Άρθρα - Απόψεις

Στη Σουμελά του Πόντου το 15Αύγουστο 2012

images

Του Μητροπολίτη Αλεξανδρουπόλεως Ανθίμου

Μέχρι 3 ημέρες πριν δεν πήγαινε ο νους μου ότι θα ερχόμουν ποτέ στον Πόντο 15αύγουστο.

Το τηλεφώνημα από το Φανάρι με βρήκε στη Σαμοθράκη να ετοιμάζομαι για το προσκύνημα των Θρακών στην Κοσμοσώτηρα στις Φέρες.

Και τότε όλα άλλαξαν γύρω μου. Δεν έχω ποντιακή ρίζα, παρά το σε -ίδης επίθετό μου. Όμως τί σημασία έχει. Η ιστορία μας είναι συλλογικά κοινή, όπως και η Παναγία.

Η ελληνική αποικία των Μιλησίων στον Εύξεινο, η Μονή Σουμελά, οι Μεγαλοκομνηνοί, ο ξεριζωμός, τα κειμήλια από την κρύπτη τους μέχρι το Βέρμιο, όλα στριφογύριζαν στο μυαλό μου καθώς με τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο, αποβιβαζόμασταν στο αεροδρόμιο της Τραπεζούντας.

Πρόξενοι, Ψάλτες του Φαναρίου, γνωστοί συνεργάτες του Κέντρου της Ορθοδοξίας, ήταν όλοι εκεί.

Ένας κόσμος που φαίνεται ξένος με τη σημερινή Τουρκία, όμως τόσο οικείος και παλιός, ριζωμένος μέσα στα σπλάχνα της, να αναπνέει μέσα στα γονίδια αυτής της γης και να τον συναντάς πίσω από κάθε ιστορική πτυχή της.

Ξεκινήσαμε πρωί. Σκεπτόμουν· σε ποιό άραγε σημείο της Λειτουργίας να βρίσκονται τώρα οι κατάμεστοι Ναοί της Επαρχίας μου;

Αφήσαμε αγουροξυπνημένη την ανυποψίαστη σημερινή Trabzon, περάσαμε χωριά, την Ματσούκα, μπήκαμε στο βουνό Μελά με την πανύψηλη βλάστηση, έπειτα σ' ένα πλακόστρωτο δρόμο, σ' ένα χωματόδρομο και με τα πόδια, πάνω από ρίζες δένδρων και από πέτρινες σκάλες, αντικρύσαμε το Μοναστήρι. Ώστε αυτό ήταν! Αυτό είναι!

Το ωράριο που είχαμε στη διάθεσή μας δεν άφηνε περιθώρια για συλλογισμούς και 15αυγουστιάτικους ρεμβασμούς.

Φορέσαμε τα άμφιά μας μέσα στο βραχώδες Καθολικό και κάτω από τις κατεστραμμένες αγιογραφίες αρχίσαμε στη μικρή αυλή τη θεία Λειτουργία.

Πόσα να προλάβεις στη διάρκειά της να σκεφτείς και να προσευχηθείς. Ένιωθα σταματημένο το μυαλό μου, μόνο συσσώρευα εικόνες, πρόσθετα πρόσωπα, φανταζόμουν την αεικίνητη ζωή του Μοναστηριού, που τώρα το έβλεπα να χάσκει γυμνό και έρημο και να εκδικείται με τη σιωπή του κάθε ανίδεο τουρίστα του.

Η Ευχαριστία προχωρούσε, μα, -"γιατί βιαζόμαστε;" -"τί θέλεις; να χωρέσει σε μια Λειτουργία όλη η λατρευτική ζωή που στερήθηκε ο τόπος επί δεκαετίες;"

Ένιωθα ότι μόνο οι χαρακωμένες αγιογραφίες του Ναού καταλάβαιναν και, οι πεισματάρες, λες και ζωγραφίστηκαν χθές, επιμένουν να ομολογούν την Ανάσταση σ' ενα κόσμο γύρω τους πεθαμένο.

Δεν ωφελούν τα αισθήματα και τα δάκρυα είναι τόσο λίγα! Πόσες γενιές Ποντίων κρατούσαν στη μνήμη τους και στην καρδιά τους το χώρο τούτο, μέχρι που έκλεισαν τα μάτια τους στην Ελλάδα. Μαζύ τους χάθηκε ένας ολόκληρος κόσμος ιδεών και πραγμάτων.

Η Λειτουργία προχωρούσε με το σοβαρό πατριαρχικό ρυθμό της.

Ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος άρχισε να μνημονεύει. Το πλήθος αύξανε. Πλημμύριζε τις αυλές της Μονής, έμπαινε στα άδεια δωμάτια, καθόταν στα πεζούλια, τις στενές ταράτσες. Το τοπίο "άνοιγε". Πίσω από ένα παράθυρο ενός μικρού ναϊδίου πρόβαλαν δυό νεανικά πρόσωπα.

Μά! πού βρέθηκαν εδώ; Ναί! αυτοί ήταν, οι μοναχοί Βαρνάβας και Σωφρόνιος που έφεραν εδώ την εικόνα της Παναγίας Αθηνιώτισσας κι έκτισαν τη Μονή. Απέναντι από την δική μας εξέδρα, όπου λειτουργούσαμε, μια ξεχωριστή τέντα -πότε την έστησαν; το πρωΐ που ήρθαμε δεν την πρόσεξα- με Σινωπέους μονοκεφάλους κεντημένους στις γωνίες της και από κάτω σε επίσημο δίφρο καθόταν σκεπτικός ο Αλέξιος Γ´, (τον γνώρισα από τον θυρεό) νέος κτίτωρ κι αυτός.

Πρίν την Είσοδο, ακούσαμε ψιθύρους και αναταραχή στη σκάλα που κατέβαινε στην πλατεία της Μονής.

Οι τουρίστες που την είχαν καταλάβει, παραμέρισαν με σεβασμό, οι αστυνομικοί κύτταζαν απορημένοι. "Κάποιο γκρούπ θα έρχεται", σκέφτηκα. Ήταν επίσημη πολυμελής συνοδεία. Η οικογένεια των Μεγαλοκομνηνών μόλις είχε φτάσει.

Οι καμπάνες χτυπούσαν ασταμάτητα. Νάτοι! τους γνώρισα. Προπορεύονταν τα εγγόνια του Ανδρονίκου Α', Αλέξιος και Δαβίδ, οι ιδρυτές της Δυναστείας κι ακολουθούσαν ο Ιωάννης Β´, ο Μανουή Γ´, ο Βασίλειος Α´ και οι υπόλοιποι.

Στα χέρια τους κρατούσαν δώρα, ακριβά και πολύτιμα που είχαν προσφέρει κατά καιρούς στη Μονή.

Στάθηκαν όρθιοι, μπροστά δεξιά, αφού πρώτα με νεύμα σεβαστικό χαιρέτησαν τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο.

Έπειτα οι τζανταρμάδες άνοιξαν δρόμο στις Δέσποινες καθώς αργά προχωρούσαν κι εκείνες με πρώτη την Ειρήνη Παλαιολογίνα και τις έφεραν στο αριστερό μέρος της αυλής, μπροστά στο Ηγουμενείο.

Οι αυλικοί που συνόδευαν το Αρχοντοσόϊ, ανακατεύτηκαν με το πλήθος των τουριστών στο κέντρο. Κάποιος φώναξε: -"παρακαλώ, μήν κλείνετε αυτό το διάδρομο!" Εκεί, σε στασίδι μπροστά στον τοίχο, καθόταν ακουμπισμένος ο μητροπολίτης Χρύσανθος και δίπλα του, σε χαμηλότερο βάθρο, ο τελευταίος Ηγούμενος.

Ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος συνέχιζε την μνημόνευση, οι ψάλτες έψαλαν μα, ο Θεός να με συγχωρέσει, οι μοναχοί σταματημό δεν είχαν! Μπαινόβγαιναν από τις πόρτες των κελλιών τους στο μαγειρείο, στις αποθήκες και στο αρχονταρίκι.

Ετοίμαζαν κεράσματα, καφέδες και το γεύμα. Φτάσαμε στη μεγάλη Είσοδο, δυό διάκονοι πίσω από τα Άγια, κρατούσαν και εισόδευσαν ένα σεντούκι ανοιχτό με την εικόνα, τον τίμιο Σταυρό και το Ευαγγέλιο και πίσω ο π. Αμβρόσιος Σουμελιώτης που τα έφερε στο Βέρμιο το 1931.

Ήταν όλοι εδώ. Ήταν όλα εδώ. Πού χώρεσαν τόσοι πολλοί! Μά, τώρα, γιατί αργεί τόσο τη Λειτουργία ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος; Ας συντομεύει!

Όλο έρχεται κόσμος, φορεμένοι με ρούχα περασμένων εποχών, χιλιάδες θα είναι, δεν έχει τόπο πλέον μήτε να σταθούν οι άνθρωποι, άρχισαν αιωρούνται πάνω από τα κτίρια μέχρι τον ψηλό βράχο και μέχρι απέναντι.

Ίσως είναι κι επικίνδυνο στατικά! Τα κτίρια, λεηλατημένα και καμμένα, έχουν παραμεληθεί, τόσες δεκαετίες! Α! να, σ' ένα μισογκρεμισμένο μπαλκόνι βλέπω τους μεγάλους Σουλτάνους· δωρητές κι εκείνοι της Μονής στα χρόνια τους.

Ο κοντόχοντρος πρέπει να' ναι ο Βαγιαζίτ Β', δίπλα του ο Σελήμ Α', πίσω τους ο Μουράτ Γ' και τελευταίος ο Αχμέτ Γ'.

Σαν θλιμμένοι μου φαίνονται, για την κατάντια της σημερινής Σουμελά που εκείνοι τίμησαν, μα σ' αυτό, εμένα λόγος δεν μου πέφτει!

Στο κήρυγμά του ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος μίλησε για την Παναγία που μας προσκάλεσε στον Πόντο για τρίτη φορά εφέτος.

Για την ανοιχτή αγκαλιά της, για την ελεγκτικά αγαπητική της ματιά και για το αστραφτερό της πρόσωπο. Για το διαρκές θαύμα στη ζωή της που συνεχίζεται σαν θαύμα της Εκκλησίας.

Που πέθανε, κι όμως ζεί! Που κοιμήθηκε, κι όμως αγρυπνεί. Που διεπέρασε την καρδιά της ρομφαία κι όμως δίνει χαρά κι ελπίδα σε όλους μας. Και κυρίως προοπτική στην αιωνιότητα.

Ευχαρίστησε όλους που ήρθαν από διάφορα μέρη της γης κατά τη σημερινή ημέρα. Και ευχήθηκε σε όλους "και του χρόνου"!

Καθώς κατεβαίναμε γοργά, μέσα στο θρόϊσμα των δένδρων, όλα έτρεχαν μαζύ μας.

Η ψιλή βροχή, ασταμάτητα δάκρυα σκιών, ψυχών που έφευγαν διωγμένες το 1923, εγκαταλείποντας τον επί 3 χιλιάδες ελληνικό και ρωμαίϊκο τόπο, για να ρθούν στην Ελλάδα "οι τουρκομερίτες"!

Το απόγευμα, στις εθιμοτυπικές επισκέψεις στο Δήμαρχο της Ματσούκα και στο Νομάρχη της Τραπεζούντας, ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, απάντησε σε επίμονες ερωτήσεις των δημοσιογράφων για την πρόταση του Αντιπροέδρου της Κυβερνήσεως, να μετατραπεί η Αγία Σοφία της Τραπεζούντας από μουσείο σε τζαμί: "Δεν είναι ανάγκη αλλά πολιτική σκοπιμότητα", είπε και συνέχισε "γεμίστε πρώτα τα άδεια τεμένη που βρίσκονται γύρω"!

Φέτος το 15Αύγουστο του 2012, που έγιναν τα παραπάνω που σας περιέγραψα, στη Σουμελά του Πόντου ήμουν κι εγώ εκεί.

 

Μητροπολίτης Λαγκαδά: «Το εν λόγω κείμενο εξυπηρετεί σκοπιμότητες»

images

Δηλώσεις στον Αιμίλιο Πολυγένη

Την έντονη αντίδρασή του για την αναφορά στο πρόσωπό του, που κάνει η εφημερίδα "Παρόν", μέσω του Πρακτορείου Εκκλησιαστικών Ειδήσεων «Romfea.gr» εξέφρασε ο Σεβ. Μητροπολίτης Λαγκαδά, Λιτής και Ρεντίνης κ. Ιωάννης.

Αφορμή ήταν σημερινό δημοσίευμα της εφημερίδας με τίτλο ‘’Το προφίλ των «δώδεκα» της ΔΙΣ’’ το οποίο αναφερόμενο στο προφίλ του Μητροπολίτη Λαγκαδά, μεταξύ άλλων κάνει λόγο για έναν Ιεράρχη «υπέρμετρα φιλόδοξο και ματαιόδοξο πέρα από τα συνηθισμένα».

Ο Μητροπολίτης Λαγκαδά μιλώντας στην Romfea.gr χαρακτήρισε το εν λόγω κείμενο ένα «άθλιο κατασκεύασμα», τονίζοντας επίσης ότι αυτό εξυπηρετεί σκοπιμότητες.

«Εκφράζω την λύπη μου και αποδοκιμάζω το εκκλησιαστικό αυτό ύφος του ρεπορτάζ, το οποίο δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, εξυπηρετεί σκοπιμότητες, κύκλων οι οποίοι θέλουν να παρεμβαίνουν στα εκκλησιαστικά πράγματα και να δημιουργούν εντυπώσεις κατά τα ιδιοτελή τους συμφέροντα», ανέφερε στην Romfea.gr ο Μητροπολίτης Λαγκαδά.

Επίσης ο κ. Ιωάννης τόνισε: «Εκφράζω την εύλογη απορία μου, πως μια έγκριτη εφημερίδα δημοσιεύει με προχειρότητα και ελαφρότητα, σχόλια τα οποία θίγουν προσωπικότητες που εν λευκάνθησαν στην διακονία της Εκκλησίας;».

Κλείνοντας ο Μητροπολίτης Λαγκαδά, υπογράμμισε: «Πάντως επιφυλάσσομαι κατά παντός υπευθύνου, για κάθε νόμιμο δικαίωμα μου».

Διαβαστέ εδώ το σχετικό δημοσίευμα: Το προφίλ των ''δώδεκα'' της ΔΙΣ

«Τον κόσμον ου κατέλιπες Θεοτόκε»

images

Του Aρχιμ. Χρυσοστόμου Κ. Παπαθανασίου, Δρ.Ν. & Θ.

Ιεροκήρυκος Καθεδρικού Ναού των Αθηνών

Διευθυντού Ιδιαιτέρου Γραφείου του Μακαριωτάτου

Γεμάτοι από ιερό δέος ψάλλουμε τον ωραιότατο ύμνο της Εκκλησίας μας «εν τη Κοιμήσει τον κόσμον ου κατέλιπες, Θεοτόκε».

Δηλαδή, ενώ έφυγες από τη γη με την αγία κοίμησή σου εν τούτοις δεν εγκατέλειψες τον κόσμο, αλλ ἐξακολουθεῖς να είσαι κοντά μας.

Η εορτή αυτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου και της μη εγκαταλείψεως των ανθρώπων από την Παναγία είναι η μεγαλύτερη από τις θεομητορικές εορτές η οποία και μας συναθροίζει και συναγείρει όλους τους πιστούς και τους αγαπώντες τη μάνα-Παναγία μας.

Αλλ αὐτὴ η εορτή, η τόσο λαοφιλής και λαμπρά πέρα από λαογραφικές παραδόσεις και περιγραφές κρύβει και ένα βαθύτερο νόημα για τον άνθρωπο. Τρία σημεία μπορούν να μας βοηθήσουν στη συνειδητοποίηση της εορτής και στη βιωματική βεβαιότητα της πανηγύρεως.

Το πρώτο σημείο είναι η γνώση για το γεγονός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου.

Ο φυσικός θάνατος της Θεοτόκου ονομάζεται από την Εκκλησία «κοίμηση», όπως και για όλους τους αγίους και τους πιστούς, διότι έτσι εφαρμόζεται απόλυτα ο θείος λόγος για το θάνατο, ότι είναι ένας ύπνος (Ιω. 11:11).

Ωραιότατα μάλιστα ο Ι. Δαμασκηνός λέγει ότι της Θεοτόκου «ο τόκος παράδοξος, η γέννησις υπέρ φύσιν και έννοιαν και τω κόσμω σωτήριος, η δε κοίμησις ένδοξος και όντως ιερά και πανεύφημος» (Ομιλία Α’ PG 96, 704Α).

Η Θεοτόκος υπέστη φυσικόν θάνατον και η μεν ψυχή Της παρεδόθη στα χέρια του Θεού, το δε σώμα Της τάφηκε και τέθηκε σε μνήμα.

Όταν λοιπόν η Θεοτόκος παρέδωσε το πνεύμα Της οι Απόστολοι κήδευσαν με επιτάφιους ύμνους και μεγάλη ευλάβεια το θεοδόχο σώμα Της στο χωριό Γεθσημανή, όχι πολύ μακριά από τα Ιεροσόλυμα.

Αλλά το συγκλονιστικόν και όλως εξαιρετικόν γεγονός είναι ότι το σώμα της Παναγίας που κηδεύτηκε και τάφηκε δεν υπέστη διαφθοράν. «Αδιάφθορος κύησις-αδιάφθορος και η κοίμησις» λέγουν οι Πατέρες της Εκκλησίας. Το ανέπαφον σώμα Της «επήρθη» στα ουράνια. Ο τάφος της μετά τρεις ημέρες βρέθηκε κενός.

Εδώ χρησιμοποιείται από τη διδασκαλία της Εκκλησίας μας ο όρος «μετάστασις». Είναι το μεγάλο δώρο που χάρισε ο Υιός της, ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, στην Παναγία Μητέρα Του.

Από τον 5ο αιώνα καθιερώνεται επίσημα η μεγάλη αυτή εορτή που για την πατερική διδασκαλία οι όροι «κοίμηση» και «μετάσταση» συμβαδίζουν στη θεολογική γλώσσα γι αὐτὸ και ομιλούν για «θνητότητα αείζωον» (Ανδρέας Κρήτης), «παλινζωΐας μυστήριον» (Θεόδωρος Στουδίτης), «ζωοπάροχον ενταφίασιν» (Ιω. ο Δαμασκηνός), «ζωοκοίμητον μετάστασιν» (Γερμανός Κων/λεως).

Η τιμητική όντως αυτή ύψωση της Παναγίας στον ουρανό και ο δοξασμός Της να καθήσει «εκ δεξιών» του Υιού Της κατά την προφητική προτύπωση «παρέστη η Βασίλισσα εκ δεξιών Σου» (Ψαλμ. 44:10) φέρνει ενώπιόν μας το δεύτερο σημείο που θίγουμε στο άρθρο μας αυτό.

Πρόκειται για την αγιότητα της Θεοτόκου. Η Μαρία, η Μητέρα του Χριστού, η Θεοτόκος είναι η Παναγία. Κατά δε την ένδοξη κοίμησή Της είχε φθάσει στο αποκορύφωμα της αγιότητός Της.

Γι αὐτὸ και οι ουράνιες αγγελικές δυνάμεις δεν κάμνουν τίποτα άλλο παρά να υμνούν, να δοξολογούν και να χαίρονται απαύστως. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι Πατέρες της Εκκλησίας στους λόγους τους για την κοίμηση της Θεοτόκου εξαίρουν με θαυμαστό τρόπο την αγιότητά Της.

Οι λόγοι τους είναι εγκώμια στο σύνολο των αρετών της Παναγίας, στην απαστράπτουσα αγνότητά Της, στη σεμνότητά Της, στην ταπείνωσή Της, στην υπακοή Της στο θείο θέλημα, στην αφοσίωσή Της στο Θεό.

Εγκωμιάζουν την όντως «κιβωτόν του αγιάσματος». Παραθέτουμε ενδεικτικά τα λόγια δύο μεγάλων πατερικών μορφών.

Ο πρώτος που εγκωμιάζει είναι ο Σωφρόνιος Ιεροσολύμων (7ος αι.). Λέγει: «Ευρήκες κοντά εις τον Θεόν αθάνατον και υπέρλαμπρον και σωτήριον χάριν, την οποίαν καμμία από τας μυριάδας των γυναικών δεν ευρήκε ποτέ. Χάριν, την οποίαν κανείς άνθρωπος δεν είδε και κανείς δεν έλαβε ποτέ.

Πολλοί, βέβαια, πριν από σε είχαν γίνει άγιοι. Κανείς όμως όπως συ δεν είχε χαριτωθεί. Κανείς δεν είχε μακαρισθεί.

Συ όλα τα εξαίρετα, που υπάρχουν στους ανθρώπους, τα υπερβαίνεις. Συ ξεπερνάς όλα τα δωρήματα, που εδώρησεν εις τους ανθρώπους ο Θεός».

Και ο άλλος εγκωμιασμός είναι ο πατέρας της Δογματικής ο ιερός Δαμασκηνός (8ος αι.), ο οποίος λέγει: «Ω κόρη αγιωτάτη του Ιωακείμ και της Άννης, που διέφυγες τας αρχάς και τας εξουσίας και τα πεπυρωμένα βέλη του πονηρού, που έμεινες η πάναγνος, δια να γίνης νύμφη του Θεού και μητέρα κατά το ανθρώπινον του Χριστού. Νουν είχες θεοκυβέρνητον και εις μόνον τον Θεόν προσηλωμένον.

Κάθε περιττόν και ψυχοβλαβές το απέρριπτες πριν ακόμη γεννηθεί».

Παρ ὅτι η Παρθένος Μαρία, η Θεοτόκος είναι «θυγάτηρ Αδάμ», ως προς την φύσιν της, εν τούτοις η προσωπική της αρετή και αγιότητά Της την καθιστά Παν–αγία και γίνεται «εκ γενεών αρχαίων εκλελεγμένη».

Καθίσταται έτσι το αιώνιο πρότυπο της αγιότητος για τον κάθε άνθρωπο.

Το τρίτο σημείο που ξεδιπλώνεται μπροστά μας με τη γιορτή του Δεκαπενταγούστου είναι η εξαιρετική τιμή που αποδίδει ο πιστός λαός του Θεού στην Παναγία Μητέρα του Χριστού, μα συγχρόνως και δική μας μητέρα.

Ως είναι γνωστόν, η Ορθόδοξη Εκκλησία «εξαιρέτως» τιμά την Παναγία και συνεχώς αναπέμπει τον ύμνον «Άξιον εστίν ως αληθώς μακαρίζειν Σε την Θεοτόκον, την αειμακάριστον και παναμώμητον και μητέρα του Θεού ημών, την τιμιωτέραν των Χερουβείμ και ενδοξοτέραν ασυγκρίτως των Σεραφείμ, την αδιαφθόρως Θεόν Λόγον τεκούσαν την όντως Θεοτόκον, Σε μεγαλύνομεν».

Σε κάθε ιερή Ακολουθία αναφέρεται το όνομά Της και δεσπόζει πραγματικά στη λατρεία μας. Ο ορθόδοξος ναός είναι γεμάτος, θα λέγαμε, από την παρουσία Της. Κύριες θέσεις της η Ωραία Πύλη (στο Τέμπλο) και η Κόγχη του Ιερού.

Στο δεξιό μέρος της Ωραίας Πύλης είναι πάντοτε η εικόνα του Χριστού και στο αριστερό της Παναγίας. Εξάλλου στην κόγχη του Ιερού Βήματος πάλιν η Παναγία ως «Πλατυτέρα των Ουρανών» έχει τη θέση Της.

Η κόγχη κατά τη συμβολική σημασία της ορθόδοξης αρχιτεκτονικής συμβολίζει το σημείο που ενώνει τη γη (δάπεδο) με τον ουρανό (ο θόλος).

Έτσι και η Παναγία συνετέλεσε στην επανένωση της γης με τον ουρανό, των ανθρώπων με το Θεό και κατέστη «η γέφυρα η μετάγουσα τους εκ γης προς Ουρανόν».

Είναι πλέον αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι η Παναγία είναι δεμένη με το λαό μας.

Η εικόνα Της είναι σε κάθε ελληνικό σπίτι και η καταφυγή στις πρεσβείες Της αδιάκοπη ανά τους αιώνες.

Και εκείνη είναι πάντοτε δίπλα μας, γιατί, όπως τόσο υπέροχα διατυπώνεται στο απολυτίκιο της σημερινής εορτής, η Παναγία παρά την κοίμησίν Της «τον κόσμον ου κατέλιπεν».

Η ίδια εγγυάται τη ζωντανή παρουσία Της με τα τόσα θαύματά Της και με την κραταιά προστασία Της.

Η Παναγία στη ζωή και στο τραγούδι μας

images

Του Λουκά Παναγιώτου


 

 

«Την Παναγιά παρακαλώ και λέω τση να ραίνει

με τη ντροσά του ουρανού όλη την οικουμένη.

Την Παναγιά παρακαλώ βάλσαμο να σταλάζει

στου πονεμένου την καρδιά που βαριαναστενάζει.

Την Παναγιά παρακαλώ και τση ζητώ τη χάρη

στου καθενούς τη σκοτεινιά να φέγγει σα φεγγάρι».

(Απειραθίτικα δίστιχα)

Ο Αύγουστος για τον ελληνισμό, είναι ο μήνας της Μάνας Παναγίας, της Δέσποινας, που αγκαλιάζει όλο τον κόσμο και γίνεται για το καθένα από μας μεσίτης και ισχυρός πρέσβης προς τον Υιό της και Θεό μας, για τη σωτηρία της ανθρωπότητας.

Ο λαός μας, το μήνα Αύγουστο, τιμά και γιορτάζει την Κοίμηση της Υπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας και τη γιορτή τούτη την ονομάζει Πάσχα του καλοκαιριού.

Η Κοίμηση της Θεοτόκου, θεωρείται από τις κορυφαίες γιορτές της Χριστιανοσύνης και η προετοιμασία των πιστών αρχίζει με τη νηστεία από την 1η Αυγούστου και φθάνει μέχρι τον ευλογημένο Δεκαπενταύγουστο.

Στην καθ’ ημάς Ανατολή, η μνήμη ενός Αγίου, αποτελεί αφορμή «χαράς και πανηγύρεως» για όλη την εκκλησιαστική κοινότητα, πολλώ δε μάλλον η Κοίμηση της Θεοτόκου είναι χαρά και πανηγύρι υπέρλαμπρο, για όλη την Ορθόδοξη οικουμένη.

Περισσότερο από κάθε άλλο ιερό πρόσωπο, ο λαός μας τιμά και σέβεται την Παναγία, την οποία επικαλείται σε κάθε δύσκολη στιγμή της ζωής του. Η Πανάγια μορφή της, αιώνες τώρα, στολίζει κάθε σπιτικό εικονοστάσι και με το θεόπεμπτο βλέμμα της αγκαλιάζει στοργικά και φιλεύσπλαχνα κάθε άνθρωπο που καταφεύγει στη χάρη της.

Πολυάριθμες είναι οι Εκκλησίες και τα παρεκκλήσια που αφιερώνονται στη χάρη της, σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης και ειδικότερα στον ελληνικό χώρο.

Εκεί μάλιστα που υπάρχουν θαυματουργικές εικόνες της, αποτελούν πανελλήνια θρησκευτικά προσκυνήματα, όπως η Παναγία της Τήνου, η Παναγία Σουμελά και στην Κύπρο μας του Κύκκου, του Μαχαιρά, της Τροοδίτισσας, της Χρυσορροϊάτισσας κλπ.

Σύμφωνα με το μεγάλο μαΐστορα του βυζαντινού χρωστήρα και του λόγου Φώτη Κόντογλου, η Παναγία είναι «το πνευματικό στόλισμα της Ορθοδοξίας μας». «Για μας τους Έλληνες», σημειώνει, «είναι η πονεμένη Μητέρα, η παρηγορήτρια κι’ η προστάτρια, που μας παραστέκεται σε κάθε περίσταση. Σε κάθε μέρος της Ελλάδας είναι χτισμένες αμέτρητες εκκλησιές και μοναστήρια, παλάτια αυτηνής της ταπεινής βασίλισσας, κι ένα σωρό ’ρημοκκλήσια, μέσα στα βουνά, στους κάμπους και στα νησιά, μοσκοβολημένα από την παρθενική και πνευματική ευωδία της».

Ο Φώτης Κόντογλου, αναφερόμενος στα εικονίσματα με τη μορφή της Θεοτόκου αναφέρει, ακόμη, ότι «στην όψη της Παναγίας έχει τυπωθεί αυτό το μυστικό κάλλος που τραβά σαν μαγνήτης τις ευσεβείς ψυχές και τις ησυχάζει και τις παρηγορά».

Η πανίερη μορφή της είναι συνυφασμένη, παράλληλα, με την εθνική μας ύπαρξη. Μας παραστέκεται, δυο χιλιάδες χρόνια τώρα, στους αγώνες του Έθνους μας. Ως «στρατήγισσα» και «προστάτισσα του Γένους», που «περιφέρεται παντού με ρομφαία και κρατάει μακρυά της Ρωμιοσύνης τον οχτρό, τον άπιστο του θρόνου», παρουσιάζει ο ποιητής μας Κωστής Παλαμάς την Κυρία Θεοτόκο. Ως Υπέρμαχος Στρατηγός υπερασπίζεται την βασιλεύουσα Πόλη από τα στίφη των Αβάρων και στη συνέχεια, μας δίνει δακρυσμένη, κουράγιο, στην πικρότατη ώρα της Άλωσης, όπου μας στυλώνει η ουράνια υπόσχεση της: «Πάλι με χρόνια με καιρούς...».

Η Οδηγήτρια, μας σκέπει και μας κραταιώνει, φαντάρους και λαό, στα βορειοηπειρωτικά βουνά, το ’40. Στα χρόνια του απελευθερωτικού μας αγώνα του 1955 – 59 συντρέχει και ενδυναμώνει τον τίμιο αγώνα των παιδιών της ΕΟΚΑ και σήμερα, στα χρόνια της υπομονής, τη νιώθουμε πάντα δίπλα μας, βοηθό και σκέπη μας, μεσίτρια και στήριγμά μας.

Η παρουσία της Παναγίας στη ζωή και την ιστορία μας δεν θα μπορούσε να μην επηρεάσει και τη Λαογραφία γενικά, τη δημοτική ποίηση και το τραγούδι μας, το οποίο δεν είναι τίποτε άλλο παρά ο καθρέφτης της ψυχής του λαού μας, μέτρο της πνευματικότητάς του και πιστοποιητικό της ανθρωπιάς, της πίστης, της ομοιογένειας και της ζωντάνιας της φυλής μας. Παραδομένο από στόμα σε στόμα στους αιώνες, αποτελεί, όντως, την ιερή παρακαταθήκη και τον άρρηκτο σύνδεσμο του Ρωμαίικου.

Μέσα στα ακριτικά, τα ηρωικά, τα ιστορικά, τις παραλογές, τα ερωτικά, του γάμου, του γλεντιού, τα νανουρίσματα και τα παιδικά ταχταρίσματα, της ξενιτιάς, τα μοιρολόγια, τα θρησκευτικά και λατρευτικά τραγούδια του λαού μας, πλουσιότατη είναι η ομάδα εκείνων που αναφέρονται στο πρόσωπο της Παναγίας. Είναι άλλωστε δεδομένο ότι το παραδοσιακό μας τραγούδι είναι διαποτισμένο σε βάθος, με το περιεχόμενο της χριστιανικής διδασκαλίας.

Έτσι, δεν θα μπορούσε ο άγνωστος λαϊκός δημιουργός, ο νηστευμένος ποιητής, να μη συμπεριλάβει το πρόσωπο της Παναγίας στο στίχο του, στης έμπνευσής του τους καρπούς.

Τραγούδια απ' όλο τον ελληνισμό αναφέρονται και μιλούν για τη ζωή της, τη γέννηση του Χριστού, το θρήνο της στη Σταύρωση του Υιού της, την Κοίμησή της. Αναφέρονται, ακόμη, στη συμπαράστασή της σε διάφορες δύσκολες ώρες του έθνους, σε στιγμές από όλο τον κύκλο της ζωής, στη γέννηση, στο γάμο, στο θάνατο.

Προσευχές, επικλήσεις, δίστιχα βγαλμένα μέσα από τον καθημερινό βίο. Από τα παιδικά νανουρίσματα, στα τραγούδια του γάμου και της αγάπης, παντού θα συναντήσουμε το πρόσωπο και τη μέριμνά της, όπως για παράδειγμα στο δημοτικό που τραγουδιέται στην Πάρο:

«Χριστέ μου, δώσ' μου υπομονή και Παναγιά ελπίδα

να ζήσω να την ξαναδώ την εύμορφή μου ελπίδα».

Σε εκείνη, την πηγή ελέους, τη χαρά των θλιβομένων, την ελπίδα των χριστιανών, στρέφεται και ο ερωτευμένος, για να ζητήσει την καθοδήγηση και τη βοήθειά της σε μια από τις πιο σημαντικές εκδηλώσεις της ζωής του, την αγάπη και το γάμο. Τραγούδι, επίκληση προς το όνομα της, για να βρεθεί στη μεγαλύτερη ώρα των ανθρώπων, την ώρα την καλή, την ώρα την αγαθή, την ώρα την ευλογημένη, το γάμο. Ο λαϊκός ερμηνευτής του γαμήλιου κυπριακού άσματος, ζητά και τη βοήθεια της Παναγιάς, λέγοντας:

«Έλα Θεέ τζιαι Παναγιά με τον Μονο(γ)ενή σου

τζιαί ευλόα μας τούντην δουλειά, πουναί που τη βουλή σου».

Σε κάποια άλλα, επίσης, παραδοσιακά τραγούδια, ο λαός μας, επικαλείται τη Θεοτόκο, για να της ζητήσει βοήθεια ή να τη δοξολογήσει, όπως για παράδειγμα το χαρακτηριστικό για τη Φανερωμένη της Λευκάδας:

«Κυρά-Φανερωμένη μου, του Λευκαδίτη σκέπη

χαρά στον που σε προσκυνά, χαρά στον που σε βλέπει

σεμνή Παρθένο να κρατάς στ' απέριττο θρονί σου

το γιόκα σου τον ακριβό και το μονογενή σου».

Στο παραδοσιακό τραγούδι της πατρίδας μας, ιδιαίτερη τιμή και ευλάβεια αποδίδεται στην Κυρία Θεοτόκο, την Ελεούσα του Κύκκου, «την Παναΐαν της κορφής με το θρονί στην μέση»:

«Ουλές Τζυράες τες λαλούν τζι’ ούλες Τζυράες είναι

μα σαν του Τζύκκου την Τζυράν άλλην καμμιάν εν έσιη,

πρώτα δκιαβαίνει η χάρη της τζιαι ταπισών υβρέσιη».

Στο τραγούδι της Παναγίας του Κύκκου, ο άγνωστος λαϊκός ποιητής, αποδίδει στην ομβροτόκο Κυρία Θεοτόκο την υψίστη τιμή να προσηκώνεται σ’ αυτήν ο Υιός της, να την τοποθετεί στον δικό Του θρόνο και να αποδέχεται τα αιτήματα της «Τζυράς του κόσμου».

Το πανίερο πρόσωπο της Θεοτόκου συγκεντρώνει το πνευματικό κάλλος, αυτό το μυστικό κάλλος που μαγνητίζει τις ανθρώπινες ψυχές, τις καθησυχάζει και τις παρηγορά.

Στο πρόσωπό της αναγνωρίζει ο κάθε άνθρωπος τη Μεγάλη Μητέρα και στην αγκαλιά της βρίσκει γαλήνη και προστασία.

Εξάλλου, αυτή η αγκαλιά χωρά τα πάντα και τους πάντες και δεν είναι άλλωστε τυχαίος ο χαρακτηρισμός της ως «η Πλατυτέρα των Ουρανών».

Την Δέσποινα τ’ Ουρανού, ταπεινοί και εμείς προσκυνητές, τις μέρες τούτες της γιορτής της, στα δύσκολα και δίσεκτα μας χρόνια που διερχόμαστε στη γη, τούτη, του μαρτυρίου, παρακαλούμε μαζί με τον πρόσφυγα ποιητάρη «δύναμιν να μου δώσει να ξαναδώ τον τόπο μου πάλαι να μ’ αξιώσει».

Η βούληση για τη μεγάλη ανατροπή

images
Θαύμα συνήθως ορίζεται καθετί που παρεμβαίνει στους φυσικούς νόμους, προκαλεί έκπληξη και αποδίδεται σε θεϊκή επέμβαση.
 
Η Αγία Γραφή και η διδασκαλία της Εκκλησίας μας, όταν περιγράφουν ένα θαύμα, δεν το βλέπουν να συγκρούεται με την τάξη των φυσικών πραγμάτων, εφόσον όλη η φυσική δημιουργία είναι ένα θαύμα.
 
Ο Θεός, δημιουργός και φυσικός νομοθέτης, δεν ανατρέπει τους δικούς του νόμους, αλλά με τις ενέργειές του προεκτείνει και συμπληρώνει τους υπάρχοντες, για να εξυπηρετηθεί το σχέδιο της Θείας Οικονομίας, δηλαδή η σωτηρία των ανθρώπων από τη φθορά και τον θάνατο.
 
Το πρώτο μεγάλο θαύμα και τελείως ακατανόητο για την περιορισμένη ανθρώπινη λογική είναι η ίδια η δημιουργία: ο άχρονος, ο αχώρητος και αναλλοίωτος Θεός, χωρίς να έχει καμία ανάγκη, δημιουργεί τον θαυμαστό κόσμο.
 
Και το ακόμη μεγαλύτερο είναι η είσοδος του δημιουργού μέσα στη δημιουργία, δηλαδή του άκτιστου στην κτιστή και φθαρτή ανθρώπινη φύση, για να της χαρίσει τη ζωή και την ανάσταση.
 
Πράματα και θάματα ασύλληπτα για τον ανθρώπινο νου, που προκαλούν σκεπτικισμό, απόρριψη, σκανδαλισμό, λοιδορία αλλά και την παραδοχή διά της πίστεως.
 
Η μία και αδιαίρετη Εκκλησία στους πρώτους χριστιανικούς αιώνες υπήρξε σαφής. Διατύπωσε τους όρους (αποφάσεις) των Οικουμενικών Συνόδων, δηλαδή χάραξε τα όρια μέσα στα οποία η λογική συλλαμβάνει το ασύλληπτο. Και στις λιγοστές σειρές του Συμβόλου της Πίστεως αποκρυσταλλώθηκε όλο το θαύμα της δημιουργίας και της εν Χριστώ σωτηρίας των ανθρώπων.
 
Παράλληλα όμως οι διδάσκαλοι της Εκκλησίας καθόρισαν και τη διπλή μεθοδολογία για τα θαυμάσια του Θεού:
 
η μία είναι η πίστη και η δοξολογία για την αγάπη και φιλανθρωπία του Θεού που διαρκώς αποκαλύπτει στους «καθαρούς τη καρδία». Η άλλη είναι η απρόσκοπτη προσφυγή στην επιστημονική μεθοδολογία για να περιγραφεί η φυσική δημιουργία του Θεού και ο πολιτισμός που δημιουργούν μέσα στην ιστορία οι χριστιανοί.
 
Τα θαύματα του Ιησού στην Καινή Διαθήκη φανερώνουν τη θεία δόξα και στερεώνουν την πίστη των ανθρώπων στο κοσμοσωτήριο έργο του. Ο Ιησούς αποκαλύπτει την εξουσία του επάνω στους φυσικούς νόμους (π.χ., βάδισμα επάνω στα κύματα, πολλαπλασιασμός των άρτων), επάνω στους δαίμονες (π.χ., θεραπεία δαιμονισμένου Γεργεσηνών), επάνω στη φθορά της φύσης (θεραπείες ποικίλων ασθενών) και προ πάντων επάνω στον ίδιο τον θάνατο (έγερση υιού χήρας Ναΐν, κόρης του Ιαείρου, Λαζάρου).
 
Τα θαύματα ή σημεία ήταν ενδεικτικά της δυνάμεως του Χριστού και προσκαίρως ανέτρεψαν τη φθορά της φύσης. Ωστόσο η Ανάστασή Του σήμανε την οριστική κατάργηση της φθοράς και του θανάτου.
 
Τα θαύματα στη Γραφή και στη συνέχεια στη ζωή της Εκκλησίας φανερώνουν τη δόξα του Θεού στον κόσμο, διδάσκουν και κατευθύνουν την πορεία των πιστών. Δεν έχουν ποτέ εξαναγκαστικό χαρακτήρα και ποτέ δεν γίνονται για να δημιουργήσουν κατάπληξη ή δουλικούς οπαδούς ενός μάγου θαυματοποιού.
 
Κάτι τέτοιο ήταν η πρόθεση του Διαβόλου, όταν πρότεινε στον Χριστό στην έρημο να κάνει τις πέτρες ψωμιά!
Το θαύμα δεν οδηγεί στην πίστη, αλλά η πίστη φέρνει το θαύμα.
 
Γι' αυτό ο Ιησούς συχνά ερωτά τους οικείους των ασθενών: «Αν μπορείς να πιστέψεις, όλα είναι δυνατά σε αυτόν που πιστεύει». Ή συμπληρώνει σε εκείνους που θεραπεύει: «Η πίστη σου σε έσωσε».
 
Είναι αναρίθμητες οι θλίψεις και οι δυσκολίες που βιώνουν οι άνθρωποι στην κοινωνία μας, εφόσον στις συνήθεις προστέθηκαν, αναπάντεχες και αμείλικτες, όσες οφείλονται στη σύγχρονη κρίση.
 
Γι' αυτό πολλαπλασιάζονται και όσοι προσφεύγουν στη χάρη και στο έλεος του Θεού και στις μεσιτείες της Υπεραγίας Θεοτόκου προσδοκώντας για το θαύμα που θα θεραπεύσει το άλγος της ψυχής, τα ασθενήματα της φύσης, τα νοσήματα του νου και τις πιεστικές βιοτικές ανάγκες.
 
Σε αυτά τα ατομικά και οικογενειακά αιτήματα θεραπείας όχι σπάνια προστίθεται και ένα συλλογικό για την ηθική και οικονομική εξαθλίωση της κοινωνίας μας.
Το ερώτημα που τίθεται είναι εύλογο: Μπορεί να γίνει ένα τέτοιο θαύμα;
 
Η απάντηση είναι βεβαίως θετική, αλλά με προϋποθέσεις την αυτοκριτική και τη μετάνοια. Την αλλαγή του νου και των επιλογών ζωής και την πίστη στις αναλλοίωτες ανθρώπινες αξίες που στήριξαν όρθιο και δημιουργικό το γένος μας διά μέσου των αιώνων.
 
Η αγαθή πρόνοια του Θεού είναι δεδομένη. Το θαύμα εξαρτάται πάντοτε από την ανθρώπινη συνεργία και από τη βούλησή της για τη μεγάλη ανατροπή.
 
Η κυρία Δήμητρα Κούκουρα είναι καθηγήτρια Ομιλητικής στο Τμήμα Θεολογίας του ΑΠΘ.
top
Has no content to show!