Άρθρα - Απόψεις

Μόρφου Νεόφυτος: "Η ζωή του πιστού στους χρόνους που διανύουμε"

IMG 2970

Του Σεβ. Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου

Ὁ αἰῶνας, ποὺ διανύουμε, κατὰ γενικὴ ὁμολογία εἶναι ἀπρόβλεπτος, ἀβέβαιος καὶ δύσκολος.

Ζοῦμε σὲ μία ἐποχὴ συνεχῶν ἀλλαγῶν καὶ ἐντόνων ἐξελίξεων, ποὺ πολλὲς φορὲς μᾶς προκαλοῦν ἀμηχανία, ἀγωνία, ἐνίοτε καὶ φόβο.

Ἑκατομμύρια ἄνθρωποι στὴ Δύση αἰσθάνονται, ὅτι ἔχουν ἐγκλωβιστεῖ σὲ ἕνα παγκοσμιοποιημένο ἀσφυκτικὸ μοντέλο ζωῆς, τὸ ὁποῖο τοὺς μεταχειρίζεται σὰν ἀριθμοὺς κι ὄχι σὰν πρόσωπα, ἐλεύθερες ὑπάρξεις.

Γι’ αὐτὸ μὲ τὴν πρώτη εὐκαιρία ψάχνουν τρόπους διαφυγῆς, ποὺ τοὺς ὑπόσχονται λίγη ἐλευθερία, ἀλλὰ ἡ ἐπιστροφὴ εἶναι ὀδυνηρότερη.

Ἀπὸ τὴν ἄλλη, οἱ ἄνθρωποι τῆς Ἀνατολῆς σήμερα, στὴ συντριπτικὴ πλειοψηφία τους μουσουλμάνοι (91%), ἐπιστρέφουν, συχνὰ μὲ ὑπερβάλλοντα φανατισμό, στὶς ρίζες τοῦ πολιτισμοῦ καὶ τῆς θρησκείας τους.

Αὐτὸς ὁ ζηλωτισμός, τῶν Μουσουλμάνων περισσότερο καὶ τῶν Ἑβραίων, ὀφείλεται νομίζω, τόσο στὸ αἴσθημα ἀνασφάλειας ποὺ τοὺς ἔχει δημιουργήσει, ἐδῶ καὶ αἰῶνες, ὁ ἐπεκτατικὸς τρόπος τῆς Δύσης, ὅσο καὶ στὴν ἴδια τὴ διδασκαλία τοῦ Κορανίου, ποὺ εἶναι ἀπὸ τὴ φύση του ζηλωτικό, φανατικό, ἐπιθετικό, καὶ κηρύττει τὸν ἱερὸ πόλεμο (τζιχάντ) κατὰ τῶν "ἀπίστων".

Εἰδικὰ σήμερα βλέπουμε τοὺς τζιχαντιστές, νὰ μὴν ἐκδηλώνονται μόνο κατὰ Δυτικῶν, ἀλλὰ καὶ κατὰ ἄλλων φυλῶν μὴ χριστιανικῶν, ἀκόμα καὶ μουσουλμάνων.

Ἡ Περσία προηγήθηκε, καὶ τώρα τὴν ἀκολουθοῦν κράτη, ὁμάδες θρησκευτικὲς καὶ ἐπιτήδειοι πολιτικοί, ἐλπίζοντας νὰ ὠφεληθοῦν ἀπὸ τὸν θρησκευτικό τους αὐτὸ φανατισμό.

Οἱ Ὀρθόδοξοι ἄνθρωποι στὴ μέση, ἀνάμεσα σὲ δύο μυλόπετρες: Ἡ μία τῆς Δυτικῆς ἄθεης ἐκκοσμίκευσης καὶ ἡ ἄλλη τοῦ Ἀνατολίτικου φονταμενταλισμοῦ-φανατισμοῦ.

Θὰ ἔλεγα ὅτι ὁ ἄνθρωπος τοῦ 21ου αἰώνα βρίσκεται σὲ μία καθημερινὴ ἄτυπη ἐμπόλεμη κατάσταση ζωῆς καὶ θανάτου, ὅπου καλεῖται νὰ ἐπιλέξει, ἀπὸ τὴ μία τὴ ζωντανὴ πίστη στὸν Τριαδικὸ Θεό, κι ἀπὸ τὴν ἄλλη τὴν ὑποταγὴ στὸ ἀντιτιθέμενο στὸν Θεὸ πνεῦμα, τὸν διάβολο.

Γιὰ τὴν Ἐκκλησία δὲν ὑπάρχουν διλήμματα κι ἀμφιβολίες, ὅτι πίσω ἀπ’ ὅλο αὐτὸ τὸ ζοφερὸ σκηνικὸ τοῦ κόσμου ὑποβόσκει μία δαιμονικὴ ὑποκουλτούρα, ποὺ διεισδύει στὶς ζωὲς τῶν ἀνθρώπων ἀπὸ πολὺ νωρὶς καὶ στόχο ἔχει νὰ ἀλλοιώσει τὴν κατ’ εἰκόνα Θεοῦ φύση τοῦ ἀνθρώπου καὶ νὰ διαστρεβλώσει τὴν πορεία του πρὸς τὴν ὁμοίωσή του μὲ τὸν Θεό, ἐνισχύοντας τὸν ἐγωισμό, τὴν κενοδοξία καὶ τὴ φιλαυτία του.

Πολλὰ πάθη σήμερα παρουσιάζονται ὡς δικαιώματα κι ἐλεύθερες ἐπιλογὲς ἑνὸς κόσμου ποὺ προοδεύει, κι ὄχι ὡς πτώσεις κι ἁμαρτίες. Ἡ ἠθικὴ ντροπὴ τῆς ἁμαρτίας ἔχει ἀντικατασταθεῖ ἀπὸ τὴ δαιμονικὴ ὑπερηφάνεια. Φτάσαμε στὴν ἐποχή, ποὺ ἡ ἁμαρτία ἀποτελεῖ μέτρο ἐξέλιξης καὶ προόδου, κι ὄχι ἐπιλογὴ θανάτου.

Ἡ σημερινή μας ἐποχὴ θυμίζει ἔντονα αὐτὴ τῶν Προφητῶν τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ποὺ συνεχῶς νουθετοῦσαν τοὺς ἀνθρώπους νὰ στραφοῦν πρὸς τὴ μετάνοια, γιατὶ ἔβλεπαν ὅτι ἡ κύρια αἰτία τῆς ἐξουδένωσης, τῆς αἰχμαλωσίας καὶ τῶν ποικίλων ἐθνικῶν συμφορῶν τοῦ ἐκλεκτοῦ λαοῦ τοῦ Ἰσραὴλ ἦταν ἡ ἀποστασία ἀπὸ τὸν μόνο ἀληθινὸ Θεό, ἡ στροφὴ πρὸς τὰ εἴδωλα καὶ τὸν εἰδωλολατρικὸ τρόπο ζωῆς καὶ ἡ ἀμετανοησία τους γι᾽ αὐτές τους τὶς πτώσεις.

Θυμίζει ἀκόμη ἔντονα τοὺς ἀποστολικοὺς χρόνους, ὁπόταν οἱ ἅγιοι ἀπόστολοι εἶχαν νὰ ἀντιμετωπίσουν, ὄχι μόνο τὴν ὑποκρισία τῶν θρησκευομένων ἀνθρώπων καὶ τῶν αἱρέσεων, ἀλλὰ καὶ τὴ δαιμονικὴ εἰδωλολατρία, καὶ γι’ αὐτὸ προειδοποιοῦσαν τοὺς χριστιανοὺς νὰ προσέχουν ἀπὸ τὴ σκληροκαρδία, τὴν ἀπάτη τῆς ἁμαρτίας καὶ τὴν πονηρὴ ἀπιστία, ποὺ εἶναι ἔργα τοῦ διαβόλου: «Βλέπετε, ἀδελφοί, μή ποτε ἔσται ἔν τινι ὑμῶν καρδία πονηρὰ ἀπιστίας ἐν τῷ ἀποστῆναι ἀπὸ Θεοῦ ζῶντος∙ ἀλλὰ παρακαλεῖτε ἑαυτοὺς καθ᾿ ἑκάστην ἡμέραν ἄχρις οὗ τὸ σήμερον καλεῖται, ἵνα μὴ σκληρυνθῇ ἐξ ὑμῶν τις ἀπάτῃ τῆς ἁμαρτίας»1

Πολλοὶ ἅγιοι καὶ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ στὶς μέρες μας, συνεχίζοντας νὰ ὀρθοτομοῦν θεόπνευστα τὸν προφητικὸ καὶ ἀποστολικὸ λόγο τῆς Ἐκκλησίας, περιγράφουν τὴν ἐποχή μας ὡς περίοδο μεγάλης ἀποστασίας καὶ ἀπιστίας, ἴσως τῆς μεγαλύτερης, ποὺ γνώρισε ἡ ἀνθρωπότητα.

Ὁ σύγχρονος ὅσιος καὶ θεοφόρος Γέροντας Πορφύριος ὁ Καυσοκαλυβίτης, τοῦ ὁποίου τὴν ἁγιότητα ἐπίσημα διακήρυξε πρόσφατα (2013) ἡ Ἐκκλησία μας, ἐπισημαίνει χαρακτηριστικά: «Αὐτὸ κατόρθωσε ὁ διάβολος νὰ κάνει. Ἔκανε τὴ γῆ λαβύρινθο, γιὰ νὰ μὴν μποροῦμε νὰ συνεννοηθοῦμε μεταξύ μας. Τί εἶναι αὐτὸ ποὺ πάθαμε καὶ δὲν τὸ καταλάβαμε; Βλέπετε πῶς πλανηθήκαμε; Καταντήσαμε τὴ γῆ μας καὶ τὴν ἐποχή μας σωστὸ ψυχιατρεῖο! Καὶ δὲν καταλαβαίνομε τί μᾶς φταίει. Ὅλοι ἀποροῦμε:‘‘Τί γίναμε, ποῦ πᾶμε, γιατί τὰ παιδιά μας πήρανε τοὺς δρόμους, γιατί φύγανε ἀπ’ τὰ σπίτια τους, γιατί παρατήσανε τὴ ζωή, γιατί παρατήσανε τὴ μόρφωσή τους; Γιατί γίνεται αὐτό;’’ Ὁ διάβολος κατόρθωσε νὰ ἐξαφανίσει τὸν ἑαυτό του καὶ νὰ κάνει τοὺς ἀνθρώπους νὰ χρησιμοποιοῦν ἄλλα ὀνόματα. Οἱ γιατροί, οἱ ψυχολόγοι, λένε συχνά, ὅταν ἕνας ἄνθρωπος πάσχει:‘‘Ἄ, νεύρωση ἔχεις! Ἄ, ἄγχος ἔχεις’’ καὶ τὰ τοιαῦτα. Δὲν παραδέχονται, ὅτι ὁ διάβολος ὑποκινεῖ καὶ διεγείρει στὸν ἄνθρωπο τὸν ἐγωισμό. Κι ὅμως ὁ διάβολος ὑπάρχει, εἶναι τὸ πνεῦμα τοῦ κακοῦ. Ἂν ποῦμε ὅτι δὲν ὑπάρχει, εἶναι σὰν νὰ ἀρνούμαστε τὸ Εὐαγγέλιο ποὺ μιλάει γι’ αὐτόν. Αὐτὸς εἶναι ὁ ἐχθρός μας, ὁ πολέμιός μας στὴ ζωή, ὁ ἀντίθετος τοῦ Χριστοῦ, καὶ λέγεται ἀντίχριστος. Ὁ Χριστὸς ἦλθε στὴ γῆ, γιὰ νὰ μᾶς ἀπαλλάξει ἀπὸ τὸν διάβολο καὶ νὰ μᾶς χαρίσει τὴ σωτηρία.…2 Μπορεῖ ὅμως, μὲ τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ, νὰ ἔρθει, νὰ ἔρθει, ὥστε οἱ ἄνθρωποι νὰ ἀποκτήσουν μία ἐπίγνωση, νὰ ἰδοῦνε τὸ χάος ὁλόφωτο, ὁλοζώντανο μπροστά τους, νὰ ποῦνε:‘‘ Ἔεε! Πέφτουμε στὸ χάος, χανόμαστε. Ὅλοι πίσω, ὅλοι πίσω, γυρίστε πίσω, πλανηθήκαμε.’’ Καὶ νὰ ἔρθουνε πάλι στὸ δρόμο τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ λάμψει ἡ Ὀρθόδοξος πίστις. Αὐτὸ ἐμεῖς ἐπιδιώκομε καὶ ἔτσι θέλομε τὰ πράγματα σιγὰ σιγὰ νὰ γίνουνε μὲ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεὸς ἐργάζεται μυστικά. Δὲν θέλει νὰ ἐπηρεάσει τοῦ ἀνθρώπου τὴν ἐλευθερία. Τὰ φέρνει ἔτσι καὶ σιγὰ σιγά, σιγὰ σιγὰ πάει ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖ ποὺ πρέπει’’ 3.»

Πόσο ὡραῖα τὰ λέει ὁ ἅγιος Πορφύριος καὶ πόσο μᾶς ἀφυπνίζει ὁ λόγος του καὶ προσανατολίζει ὅλους ἐμᾶς, ποὺ καλούμαστε νὰ διδάξουμε τὸν λαό! Αὐτὸ ποὺ λέει ὁ ἅγιος εἶναι μιὰ μεγάλη ἀλήθεια κι ὀφείλουμε ἐμεῖς οἱ ἐπίσκοποι, οἱ ἱερεῖς, οἱ ἐκκλησιαστικοὶ ἄνθρωποι, οἱ χριστιανοί, νὰ βοηθήσουμε τοὺς ἀνθρώπους μὲ τὴν προσωπική μας μετάνοια νὰ νιώσουν τὸ βαθύτερο νόημα τῆς ζωῆς, γιὰ νὰ ἀνεβοῦν πνευματικά, κι ὄχι ἁπλῶς νὰ μὴν ἁμαρτάνουν. Διότι, ἠθικοὺς καὶ καλοὺς ἀνθρώπους συναντᾶμε καθημερινὰ στὴ ζωή μας, εἴτε πιστεύουν, εἴτε ὄχι! Ἀνθρώπους ὅμως, ποὺ ζοῦν αὐθεντικὰ τὴν ἐν Χριστῷ μετάνοια καὶ βιώνουν τὸ βαθύτερο νόημα τῆς ζωῆς, σπανίως συναντᾶμε.

Οἱ σημερινοὶ ἄνθρωποι, εἰδικὰ τὰ παιδιά, οἱ ἔφηβοι καὶ οἱ νέοι, ἐπειδὴ βάλλονται ἀπὸ παντοῦ ἀλλὰ καὶ ἀγνοοῦν κατὰ κανόνα τὸν θησαυρὸ τῆς Πίστης μας, ὅταν τοὺς προσεγγίζουμε ἢ μᾶς προσεγγίζουν αὐτοί, διψοῦν γιὰ παραδείγματα ἁγιότητας, ἀνθρώπων δηλ. συγχρόνων, ποὺ μέσα σ᾽ αὐτὸ τὸ χαῶδες πλάνο ἔζησαν ἢ ζοῦν τὸν Χριστὸ καὶ τὴν αἰώνια ζωή. Δὲν ἔχουν πρόθεση νὰ μᾶς ἀμφισβητήσουν ἢ νὰ ἀπιστήσουν σ᾽ αὐτὰ ποὺ θὰ τοὺς ποῦμε, ἀλλὰ θέλουν νὰ διαπιστώσουν, ἂν ἡ Ὀρθοδοξία, ἡ Ἐκκλησία τῶν παππούδων τους, ἔχει νὰ δώσει ἀπαντήσεις στὰ δικά τους βασανιστικὰ ἐρωτήματα, τὶς δικές τους μεταφυσικὲς ἀνησυχίες γιὰ τὴ ζωὴ καὶ τὸν θάνατο. Ἀρκετὰ παιδιὰ δὲν ἀποδέχονται αὐτὰ ποὺ τοὺς λές, καὶ σοῦ λένε ὅτι, «αὐτὰ ποὺ λὲς εἶναι καλά, ἀλλὰ ἐγὼ θέλω ἄλλα»!

Τουλάχιστον ὅμως τοὺς ἐμβάλλεις ἕνα προβληματισμό. Καί, προσωπικά, ὅταν τοὺς λέω, «ἡ πόρτα μου εἶναι πάντα ἀνοικτὴ γιὰ σᾶς», αὐτὸ τοὺς ἀγγίζει πάρα πολύ. Διότι, ἂν κάτι λείπει ἀπὸ τὰ παιδιὰ σήμερα, εἶναι ἡ ἀγάπη καὶ ἡ ἐμπιστοσύνη. Γι’ αὐτὸ καὶ οἱ περισσότεροι ἔφηβοι, εἴτε κλείνονται στὸν ἑαυτό τους, εἴτε ἐγκλείονται σὲ ὁμάδες∙ ἀλλὰ καὶ στὶς δύο περιπτώσεις ἡ ἐπικίνδυνη αὐτὴ κλεισούρα ὀφείλεται στὴν ἔλλειψη ἀγάπης καὶ σχέσης, ποὺ αἰσθάνονται ὅτι δὲν εἶχαν ἀπὸ τοὺς γονεῖς τους.

Ἑπομένως, αὐτὸ ποὺ ἔχει νὰ πεῖ σήμερα ἡ Ἐκκλησία στοὺς ἀνθρώπους εἶναι ὅτι ἡ πόρτα της εἶναι πάντα ἀνοικτή, νὰ μποῦν μέσα ὅ,τι ὥρα τὸ ἐπιθυμήσουν κι ὅ,τι ὥρα μετανοήσουν, γιὰ νὰ συναντήσουν τὴν Ἀγάπη, τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό. Ὁ κόσμος ζητᾶ ἀπὸ ἐμᾶς νὰ δώσουμε μαρτυρία ἁγιότητας καὶ ὁμολογία Ἀναστάσεως, ὅτι ὁ Χριστὸς νίκησε τὸν θάνατο.

Κι ἀφοῦ ὁ Χριστὸς νίκησε τὸν θάνατο γιὰ τὸν ἄνθρωπο, μπορεῖ κι ὁ ἄνθρωπος νὰ νικήσει τὸν δικό του θάνατο μὲ τὴν πίστη στὸν ἀναστάντα Χριστόν, μὲ τὴ μετάνοια καὶ τὴ λειτουργικὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ ἄνθρωπος, ποὺ μετανοεῖ καὶ ποθεῖ τὸ μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας, γνωρίζει ὑπαρξιακὰ ὅτι ὁ θάνατος δὲν εἶναι τὸ τέλος τοῦ βίου του, ἀλλ᾽ ἕνα μικρὸ ἐπεισόδιο μεταξὺ τῆς ζωῆς αὐτῆς καὶ τῆς ἄλλης, μία ἔξοδος ἀπὸ τὴν προσωρινότητα πρὸς τὴν αἰωνιότητα. Βιώνει μὲ ὅλη τὴν ὕπαρξή του, ὅτι εἶναι αἰώνιος νοῦς, αἰώνιο πνεῦμα, αἰώνια ψυχή, αἰώνιο σῶμα, αἰώνια ὕπαρξη.

Ἂς μὴ πλανόμαστε ἀπὸ τὶς σειρῆνες τῆς «Νέας Ἐποχῆς». Ἅμα θέλουμε, ὅλοι μποροῦμε νὰ βαδίσουμε τὴν ὁδὸ τῆς μετανοίας καὶ τοῦ ἐλέους. Δὲν ὑπάρχει ἄνθρωπος, ποὺ νὰ μὴ μπορεῖ νὰ μετανοήσει, νὰ μὴ μπορεῖ νὰ ἀγωνιστεῖ κατὰ τῶν παθῶν του, νὰ μὴ μπορεῖ νὰ διαχειριστεῖ τὴ θλίψη καὶ τὸν πόνο του. Φτάνει νὰ θέλει νὰ κόψει τὸ δικό του θέλημα καὶ στὴ θέση του νὰ βάλει τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ζητώντας ἀπὸ τὸν Κύριο νὰ τοῦ τὸ διδάξει.

Τότε, θὰ ἀρχίσει νὰ καταλαβαίνει ὅτι ἡ αὐτάρκεια δὲν ἔχει διάρκεια καὶ ἡ κοσμικὴ ἐπιτυχία, εἶναι πνευματικὴ ἀποτυχία. Θὰ μάθει νὰ ἑρμηνεύει τὸ καθετὶ ποὺ συμβαίνει στὴ ζωή του πνευματικά, κι ὄχι συναισθηματικά. Θὰ τὸν ἐλέγχει ἡ συνείδησή του καὶ θὰ τὸν βοηθᾶ νὰ βλέπει τὰ λάθη καὶ τὶς παραλείψεις του, τὶς ἀστοχίες καὶ τὶς ἁμαρτίες του, μὰ προπαντὸς θὰ συνειδητοποιεῖ τὴ μεγάλη ἀπόσταση ποὺ τὸν χωρίζει ἀπὸ τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ κι ἀπὸ τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον του καὶ θὰ αἰσθάνεται συντετριμμένος καὶ μὲ περισσότερη ἔνταση θὰ ζητᾶ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ.

Εἶναι δύσκολη ἡ πάλη κατὰ τῶν παθῶν -κανεὶς δὲν τὸ ἀρνεῖται-, γιατὶ στὴν οὐσία εἶναι πάλη κατὰ τῆς οἴησης (ὑπερηφάνειας) τοῦ ἀνθρώπου, ἀπ᾽ ὅπου πηγάζουν ὅλα τὰ πάθη. Κι ὅταν παλεύεις κατὰ τοῦ ἐγωισμοῦ σου, ὁ πόνος εἶναι μεγάλος. Ἀλλά, ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ ἕνας ἄνθρωπος ἀποδέχεται ὅτι χρήζει θεραπείας κι αἰσθάνεται τὸ ὁποιοδήποτε μικρὸ ἢ μεγάλο πάθος ὡς ἁμαρτία, δηλαδὴ χωρισμὸ ἀπὸ τὸν Θεό, τότε ἀρχίζει ὁ ἀγῶνας καὶ ἡ θεραπεία.

Εἰσέρχεται στὴν ὁδὸ τῆς πνευματικῆς καὶ σωματικῆς ἄσκησης καί, στὸν βαθμὸ ποὺ εἰλικρινὰ ποθεῖ τὴ μετάνοια, ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ θὰ τοῦ τὴν αὐξάνει καὶ θὰ τὸν ἐνδυναμώνει στὸν ἀγῶνα του κατὰ τῶν παθῶν του. Δὲν πρέπει νὰ φοβόμαστε τὸν ἀγῶνα αὐτό, ἀλλὰ καὶ τὸν οἱονδήποτε πόνο, ψυχικὸ ἢ σωματικό. Ἀντιθέτως, θὰ πρέπει νὰ ἀνησυχοῦμε ὅταν δὲν ἔχουμε πόνο, γιατὶ μπορεῖ νὰ μὴ γευτοῦμε τὴν Ἀνάσταση.

Ὁ κάθε πόνος, μικρὸς ἢ μεγάλος, ἀποτελεῖ μιὰ ἀσπίδα προστασίας κατὰ τῶν παθῶν καὶ μᾶς ἀνοίγει τὴν πόρτα ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ταπείνωση. Καί, ὅταν τὸν δεχόμαστε ὡς ἐπίσκεψη Θεοῦ, μᾶς ἁγιάζει! Ἡ κατ’ ἐξοχὴν εἰκόνα τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι ἡ ἀσύλληπτη σὲ πνευματικὸ βάθος Ἄκρα Ταπείνωση τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος σήκωσε ὅλες τὶς ἁμαρτίες τοῦ κόσμου γιὰ νὰ σώσει τὸν κόσμο.

Ὁ ἀναμάρτητος Θεός, ποὺ ἔφτιαξε τὸν ἄνθρωπο, τὴ δημιουργία ὅλη, καταδέχθηκε νὰ σαρκωθεῖ, νὰ ταπεινωθεῖ, νὰ πονέσει, νὰ σταυρωθεῖ, νὰ ταφεῖ καὶ νὰ ἀναστηθεῖ, γιὰ νὰ μᾶς σώσει: «Σῶσαι θέλων τὸν κόσμον, ὁ τῶν ὅλων κοσμήτωρ, πρὸς τοῦτον αὐτεπάγγελτος ἦλθε∙ καὶ ποιμὴν ὑπάρχων ὡς Θεός, δι᾽ ἡμᾶς ἐφάνη καθ᾽ ἡμᾶς ἄνθρωπος∙ ὁμοίῳ γὰρ τὸ ὅμοιον καλέσας, ὡς Θεὸς ἀκούει∙Ἀλληλούια.»4

Βεβαίως, ἕνας μεγάλος καὶ ξαφνικὸς πόνος, ἕνας θάνατος, μιὰ ἀσθένεια, μιὰ ξαφνικὴ φτώχεια, μιὰ μεγάλη ἀνατροπὴ στὴ ζωή μας, πολλὲς φορὲς βγάζει ἀπὸ τὴν καρδία μας πλῆθος ἀρνητικῶν συναισθημάτων, μελαγχολίες, θλίψεις, θυμούς, ἀντιδράσεις κατὰ πάντων, ἀκόμα καὶ κατὰ τοῦ Θεοῦ, τὸν Ὁποῖο πολλοὶ θεωροῦν ὑπεύθυνο γιὰ τὰ κακὰ ποὺ συμβαίνουν στὸν κόσμο καὶ στοὺς ἰδίους! Ἀλλά, ὅπως ἀναλύει θεολογικώτατα σὲ ὁμιλία του ὁ Μέγας Βασίλειος, «οὐκ ἔστιν αἴτιος τῶν κακῶν ὁ Θεός».

Στὸ μέτρο, λοιπόν, ποὺ ὁ ἄνθρωπος ἑρμηνεύει πνευματικὰ τὸν πόνο καὶ τὸν εἰσάγει μέσα στὸ προαιώνιο σχέδιο τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸν καθένα μας ἀναπαύεται, γιατὶ ἀρχίζει νὰ βιώνει ὅτι ὁ Θεὸς ξέρει καλύτερα κι ἀπὸ τὸν ἴδιο ποιό εἶναι τὸ δικό του συμφέρον. Ἂς ἀκούσουμε καὶ πάλιν τὸν ὅσιο Πορφύριο «ὀρθοτομοῦντα τὸν λόγον τῆς ἀληθείας»: «Πολλὴ ὠφέλεια ἔχομε ἀπ’ τὶς ἀσθένειες, ἀρκεῖ νὰ τὶς ὑπομένομε χωρὶς γογγυσμὸ καὶ νὰ δοξάζομε τὸν Θεό, ζητώντας τὸ ἔλεός Του. Ὅταν ἀρρωστήσομε, τὸ θέμα δὲν εἶναι νὰ μὴν πάρομε φάρμακα ἢ νὰ πᾶμε νὰ προσευχηθοῦμε στὸν ἅγιο Νεκτάριο. Πρέπει νὰ ξέρομε καὶ τὸ ἄλλο μυστικό· ν’ ἀγωνισθοῦμε ν’ ἀποκτήσομε τὴ χάρι τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸ εἶναι τὸ μυστικό. Τὰ ἄλλα θὰ μᾶς τὰ διδάξει ἡ χάρις, δηλαδὴ τὸ πῶς θ’ ἀφεθοῦμε στὸν Χριστό. Ἐμεῖς δηλαδὴ περιφρονοῦμε τὴν ἀσθένεια, δὲν τὴ σκεπτόμαστε, σκεπτόμαστε τὸν Χριστὸ ἁπαλά, ἀνεπαίσθητα, ἀνιδιοτελῶς, κι ὁ Θεὸς κάνει τὸ θαῦμα Του πρὸς τὸ συμφέρον τῆς ψυχῆς μας. Ὅπως λέμε στὴ Θεία Λειτουργία, «πᾶσαν τὴν ζωὴν ἡμῶν Χριστῶ τῷ Θεῷ παραθώμεθα»…

Νὰ ἀγαπήσομε τὸν Χριστὸ καὶ ὅλα θ’ ἀλλάξουν στὴ ζωή μας. Νὰ μὴν Τὸν ἀγαπᾶμε, γιὰ νὰ πάρομε ἀνταπόδομα, παραδείγματος χάριν τὴν ὑγεία. Ἀλλὰ νὰ Τὸν ἀγαπᾶμε μὲ λαχτάρα, ἀπὸ εὐγνωμοσύνη, χωρὶς νὰ σκεπτόμαστε τίποτα, μόνο τὴ θεία ἀγάπη. Οὔτε νὰ προσευχόμαστε μὲ σκοπιμότητα καὶ νὰ λέμε στὸν Θεό: «Κάνε τὸν τάδε καλὰ στὴν ὑγεία του, γιὰ νὰ ἔλθει κοντά Σου.» Αὐτὸ δὲν εἶναι σωστό, νὰ ὑποδεικνύομε τρόπους στὸν Θεό. Πῶς νὰ ποῦμε στὸν Θεό: ‘‘Κάνε με καλά;’’ Σ’ Αὐτόν, ποὺ τὰ πάντα γνωρίζει, τί νὰ γνωστοποιήσομε; Ἐμεῖς θὰ προσευχηθοῦμε, ἀλλὰ ὁ Θεὸς μπορεῖ νὰ μὴ θέλει νὰ μᾶς ἀκούσει…Τὸ τέλειο εἶναι νὰ μὴν προσευχόμαστε γιὰ τὴν ὑγεία μας. Νὰ μὴν εὐχόμαστε νὰ γίνομε καλά, ἀλλὰ νὰ γίνομε καλοί... Ὄχι καλοί, δηλαδὴ ἐνάρετοι, ‘‘νὰ γίνομε αὐτό, αὐτό, αὐτό…’’, ἀλλὰ ν’ ἀποκτήσομε θεῖο ζῆλο· ν’ ἀφηνόμαστε μὲ ἐμπιστοσύνη στὴν ἀγάπη Του· νὰ προσευχόμαστε μᾶλλον γιὰ τὴν ψυχή μας. Καὶ τὴν ψυχή μας θὰ τὴν ἐννοοῦμε ἐνσωματωμένη μέσα στὴν Ἐκκλησία, ποὺ κεφαλή της εἶναι ὁ Χριστός, μαζὶ μὲ ὅλους τοὺς συνανθρώπους μας καὶ μὲ ὅλους τοὺς ἐν Χριστῷ ἀδελφοὺς…Ἀγαπῆστε τὸν Χριστό. Γίνετε ἅγιοι. Ριχτεῖτε μόνο στὴν φιλία μὲ τὸν Χριστό, μόνο στὴν ἀγάπη Του, μόνο στὸ θεῖο ἔρωτα.»5

Γιὰ νὰ κερδίσουμε, λοιπόν, τὸν Παράδεισο, θὰ πρέπει τὶς δύσκολες αὐτὲς μέρες, ποὺ περνᾶ ὁ τόπος μας, νὰ ἐργαστοῦμε σοβαρὰ καὶ νὰ ἐπαναξιολογήσουμε τὸν τρόπο τῆς ζωῆς μας, δίνοντάς της ἕνα πνευματικὸ περιεχόμενο. Κι αὐτὸ θὰ τὸ ἀντλήσουμε ἀπὸ τὴν ἐμπειρία τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό, ποὺ μᾶς προτρέπει νὰ εἴμαστε διάκονοι καὶ ὑπηρέτες τῶν ἄλλων, γιὰ νὰ εἴμαστε πρῶτοι στὴν αἰώνια ζωή, κι ὄχι στὴ ζωὴ αὐτή: «ἀλλ᾽ ὃς ἐὰν θέλῃ γενέσθαι μέγας ἐν ὑμῖν, ἔσται ὑμῶν διάκονος, καὶ ὃς ἐὰν θέλῃ ὑμῶν γενέσθαι πρῶτος, ἔσται πάντων δοῦλος∙ καὶ γὰρ ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἦλθε διακονηθῆναι, ἀλλὰ διακονῆσαι, καὶ δοῦναι τὴν ψυχὴν αὐτοῦ λύτρον ἀντὶ πολλῶν»6.

Βάζοντας τὸν ἑαυτό μας σ᾽ αὐτὸ τὸν δρόμο, θὰ γεννήσουμε περισσότερους πολιτικούς, ποὺ θὰ διακονοῦν τὸν κόσμο, τραπεζίτες, ποὺ θὰ οἰκονομοῦν τὸν κόσμο, ἐκπαιδευτικούς, ποὺ θὰ παιδαγωγοῦν τὸν κόσμο, ἔνθεους ἰατρούς, ποὺ θὰ θεραπεύουν τὸν κόσμο, δίκαιους δικαστὲς καὶ νομοθέτες, καλὲς οἰκογένειες, καλὲς γειτονιὲς καὶ κοινότητες, ἁγιασμένους ἱερωμένους, ποὺ θὰ πονοῦν τὸν κόσμο. Τότε, κάθε λειτούργημα θὰ ἀποκτήσει τοὺς ἄξιους ἀνθρώπους, ποὺ θὰ ἔχουν τὸ ἦθος τῆς ἐκκλησιαστικῆς διακονίας, τὸ ἦθος τῶν ἁγίων, τὸ κατὰ Χριστὸν ἦθος.

Ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι Κύπριοι εἴμαστε ἀκόμη ἐν ζωῇ, διότι σὲ ὅλη τὴ μετὰ Χριστὸν ἱστορική μας διαδρομὴ τῶν 2000 τόσων ἐτῶν διαφυλάξαμε ἀνόθευτη τὴν πίστη μας πρὸς τὸν Τριαδικὸ Θεό, πρὸς τὴν Παναγία καὶ τοὺς ἁγίους μας. Αὐτὴ τὴν εὐλογημένη παράδοση, ποὺ ἀρχινᾶ ἀπὸ τοὺς ἀποστόλους καὶ συνεχίζει μέχρι σήμερα, θὰ πρέπει συνεχῶς νὰ καλλιεργοῦμε καὶ νὰ ἀνανεώνουμε, γιὰ νὰ ἔχει νόημα ἡ ζωή μας.

Διαφορετικά, ἂν ἀφεθοῦμε στὰ κελεύσματα τῆς «Νέας Ἐποχῆς», τῆς «Νέας Τάξης Πραγμάτων», ποὺ ἐπιδιώκει νὰ χωρίσει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὸν Θεάνθρωπο καὶ νὰ τὸν μεταβάλει ἀπὸ λογικὸ ὂν σὲ ἄλογο ζῶο, ἤδη ἤμαστε νεκροί. Αἰσθάνομαι, λοιπόν, ὅτι τὸ ἀντίδοτο γιὰ τὴν κακότητα τῆς ἐποχῆς μας εἶναι ὁ ἐπανευαγγελισμός, ἡ ἐπιστροφὴ στὸ γνήσιο κήρυγμα καὶ βίωμα κατὰ τὸ Εὐαγγέλιο, δηλαδὴ ἡ ὁδὸς ποὺ ὁδηγεῖ πρὸς τὴ μετάνοια καὶ τὶς ἐντολὲς τοῦ Κυρίου∙ἡ εὐλογημένη ὁδός, ποὺ βάδισαν καὶ οἱ μεγάλοι ἅγιοι τοῦ εἰκοστοῦ αἰώνα, ὁ ἅγιος Νεκτάριος, ὁ ὅσιος Νικηφόρος ὁ Λεπρός, ὁ ἅγιος νεομάρτυρας Φιλούμενος ὁ Κύπριος, ὁ ὅσιος Γεώργιος ὁ Καρσλίδης, ὁ ὅσιος Πορφύριος ὁ Καυσοκαλυβίτης, ἡ ὁσία Σοφία τῆς Κλεισούρας, οἱ ἅγιοι Γέροντες Ἰάκωβος, Παΐσιος, Εὐμένιος, Σωφρόνιος, Βησσαρίων, ὁ γέρο- Παναῆς τῆς Λύσης, ὁ Χατζηφλουρέντζος ἀπὸ τὴ Μηλιὰ Ἀμμοχώστου καὶ τόσοι ἄλλοι, ποὺ μὲ τὴ ζωή τους ἔφεραν στὴ ζωή μας τὴ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ, τὴν αἰώνια ζωή.

«Καὶ συμπληρώνω, ὅτι ἕνας τόπος ποὺ γεννᾶ ἁγίους ἔχει μεγάλη εὐλογία, ἔχει ἐλπίδες. Καὶ ἡ Ἑλλάδα καὶ ἡ Κύπρος μας, χῶροι ἁγιότοκοι, θὰ ἐξέλθουν ἀπὸ τὴ σύγχρονη πολυποίκιλη κρίση, εὐχαῖς τῶν ἁγίων μας∙ φθάνει νὰ ἔχουμε μετάνοια, ἀληθινὴ μετάνοια, ὅπως μᾶς τὴ δίδαξε ὁ Κύριος, οἱ ἀπ᾽ αἰῶνος ἅγιοι, ἀλλὰ καὶ οἱ σύγχρονοι ὅσιοι, ποὺ προαναφέραμε, ὅπως τὴν κήρυξε, ἔργῳ καὶ λόγῳ, ὁ μέγας νεοφανὴς ἀστὴρ τῆς Ἐκκλησίας, ὅσιος καὶ θεοφόρος πατὴρ ἡμῶν Πορφύριος ὁ Καυσοκαλυβίτης.

Ἐπισφραγίζουμε τὸ μικρό μας τοῦτο κείμενο, ἱκέσιο δέηση στὸν ὅσιο Πορφύριο, μὲ ἀναφορὰ στὴν εὐχή, ποὺ ἐπισφράγισε τὴν ἐπίγεια εὐλογημένη βιοτή του. Ἡ τελευταία προσευχὴ τοῦ Γέροντος, ἐνῶ ξεψυχοῦσε, παρμένη ἀπὸ τὴν ἀρχιερατικὴ Προσευχὴ τοῦ Χριστοῦ πρὶν τὸ σωτήριο Πάθος, εἶναι καὶ ἡ βαρύτιμη πνευματική του παρακαταθήκη καὶ εὐλογία πρὸς ἐμᾶς τοὺς χριστιανοὺς τῶν ἐσχάτων τούτων χρόνων: Εὐχήθηκε γιὰ τοὺς ἁπανταχοῦ τῆς οἰκουμένης πιστούς, ‘‘ἵνα ὦσιν ἕν’’! »7

Ταῖς τοῦ σοῦ ὁσίου Πορφυρίου πρεσβείαις, ὁ Θεός, καὶ πάντων σου τῶν ἁγίων, ἐλέησον καὶ σῶσον ἡμᾶς. Ἀμήν!

Παραπομπές


1.Ἑβρ. 3,12.
2.Γέροντος Πορφυρίου, Βίος καὶ Λόγοι, ἔκδ. Ἱερὰ Μονὴ Χρυσοπηγῆς, Χανιά, Κρήτη, 2009, σσ. 443.
3.Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Τὸ πνεῦμα τὸ Ὀρθόδοξον εἶναι τὸ ἀληθές. Ὁ Χριστὸς εἶναι τὸ πᾶν (Τέσσερεις συνομιλίες μὲ τὸν Γέροντα Πορφύριο), ἔκδ. Ἡ Μεταμόρφωσις τοῦ Σωτῆρος, Μήλεσι, 2013, (Α΄ συνομιλία).
4.Ἀπό τοὺς Χαιρετιστήριους Οἴκους τῆς Παναγίας
5.Γέροντος Πορφυρίου, Βίος καὶ Λόγοι, ἔκδ. Ἱερὰ Μονὴ Χρυσοπηγῆς, Χανιά, Κρήτη, 2009, σσ. 479-480, 481-482 , 483,484
6.Μάρκ. 10, 43 - 45.
7.Νεοφύτου Μητροπολίτου Μόρφου, Πορφύριος, ὁ ὅσιος τῶν μυστικῶν συχνοτήτων, ἐκδ. Ἡ Μεταμόρφωσις τοῦ Σωτῆρος, Μήλεσι 2014, σσ.31-33.

*Πρόλογος Ἑορτολογίου 2015, Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μόρφου

 

Ποιά είναι η θέση της Εκκλησίας για τα όνειρα!

eirinaios laftsis

Του Αρχιμ. Ειρηναίου Λαφτσή, Πρωτοσυγκέλλου της Ι.Μ. Αλεξανδρουπόλεως

Με την υπομονή των Σεβαστών Πατέρων και για την πνευματική καλλιέργεια των εν Χριστώ αδελφών μας , θα παρουσιάσουμε σήμερα ένα θέμα που απασχολεί πολλούς από εμάς και που πολλές φορές μας οδηγεί μέσω των λαθεμένων επιλογών μας στην πνευματική μας φθορά.

Το θέμα είναι:

1. Τα όνειρα και πως ερμηνεύονται από τη επιστήμη της Ψυχολογίας και από την Θεολογία της Εκκλησίας.

2. Οι δεισιδαιμονίες και οι προλήψεις που βασανίζουν τη ζωή μας.

Κατ’ αρχήν να δώσουμε την ετυμολογία της λέξης «όνειρο». Η λέξη «όνειρο» είναι σύνθετη και προέρχεται από τη λέξη «ον» που σημαίνει υπάρχω και το ρήμα «είρω» που σημαίνει αφηγούμαι, συνάπτω, συναρμολογώ.

ΠΑΤΗΣΤΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ:

Ο Μητροπολίτης Ρόδου Απόστολος Τρύφωνος και η 33ετής προσφορά του

trifonos

Γράφει ο Κυριάκος Ι. Φίνας

Χθες έκλεισαν 57 χρόνια από τότε που μία μορφή της Ορθοδοξίας, ο επί 33 χρόνια (1912-1946) Μητροπολίτης Ρόδου Απόστολος Τρύφωνος παρέδωσε το Πνεύμα στον Πλάστη του.

Η 29η Νοεμβρίου 1957, για την Επαρχία Ρόδου και ειδικότερα για το νησί της Ρόδου, που τον ζούσε περισσότερα από κοντά και στα εύκολα και στα δύσκολα χρόνια, τα περισσότερα δύσκολα, ήταν ημέρα γενικού πένθους.

Την ημέρα εκείνη η Ροδιακή κοινωνία υπέστη οδυνηρό ξάφνιασμα.

Ολοι ανεξαίρετα, τόσο οι συμφωνούντες, αλλά περισσότερο και οι ολίγοι, πλέον, εναπομείναντες διαφωνούντες μαζί του, ένιωσαν το κενό που άφηνε πίσω του ο Απόστολος Τρύφωνος.

Επιπρόσθετα οι τελευταίοι υπό το βάρος του ελέγχου της συνείδησής τους, αναλογίζονταν το μέγεθος της αδικίας που του καταμαρτυρούσαν, με την αδικαιολόγητη και έξαλλη πολεμική τους.

Πολεμική που υπερέβαινε τα όρια της καλώς ευνοούμενης κριτικής. Και μάλιστα, σ’ ένα Άξιο Ιεράρχη που τόσα πολλά, αθόρυβα και αποτελεσματικά πρόσφερε για τη διατήρηση της Γλώσσας, της Θρησκείας και γενικά των Ιερών και Οσίων του Γένους κατά την Ιταλοκρατία στην Επαρχία Ρόδου.

Και τοποθετούσε ακριβώς στη σωστή της διάταση τη συμβολή της Εκκλησίας στη μακραίωνη πορεία του Ελληνικού Εθνους, εμείς θα προσθέοσυμε στο Γένος των Ελλήνων, όταν ύστερα από 4 μήνες από την εγκατάσταση, στις 19.8.1941, των Ναζιστών στην Ελλάδα, ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος, Δαμασκηνός, έγραφε στον Πρόεδρος της Κυβέρνησης Τσολάκογλου, μεταξύ των άλλων: «...Χωρίς την Εκκλησίαν, πιθανότατα, το Ελληνικόν Εθνος δεν θα ηδύνατο να συνεχίση και εις εποχάς Ελευθερίας και εις ημέρας δουλείας, άνευ διακοπής τον δρόμον προς την μεγάλην ιστορικήν αποστολήν του».

* * *

Ο μακαριστός Απόστολος Τρύφωνος, με καταγωγή από την Κριθιάτ ης Θρακικής Χερσονήου, με άριστες Θεολογικές σπουδές, επιπλέον δε, με δεκαετή σοφία και πείρα, λόγω της προϋπηρεσίας του στον Άρειο Πάγο της Ορθοδοξίας, το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινούπολης, όπου επί τέσσερα χρόνια κατείχε και τη θέση του Αρχιγραμματέα της Ιεράς Συνόδου και έκανε βίωμά του τη Φαναριώτικη πολιτική, θεωρήθηκε ο πλεόν ενδεδειγμένος να διευθύνει, τη δύσκολη εκείνη εποχή, τα Εκκλησιαστικά πράγματα της Επαρχίας Ρόδου. Και με τις προϋποθέσεις αυτές, εκλέκτηκε τον Ιούνιο του 1913, Μητροπολίτης Ρόδου.

Πράγματι, αν και σε νεαρή ηλικία για τέτοια αξιώματα, μόλις 34 ετών, και με δυσμενείς συγκυρίες που υπήρχαν τότε, εξαιτίας του τρόπου που μεταχειρίζονταν τους Δωδεκανησίους οι Ιταλοί κατακτητές, ο Τρύφωνος ρίχθηκε στον Εθναρχικό του ρόλο με υπέρμετρο ζήλο, ικανότητα και ορθολογική εργατικότητα.

Εδωκε σημαντική ώθηση αμέσως στα Εκκλησιαστικά και Εκπαιδευτικά πράγματα της Επαρχίας του, αναπτέρωσε το Εθνικο-Θρησκευτικό συναίσθημα του Ροδιακού λαού και ιδιαίτερα μερίμνησε για την Στοιχειώδη και Μέση Εκπαίδευση και τα αποτελέσματα της δράσης του υπήρξαν εντυπωσιακά.

Αντικειμενικοί παρατηρητές αναφέρουν, ότι η Παιδεία στη Ρόδο κατά την πενταετία 1915-1920 ήταν τόσο καλά οργανωμένη, ώστε προηγούταν αυτής της υπόλοιπης Ελλάδος τουλάχιστον κατά μία 20 ετία.

Ο Μητροπολίτης Απόστολος Τρύφωνος για τη δραστηριότητά του αυτή, ως και για τον πρωταγωνιστικό ρόλο που διαδραμάτισε στα Πανδωδεκανησιακά Συλλαλητήρια του 1919, όπου ο Δωδεκανησιακός λαός διατράνωσε τη θέλησή του να ενωθεί με τη Μητέρα-Πατρίδα, ξορίστηκε το 1921 από την Ιταλική Διοίκηση, αρχικά στην Πάτμο και ακολούθως μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη, όπου και παρέμεινε, επί τρία και πλέον χρόνια, μακριά από το Ποίμνιό του.

Ακολούθησε η Μικρασιατική καταστροφή και η Συνθήκη της Λωζάνης, η οποία υπογράφηκε στις 24 Ιουλιόυ 1923. Συνάμα, η Εκκλησία της Ρόδου παρέμενε ακέφαλη, ο δε Εθναρχικός ρόλος του Πατριαρχείου κατ’ απαίτηση των Τούρκων, εξασθένισε σε μεγάλο βαθμό.

Μπροστά σ’ αυτήν την αδήριτη πραγματικότητα, το Πατριαρχείο, με την κατάλληλη πολιτική επιτυγχάνει την επάνοδο του Τρύφωνος στην έδρα του το 1924.

Η κατάσταση, όμως, στα νησιά είναι τελείως διαφορετική από την προηγούμενη δεκαετία, δημιουργήθηκε νέα κατάσταση πραγμάτων.

Η Τουρκία είχε ήδη παραχωρήσει τα δικαιώματά της επί της Δωδεκανήσου, κι έτσι μονιμοποιήθηκε η ιταλοκρατία, με διεθνή συνθήκη.

Και επιπρόσθετα, με την άνοδο του Μουσσολίνι στην εξουσία του Οκτώβριο του 1922, η Ιταλία άρχισε να υπολογίζεται ακόμα περισσότερο, ως Μεγάλη Δύναμη.

Ανασκοπώντας τα διατρέξαντα της περιόδου από το 1924 μέχχρι το 1946, που υπήρξε από τις κρισιμότερες περιόδους της δωδεκανησιακής ιστορίας, με νηφαλιότητα και αντικειμενικότητα και με δεδομένα: τόσο την ακραία πολιτική της φασιστικής και απόλυτης κυριάρχου επί της Δωδεκανήσου Ιταλίας να εξιταλίσει κάθε τι το ελληνικό που υπήρχε στα νησιά μας, όσο και τις δυσμενείς συγκυρίες για το δωδεκανησιακό ζήτημα που δημιουργήθηκαν μετά τη Μικρασιατική οδυνηρή περιπέτεια, όπου ο Ελληνισμός καθόλη της μακραίωνη και πολυκύμαντη ιστορία του δεν αντιμετώπισε φοβερότερη καταστροφή, απερίφραστα πρέπει να παραδεχθούμε, ότι ο Τρύφωνος περιέσωσε πολλά πράγματα για την Ελληνικότητα της Δωδεκανήσου.

Παντού, η παρουσία του ήταν εμφανής και εν πολλοίς καταλυτική στα μισελληνικά σχέδια του φασισμού, εναντίον της Εθνότητας των Δωδεκανήσων.

Το Μητροπολίτη Απόστολο οι Ιταλοί ουδέποτε τον εμπιστεύθηκαν. Συνέχεια τον παρακολουθούσαν και κάθε του ενέργεια αξιολογούταν από τους αρμόδιους της φασιστικής ασφάλειας.

Εκτός των άλλων σημειωμάτων που υπάρχουν και ο ίδιος ο διοικητής της ασφάλειας μοίραρχος Γκρασσίνι, σε εκτενές σημείωμά του, το 1939, αναφέρει: «...Ο Μητροπολίτης Τρύφωνος, επιστρέψας από την Κωνσταντινούπολη μετά την εξορίαν του, ετήρησε πολιτείαν πολύ επιφυλακτική και εχέφρονα απέναντί μας. Παρόλα αυτά, όμως, δεν γίνετια πιστευτός, ως εκ του ισχυρού χαρακτήρος του, ότι έχει ριζικά μεταβάλει την πολιτική του παρελθόντος προς ημάς».

Εξάλλου, το γεγονός και μόνο, όταν αργότερα, ύστερα από το αναγκαστικό κλείσιμο των Ελληνικών Σχολείων, το 1937, έντεχνα παρέσυρε τον περιβόητο Ντε Βέκκι, στη συγκατάθεση για τη λειτουργία των Κατηχητικών, των σύγχρονων Κρυφών Σχολειών, με αποτέλεσμα, όταν ήλθε η Απελευθέρωση, το 1945, να μην υπάρχει στη Ρόδο κανένα, σχεδόν, Εκπαιδευτικό κενό, αρκεί για να καταταγεί ο Τρύφωνος στις Μεγάλες Ιστορικές μορφές του Γένους. Δείχνει, ταυτόχρονα, και τη διπλωματικότητα και αποτελεσματικότητα, με την οποία χειριζόταν κάθε θέμα.

Την πιο δύσκολη, μετά το 1924, για τη Δωδεκάνησο περίοδο της φασιστικής κατοχής, με την έμφυτη διπλωματική του ικανότητα, που τον διέκρινε και ενεργώντας πάντοτε με προσεκτικά βήματα, προσπαθούσε να μην προκαλεί τη μήνη των κρατούντων.

Αυτή, άλλωστε, ήταν και η καθοδηγητική συμβουλή του Εθνάρχη Ελευθερίου Βενιζέλου στους Δωδεκανησίους, πολύ, δε, περισσότερο στους επικεφαλής του τότε υπόδουλου λαού μας, όπου πρώτος και κατά μαρτυρικό τρόπο, μάλιστα, βρισκόταν ο Τρύφωνος.

Επικαλούταν, ο Τρύφωνος, επί καθημερινής βάσεως, με δεξιοτεχνία, όλες τις πηγές των γνώσεών του, την πείρα του, τη φαντασία του και γενικά όλο του το είναι, για τη διατήρηση του Θρησκευτικού και Εθνικού φρονήματος του Ροδιακού λαού.

Μόνο Ιεράρχης του πνευματικού αναστήματος του Αποστόλου Τρύφωνος θα μπορούσε να αντεπεξέλθει στην αποστολή του, τα δύσκολα και καταπιεστικά εκείνα χρόνια.

Προχωρούσε, πολλές φορές και σε τομείς, πέραν της καθαρά Θρησκευτικής του ιδιότητας. Ετσι, χωρίς υπερβολή, κατά τη διάρκεια του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου, 1939-1945, η ζωή των 80.000 ανθρώπων της Επαρχίας Ρόδου βρισκόταν, σχεδόν, υπό την πατρική του προστασία.

Και οι επεμβάσεις του, τόσο σε θέματα επιβίωσης, όσο και μεσολάβησης μετριασμού ή και εξάλειψης των αυθαιρεσιών του κατοχικού κατακτητή, συνετέλεσαν, ώστε η τότε γερμανική θηριωδία να είναι ηπιότερη κατά πολύ στη Ρόδο.

Ειδικότερα, όταν το 1944 και 1945 η πείνα, ο χειρότερος εχθρός του ανθρώπου, απλωνόταν εφιαλτικά στη Ρόδο και γι’ αυτήν ακόμη τη βιολγοική μας ύπαρξη, ο Απόστολος Τρύφωνος, με τις υπεράνθρωπες εναγώνιες εκλήσεις του όπου γης, πέτυχε να έλθουν για τον λιμοκτονούντα ροδιακό λαό, τα αναγκαία τρόφιμα του Ερυθρού Σταυρού.

Τα δε κτίρια του Μανδρακιού Ρόδου, για τα οποία καυχόματε εμείς όλοι σήμερα, περισώθηκαν από την καταστροφική-μηδενιστική μανία των ναζιστών, χάρη στην έγκαιρη αποτελεσματική επέμβαση του Τρύφωνος. Αυτή είναι η πραγματικότητα και πρέπει να λέγεται.

Για όσους θέλουν και μπορούν να βλέπουν τα γεγονότα στις πραγματικές-σωστικές τους διαστάσεις, η πολιτική του Τρύφωνος είχε σαν στόχο τα μακροπρόθεσμα συμφέροντα του Ελληνισμού στα Δωδεκάνησα.

Αυτό το είχαν αντιληφθεί και οι εδώ τοποτηρητές του Φασισμού. Αυτό βγαίνει και από τις εμπιστευτικές αναφορές των εντεταλμένων Οργάνων τους, όπου μόνο μία τέτοια περιληπτικά προαναφέραμε.

* * *

Το 2013, με τη συμπλήρωση 100 χρόνων από την επιψήφιση του Αποστόλου Τρύφωνος ως Μητροπολίτη Ρόδου, πρωτοβουλία του Μητροπολίτη Ρόδου κ. Κυρίλλου και τις ευλογίες του Οικουμενικού Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίου, πραγματοποιήθηκαν στη μνήμη του στη Ρόδο διάφορες εκκλησιαστικές εκδηλώσεις.

Στις σκοτεινές και ανελεύθερες εκείνες ημέρες της Ιταλικής κατοχής για τα ελληνικά γράμματα και την εθνική μας επιβίωση στην Επαρχία Ρόδου απέμεινε η Εκκλησία, η οποία με επικεφαλής το Μητροπολίτη Απόστολο Τρύφωνος, φάνηκε επιδέξια και άξια της αποστολής και της πολύχρονης ιστορίας της.

«Τη γλώσσα μου έδωσαν Ελληνική, το σπίτι φτωχικό...»

syrou

Του Μητροπολίτου Σύρου κ. Δωροθέου Β΄

Της εθνικής μας ελευθερίας ο αοιδός, ο Διονύσιος Σολωμός, δεν είχε τίποτ’ άλλο στο νου του «πάρεξ ελευθερία και γλώσσα».

Και ο Νομπελίστας ποιητής του Αιγαίου εξομολογείται ότι «Τη γλώσσα μου έδωσαν ελληνική, το σπίτι φτωχικὸ στις αμμουδιὲς του Ομήρου...»

Και δεν έχουν άδικο, μια και η γλώσσα, ως ανώτατο πολιτισμικό προϊόν, υποδεικνύει και εκφράζει την ψυχοσύνθεση και τη δυναμική ενός λαού, αποτελεί πεδίο, στο οποίο απεικονίζονται τα γνωρίσματα του λαού-φορέα της.

Γιατί, η γλώσσα αποτελεί στοιχείο ενότητας και διάκρισης ενός λαού· η ύπαρξη ενός λαού πιστοποιείται με το ιδιαίτερο γλωσσικό του ιδίωμα· η εξαφάνιση ενός λαού επιτυγχάνεται με την αλλοίωση του γλωσσικού του αισθητηρίου και τη σταδιακή γλωσσική του αλλοτρίωση....

Για μας τους Έλληνες, οι παραπάνω επισημάνσεις αποκτούν ιδιαίτερη σημασία, αν σκεφτούμε ότι η Ελληνική γλώσσα, με το τρισχιλιετές παρελθόν της, αποτέλεσε τη βάση της λατινικής, και κατά συνέπεια των νεώτερων ευρωπαϊκών γλωσσών, δάνεισε λέξεις στην ορολογία πλείστων επιστημών, εξέφρασε και έπλασε με τα υλικά της κορυφαία δημιουργήματα του παγκόσμιου πολιτισμού και έγινε φορέας του σωτηριώδους μηνύματος του Χριστού.

Παρ’ όλ’ αυτά, όμως, τραγικά επίκαιρες φαντάζουν, και σήμερα, οι εύστοχες επισημάνσεις ενός άλλου Νομπελίστα ποιητή μας, του Γιώργου Σεφέρη: «Ο Θεός μας χάρισε μια γλώσσα ζωντανή, εύρρωστη, πεισματάρα και χαριτωμένη, που αντέχει ακόμη, μολονότι έχουμε εξαπολύσει όλα τα θεριά να τη φάνε!».

Γιατί, δεν είναι πια ο βάρβαρος, αλλόθρησκος και αλλόγλωσσος καταχτητής, ή ο πολιτισμένος αποικιοκράτης, που απειλεί τη γλώσσα μας με αφανισμό!

Είμαστε εμείς οι Έλληνες, που με τη ξενομανία, το μιμητισμό και τα κόμπλεξ του ραγιαδισμού μας, οδηγούμαστε σε μια νέα άλωση, πολιτισμική αυτή τη φορά-και γι’ αυτό πολύ πιο επικίνδυνη!

«… Να μαθαίνετε καλά την ελληνική γλώσσα. Ν’ αφιερώνετε πολλές ώρες, για να τη μάθετε καλά. Γιατί είναι μία πολύ καλή γλώσσα. Όλες οι ξένες γλώσσες έχουν δανειστεί πάρα πολλές λέξεις από την ελληνική. Και μ’ αυτή τη γλώσσα μίλησαν και φιλόσοφοι και συγγραφείς και ιστορικοί, όχι μονάχα στην αρχαιότητα και στο Βυζάντιο, αλλά αν σκεφτείτε ότι μία μικρή χώρα έχει πάρει δύο Νάμπελ Λογοτεχνίας, πάει να πει ότι αυτή η γλώσσα είναι πολύ δυνατή. Ο Σεφέρης, ο Ελύτης, οι Νομπελίστες μας, ο Καβάφης, ο Ρίτσος, ο Καζαντζάκης είναι μερικά από τα ονόματα, που τιμά η διεθνής κοινότητα και τους διαβάζει. Και θέλω αυτούς τους μεγάλους ποιητές να τους διαβάζετε στο πρωτότυπο, και όχι στη μετάφραση… Και θέλω το ‘Χριστός Ανέστη’ να το ψέλνετε ελληνικά!»

 

Σ’ αυτές τις 124 ευθύβολες λέξεις που απηύθυνε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Κάρολος Παπούλιας προς 150 νέους της Ελληνικής Διασποράς, που φιλοξενήθηκαν στην Ελλάδα το 2010, συμπυκνώνεται όλο το μεγαλείο, ο πλούτος, η προσφορά και η μοναδικότητα της Ελληνικής γλώσσας και η αδήριτη εθνική αναγκαιότητα της σωστής και πλήρους εκμάθησής της, στα διάφορα στάδια της πολυαιώνιας εξέλιξής της, χωρίς έξωθεν παρεμβάσεις και επεμβάσεις…

Γιατί, δυστυχώς, δεν επιτρέπουμε στη γλώσσα μας τη φυσική, αβίαστη και ομαλή εξέλιξη, δεν την αφήνουμε να ακολουθήσει την φυσιολογική μεταβολή των κοινωνικών συνθηκών.

Συγχύσαμε τη γλώσσα με την πολιτική, αναγορεύσαμε τους πολιτικούς σε γλωσσολόγους και ρυθμίζουμε τα της γλώσσας με νόμους, λες και τους είχε ποτέ ανάγκη η Ελληνική γλώσσα για να εξελιχθεί και να μεγαλουργήσει...

Και ενώ διαφαίνονται πλέον έντονα οι συνέπειες της «χειρουργικής επέμβασης», που κατήργησε τονικά σημάδια και πνεύματα, αργά, αλλά μεθοδικά, επιβάλλεται από αόρατους «ειδικούς» η σταδιακή «απλοποίηση» της ορθογραφίας, η κατάργηση των διπλών συμφώνων, των διαφόρων - ι -, ή η αντικατάσταση των ευ και αυ με εφ/εβ και αφ/αβ, κακοποιούμε ορθογραφικά και αισθητικά τις εισηγμένες στην Ελληνική γλώσσα ξένες λέξεις, επιστρέφοντας στην πρωτόγονη ηχητική γραφή, εν ονόματι, πάντα, του εκσυγχρονισμού και της εξέλιξης...

Τέτοιες προσπάθειες και απόψεις, όμως, δεν είναι και τόσο πρωτότυπες και εκσυγχρονιστικές, όπως φαίνονται.. Κάτι ανάλογο επιχειρούσε και προωθούσε το 19ο αιώνα ο Ψυχάρης, για να δεχθεί τη δικαιολογημένη λοιδωρία του Γ. Σουρῆ:

«και αν αντί του ύψιλον, σεις γράφετε το βήτα,
μη καινοτόμος θέλετε για τούτο να φανείτε.
Αυτἀ τ’ αστεία ο καθείς τα κάμνει ελευθέρως,
και εις το άστυ των σοφών κι εις κάθε άλλο μέρος»!

(ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ “ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ”, ΣΑΒΒΑΤΟ 29 ΝΟΕ 2014)

Ο οικουμενικός διάλογος και οι πρώην Αυστρίας

athinagoras

Γράφει ο Σπύρος Μπαζίνας | Romfea.gr

Προς το τέλος της ζωής του, επισκεπτόμουν τον παλαιό φίλου του θείου μου από το προπολεμικά χρόνια, τον μακαριστό πρώην Αυστρίας κυρό Χρυσόστομο (Τσίτερ), ανηψιό του ΕθνομάρτυραΜητροπολίτη Σμύρνης κυρού Χρυσοστόμου. Πίναμε καφέ και τα λέγαμε. Κάποτε, τον ρώτησα:

«Σεβασμιώτατε, παίξατε ένα σημαντικό ρόλο στον οικουμενικό διάλογο.Μετά από τόσα χρόνια εμπειρίας, ποια είναι η γνώμη σας;»

Με το γνωστό ήρεμο και στοχαστικό ύφος του, ήπιε πρώτα λίγο καφέ, κούνησε το κεφάλι του επιτιμητικά και είπε:

«Ο Πάπας μας κοροϊδεύει. Θέλει να μας υποτάξει!»

Έκανε μία παύση. Σκέφθηκε λίγο και πρόσθεσε:

«Ο λύκος κι αν εγέρασε κι άλλαξε την φωνή του, ούτε την γνώμη άλλαξε ούτε την κεφαλή του!»

Η απάντηση του ήταν σαφής και κατηγορηματική. Δεν αφήνει χώρο για ερμηνείες και παρερμηνείες. Αναφέρθηκε όμως στον Πάπα, όχι σε όλους τους καθολικούς. Είναι κοινά γνωστό ότι οΠάπας και το «βαθύ κράτος»του Βατικανού δεν μπορούν να παραιτηθούν από το αλάθητοκαι την κυριαρχία επί της Εκκλησίας, γιατί φοβούνται ότι χωρίς αυτά η Ρωμαιοκαθολική εκκλησία θα διαλυθεί. Κι εμείς βέβαιαδεν μπορούμε να αποδεχθούμε αυτήν την ανθρωποκεντρική εκκλησιολογία και διδασκαλία περί σωτηρίας.

Αυτή η στάση μας είναι όχι μόνο στάση αληθείας αλλά και στάση αγάπης γιατί μόνο αν διατηρήσουμε την αποστολική και πατερική παράδοση ακενοτόμητη (όπως παραδέχονται πολλοί καθολικοί) μπορούμε να βοηθήσουμε τους αδελφούς μας στην Δύση.

Ο κόσμος χρειάζεται την Εκλησία μόνο αν εκεί μπορεί να βρει την θέωση, στην οποία η Δύση δεν πιστεύει γιατίς δεν πιστεύει στην πατερική διάκριση ανάμεσα στην ουσία του Θεού που είναι απρόσιτη και στις ενέργειες του Θεού, την Άκτιστη Χάρη ως ενέργεια του Αγίου Πνέυματος που είναι προσιτή μέσα στην Εκκλησία.

Αν σκοπός της ζωής στην Εκκλησία είναι να μας βοηθήσει να γίνουμε καλύτεροι άνθρωποι κι έτσι «με το σπαθί μας» (!) να κερδισουμε την σωτηρία, όπως πιστεύει η Δύση, μια τέτοια εκκλησία δεν έχει μέλλον με την έννοια ότι καλός άνθρωπος μπορεί να γίνει κανείς κι εκτός εκκλησίας (χωρίς μάλιστα να πληρώνει τον εκκλησιαστικό φόρο η να είναι εκτεθειμένος στον κίνδυνο του ευσεβισμού/φαρισαϊσμού).

Αν δηλαδή παραιτηθούμε η κάνουμε εκπτώσεις στην πατερική παράδοση, θα χαθούμε κι εμείς και βέβαια κανένα δεν θα μπορούμε να βοηθήσουμε.

Κάποτε, ανέφερα αυτή την απάντηση του μακαριστού κυρού Χρυσσοστόμου στον διάδοχο του, τον μακαριστό πρώην Αυστρίας κυρό Μιχαήλ (Στάϊκο), με τον οποίο επίσης είχα το προνόμιο να συνδεθώ στενά. Δεν εξεπλάγη. Χαμογέλασε συγκαταβατικά και καλόκαρδα. ΄Ηταν κι εκείνος υπέρ του διαλόγου. Αλλά ήθελε και να δικαιολογήσει τον Γέροντα του τον οποίο σεβόταν και αγαπούσε πολύ. Και είπε:

«Ε, θα ήταν απογοητευμένος!»

Δεν είχα την εντύπωση ότι ο μακαριστός κυρός Χρυσόστομος ήταν απογοητευμένος και έτσι δεν εννοούσε πραγματικά αυτό που είπε. Είχε μιλήσει ανοιχτά αφού είχε ήδη παραιτηθεί υπέρ του διαδόχου του.

Αλλά δεν επέμεινα γιατί κι εγώ σεβόμουν κι αγαπούσα τον μακαριστό κυρό Μιχαήλ (όπως και τον μακαριστό κυρό Χρυσόστομο) και κατανούσα ότι δεν μπορούσε να πει και τίποτα άλλο.

Για να καταλάβουμε την θέση του, πρέπει να θυμηθούμε κάτι που επαναλάμβανε τακτικά:«Δεν υπάρχει άλλη επιλογή από τον διάλογο!»

Δηλαδή,το να επιδιώκουμε την ένωση (εννοείται όχι με κάθε θυσία) είναι καθήκον μας (όπως και να ευχόμεθα «υπέρ της των πάντων ενώσεως»), κι αν δεν κάνουμε διάλογο, τουλάχιστον για να διαφωτίσουμε την άλλη πλευρά για την ακενοτόμητη αλήθεια της Εκκλησίας, θα παγιώσουμε και βαθύνουμε το σχίσμα, και θα οδηγηθούμε σε πολύ χειρότερες καταστάσεις. Αυτό έλεγε η συνείδηση του και αισθανόταν ότι έκανε το καθήκον του απέναντι στην Εκκλησία.

Πιστεύω ότι έτσι αισθανόταν και ο πρώην Οικουμενικός Πατριάρχης μακαριστός κυρός Αθηναγόρας στα Ιεροσόλυμα το 1963. «Γιατί ήλθατε εδώ; τον ρώτησαν. Να πω καλημέρα στον αδελφό μου τον Πάπα. Έχουμε 500 χρόνια να μιλησουμε. Και οι διαφορές σας; Όταν υπάρχει αγάπη δεν υπάρχουν διαφορές(η έμφαση είναι δική μου). Οι θεολόγοι συμφωνούν με αυτό; Δεν ξέρω, γιατί οι θεολόγοι είναι πολλοί, ξέρω τι λέει η Θεολογία που είναι μία.» (Δ. Τσάκωνα, Αθηναγόρας ο Οικουμενικός, Αθήναι 1976, σ. 99).

Και όταν στενός σύμβουλος του του είπε: «Παναγιώτατε, ήταν η πιο Προτεσταντική συνάντησιςπου έγινε ποτέ μεταξύ των Αρχηγών της Δυτικής και της Ανατολικής Εκκλησίας!»(με την έννοια ότι είχε απλά πέσει ο ένας στην αγκαλιά του άλλου), «έσκασε στα γέλια», και είπε: «Ωστόσο ήταν κάτι θετικό αυτό σήμερα» (του ιδίου, σ. 100).

Έχει αμβλύνει ο διάλογος την ορθόδοξη συνείδηση; Δεν νομίζω. Έχει αμβλύνει τις διαφορές; Πάλι δεν νομίζω. Μπορεί να οδηγήσει στην ένωση; Και πάλι δεν νομίζω, ακριβώς για τον λόγο που ανέφερε ο πρώην Αυστρίας μακαριστός κυρός Χρυσόστομος, τουλάχιστον ανθρωπίνως (αλλά «τα αδύνατα παρ’ ανθρώποις δυνατά παρά τω Θεώ»).

Έχει βελτιώσει το κλίμα; Αναμφισβήτητα. Πρέπει να συνεχισθεί; Eάν διαφωτίζει την άλλη πλευρά για την ακενοτόμητη αλήθεια της Εκκλησίας που η Δύση έχει χάσει, δεν μπορoύμε να τον αρνηθούμε. Το ίδιο αν βελτιώνει το κλίμα και πάντως περιορίζει την χειροτέρεψη των σχέσεων.

Ούτως η άλλως, ο πιστός λαός δεν θα δεχθεί ανεπίτρεπτες παραχωρήσεις (το προηγούμενο της ψευδο-ένωσης στην Φερράρα-Φλωρεντία είναι αρκετό).

Ο καθένας δικαιούται να διαφωνήσει με αυτή την στάση. Κανείς όμως δεν δικαιούται να παριστάνει τον καλό Χριστιανό και να παίρνει την θέση του δικαιοκρίτη Θεού κατηγορώντας η και καταδικάζοντας όχι την άλφα η την βήτα στάση αλλά το πρόσωποόποιουδιαφωνεί μαζί του.

top
Has no content to show!