-
Δημιουργηθηκε στις Κυριακή, 13 Απριλίου 2014 01:04
-
Εμφανίσεις: 83330
Του Μητροπολίτου Καισαριανής, Βύρωνος και Υμηττού Δανιήλ | Romfea.gr
Αναλύοντας τα γεγονότα που συνέβησαν κατά την είδοσο του Κυρίου μας Ιησού Χριστού στα Ιεροσόλυμα προ έξι ημερών του Ιουδαϊκού Πάσχα διαπιστώνουμε, ότι αποκαλύπτεται ενώπιόν μας η ταυτότητά Του:
«Και ότε ήγγισαν εις Ιεροσόλυμα και ήλθον εις Βηθσφαγή εις το όρος των ελαιών, τότε ο Ιησούς απέστειλε δύο μαθητάς λέγων αυτοίς· Πορεύεθητε εις την κώμην την απέναντι υμών, και ευθέως ευρήσετε όνον δεδεμένην και πώλον μετ' αυτής· λύσαντες αγάγετέ μοι. και εάν τις υμίν είπη τι, ερείτε ότι ο Κυριος αυτών χρείαν έχει· ευθέως δε αποστελεί αυτούς. Τούτο δε όλον γέγονεν ίνα πληρωθή το ρηθέν δια του προφήτου λέγοντος· είπατε τη θυγατρί Σιών, ιδού ο βασιλεύς σου έρχεταί σοι, πραύς και επιβεβηκώς επί όνον και πώλον υιόν υποζυγίου. πορευθέντες δε οι μαθηταί και ποιήσαντες καθώς προσέταξεν αυτοίς ο Ιησούς, ήγαγον την όνον και τον πώλον, και επέθηκαν επάνω αυτών τα ιμάτια αυτών, και επεκάθισεν επάνω αυτών. ο δε πλείστος όχλος έστρωσαν εαυτών τα ιμάτια εν τη οδώ, άλλοι δε έκοπτον κλάδους από των δένδρων και εστρώννυον εν τη οδώ. οι δε όχλοι οι προάγοντες (αυτόν) και οι ακολουθούντες έκραζον λέγοντες· Ωσαννά τω υιώ Δαυίδ· ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου· Ωσαννά εν τοις υψίστοις. και εισελθόντος αυτού εις Ιεροσόλυμα εσείσθη πάσα η πόλις λέγουσα· Τις εστιν ούτος; οι δε όχλοι έλεγον· Ούτός εστιν Ιησούς ο προφήτης ο από Ναζαρέτ της Γαλιλαίας. Και εισήλθεν ο Ιησούς εις το ιερόν του Θεού, και εξέβαλε πάντας τους πωλούντας και αγοράζοντας εν τω ιερώ, και τας τραπέζας των κολλυβιστών κατέστρεψε και τας καθέδρας των πωλούντων τας περιστεράς, και λέγει αυτοίς· Γεγραπται, ο οίκός μου οίκος προσευχής κληθήσεται· υμείς δε αυτόν εποιήσατε σπήλαιον ληστών. Και προσήλθον αυτώ χωλοί και τυφλοί εν τω ιερώ και εθεράπευσεν αυτούς. ιδόντες δε οι αρχιερείς και οι γραμματείς τα θαυμάσια α εποίησε και τους παίδας κράζοντας εν τω ιερώ και λέγοντας, ωσαννά τω υιώ Δαυίδ, ηγανάκτησαν και είπον αυτώ· Ακούεις τι ούτοι λέγουσιν; ο δε Ιησούς λέγει αυτοίς· Ναι· ουδέποτε ανέγνωτε ότι εκ στόματος νηπίων και θηλαζόντων κατηρτίσω αίνον; και καταλιπών αυτούς εξήλθεν έξω της πόλεως εις Βηθανίαν και ηυλίσθη εκεί » (Ματθαίου κα 1-17).
Δηλαδή: «Όταν πλησίασαν στα Ιεροσόλυμα κι έφτασαν στην Βηθσφαγή, κοντά στο όρος των Ελαίων, ο Ιησούς έστειλε δύο μαθητές λέγοντάς τους: «Να πάτε στο χωριό που είναι απέναντί σας, και θα βρείτε αμέσως ένα θηλυκό γαϊδούρι δεμένο, μαζί με το πουλάρι του. Να τα λύσετε και να μου τα φέρετε. Κι αν σας πει κανένας τίποτε, να του πείτε πως τα χρειάζεται ο Κύριος. Κι αυτός θα τα στείλει αμέσως».
Αυτά έγιναν για να εκπληρωθεί εκείνο που είχε πει ο Θεός με τα λόγια του προφήτη: Πέστε στη θυγατέρα Σιών: Να’ τος, έρχεται σ’ εσένα σαν βασιλιάς σου πράος καβάλα πάνω σε γαϊδούρι και πάνω σε πουλάρι, γέννημα υποζυγίου.
Οι μαθητές πήγαν κι έκαναν όπως τους πρόσταξε ο Ιησούς. Έφεραν το γαϊδούρι και το πουλάρι του, έβαλαν πάνω τους τα ρούχα τους κι εκείνος κάθισε πάνω σ’ αυτά. Οι πιο πολλοί από το πλήθος έστρωναν τα ρούχα τους στο δρόμο, ενώ άλλοι έκοβαν κλαδιά από τα δέντρα και τα έστρωναν στο δρόμο. Και το πλήθος, όσοι βάδιζαν μπροστά του κι όσοι ακολουθούσαν, κραύγαζαν: Δόξα στον Υιό του Δαβίδ! Ευλογημένος αυτός που έρχεται σταλμένος από τον Κύριο! Δόξα στον ύψιστο Θεό! Όταν μπήκαν στα Ιεροσόλυμα, αναστατώθηκε όλη η πόλη, και έλεγαν: «Ποιός είναι αυτός;» Και το πλήθος έλεγε: «Αυτός είναι ο προφήτης Ιησούς, από τη Ναζαρέτ της Γαλιλαίας».
Ο Ιησούς μπήκε στο ναό του Θεού κι εδίωξε όλους αυτούς που πουλούσαν και αγόραζαν στο χώρο του ναού, και αναποδογύρισε τα τραπέζια των αργυραμοιβών και τα καθίσματα αυτών που πουλούσαν περιστέρια.
Και τους είπε: «Η Γραφή λέει: Ο οίκος μου πρέπει να είναι οίκος προσευχής· εσείς όμως τον κάνετε σπήλαιο ληστών». Εκεί στο ναό τον πλησίασαν κουτσοί και τυφλοί, και τους θεράπευσε.
Όταν είδαν οι αρχιερείς και οι γραμματείς τα θαύματα που έκανε, και τα παιδιά να φωνάζουν μέσα στο ναό και να λένε «δόξα στον Υιό του Δαβίδ», αγανάκτησαν και του είπαν: «Δεν ακούς τι λένε αυτοί;»
Κι ο Ιησούς τους λέει: «Και βέβαια τ’ άκουσα. Αλλά κι εσείς δε διαβάσατε ποτέ στην Γραφή πως από το στόμα των νηπίων και των βρεφών έκανες να βγει τέλειος ύμνος;». Τους άφησε και βγήκε έξω από την πόλη, στην Βηθανία, και διανυκτέρευσε εκεί».
Από την μαρτυρία των Ευαγγελιστών προκύπτουν τα εξής σχετικώς με την ταυτότητα του Κυρίου μας:
1. Ότι οι Ιουδαίοι υποδέχθηκαν τον Κύριό μας Ιησού ως τον Μεσσία, τον Οποίο είχε υποσχεθεί, ότι θα έστελνε ο Θεός στον κόσμο ως Λυτρωτή και Σωτήρα του γένους των ανθρώπων. Στο πρόσωπό Του εκπληρώθηκαν και πραγματοποιήθηκαν οι προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης. Γι’ αυτό και ο λαός Τον επευφημούσε, κραυγάζοντας :
«Ωσαννά τω υιώ Δαυίδ· ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου· Ωσαννά εν τοις υψίστοις» (Ματθαίου κα , 9).
Δηλαδή : «Δόξα στον Υιό του Δαβίδ! Ευλογημένος αυτός που έρχεται σταλμένος από τον Κύριο! Δόξα στον ύψιστο Θεό».
Η προφητική διδασκαλία και γραμματεία προλέγει όλα τα χαρακτηριστικά της ταυτότητας του Μεσσία, της εποχής Του, της αποστολής Του και του έργου Του, τα οποία ήταν γνωστά στους Ιουδαίους.
Αν και ο Ιησούς στην διάρκεια της ζωής Του εκράτησε επιφυλακτική στάση στον τίτλο του Μεσσία, επειδή έπρεπε να τον αποκαθάρει και να τον απαλλάξει από τα χαρακτηριστικά μιας επίγειας εγκόσμιας βασιλείας.
Ωστόσο την ημέρα των Βαΐων σκόπιμα αφήνει να επευφημηθεί ως Υιός του Δαβίδ.
Στην θρησκευτική δίκη ο Αρχιερέας των Ιουδαίων Τον υποχρεώνει να απαντήσει αν είναι ο Μεσσίας, ο Υιός του Θεού. Ο Κύριος σ’ αυτή την πρόκληση χωρίς να απορρίψει αυτό τον τίτλο τον ερμηνεύει δίδοντάς του υπερβατική προοπτική, ότι είναι ο Υιός του ανθρώπου, ο προορισμένος να καθίσει στα δεξιά του Θεού.
Η απάντησή Του αυτή επέσυρε την καταδίκη Του, εφ’ όσον Τον έκριναν «ένοχον θανάτου» (Ματθαίου κστ 63-66).
Έτσι αποκαλύπτεται κατά την θεολογία του αποστόλου Παύλου, ότι η δόξα του Υιού ανθρώπου και η εξύψωσή Του στον θεϊκό θρόνο προϋποθέτει το πάθος και τον θάνατο.
«Και σχήματι ευρεθείς ως άνθρωπος εταπείνωσεν εαυτόν γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού. διο και ο Θεός αυτόν υπερύψωσε και εχαρίσατο αυτώ όνομα το υπέρ παν όνομα, ίνα εν τω ονόματι Ιησού παν γόνυ κάμψη επουρανίων και επιγείων και καταχθονίων, και πάσα γλώσσα εξομολογήσηται ότι Κυριος Ιησούς Χριστός εις δόξαν Θεού πατρός » (Προς Φιλιππησίους β 8-11).
Δηλαδή: «Ταπεινώθηκε θεληματικά υπακούοντας μέχρι θανάτου. και μάλιστα θανάτου σταυρικού. Γι’ αυτό και ο Θεός τον ανέβασε πολύ ψηλά και του χάρισε το όνομα που είναι πάνω απ’ όλα τα ονόματα. Κι έτσι, στο όνομα του Ιησού όλα τα επουράνια, τα επίγεια και τα υποχθόνια θα προσκυνήσουν, και κάθε γλώσσα θα ομολογήσει ότι Κύριος είναι ο Ιησούς Χριστός, για να δοξάζεται έτσι ο Θεός Πατέρας ».
Γι’ αυτό και οι πνευματικοί ηγέτες της εποχής του Κυρίου Ιησού Χριστού διαμαρτυρήθηκαν, επειδή ο Κύριος δέχθηκε αυτούς τους χαρακτηρισμούς οι οποίοι κατά την γνώμη τους δεν Του ανήκαν: «Και είπον αυτώ· Ακούεις τι ούτοι λέγουσιν; ο δε Ιησούς λέγει αυτοίς· Ναι· ουδέποτε ανέγνωτε ότι εκ στόματος νηπίων και θηλαζόντων κατηρτίσω αίνον;» (Ματθαίου κα 16).
Δηλαδή: «Και του είπαν: «Δεν ακούς τι λένε αυτοί;» Κι ο Ιησούς τους λέει: «Και βέβαια τ’ άκουσα. Αλλά κι εσείς δε διαβάσατε ποτέ στην Γραφή πως από το στόμα των νηπίων και των βρεφών έκανες να βγει τέλειος ύμνος;».
Ο Χριστός δικαιολόγησε τον λαό που Τον επευφημούσε, αποδίδοντας σ’ Αυτόν όλα αυτά τα χαρακτηριστικά που συνέθεταν την μεσσιανικότητά Του.
Μετά την ανάστασή Του οι Δώδεκα κατάλαβαν το νόημα, τι ακριβώς σήμαινε, ο τίτλος Του, όταν τους εξηγούσε τις προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης για τον Μεσσία και τους ερωτούσε:
«Ουχί ταύτα έδει παθείν τον Χριστόν και εισελθείν εις την δόξαν αυτού;» (Λουκά κδ 26).
Δηλαδή : «Αυτά δεν έπρεπε να πάθει ο Μεσσίας και να δοξαστεί;»
* * * * *
2. Ότι ο Κύριος απέρριψε την αντίληψη, ότι είναι ένας εγκόσμιος πολιτικός ηγέτης – βασιλιάς και ότι ήλθε να εγκαταστήσει μία επίγεια κοσμική εξουσία, ένα κράτος. Διαπιστώνουμε, ότι η αντίληψη αυτή δεν ήταν άγνωστη και στους Δώδεκα, όπως δείχνουν τα σχόλια τους (Ιωάννου ιδ 23 και Πράξεων α 6).
Καθισμένος πάνω σ’ ένα ταπεινό ονάριο μόνο επίγειος κοσμικός βασιλιάς δεν φαινόνταν. Οι αγέρωχοι Ρωμαίοι στρατιώτες συνηθισμένοι στους μεγαλοπρεπείς γεμάτους ισχύ και επίδειξη θριάμβους των στρατηγών και αυτοκρατόρων της Ρώμης μάλλον ως εορταστικό επεισόδιο των προσελθόντων Ιουδαίων για την εορτή του Πάσχα το εξέλαβαν. Γι’ αυτό και δεν το εμπόδισαν να εξελιχθεί.
Ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός ανακρινόμενος από τον Πιλάτο στην ερώτησή του «ουκούν βασιλεύς ει συ; » (Ιωάννου ιη , 37) απήντησε ότι : «Η βασιλεία η εμή ουκ έστιν εκ του κόσμου τούτου· ει εκ του κόσμου τούτου ην η βασιλεία η εμή, οι υπηρέται αν οι εμοί ηγωνίζοντο, ίνα μη παραδοθώ τοις Ιουδαίοις· νυν δε η βασιλεία η εμή ουκ έστιν εντεύθεν » (Ιωάννου ιη 36).
Δηλαδή : «Η δική μου βασιλεία δεν προέρχεται απ’ αυτόν τον κόσμο αν η βασιλεία μου προερχόταν από τον κόσμο αυτόν, οι στρατιώτες μου θα αγωνίζονταν να μην πέσω στα χέρια των Ιουδαίων. Αλλά η δική μου βασιλεία δεν προέρχεται από εδώ ».
Ούτε βασιλιάς εγκόσμιος ήταν, ούτε στρατό διέθετε, ούτε εγκόσμια βασιλεία ήλθε να εγκαταστήσει. Εδίδαξε τους μαθητές Του να προσεύχονται στον επουράνιο Θεό και Πατέρα και να παρακαλούν «ελθέτω η Βασιλεία Σου» (Ματθαίου στ 10).
Αυτή η Βασιλεία είναι πνευματική, αιώνιος, αδιάδοχος και ασάλευτος. Είναι Βασιλεία δικαιοσύνης, αγιότητος, υπακοής στο θέλημα του Θεού Πατέρα μας (Λουκά α 32-33).
Αυτά τα χαρακτηριστικά προσέδιδαν στην βασιλεία του Μεσσία, του Χριστού και οι Προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης. Οι Ιουδαίοι όμως είτε αδυνατούσαν να εννοήσουν το νόημα αυτών των προφητικών κυρυγμάτων είτε επλανώντο, τρέφοντας ελπίδες για εθνική αποκατάσταση και κυριαρχία επί άλλων λαών.
Ο Κύριος στην δημόσια δράση του ποτέ δεν υπέκυψε σ’ αυτό τον μεσσιανικό ενθουσιασμό των Ιουδαίων που ήταν ανάμεικτος με πολλά ανθρώπινα στοιχεία και εγκόσμιες ελπίδες.
Γι’ αυτό δεν αντιτάχθηκε στην εξουσία του Τετράρχη Ηρώδη ο οποίος παρά ταύτα υποπτευόταν τον Ιησού ως αντίπαλό του :
«Εν αυτή τη ημέρα προσήλθόν τινες Φαρισαίοι λέγοντες αυτώ· Έξελθε και πορεύου εντεύθεν, ότι Ηρώδης θέλει σε αποκτείναι » (Λουκά ιγ 31).
Δηλαδή : «Εκείνη την ημέρα πλησίασαν μερικοί Φαρισαίοι και του είπαν: «Απομακρύνσου απ’ αυτή την περιοχή, γιατί ο Ηρώδης θέλει να σε σκοτώσει».
Ούτε την εξουσία του Ρωμαίου αυτοκράτορα αμφισβήτησε, στον οποίο έπρεπε να καταβάλουν οι Ιουδαίοι την φορολογία.
Διευκρίνισε ότι η αποστολή Του ήταν άλλης φύσεως «ίνα τελειώση το έργο του Θεού Πατέρα» (Ιωάννου δ , 34· ε , 36· ιζ 34).
Δεν απέκρουσε την ομολογία της μεσσιανικής πίστεως του Ναθαναήλ που διακήρυξε, ότι «συ ει ο βασιλεύς του Ισραήλ» (Ιωάννου α 50), αλλά τον προσανατόλιζε προς την παρουσία του Υιού του Ανθρώπου.
Αποδέχθηκε ωστόσο την δημόσια εκδήλωση των Ιουδαίων στην θριαμβευτική είσοδό Του στην Ιερουσαλήμ καθισμένος πάνω σ’ ένα ταπεινό υποζύγιο, σύμφωνα με την προφητεία του Ζαχαρία (Ματθαίου κα 9 και Ζαχαρίου θ 9).
Δέχθηκε να Τον επευφήσουν ως Βασιλέα του Ισραήλ (Λουκά ιθ 38 και Ιωάννου ιβ 13). Αλλά ακριβώς αυτή η υποδοχή και επευφημία επέσπευσε την ώρα του πάθους και του θανάτου Του.
Οι ερωτήσεις που απευθύνθηκαν στον Κύριο Ιησού στην διάρκεια της θρησκευτικής δίκης Του αναφέρονται στην ιδιότητά Του ως Μεσσία και Υιού του Θεού. Στην πολιτική όμως δίκη Του μπροστά στον Πιλάτο κατηγορήθκε για την βασιλική ιδιότητά Του. Ο Ίδιος διευκρίνισε, ότι η βασιλεία Του «ουκ έστιν εκ του κόσμου τούτου» (Ιωάννου ιη 36) και συνεπώς δεν ανταγωνιζόταν τον Καίσαρα :
«Ήρξαντο δε κατηγορείν αυτού λέγοντες· Τούτον εύρομεν διαστρέφοντα το έθνος και κωλύοντα Καίσαρι φόρους διδόναι, λέγοντα εαυτόν Χριστόν βασιλέα είναι» (Λουκά κγ 2).
Δηλαδή : «Εκεί άρχισαν να τον κατηγορούν λέγοντας: «Αυτόν εδώ τον πιάσαμε να ξεσηκώνει το λαό μας, να τον εμποδίζει να πληρώνει τους φόρους στον αυτοκράτορα, και να ισχυρίζεται για τον εαυτό του πως είναι ο βασιλιάς, ο Μεσσίας».
Ο Ρωμαίος διοικητής της Ιουδαίας Πιλάτος κάρφωσε πάνω στο σταυρό του Κυρίου Ιησού και τον λόγο που καταδικάσθηκε σε θάνατο με σταύρωση (Ματθαίου κζ 29, 37) είτε για να Τον εμπαίξει, είτε για να ειρωνευθεί και να χλευάσει τους Ιουδαίους που ενοχλήθηκαν και διαμαρτυρήθηκαν για αυτή την ενέργειά του (Ιωάννου ιθ 21).
Πράγματι ο Ιησούς θα γνωρίσει την βασιλική δόξα, αλλά αυτό θα συμβεί με την ανάστασή Του, την ανάληψή Του και την παρουσία Του την έσχατη ημέρα.
Όπως ο υποψήφιος βασιλιάς πήγε να αναλάβει την βασιλεία, αλλά τον αρνήθηκαν οι συμπατριώτες του θα έρθει ως βασιλιάς για να ζητήσει λογαριασμό και να εκδικηθεί τους εχθρούς Του:
«Είπεν ουν· Άνθρωπός τις ευγενής επορεύθη εις χώραν μακράν λαβείν εαυτώ βασιλείαν και υποστρέψαι. καλέσας δε δέκα δούλους εαυτού έδωκεν αυτοίς δέκα μνας και είπε προς αυτούς· πραγματεύσασθε εν ω έρχομαι. οι δε πολίται αυτού εμίσουν αυτόν, και απέστειλαν πρεσβείαν οπίσω αυτού λέγοντες· ου θέλομεν τούτον βασιλεύσαι εφ’ ημάς. και εγένετο εν τω επανελθείν αυτόν λαβόντα την βασιλείαν, και είπε φωνηθήναι αυτώ τους δούλους τούτους οις έδωκε το αργύριον, ίνα επιγνώ τις τι διεπραγματεύσατο…πλην τους εχθρούς μου εκείνους, τους μη θελήσαντάς με βασιλεύσαι επ' αυτούς, αγάγετε ώδε και κατασφάξατε αυτούς έμπροσθέν μου» (Λουκά ιθ 12-15, 27).
Δηλαδή : «Είπε λοιπόν: «Ένας ευγενής πήγε σε μακρινή χώρα να χριστεί βασιλιάς και να επιστρέψει. Πριν φύγει, κάλεσε δέκα δούλους του, τους έδωσε από ένα χρυσό νόμισμα και τους είπε: «εμπορευτείτε μ’ αυτά, ώσπου να έρθω”. Οι συμπολίτες του τον μισούσαν κι έστειλαν ύστερα απ’ αυτόν αντιπροσωπεία για να πει: αυτόν δεν τον θέλουμε για βασιλιά μας”.
Όταν όμως αυτός χρίστηκε βασιλιάς και γύρισε πίσω, είπε να του φωνάξουν τους δούλους στους οποίους είχε δώσει τα χρήματα, για να μάθει πως τα εκμεταλλεύτηκε ο καθένας … Όσο για τους εχθρούς μου, αυτούς που δε με θέλησαν για βασιλιά τους, φέρτε τους εδώ και σφάξτε τους μπροστά μου».
Στον Σταυρό η βασιλική ιδιότητα του Κυρίου Ιησού Χριστού λάμπει για όποιον έχει την ικανότητα να βλέπει τα πράγματα με τα μάτια της πίστεως. Γι’ αυτό η Εκκλησία Τον προσφωνεί και Τον προσκυνεί ως Βασιλέα της δόξης.
* * * * *
3. Ότι η αποστολή Του ήταν να αποκαθάρει την θρησκευτικότητα, την ευσέβεια, την πνευματική ζωή από τις αλλοιώσεις της εκκοσμικεύσεως που εμείωνε την λάμψη της λατρείας του Θεού, να υπομνήσει το νόημα της θρησκείας και της σχέσεως του ανθρώπου με τον Θεό.
Στην παράδοση των Συνοπτικών Ευαγγελιστών (Ματθαίου, Μάρκου, Λουκά) η είσοδος του Ιησού Χριστού στα Ιεροσόλυμα συνδέεται με την εκδίωξη των εμπόρων από τον Ναό των Ιεροσολύμων κατά την επιτέλεση πολλών θεραπειών (Ματθαίου κα , 12-16, Μάρκου ια , 15-19, Λουκά ιθ , 45-48).
Οι Ευαγγελιστές Τον παρουσιάζουν να συνεχίζει το έργο και την αποστολή των Προφητών, ως ο κατ’ εξοχήν Προφήτης, που με ζήλο αγωνίζεται όπως κι’ εκείνοι στο παρελθόν για την αγνή λατρεία του Θεού που έπρεπε να τελείται με πίστη και καθαρή καρδιά.
Επίσης οι διάφορες θεραπείες αποτελούν χαρακτηριστικό της Μεσσιανικής εποχής και της δράσεως του Μεσσία. Κατά την διδασκαλία των Προφητών.
Όταν ο Ιωάννης ο Βαπτιστής ήταν φυλακισμένος έστειλε δύο μαθητές του να ρωτήσουν τον Κύριο Ιησού εάν είναι ο Μεσσίας. Ο Κύριος τους απάντησε να επιστρέψουν στον Ιωάννη και να του αναγγείλουν αυτά που συνέβαιναν δηλαδή οι διάφορες θεραπείες που ήσαν οι αποδείξεις της Μεσσιανικής εποχής:
“Ο δε Ιωάννης ακούσας εν τω δεσμωτηρίω τα έργα του Χριστού, πέμψας δύο των μαθητών αυτού είπεν αυτώ· Συ ει ο ερχόμενος η έτερον προσδοκώμεν; και αποκριθείς ο Ιησούς είπεν αυτοίς· Πορευθέντες απαγγείλατε Ιωάννη α ακούετε και βλέπετε· τυφλοί αναβλέπουσι και χωλοί περιπατούσι, λεπροί καθαρίζονται και κωφοί ακούουσι, νεκροί εγείρονται και πτωχοί ευαγγελίζονται· και μακάριός εστιν ος εάν μη σκανδαλισθή εν εμοί ” (Ματθαίου ια 2-6).
Δηλαδή : “ Όταν ο Ιωάννης, που βρισκόταν στη φυλακή, άκουσε για τα έργα του Χριστού, έστειλε δύο από τους μαθητές του να τον ρωτήσουν: «Εσύ είσαι ο Μεσσίας που είναι να έρθει η περιμένουμε κάποιον άλλο; Κι ο Ιησούς τους αποκρίθηκε: «Να πάτε και να πείτε στον Ιωάννη αυτά που ακούτε και βλέπετε: Τυφλοί ξαναβλέπουν και κουτσοί περπατούν, λεπροί καθαρίζονται και κουφοί ακούν, νεκροί ανασταίνονται και φτωχοί ακούνε το χαρμόσυνο άγγελμα. Και μακάριος είναι όποιος δε χάσει την εμπιστοσύνη του σ’ εμένα»”