Άρθρα - Απόψεις

Το Εκκλησιαστικό ήθος - Ζητούμενο είδος

fthiotidos nikolaos1

Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Φθιώτιδος κ. Νικολάου

Είναι ζητούμενο είδος, μάλιστα στο χώρο της Εκκλησίας. Παρ’ ότι είναι αυτό που πρέπει να διακρίνει τους πιστούς και μάλιστα τους αφιερωμένους στη διακονία της Εκκλησίας κληρικούς, εν τούτοις είναι τόσο παραμορφωμένο και κακοποιημένο, ώστε να χρησιμοποιείται ως διαφημιστικό είδος για την δημιουργία εντυπώσεων και επίτευξη σκοπών.

Το ήθος της Εκκλησίας είναι το ήθος και ο χαρακτήρας του Χριστού. Είναι το ήθος των αγίων.

Όταν λέμε, ότι αυτός έχει εκκλησιαστικό ήθος, πρέπει να εννοούμε, ότι έχει πίστη στο Θεό ακλόνητη, ότι βιάζει τον εαυτό του προς ευσέβειαν, ότι έχει συμπεριφορά ανυπόκριτη, ότι διακρίνεται για την απλότητα και ταπείνωσή του, ότι διά την επίτευξη των στόχων του δεν χρησιμοποιεί άθεσμα, ύπουλα, υπόγεια και διεφθαρμένα μέσα, ότι δέχεται τις θλίψεις με υπομονή, ότι καθίσταται καθημερινά μιμητής των αγίων, ότι αγαπά ουσιαστικά τους πάντες.

Ο Απόστολος Παύλος ως εξής περιγράφει το εκκλησιαστικό ήθος: «Τύπος γίνου των πιστών εν λόγω, εν αναστροφή, εν αγάπη, εν πνεύματι, εν πίστει, εν αγνοία».(Α΄Τιμοθ. 4,12)

Σπάνιο είδος στις μέρες μας το Εκκλησιαστικό ήθος. Το έχει προσπεράσει η επιτηδειότητα, η διπλωματία, ο καιροσκοπισμός, η χρησιμοθηρία, η έπαρση, η ανηθικότης και όλα εκείνα τα μηχανεύματα που χρησιμοποιεί ο κόσμος και οι του κόσμου.

Το τραγικό δεν είναι, ότι πολεμείται από τους ανθρώπους του σκότους το Εκκλησιαστικό ήθος.

Το δραματικό και τραγικό μαζί είναι, ότι εμείς οι άνθρωποι της Εκκλησίας δεν ενστερνιζόμαστε στη ζωή μας το ήθος της Εκκλησίας αλλά το χρησιμοποιούμε «ως χαλκό ηχών ή κύμβαλον αλαλάζον» (Α΄Κορινθ. 13,1) προκειμένου να εντυπωσιάσουμε και να επιτύχουμε τους στόχους μας.

Στην προκειμένη περίπτωση μας συμβουλεύει ο θείος Παύλος:

«Ει ζώμεν Πνεύματι, Πνευματι και στοιχώμεν». (Γαλ. 5, 25)

(Από την Εφημερίδα Φθιωτική Εκκλησιαστική Φωνή)

 

Ο ασκητής και Καθηγούμενος της Μονής Οσίου Δαβίδ

iakovos-tsalikis

Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας,

Μέγας Ὑμνογράφος τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἐκκλησίας | Romfea.gr

Ἀστέρι μεγάλου βεληνεκοῦς ὁ ὅσιος Γέροντας Ἰάκωβος Τσαλίκης, ὁ θαυμαστὸς Ἡγούμενος τῆς Μονῆς τοῦ Ὁσίου Δαβίδ Εὐβοίας, ἔλαμψε στὶς ἡμέρες μας μὲ τὶς ἀστραπὲς τῆς ἁπλότητός του, τῆς καλωσύνης του, τῆς ἰσάγγελης πολιτείας του καὶ τοῦ πλήθους τῶν θαυμασίων του.

Ὁ Γέροντας Ἰάκωβος ἀποτελεῖ τὴν προσωποποίηση τῆς ἀγάπης, τὴν ἔμψυχη στηλογραφία τῆς «ἐν Χριστῷ καινῆς ζωῆς», τὸν πρόβολο τῆς ἀρετῆς καὶ τὸ ἔσοπτρο τῆς ταπεινώσεως καὶ τῆς ἐγκρατείας.

Ἐνσάρκωνε καὶ βίωνε τὴ Διαθήκη τῆς χάριτος καὶ εὔφραινε ὅσους τὸν πλησίαζαν, ἀφοῦ ἦταν ὅλος «εὐωδία Χριστοῦ» (Β΄ Κορ. β΄ 15). Τοὺς ἀνέπαυε μὲ τὴ γλυκύτητα τῶν λόγων σου καὶ τοὺς μετέδιδε τὰ ἀγαθὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, «χαρά, εἰρήνη καὶ πραότητα» (Γαλ. ε΄ 22), μὲ τὰ ὁποῖα ἦταν προικισμένος ἐπιβεβαιώνοντας τὴν εὐαγγελικὴ φράση «ἐκ τοῦ περισσεύματος τῆς καρδίας ὁμιλεῖ ἡ γλῶσσα» (Ματθ. ιβ΄ 34).

Πνευματικὸ ἀνάστημα τῆς Μονῆς τοῦ Ὁσίου Δαβίδ, στὴ βόρεια Εὔβοια, ὁ Γέροντας Ἰάκωβος, ἐστάλη ἀπὸ τὸ φιλάνθρωπο Κύριο, γιὰ νὰ παρηγορήσει τὸ σύγχρονο παρανομοῦντα Ἰσραὴλ καὶ γιὰ νὰ τὸν νουθετήσει μὲ τὸ παράδειγμα τῆς ἁπλῆς, ἀλλὰ ὁσιακῆς βιοτῆς του καὶ τὴ χάρη τοῦ λόγου του, ὁ ὁποῖος ἦταν πάντοτε «ἅλατι ἠρτυμένος» (Γαλ. β΄ 6). Δὲν γνώριζε πολλὰ γράμματα ὁ Γέροντας, εἶχε ἐπισκιασθεῖ ὅμως, ὅπως οἱ ἁλιεῖς τῆς Γαλιλαίας, ἀπὸ τὴ χάρη τοῦ Παναγίου Πνεύματος, τοῦ σοφίζοντος τοὺς ἀσόφους καὶ κινοῦντος τὰ χείλη τῶν ἐκλεκτῶν τοῦ Θεοῦ γιὰ πνυματικὴ καθοδήγηση τοῦ λαοῦ πρὸς τὴ σωτηρία.

Ὁ Γέροντας Ἰάκωβος γεννήθηκε στὶς 5 Νοεμβρίου τοῦ 1920 ἀπὸ εὐσεβεῖς γονεῖς, τὴ Θεοδώρα ἀπὸ τὸ Λιβίσι τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καὶ τὸ Σταῦρο ἀπὸ τὴ Ρόδο. Στὶς ἀρχὲς τοῦ 1922 Τοῦρκοι Τσέτες ἔπιασαν τὸν πατέρα του αἰχμάλωτο καὶ τὸν ὁδήγησαν στὰ βάθη τῆς Ἀνατολίας.

Μετὴ τὴν καταστροφὴ τῆς εὐλογημένης μας Μικρᾶς Ἀσίας, τὴν ὁποίαν ἐπέτρεψε ὁ Θεὸς γιὰ τὶς ἁμαρτίες καὶ τὴν ἀποστασία μας, ἡ οἰκογένεια τοῦ Γέροντος ἀκολούθησε τὸ σκληρὸ δρόμο τῆς προσφυγιᾶς. Τὸ καράβι τοὺς μετέφερε στὴν Ἰτέα καὶ ἀπὸ ἐκεῖ ἐγκαταστάθηκαν στὴν Ἄμφισσα.

Ἐκεῖ εὐδόκησε ὁ Κύριος, τὸ 1925, νὰ τοὺς βρεῖ καὶ ὁ πατέρας του καὶ ὅλη πλέον μαζὶ ἡ οἰκογένεια νὰ μετακινηθεῖ στὸ χωριὸ Φαράκλα τῆς Εὔβοιας.

Στὴν ἡλικία τῶν ἑπτὰ ἐτῶν ὁ θεοφώτιστος μικρὸς Ἰάκωβος εἶχε ἀποστηθήσει τὴ Θεία Λειτουργία χωρὶς νὰ γνωρίζει γράμματα. Τὸ 1927 πῆγε στὸ Δημοτικὸ Σχολεῖο καὶ διακρίθηκε γιὰ τὶς ἐπιδόσεις του καὶ τὴν ἔκδηλη ἀγάπη του πρὸς τὴν Ἐκκλησία καὶ τὰ ἱερὰ γράμματα.

Ἡ ἐμφάνιση τῆς Ἀγίας Παρασκευῆς στὸ μικρὸ Ἰάκωβο καὶ ἡ ἀποκύλυψη τοῦ λαμπροῦ ἐκκλησιαστικοῦ του μέλλοντος τόνωσε τὴν πίστη τοῦ νεαροῦ μαθητοῦ καὶ τὴν εὐλάβειά του.

Συχνὰ ἡ καθαρότητα τοῦ βίου του τὸν ὁδηγοῦσε σὲ προσευχὴ γιὰ τοὺς πάσχοντες συγχωριανούς του, τοὺς ὁποίους θεράπευε διαβάζοντάς τους ἄσχετες μὲ τὴν περίπτωσή τους εὐχές, ἀλλὰ μὲ πολὺ κατάνυξη δείχνοντας σὲ ὅλους ὅτι «χάρις Θεοῦ ἦν ἐπ’ αὐτό» (Λουκ. β΄ 40).

Τὸ 1933 τελείωσε τὸ Δημοτικό, ἀλλὰ οἱ οἰκονομικὲς δυσκολίες τῆς οἰκογενείας του δὲν ἐπέτρεπαν τὴ συνέχεια σὲ γυμνασιακὲς σπουδές. Ἔτσι, ἀκολούθησε τὸν πατέρα του στὴ χειρωνακτικὴ ἐργασία του.

Ὁ Μητροπολίτης Χαλκίδος ἐντυπωσιασμένος ἀπὸ τὸ μελωδικὸ ψάλσιμό του τὸν χειροθέτησε ἀναγνώστη.

Ἐντυπωσιακὴ γιὰ ὅλους ἦταν ἡ ἀσκητική του ζωή, ἡ προσευχητική του τάση, ἡ φιλεργατικότητά του, ὁ λίγος ὕπνος καὶ ἡ αὐστηρὴ τήρηση τῶν νηστειῶν.

Στὴν ἑκούσια αὐτὴ προσωπική του στέρηση ἦλθε νὰ προστεθεῖ ἡ ἀκούσια ταλαιπωρία ὅλης τῆς οἰκογενείας του καθὼς καὶ ὅλων τῶν δύσμοιρων προσφύγων ἀπὸ τὶς στερήσεις τῆς κατοχῆς.

Τὸν Ἰούλιο τοῦ 1942 πέθανε ἡ μητέρα τοῦ Γέροντος προλέγοντάς του τὴ μελλοντικὴ ἱερωσύνη του. Τὸ 1947 ὁ π. Ἰάκωβος κατετάγη στὸ στρατό, ὅπου παρέμεινε ἀπτόητος στοὺς χλευασμοὺς τῶν συναδέλφων του, ποὺ πειρακτικὰ τὸν ἀποκαλοῦσαν «ὁ «πάτερ Ἰάκωβος».

Ἀπολάμβανε, ὅμως, τῆς ἐκτιμήσεως τοῦ Διοικητῆ του, ὁ ὁποῖος ἦταν ἀπὸ τοὺς λίγους ποὺ εἶχε διαισθενθεῖ τὴ λαμπρὴ μελλοντικὴ πνευματικὴ σταδιοδρομία τοῦ νεαροῦ προσφυγόπουλου.

Μετὰ τὴν ἀπόλυση του ἀπὸ τὸ στρατό, τὸ 1949, ὁ Ἰάκωβος σὲ ἡλικία 29 ἐτῶν ἀπορφανίσθηκε καὶ ἀπὸ πατέρα. Ὁ ἀγώνας του τότε ἐπικεντρώθηκε στὴν ἀποκατάσταση τῆς ἀδελφῆς του, χωρίς, ὅμως, αὐτὸς νὰ ἀπωθεῖ ἀπὸ τὴ σκέψη του τὴν παιδική του ἐπιθυμία γιὰ τὴ μοναχικὴ πολιτεία.
Μετὰ τὸ γάμο τῆς ἀδελφῆς του, τὸ Νοέμβριο τοῦ 1952 ὁ Ἰάκωβος προσῆλθε στὸ Μοναστήρι τοῦ Ὁσίου Δαβίδ, κοντὰ στὶς Ροβιές, ἐκπληρώνονας τὴν ἐπιθυμία τῆς ὁλοκληρωτικῆς ἀφιερώσεώς του στὸ Θεό. Σὲ ἡλικία 32 ἐτῶν ὁ Ἰάκωβος ἐκάρη μοναχὸς καὶ στὶς 19 Δεκεμβρίου 1952 στὴ Χαλκίδα χειροτονήθηκε Ἱερέας ἀπὸ τὸ Μητροπολίτη Γρηγόριο.

Ἔκτοτε συνέχισε τὴν ἀσκητική του ζωὴ στὸ Μοναστήρι, μὲ σύντονες προσευχὲς στὸ σπήλαιο τοῦ Ὁσίου Δαβίδ, μὲ θεοπτίες καὶ θαύματα, τὰ ὁποῖα πλήθαιναν μὲ τὴν πάροδο τοῦ χρόνου.

Ἔφθασε σὲ ὑψηλὰ μέτρα ἄρετῆς καὶ δέχθηκε πολλὲς ἐπιθέσεις ἀπὸ τὸ μισόκαλο δαίμονα, ποὺ μισοῦσε τὴν ἰσάγγελη βιοτή του.

Συχνὰ ἔβλεπε καὶ συνομιλοῦσε μὲ τὸν Ὅσιο Δαβὶδ καὶ τὸν Ὅσιο Ἰωάννη, τὸ Ρῶσο, ἐνῶ ἀξιώθηκε καὶ προορατικοῦ καὶ διορατικοῦ χαρίσματος.

Πολλὲς φορὲς τὴν ὥρα τῆς Θείας Λειτουργίας ἔβλεπε Ἀγγέλους τὰ περιΐπτανται γύρω ἀπὸ τὸ Ἱερὸ Θυσιαστήριο, Χερουβεὶμ καὶ Σεραφεὶμ νὰ τὸν κυκλώνουν καὶ τὰ Ἑξαπτέρυγα νὰ καλύπτουν τὸ πρόσωπό τους μὲ τὶς φτεροῦγες τους, σεβόμενοι τὸ ἐσφαγμένο Ἀρνίο, τὸ Θεάνθρωπο Ἰησοῦ, μέσα στὸ Ἅγιο Δισκάριο μελιζόμενο καὶ μὴ διαιρούμενο, ἐσθιόμενο καὶ μηδέποτε δαπανώμενο.

Τὸν Αὔγουστο τοῦ 1963 μὲ θαυμαστό τρόπο χόρτασε με τρία κιλὰ μανέστρα 75 ἐργάτες μὲ  πλουσιοπάροχες μερίδες καὶ τοῦ περίσσεψε καὶ μισὴ κατσαρόλα.

Καθήκοντα Ἡγουμένου τοῦ Μοναστηριοῦ του ἀνέλαβε τὶς 25 Ἰουνίου τοῦ 1975 καὶ βάστασε σταθερὰ τὸ πηδάλιό του μέχρι τὴν ὁσιακή του κοίμηση, στὶς 21 Νοεμβρίου, τοῦ 1991.

Ἀπὸ τὴ λιτοδίαιτη καὶ ἀσκητικὴ ζωὴ κλονίσθηκε, ὅμως, ἡ ὑγεία τοῦ Γέροντος, οἱ φλέβες τῶν ποδιῶν του σάπισαν, ἀναγκάσθηκε νὰ ὑποβληθεῖ σὲ ἐγχειρήσεις κήλης, σκωλικοειδίτιδας, προστάτη καὶ καρδιᾶς, μέχρι τοποθετήσεως σὲ αὐτὴ βηματοδότη.

Ἀπὸ τὸ 1990 καὶ μετὰ οἱ δυνάμεις του ἄρχισαν νὰ τὸν ἐγκαταλείπουν. Τὸ Σεπτέμβριο τοῦ 1991 μετὰ ἀπὸ μικροεμφράγματα νοσηλεύθηκε στὸ Γενικὸ Κρατικὸ Νοσοκομεῖο Ἀθηνῶν.

Ἐπιστρέφοντας στὸ Μοναστήρι ἔπαθε φλεγμονή, ἡ ὁποία, δυστυχῶς, ἐξελίχτηκε σὲ πνευμονία. Ὁ ἴδιος εἶχε διαισθανθεῖ τὸ τέλος του.

Τὸ πρωΐ τῆς 21ης Νοεμβρίου 1991 παρακολούθησε τὴν ἀκολουθία τῶν Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου μας, ἔψαλε καὶ κοινώνησε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων.

Μετὰ ἐξομολόγησε μερικοὺς πιστοὺς καὶ ἔκανε μιὰ βόλτα γύρω ἀπὸ τὸ Μοναστήρι. Τὸ μεσημέρι ἐξομολόγησε μιὰ πνευματική του κόρη καὶ περίμενε τὴν ἐπιστροφὴ ἀπὸ τὴ Λίμνη τοῦ ὑποτακτικοῦ του Ἰακώβου, ποὺ ἐκείνη τὴν ἡμέρα χειροτονοῦσε σὲ διάκονο ὁ Μητροπολίτης Χαλκίδος.

Μόλις ἦλθαν οἱ πατέρες ὁ Γέροντας προσπάθησε νὰ σηκωθεῖ, ἀλλὰ ζαλίσθηκε. Ἡ ἀναπνοή του βάρυνε, ὁ σφυγμός του ἐξασθένησε καὶ ἀπὸ τὰ χείλη του βγῆκε ἕνα μικρὸ φύσημα.

Ὁ Γέροντας πῆρε τὸ δρόμο γιὰ νὰ εἰσοδεύσει στὴ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Οἱ λαϊκοὶ ποὺ εἰδοποιήθηκαν γιὰ τὴν κηδεία του ἦταν ἐλάχιστοι.

Τὰ τηλέφωνα, ὅμως, πῆραν φωτιὰ καὶ ὁ ἕνας στὸν ἄλλο μετέδωσαν τὸ θλιβερὸ γεγονός.

Τὴν ἑπόμενη ἡμέρα χιλιάδες κόσμου κατέκλυσαν τὸ Μοναστήρι, κληρικοὶ ὅλων τῶν βαθμίδων, πνευματικοπαίδια τοῦ Γέροντα ἀπὸ ὅλη τὴν Ἑλλάδα, ἦλθαν νὰ δώσουν τὸν τελευταῖο ἀσπασμό.

Ἡ αὐλὴ τοῦ Μοναστηριοῦ ἦταν κατάμεστη. Ἡ νεκρώσιμη ἀκολουθία ἐψάλη στὸ 

ὕπαιθρο καὶ μετὰ ἀπὸ τοὺς ἐπικήδειους λόγους λιτανεύθηκε τὸ ἱερὸ σκήνωμα γύρω ἀπὸ τὸ Καθολικό. Κατὰ τὴ διάρκεια τῆς λιτανείας πολλοὶ πιστοὶ εἶδαν τὸ Γέροντα νὰ σηκώνεται ἀπὸ τὸ φέρετρο καὶ νὰ εὐλογεῖ τὰ πλήθη.

Μόλις τὸ ἱερὸ σκήνωμα κατέβαινε στὸν τάφο μὲ μιὰ φωνὴ οἱ χιλιάδες τῶν πιστῶν μὲ ἀναστάσιμους ὕμνους καὶ κάτω ἀπὸ κωδωνοκρουσίες ἀναστάσιμης χαρᾶς κραύγαζαν « Άγιος, Άγιος».

Ἔκτοτε ὁ Γέροντας Ιάκωβος μὲ τὶς δεκάδες μετὰ τὸ θάνατό του θαυμάτων, ἔχει καταταγεῖ στὶς ψυχὲς τῶν πιστῶν ὡς Ἅγιος, αὐτῶν ποὺ ἀναμένουν μὲ λαχτάρα καὶ τὴν ἐπίσημη ἁγιοκατάταξή του ἀπὸ τὴ Μητέρα Ἐκκλησία.

 

Σύρου: Μήπως θα ήταν καλύτερο αν έλεγε ο Μεταξάς ΝΑΙ;

METAJAS

Του Μητροπολίτου Σύρου κ. Δωροθέου | Πολιτικά Θέματα

Είναι γεγονός ότι η Ιστορία δεν γράφεται με υποθέσεις, ούτε και ερμηνεύτεται με βάση τις εκάστοτε κρατούσες ιδεολογίες ή επικρατούσες ιδεοληψίες...

Και, οπωσδήποτε, η γνώση και κατανόηση των γεγονότων και των αιτίων, που τα δημιούργησαν, των κινήτρων των πρωταγωνιστών τους και των συνεπειών των πράξεων, ενεργειών ή και παραλείψεών τους, προϋποθέτει την απαλλαγή μας από κάθε παραμορφωτικό της ιστορικής πραγματικότητας και παραποιητικό της ιστορικής αλήθειας στοιχείο, απαιτεί ευρυμάθεια και ευρύνοια, πλήρη γνώση και ανοιχτό μυαλό.

Διαφορετικά, αν κρίνουμε τα γεγονότα με βάση τις κάθε φορά σύγχρονες αντιλήψεις, πρακτικές και θεωρίες, είναι πολύ πιθανόν να αλλοιώσουμε την αλήθεια και να αποπροσανατολίσουμε ένα ολόκληρο λαό.

Για παράδειγμα, πώς μπορεί να κατανοηθεί το μυριόστομο “ΟΧΙ” του 1940 από μια κοινωνία αποκομμένη από τις ρίζες της, από μια κοινωνία αλλοιωμένη και αλλοτριωμένη, που θεοποιεί το χρήμα, το έχειν και την επίπλαστη ευμάρεια, και αυτά διδάσκει στα παιδιά της;

Έτσι, αφανίζεται η ιστορική μνήμη και μαζί της η εθνική αυτοσυνειδησία και ο αληθής και γνήσιος πατριωτισμός χάνει το νόημά του, καταντάει άλλοθι αντιπατριωτικών επιλογών και βλασφημείται στο ξημέρωμα σκοτεινών αυγών...

Δεν είναι, κατά ταύτα, παράδοξο, που κάποιοι, μεταξύ των οποίων και επιφανής μουσικοσυνθέτης, υποστήριξαν και υποστηρίζουν ότι θα ήταν καλύτερο αν οι Έλληνες, ως πολιτική ηγεσία και ως λαός, έλεγαν το 1940 “Ναι”.

Εκ πρώτης όψεως, δεν έχουν άδικο. Εξετάζοντας τα γεγονότα και τις μετέπειτα εξελίξεις, το ΟΧΙ του Μεταξά και των Ελλήνων δεν είχε κανένα πρακτικό αντίκρυσμα.

Εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες χάθηκαν στα πεδία των μαχών ή πέθαναν από την πείνα, ή εκτελέστηκαν από τους κατακτητές. Και μετά, ήρθε ο Εθνοκτόνος Διχασμός, που μάτωσε ακόμα περισσότερο το σώμα του Ελληνισμού, αποδυνάμωσε τη φωνή του, έπνιξε τις δίκαιες διεκδικήσεις του και υπονόμευσε τη δημοκρατική, οικονομική και κοινωνική ανάπτυξή του...

Τόσος πόνος, τόσα δάκρυα “για ένα πουκάμισο αδειανό”, όπως πικρά έγραφε ο Σεφέρης...

Ενώ, αν λέγαμε NAI, τίποτε από αυτά δεν θα συνέβαινε, και ίσως να είμαστε στην ίδια θέση με χώρες και λαούς, που τότε συμβιβάστηκαν με τη βία και γονάτισαν στο φόβο, και τώρα βρίσκονται στην ηγεσία της Ευρωπαϊκής σκηνής!

Μια τέτοια σκέψη, όμως, φαίνεται λογική, μόνο υπό τα σύγχρονα κριτήρια, αυτά ακριβώς που μας οδήγησαν στη σημερινή αποτυχία και τα πολλαπλά εθνικά και κοινωνικά αδιέξοδα!

Σίγουρα, ο αγώνας του ’40 δεν ήταν αποτέλεσμα μιας ηθελημένης απόφασης. Αν ερωτώντο οι Έλληνες αν θα ήθελαν τον πόλεμο ή θα προτιμούσαν να ζήσουν ειρηνικά, η απάντηση θα ήταν αυτονόητη. Όμως, πάνω από τον εαυτό, την οικογένεια, το πρόγραμμα της ζωής, τα αγαθά, τις χαρές και τις λύπες της καθημερινότητας, τις ελπίδες και τα όνειρα, υπήρχαν, πάντα υπάρχουν, δύο έννοιες μοναδικές: η ελευθερία και η αξιοπρέπεια...

Και το κυριώτερο είναι ότι ο αγώνας του 1940 έγινε 18 χρόνια μετά την μεγάλη καταστροφή της Μικρασίας, τον ξεριζωμό και την προσφυγιά, 8 χρόνια μετά την χρεωκοπία εξαιτίας του κραχ του μεσοπολέμου και της αδυναμίας της ηγεσίας, αλλά και της χώρας να αντέξει τις δυσκολίες προσαρμογής σε ένα περιβάλλον οικονομικά ασταθές και να επουλώσει τις πληγές από τον διχασμό.

Κι` όμως, την δύσκολη ώρα, εκεί που θα νόμιζε κάποιος κινούμενος με την λογική ότι ο λαός θα συμβιβαστεί και θα αποδεχθεί την υποδούλωση στο βωμό της ησυχίας και της «ειρήνης», ο λαός αντιτάσσει το ΟΧΙ, πολεμά με την καρδιά του και νικά, γεννώντας και ζώντας ένα θαύμα που ελάχιστοι λαοί στην Ιστορία έχουν πετύχει..
Γι` αυτό και ο Ελληνικός Λαός είναι ο μόνος στον κόσμο, που δεν εορτάζει το τέλος, αλλά την έναρξη του πολέμου!

Γιατί δεν τον ενδιαφέρει το αποτέλεσμα, δεν τον κάμπτει η βεβαιότητα ότι στο τέλος “οι Μήδοι θα περάσουν”, αλλά κινείται με άξονα την επιτέλεση του ιστορικού του χρέους προς την πατρίδα και την ανθρωπότητα, να αγωνίζεται και να μάθει τους άλλους να αγωνίζονται για ελευθερία και αξιοπρέπεια!

Έγραφε ο Γ. Βλάχος στην Καθημερινή της 4ης Νοεμβρίου 1940:«Λοιπόν;Θα συνεχίσωμεν την συζήτησιν; Θα βάλωμεν κάτω έναν καφέν και θα σταθώμεν γύρω από το φλιτζάνι του οι απόλεμοι, οι άχρηστοι, οι καφενόβιοι, διά να πούμε, περί του ποιος θα νικήση και ποιος θα επικρατήσει;... Προς Θεού! θα νικήση η Ελλάς! Όλους; ΟΛΟΥΣ! ΟΛΟΝ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟΝ! Χωρίς συλλογισμούς, χωρίς συζητήσεις, χωρίς κεφάλια τα οποία αργοκινούνται και αμφιβάλλουν, χωρίς μυαλό. Μυαλό δεν χρειάζεται. Χρειάζεται ενθουσιασμός και παραφροσύνη. Χρειάζεται θάρρος αλόγιστον και καρδιά. Με αυτό το υλικόν έγινεν ο Αγών του Εικοσιένα. Με αυτά τα όπλα νικούν οι λαοί. Ήρθατε να πάρετε την Ήπειρον;... ΔΕΝ ΣΑΣ ΤΗΝ ΔΙΝΟΜΕ. Έχετε Στρατούς, έχετε Στόλους, έχετε αεροπλάνα, είσθε σαράντα πέντε εκατομμύρια και είμαστε πέντε. ΔΕΝ ΣΑΣ ΤΗΝ ΔΙΝΟΜΕ. Θα μας κάψετε. ΔΕΝ ΣΑΣ ΤΗΝ ΔΙΝΟΜΕ. Και θα προχωρήσωμεν και θα νικήσωμεν και θα σας πετάξωμεν εις την θάλασσαν. Γίνεται;... Γίνεται, δεν γίνεται,αυτό πρέπει να αισθάνεται και να βροντοφωνή η καρδιά. ΚΑΙ ΤΟΤΕ ΘΑ ΓΙΝΗ.”

Και τελείωνε το άρθρο του, σαν να απευθυνόταν στους Έλληνες του 2014:

“Όλοι μαζί! Θα αγωνισθώμεν τώρα όλοι μαζί, θα ανθέξωμεν όλοι μαζί, θα προελάσωμεν όλοι μαζί, και μίαν ευλογημένην ημέραν, όταν θα διαλαλούν την ευτυχίαν μας οι κώδωνες των σημαιοστολίστων εκκλησιών μας, θα ψάλλωμεν όλοι μαζί ΤΗ ΥΠΕΡΜΑΧΩ ΣΤΡΑΤΗΓΩ ΤΑ ΝΙΚΗΤΗΡΙΑ...”!

«Καστορίας Αγίων χορόν θεόλεκτον»

kastor

Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Καστορίας κ. Σεραφείμ

"Όταν διηγούμαστε τη ζωή εκείνων που διέπρεψαν στην ευσέβεια, δοξάζουμε πρώτα τον Κύριο διά μέσου των δούλων Του, εγκωμιάζουμε τους δικαίους, αναγγέλοντας όσα γνωρίζουμε γι' αυτούς και ευφραίνουμε τους λαούς με το να ακούνε τα καλά τους έργα.

Ο βίος π.χ. του Ιωσήφ, αποτελεί προτροπή για εγκράτεια και τα κατορθώματα του Σαμψών παρακινούν στην ανδραγαθία". (Εις Γόρδιον μάρτυρα 1, ΕΠΕ 7,250 - ΒΕΠ 54, 164-165 - MG 31, 492B).

Εγκωμιάζοντας στην ομιλία του στον Άγιο Μάρτυρα Γόρδιο, ο θαυμαστός Ιεράρχης της Καισαρείας Μέγας Βασίλειος, υπενθυμίζει στον περιούσιο λαό του Θεού πως όταν διηγούμαστε την ζωή των Αγίων μας, δοξάζουμε πρώτα από όλα και πάνω από όλα τον δωρεοδότη Κύριο Ιησού Χριστό.

Και τούτο γιατί οι Άγιοι ενωμένοι με τον Χριστό έχοντας μέσα στην καρδιά τους "ενιδρυμένο εν εαυτώ τον Παράκλητον", είχαν αντιγράψει την ζωή του Χριστού.

Ο λόγος του Χριστού, η διδασκαλία του Χριστού, το Ευαγγέλιο του Χριστού ήταν συγχρόνως ο καθημερινός τρόπος ζωής τους.

Έφεραν πάνω στο σώμα τους τα παθήματα του Χριστού και επαναλάμβαναν μαζί με τον Απόστολο Παύλο: "Εγώ τα στίγματα του Ιησού Χριστού εν τω σώματί μου βαστάζω".

Εγκωμιάζοντας ακόμη τους Αγίους, εγκωμιάζουμε συγχρόνως και την αρετή των Αγίων.

Ο βίος και η πολιτεία και τα κατορθώματα των Αγίων μάς παρακινούν προκειμένου να τους μιμηθούμε.

Εφόσον είναι οι φίλοι μας, άρα θα πρέπει κι εμείς να γίνουμε κατά την έκφραση του Αποστόλου Παύλου "συμπολίται των Αγίων και οικείοι του Θεού".

Οι εκπληκτικοί βίοι των Αγίων είναι αγάλματα ζωντανά και έμπρακτα μνημεία της αρετής που μας διδάσκουν και μας καλούν "το εκείνον αγαθόν οικείον ποιήσεσθαι δια μιμήσεως", θα γράψει σε μια επιστολή του ο Μέγας Βασίλειος.

Οι Άγιοι ακόμη είναι οι θερμότατοι πρεσβευτές μας στο θρόνο της Θείας Μεγαλοσύνης.

Παρακαλούν και δέονται για την στρατευομένη Εκκλησία που αγωνίζεται στην θάλασσα της παρούσης ζωής και που δίνει μάχες καθημερινά " με τας αρχάς και τας εξουσίας του σκότους" ώστε ο αγώνας αυτός να ευλογηθεί από τον στεφανοδότη Κύριο ώστε να αυξάνονται και να πολλαπλασιάζονται αυτές οι πνευματικές νίκες.

Γι' αυτό και ο Άγιος Ιωάννης, ο συγγραφέας της Κλίμακος, στον 31ο λόγο του, συμβουλεύει: "Καλόν κεκτήσθαι φίλους τους νοερούς φίλους. Ουδείς γαρ έτερος ούτω προς αρετήν ημίν συνεργεί".

Δηλαδή κανείς δεν μπορεί να μας βοηθήσει τόσο στην αρετή όσο αυτοί οι νοεροί μας φίλοι.

Όπως κάθε πόλη και χώρα έχει τους φίλους της, έτσι και η βυζαντινή Μητρόπολη των Καστοριέων έχει τους δικούς της φίλους, που είναι οι Άγιοί της.

Είναι τα πρόσωπα εκείνα τα οποία τιμήθηκαν σ' αυτήν και έγιναν οι προστάτες της, οι έφοροι και οι οδηγοί στην πνευματική της πορεία.

Άλλοι γεννήθηκαν στον ένδοξο τόπο της, άλλοι πέρασαν ακόμη και τον αγίασαν με την ζωντανή τους παρουσία και τα θαύματά τους και άλλοι τον πότισαν με τα δάκρυα της ασκήσεως και με το αίμα του μαρτυρίου τους.

Τιμάται στην Καστοριά εξόχως το πρόσωπο της Παναγίας που κατέχει στην ορθόδοξη διδασκαλία μας κατά την έκφραση του Αγίου Ανδρέου Επισκόπου Κρήτης τα δευτερεία της Αγίας Τριάδος.

Μαζί με την βασιλίδα Πόλη, μπορεί και η Καστοριά με τα μοναστήρια, τους ναούς και τα παρεκκλήσια που είναι αφιερωμένα "τη μητρί του Θεού", να ψάλλει "της Θεοτόκου της πόλης...".

Προστάτης της μαζί με τον θαυματουργό Άγιο Νικόλαο πριν από την ελευθέρωσή της ο θαυμαστός καβαλάρης , Άγιος Μηνάς. Μετά το 1912 που ανήμερα της μνήμης του της χάρισε την ελευθερία από τον τουρκικό ζυγό, έγινε ο λατρεμένος Άγιός της.

Η πρώτη τιμή του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά και ο πρώτος ναός προς τιμήν του αναφέρεται από τον μαθητή του τον Άγιο Φιλόθεο τον Κόκκινο στην Καστοριά.

Μαζί με της Ορθοδοξίας τον φωστήρα τιμάται και ο Άγιος Γεράσιμος ο Παλαδάς ο οποίος εχρημάτισε μητροπολίτης της.

Τα ιερά καυχήματα της Κορησού, οι δύο κατά σάρκα αδελφοί, Διονύσιος και Θεοδόσιος καυχώνται για την ιδιαίτερη πατρίδα τους.

Σεμνύνεται η Καστοριά για τον συντοπίτη της Άγιο Ιάκωβο που μαρτύρησε το 1519 στην Ανδριανούπολη.

Καυχάται για τον Άγιο Κοσμά τον Αιτωλό που δίδαξε τις δύσκολες εκείνες ημέρες στο έδαφός της τον λαό του Θεού.

Τιμά τον Άγιο Νικάνορα που την ευεργέτησε ποικιλοτρόπως και συνεχίζει να την ευεργετεί.

Δεν ξεχνά ο Καστοριανός τον Άγιο Σπυρίδωνα, του οποίου το ιερό λείψανο, η παράδοση θέλει να πέρασε από τον τόπο αυτό.

Γι’ αυτό και κάθε χρόνο, την παραμονή της εορτής του, τον περιμένει να διασχίσει την λίμνη και να τον ευλογήσει και πάλι.

Μνημονεύει τον Άγιο Ιωάννη τον Βατάτζη, τον Ελεήμονα που εκείνος την επιβλέπει από το Ουράνιο Θυσιαστήριο.

Δέχτηκε ως θυμίαμα ευώδες το αίμα των παιδιών της, των Αγίων Νεομαρτύρων, του Νούλτσου και του Μάρκου του Κλεισουριέως που αγίασε με το μαρτύριό του την πόλη του Άργους Ορεστικού.

Για τον Νούλτσο, γράφουν χαρακτηριστικά οι κώδικες της Μητροπόλεως:

«Εις τους 1696 Απριλίου 21 εκρέμασαν τον Νούλτσον συν τω αδελφώ και τω γαμβρώ αυτού, και έγινε μεγάλη καλωσύνη εις τους χριστιανούς ότι τον είδον εις το σκυνί και εδόξασαν τον Θεόν την δευτέραν ημέραν πώς ετελειώθησαν εις μεγάλην δόξαν και τοιουτοτρόπως να δώση ο Θεός σε πολλούς τέτοιους χριστιανούς ωσάν τον Νούλτσον να λάβουν δόξαν».

Χρεωστικώς αναφέρεται στον ένδοξο γόνο της τον Άγιο Νεομάρτυρα Γεώργιο των εξ Αγαρηνών, που μαρτύρησε στα μέρη της Ακαρνανίας.

Αιτείται τις πολλές πρεσβείες του Οσίου Διονυσίου του εν Ολύμπω που την επισκέφτηκε και την ευλόγησε, του Οσίου Νεκταρίου του Καρεώτου που ασκήθηκε για λίγο στην μονή των Αγίων Αναργύρων, του Οσίου Ναούμ του Φωτιστού, καθώς και του Οσίου Νικοδήμου από την Ρουμανία που έλκει την καταγωγή του από τον τόπο αυτό.

Η παρουσία του Αγίου νεομάρτυρος Πλάτωνος του νέου, που εχρημάτισε πρωτοσύγκελλος αυτής της ιεράς μητροπόλεως και μαρτύρησε για του Χριστού την πίστη την αγία και της πατρίδος την ελευθερία το 1921 στην Αμάσεια του Πόντου είναι ενισχυτική.

Μέρος και κλήρο στο ιερό σύνταγμα των Αγίων της Καστορίας κατέχει και η Οσία Σοφία από το μοναστήρι της Κλεισούρας.

Η αηδόνα του Πόντου μεταφέρει καθημερινά τα αιτήματα των κατοίκων αυτής της περιοχής στο υπερουράνιο θυσιαστήριο, υπενθυμίζοντας με την αγία ζωή της πως "Χριστός σήμερον ο αυτός και εις τους αιώνας".

Θα ήταν παράλειψη εάν δεν ανέφερα και τον ευσταλή νεομάρτυρα Άγιο Νικόδημο από το Βυθκούκι, το οποίο τότε ανήκε μαζί με ένα μεγάλο τμήμα της σημερινής Μητροπόλεως Κορυτσάς στην αδιαίρετη Ιερά Μητρόπολη Καστορίας.

Τέλος, οι μαρτυρίες ακόμη μας αναφέρουν για την παρουσία του Πατριάρχου της ταπεινώσεως, Αγίου Νήφωνος του Διονυσιάτου στην Καστοριά και άλλων νεομαρτύρων, οσίων και δικαίων οι οποίοι έζησαν στον τόπο αυτό και βρίσκονται τώρα εν χειρί Θεού.

Μνημονεύοντες όλων αυτών τα τίμια ονόματα σύμφωνα με την προτροπή της Εκκλησίας μας "πάντων των Αγίων μνημονεύσαντες", ζητάμε την πρεσβεία τους και τη μεσιτεία τους. Την προστασία τους και τη βοήθειά τους.

Ζητάμε να μας χαρίσουν όχι υλικά αγαθά, αλλά πνευματικά όπως την υψοποιό ταπείνωση και την μακαρία απλότητα.

Αρετές που στόλιζαν τα πρόσωπά τους, προκειμένου και εμείς να δούμε όπως εκείνοι, το πρόσωπο του Θεού, εκπληρώνοντας έτσι τον δικό μας στόχο και τον προορισμό της ζωής μας.

Τους ζητάμε ακόμη να μας χαρίσουν και το ανώτατο επίγειο αγαθό που είναι η υγεία.

«Φωστήρες της Εκκλησίας θεόφωτοι,
οι φαίνοντες πάσιν αρετής υμών πυρσεύμασι,
μη παύσησθε δυσωπούντες Κυρίω, τω ελεήμονι και ψυχοσώστη,
υπέρ υγιείας του σύμπαντος κόσμου
και σωτηρίας των ψυχών ημών.»

(Δοξαστικό Αίνων Όρθρου πάντων των εν Καστορία τιμωμένων Αγίων)

Ο Αθηνών Ιερώνυμος Κοτσώνης. Μια ανεπανάληπτη μορφή

arx-ier

Του Σεβ. Μητροπολίτου Φθιώτιδος κ. Νικολάου

Ὑπάρχουν μερικά πρόσωπα μέσα στήν ἱστορία, πού ὅσο περνᾶ ὁ καιρός, ὁ πανδαμάτωρ χρόνος τά ξεθωριάζει καί ἡ λήθη τά σύρει στήν ἀφάνεια.

Ὑπάρχουν ὅμως καί ἄλλα, πού ὅσο περνᾶ ὁ χρόνος ἀναδεικνύονται περισσότερο καί ἡ διαχρονική ἀξία τους ἀποκαλύπτεται.

Ἕνα τέτοιο διαχρονικό πρόσωπο ἀξίας εἶναι ὁ ἀείμνηστος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν Ἱερώνυμος ὁ Α΄.

Ὅσο ζοῦσε, ἡ πολεμική τῶν ἐμπαθῶν, ὡσάν καπνός, θόλωνε τήν προσωπικότητά του καί οἱ ψευδολογίες τῶν ραδιούργων ἐπηρέαζαν τή γνώμη τοῦ λαοῦ. Σήμερα, 26 χρόνια ἀπό τήν κοίμησή του († 15 Νοεμβρίου 1988), ἔχει κατασταλάξει ὁ κουρνιαχτός καί ἡ λάσπη ἔχει γίνει σκόνη.

Οἱ ἀντικειμενικοί ἐρευνητές τῆς ζωῆς καί τοῦ ἔργου του ἀναγνωρίζουν, ὅτι ὁ Ἀθηνῶν Ἱερώνυμος Κοτσώνης ἦταν ἕνας ἀκάματος ἐργάτης τοῦ Εὐαγγελίου καί ἀφοσιωμένος ὑπηρέτης τῶν δικαίων τῆς Ἐκκλησίας.

Δοκιμασμένος στή ζωή μέ τήν ὀρφάνια καί τή στέρηση ἀπό την νηπιακή του ἡλικία, αὐτοδημιούργητος καί πάμπτωχος σέ ὅλα τά στάδια τῆς ζωῆς του καί ὡς Πρωθιερεύς τῶν Βασιλικῶν Ἀνακτόρων καί ὡς Καθηγητής τοῦ Κανονικοῦ Δικαίου τοῦ Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης καί ὡς Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν, δέν ἐγνώρισε τήν χλιδή, οὔτε ἀγάπησε τήν πολυτέλεια, ἀλλά ἦταν προσηλωμένος στίς ἀρχές τῆς Μοναχικῆς ζωής διαμένων σ΄ἕνα μικρό κελλί τῆς Μονῆς Πετράκη μέ τήν Μητέρα του Ἀγγελική, ἀπ΄ὅπου ἐκλήθηκε στόν Ἀρχιεπισκοπικό θρόνο τῶν Ἀθηνῶν.

Δέν εἶναι ὑπερβολή νά λεχθεῖ, ὅτι ἦταν ὁ πτωχότερος τῶν Ἀρχιεπισκόπων μή δεχόμενος τά ἐκ τῶν Μυστηρίων τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς τυχηρά, τά ὁποῖα εἶχε ἀπ΄ἀρχῆς διαθέσει γιά τήν ἐνίσχυση τοῦ Νοσοκομείου Κληρικῶν Ἑλλάδος, ἀλλά καί μετά, ὡς πρώην Ἀθηνῶν, διαθέτων τόν μισθό του κατά τό μεγαλύτερο μέρος ὑπέρ Ἱερῶν Μονῶν, Ἱδρυμάτων, ἀπόρων οἰκογενειῶν καί ἐχόντων ἀνάγκην συνανθρώπων. Οἱ τότε ὑπάλληλοι τοῦ Ταχυδρομείου τῆς Τήνου ἔχουν πολλά νά διηγηθοῦν περί τῆς φιλανθρωπίας του.

Τήν πτωχεία του διετήρησε μέχρι τοῦ θανάτου του, ὅπως δηλώνει ἡ Διαθήκη του, πού εἶναι ἕνα μνημεῖο ἐκκλησιαστικοῦ ἤθους. 

Σέ ὅλη του τή ζωή προτιμούσε τήν λιτότητα. Στήν τροφή του, στήν ἐνδυμασία του, στίς διακοπές του, στήν ἐπικοινωνία του πάντοτε ἦταν ἁπλός καί μετρημένος.

Ἔτσι λιτός ἦταν καί στήν ἔξοδό του. Ἐζήτησε νά τόν ἐνδύσουν μέ τό καλογερικό ράσο, τόν σκοῦφο καί τήν καλογερική ζώνη, δηλωτικά, ὅπως ἔγραψε στήν Διαθήκη του, «ἀναξίου Μοναχοῦ». Αὐτό ἦταν τό μόνο πρωτεῖο, πού διεκδίκησε στή ζωή του.

Τά ἐπιτεύγματα τῆς περιόδου τῆς Ἀρχιερατείας του ἦταν πολλά καί οὐσιαστικά γιά τό παρόν καί γιά τό μέλλον τῆς Ἐκκλησίας. Ἀγωνίσθηκε νά δημιουργήσει ὑποδομές γιά τήν ἀξιοπρεπῆ ἐμφάνιση τῆς Ἐκκλησίας καί νά θέσει τίς βάσεις γιά τήν οἰκονομική αὐτονομία καί αὐτοδυναμία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.

Δέν πρόλαβε. Θά ἦταν δυνατόν σήμερα ἡ Ἐκκλησία νά μήν ἐκλιπαρεῖ τό κράτος γιά μία θέση Ἐφημερίου καί νά μή παρουσιάζεται ὡς πτωχή θεραπαινίδα τῆς πολιτείας. Πῆρε ἀπό τό Ὑπουργεῖο Παιδείας καί Θρησκευμάτων τήν ἐκκλησιαστική ἐκπαίδευση, γιατί ἔβλεπε μακρυά, αὐτά πού θά ἀκολουθοῦσαν μέ τήν οὐσιαστική διάλυση τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἐκπαιδεύσεως.

Ἦταν ἄνθρωπος τῆς Ἐκκλησίας καί ἐπεδίωκε ὅ,τι ὠφελοῦσε τήν Ἐκκλησία. Δέν ἦταν διπλωμάτης καί δέν χρησιμοποιοῦσε πολιτική.

Εἶχε εὐθύτητα λόγων καί εἰλικρίνεια προθέσεων. Αὐτός ἦταν ὁ λόγος, πού τρεῖς φορές ὑπέβαλε στήν Ἱερά Σύνοδο τήν παραίτησή του καί στό τέλος ἀποσύρθηκε στό πατρικό του σπίτι στά Ὑστέρνια τῆς Τήνου γιά νά σώσει αὐτό, πού κινδύνευε νά χάσει, μέσα στη διαφθορά τῶν συμφερόντων καί στήν ὑποκρισία τῶν ἰσχυρῶν τῆς ἡμέρας.

Ὁ Ἀθηνῶν Ἱερώνυμος ὁ Α΄ ἐτάραξε τά λιμνάζοντα νερά μιᾶς περιόδου παρακμῆς. Γι΄αὐτό οἱ πάτρωνες τῆς διαφθορᾶς τοῦ ἐκήρυξαν ἀμείλικτο πόλεμο καί ὅταν ἦταν στή ζωή καί μετά θάνατον.

Ἠθέλησαν νά σβήσουν τό ὄνομά του, νά παραμορφώσουν τό πρόσωπό του καί νά παρερμηνεύσουν τήν ἱστορία του.

Ὁ ἀείμνηστος Γέροντας ὅμως δέν ἐνδιαφερόταν γιά παράσημα καί τιμητικούς τόμους. Ἤθελε πρωτίστως τό ὄνομά του νά γραφεῖ εἰς τό βιβλίο τοῦ Οὐρανοῦ.

Πρέπει νά γνωρίζουν οἱ νεώτεροι, ὅτι ὅταν ἀκοῦνε τό ὄνομα τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν Ἱερωνύμου τοῦ Α΄, πρέπει νά ταυτίζουν τήν πορεία του μέ τήν γνήσια πίστη, τήν ἀνυπόκριτη ἀγάπη, τήν άκάματη ἐργατικότητα, τήν Μοναχική ἀκτημοσύνη, τήν βιωματική θεία Λατρεία, τήν πατερική σοφία, τήν διαυγῆ συμπεριφορά, τή νησιώτικη εὐλάβεια, τήν συμπαθέστατη ἀγαθωσύνη, τήν ποιμαντική διορατικότητα καί ὅλα ἐκεῖνα, πού συνθέτουν τόν ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ.

Ὅσο ὁ καιρός περνάει, τόσο καί περισσότερο θά εὐλαβοῦνται τή μνήμη του.

top
Has no content to show!