-
Δημιουργηθηκε στις Πέμπτη, 01 Σεπτεμβρίου 2011 19:58
-
Εμφανίσεις: 51981
Σε εξέλιξη βρίσκεται αυτή την ώρα η Σύναξη των Προκαθημένων των Πέντε Πρεσβυγενών Πατριαρχείων, υπό την προεδρία του Οικουμενικού Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίου.
Μια σύναξη που κατά κάποιο βαθμό καταργείται το Συνοδικό σύστημα της Ορθοδόξου Εκκλησίας, ενώ οι Προκαθήμενοι που συμμετέχουν στη σύναξη, δεν εκπροσωπούν ούτε το ένα δέκατο των Ορθοδόξων πιστών.
Αλλά όχι μόνο καταργείται το συνοδικό σύστημα αλλά παραγκωνίζονται οι τοπικές εκκλησίες δημιουργώντας διακρίσεις στο ίδιο το Σώμα του Χριστού, πρακτική η οποία παραμένει άγνωστη μέσα στην Ορθόδοξη παράδοση και αυτό γιατί μια τέτοια σύνοδος, όπως ο ίδιος ο Πατριάρχης την ονομάζει δεν υπάρχει μέσα στην Ορθόδοξη Παράδοση αφού δεν είναι ούτε ενδημούσα ούτε μείζονα και υπερτελής, μορφές συνόδων δηλαδή που γνωρίζει η Ορθόδοξος Εκκλησία.
Πάντως ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος στην εναρκτήρια ομιλία του, αναφέρθηκε στους πειρασμούς που περνάει η ανθρωπότητα σήμερα, αλλά περισσότερο στη Μέση Ανατολή.
Επίσης ο κ. Βαρθολομαίος υπογράμμισε ότι η Εκκλησία καλείτε να στηρίξει τον δοκιμαζόμενο λαό, ενώ τόνισε ότι «Είναι επιτακτικό χρέος ημών να συνερχώμεθα επί το αυτό προς ανταλλαγή απόψεων και κοινή αντιμετώπιση των αναφυομένων εκάστοτε σοβαρών προβλημάτων εν τω ζωή της Εκκλησίας.»
Εν συνέχεια εξέφρασε την αγωνία του για τα γεγονότα που διαδραματίζονται στη Μέση Ανατολή, καθώς και στις πολιτικές εξελίξεις που επηρεάζουν την ζωή του Ορθοδόξου ποιμνίου.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Προκαθήμενος της Ορθοδοξίας, αφού ανέφερε πως «Τα γενικότερα θέματα της Ορθοδόξου ημών Εκκλησίας αφορούν, βεβαίως, εις πάσας τας εν τη οικουμένη Ορθοδόξους Εκκλησίας», συμπλήρωσε ότι «Η παρούσα Σύναξη ημών ουδόλως, συνεπώς, προσκρούει εις την γενικωτέρα διορθόδοξο συνεργασία, μάλλον δε και αποτελεί περαιτέρω ενίσχυση αυτής δια της συμβολής των παλαιφάτων Ορθοδόξων Εκκλησιών εις την προαγωγήν της Ορθοδόξου μαρτυρίας εν τω κόσμω.»
Παρόλο που ο Οικουμενικός Πατριάρχης τόνισε ότι συγκάλεσε σύνοδο για τα θέματα της Μέσης Ανατολής, στο λόγο του αναφέρθηκε στη σύγκληση της Μεγάλης Συνόδου τονίζοντας ότι «θα ανταλλάξουμε απόψεις και για την πορεία της προπαρασκευής της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας…. Η οποία βρίσκεται ουχί μακράν του στόχου της».
Η άμεση παραδοχή για ανταλλαγή απόψεων σχετικά με τη σύγκλιση της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, δυστυχώς είναι μια επίσημη δήλωση δημιουργίας παρατάξεων και χωρισμού του Σώματος του Χριστού κάτι που λογικά θα προκαλέσει τις αντιδράσεις των υπολοίπων τοπικών εκκλησιών και όχι άδικα, αφού δημιουργούνται α' και β' τάξεως εκκλησίες, αγνοώντας όπως φαίνεται τα λόγια του Χριστού σχετικά με τον εργάτη που προσήλθε την ενδεκάτη στον αμπελώνα του και όμως ο Κύριος του τον αντάμειψε όσο και εκείνον που δούλεψε από το πρωί.
Αυτό σημαίνει οτι στα μάτια του Θεού δεν υπάρχουν διακρίσεις, είναι όλοι ίδιοι, ακόμη και αυτοί που άργησαν να προσέλθουν στην Ορθοδοξία.
Επίσης ο κ. Βαρθολομαίος σημείωσε ότι η «Σύναξη πραγματοποιείται εις ημέρας δυσχερείς δι’ όλη την ανθρωπότητα, όλως δε ιδιαιτέρως δια την γεωγραφική ημών περιοχή. Οι πιστοί ημών, αλλά και άλλοι πολλοί, αναμένουν εναγωνίως παρ ημών λόγο παραμυθίας και παρακλήσεως, ενισχύσεως και στηριγμού».
Ας ευχηθούμε η κίνηση αυτή του Οικουμενικού Πατριάρχη να μην διασπάσει ανεπανόρθωτα την ενότητα των Τοπικών Ορθοδόξων Εκκλησιών, αφού δεν προσκλήθηκαν όλοι οι Προκαθήμενοι όπως έπρεπε τελικά…
ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ Η ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ:
Ο Μ Ι Λ Ι Α
ΤΗΣ Α. Θ. ΠΑΝΑΓΙΟΤΗΤΟΣ
ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ
κ. κ. Β Α Ρ Θ Ο Λ Ο Μ Α Ι Ο Υ
ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΣΥΝΑΞΙΝ ΤΩΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΩΝ
ΤΩΝ ΠΡΕΣΒΥΓΕΝΩΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΩΝ
ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΚΥΠΡΟΥ
(1 Σεπτεμβρίου 2011)
Μακαριώτατοι καί λίαν ἀγαπητοί ἐν Κυρίῳ ἀδελφοί,
Δόξαν καί εὐχαριστίαν ἀναπέμπομεν τῷ ἐν Τριάδι Θεῷ ἡμῶν, διότι ἠξίωσεν ἡμᾶς νά συναντηθῶμεν ἐν τῷ ὀνόματι Αὐτοῦ ἐπί τό αὐτό, ἵνα «ἐν ἑνί στόματι καί μιᾷ καρδίᾳ» διαδηλώσωμεν τήν ἀγάπην, τήν συνδέουσαν ἡμᾶς καί τάς ὧν ἡγούμεθα Ἁγιωτάτας ἡμῶν Ἐκκλησίας, καί δή καί ἐν ἡμέραις δοκιμασίας καί πειρασμῶν δι᾿ ὅλην τήν ἀνθρωπότητα, μάλιστα δέ διά τούς παροικοῦντας ἐν τῷ γεωγραφικῷ χώρῳ τῶν Ἐκκλησιῶν ἡμῶν.
Μετά πλείστης καί βαθείας ἀγάπης ὑποδεχόμεθα ὑμᾶς εἰς τήν καθέδραν τοῦ ἱστορικοῦ καί μαρτυρικοῦ τούτου Θρόνου, εὐχαριστοῦντες ὑμῖν ἀπό καρδίας διά τήν πρόθυμον ἀνταπόκρισιν ὑμῶν εἰς τήν πρόσκλησιν τῆς ἡμετέρας Μετριότητος εἰς τήν παροῦσαν Σύναξιν.
Ἐκτιμῶμεν βαθύτατα τήν ἀδελφικήν προθυμίαν ὑμῶν καί τόν κόπον, εἰς τόν ὁποῖον ὑπεβλήθητε, διά νά ἔλθητε ἐνταῦθα, εὐχόμεθα δέ ὅπως ἡ διαμονή ὑμῶν εἰς τήν ἱστορικήν ταύτην Πόλιν ἀποτελέσῃ εὐχάριστον κατά πάντα ἐμπειρίαν, ἡ δέ συνεργασία ἡμῶν ἀποδειχθῇ καρποφόρος ἐπ᾿ ἀγαθῷ τῆς ἑνότητος καί τῆς ἐν τῷ κόσμῳ ἀποστολῆς τῶν Ἁγιωτάτων Ἐκκλησιῶν ἡμῶν καί τῆς καθόλου Ἁγιωτάτης Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, οὖσα «ἐν τῷ κόσμῳ», ἀλλ᾿ οὐχί «ἐκ τοῦ κόσμου» (Ἰωάν. 17, 14), δέον νά μή «συσχηματίζηται τῷ αἰῶνι τούτῳ» (Ρωμ. 12, 2), γνωρίζουσα καί πιστεύουσα ὅτι «ὁ κόσμος παράγεται καί ἡ ἐπιθυμία αὐτοῦ» (Ι Ἰωάν. 2, 17), καί διά τοῦτο οὐδέν σταθερόν καί μόνιμον ἐν τῇ Ἱστορίᾳ, ἀλλά πάντα τά ἐν αὐτῇ ὑπόκεινται εἰς μεταβολάς, πολλάκις ἀπροσδοκήτους καί ραγδαίας.
Διά τοῦτο καί ἡ Ἁγιωτάτη Ὀρθόδοξος ἡμῶν Ἐκκλησία, στοιχοῦσα τῇ μακραίωνι παραδόσει καί τῇ ἐκκλησιολογίᾳ αὐτῆς, ἀπέχει πάντοτε πάσης ἀναμείξεως εἰς τήν πολιτικήν καί εἰς διαμάχας καί συγκρούσεις κοσμικῶν δυνάμεων οἱασδήτινος μορφῆς.
Ἡ στάσις αὕτη τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἔναντι τῶν ἐν τῷ κόσμῳ καί τῇ ἱστορίᾳ διαδραματιζομένων οὐδόλως, ὅμως, ὑποδηλοῖ ἀδιαφορίαν καί ἀπάθειαν ἔναντι αὐτῶν. Τοῦτο δέ, διότι τά ἐν τῷ κόσμῳ καί τῇ Ἱστορίᾳ συμβαίνοντα ἐπηρεάζουν βαθύτατα τήν ζωήν τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας, προκαλοῦντα πολλάκις σοβαρότατα προβλήματα διά τήν εἰρηνικήν διαβίωσιν καί, ἐνίοτε, καί δι᾿ αὐτήν τήν ἐπιβίωσιν τῶν ἀνθρώπων.
Τοῦτο συμβαίνει ἰδιαιτέρως εἰς περιπτώσεις αἱματηρῶν συρράξεων, συνεπαγομένων καταστροφάς τῶν εἰρηνικῶν καί πολιτιστικῶν ἐπιτευγμάτων τῶν λαῶν ἀλλά καί ἀπώλειαν ἀνθρωπίνης ζωῆς καί δυστυχίαν εἰς τούς ἀνθρώπους. Εἰς τάς περιπτώσεις ταύτας δοκιμάζεται καί αὐτή ἀκόμη ἡ πίστις τῶν ἀνθρώπων, καί κλονίζονται τά θεμέλια τῆς ἰδίας τῆς Ἐκκλησίας, ριπτομένης καί αὐτῆς εἰς τήν δίνην τῆς ἀβεβαιότητος ὡς πρός τό τί τέξεται ἡ ἐπιοῦσα.
Εἰς τάς περιπτώσεις ταύτας ἡ εὐθύνη τῶν ἐμπεπιστευμένων ὑπό τοῦ Θεοῦ τήν ἡγεσίαν καί διαποίμανσιν τῶν κατά τόπους Ἐκκλησιῶν καθίσταται ἐπιτακτική.
Καλούμεθα νά στηρίξωμεν, παρακαλέσωμεν καί καθοδηγήσωμεν τόν δοκιμαζόμενον λαόν τοῦ Θεοῦ, ἀλλά καί νά προβῶμεν εἰς πᾶσαν ἐπιβεβλημένην ἐνέργειαν ἔναντι τῶν κρατούντων, ἐπί τῷ τέλει τῆς προστασίας τοῦ ἐμπιστευθέντος ἡμῖν ποιμνίου ἀλλά καί τοῦ ἱεροῦ θεσμοῦ τῆς Ἐκκλησίας ἐν τῇ γεωγραφικῇ ἡμῶν περοχῇ.
Τήν πελωρίαν ταύτην εὐθύνην δέν δυνάμεθα νά ἐκπληρώσωμεν ἄνευ ἀλληλοβοηθείας καί ἀλληλεγγύης μεταξύ ἡμῶν. Ὡς τονίζει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἀναφερόμενος εἰς τήν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ, «εἴτε πάσχει ἕν μέλος, συμπάσχει πάντα τά μέλη» (Α’ Κορ. 12, 26).
Αἱ κατά τόπους Ἐκκλησίαι ἀποτελοῦμεν ἕν σῶμα καί, παρά τήν ὀργάνωσιν ἡμῶν εἰς «αὐτοκεφάλους» Ἐκκλησίας, δέν παύομεν νά ἀποτελῶμεν μίαν Ἐκκλησίαν, τήν Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικήν καί Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ.
Εἶναι, συνεπῶς, ἐπιτακτικόν τό χρέος ἡμῶν νά συνερχώμεθα ἐπί τό αὐτό πρός ἀνταλλαγήν ἀπόψεων καί κοινήν ἀντιμετώπισιν τῶν ἀναφυομένων ἑκάστοτε σοβαρῶν προβλημάτων ἐν τῷ ζωῇ τῆς Ἐκκλησίας.
Τό χρέος τοῦτο συναισθανόμενον καί τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον ἐν τῇ εὐθύνῃ αὐτοῦ διά τήν ἑνότητα τῆς Ὀρθοδόξου ἡμῶν Ἐκκλησίας ἔλαβε τήν πρωτοβουλίαν καί τῆς παρούσης Συνάξεως ἡμῶν ἀνταποκρινόμενον εἰς κατεπεῖγον αἴτημα τῶν καιρῶν.
Ὄντως, προσφιλέστατοι καί σεβάσμιοι ἐν Κυρίῳ ἀδελφοί, πολλήν ἀνησυχίαν, καί δή καί ἀγωνίαν, προξενοῦν τά συμβαίνοντα ἐν ταῖς ἡμέραις ταύταις ἐν τῷ χώρῳ τῆς Μέσης Ἀνατολῆς, ἐν τῷ ὁποίῳ μεγίστη ἀναταραχή ἐπικρατεῖ μετ᾿ ἀπροβλέπτων συνεπειῶν διά τήν εἰρήνην καί τήν εὐημερίαν τῶν ἐκεῖ διαβιούντων.
Τά ἐν τῇ περιοχῇ ταύτῃ συμβαίνοντα ἐπηρεάζουν οὐχί μόνον τήν ζωήν τῶν ἐκεῖ Ὀρθοδόξων πιστῶν, ἀλλά καί αὐτήν ταύτην τήν ὑπόστασιν τῶν χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν, αἱ ὁποῖαι ἀπό καιροῦ ἀντιμετωπίζουν ἀπροκλήτους, ὡς μή ὤφελεν, ἐχθρικάς διαθέσεις ἀπό μέρους μερίδος πιστῶν ἄλλων θρησκειῶν. Οὕτω, τό ρευστόν καί ἀπρόβλεπτον τῶν πολιτικῶν ἐξελίξεων ἐν τῇ περιοχῇ ταύτῃ ἐπιτείνει τήν ἀγωνίαν διά τό μέλλον καί τῶν ἐκεῖ ἀπό αἰώνων παροικουσῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, ὅπερ καθιστᾷ ἀναγκαίαν τήν συνετήν ἐκ μέρους πάντων ἡμῶν στάσιν ἔναντι τῶν ἐξελίξεων τούτων, ἵνα προστατευθῇ τό ποίμνιον τῶν Ἐκκλησιῶν ἡμῶν καί διασφαλισθῇ ἡ εὐστάθεια αὐτῶν ἐν τῷ χώρῳ τούτῳ.
Πρός τόν σκοπόν τοῦτον συνήλθομεν ἐνταῦθα οἱ Προκαθήμενοι τῶν τε παλαιφάτων Πατριαρχείων Ἀλεξανδρείας καί Ἱεροσολύμων καί ἐκπρόσωπος τοῦ Πατριάρχου Ἀντιοχείας ὡς ἀμεσώτερον ἐπηρεαζομένων ἐκ τῶν τρεχουσῶν ἐν τῇ Μέσῃ Ἀνατολῇ ἐξελίξεων, καί ὁ ἐγγύς τῶν γεγονότων τούτων εὑρισκόμενος ἀδελφός Προκαθήμενος τῆς Ἁγιωτάτης Ἐκκλησίας Κύπρου, ἵνα ἀπό κοινοῦ μετά τῆς ἡμετέρας Μετριότητος ἐκτιμήσωμεν τήν τρέχουσαν ἐν τῇ ἐν λόγῳ περιοχῇ κατάστασιν καθ᾿ ὅσον ἀφορᾷ εἰς τήν ἐκεῖ παρουσίαν καί ζωήν τῶν Ὀρθοδόξων κυρίως, ἀλλά καί τῶν λοιπῶν, χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν, καί στηρίξωμεν ἀλλήλους καί τούς πιστούς ἡμῶν ἀπευθύνοντες πρός αὐτούς λόγους οἰκοδομῆς καί παρακλήσεως (Α’ Κορ. 14, 3).
Ταῦτα ἀποτελοῦν καί τόν κύριον λόγον τῆς Συνάξεως ἡμῶν. Θά ἀπετέλει ὅμως παράλειψιν ἐκ μέρους ἡμῶν, ἐάν δέν ἐχρώμεθα τῇ εὐλογημένῃ ταύτῃ εὐκαιρίᾳ, ἵνα ἀνταλλάξωμεν ἀπόψεις καί περί τῆς γενικωτέρας θέσεως τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἐν τῷ συγχρόνῳ κόσμῳ καί τῆς ἐκπληρώσεως τῆς ἀποστολῆς αὐτῆς ἐν αὐτῷ.
Τά γενικώτερα θέματα τῆς Ὀρθοδόξου ἡμῶν Ἐκκλησίας ἀφοροῦν, βεβαίως, εἰς πάσας τάς ἐν τῇ οἰκουμένῃ Ὀρθοδόξους Ἐκκλησίας.
Διό καί τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον ἐν τῇ κανονικῇ εὐθύνῃ αὐτοῦ ὡς συντονιστοῦ τῶν Ὀρθοδόξων πραγμάτων, ὁμοφώνῳ βουλήσει καί ἀποφάσει πασῶν τῶν Ἁγιωτάτων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, συνεκάλεσε πανορθοδόξους καί διορθοδόξους συναντήσεις πρός διασφάλισιν ἑνιαίας θέσεως τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἐπί τῶν ἀπασχολούντων αὐτήν θεμάτων, κατέβαλε δέ καί καταβάλλει πᾶσαν δυνατήν προσπάθειαν διά τήν πραγματοποίησιν τῆς ἀπό μακροῦ ἀποφασισθείσης Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
Ἡ παροῦσα Σύναξις ἡμῶν οὐδόλως, συνεπῶς, προσκρούει εἰς τήν γενικωτέραν διορθόδοξον συνεργασίαν, μᾶλλον δέ καί ἀποτελεῖ περαιτέρω ἐνίσχυσιν αὐτῆς διά τῆς συμβολῆς τῶν παλαιφάτων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν εἰς τήν προαγωγήν τῆς Ὀρθοδόξου μαρτυρίας ἐν τῷ κόσμῳ.
Ἡ ἰσότιμος συμμετοχή πασῶν τῶν Ἁγιωτάτων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν εἰς τάς πανορθοδόξους καί διορθοδόξους συναντήσεις παραμένει πάντοτε σεβαστή καί ἰσχύουσα, οὐδόλως ὅμως ἀναιρεῖ τήν ἀπό ἀρχαιοτάτων χρόνων ἀπονεμομένην ἰδιαιτέραν τιμήν εἰς τά Πρεσβυγενῆ Πατριαρχεῖα, ἅτινα, ὡς καί ἡ Ἁγιωτάτη Ἐκκλησία Κύπρου, ἔχουν τό αὐτοκέφαλον αὐτῶν κεκυρωμένον ὑπό Οἰκουμενικῶν Συνόδων.
Ἡ παροῦσα Σύναξις ἡμῶν, ἐξ ἄλλου λόγου ὡς ἐλέχθη, συγκληθεῖσα, θά ἠδύνατο νά συνεισφέρῃ τήν μακραίωνα πεῖραν τῶν ἅς ἐκπροσωπεῖ παλαιφάτων Ἐκκλησιῶν εἰς τήν προαγωγήν τῶν Ὀρθοδόξων πραγμάτων ἐν τῷ συγχρόνῳ κόσμῳ διευκολύνουσα οὕτω τό ἔργον τῶν πανορθοδόξων καί διορθοδόξων ἐπιτροπῶν καί διασκέψεων.
Ἐν τῷ πνεύματι τούτῳ, εἰσηγούμεθα ἀδελφικῶς ὅπως ἀνταλλάξωμεν ἀπόψεις, μεταξύ ἄλλων, καί περί τῆς πορείας τῆς προπαρασκευῆς τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἥτις πορεία συναντᾷ δυσχερείας τινάς, εὑρίσκεται ὅμως οὐχί μακράν τοῦ ἐπιθυμητοῦ στόχου αὐτῆς.
Πάντες ἀναγνωρίζομεν τήν μεγάλην σημασίαν, τήν ὁποίαν ἔχει διά τήν ζωήν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἡ σύγκλησις τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου, καί λυπούμεθα, ἵνα μή εἴπωμεν αἰσχυνόμεθα, διότι δέν ἐπραγματοποιήθη ἤδη αὕτη, παρά τήν ἀπό πολλῶν δεκαετιῶν ἐξαγγελίαν αὐτῆς.
Καιρός, ὅθεν, νά ἄρωμεν ἐκ τοῦ μέσου ἡμῶν πᾶν ἐμπόδιον πρός πραγμάτωσιν τοῦ ἱεροῦ τούτου χρέους θυσιάζοντες ἐν ἀνάγκῃ στενῶς νοούμενα συμφέροντα τῶν Ἐκκλησιῶν ἡμῶν χάριν τοῦ ὑψηλοῦ τούτου σκοποῦ, ἐκ τῆς ἐκπληρώσεως τοῦ ὁποίου τά μάλα θέλει ὠφεληθῆ ἡ Ὀρθοδοξία ἐν τῷ συνόλῳ αὐτῆς, ἀλλά καί κατ᾿ ἐπέκτασιν ἑκάστη Αὐτοκέφαλος Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία.
Διότι, ἐν τελικῇ ἀναλύσει, τό συμφέρον μιᾶς ἑκάστης τῶν Ἐκκλησιῶν ἡμῶν εὕρηται ἐν τῇ ἑνότητι καί τῇ ἰσχύϊ τῆς ὅλης Ὀρθοδοξίας.
Μακαριώτατοι ἀδελφοί,
Ἡ εὐλογημένη αὕτη Σύναξις ἡμῶν συμπίπτει πρός τήν ἐν τῷ Πατριαρχείῳ Κωνσταντινουπόλεως ἀπό τῶν Βυζαντινῶν ἤδη χρόνων κατ᾿ ἔτος τελουμένην ἑορτήν τῆς ἀρχῆς τῆς Ἰνδίκτου, ἤτοι τοῦ Νέου Ἐκκλησιαστικοῦ Ἔτους. Ἀποτελεῖ ἰδιαιτέραν δωρεάν τοῦ Παναγάθου Θεοῦ πρός τό ἡμέτερον Πατριαρχεῖον ὅτι κατά τήν ἀρχήν τοῦ νέου τούτου ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους καί τήν ἐπί τούτῳ τελουμένην Θείαν Λειτουργίαν καί Ἱεράν Ἀκολουθίαν παρίστανται συγχοροστατοῦσαι μεθ᾿ ἡμῶν καί αἱ ὑμέτεραι σεβάσμιαι καί προσφιλεῖς Μακαριότητες.
Ἡ θεία αὕτη δωρεά, τῆς ὁποίας τό πρῶτον, ἴσως, ἐν τῇ Ἱστορίᾳ ἀπολαύει ὁ Θρόνος οὗτος, παρέχει εἰς ἡμᾶς τήν ἐλπίδα καί προσδοκίαν ὅτι, χάριτι Θεοῦ, τό νέον ἐκκλησιαστικόν ἔτος θά αὐξήσῃ καί καταδείξῃ ἔτι μᾶλλον τήν συνδέουσαν τάς Ἐκκλησίας ἡμῶν ἀγάπην καί ἀδελφικήν συνεργασίαν ἐπ᾿ ἀγαθῷ τῆς ὅλης Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί σύμπαντος τοῦ κόσμου.
Συνοψίζων τό νόημα τῆς ἑορτῆς τῆς Ἰνδίκτου ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης ἐντοπίζει αὐτό εἰς τρία σημεῖα: α) τόν ἑορτασμόν τοῦ νέου ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους, β) τήν ἀνάμνησιν τῆς μεταβάσεως τοῦ Κυρίου εἰς τήν συναγωγήν τῶν Ἰουδαίων, κατά τήν ὁποίαν ἐδόθη εἰς Αὐτόν νά ἀναγνώσῃ ἐκ τοῦ βιβλίου τοῦ Ἡσαϊου τήν ἀρχήν τοῦ ξα’ κεφαλαίου «Πνεῦμα Κυρίου ἐπ᾿ ἐμέ, οὗ ἕνεκεν ἔχρισέ με» καί γ) τήν ἐκζήτησιν τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ κατά τό νέον ἔτος (Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, Συναξαριστής, Βενετία 1819, τόμ. α’ σ. 1-2).
Εἰς ταῦτα τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον, ἀνταποκρινόμενον εἰς τάς ἀνάγκας τῶν καιρῶν, προσέθηκεν ἀπό τοῦ ἔτους 1989 ἐπί τῶν ἡμερῶν τοῦ ἀοιδίμου προκατόχου ἡμῶν Πατριάρχου Δημητρίου, ἀποφάσει τῆς Ἁγίας καί Ἱερᾶς Συνόδου, καί ἕτερον νόημα εἰς τήν ἑορτήν ταύτην διά τῆς ἀφιερώσεως αὐτῆς εἰς τήν προστασίαν τοῦ φυσικοῦ περιβάλλοντος.
Πρός τοῦτο ἐξεπονήθη, Πατριαρχικῇ ἐντολῇ, εἰδική ἱερά ἀκολουθία ὑπό τοῦ ἀειμνήστου ἁγιορείτου ὑμνογράφου Γερασίμου τοῦ Μικραγιαννανίτου, ἥτις καί συμψάλλεται μετά τῆς ἐν τῷ Μηναίῳ ἱερᾶς ἀκολουθίας τήν α’ Σεπτεμβρίου ἑκάστου ἔτους, ἐξαπολύεται δέ κατά τήν Θείαν Λειτουργίαν τῆς ἡμέρας ταύτης εἰδικόν Πατριαρχικόν Μήνυμα σχετικόν πρός τήν προστασίαν τοῦ φυσικοῦ περιβάλλοντος.
Ἡ κρισιμότης καί τό ἐπεῖγον τοῦ θέματος τῆς προστασίας τοῦ φυσικοῦ περιβάλλοντος εἶναι σήμερον εἰς ὅλους γνωστά.
Τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον, πρῶτον μεταξύ τῶν χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν καί Ὁμολογιῶν, διέγνωσε τήν σοβαρότητα τοῦ θέματος καί διά σειρᾶς πρωτοβουλιῶν καί ἐνεργειῶν προσεπάθησε καί προσπαθεῖ νά εὐαισθητοποιήσῃ πρώτιστα πάντων τούς ἡγέτας καί τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας, ὡς καί πάντα ἄνθρωπον καλῆς θελήσεως, ὡς πρός τήν ὑποχρέωσιν πάντων τῶν ἀνθρώπων νά σεβασθῶμεν καί διαφυλάξωμεν τήν κτίσιν τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία, κατά τόν Ἀπόστολον, «συστενάζει καί συνωδίνει» (Ρωμ. 8, 22), ἰδίᾳ εἰς τάς ἡμέρας ἡμῶν, κατά τάς ὁποίας ἐπλεόνασεν ὁ εὐδαιμονισμός καί ἡ ἀκόρεστος πλεοναξία τοῦ ἀνθρώπου, ἕνεκα τῶν ὁποίων τό φυσικόν περιβάλλον καί ὁ πλανήτης ἡμῶν ἀντιμετωπίζουν τόν κίνδυνον ὁλικῆς καταστροφῆς.
Ἐν τῷ πλαισίῳ τοῦ ζωηροῦ τούτου ἐνδιαφέροντος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου διά τήν προστασίαν τῆς δημιουργίας τοῦ Θεοῦ, ἐνδιαφέροντος τό ὁποῖον, εἴμεθα βέβαιοι, καί ὑμεῖς, ἀγαπητοί ἀδελφοί, πλήρως συμμερίζεσθε, ἐσκέφθημεν ὅτι θά ἦτο καλόν καί ἐπιβεβλημένον νά στρέψωμεν τήν προσοχήν ἡμῶν εἰς τήν περιοχήν, εἰς τήν ὁποίαν αἱ Ἐκκλησίαι ἡμῶν ἀπό τῆς ἱδρύσεως αὐτῶν καί διά μέσου τῶν αἰώνων διαβιοῦν, εἰς τήν λεκάνην δηλονότι τῆς Μεσογείου, ἡ οἰκολογική κατάστασις τῆς ὁποίας βαίνει διαρκῶς ἐπιδεινουμένη.
Δοθέντος ὅτι ἐν τῷ χώρῳ τούτῳ τῆς Μεσογείου διαβιοῦν ἐκτός τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν ἡμῶν καί ἄλλαι χριστιανικαί Ἐκκλησίαι καί ὁμολογίαι, ἀλλά καί πιστοί ἄλλων θρησκειῶν, θά ἦτο, φρονοῦμεν, λίαν χρήσιμον νά προτεοιμάσωμεν καί πραγματοποιήσωμεν συνάντησιν θρησκευτικῶν ἡγετῶν τῆς περιοχῆς ταύτης, καθ᾿ ἥν θά συνεφωνεῖτο καί διεκηρύσσετο εἶδός τι οἰκολογικῆς «Χάρτας τῆς Μεσογείου», ἐν τῇ ὁποίᾳ θά ἐξετίθεντο αἰ ἀπορρέουσαι ἀπό τάς θρησκευτικάς ἑκάστου πεποιθήσεις ἀρχαί, αἱ ἐπιβάλλουσαι τήν προστασίαν τῆς δημιουργίας τοῦ Θεοῦ ἐκ τῆς ὑπό τοῦ ἀνθρώπου ἀπειλουμένης καταστροφῆς.
Γνωρίζομεν ὅτι τά ἀμέσως καί ἀσφυκτικῶς ἀπασχολοῦντα τούς ἀνθρώπους τῆς περιοχῆς ταύτης προβλήματα εἶναι κυρίως πολιτικῆς, οἰκονομικῆς καί κοινωνικῆς φύσεως, τῶν προβλημάτων τῆς προστασίας τοῦ περιβάλλοντος θεωρουμένων ὡς δευτερευούσης καί ἥσσονος σπουδαιότητος. Ἀλλ᾿ ἡ ἀντίληψις αὕτη καί ἐσφαλμένη εἶναι καί ἐπικίνδυνος.
Ὡς τονίζουν πάντες οἱ σοβαροί ἐπιστήμονες καί καταδεικνύουν τά φαινόμενα τῶν κλιματικῶν ἀλλαγῶν καί τῶν λοιπῶν ἀνθρωπογενῶν μεταβολῶν τῆς φυσικῆς ἰσορροπίας τοῦ πλανήτου, αἱ οἰκολογικαί καταστροφαί δύνανται νά ἐκμηδενίσουν ἤ ἀνατρέψουν τά τυχόν κοινωνικά ἤ οἰκονομικά ὀφέλη ἐξ οἱασδήποτε πολιτικῆς ἀλλαγῆς, διά τήν ὁποίαν διεξάγονται ἀγῶνες ἐπί τιμῇ αἵματος πολλῶν ἀνθρώπων.
Πρός τούτοις, ἡ ὠφέλεια ἥτις θά προέκυπτε διά τήν εἰρήνην εἰς τήν περιοχήν τῆς Μεσογείου ἐκ μιᾶς τοιαύτης συναντήσεως καί συνεργασίας τῶν ἐν τῇ περιοχῇ ταύτῃ θρησκειῶν, θά ἦτο ἀνυπολογίστου σημασίας, ἰδιαιτέρως σήμερον.
Ὅλοι γνωρίζομεν πόσον ὁ θρησκευτικός παράγων ἐπηρεάζει καί καθορίζει ἐν πολλοῖς, τήν εἰρηνικήν καί ὁμαλήν συμβίωσιν τῶν λαῶν τῆς Μεσογείου.
Ἡ ὄξυνσις τῶν θρησκευτικῶν ἀντιθέσεων ἐν τῇ περιοχῇ ταύτῃ δύναται νά ἀποβῇ ἄκρως ἐπικίνδυνος καί δι᾿ αὐτήν ταύτην τήν ὑπόστασιν τῶν Ὀρθοδόξων καί τῶν λοιπῶν χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν.
Ἔχομεν ἐπειγόντως ἀνάγκην εἰρηνικῆς συνυπάρξεως τῶν θρησκειῶν τῆς περιοχῆς, ἐν τῇ ὁποίᾳ διαβιοῦν αἱ Ἐκκλησίαι ἡμῶν.
Ἡ ἀπό κοινοῦ ἀντιμετώπισις τῶν οἰκολογικῶν προβλημάτων ἐν συνδυασμῷ μετά τῶν διεξαγομένων ἤδη διαθρησκειακῶν διαλόγων, δύνανται νά συμβάλουν μεγάλως εἰς τήν προσέγγισιν καί εἰρηνικήν συμβίωσιν τῶν ἐν τῇ φλεγομένῃ περιοχῇ τῆς Μεσογείου διαβιούντων λαῶν.
Μακαριώτατοι ἀδελφοί,
Τά ἀνωτέρω ἀποτελοῦν ὀλίγας σκέψεις καί προτάσεις τῆς ἡμετέρας Μετριότητος ἐπί τῇ Συνάξει ἡμῶν ἐνταῦθα, ἀποσκοποῦν δέ εἰς τό νά συμβάλουν εἰς τήν καλλιτέραν καί ἐπωφελεστέραν διεξαγωγήν τῶν συνομιλιῶν ἡμῶν, παρέχοντα ἀφορμήν εἰς τήν σοφίαν ὑμῶν ἵνα σοφωτέρα γένηται, κατά τό Σολωμόντιον γραφικόν.
Διό καί μετά πολλῆς τῆς προσοχῆς καί προσδοκίας ἀναμένομεν νά ἀκούσωμεν ἕνα ἕκαστον ἐξ ὑμῶν γνωρίζοντα ἡμῖν τά ἐκ τῆς ἀμέσου πείρας αὐτοῦ γεγονότα καί τάς ἐπί τῆς ζωῆς τῶν Ἐκκλησιῶν ἡμῶν ἐπιπτώσεις των, καί εἰσηγούμενον τρόπους κοινῆς ἡμων ἐνεργείας ἐν ταῖς παρούσαις περιστάσεσιν.
Ἡ Σύναξις ἡμῶν πραγματοποιεῖται εἰς ἡμέρας δυσχερεῖς δι᾿ ὅλην τήν ἀνθρωπότητα, ὅλως δέ ἰδιαιτέρως διά τήν γεωγραφικήν ἡμῶν περιοχήν.
Οἱ πιστοί ἡμῶν, ἀλλά καί ἄλλοι πολλοί, ἀναμένουν ἐναγωνίως παρ᾿ ἡμῶν λόγον παραμυθίας καί παρακλήσεως, ἐνισχύσεως καί στηριγμοῦ. Καί μόνον τό γεγονός τῆς Συνάξεως ἡμῶν θέλει προσφέρει μήνυμα ἑνότητος καί ἀδελφικῆς ἀγάπης, τοσοῦτον ἀναγκαίας σήμερον.
Καί τά νῦν, ἀδελφοί, παρατιθέμεθα τήν Σύναξιν ἡμῶν «τῷ Θεῷ καί τῷ λόγῳ τῆς χάριτος αὐτοῦ τῷ δυναμένῳ ἐποικοδομῆσαι καί δοῦναι ἡμῖν κληρονομίαν ἐν τοῖς ἡγιασμένοις πᾶσιν» (Πράξ. 20, 32).
Ὡς εὖ παρέστητε, ἀγαπητοί ἀδελφοί.
Ὁ Παράκλητος, τό Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, εἴη μεθ᾿ ἡμῶν. Ἀμήν.