- Δημιουργηθηκε στις Κυριακή, 09 Νοεμβρίου 2014 01:52
- Εμφανίσεις: 112191
Παναγιώτη Σ. Παναγιωτόπουλου, Αντεισαγγελέως Εφετών Αθηνών | Romfea.gr
Σήμερα η Εκκλησία μας τιμά τη μνήμη του εν Αγίοις πατρός ημών Νεκταρίου, Επισκόπου Πενταπόλεως, του Θαυματουργού.
Μεγάλη μέρα ανέτειλεν ο Κύριος, ο Θεός μας, για να υμνήσουμε και τιμήσουμε με ύμνους και ήχους εξαίσιους, εν Εκκλησίαις και μη, και συγγραφές παντοίες, τον Άγιο του καιρού μας.
Τον «εν εσχάτοις χρόνοις φανέντα» (αφού ανακηρύχθηκε Άγιος μόλις το έτος 1961) Νεκτάριο, τον ταπεινό Αρχιερέα, τον ασκητικό κληρικό, με την άφθαστη όμως ιεροπρέπεια και το υπέροχο ιερατικό ήθος, τον φιλομόναχο και φιλέρημο αθλητή του Κυρίου, τον ανεξίκακο, τον υπερβολικά αφιλοχρήματο, τον γεμάτο απεριόριστη καλοσύνη, τον ελεήμονα και φιλάνθρωπο, τον παιδαγωγό, τον πνευματικό Πατέρα, τον χαρίζοντα και «αναβλύζοντα ιάσεις παντοδαπάς τοις ευλαβώς κραυγάζουσι» το Άγιον όνομά Του.
Ο Άγιος Νεκτάριος δαπάνησε ολόκληρη την εν τη γη βιωτή του, ευαρεστώντας τον Κύριο της Δόξης, τον Άγιο Θρόνο, έχοντας ως πρότυπο και οδηγό στις παντοειδείς καθημερινές του μέριμνες και ασχολίες το Χριστό, προσευχόμενος αδιαλείπτως και υποτάσσοντας το θέλημά του υπό το Θείο θέλημα.
Αγωνιζόταν να μιμηθεί τον Χριστό, δια των αρετών και των ευεργετημάτων του Αγίου Πνεύματος και κάθε του προσευχή ήταν μια μυστηριακή ένωση με το Θείο, δια της εναποθέσεως σ’ αυτό της άδολης, καθαρής και συντετριμμένης καρδίας του.
«Προσέξωμεν [έγραφε σε μια επιστολή, από 25 Νοε’ 1904] μη χάριν της ζωής, θυσιάσωμεν τον σκοπόν της ζωής και απολέσωμεν την αιώνιον ζωήν. Σκοπός της ζωής είναι, ίνα τελειωθώμεν και αποβώμεν άγιοι και αναδειχθώμεν τέκνα Θεού και κληρονόμοι της Βασιλείας των Ουρανών […] Μη ένεκα φροντίδων και μεριμνών του βίου αμελήσωμεν του σκοπού της ζωής».
Ο Άγιος Νεκτάριος έζησε μια ζωή προτύπως ασκητική, μια ζωή πλήρη κόπου, και μόχθου, και ιδρώτος και αγώνων, αλλά και πικριών και συκοφαντιών και διωγμών.
Ο Θείος Πατήρ, όμως, είχε υπέρ εαυτού τον Θεό και βίωνε και ενδυναμούτο από τα παραγγέλματα του Αποστόλου των Εθνών Παύλου, στόμα Χριστού: «εί ο Θεός υπέρ ημών, τίς καθ’ ημών;» (Ρωμ.8,31) και «τίς ημάς χωρίσει από της αγάπης του Χριστού; Θλίψις ή στεναχωρία ή διωγμός ή λιμός […]» (Ρωμ.8,35).
Τα πάντα συνεπώς ανέμενε, χάριν του Τριαδικού Θεού, εις όν είχε εναποθέσει τις ελπίδες του, τη μέριμνά του, τη ζωή του.
Ο Άγιος Νεκτάριος, «ζών εν σαρκί άγγελος», ήταν ολοκληρωτικά αφιερωμένος στην αγάπη του Θεού, επιθυμών να είναι παραστάτης του Χριστού, παραστάτης του Σταυρού Του και γι’ αυτό και η δική του ζωή του ήταν ένας Σταυρός, τον οποίο όμως υπέμενε με χαρά και αγαλλίαση, ευχαριστώντας τον Κύριον. Κακοπαθώντας «ως καλός στρατιώτης Ιησού Χριστού» (Β΄ Τιμ. 2,3).
Ο τιμώμενος Άγιος προέβαλε ένα νέο τρόπο ζωής, που διαπνεόταν από το πνεύμα της μετανοίας, της αγάπης, της άκρας ταπείνωσης, της πνευματικής άσκησης, συνεχόμενος εν παντί χρόνω με το του Αποστόλου Παύλου: «Ζώ δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί ο Χριστός» (Γαλ. 2,20).
Πριν ένα μήνα (10 Οκτ’ 2014), η Α.Θ.Π. ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος, επισκεφθείς την γενέτειρα του Αγίου Νεκταρίου, την Σηλυβρία της Ανατολ. Θράκης, τόνισε ότι «ο ευλογημένος βλαστός» αυτής είναι «ένα αγιασμένο πρόσωπο, εγνωσμένης αγάπης, βαθείας ειρήνης και μεγάλης ταπείνωσης, χαρίσματα τα οποία καλλιεργούσε και έτρεφε απέναντι σε κάθε άνθρωπο».
Ο Άγιος Νεκτάριος είναι αυτός που δέχθηκε, στο Πατριαρχείο Αλεξανδρείας, με άκρα ταπείνωση, στην αρχή το οφίκιο του Αρχιμανδρίτη και αμέσως μετά το αξίωμα του Αρχιερέως, του Επισκόπου Πενταπόλεως, λέγων: «Κύριε γιατί με ανύψωσες εις τοσούτον μέγα αξίωμα […] Εκ νεαράς ηλικίας Σου εζήτησα να γίνω απλός εργάτης του Θείου Λόγου Σου […]».
Είναι αυτός που χωρίς γνώση των εναντίον του κατηγοριών, άνευ απολογίας, άνευ δικαστηρίου και χωρίς απόφαση Συνόδου, συνεπώς μάλλον εκκλησιαστικά παράνομα, αποπέμπεται, εκδιώκεται από το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας και σιωπά! Υποτάσσεται και κύπτει τον αυχένα, χάριν της ενότητας της Εκκλησίας, στις βουλές του Πατριάρχου, πρώην προστάτη του, Σωφρονίου.
Ουδεμία λέξη προφέρει το άγιο στόμα του, για τις τόσες συκοφαντίες που ακούστηκαν σε βάρος του, ότι δηλαδή «εκίνησε την πτέρναν» κατά του ευεργέτου του Πατριάρχου, γενόμενος «δούλος πονηρός» και ραδιούργος επιδιώκων να καταλάβει το θρόνο του Πατριάρχη, συνοδευόμενες (οι συκοφαντίες) και με υπαινιγμούς για οικονομικές απολαβές και ηθικές παρεκτροπές του Οσίου και Δικαίου και Αγίου αυτού Αρχιερέως.
Αλλ’ «έστι δίκης οφθαλμός» για όσους συκοφάντησαν δεινώς τον Άγιο Πατέρα: Κανένας απ’ αυτούς ή άλλος δικός τους κληρικός δεν έγινε Πατριάρχης και άμα τη αναρρήσει στο Θρόνο του Πατριάρχου Φωτίου, εκδιώχτηκαν απ’ αυτόν από την Αίγυπτο και μάλιστα τινές εξ αυτών συνοδεία αστυνομικών οργάνων! Μόλις δε το 1998 (!!!) επί Πατριάρχου Αλεξανδρείας Πέτρου Ζ΄, η περί αυτόν Πατριαρχική Σύνοδος «διασκεψάνη, εν φόβω Θεού, και της εικόνος του Αγίου ευρισκομένης εν τη Συνοδική Αιθούση, απεφήνατο δια την αποκατάστασιν της διασαλευθείσης κανονικής τάξεως και εξετήσατο την συγχώρησιν παρά του Αγίου Πατρός ημών Νεκταρίου δια τον διωγμόν και την αδικωτάτην κατ’ αυτού μήνιν, επηρεία του πονηρού».
Ο Άγιος Νεκτάριος είναι αυτός ζει στην Αθήνα, «φυτοζωών» ως λέγει σε μια επιστολή του προς τον Πατριάρχη Σωφρόνιο, μόνος, έρημος, κατατρεγμένος, επιζητών οποιαδήποτε θέση για να κηρύξει το Λόγο του Ευαγγελίου.
Ο Θεοφόρος Πατέρας μας, μετά από πολλές πολλές παρακλήσεις και αμέτρητες ικεσίες, διορίζεται ένας απλός ιεροκήρυκας, αρχικά στην Ι.Μ. Χαλκίδας και αργότερα στην Ι.Μ. Φθιωτιδοφωκίδας, παρόλο που κατέχει το αξίωμα του Αρχιερέως. Αλλά, και στην Χαλκίδα τον συνοδεύουν οι εξ Αλεξανδρείας συκοφαντίες, οι οποίες υποδαυλίζονται από τους εκεί εκκλησιαστικούς κύκλους.
Έτσι, διαπράττονται αποδοκιμασίες σε βάρος του Ιεροκήρυκα-Επισκόπου-Αγίου εντός του Ι.Ναού καθ’ ην ώρα κηρύττει τον Θείο Λόγο, ο Μητροπολίτης Χαλκίδας Χριστόφορος, επιδεικνύει μικρόψυχη και εντελώς απαράδεκτη συμπεριφορά προς τον Άγιο, μη επιτρέπων σε αυτόν να ιερουργεί (!), ο αρχιμανδρίτης της Μητρόπολης Χρύσανθος κατηγορεί ασύστολα και ευθέως τον Άγιο, όχι μόνο στα γραφεία και στους εκκλησιαστικούς κύκλους αλλά και σε έντυπα, και τέλος, η τριμελής Επισκοπική Επιτροπή Χαλκίδας, που διοικεί τη Μητρόπολη μετά το θάνατο του Μητροπολίτη, σε ένα κατάπτυστο κείμενο επιστολής που αποστέλλει στον Άγιο Νεκτάριο (διασώζεται με αριθμ. πρωτ. 276/2 Ιουλίου 1892), με εντελώς ανοίκειο, αγενές και θρασύτατο ύφος «διατάττει» αυτόν να μην τελεί ιεροτελεστίες άνευ αδείας της, χρησιμοποιώντας μάλιστα εκφράσεις όπως «σας διατάττει η επιτροπή», «ποιεί υμίν κατάδηλον η επιτροπή» παρεμβάλλοντας δε λέξεις και στον ενικό αριθμό: «μετέβης και εκήρυξες», «προβαίνεις» κλπ θλιβερά. Και οι «διατάσσοντες», οι αποτελούντες την Επισκοπική Επιτροπή, είναι τρείς ιερείς (!!!), που φέρουν δηλαδή τον βαθμό του Ιερέως (οι δύο εξ αυτών απόφοιτοι του Δημοτικού) και απευθύνονται με τέτοιο τρόπο σε Άγιο Αρχιερέα !!!
Αλλά οι πικρίες δεν σταματούν. Έχει αναλάβει ήδη Διευθυντής της Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής, και επειδή οι ψίθυροι, τα «βέλη» από μερικούς Συνοδικούς Μητροπολίτες και οι ενοχλήσεις από τη Διοίκηση συνεχίζονται για «το Πατριαρχικόν εκείνον ζήτημα», αποφασίζει ο Άγιος Νεκτάριος να στείλει επιστολές τόσο στον νέο Πατριάρχη Αλεξανδρείας Φώτιο όσο και στον Οικουμενικό Πατριάρχη Ιωακείμ Γ΄, «προς διακανόνησιν της θέσεώς του ως Αρχιερέως […] και επίγνωσιν της Εκκλησιαστικής Αρχής εξ ής εξαρτώμαι και εις ήν υπάγομαι ως Αρχιερεύς».
Διότι, έγραφε, «ως έχουσι τα κατ’ εμέ, ευρίσκομαι απολελυμένος και εις ουδεμίαν των Αυτοκεφάλων Εκκλησιών ανήκων, διότι και εν Ελλάδι μετά δεκατεσσάρων ετών συνεχή υπηρεσίαν εν των Κράτει ως υπαλλήλου θεωρούμαι υπό της εν Ελλάδι Διοικούσης Ιεράς Συνόδου ως παρεπιδημών Αρχιερεύς».
Το τεθέν ζήτημα όμως δεν ελύθη και ματαίως αναμένει απαντήσεις και λύσεις ο Άγιος, και συνεχίζει να ευρίσκεται ο Άγιος Πατέρας, Αρχιερέας «όσιος, άκακος, αμίαντος», «όλως απολελυμένος» μη ανήκων εις ουδεμίαν Εκκλησίαν και να παρατηρεί ο ίδιος με παράπονο: «Το εις τα εκκλησιαστικά χρονικά άγνωστον τοιούτον γεγονός, το είναι Αρχιερέαν τινά όλως απολελυμένον και εις ουδεμίαν Εκκλησίαν ανήκοντα […]». Δεν βρέθηκε μια Εκκλησία να εγγράψει στις δέλτους της και στους επίσημους Κώδικες της έναν τέτοιο Άγιο Αρχιερέα!
Σιγά και κλαίει, όταν ο Μητροπολίτης Αθηνών Θεόκλητος, τον ψέγει με δριμύ κατηγορώ, με επίσημο έγγραφο (αριθμ. πρωτ. 1363/30 Σεπτ’ 1914) διάστικτο από Κανονικό Δίκαιο, και ολόκληρα χωρία από Κανόνες Οικουμενικών Συνόδων, περί των προϋποθέσεων ίδρυσης μονών, ότι «άνευ βουλής και γνώμης του οικείου Αρχιερέως» ίδρυσε Μονήν στη νήσο Αίγινα, και ας είναι ο ίδιος, ο Μητροπολίτης Αθηνών, που είχε παράσχει στον Άγιο Νεκτάριο την προφορική του συγκατάθεση για την ίδρυση της μονής.
Διαβάζει και ξαναδιαβάζει το έγγραφο ο Άγιος Νεκτάριος και μονολογεί: «Ο Θεός να σε συγχωρέσει αδελφέ. Δεν γνωρίζεις λοιπόν τίποτε δια την ίδρυσιν του ιερού τούτου έργου, τίποτε απολύτως […]». Απολογείται δε με υπόμνημα ενώπιον του Αρχιεπισκόπου, ενώ οι φήμες για επέμβαση του τελευταίου προς διάλυση της μονής οργιάζουν και προσεύχεται στον πανεπόπτη Πατέρα: «διό ευδοκώ εν ασθενείαις, εν ύβρεσιν, εν ανάγκαις, εν διωγμοίς, εν στεναχωρίαις, υπέρ Χριστού» (Β΄ Κορ. 12,10).
Δεν περνά πολύς καιρός, και αντιμετωπίζει νέα δοκιμασία. Όταν δηλαδή αφικνείται στην Αίγινα ο εισαγγελέας Πειραιώς, για να ερευνήσει εκ του σύνεγγυς την καταγγελία της «κερούς» (μιας γυναίκας που διέβαλε τον Άγιο Νεκτάριο στη Σύνοδο και στις Εισαγγελικές αρχές για … ηθικά παραπτώματα στη Μονή της Αίγινας).
Όταν δηλαδή το ανοίκειο και βέβηλο χέρι του (συναδέλφου, φευ!) εισαγγελέα Πειραιώς, με πρωτοφανή βαναυσότητα και χωρίς να σεβαστεί τα επισκοπικό του αξίωμα, τον «ταρακουνά» από το αγιασμένο ράσο του για να του αποκαλύψει που κρύβει τα κατά την καταγγελία της «κερούς» εξώγαμα και που είναι το «χαρέμι» του.
Και ο Άγιος δεν κοίταζε τον εισαγγελέα, παρά είχε στραμμένο το βλέμμα του στον ουρανό και προσευχόταν εσωτερικά, κάπως έτσι: «Ευλογητός ο Θεός και πατήρ του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ο πατήρ των οικτιρμών και Θεός πάσης παρακλήσεως, ο παρακαλών ημάς εν πάση τη θλίψει ημών» (Β΄ Κορ. 1, 3-4).
Για εξέταση της ίδιας καταγγελίας, καταφθάνει στην Αίγινα ο εν τω μεταξύ ανελθών στο θρόνο της Αρχιεπισκοπής Αθηνών Μελέτιος, ο οποίος, οξύθυμος ων, με τη σειρά του, φέρθηκε με περισσή σκληρότητα στον Άγιο Νεκτάριο.
Μόλις χρειάζεται δε να ειπωθεί ότι η καταγγελία κατέρρευσε, ως ψευδής και ανυπόστατη, και η καταγγέλλουσα «κερού», Ειρήνη Φραγκούδη, καταδικάστηκε αυτεπαγγέλτως για ψευδή καταμήνυση και συκοφαντική δυσφήμηση.
Ως επίλογος, στις λίγες αυτές γραμμές, πρέπει να τεθούν τα λόγια ενός ανθρώπου που έζησε από πολύ κοντά τον Άγιο Νεκτάριο, και γράφτηκαν τούτα σε πολύ πρώιμη ηλικία, ότε ο άνθρωπος αυτός, που δεν είναι άλλος από τον Κωστή Σακκόπουλο, ήταν σπουδαστής στην Ριζάρειο Εκκλησιαστική Σχολή, με Διευθυντή τον Άγιο Πενταπόλεως:
«Τί το ιδιάζον, τί το ακτινοβολούν άραγε κρύβει εις την απλήν και πλήρη ταπεινώσεως εμφάνισίν του; Τον βλέπεις να ζη εντός του κόσμου, να υπάρχη, να συνδιαλέγεται με τον κόσμον και όμως αισθάνεσαι ότι δεν είναι άνθρωπος του κόσμου, ότι δεν έχει ουδεμίαν επαφήν και σχέσιν με τα επιδιώξεις, τας προσδοκίας και τα όνειρα των συνήθως ατόμων άτινα μας περιβάλλουν. Προσεύχεται άνευ υπερβολής νυχθημερόν, προσεύχεται υπέρ της του κόσμου σωτηρίας και ονειροπολεί μετά δέους την ανέσπερον Βασιλείαν του Θεού. Και γνωρίζει όσον ουδείς τα μυστικάς αυτής διόδους. Διότι ανεξίκακος ών, αγαπά τους πάντας και αφοπλίζει τους πονηρούς με το αθώον βλέμμα […] Είναι άνθρωπος αλλά διαβιεί αγγελικώς […]».