Άρθρα - Απόψεις

Δύο έτη επίγειας απουσίας μακαριστού Ιερισσού Νικοδήμου

theoklitos-10

Του Αγγέλου Ν. Πάκλαρα
Θεολόγου | Romfea.gr

«Δικαίων ψυχαί εν χειρί Θεού και ου μη άψηται αυτών βάσανος» (Σοφ. Σολ. 3,1)

Δύο έτη συμπληρώνονται σήμερα επίγειας απουσίας του αειμνήστου Μητροπολίτου Ιερισσού κυρού Νικοδήμου.

Δύο έτη από την ημέρα εκείνη, την 16ην Σεπτεμβρίου του έτους 2012, την 11η πρωινή, όταν η αγία ψυχή του πολυσεβάστου ιεράρχου «εχωρίζετο από του σώματος κι ο φυσικότατος δεσμός θείω βουλήματι αποτέμνονταν…»

Βαρύτατο το πένθος και μέγιστη η απώλεια όχι μόνο για την τοπική εκκλησία αλλά και διά ολόκληρη την ιεραρχία της Ελλάδος.

Διότι ο μακαριστός Μητροπολίτης Νικόδημος δεν ήταν κάποιος τυχαίος και άγνωστος αρχιμανδρίτης τον οποίο εξέλεξε το σώμα της ιεραρχίας επίσκοπο απλώς διά να καλύψει μία αρχιερατική θέση. Ήταν πνευματικό ανάστημα του μεγάλου και λογίου ιεράρχου Μυτιλήνης Ιακώβου του Β΄ του Κλεόμβροτου.

Η διακονία και η προσφορά του στην Ι. Αρχιεπισκοπή Θυατείρων στο Μπέρμιγχαμ, στην Μάλτα, στην Μυτιλήνη, στην Θεσσαλονίκη ως ηγούμενος της Ι.Μ. Βλατάδων, ως καθηγητής, ως αντιπρόεδρος του Ιδρύματος Πατερικών Μελετών αλλά και στην Αθήνα ως Ι. προϊστάμενος, ήταν αναμφισβήτητα πρωτοφανής και πρότυπο μιμήσεως και παραδειγματισμού.

Ένα από τα μεγαλύτερα προτερήματα του ήταν η γνησία εκκλησιαστική του συνείδηση, η ιερή αγωνία του και οι διαρκείς προσπάθειες του να φέρει τα πάντα εις πέρας, να αγγίξουν την τελειότητα, να μην εκκρεμεί τίποτε από τις υποχρεώσεις και τις ευθύνες που ανέλαβε από τότε που νεαρός ακόμη διάκονος ενεδύθη το ράσο υπό του τότε σχολάρχου της Θεολογικής σχολής της Χάλκης, μητροπολίτου Ικονίου Κυρού Ιακώβου.

Από εκεί άρχισαν να διαφαίνονται οι εξαιρετικές του ικανότητες, τα πολυποίκιλα χαρίσματα και τα πολλά τάλαντα που πλουσιοπάροχα του δώρισε ο καλός Θεός.

Το αποκορύφωμα της αποκαλύψεως όλων αυτών των εξαιρέτων δραστηριοτήτων του ήταν ευθύς άμα τη ενθρονίσει του.

Τι να πρωτοθυμηθεί κανείς και τι να αναφέρει διά τα 31 έτη ποιμαντορίας του στην Ι. Μητρόπολη Ιερισσού…

Ανήγειρε ναούς, ίδρυσε ιερές μονές, ανήγειρε δύο Μητροπολιτικά μέγαρα, ίδρυσε γηροκομείο και ίδρυμα αγάπης, χειροτόνησε πλήθος κληρικών, συγκάλεσε αναρίθμητα θεολογικά συνέδρια, ιερατικές συνάξεις, σεμινάρια κατηχητικών.

Ανήγειρε εκ τέφρας και εξ ολοκλήρου τον νέο Μητροπολιτικό Ναό Αγίου Στεφάνου μετά την ολοκληρωτική πυρκαγιά του 2005 σε πρωτοφανή για τα δεδομένα συντομότατο χρονικό διάστημα.

Ίδρυσε εκκλησιαστικές κατασκηνώσεις εις το Ι. Προσκύνημα Μεγ. Παναγίας.

Ανακαίνισε όλους τους χώρους του Ι. Προσκυνήματος Μεγ. Παναγίας με δημιουργία κελλιών και πτερύγων διά τους μοναχούς αλλά και διά τους πολλούς προσκυνητάς που διέμεναν εις αυτό, έκτισε νάρθηκα και εξωνάρθηκα στον Ι. Ναό, ανήγειρε μεγαλοπρεπές κωδωνοστάσιο ενώ περιέφραξε όλο το εξωτερικό χώρο του Ι. Προσκυνήματος.

Όλα αυτά χάριν της μεγάλης ευλαβείας του προς την Υπέρμαχο Θεοτόκο.

Άριστος γνώστης του τυπικού και τέλειος λειτουργός των φρικτών μυστηρίων, δεινός κήρυκας του Θείου Λόγου.

Οι ομιλίες του ποταμοί ανεξάντλητοι ευαγγελικής ευλαβείας, ορθοδόξου πίστεως και αγιοπατερικής σοφίας.

Ερμήνευσε εξ ολοκλήρου την αποκάλυψη του Αγ. Ιωάννου του Θεολόγου, ενώ συνέγραψε σειρές θεολογικών βιβλίων και πλήθος ποιμαντορικών εγκυκλίων.

Ο μισθός του σκορπίζονταν έκαστο μήνα εις όσους έχριζαν ανάγκης, βοηθείας.

Παρέλαβε μια Μητρόπολη με πολλά προβλήματα, ένεκα και της μακράς τοποτηρητείας της αλλά ως καλός γεωργός «της ερήμου το άγονον εγεώργησεν».

Όσοι γνώριζαν από κοντά τον μακαριστό ιεράρχη καθίσταντο μάρτυρες της απλότητος, της ηπιότητος, της καταδεκτικότητος, της ταπεινώσεως, της επιεικείας και της εμφύτου διακρίσεως και ευγενείας του.

Ήταν φιλακόλουθος, φιλάγιος, αφού ανέδειξε όλους του τοπικούς Αγίους της Μητροπόλεως του, φιλομόναχος, φιλήσυχος, αφιλάργυρος, μακρόθυμος, ελεήμων, υπομονετικός, συγκαταβατικός και προπάντων ανεξίκακος.

Είχα την ευλογημένη συγκυρία και ευλογία πολλές φορές κατόπιν ευγενούς προσκλήσεως του, να φιλοξενηθώ εις την Μητρόπολιν του ένεκα και του ιδιαιτέρου δεσμού και φιλίας που διατηρούσε ο μακαριστός Μητροπολίτης επί σειρά ετών με τους αειμνήστους γονείς μου.

Πάντοτε όταν έφευγα από εκεί, έγραφα σ’ ένα μικρό σημειωματάριο όσα υπέροχα άκουγα από τον ίδιο, είτε από τα κηρύγματά του, είτε από τις κατ’ ίδίαν συνομιλίες του που έκαμε με εμένα ή με άλλους κληρικούς και αρχιερείς.

Ήταν, έγραφα, κάπου μέσα Σεπτεμβρίου του 1996… ένα μήνα μετά το τεσσαρακονθήμερο μνημόσυνο της αειμνήστου μητρός μου, το οποίο είχε τελέσει ο ίδιος, όταν με προσεκάλεσε να φιλοξενηθώ στην Ι. Μητρόπολη διά να απαλύνει τον πόνο και το βαρύτατο πένθος μου για την πολυαγαπημένη μου μητέρα.

Οι εργασίες του Μητροπολιτικού μεγάρου στην Αρναία είχαν πλέον ολοκληρωθεί, το κτίριο ήταν ήδη κατοικήσιμο ενώ λίγες μόνοι εκκρεμότητες έμεναν ακόμη να ολοκληρωθούν.

Ήταν Κυριακή και επιστρέφοντας από την Θεία Λειτουργία που είχε τελέσει σε ένα μικρό χωριό της επαρχίας του μου ανέφερε ότι σήμερα θα αναρτήσουμε τα κάδρα με τις φωτογραφίες των προκατόχων του αρχιερέων της Μητροπόλεως Ιερισσού, που είχαν έρθει την προηγουμένη από τη Θεσσαλονίκη.

Η αίθουσα του θρόνου ήταν μεν μεγάλης χωρητικότητος αλλά είχε πολλά παράθυρα και λίγους τοίχους.

Ανακαλύψαμε τότε ότι μόνο οι τέσσερις τελευταίοι προκάτοχοι του (Σωκράτης, Διονύσιος, Κυπριανός & Παύλος) χωρούσαν στον συγκεκριμένο χώρο, τους υπολοίπους τους τοποθετήσαμε στον διάδρομο των γραφείων της Μητροπόλεως. «Ας ελπίσουμε να μην παρεξηγηθούν…», είπε ο μακαριστός ιεράρχης χαριτολογώντας.

Στην φωτογραφία δε που απεικονίζονταν ο Μητροπολίτης Ιερισσού Σωκράτης το εγκόλπιο που έφερε ήταν το ίδιο που φορούσε και ο πολύ μετέπειτα διάδοχος του Παύλος.

Και το οποίο εγκόλπιο ήταν αναρτημένο στην προσθήκη έξωθεν του Μητροπολιτικού παρεκκλησίου όπου εκτίθεντο τα άμφια του αειμνήστου Σωκράτους Σταυρίδη.

Τότε ανέφερα στον Γέροντα ότι αυτό το εγκόλπιο ήταν ίσως το μοναδικό ιστορικό εκκλησιαστικό κειμήλιο της Μητροπόλεως Ιερισσού και καλό θα ήταν να το φορά ο ίδιος σε μεγάλες ημέρες και εορτές. Η απάντησή του ως συνήθως πνευματική και αποκαλυπτική….

«Και γιατί να το φορέσω, ποίος ο λόγος και η αιτία; Ποιός θα καταλάβει ποιανού ήταν το εγκόλπιο; Ουδείς. Ποιός θυμάται όλους αυτούς τους αρχιερείς και ποιός αναφέρει τα ονόματά τους; Κανένας. Μόνον οι φωτογραφίες τους θυμίζουν την ύπαρξή τους και μόνο η φιλόστοργος εκκλησία μνημονεύει τα ονόματά τους ανά μέσω των αιώνων διά την ανάπαυσίν τους.

Άλλωστε κάποτε θα τοποθετήσουν δίπλα στον Ιερισσού Παύλο και τη δική μου φωτογραφία. Όλα είναι μάταια, είπε…

Και τότε θυμήθηκα το απόσπασμα του Ευαγγελίου της Μ. Εβδομάδος «ώσπερ γαρ η αστραπή εξέρχεται από ανατολών και φαίνεται έως δυσμών» (Ματθαίου κδ, 27).

Η περικοπή βέβαια αναφερόταν στην παρουσία του Θεού αλλά τόσο κρατά και η παρουσία ενός ανθρώπου σ’ αυτή τη ζωή. Σαν αστραπή, σαν λάμψη, ένα πέρασμα., μία σύντομη διάβαση…

Το ίδιο μεσημέρι παρακαθίσαμε στην τράπεζα όπου και εκεί ανέλυε την περικοπή του Ευαγγελίου της Κυριακής και αυτό διότι όπως είπε «δεν πρέπει να αποσπάται ο νους του ανθρώπου σε αλλότρια θέματα που μπορούν να ταράξουν την γαλήνη και την ηρεμία της ψυχής του, διότι ο μισόκαλος διάβολος έλεγε «ως λέων ωρυόμενος περιπατεί ζητώντας τίνα καταπίει…».

Μετά την τράπεζα το απόγευμα μου ανέφερε ότι δεν θα παραβρεθεί στον εσπερινό στον Ι. Ναό Αγ. Στεφάνου (όπου έκαμε συνήθως χρέη ιεροψάλτου!) αλλά θα πηγαίναμε να προσκυνήσουμε στον Αγ. Χριστόφορο την αδρώα Ι. Μονή έξω από την Αρναία, περπατώντας.

Και όντως το απόγευμα εν μέσω φοβερής άπνοιας και ζέστης ανεβαίναμε τον δρόμο που οδηγεί στην κεντρική πλατεία της Αρναίας. Δεξιά κι αριστερά κάποιες γυναίκες καθήμενες στις αυλές των σπιτιών τους άλλες σηκώνονταν όρθιες και έκαμαν υπόκλιση ενώ κάποιες από αυτές πλησίαζαν και ασπάζονταν την δεξιά του Δεσπότη τους.

Αλλά και σ’ ένα καφενείο δίπλα στο μεγάλο πλατάνι της πλατείας κι εκεί οι άνδρες ίστατο όρθιοι ενώ κάποιος έβγαλε και το καπέλο του εις ένδειξη σεβασμού.

Δύο παιδάκια που έπαιζαν πλησίασαν κι αυτά να φιλήσουν το χέρι του, ενώ ένα απ’ αυτά «το πιο τολμηρό» έπιασε το μπαστούνι του και ακούμπησε με το μικρό του δακτυλάκι το δάκρυ του εγκολπίου του.

Μετά χάθηκαν τρέχοντας… Γέλασε με την απλότητα των παιδιών ο γέροντας και είπε πάλι αστειευόμενος «υποψήφιοι αρχιερείς!».

Τότε εγώ του απήντησα «τι μεγαλεία, τι τιμές, τι δόξες να μπορεί να απολαμβάνει ένας επίσκοπος!».

Εκείνος γύρισε με κοίταξε και μου είπε με γαλήνιο και ήρεμο ύφος «τα μεγαλεία και οι τιμές που είδες δεν είναι για το πρόσωπό μου, τον Νικόδημο Αναγνώστου αλλά για το μεγάλο και ύψιστο αξίωμα της αρχιερωσύνης, που αναξίως φέρω εις τους ώμους μου. Να μην σε συγκινούν αυτά. Όταν κάποιος αξιωθεί να γίνει κληρικός το μόνο που πρέπει να τον ενδιαφέρει είναι να σώσει την ψυχή του αλλά και την ψυχή των άλλων. Η δε πρώτη του λειτουργία να είναι ως η τελευταία του», μου είπε.

Τότε αναλογίστηκα μέσα μου την άκρα ταπείνωση που διακατείχε την αγαθή ψυχή του Γέροντα Νικοδήμου.

Βγαίνοντας από την Αρναία βαδίζαμε σιωπηλοί και κάποια στιγμή στάθηκε ο μακαριστός ιεράρχης να ξεκουραστούμε λίγο από την ανηφορική κλίση του δρόμου.

«Θα βρέξει, φυσάει», είπε, ενώ έσκυψε από την άκρη του δρόμου και έκοψε ένα μικρό κλαδάκι.

Το μύρισε και είπε «αυτό μάλλον πρέπει να είναι ύσσωπος» και συνέχισε «ραντίεις με υσσώπω και καθαρισθήσομαι, πλυνιείς με και υπέρ χιόνα λευκανθήσομαι…».

Όταν φθάσαμε στον Άγιο Χριστόφορο ενώ εγώ άναβα τα καντηλάκια εκείνος ίστατο εις το μέσον του ναού και ακουμπώντας τα δύο του χέρια, ως συνήθως, επάνω εις την ποιμαντικήν του ράβδο έψαλλε με την βροντώδη φωνή του το «φως ιλαρόν, αγίας δόξης».

Αμέσως μετά τελέσαμε το μικρό απόδειπνο και τους χαιρετισμούς της Παναγίας.

Ο ίδιος ο μακαριστός ιεράρχης απήγγειλε το «Άγγελος προστάτης» τρεις φορές και μετά μου έκαμε νεύμα να συνεχίσω.

Αλλά εγώ μη δυνάμενος να ανακαλύψω τους χαιρετισμούς εις το ωρολόγιο συνέχισε εκείνος την απαγγελία όλων των χαιρετισμών τους οποίους εγνώριζε από στήθους δίδοντας το μήνυμα ότι οφείλουμε να γνωρίζουμε ως συνειδητοί χριστιανοί τους χαιρετισμούς της Θεοτόκου, δίχως την βοήθεια των βιβλίων.

Όταν εξήλθαμε του Ι. Ναού είχε ήδη αρχίσει να νυχτώνει και τα περισσότερα φώτα στην Αρναία είχαν ήδη ανάψει.

Τότε κοίταξε την πόλη της έδρας του από ψηλά, σήκωσε το μπαστούνι του και είπε: «Αυτό είναι το ποίμνιο που μου εμπιστεύθηκε ο Θεός και η εκκλησία. Δι’ αυτές εδώ τις ψυχές θα απολογηθώ εν ημέρα κρίσεως, πρώτα βέβαια για την δική μου κι ύστερα δι’ εκείνες. «Ευτυχώς» συνέχισε, «δεν είναι πάρα πολλές, εν συνόλω περίπου 33.000, μου είπε και πρόσθεσε «μη φοβού το μικρόν ποίμνιον».

Κι εγώ του απήντησα ότι υπάρχουν και μικρότερες Μητροπόλεις. «Ναι» μου είπε «αλλά φαντάσου να ήταν κάποιος Αρχιεπίσκοπος των Αθηνών!» είπε γελώντας πάντα διακριτικά.

Στον κατηφορικό δρόμο ακούγονταν μόνο ο άνεμος, οι αστραπές του ουρανού και το δυνατό κτύπημα του μπαστουνιού του επισκόπου στη άσφαλτο.

Μία γυναίκα περπατούσε με γρήγορο βάδισμα φορτωμένη στην πλάτη της πολλά δεμάτια ρίγανης.

«Καλησπέρα Δέσποτα» του είπε, «καλησπέρα σας» απάντησε ο καλός ποιμενάρχης της.

Όταν είχαμε εισέλθει ήδη στην Αρναία, η πλατεία ήταν έρημη και οι πρώτες ψιχάλες άρχισαν να πέφτουν στο μέτωπο μας. Τις σκούπισε από το πρόσωπο του ο Γέροντας με το μανίκι του ράσου του και είπε «το μεν πυρ εδρόσιζε, το θυμώ δε εγέλα, θεοπνεύστω λογική…» αναφερόμενος προφανώς στις καταβασίες της εορτής της Κοιμήσεως της Θεοτόκου και στο «Ιταμώ θυμώ τε και πυρί».

Φθάνοντας στο προαύλιο του Μητροπολιτικού Ναού αν και έβρεχε προσκυνήσαμε πίσω από το Ι. Βήμα τον τάφο του προκατόχου του Μητροπολίτου Σωκράτη αλλά και των άλλων ιερέων που ήταν ενταφιασμένοι εκεί, τους ευλόγησε με την δεξιά του λέγοντας «Αιωνία Σας η μνήμη αξιομακάριστοι αδελφοί και συλλειτουργοί ημών».

Φεύγοντας εστάθη έμπροσθεν του παρεκκλησίου του Αγίου Αντύπα, κοίταξε απέναντι τον Μητροπολιτικό Ναό του Αγ. Στεφάνου και βλέποντας από τα παράθυρα του Ναού το φως των καντηλιών του τέμπλου έστρεψε το κεφάλι του προς τον μολυβί ουρανό και έψαλλε ένα από τα αγαπημένα του τροπάρια, που έλεγε συνήθως μετά την ανάγνωση της Θ. Ευχαριστίας, το «ουρανός πολύφωτος η Εκκλησία, ανεδείχθη άπασα φωταγωγούσα τους πιστούς ενώ εστώτες κραυγάζομεν, τούτον τον οίκον στερέωσον Κύριε».

Όταν εισήλθαμε εις το επισκοπείο τακτοποιήσαμε κάποια παράσημα και κάποια άλλα δώρα που είχε λάβει στα δύο σύνθετα έξωθεν του Μητροπολιτικού παρεκκλησίου, τον καληνύχτισα «και εις αύριον με υγεία» απήντησε.

Στο κελλίο μου πλήρης πνευματικών εμπειριών, αισθανόμουν πόσο ευλογημένος ήμουν από το Θεό που είχα γνωρίσει έναν επίσκοπο του οποίου όλη η ημέρα ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με τον Θεό, την Υπ. Θεοτόκο που λάτρευε και την Εκκλησία, στην οποία αφιέρωσε όλη του την επίγεια ζωή του, εξ απαλών ονύχων.

Από τότε που μικρό παιδάκι βοηθούσε στο ψαλτήρι το ιερέα πατέρα του, αείμνηστο π. Ευστράτιο.

Τώρα πλέον δύο έτη μετά την κοίμηση του, η φωτογραφία του έχει ήδη αναρτηθεί δίπλα σ’ αυτήν του μακαριστού προκατόχου του Παύλου.

Αλλά ευτυχώς δεν είναι μόνο αυτή η φωτογραφία και το σεπτό μνήμα του διά να υπενθυμίζει ότι ο μακαριστός ιεράρχης ως άλλη καιομένη λαμπάδα έφεγγε και φώτιζε τον ουρανό της Αρναίας επί 31 έτη και ύστερα απλώς έσβησε η φλόγα του….

Το έργο που άφησε πίσω του θα θυμίζει σε όλους πόσο αγάπησε αυτό τον τόπο και εάν και δεν ήταν η καταγωγή του από εκεί, ανάλωσε όλη του την ύπαρξη γι’ αυτή την μικρή αλλά ιστορική μητρόπολη.

Ο επισκοπικός θεσμός έλεγε ο αείμνηστος Γέροντας είναι σαν ένα δένδρο, όπου ο κορμός του δένδρου είναι ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός και τα φύλλα του οι επίσκοποι.

Τα φύλλα πέφτουν και στην θέση τους φυτρώνουν άλλα και ξανά και εκείνα πέφτουν και πάλι φυτρώνουν καινούργια, το δένδρο όμως μένει βαθιά ριζωμένο εις τους αιώνες και ουδείς δύναται να το ξεριζώσει…

Πέρασαν ήδη δύο έτη από την κοίμησίν του, αλλά ποιός δύναται να σβήσει από την μνήμη του την εικόνα, να ίσταται ο μακαριστός αρχιερέας έμπροσθεν της Αγ. Τραπέζης ιερουργός και με όλη τη δύναμη και τον παλμό της αγαπώσης καρδίας του να ψάλλει το τροπάριο των τοπικών Αγίων της Μητροπόλεώς του, το «Θείον σύστημα κλεινών Οσίων και ομήγυρις αρχιερέων και μαρτύρων ακαθαίρετον φάλαγγα» προκαλώντας ρίγη συγκινήσεως στο εκκλησίασμα;

Όσοι τώρα αναγνώστες αναρωτηθούν γιατί αυτή η τόσο αναλυτική περιγραφή γεγονότων διά τον αοίδιμο επίσκοπο η απάντησις είναι απλή και σύντομη. Διότι όλη του η ζωή, οι ημέρες και οι ώρες ήταν αφιερωμένες στην προσευχή, στην μετάνοια και στην αέναη αγάπη του για την εκκλησία.

Και δι’ αυτό το λόγο ήταν ένας αρχιερέας πρότυπο παραδειγματισμού, ακλόνητου πίστεως, εικόνα πραότητος και εγκράτειας διδάσκαλος για όλους εμάς.

Δύο έτη μετά ανθρωπίνως πονούμε και θλιβόμεθα διά την έντονη απουσία του.

Πάντοτε όμως στα κηρύγματά του έλεγε ο αοίδιμος επίσκοπος ότι ο χριστιανός δεν πρέπει να φοβάται τον θάνατο, διότι θα ευρεθεί ενώπιον του Θεού και πλησίον της Υπ. Θεοτόκου. Εφ όσον βέβαια έζησε σύμφωνα με τις εντολές του Κυρίου και προσπαθούσε να μιμηθεί το παράδειγμα Εκείνου που άφησε να στάξει το πανάγιο αίμα Του επάνω εις το ξύλον του Σταυρού.

«Μακάριοι οι νεκροί οι εν Κυρίω αποθνήσκοντες απ’ άρτι» έλεγε πολύ συχνά εις τα κηρύγματά του ο μακαριστός Ιερισσού Νικόδημος και εμείς προσθέτουμε με όλη μας την αγάπη προς την πανσέβαστη μνήμη του ιερού προσώπου του: «ουδέποτε ποιμήν αποθνήσκει όστις αποκτά πνευματικά τέκνα».

Καλό παράδεισο σεπτέ μας Γέροντα και αείμνηστε ιεράρχη.

Στον δε εκ Θεού σταλθέντα διάδοχό του Άγιο Ιερισσού κ. Θεόκλητο ταπεινώς και εγκαρδίως τον συγχαίρουμε διά την επάξια συνέχιση του έργου του μακαριστού προκατόχου του Νικοδήμου εις τον λειτουργικό, κηρυκτικό, ποιμαντικό και φιλανθρωπικό τομέα.

 

Φθιώτιδος Νικόλαος: ''Η Ελλάδα έχει άνδρες''

fthiotidos nikolaos1

Του Σεβ. Μητροπολίτη Φθιώτιδος κ. Νικολάου

Υπάρχει μεγάλος προβληματισμός στους εχέφρονες πολίτες που θέλουν η κοινωνία μέσα στην οποία ζουν να διέπεται από νόμους και κανόνες, καθώς διαπιστώνουν καθημερινά να παραβιάζονται οι προαιώνιες αξίες και να θεσμοθετούνται ως αξίες ζωής, τα πάθη και οι διαστροφές με την δικαιολογία, ότι μια προοδευμένη κοινωνία πρέπει να επιδεικνύει ανεκτικότητα προς κάθε άνθρωπο.

Για την προστασία των ανθρώπων του περιθωρίου πρώτος μίλησε και έπραξε ο ίδιος ο Χριστός, ο οποίος συνέτρωγε με αμαρτωλούς τελώνες και πόρνες και ουδέποτε εξουθένωσε κανέναν αλλά με αγάπη εδέχετο κάθε αμαρτωλό.

Τον άνθρωπο επροστάτευε, την αμαρτία όμως εστηλίτευε. Αυτό που συμβαίνει σήμερα είναι το τελείως αντίθετο.

Τα σύγχρονα άθρησκα κράτη κολακεύουν τους ασχημονούντες και προβάλουν τις ιδιαιτερότητες και τα πάθη τους ως φυσιολογικούς τρόπους ζωής.

Εδώ έχουμε τελεία ανατροπή της ηθικής και της νομιμότητος, αποχαύνωση και αποκτήνωση των ανθρώπων και εγκληματική προώθηση πάσης φύσεως ανωμαλίας.

Πως να ονομάσουμε τις πολιτείες εκείνες, που νομιμοποιούν την παιδεραστία;

Πως να χαρακτηρίσουμε τα κοινοβούλια εκείνα, που αναγνωρίζουν ως «γάμο» τη σχέση ανθρώπων του ιδίου φύλλου, στους οποίους μάλιστα δίδουν το δικαίωμα υιοθεσίας παιδιών;

Ακούσθηκε ότι η Ελλάδα καταδικάσθηκε από το Δικαστήριο της Ευρώπης, διότι δεν πέρασε ακόμα τον γάμο των ομοφυλοφίλων.

Η Ελλάδα έχει άνδρες, που υπερασπίζονται τα ιδεώδη της δημοκρατίας και του Ευαγγελίου.

Θα είναι ολέθριο για την πολιτεία, να ενδώσει στις πιέσεις των Ευρωπαίων και να χάσει τον πνευματικό ανδρισμό της.

Αυτό όμως δεν θα γίνει ποτέ, γιατί οι φύλακες αγρυπνούν.

Τα ελέη του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού

ypsosi-danihl

Του Σεβ. Μητροπολίτου Καισαριανής, Βύρωνος και Υμηττού κ. Δανιήλ | Romfea.gr

«Τὸν Σταυρόν Σου προσκυνοῦμεν Δέσποτα καὶ τὴν Ἁγίαν Σου Ἀνάστασιν ὑμνοῦμεν καὶ δοξάζομεν».

1ον Τό γεγονός τῆς Ὑψώσεως

Τὸ ἔτος 628 μ.Χ. ὁ αὐτοκράτορας τῆς Κωνσταντινουπόλεως Ἡράκλειος, ἀφοῦ κατατρόπωσε τοὺς Πέρσες, οἱ ὁποῖοι πρὶν ἀπὸ δεκατέσσερα ἔτη τὸ 614 μ.Χ., ἀφοῦ κατέλαβαν μὲ ἐχθρικὴ καὶ καταστροφικὴ ἐπιδρομὴ τὴν Παλαιστίνη, εἶχαν ἀφαρπάσει τὸ εὑρισκόμενο στὰ Ἱεροσόλυμα μέρος τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, ἐπανέκτησε αὐτὸ καὶ τὴν 14η Σεπτεμβρίου ἀνυπόδητος καὶ πενιχρὰ ντυμένος καὶ φέροντας στὸν ὤμο τὸ Τίμιο Ξύλο ἀνῆλθε λιτανευτικῶς στὸν Ναὸ τῆς Ἀναστάσεως.

Παραλαβών τὸν Τίμιο Σταυρὸ ὁ Πατριάρχης Ζαχαρίας ὕψωσε αὐτὸν πανηγυρικῶς, Κλήρου καὶ Λαοῦ ψάλλοντος «Σῶσον Κύριε τὸν λαόν Σου καὶ εὐλόγησον τὴν κληρονομίαν Σου……..».

Ἀπὸ τῆς ἐποχῆς αὐτῆς ἡ Ὕψωση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ κατέστη ἐπισημότατη ἑορτὴ σ’ ὅλη τὴν Ἐκκλησία ἀπὸ τὴν Ἀνατολὴ ὡς τὴ Δύση ποὺ εἰσήχθη ἀπὸ τὸν Ρώμης Ὀνώριο, φέρουσα τὰ ἴσα πρὸς τὴν Ἁγία καὶ Μεγάλη Παρασκευὴ τιμωμένη δ’ αὐστηρᾶς νηστείας (ξηροφαγίας δηλαδὴ ὠμὰ λαχανικὰ καὶ φροῦτα) καὶ ἀργίας.

********************

2ον Ἡ σταύρωση

Ὁ Τίμιος Σταυρὸς καταλαμβάνει ὅλως ἐξέχουσα θέση στὴν πίστη, στήν θεολογία καὶ στήν λατρεία τῆς Ἐκκλησίας μας, ἐπειδή ἀπὸ τότε ποὺ ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστὸς ἔπαθε καὶ πέθανε πάνω στὸν σταυρὸ ὁ Σταυρὸς ὑπενθυμίζει τὴν ἑκούσια θυσία Του καί προεικονίζει τὴν δόξα τῆς Ἀναστάσεώς Του, συνδυάζοντας τὴν φιλανθρωπία καὶ τὴν ἐξουσία τοῦ ἐναθρωπήσαντος Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ.

Ἡ ἀπόφαση νὰ καταδικασθεῖ στὸν διὰ Σταυροῦ θάνατο ἦταν σκληρή καὶ ἀπεδείκνυε περιτράνως τήν ἀγνωμοσύνη τῶν Ἰουδαίων πρὸς πρὸς τὸν Κύριο, ὁ ὁποῖος μέ πολλούς καί ποικίλους τρόπους τούς εἶχε εὐεργετήσει.

Ἡ ποινὴ αὐτὴ ἐθεωρεῖτο ἐξευτελιστικὴ καὶ συνοδευόταν ἀπὸ ἄλλες ὑποτιμητικὲς καί ταπεινωτικές σὲ βάρος τοῦ καταδικασθέντος ἐνέργειες.

Αὐτοὶ ποὺ σήκωναν τὸν σταυρὸ τους καὶ ἐβάδιζαν γιὰ νὰ σταυρωθοῦν ὑβρίζοντο καὶ ἐπτύοντο ἀπὸ τὸ πλῆθος.

Ἡ πρὸς τὸν τόπο τῆς σταυρώσεως πορεία τους ἦταν ὀδυνηρή, διότι ὁ καταδικασμένος στὸν διά σταυροῦ θάνατο ἄκουε πλεῖστες ὅσες ὕβρεις καὶ ἐδέρετο ἄνευ οἴκτου.

Στὸν τόπο τοῦ μαρτυρίου καὶ κατὰ τὴν τελευταία φάση τοῦ βασανισμοῦ του φρικτοὶ πόνοι καὶ συνεχὴς αἱμορραγία ἀποτελοῦσαν τὸν τελευταῖο σύντροφο τῆς ζωῆς τοῦ μελλοθανάτου καὶ τὴν ἀπαρχὴ τοῦ θανάτου.

Κατὰ τοὺς χρόνους τῆς ρωμαϊκῆς κυριαρχίας τὰ χέρια τῶν καταδικασμένων ἁπλώνονταν πρὸς τὰ πλάγια σὲ θέση ἐκτάσεως καὶ ἤ προσδένονταν ἢ καρφώνονταν στὸ ὁριζόντιο ξύλο, τοῦ σταυροῦ.

Τὰ χέρια τοῦ Κυρίου καρφώθηκαν στὸ ξύλο, ὅπως μαρτυροῦν τὰ καρφιὰ καὶ οἱ τρύπες ποὺ εἶχε στὰ χέρια Του καὶ τὰ πόδια Του ὁ Κύριός μας.

Ὁ Κύριος καὶ ἀπὸ τοῦ Σταυροῦ δίδαξε ἔργῳ καὶ λόγῳ. Ἔργῳ μὲν, διότι ἑκουσίως ὑπέστη τὸ φρικτὸ ἐκεῖνο μαρτύριο γιὰ τὴν σωτηρία τῶν ψυχῶν μας, λόγῳ δέ, μὲ ὅσα εἶπε ἐπὶ τοῦ Σταυροῦ.

Ἡ σταύρωση τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἦταν ὁμοία κατὰ τὰ ἐξωτερικὰ δεδομένα μὲ ἄλλες, ἀποτελεῖ μοναδικὸ καὶ ἀνεπανάληπτο γεγονὸς ἐντελῶς διαφορετικὸ ὅμως ἀπὸ τὰ ὅμοιά του ἕνεκα τῶν ἀποτελεσμάτων ποὺ ἔφερε γιὰ τὴ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων ποὺ ἐπεκτείνονται στὴν αἰωνιότητα.

Ἡ σταύρωση τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ ἀποτελεῖ γιὰ τοὺς πιστοὺς πηγὴ σωτηρίας, ἀφορμὴ ἐμπνεύσεως στὴ ζωή τους καί πρότυπο ἀγῶνος γιὰ τὴν πνευματικὴ ἀπελευθέρωσή τους ἀπὸ τὰ πάθη.

Τήν παγκόσμια σημασία τῆς σταυρικῆς θυσίας γιὰ τὴν ζωὴ ὅλων τῶν ἀνθρώπων ἀπὸ τοῦ Ἀδὰμ ἕως καί αὐτῶν πού θὰ ζήσουν κατὰ τὶς ἔσχατες ἡμέρες καὶ τὸν σύμπαντα κόσμο ἀναλύουν τὰ ἱερὰ κείμενα τῶν ἁγίων Ἀποστόλων καὶ Μαθητῶν τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ ἀναπτύσσεται ἀπὸ τὴν ὀρθόδοξη θεολογία.

********************

3ον Ἡ περὶ τοῦ Σταυροῦ διδασκαλία τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας

Ὁ Σταυρὸς τοῦ Κυρίου μας ἐνέπνευσε πλουσίως τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, τὴν ὑμνογραφία τῆς ὀρθοδόξου λατρείας, τὴν ὀρθόδοξη πνευματικότητα, τὴν λαϊκὴ εὐσέβεια, ἀλλὰ καὶ τὴν τέχνη.

Διασώζονται πολλοὶ αὐτοτελεῖς λόγοι καὶ ὕμνοι μὲ θέμα τὸν Σταυρό. Γιὰ τὸν Σταυρὸ ἐπίσης παρατίθενται καὶ πολλὲς ἱστορικὲς πληροφορίες ὡς καὶ μεγάλο πλῆθος ἀμέσων καὶ ἐμμέσων ἀναφορῶν κατὰ τὴν πραγμάτευση ἄλλων ζητημάτων σέ λόγους τῶν ἁγίων Πατέρων.

Ἀνθολογοῦμε ἀπὸ τὰ πατερικὰ κείμενα καὶ παραθέτουμε τὰ ἐν συνέχεια ἀποσπάσματα:

α) Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, στὸν λόγο του «Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ κοιμητηρίου καὶ εἰς τὸν σταυρὸν τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Θεοῦ» (Migne Ε.Π. 49 393-398) λέγει, ὅτι ὁ Σταυρὸς τυγχάνει «τὸ τοῦ Πατρὸς θέλημα, ἡ τοῦ Μονογενοῦς δόξα, τὸ τοῦ Πνεύματος ἀγαλλίαμα, ὁ τῶν Ἀγγέλων κόσμος, τῆς Ἐκκλησίας ἡ ἀσφάλεια, τὸ καύχημα τοῦ Παύλου».

Ὁμιλώντας ἐξ ἀφορμῆς τῆς Μεγάλης Πέμπτης ἔλεγε: «Σήμερον ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς ἐν σταυρῷ καὶ ἡμεῖς ἑορτὴν ἄγομεν, ἵνα μάθῃς ὅτι ὁ Σταυρὸς ἑορτὴ καὶ πανήγυρις πνευματική. Πρότερον γὰρ ὁ σταυρὸς ὄνομα καταδίκης ἦν, νῦν δὲ πρᾶγμα τιμῆς γέγονε».

Θαυμάζει τὶς ρέουσες ἀπὸ τοῦ Σταυροῦ χάριτες καὶ δικαίως «Τὶ γὰρ οὐκ εἰσήγαγεν ὁ σταυρός;

Τὸν περὶ ἀθανασίας ψυχῆς λόγον, τὸν περὶ ἀναστάσεως τῶν σωμάτων, τὸν περὶ ὑπεροψίας τῶν παρόντων, τὸν περὶ ἐπιθυμίας τῶν μελλόντων….. Ἄγγελους τοὺς ἀνθρώπους ἐποίησεν».

Ὁ ἱερὸς Πατέρας στὸν λόγο του «ὅτι ἐστὶ Θεός ὁ Χριστὸς» (Migne Ε.Π. 48, 826) πληροφορεῖ περὶ τοῦ σεβασμοῦ στὸ Τίμιο Ξύλο τοῦ Σταυροῦ τοῦ Κυρίου.

«Αὐτὸ τὸ ξύλον…… ἔνθα τὸ ἅγιον ἐτάθη σῶμα καὶ ἀνεσκολοπίσθη, πῶς ἔστι περιμάχητον ἅπασιν; Καὶ μικρὸν τι λαμβάνοντες ἐξ ἐκείνου πολλοὶ καὶ χρυσῷ κατακλείοντες καὶ ἄνδρες καὶ γυναῖκες τῶν τραχήλων ἑξαρτοῦσι τῶν ἑαυτῶν καλλωπιζόμενοι».

β) Ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ μέγας, Ἀρχιεπίσκοπος Ἀλεξανδρείας τῆς Αἰγύπτου, θαυμάζει τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ, ποὺ διὰ τοῦ Σταυροῦ ὁδηγεῖ τοὺς πιστοὺς στὴν σωτηρία καὶ κατατροπώνει τὸ ἔργο τοῦ διαβόλου: «Ὦ θείας ἀληθῶς σοφίας καὶ μηχανῆς οὐρανίου!

Σταυρὸς ἐπήγνυτο καὶ εἰδωλολατρία κατεστρέφετο. Σταυρὸς ἐγείρετο καὶ διαβολικὴ δυναστεία κατεδικάζετο» (Migne Ε.Π. 28, 1056).

«Ὁ σταυρὸς τοῦ Κυρίου ἀγγέλους συνῆψε τοῖς ἀνθρώποις καὶ μεσίτης φιλίας αὐτῶν γέγονεν» (Migne Ε.Π. 28 245).

γ) Ὁ ἅγιος Σωφρόνιος, Πατριάρχης Ἱεροσολύμων, στὸν λόγο του «εἰς τὴν ὕψωσιν τοῦ τίμιου σταυροῦ καὶ εἰς τὴν ἁγίαν Ἀνάστασιν» (Migne Ε.Π. 87, 3301-3309) χαρακτηρίζει τὸν σταυρὸ ὡς ὅπλο λέγοντας:

«Πολλοῖς καὶ διαφόροις ὅπλοις ὁ γεγυμνασμένος ὀχυροῦται στρατιώτης, ἡνίκα κατὰ τῆς βαρβαρικῆς φάλαγγος τὴν πολεμικὴν ἐγείρει μάχην……..

Ὁ δὲ πιστὸς καὶ φιλόχριστος ἄνθρωπος κατόπιν τοῦ ἐπουρανίου βασιλέως βαίνειν ἐθέλων τῇ ψυχικῇ διάθεσει μιᾷ καὶ τῇ αὐτῇ στρατιωτικῇ φαρέτρᾳ ἅπαν τὸ τῶν δαιμόνων ἰσχύει καταργήσας στίφος…

Ὦ τοῦ σταυροῦ παντότροπος ἐνέργεια».

δ) Ἡ πατερικὴ γλῶσσα μὲ παλμό, ρυθμό, πάθος καὶ πλοῦτο νοημάτων ὑμνεῖ τὸν Σταυρό. Ὁ ἅγιος Ἀνδρέας ἐπίσκοπος Κρήτης ὁμιλώντας κατὰ τὴν ἑορτὴ τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ πανηγυρίζει ἐξαίροντας τὶς ἐνέργειες τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ὡς ἑξῆς:

«Σταυρὸς χριστιανῶν ἐλπίς, ἐπεγνωσμένων σωτήρ, παθῶν ἐλατήρ, ὑγείας δοτήρ, νενεκρωμένων ζωή, εὐσέβειας πρόγραμμα, βλασφημίας φίμωτρον. Σταυρὸς ὅπλον κατ’ ἐχθρῶν, σκῆπτρον βασιλείας, διάδημα κάλλους, τύπος ἄγραφος, ράβδος δυνάμεως, ἔρεισμα πίστεως, βακτηρία γήρους, ὁδηγὸς τυφλῶν, φῶς τῶν ἐν σκότει, παιδευτής ἀφρόνων, διδάσκαλος νηπίων, ἁμαρτίας ἀναίρεσις, μετανοίας ἔνδειξις, δικαιοσύνης ὑπογραφεύς. Σταυρὸς κλίμαξ εἰς οὐρανὸν ἄγουσα, ὁδὸς πρὸς ἀρετὴν ὁδηγοῦσα, ζωῆς πρόξενος, θανάτου λύσις, φθορᾶς ἀλλοτρίωσις, πυρὸς σβεστήριον, πρός Θεὸν παρρησία, κλείς οὐρανῶν βασιλείας . Σταυρὸς φύλαξ ἐν νυκτί, ἐν ἡμέρᾳ πύργος , ἐν σκότει χειραγωγός, ἐν εὐθυμίᾳ χαλινός, ἐν ἀθυμίᾳ ψυχαγωγὸς, διαλλακτήριος, ἱκέσιος, φίλιος, συνήγορος, προασπιστής, ἐπίκουρος».

Συνεχίζει μὲ τὸν ἴδιο παλμὸ χρησιμοποιώντας πλῆθος εἰκόνων καὶ ἐκφράσεων γιά νὰ προβάλλει τὴν σημασία, τήν δύναμη, τὴν ἀξία καὶ τὴν ἐνέργεια τοῦ Σταυροῦ (Migne 97, 1020-1021).

ε) Ὁ Σταυρὸς ἀπὸ τὸν ἅγιο Γερμανό, τόν Α΄ Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, στόν λόγο του «εἰς τὴν προσκύνησιν τοῦ τιμίου καὶ ζωοποιοῦ σταυροῦ ἐν τῷ καιρῶ τῷ μεσονηστίμῳ» (Migne Ε.Π. 98, 221-244) χαρακτηρίζεται ὡς «ὑπακοῆς ξύλον, διότι ὁ Ἰησοῦς γενόμενος ὑπήκοος μέχρι θανάτου, ἐταπείνωσεν ἑαυτὸν ἑκουσίως, ὑπακούων εἰς τὸ θέλημα τοῦ Πατέρα Του», «κατὰ Χριστὸν ὁδὸς» πού «ἀναφορεῖ ἐπὶ τὸν σταυρόν».

στ) Ὁ Σταυρὸς ὀνομάζεται ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Γερμανὸ τὸν Β΄ καὶ «θυσιαστήριον».

«Ἐν αὐτῶ γὰρ ἐτύθη ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου… Μεῖζον… ἐνταῦθα τὸ δῶρον τοῦ θυσιαστηρίου καὶ ὑπὸ τοῦ δώρου τὸ θυσιαστήριον ἁγιάζεται».

«Τοῦ αὐτοῦ ἁγίου Πατρὸς Ὁμιλία εἰς τὴν Ὕψωσιν τοῦ τιμίου σταυροῦ καὶ κατὰ Βογομίλων» (Migne Ε.Π. 140, 621-643).

Κατὰ τὸν ἴδιο ἅγιο Πατέρα «μιμεῖται τὸν Χριστὸν ὁ καθηλώσας τῷ θείῳ σταυρῷ τὰς σάρκας καὶ τῷ κόσμῳ σταυρωθείς καὶ ἀπονεκρωθείς».

«Ὁμιλία τῇ Τρίτῃ Κυριακῇ τῶν νηστειῶν καὶ εἰς τὸν ζωοποιὸν σταυρὸν» (Migne Ε.Π. 140, 644-657).

ζ) Ἐγκωμιάζει μὲ ἐξόχους χαρακτηρισμοὺς τὸν Τίμιο Σταυρὸ καὶ ὁ Πρεσβύτερος Πανταλέων στὸν λόγο του «εἰς τὴν Ὕψωσιν τοῦ τιμίου καὶ ζωοποιοῦ σταυροῦ» (Migne E.Π. 98, 1265-1269) πανηγυρίζων ὡς ἑξῆς:

«Σταυρὸς δένδρον ἐστὶ ἀθανασίας, φυτὸν ἀφθαρσίας, ρίζα δικαιοσύνης, σωφροσύνης βλάστημα, παρθενίας ἄνθος. Σταυρός, ἀνδρείας ὅπλον, ἐγκρατείας στήριγμα, θεμέλιο πίστεως, εὐσέβειας ὑποβάθρα, θεογνωσίας φωτισμός…., ἐξορίας ἀνάκλησις, αἰχμαλώτων λύτρωσις, πλανωμένων ἐπιστροφή, πιπτόντων ἀνάστασις, σῳζομένων δύναμις, προκοπὴ δικαίων, παρρησία ὁσίων, προφητῶν ἀγαλλίαμα, κήρυγμα καὶ τρόπαιον ἀποστόλων… βραβεῖον εἰρήνης… ἀρραβὼν υἱοθεσίας… καὶ τὸ δὴ θειότερον, ἀγάπης τοῦ Θεοῦ καὶ Πατρὸς περὶ ἡμᾶς σύμβολον μεγίστον».

η) Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, διαπίστωσε, ὅτι «οὐδεὶς ποτὲ κατηλλάγη τῷ Θεῶ χωρὶς τῆς τοῦ σταυροῦ δυνάμεως».

Κατὰ τὸν αὐτὸν τῆς Ὀρθοδοξίας στῦλον καὶ φωστῆρα «οὐ μόνον ὁ λόγος ὁ τοῦ σταυροῦ καί τὸ μυστήριον, ἀλλὰ καὶ ὁ τύπος θεῖος καὶ προσκυνητός, σφραγὶς ὤν ἱερὰ καὶ αἰδέσιμος, ἁγιαστικὴ καί τελεστικὴ τῶν ἐκ Θεοῦ τῷ γένει τῶν ἀνθρώπων ὑπουργημένων ὑπερφυῶν καὶ ἀπορρήτων ἀγαθῶν».

«Ὁμιλία εἰς τὸν τίμιον σταυρὸν» (Migne Ε.Π. 151,124-146).

θ) Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης, ἡ ποικίλη μοῦσα τῆς Ἐκκλησίας θεωρεῖ «τὴν σφραγίδα καὶ τὸ σημεῖον τοῦ σταυροῦ τῶν κακῶν ἀλεξιτήριον» (Migne Ε.Π. 45,412).

Ὁ ἴδιος ἅγιος Πατέρας μᾶς πληροφορεῖ γιὰ τὴν ἀξία τοῦ συμβόλου τοῦ σταυροῦ ὡς καὶ τῆς συνηθείας νὰ θεωρεῖται ὡς «φυλακτόν» τεμάχιο ἱεροῦ ξύλου προερχομένου ἀπὸ τὸν Τίμιο Σταυρὸ τοῦ Σωτήρα.

ι) Κατὰ τὸν ἅγιο Ἐπιφάνιο, ἐπίσκοπο Κωνσταντίας τῆς Κύπρου, ἡ ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ ἐσταυρωμένου Ἰησοῦ εἶναι δυνατὸν νὰ προκαλέσει «ἀθέτησιν πάσης φαρμακείας» (Migne Ε.Π. 41,428).

********************

4ον Οἱ ἐχθροί του Σταυροῦ

Τὴν χάρη ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὸν Σταυρὸ προερχόμενη δὲν δύνανται νὰ οἰκειωθοῦν οἱ ἐχθροί του Σταυροῦ, τὴν κατάσταση τῶν ὁποίων θρηνεῖ μετὰ πάθους ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὡς ἑξῆς: «Κλαίων λέγω, τοὺς ἐχθρούς τοῦ σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ ὧν τὸ τέλος ἀπώλεια, ὧν ὁ θεὸς ἡ κοιλία καὶ ἡ δόξα ἐν τῷ αἰσχύνῃ αὐτῶν, οἱ τὰ ἐπίγεια φρονοῦντες» (πρὸς Φιλιππησίσις γ΄ 18).

Ἐνῶ ἀντιστρόφως προσωπικῶς ὁ ἴδιος καυχᾶται μόνον «ἐν τῷ σταυρῷ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ» (πρὸς Γαλάτες στ΄ 14).

Δεδομένο τυγχάνει γι’ αὐτὸν τὸ ὅτι «ὁ λόγος ὁ τοῦ σταυροῦ τοῖς μὲν ἀπολλυμένοις μωρία ἐστί τοῖς δὲ σωζομένους….. δύναμις Θεοῦ ἐστι» (πρὸς Κορινθίους α΄ 17,18).

«Ἡ ἀήττητος καὶ ἀκατάλυτος καὶ θεία δύναμις

 τοῦ τιμίου καί ζωοποιοῦ σταυροῦ

 μὴ ἐγκαταλίπῃς ἡμᾶς τοὺς ἁμαρτωλοὺς».

Καστορίας: ''Ο χριστιανός οφείλει να βιώνει το μυστήριο του Σταυρού''

stavros-1

Αδελφοί μου αγαπητοί,

Αξιωνόμαστε σήμερα, μέσα στο πνευματικό κλίμα της ορθοδόξου λατρείας μας, να προσκυνήσουμε το πανσεβάσμιο Ξύλο του Σταυρού, τον Θρόνο αυτόν του Βασιλέως Χριστού, πάνω στον οποίον ο Βασιλεύς Χριστός διά του ιδίου αίματος, διά των ιδίων δακτύλων υπέγραψε την ελευθερία του ανθρώπου από τα δεσμά του θανάτου και της αμαρτίας.

Από τότε, το καταραμένο αυτό ξύλο έγινε τρόπαιο νίκης και σημαία θριάμβου. Έγινε όπλο κατά του διαβόλου και θυρεός της πίστεως.

Γι’ αυτό και οι θεοφόροι Πατέρες της Εκκλησίας μας υπερτονίζουν ότι οφείλουμε να προσκυνούμε τον τύπο του Σταυρού, διότι «είναι σημείο και τρόπαιο μέγιστο του Χριστού εναντίον του διαβόλου και όλης της αντικειμένης φάλλαγγος».

«Φρίττουσιν οι δαίμονες και φυγαδεύονται τούτον τυπούμενον ορώντες» θα μας τονίσει ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς.

Όχι μόνον να προσκυνούμε, αλλά και να σημειώνουμε σωστά το σημείο του Σταυρού επάνω μας και να ζητούμε την χάρη του Σταυρωθέντος Κυρίου μας Ιησού Χριστού.

Καί πρώτον. Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος θα μας υπενθυμίσει: «Να κάνεις τον σταυρόν σου και να τον σχηματίζεις επάνω εις το μέτωπόν σου, διότι έτσι δεν θα μπορέσει να σε βλάψει σε κάτι όχι μόνο άνθρωπος που συναντάς και ο οποίος εναντιώνεται σε σένα, αλλά ούτε και αυτός ο διάβολος, διότι σε βλέπει να φαίνεσαι παντού οπλισμένος με αυτά τα πνευματικά όπλα τα παντοδύναμα και νικηφόρα».

Δεύτερον. Ο Άγιος Κύριλλος Πατριάρχης Ιεροσολύμων στην Τέταρτη Κατήχησή του μας σημειώνει και αυτός την δική του εμπειρία: «Μην ντρεπόμαστε να κάνουμε το σημείο του σταυρού. Αλλά και εάν άλλος κρύβεται από τα μάτια των άλλων ανθρώπων για να κάνει τον σταυρό του, συ ο πιστός φανερά να σφραγίζεις το μέτωπό σου με το σημείο του σταυρού, ώστε οι δαίμονες, αφού βλέπουν το σημείο του παντοδυνάμου Βασιλέως, του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, να φεύγουν μακρυά τρέμοντες».

Τρίτον. Ο Χριστιανός δεν οφείλει μόνο να ασπάζεται τον Τίμιο Σταυρό, ούτε μόνο να κάνει τον σταυρό του, αλλά και να βιώνει το μυστήριο του Σταυρού. Δηλαδή, να αγωνίζεται να αποφεύγει την αμαρτία, να καλλιεργεί τις αρετές και τα χαρίσματα που του δώρισε ο Θεός και να βιώνει στην ζωή του το θέλημα του Θεού. Έτσι θα βρίσκεται στην πράξη και στην θεωρία, σύμφωνα με την Ορθόδοξη Παράδοσή μας. Με άλλα λόγια, διά της μετανοίας θα καθαρίζει την καρδιά του και θα φθάνει στον φωτισμό του νού και θα βλέπει τον Θεό ως φως. Αυτή η μέθοδος, την οποία συνιστά η Αγία μας Εκκλησία, είναι η βίωση του Σταυρού.

Αδελφοί μου αγαπητοί,

Με αυτές τις σκέψεις σας παρακαλώ να καταφεύγουμε πάντοτε στη βοήθεια του Τιμίου Σταυρού επαναλαμβάνοντας την προτροπή του ιερού υμνογράφου: «Η αήττητος και ακατάλυτος και θεία δύναμις του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού μη εγκαταλίπης ημάς τους αμαρτωλούς».

Επιτρέψτε μου, ακόμη, να σας υπενθυμίσω και τα κάτωθι:

Στις 20 και 21 Σεπτεμβρίου, Σάββατο απόγευμα και Κυριακή πρωί, στον Ιερό Ναό του Αγίου Νικάνορος θα γιορτάσουμε για πρώτη φορά στην Καστοριά, αλλά και με την βοήθεια του Θεού θα γιορτάζουμε κάθε χρόνο αυτή την ημέρα, δηλαδή την Κυριακή μετά την Ύψωση του Τιμίου Σταυρού, την Οσία Σοφία από την Κλεισούρα, που βίωσε στην ζωή της την ενέργεια του Σταυρού.

Μαζί με το Ιερό Μνημόσυνο για την Μικρασιατική Καταστροφή, για τους προγόνους μας που έπεσαν θύματα της θηριωδίας, θα θυμόμαστε και το κυνηγημένο πουλί του Πόντου και θα ζητούμε την πρεσβεία της και την μεσιτεία της στον Θρόνο της Θείας Μεγαλωσύνης.

Τα θαύματά της καθημερινά και οι εμφανίσεις της πολλές. Γι’ αυτό και σας παρακαλώ θερμά, στην τραγωδία που βιώνει ο τόπος μας, με την συμμετοχή μας και την προσευχή μας να παρακαλέσουμε την Αγία για την επίλυση των προβλημάτων μας, την θεραπεία των ασθενών μας και την παρουσία της στην ζωή μας.

Συγκεκριμένα:

Το Σάββατο 20 Σεπτεμβρίου το απόγευμα και ώρα 6.00 μ.μ., στα προπύλαια του Ιερού Ναού Αγίου Νικάνορος Καστοριάς θα γίνει η υποδοχή της Τιμίας Κάρας της Αγίας Σοφίας από την Ιερά Μονή Κλεισούρας και στην συνέχεια θα τελεσθεί Μέγας Αρχιερατικός Πανηγυρικός Εσπερινός.

Την επομένη ημέρα, Κυριακή 21 Σεπτεμβρίου, το πρωί θα τελεσθεί Αρχιερατική Θεία Λειτουργία, ακολούθως το Ιερό Μνημόσυνο για τα θύματα της Μικρασιατικής Καταστροφής και μετά θα γίνει η λιτάνευση της Τιμίας Κάρας της Αγίας Σοφίας και της Ιεράς Εικόνος της πέριξ του Ιερού Ναού.

Σας παρακαλώ όλους θερμά για την προσευχή σας και την συμμετοχή τόσο στις απογευματινές όσο και στις πρωινές αυτές Ιερές Ακολουθίες.

Σας ασπάζομαι όλους στο όνομα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού και σας εύχομαι πλούσια την ευλογία του Σταυρωθέντος και Αναστάντος Κυρίου μας και πολλές τις πρεσβείες της Αγίας Σοφίας σε όλους σας.

Με θερμές πατρικές ευχές

Ο Ε Π Ι Σ Κ Ο Π Ο Σ Σ Α Σ

Ο ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ

Ηγούμενος Αρσένιος Μαχαιριώτης: Το μακάριο τέλος του

lem

Από το Γέροντά του, Μητροπολίτη Λεμεσού κ. Αθανάσιο

Τον προβλημάτιζε το ταξίδι του στο Άγιο Όρος, συνεχώς μου το ανέφερε και έψαχνε τρόπο να το αποφύγει.

Όμως ήταν υποχρεωμένος, γιατί ο μακαριστός πατριάρχης του ζήτησε να τον συνοδέψει στο Άγιο Όρος ως έχον εμπειρία του τρόπο και του τόπου του Αγίου Όρους.

Έτσι, δεν μπορούσε να κάνει διαφορετικά. Ενθυμούμε, είχαμε Ιερά Σύνοδο την Παρασκευή.

Ήταν στη σύνοδο μαζί μας γιατί μετείχαν και οι ηγούμενοι τότε των σταυροπηγιακών μονών.

Φεύγοντας, ένας αδελφός που ήταν μαζί μου τον βρήκε στην αυλή και του λέει, «άντε π. Αρσένιε να πας και να έρθεις γρήγορα, έχομε εκλογές τώρα».

Του λέει, «θα πάω αλλά δε θα έρθω θα μείνω εκεί», του λέει «θα μείνεις για πάντα στο Άγ. Όρος;» του λέει, «θα μείνω εκεί· θα κάνετε μόνοι σας τις εκλογές». Τέλειωσε η σύνοδος και ο αδελφός, προβληματισμένος, μου λέει, «μα ο π. Αρσένιος σκέφτεται να μείνει στο Άγ. ΄Ορος».

Του λέω «μακάρι να μείνει αλλά δε θα μείνει, έχει πολλές δουλειές να κάνει εδώ».

Το βράδυ εξομολογούσα αργά το βράδυ 11.00-11:30, στο κτήριο της μητρόπολης μέσα, γιατί τότε φτιάχναμε το μητροπολιτικό ναό.

Έρχεται ένας αδελφός μου λέει: «ξέρεις, παίρνει τηλέφωνο ο ηγούμενος Αρσένιος· θέλει να σου μιλήσει».

Του λέω: «ο Αρσένιος είναι αθκιασερός-που λέμε και στην Κύπρο- πήγε στην Αθήνα· εγώ πνίγομαι, χάνομαι, πες του δεν έχω χρόνο».

Έκλεισε και ξαναπήρε 3-4 φορές. Μου λέει ο αδελφός ότι επιμένει και θέλει να σου μιλήσει. Λέω μα τι έπαθε, τι συμβαίνει τέτοια ώρα, αφού αύριο φεύγουν για άγ. Όρος τι έπαθε, τι θέλει;

Τέλος πάντων άντε, αφού επιμένει, δώσε μου τον. Ένωσε τη γραμμή, και του λέω «τι θέλεις ρε Αρσένιε τέτοια ώρα, έχω κόσμο πολύ εξομολογώ, πέρασε η ώρα».

Μου λέει, γέροντα θέλω να σου πω ότι φοβάμαι πάρα πολύ αυτό το ταξίδι, του λέω αν εφοβάσουν να μην επήαινες, αύριο θα’ σαι στο Άγ. Όρος, αλί μας εμάς που έχουμε χίλιες δουλειές.

Μου λέει φοβάμαι το ελικόπτερο, -εγώ δεν ήξερα ότι θα πάνε με ελικόπτερο- μα τι ελικόπτερο του λέω, μου λέει, εν με ελικόπτερο που θα πάμε από Αθήνα Άγ. Όρος, του λέω ό,τι πάθεις με τον πατριάρχη θα’ σαι, μη φοβάσαι καημένε.

Μιλήσαμε λίγο, ήταν πολύ προβληματισμένος, πολύ ανήσυχος, κλείσαμε έκανα κι εγώ τον σταυρό μου λέω ο Θεός να τους βοηθήσει, λέω φοβητσιάρης είναι, ήταν λίγο φοβητσιάρης ο Αρσένιος, παρόλο που ήταν γεροδεμένος.

Φοβήθηκε λέω το ελικόπτερο, έβαλα κι εγώ χίλιους λογισμούς και το πήρα λίγο στο αστείο.

Όμως δυστυχώς φαίνεται όλα αυτά ήταν μια προετοιμασία από το Θεό ότι ήταν να τον πάρει κοντά του. Μέχρι που ακούσαμε τη δύσκολη είδηση, ότι χάθηκε το ελικόπτερο κι όλα τα επακόλουθα.

Στη συνέχεια μπήκαμε στην ανθρώπινη εκείνη ατμόσφαιρα του πένθους. Ήμουν στη Μονή Μαχαιρά όταν έψαχναν να βρούν το λείψανο του πατριάρχου και όλων των υπολοίπων κεκοιμημένων, και ακούσαμε ότι βρέθηκε.

Ένας ασκητής, σοβαρός άνθρωπος, του οποίου δεν μπορώ να αποκαλύψω το όνομα, με πήρε τηλέφωνο από το Αγ. Ορος και μου λέει, ένας γείτονας μου εδώ ασκητής, είδε εν πνεύματι στην προσευχή του τον π. Αρσένιο και του λέει, «ξέρεις μας ψάχνουν εδώ στη θάλασσα αλλά εμείς είμαστε στον ουρανό, τι μας ψάχνουν;».

Αυτός δεν τον ήξερε και τον είδε όπως ήταν. Λέω κανείς δεν αμφιβάλλει ότι είναι στον ουρανό.

Στη συνέχεια ανευρέθηκαν τα λείψανα, ετοιμάστηκαν, τα φέραμε στην Κύπρο, έγινε η νεκρώσιμος ακολουθία και έκτοτε η παρουσία του είναι ζωντανή ανάμεσα μας και χωρίς καμιά διάθεση οποιασδήποτε προβολής ή λογισμού, μπορώ να πω ότι αισθανόμαστε τις προσευχές του, την παρουσία του και στη ζωή της μονής και στη ζωή της αδελφότητας και στην προσωπικής μου ζωή.

Αισθανόμαστε ότι έχουμε ένα άνθρωπο ο οποίος παρίσταται ενώπιον του Θεού και πρεσβεύει για μας.

Αυτός που ήταν μαθητής και υποτακτικός μας και μικρότερος σε ηλικία από μας, έγινε δάσκαλος και οδηγός γιατί πάνω απ’ όλα μας δίδαξε την ματαιότητα των ανθρωπίνων πραγμάτων, μας δίδαξε πόσο μάταια είναι τα πράγματα του κόσμου τούτου και πόσο ψεύτικα είναι αυτά που γίνονται σε αυτό τον κόσμο χωρίς τη σφραγίδα του Θεού.

Γι αυτό το λόγο η ανάμνηση του και η ζωή του έγιναν όλους μας που τον ζήσαμε, το καλύτερο μάθημα.

Μας έδωσε το τελευταίο μάθημα, με τη ζωή του και το Άγιο τέλος του και το Άγιο λείψανο του που αναπαύεται εκεί στα σκηνώματα της Παναγίας του Μαχαιρά που από μικρό παιδί επισκεπτόταν το μοναστήρι.

top
Has no content to show!