- Δημιουργηθηκε στις Τετάρτη, 19 Οκτωβρίου 2011 05:23
- Εμφανίσεις: 55212
Η ελληνορθόδοξη (και όχι μόνο) Βιέννη κλαίει. Κλαίει τον μεγάλο ιεράρχη της, τον πλάτανο στη σκιά του οποίου ξαπόσταινε, στις χαρές και στις λύπες της, τον αρχοντικό δεσπότη της με την λειτουργική τάξη, την ιεροπρεπή ψαλμωδία, το πατερικό κήρυγμα.
Κλαίει η ελληνορθόδοξη Βιέννη και μαζί μας κλαίει και η Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία, το Οικουμενικό Πατριαρχείο μας, το Μέγα Μοναστήρι, που τόσο το αγάπησε με μια αγάπη χωρίς όρους και χωρίς όρια, μια αγάπη που ενέπνευσε σε όλους μας.
Κλαίει και η Μητέρα Πατρίδα, στην οποία έμεινε πάντα προσηλωμένος, δίνοντας καλή ελληνική και ορθόδοξη μαρτυρία, όπου κι αν στάθηκε, στην Βιέννη η στον κόσμο, σε εκκλησίες, καγκελαρίες η Παν/μια.
Καλωσόριζε εγκάρδια τους επισκέπτες εξ Ελλάδος και τους παρακαλούσε να πουν στην Πατρίδα ότι οι εκκλησίες μας στην Διασπορά παραμένουν ανοικτές και οι καντήλες αναμμένες.
Έφερε στην στιβαρή πλάτη του την ιστορία του Ελληνισμού της Βιέννης (των Σίνα, των Δούμπα και του Φεραίου) και ήταν αποφασισμένος να παραδώσει στην επομένη γενιά ακέραια την κληρονομιά που πήρε ο ίδιος από τον μακαριστό Γέροντα του, τον Χρυσόστομο Τσίτερ, και το έκανε.
Τον καμαρώναμε, τα παιδιά του. Ευχαριστούσαμε τον Θεό που μας χάρισε Πάτερα και Δεσπότη με μεγάλη καρδιά, βαθυστόχαστο νου, με ανοιχτούς ορίζοντες στην Ευρώπη και στην οικούμενη, αλλά και πατερικό, φιλομόναχο και φιλοαγιορείτη.
Μάζεψε στο ιερό γύρω στα είκοσι νέα παιδιά, κάθε ηλικίας. Τα μεγάλωσε και τα ανάθρεψε με τα νάματα του Γένους.
Ξέρω πως δεν θα τον ξεχάσουν … Πήγα να πάρω τα δικά μου πολύ μετά το τέλος της Λειτουργίας της Αναστάσεως φέτος, μα πώς να τα πάρω αφού έλαμπαν όλα τους κοντά του, όπως έλαμπε κι εκείνος;!
Κλαίει και η Ακρόπολη της Ορθοδοξίας, το Αγιώνυμο Όρος, το Περιβόλι της Παναγίας, το οποίο αγαπούσε βαθιά και το είχε επισκεφτεί πάνω από εκατό φορές. Νέος ήθελε να γίνει μοναχός, αλλά τα βήματα του (η Θεια Πρόνοια) τον οδήγησαν στην Βιέννη και τον αξίωσε να ποιμάνει αξίως την ιστορική Μητρόπολη Αυστρίας και Ουγγαρίας με τους δυο ναούς (την Αγία Τριάδα και τον Άγιο Γεώργιο), με την εθνική σχολή που έχει αδιάκοπη λειτουργία από το 1804. Και χαιρόταν την ιεροσύνη του και την αρχιεροσύνη του με πρόσωπο ιλαρό (όπως και ο πατήρ Ιωάννης που στάθηκε άξιος συνεργάτης του στα τελευταία του).
Στο τελευταίο προσκύνημα του στον Άγιον Όρος μας περίμενε στην Διονυσίου, όπου αισθανόταν σαν στο σπίτι του, σαν πατέρας που περιμένει τα παιδιά του για να τα φροντίσει, να τα περιποιηθεί. Έβγαλε παλικαρίσια την αγρυπνία. Και έκανε το τάμα του, να λειτουργήσει με μεγάλη συγκίνηση σαν απλός παπάς στην Παναγία του Ακαθίστου, πραγματική, αξέχαστη μυσταγωγία.
Βάδισε τον Γολγοθά του χωρίς να του λείψει το θάρρος (αν και είπε ότι ως άνθρωπος γονάτισε, αλλά και αισθάνθηκε την δύναμη της προσευχής, ιδίως των Αγιορειτών Πατέρων, και ένιωσε την παρουσία της Παναγίας), χωρίς να του λείψει το χαμόγελο η το χιούμορ.
Πιστεύω θα θυμόμαστε όλοι, όσοι αξιωθήκαμε να μοιραστούμε μαζί του αυτήν την εμπειρία, την αγρυπνία της Αγίας Ζώνης στο Βατοπαίδι. Η χαρά και η αγαλλίαση του δεν κρυβόταν. Το γλυκό του χαμόγελο είχε γλυκάνει ακόμη πιο πολύ. Πραγματικά δέχτηκε την ασθένεια σαν επίσκεψη Θεού. Περιστοιχισμένος από τους αγαπητούς του φίλους, τον Προύσσης Ελπιδοφόρο και τον Αβύδου Κύριλλο, αλλά και τον Γέροντα Εφραίμ και τους άλλους Γεροντάδες και Πατέρες έπλεε σε πελάγη ευτυχίας. Και στάθηκε κοντά στο σταυρωμένο Βατοπαίδι, σαν Κυρηναίος, σαν βράχος ακλόνητος.
Και αποχαιρέτισε το φωτολουσμένο και θεοτοκοσκέπαστο Βατοπαίδι λαμπρά, αρχοντικά.
Το κήρυγμα του στην σύναξη θα μείνει αξέχαστο, πρακτικό, πνευματικό, με διάκριση και αγάπη μας θύμισε ότι «ενός εστί χρεία».
Και αυτό το ένα, όπως μας είπε, είναι η αποκατάσταση της σχέσης μας με τον Θεό, η αποκατάσταση του κατ’ εικόνα εν ημιν.
Μετά η επίσκεψη στο Πρωτάτο, το προσκύνημα της εικόνας του Άξιον Εστίν, η αδελφική συνομιλία με τον Άγιο Πρώτο. Το τρισάγιο στον τάφο αγαπητού αδελφού, και η αξέχαστη αβραμιαία φιλοξενία στο Κελί του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου στην Καψάλα.
Αντί να τον παρηγορούμε εμείς, μας παρηγορούσε εκείνος, με λόγο που έτρεχε και ξεδίψαγε σαν γάργαρο νερό, με λόγο που έσταζε σαν βάλσαμο στις καρδιές μας.
Και η κατάληξη στην Μονή Ξενοφώντος. Ήταν φανερό ότι τον ανάπαυε ο Γέροντας και οι Πατέρες.
Ήταν εύθυμος, ευδιάθετος και μας είπε πολλά που θα μας μείνουν αξέχαστα.
Τον κλαίει πιστεύω και η απανταχού Ορθοδοξία, την οποία τίμησε με το λειτουργικό του ύφος, με το πατερικό του ήθος. Στον τελευταίο πανορθόδοξο εσπερινό στην Ρωσική Ορθόδοξη εκκλησία της Βιέννης, οι Ρώσοι (και όχι μόνο) έδειξαν με το παραπάνω την αγάπη και την εκτίμηση τους προς το πρόσωπο του.
Έφυγε χωρίς να αξιωθεί να λειτουργήσει στον ελληνορθόδοξο καθεδρικό ναό της Βουδαπέστης που μας πήρε ο Κόκκινος Στρατός μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά είδε τις σχέσεις μας με την Ρωσική εκκλησία να βελτιώνονται μετά την επίσκεψη του Πατριάρχη μας στην Ρωσία την οποία έζησε από κοντά.
Ήταν και παπάς και ζευγάς, «τοις πάσι τα πάντα γέγονε ίνα πάντως τινάς σώση», και δεν μάσαγε τα λόγια του, έλεγε τα σύκα σύκα και τη σκάφη σκάφη. Έλεγε χαρακτηριστικά «δεν θέλεις να κάνεις τον σταυρό σου, μη τον κάνεις, αλλά αν τον κάνεις, να τον κάνεις σωστά».
Κάποτε κάποιος πήγε στο τέλος της Ακολουθίας να πάρει λουλούδια αλλά αρνήθηκε με μια επιδεικτική κίνηση να φιλήσει το σταυρό και του είπε «Παιδί μου, εμείς εδώ είμαστε για να αγιάζουμε με τον σταυρό, δεν είμαστε λουλουδάδες για να μοιράζουμε λουλούδια!»
Στην λειτουργία παρενέβαινε και διόρθωνε τυχόν λάθη. Αγαπούσε την λειτουργική τάξη. Πριν από πολλά χρόνια, κάποιος του ζήτησε κάτι την ώρα που έδινε αντίδωρο και αναγκάστηκε να του μιλήσει λίγο αυστηρά.
Το βράδυ πήρε ένα μπουκάλι κρασί και πήγε στο σπίτι και το ήπιε μαζί με αυτόν που είχε κακοκαρδίσει! Είχε καρδιά μικρού παιδιού.
Τον κλαίει και η Χριστιανοσύνη ολόκληρη, αφού εργάστηκε υπέρ της των πάντων ενώσεως, χωρίς να εγκαταλείψει ποτέ την πατροπαράδοτη πίστη.
Στην τελευταία συνάντηση της επιτροπής για τον διάλογο Ορθοδόξων-Καθολικών ήταν ο αρχοντικός οικοδεσπότης, και η άλλη πλευρά τον κοίταζε στα μάτια με σεβασμό.
Αγαπούσε τον διάλογο εν αγάπη και αληθεία, χωρίς εκπτώσεις αλλά και με διάκριση.
Αλλά η λύπη γίνεται χαρά όταν το νου διαπερνά η σκέψη ότι η ψυχή του αναπαύτηκε «ένθα ουκ εστιν πόνος, ου λύπη, ου στεναγμός, αλλά ζωή ατελεύτητος».
Τον δρόμον τετέλεκε, την πίστιν τετήρηκε, νυν εναπόκειται αυτώ ο της δικαιοσύνης στέφανος. Ευχαριστούμε τον Θεό για τον Ιεράρχη που μας χάρισε. Ευχαριστούμε τον μακαριστό Πατριάρχη μας Δημήτριο και τον μακαριστό προκάτοχο του Χρυσόστομο Τσίτερ, αλλά και την οικογένεια του, που τον ανέδειξαν.
Ευχαριστούμε τον Πατριάρχη μας Βαρθολομαίο, την Αγία Πατριαρχική Σύνοδο και την σεπτή Πατριαρχική Αυλή για την αγάπη με την οποία περιέβαλλε τον Δεσπότη μας (και περιβάλλει πάντα και μας).
Ευχαριστούμε τους Γεροντάδες και τους Πατέρες στο Αγιώνυμο Όρος και παντού για τις προσευχές τους. Και ευχόμεθα στον Κύριο να αναπαύσει την ψυχή του εν σκηναίς δικαίων, εν χώρα ζώντων, και να μας χαρίσει αντάξιο διάδοχο του.
Την ευχή σου νάχουμε, πατέρα και δεσπότη μας. Ξέρεις ότι δεν θα σε ξεχάσουμε ποτέ. Ξέρουμε ότι πάντα θα εύχεσαι για μας. Καλό παράδεισο.