστός.

«Όσα αν ποιήσεις εις τον αδελφόν σου, εις τον δεσπότην σου διαβαίνει. Και ως αυτός ει πεπονθώς, ούτω σοι τον μισθόν λογιείται – Όσα κάνεις στον αδελφό σου λογίζονται ότι τα κάνεις στον Κύριόν σου. Και ο Κύριός σου, ευεργετούμενος τρόπον τινά, αμέσως σου λογαριάζει τον μισθό». (ΕΠΕ 17,468)

Στο πρόσωπο του άλλου συναντώ τον ίδιο τον Χριστό. Ο άλλος είναι η σωτηρία μου και από τη σχέση που έχω μαζί του εξαρτάται η είσοδός μου στη Βασιλεία των Ουρανών.

Ο ίδιος ο Χριστός στο πρόσωπο του άλλου του συνανθρώπου μου, τοποθετεί τον εαυτό Του: «εμοί εποιήσατε » (ευαγγέλιο κρίσεως).

Και η εμπειρία του Αποστόλου Παύλου είναι συγχρόνως χαρακτηριστική : «μηδείς ζητείτω τα του εαυτού αλλά τα του ετέρου» (...)

Έκφραση όλων των ανωτέρω είναι και η τοποθέτηση των θεοφόρων Πατέρων της Εκκλησίας: «Ίδες τον αδελφόν σου; Ίδες Κύριον τον Θεόν σου». (Αββάς Απολλώ).

Και ακόμη του καθηγητού της ερήμου Μεγάλου Αντωνίου που κάνει τον απολογισμό της ζωής του: «Ουδέποτε το εμαυτού συμφέρον προέκρινα, της του αδελφού μου σωτηρίας».

Χαρακτηριστικός ακόμη και αποστομωτικός συγχρόνως είναι ο λόγος του Ιερού Χρυσοστόμου: «Και συ, αδελφέ, κι αν ακόμη μένεις νηστικός για άσκηση, και αν κοιμάσαι στη γη, κι αν τρως στάχτη και θρηνής παντοτινά, αλλά δεν ωφελείς κανέναν άλλον, τίποτε σπουδαίο δεν κάνεις». (ΕΠΕ, 18α, 122)

Γ. Πώς μπορούμε να διακονήσουμε τον άλλον;

Ο ίδιος ο ενανθρωπήσας Υιός και Λόγος του Θεού το βράδυ του Μυστικού Δείπνου, ζώστηκε το λέντιον της ταπεινώσεως και έπλυνε τα πόδια των μαθητών, διδάσκοντας συγχρόνως τον τρόπο προσεγγίσεως, οικοδομής και θεραπείας των ασθενούντων αδελφών μας: «Ει ούν εγώ ένιψα υμών τους πόδας και υμείς οφείλετε αλλήλων νίπτειν τους πόδας...ταύτα ποιήτε». (ευαγγέλιο Μεγ. Πέμπτη εσπέρας –να μπει όλο).

Ο Χριστός δεν αρκείται μόνο σε αυτήν την πράξη της διακονίας, αλλά φτάνει μέχρι και της θυσίας του εαυτού Του στο φοβερό ξύλο του Σταυρού.

Ανατρέπει, έτσι, τον δογματισμό του ανθρώπου που θέλει «να πεθάνεις εσύ, για να ζήσω εγώ».

Ο Χριστός όμως χρησιμοποιεί μια άλλη λογική πέρα από την λογική των ανθρώπων: «Πεθαίνω εγώ για να ζήσεις εσύ. Όχι ο θάνατός σου, ζωή μου, αλλά ο θάνατος ο δικός μου γίνεται αιτία της δικής σου ζωής».

Αν από τον εαυτό μας δεν απορρίψουμε αυτήν την κακοδαιμονία, που δυστυχώς μαστίζει όλους μας, δυστυχώς δε και αυτούς που εκκλησιάζονται και θρησκεύουν, αν δεν εντοπίσουμε το κακό που υπάρχει μέσα μας και δεν το θεραπεύσουμε με την αγάπη μας και τα μέσα που διαθέτει η Εκκλησία μας,
δεν πρόκειται ούτε στο πρόσωπο του άλλου να συναντήσουμε τον Χριστό, ούτε και να δούμε τον Χριστό ως αδελφό και πλησίον.

Και εξαιτίας του φοβερού θηρίου του ατομισμού, δεν πρόκειται στην ζωή μας, ούτε εδώ, πολύ δε περισσότερο στη Βασιλεία των Ουρανών, να δούμε το απρόσιτο φως του Χριστού.

Και μερικά παραδείγματα...

Γνώρισα στη ζωή μου κάποια πρόσωπα που είχαν έναν δικό τους τρόπο να διακονούν τον άλλο. Έφταναν στο κρεβάτι του αρρώστου με ένα φάκελο με χρήματα, το οποίο το άφηναν διακριτικά στο μαξιλάρι του.

Έκρυβαν τα διακριτικά του αξιώματός τους και σαν απλοί ιερείς βρίσκονταν στον πόνο των συνανθρώπων τους. Και όχι μόνον αυτό.

Αγρυπνούσαν με το κομποσκοίνι στο χέρι για την επίλυση των προβλημάτων κάποιων «ελαχίστων αδελφών» και για την αποκατάσταση της υγείας τους.

Ένα τέτοιο παράδειγμα ενός γνησίου μαθητού της αγάπης μας αναφέρει το Αθωνικό Γεροντικό.

«Ο γέρων Αββακούμ υπήρξε μαθητής της αγάπης. Με πολλήν αυταπάρνησιν και αυτοθυσίαν εδέχθη εις το Κελλίον του και περιεποιήθη στοργικώς, επί μήνας πολλούς, νέον τινά με προχωρημένην πνευμονικήν φυματίωσιν. Εδέχθη με χαράν να τον προστατεύση. Τον παρέλαβεν εις το κελλίον του και εφρόντιζεν ως φιλόστοργος μήτηρ. Ενήστευεν αυτός, έτρεφεν όμως με κρέας και άλλας δυναμωτικάς τροφάς τον ασθενή του. Επάλεσεν σκληρώς με την ασθένεια του νέου.

Ο θάνατος τον παρέλαβεν από τας στοργικάς αγκάλας του εν μετανοία και εξομολογήσει. Ολίγον πριν κοιμηθεί τον έκειρε μοναχόν, ονομάσας αυτόν Φανούριον. Άλλοτε πάλι τον ευρήκαν μερικοί προσκυνηταί να κλαίη εις το κελλί του μόνος και όταν τον ηρώτησαν τι συμβαίνει, επληροφορήθησαν ότι μόλις προ ολίγου κάποιοι άλλοι επισκέπται του είχον ομιλήσει δια μερικά τυφλά παιδιά, που υποφέρουν εις τον κόσμον, και ο γέρων δεν ημπόρεσε να συγκρατήση τα δάκρυά του! Αγάπη αληθινή, ανιδιοτελής, έμπρακτος».

Αυτός ο «άγνωστος» άλλος, τελικά, είναι η σωτηρία μου!

 

Φθιώτιδος Νικόλαος: ''Η φωνή του Πατριάρχου του Γένους είναι προφητική''

images

Του Σεβ. Μητροπολίτη Φθιώτιδος κ. Νικολάου

Οι πόθοι και τα οράματα της ψυχής μας εσωκλείουν μία ακατανίκητη δύναμη, η οποία με το πέρασμα των χρόνων και των αιώνων, αντί να αποδυναμώνεται και να αλλοιώνεται, τουναντίον ενισχύεται και γιγαντώνεται από γενιά σε γενιά ως λαχτάρα ψυχής και βεβαία προσδοκία.

Η φωνή του Παναγιωτάτου Πατριάρχου του Γένους μας κ. Βαρθολομαίου ότι «η Αγιά Σοφιά πρέπει να ξαναγίνει Εκκλησία» είναι προφητική συνάμα και προδρομική των όσων πρόκειται να συμβούν ως επιβεβαίωση των πόθων και οραμάτων του λαού μας, ο οποίος δεν έπαυσε να καρτερεί και να πιστεύει, ότι «πάλι με χρόνους με καιρούς πάλι δικά μας θάνε».

Ο Θεός μέσα στην ιστορία δοκιμάζει, αλλά δεν λησμονεί. Έρχονται τώρα τα ίδια τα γεγονότα να ανατρέψουν τα θεωρούμενα ως απαρασάλευτα και να ροδίσουν στον μέχρι προ τινος ζοφερό ορίζοντα, την αυγή μιας λαμπρής ημέρας, όπου στην Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία θα ηχήσουν τα πνευματικά σήμαντρα και θα συνεχισθεί ο Χερουβικός ύμνος, που διακόπηκε πριν 561 χρόνια κατά την ημέρα της αλώσεως.

Η κοινή λογική και το περί δικαίου αίσθημα επιβάλλει να επανέλθει η Αγιά Σοφιά στη χρήση για την οποία κτίσθηκε.

Να ξαναγίνει χώρος θείας Λατρείας των Ορθοδόξων και κέντρο του Οικουμενικού Πατριαρχείου, το οποίο οφείλει το όνομά του ως «Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία» στο μέγα της οικουμένης προπύργιον.

Η γενναία στάση του Πατριάρχου μας, οι παρεμβάσεις της ομογένειας στην Αμερική, το πλαίσιο της ενταξιακής πορείας της Τουρκίας και η υποχρέωση του πλήρους σεβασμού των θρησκευτικών ελευθεριών και η προσευχή των πιστών θα κάνουν το θαύμα.

Εμείς πιστεύουμε στα θαύματα και στην Ανάσταση.

Νίκη της αλήθειας κατά της πλάνης

images

Του Σεβ. Μητροπολίτου Κηφισίας, Αμαρουσίου και Ωρωπού κ. Κυρίλλου

Η τιμή και η προσκύνηση των ιερών εικόνων είναι ουσιαστικώτατο χαρακτηριστικό της Ορθοδόξου Εκκλησίας.

Ο Θεσμός των ιερών εικόνων εκφράζει ουσιαστικά και παραστατικά τον Θείο και ανθρώπινο, τον εγκόσμιο και συνάμα υπερκόσμιο χαρακτήρα της υποστάσεως της Ορθοδόξου Εκκλησίας, γι’ αυτό και συνιστά το πλέον βασικό εξωτερικό γνώρισμα αυτής.

Γι’ αυτό ακριβώς και η επέτειος της αναστηλώσεως των ιερών εικόνων με τη Σύνοδο της Κωνσταντινουπόλεως το 843 μ.Χ. επί της Αυγούστας Θεοδώρας, ονομάζεται εορτή της Ορθοδοξίας, νίκη της αλήθειας κατά της πλάνης, και πανηγυρίζεται μεγαλοπρεπώς την πρώτη Κυριακή των νηστειών της Μ. Τεσσαρακοστής, τη γνωστή σε όλους Κυριακή της Ορθοδοξίας.

Ο Χριστιανισμός υπό την επίδραση του Ιουδαϊσμού και των διατάξεων της Παλαιάς Διαθήκης, οι οποίες απαγορεύουν την εξοικόνιση του Θείου (ου ποιήσεις σεαυτώ είδωλον, ουδέ παντός ομοίωμα, όσα εν τω ουρανώ άνω και όσα εν τη γη κάτω, και όσα εν τοις ύδασιν υπό κάτω της γης˙ ου προσκυνήσεις αυτοίς, ότι εγώ ειμί Κύριος ο Θεός σου, Θεός ζηλωτής), περιορίσθηκε μόνο σε απλά σύμβολα και παραστάσεις σαν αυτές που συναντάμε στις κατακόμβες, στις σαρκοφάγους: τον ιχθύ, την άγκυρα, τον αμνό και διάφορες άλλες παραστάσεις.

Ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός λέγει ότι: «Ιουδαίοις μεν ουν δια το της ειδωλολατρείας ευόλισθον…ο νόμος παιδαγωγός εις Χριστόν γέγονεν». Έτσι αντιλαμβάνεται την απαγόρευση κατασκευής εικόνων ειδώλων. «Όταν δε ίδης δια σε γενόμενον άνθρωπον τον ασώματον, τότε ποιήσεις της ανθρωπίνης μορφής το εκτύπωμα. Όταν ορατός ο αόρατος γένηται, τότε εικονήσεις το του οραθέντος ομοίωμα».

Οι πρώτοι που χρησιμοποίησαν εικόνες του Χριστού, ήταν αιρετικοί, οι Γνωστικοί, και τις προσκυνούσαν μαζί με εικόνες των φιλοσόφων Πυθαγόρα, Πλάτωνα. Παρά το γεγονός αυτό η Εκκλησία ήδη είχε αρχίσει από τον γ  αιώνα στην ιδέα εξεικονίσεως του προσώπου του Κυρίου.

Πρώτος ο Μέγας Βασίλειος (378 μ.Χ.) χαρακτηρίζει την περί εικόνων παράδοση της Εκκλησίας ως "Αποστολική", και σε επιστολή του προς τον διώκτη του Χριστιανισμού αυτοκράτορα Ιουλιανό τον Παραβάτη ονομάζει τις εικόνες (χαρακτήρες) των αγίων αποστόλων, προφητών, γι’ αυτό λέγει τις «τιμώ και προσκυνώ, κατ’ εξαίρετον τούτων παραδεδομένων εκ των αγίων αποστόλων και ουκ απαγορευομένων, αλλ’ εν πάσαις εκκλησίαις ημών τούτων ανιστορουμένων».

Είναι λοιπόν σαφές ότι οι εικόνες την εποχή του Μ. Βασιλείου υπήρχαν όχι μόνο στους ναούς αλλά και σε σπίτια πολλών χριστιανών.

Ο διδακτικός χαρακτήρας των εικόνων τονίσθηκε επίσης και κατά τον ε  αιώνα από τον άγιο Νείλο τον Ασκητή, ο οποίος θεωρούσε ως αναγκαία την εξεικόνιση παραστάσεων από την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη στους ναούς: «όπως αν οι μη ειδότες γράμματα, μηδέ δυνάμενοι τας θείας αναγινώσκειν γραφάς, τη θεωρία της ζωγραφίας μνήμην τε λαμβάνωσιν της των γνησίως τω αληθινώ Θεώ δεδουλευκότων ανδραγαθίας και προς άμιλλαν διεγείρωνται των ευκλεών και αοιδίμων αριστευμάτων, δι’ ων της γης τόν  ουρανόν αντηλλάξατο, των βλεπομένων τα  μη ορώμενα προτιμήσαντες».

Με την επίλυση του δογματικού ζητήματος της ενώσεως των δύο εν Χριστώ φύσεων θεμελιώθηκε σαφέστερα η θεολογία των ιερών εικόνων και η προβολή της δυνατότητος ακτινοβολίας του θείου επί των δημιουργημάτων.

Η ενανθρώπιση του Ιησού Χριστού καθιστούσε δυνατή τη θεώρηση καθιερωμένων υλικών αντικειμένων ως συμβόλων, τα οποία ανακλούσαν τη θεία δύναμη.

Η θεολογική λοιπόν και η παιδαγωγική ερμηνεία της ιερής εικόνας ευνόησαν την πλήρη σύνδεσή της με την χριστιανική ευσέβεια, παρά την πολεμική των αιρετικών.

Πολέμιοι των ιερών εικόνων ήταν όλοι εκείνοι οι οποίοι δεν ακολούθησαν την εκκλησιαστική ερμηνεία του μυστηρίου της εν Χριστώ Θείας Οικονομίας, ειδικότερα δε στο Χριστολογικό δόγμα, και τέτοιοι εικονομάχοι υπήρξαν οι εκπρόσωποι των μεγάλων αιρέσεων (Αρειανισμός, Νεστοριανισμός, Μονοφυσιτισμός).

Τα αίτια των εικονομαχικών ερίδων που συντάραξαν την Εκκλησία και την αυτοκρατορία για 116 χρόνια (727 – 843 μ.Χ.) είναι ποικίλα, κοινωνικά, ταξικά και αφορούσαν τις σχέσεις Εκκλησίας και Πολιτείας. Από τότε που οι Αυτοκράτορες χωρίς τις προϋποθέσεις άρχισαν να θεολογούν (Βασιλεύς ειμί και ιερεύς), άρχισαν τα πράγματα να περιπλέκονται, θέλησαν να απομακρύνουν τους πιστούς από τις εικόνες με βίαιο τρόπο˙ και απέτυχαν γιατί προσέβαλαν την παράδοση της Εκκλησίας, για να περιορίσουν την υπερβολή της λαϊκής ευσέβειας.

Βασανίστηκαν και διώχθηκαν πολλοί κατά την περίοδο της εικονομαχίας κυρίως μοναχοί, υπερασπιστές της τιμητικής προσκυνήσεως των ιερών εικόνων.

Μεγάλος υπέρμαχος των ιερών εικόνων αναδείχθηκε ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός που με τους περίφημους λόγους του ανέπτυξε την ορθόδοξη θέση και θεολογία περί της εικόνας και αποδοκίμασε οποιαδήποτε αναλογία εικόνας και ειδώλων.

Υπεστήριξε με έμφαση ότι: α) οι εικόνες δεν τιμώνται οι ίδιες, όπως συμβαίνει με τα είδωλα, αλλά η τιμή προς αυτές ανάγεται στο πρωτότυπο, β) ότι το εικονιζόμενο πρόσωπο είναι υπαρκτό και όχι ανύπαρκτο.

Με την έννοια αυτή κάθε υπαρκτό η ορατό είναι δυνατόν να παρασταθεί και εικονικώς, γι’ αυτό και ο Ιησούς Χριστός, ο οποίος έγινε ορατός κατά την ενανθρώπισή του, είναι δυνατόν να περιγραφεί όπως οράθηκε, δηλαδή κατά την ενσώματη παρουσία του στη γη και όχι κατά την αόρατη ουσία του, κατά την υπόσταση του ενανθρωπήσαντος Λόγου και όχι κατά την θεία φύση Του.

Η τιμή των αγίων από τους πιστούς αναφέρεται τελικώς κατά τρόπο αναγωγικό στον ίδιο τον τριαδικό Θεό, αφού με τις εικόνες και τους αγίους «τω Θεώ προσάγω την προσκύνησιν και τήν  τιμήν, δι’ ον και τους αυτού φίλους σέβω».

Ένεκα, λοιπόν, της μυστικής αυτής σχέσεως εικόνος και πρωτοτύπου αφ’ ενός μεν η τιμή της εικόνος μεταβαίνει επί το πρωτότυπον, αφ’ ετέρου δε η ίδια εικόνα καθίσταται θαυματουργική από τη δύναμη του εικονιζομένου προσώπου.

Αλλού δε αναφέρει: «Ώσπερ γαρ εν όλω τω κόσμω εγγράφως εκηρύχθη τό  Ευαγγέλιον ούτως εν όλω τω κόσμω αγράφως παρεδόθη το εικονίζειν Χριστόν σεσαρκωμένον Θεόν και  τους Αγίους, ώσπερ και προσκυνείν τον σταυρόν, καί  κατά Ανατολάς εστώτας προσεύχεσθαι».

«Που γαρ είπεν ο Χριστός, ίνα προσκυνώμεν κατ’ Ανατολάς, η σταυρόν η ευγγέλιον; η μεταλαμβάνειν το άγιον αυτού σώμα και αίμα νήστεις; η στεφανούν ανδρόγυνα; αλλά τις χρεία; και  ημείς ως παρελάβομεν εκ των Αγίων Πατέρων, ούτως πιστεύομεν, ότι εκ του Θεού αυτά εδιδάχθησαν».
Η σιωπή των έξι πρώτων Οικουμενικών Συνόδων περί της τιμής και προσκυνήσεως των ιερών εικόνων, οφείλεται στο ότι όλοι ανεγνώριζαν την πράξη ενός γενικού εκκλησιαστικού θεσμού με αποστολική προέλευση.

Μόνον η ΣΤ  Οικουμενική Σύνοδος δια του 82ου Κανόνος όρισε να αντικατασταθεί ο μέχρι τότε απεικονιζόμενος αμνός επί του σταυρού, με την απεικόνιση ολόσωμου του θνήσκοντος Ιησού Χριστού.

Την οριστική λύση στο ζήτημα της τιμής και προσκυνήσεως των ιερών εικόνων έδωσε η Ζ  Οικουμενική Σύνοδος το 787 μ.Χ. με τον Όρο της: «Ορίζομεν συν ακριβεία πάση καί  εμμελεία παραπλησίως τω τύπω του τιμίου καί  ζωοποιού σταυρού ανατίθεσθαι τας σεπτάς καί  αγίας εικόνας, τας εκ χρωμάτων καί  ψηφίδος καί  ετέρας ύλης επιτηδείως εχούσης εν ταις αγίαις του Θεού Εκκλησίαις, εν ιεροίς σκεύεσι και εσθήσι, τοίχοις τε και σανίσιν, της τε του Κυρίου και Θεού και σωτήρος ημών Ιησού Χριστού εικόνος, και της αχράντου δεσποίνης ημών της αγίας Θεοτόκου, τιμίων τε αγγέλων, και πάντων των αγίων και οσίων ανδρών.

Η γαρ της εικόνος τιμή επί το πρωτότυπον διαβαίνει και ο προσκυνών τήν  εικόνα, προσκυνεί εν αυτή του εγγραφομένου την υπόστασιν.

Ούτω γαρ κρατύνεται η των αγίων πατέρων ημών διδασκαλία, είτουν παράδοσις της Καθολικής Εκκλησίας».

Η μεγάλη θρησκευτική αξία των ιερών εικόνων και η θέση που τους δόθηκε από την Οικουμενική Σύνοδο στην καθημερινή ζωή των πιστών, στους ιερούς ναούς και τα σπίτια, εκφράζει τον θρίαμβο της ορθοδόξου πίστεως για όλα τα εικονιζόμενα πρόσωπα και υπαγορεύει την προς αυτά τιμή και προσκύνηση.

Η τιμή και η προσκύνησις είναι έννοιες συνάλληλες και εκφράζουν την ευλαβή διάθεση των πιστών έναντι των εικονιζομένων προσώπων. Η τιμή εκφράζει περισσότερο το αίσθημα της ευλαβείας, η δε προσκύνησις την έμπρακτη εκδήλωση της διαθέσεως αυτής.

Ο ασπασμός με τα χείλη παρέχει στους ευλαβείς χριστιανούς το συναίσθημα της εν Χριστώ συγγενείας και της οικειότητος δηλαδή της ισοπολιτείας προς τους Αγίους του Θεού, η προσκύνηση εκφράζει την αναγνώριση της υπεροχής της αγιότητος των εικονιζομένων.

Η μεσιτεία όλων των αγίων είναι πραγματική και ουσιαστική έκφραση της ενότητος του μυστικού σώματος της Εκκλησίας του Χριστού, και της εν τη αγάπη του Θεου κοινωνίας των Αγίων Αυτού μετά των επί της γης αγωνιζομένων πιστών κατά των δυνάμεων του κακού.

Αυτή την μεσιτεία και τις πρεσβείες των Αγίων που απευθύνονται προς το έλεος και την χάριν του Θεού επιζητούν οι πιστοί με την τιμητική προσκύνηση των αγίων εικόνων.

Γι’ αυτό και ο άγιος Ιωάννης Δαμασκηνός γράφει: «Ο μη προσκυνών εχθρός εστι του Χριστού και της Αγίας Θεοτόκου και των Αγίων, εκδικητής δε του διαβόλου και των δαιμόνων, έργω επιδεικνύμενος την λύπην, ότι οι άγιοι του Θεού τιμώνται και δοξάζονται, ο δε διάβολος καταισχύνεται.

Η γαρ εικών θριάμβωσίς εστι και φανέρωσις και στηλογραφία εις μνήμην της νίκης των αριστευσάντων και της αισχύνης των ηττηθέντων και καταβληθέντων».    

Κατά την λιτάνευση των ιερών εικόνων απαγγέλουμε ένα απόσπασμα από το Συνοδικό Όρο της Ζ  Οικουμενικής Συνόδου που μας λέει ποιά είναι η ορθόδοξη πίστη μας και πως πρέπει να τιμούμε τον Κύριό μας, την Παναγία και τους Αγίους με εικονίσματα.

Το κείμενο αυτό δείχνει ότι η πίστη της Εκκλησίας δεν είναι θεωρητική αλλά εμπειρική.

Οι Απόστολοι δεν σκέφθηκαν, ούτε επινόησαν ιδέες για τον Θεό• Τον έζησαν, Τον πίστεψαν, Τον κήρυξαν. Πίστη δεν σημαίνει αφηρημένη σκέψη, αλλά εμπιστοσύνη και αυτοπαράδοση.

Γι’ αυτό το Συνοδικό κείμενο ομιλεί για ναούς, θείες λειτουργίες, εικόνες, προσκύνηση, λατρεία που αποτελούν τη βίωση της πίστεως. Συνεπώς η ορθόδοξη πίστη είναι η εμπειρία και η έκφραση της εκκλησιαστικής ζωής, όπως μας την παρέδωσαν οι Προφήτες (προαναγγελία), οι Απόστολοι (ως αυτόπται του Χριστού), οι Πατέρες (ως κοινωνοί της Χάριτος τουΧριστού), οι Άγιοι (ως ενσαρκωτές και ομολογητές της πίστεως του Χριστού).

Όλα αυτά περί της πίστεώς μας δεν πρέπει να τα κρατήσομε ως ιδέες, οφείλομε να τα ενεργοποιήσωμε μέσα στη θεία λατρεία, τη μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας. Αυτός είναι ο σημερινός θρίαμβος της Ορθοδοξίας που πρέπει να συνοδεύεται και από ορθοπραξία, γι’ αυτό η Εκκλησία δεν ενδιαφέρεται για την "ορθοδοξία" του μυαλού μας, ούτε για την ορθοπραξία των δημοσίων σχέσεών μας, αφού και τα δύο συνιστούν μειοδοσία.

Δεν επιδιώκει να μας καταστήσει ούτε δογματιστές ούτε ηθικιστές. Αλλά να μας αναγάγει στην οντολογική γνώση και τη χαρισματική μίμηση του Χριστού.

Τόσο η πίστη όσο και το ήθος και η ηθική του αληθινού ορθοδόξου χριστιανού, κατά τον άγιο Συμεών τον Νέο Θεολόγο, είναι καταστάσεις εμπειρικές και όχι αποσπάσματα της ανθρωπίνης υπάρξεως.

Ορθοδοξία σημαίνει, λοιπόν, επανακάλυψη της παναξίας του Χριστού, επαναβίωση της κοινής εκκλησιαστικής παραδόσεως, την οποία «αρχιτεκτονεί το πνεύμα το άγιον».

Σε μια εποχή βαθειά εικονοκλαστική, εποχή νεοειδωλολατρείας, αμφισβητήσεως των παραδοσιακών θρησκειών και εξαπλώσεως παραθρησκειών που εμπορεύονται την δίψα του ανθρώπου για θρησκευτικές εμπειρίες και μεταφυσικά διέξοδα, η Ορθόδοξη Ανατολική Παράδοση προβάλλει το θησαυρό της˙ για να αναβαπτίσει την αλλοτριωμένη θρησκευτικότητα του σημερινού ανθρώπου.

Ας φυλάξουμε τούτο το θησαυρό «εν οστρακίνοις σκεύεσιν» μέσα στα οστράκινα εύθραυστα σκεύη, όπως η καρδιά μας. Είναι ο μόνος θησαυρός που μπορεί να δώσει πνοή στον άκαρδο σημερινό πολιτισμό μας.

Εισήγηση Γόρτυνος Ιερεμία κατά της αιρέσεως του Παπισμού

gortynos

Ακολουθεί εισήγηση του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Γόρτυνος κ. Ιερεμίου, περί της 8ης Οικουμενικής Συνόδου, οι οποία στρέφεται κατά της αιρέσεως του Παπισμού.

Να αναφερθεί ότι η εν λόγω εισήγηση δεν εξεφωνήθει στην Ιεραρχία το 2011, αν και υπήρχε στην ημερησία διάταξη, λόγω εξαντλήσεως του χρόνου σε άλλα θέματα.

Ο ευσεβής λαός ερμήνευσε το γεγονός της μη εκφωνήσεως των εισηγήσεων αυτών στην Ιεραρχία από τό ότι σ᾽ αυτές συγκρούεται η Ορθόδοξη με την Παπική αιρετική διδασκαλία.

ΠΑΤΗΣΤΕ ΕΔΩ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΙΣΗΓΗΣΗ

Καστορίας Σεραφείμ: ''Να φυλάξουμε τον θησαυρό της πίστεως''

images

Και πάλι, αδελφοί μου αγαπητοί, εορτή και πανήγυρις.

Και πάλι το εβδομαδιαίο πάσχα μας δίνει την δυνατότητα της θέας του Αναστάντος Κυρίου μας Ιησού Χριστού.

«Ανάστασιν Χριστού θεασάμενοι προσκυνήσωμεν άγιον Κύριον Ιησούν τον μόνον αναμάρτητον» είναι η προτροπή των θεοφόρων Πατέρων και των ιερών υμνογράφων της Εκκλησίας μας.

Πανήγυρις, ακόμη, ευφρόσυνος και λαμπρά, αφού γιορτάζουμε σήμερα την αναστήλωση των Αγίων Εικόνων και τον θρίαμβο της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας κατά πασών των αιρέσεων.

Σαν σήμερα, 11 Μαρτίου του έτους 843 μ.Χ., είχαμε τον τερματισμό των ταραχών που προκλήθηκαν στο σώμα της Εκκλησίας από την ωμή επέμβαση της Πολιτείας στην ζωή της και μάλιστα με την προσπάθεια επιβολής της ερμηνείας της Θείας Αποκαλύψεως με τον δικό της κοσμικό τρόπο.

Θυμόμαστε τους αγώνες των Αγίων Πατέρων μας για την διαφύλαξη της Ορθοδόξου πίστεως, όπως αυτή μας παραδόθηκε εγγράφως και αγράφως και η οποία αποτελεί την εγγύηση της θεραπείας μας και άρα της σωτηρίας μας.

Η Ορθοδοξία, όπως έχει λεχθεί χαρακτηριστικά:1

- Αποτελεί προϋπόθεση αληθινής ζωής.

- Έχει άμεση σχέση με την πνευματική μας προκοπή.

- Είναι το διδασκαλείο, το οποίο έχει διδάσκαλο μόνο τον Χριστό, την διδασκαλία του οποίου κράτησε ανόθευτη και την διαφύλαξε ως κόρη οφθαλμου.

- Σ’ αυτήν υπάρχει ολόκληρη η αλήθεια.

- Αυτή κρατάει σταθερά και ακλόνητα την αποστολική και εκκλησιαστική παράδοση2.

- Αυτή μόνο δικαιούται να ονομάζεται «Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία».

Πέρα απ’ αυτήν δεν υπάρχουν άλλες ονομαζόμενες «εκκλησίες», παρά μόνον ομολογίες και αιρετικά διδασκαλεία, όπως μας παρέδωσαν οι θεοφόροι Πατέρες μας και οι Άγιοί μας.

Γι’ αυτό και δικαίως χαρακτηρίζεται από τον Άγιο Κύριλλο Αλεξανδρείας ως το αληθινό και ακαπήλευτο ιατρείο3.

Γιατί, όμως αδελφοί μου, η Ορθόδοξη Εκκλησία μας αγωνίσθηκε και αγωνίζεται καθημερινά για την διαφύλαξη της ορθοδόξου πίστεως;

Γιατί επί εκατό και πλέον χρόνια, από το 727 έως το 843, έχουμε σφοδρές και αιματηρές αντιπαραθέσεις με εικονομάχους αυτοκράτορες που είχαν αιρετικά φρονήματα και πεποιθήσεις;

Μελετώντας τα σοφά συγγράμματα του μεγίστου δογματολόγου της Εκκλησίας μας, του Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού, του υπερμάχου της τιμητικής προσκυνήσεως των Ιερών Εικόνων, καθώς και του Συνοδικού της Εβδόμης Οικουμενικής Συνόδου, τμήματα του οποίου θα αναγνώσουμε κατά την λιτανεία των Ιερών Εικόνων, διαπιστώνουμε:

Πρώτον. Οι εικονομάχοι που θέλησαν να αλώσουν τον ιερό χώρο της πίστεως απορρίπτοντας τις Ιερές Εικόνες, είχαν σαν απώτερο σκοπό την απόρριψη του Μυστηρίου της σαρκώσεως του Υιού και Λόγου του Θεού.

Μη δεχόμενοι την απεικόνιση της θεανδρικής μορφής του Δευτέρου Προσώπου της Αγίας Τριάδος, απέρριπταν στην ουσία την σάρκωσή Του από την Υπεραγία Θεοτόκο.

Υπερμαχώντας η Εκκλησία για τις άγιες εικόνες, δεν αγωνιζόταν μόνο για τον διδακτικό τους προορισμό, ούτε για τον αισθητικό τους χαρακτήρα, αλλά πρωτίστως για το θεμέλιο της σωτηρίας, που είναι το δόγμα της θείας ενανθρωπήσεως, όπως γράφει ένας θεολόγος της Εκκλησίας μας.

Αυτήν την αλήθεια υπογραμμίζει ο ιερός υμνογράφος στην σημερινή Ακολουθία του Όρθρου: «Σαρκός το εκτύπωμα αναστυλούντες σου Κύριε σχετικώς ασπαζόμεθα το μέγα μυστήριον της οικονομίας της σης εκδηλούντες»4.

Τιμώντας τις Ιερές Εικόνες, εκδηλώνουμε την πίστη μας στο μέγα μυστήριο της επίγειας παρουσίας του Κυρίου μας. Εφ’ όσον «ο απερίγραπτος Λόγος του Πατρός περιεγράφη σαρκούμενος»5, άρα και εμείς, τυπώνοντας αυτή την θεανδρική μορφή στην ιερά εικόνα, προσκυνούμε την Γέννηση, τα θαύματα και την Σταύρωση.

Έτσι, «προφητικαίς επόμενοι ρήσεσι και αποστολικαίς παραινέσεσι»6 και με τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος, η Εκκλησία διά της Εβδόμης Οικουμενικής Συνόδου όρισε την τοποθέτηση των Ιερών Εικόνων στους Ιερούς Ναούς, ώστε με την θέα του εικονιζομένου προσώπου να φανερώνεται με αισθητό τρόπο η αληθινή και πραγματική και όχι φανταστική ενανθρώπιση του Σωτήρος Χριστού.

Δεύτερον. Η Εκκλησία ως σώμα δεν ορίζει μόνο τον στολισμό των Ιερών Ναών διά των Αγίων Εικόνων, ούτε απλώς την θέα τους από τον ευσεβή λαό, αλλά συγχρόνως και την τιμητική προσκύνησή τους.

Προσκυνώντας τις Άγιες Εικόνες δεν προσκυνούμε την ύλη από την οποία είναι φτιαγμένες, αλλά το πρόσωπο που εικονίζεται, αφού «η τιμή της εικόνος επί το πρωτότυπον διαβαίνει», κατά την έκφραση του Μεγάλου Βασιλείου7.

Και επειδή ο Χριστός, ο οποίος έγινε άνθρωπος διά φιλανθρωπίαν, είναι «η απαράλλακτος εικών του Πατρός και χαρακτήρ της αιδιότητος Αυτού»8, η αγία Του μορφή μπορεί να περιγραφεί και να ιστορηθεί στις Ιερές Εικόνες, καθώς επίσης και το πρόσωπο της Παναγίας Μητέρας Του, της Υπεραγίας Θεοτόκου, όπως και οι μορφές των Αγίων της πίστεώς μας.

Οι Εικόνες, μάλιστα, καθώς αναφέρει χαρακτηριστικά ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, στην διδασκαλία του οποίου στηρίχθηκαν οι Πατέρες της Εβδόμης Οικουμενικής Συνόδου, είναι και τα βιβλία των αγραμμάτων: «Επειδή όμως δεν γνωρίζουν όλοι γράμματα, ούτε καταγίνονται με την ανάγνωση, οι πατέρες απεφάσισαν να παρασταθούν αυτά με εικόνες διά συνοπτική υπενθύμηση, όπως μερικά ανδραγαθήματα. Χωρίς αμφιβολία, ενώ πολλές φορές δεν έχουμε στο νου μας το πάθος του Κυρίου, μόλις δούμε την εικόνα της σταυρώσεως του Χριστού, ενθυμούμεθα το σωτήριο πάθος, πέφτουμε στη γη και προσκυνούμε όχι την ύλη, αλλά τον εικονιζόμενον»9.

Προσκυνώ του Χριστού την εικόνα, λέγει πάλι ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, ως σαρκωμένου Θεού, της Θεοτόκου, ως μητέρας του Υιού του Θεού, των Αγίων, ως φίλων του Θεού, οι οποίοι μιμήθηκαν τον Χριστό δίνοντας ακόμη και το αίμα τους.

Δεν καταθέτουμε τα σεβάσματά μας στην ύλη και στα χρώματα, αλλά μέσω αυτών με τα νοερά μας μάτια ατενίζουμε πάντα προς το πρωτότυπο10.

Μπροστά σ’ αυτές τις Ιερές Εικόνες, που μοιάζουν σαν μία άλλη Ιερά Πρόθεση, ανοίγουμε εμείς οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί την καρδιά μας.

Εναποθέτουμε τα αιτήματά μας και τους προβληματισμούς μας, τους κόπους και τους μόχθους μας και ικετεύουμε τα εικονιζόμενα πρόσωπα να τα μεταφέρουν όλα αυτά στον Θρόνο της Θείας Μεγαλωσύνης.

Με την Εικόνα της Παναγίας συνομιλούσε καθημερινά ο θεοφόρος Δαμασκηνός.

Αυτήν κρατούσε ως πολύτιμο θησαυρό στα χέρια του ο Άγιος Γεράσιμος της Κεφαλληνίας.

Σ΄ αυτήν άφηνε τις θλίψεις και τις δοκιμασίες ο θαυματοβρύτης Άγιος Νεκτάριος. Μέχρι και τα χρώματα της εικόνος έχουν αλλοιωθεί από τους συνεχείς ασπασμούς του και τα δάκρυα.

Σ΄ αυτήν ενατένιζε ο θαυματουργός Άγιος Λουκάς, ζητώντας την βοήθειά της, προκειμένου να εγχειρήσει τους ασθενείς.

Μπροστά στην Εικόνα της άναβε πολλά κεριά ο Άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ, καθώς και ακοίμητη κανδήλα σύμφωνα με την παράδοσή μας η

Ασκήτρια της Κλεισούρας Οσία Σοφία.

Αυτή είναι η παράδοσή μας.

Και με αυτήν έζησαν οι Άγιοί μας.

Και με αυτήν πρέπει να ζήσουμε κι εμείς.

Και με αυτήν θα φύγουμε από τον κόσμο αυτόν για την αιωνιότητα.

Αδελφοί μου, η εικονομαχία κάποτε σταμάτησε. Η νοοτροπία της όμως και ο εμπαιγμός των Ιερών Κειμηλίων της πίστεώς μας συνεχίζεται μέχρι σήμερα αμείωτος.

Πολλοί είναι εκείνοι, οι οποίοι πολεμούν και σήμερα την Εκκλησία. Πολλά ιδεολογικά ρεύματα πυργώνουν και πάλι την πολεμική τους εναντίον της Ορθοδόξου Παραδόσεώς μας, της Λατρείας μας και της ζωής της Εκκλησίας.

Όλοι αυτοί θα πρέπει να γνωρίζουν το αήττητο και το ακλόνητο της Εκκλησίας μας, όπως το περιγράφει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος: «Τέτοιο μεγαλείο έχει η Εκκλησία: Όταν την πολεμούν, νικάει· όταν την επιβουλεύονται, θριαμβεύει· όταν την βρίζουν, γίνεται λαμπρότερη· δέχεται τραύματα και δεν πέφτει από τις πληγές· κλυδωνίζεται, αλλά δεν καταποντίζεται· δοκιμάζεται από τρικυμίες, αλλά δεν υφίσταται ναυάγιο· παλεύει, αλλά μένει αήττητη· αγωνίζεται, αλλά δεν νικιέται»11.

«Πόσοι τύραννοι θέλησαν να νικήσουν την Εκκλησία; Πόσα τηγάνια χρησιμοποιήθηκαν γι΄ αυτό; Πόσα καμίνια; Δόντια θηρίων, ακονισμένα ξίφη; Και παρόλα αυτά δεν νίκησαν. Πού είναι όσοι πολέμησαν την Εκκλησία; Δεν γίνεται πλέον λόγος γι΄ αυτούς και έχουν λησμονηθεί. Πού είναι δε η Εκκλησία; Λάμπει περισσότερο από τον ήλιο»12.

Και το χρέος μας, το δικό μας χρέος: Να φυλάξουμε με όλη την δύναμη της ψυχής μας αυτόν τον θησαυρό της πίστεως, αυτήν την ζωογόνο Παράδοσή μας.

Έτσι θα μπορέσουμε να επιζήσουμε και ως Γένος και ως Έθνος. Έτσι θα βοηθήσουμε τον εαυτό μας και την πατρίδα μας και θα διαφυλάξουμε τον πολιτισμό μας.

Ευχέτης προς τον Δομήτορα της Εκκλησίας

Ο Ε Π Ι Σ Κ Ο Π Ο Σ Σ Α Σ

Ο ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ


1 Περιοδ. ΣΩΤΗΡ 15-8-2008.

2 Άγιος Επιφάνιος Κύπρου, PG. 43,172Α.

3 Αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας, Ομιλία στην παραβολή του Αμπελώνος 17, PG. 77,1105A.

4 Τροπάριο των Αίνων της Ακολουθίας του Όρθρου της Κυριακής της Ορθοδοξίας.

5 Κοντάκιον εορτής Κυριακής της Ορθοδοξίας.

6 Προοίμιον Συνοδικού Ορθοδοξίας.

7 Μεγ. Βασιλείου, Περί του Αγίου Πνεύματος, PG. 32,149.

8 Εσπερινός Σαββάτου, Ήχος β΄.

9 Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού, Έκδοσις ακριβής της ορθοδόξου πίστεως, ΕΠΕ 1, 497-499.

10 Τού Ιδίου, Λόγος απολογητικός προς τους διαβάλλοντας τας Αγίας Εικόνας, ΕΠΕ 3,57.

11 PG. 52,398.

12 PG. 52,428.

top
Has no content to show!